Ο Τισρί, φθινοπωρινός μήνας, αντίστοιχος με Σεπτέμβριο Οκτώβριο, έβδομος κατά το θρησκευτικό ημερολόγιο των Εβραίων και πρώτος κατά το πολιτικό, είχε σπουδαίες εορτές. Είχε τρεις συνεχόμενες εορτές που οι Εβραίοι τις χαρακτηρίζουν τρομερές ημέρες, την εορτή της Πρωτοχρονιάς (ρος ασανά), του εξιλασμού (γιόμ κιππούρ) και της Σκηνοπηγίας (σουκότ). Η έννοια τού τρομερού προσιδιάζει κυρίως στην δεύτερη.
Η τρίτη εορτή, της Σκηνοπηγίας που γινόταν σε ανάμνησι της διαμονής των Ισραηλιτών σε σκηνές στην έρημο μετά την έξοδο από την Αίγυπτο είχε χαρμόσυνο χρώμα. Κρατούσε οκτώ ημέρες, 15-22 τού Τισρί. Κατ' αυτές δεν έπρεπε να μένουν σε σπίτια, αλλά σε σκηνές. Συν τω χρόνω σε πολλά μέρη επεκράτησε να μένουν σε πρόχειρες καλύβες φτιαγμένες από καλάμια. Σ' ένα σύγχρονο εβραϊκό κείμενο διαβάζουμε: «Η εορτή της Σκηνοπηγίας είχε πάντοτε θέλγητρα εορτασμού από τα καλύτερα της χρονιάς. Συνδυασμένη με τον ωραίο καιρό των πρώτων εβδομάδων τού φθινοπώρου έκαστου έτους, σε εποχή που μπορούν να μένουν όλες τις ημέρες τού εορτασμού, και τις νύχτες ακόμη στο ύπαιθρο, δημιούργησε πανηγυρικές ημέρες και νύχτες με πολλές απολαύσεις, αλλά και με δόσι ρομαντισμού και ποιήσεως.»
Πέντε ημέρες ενωρίτερα εωρταζόταν η μεγάλη εορτή τού Εξιλασμού. Ημέρα τρομερή. Ημέρα μεγάλη. Ημέρα «κλητή αγία» «κλητή» = επίσημη. Η μεγάλη συγγνώμη. Κατ αυτήν οι Ισραηλίτες θα ζητούσαν συγγνώμη από τον Θεό για τα αμαρτήματα που διέπραξαν στο έτος που πέρασε.
Η εορτή είχε εντελώς ξεχωριστό χαρακτήρα. Εν πρώτοις έπρεπε να τηρηθή αυστηρή αργία. Κάθε ψυχή που θα κάνη εργασία αυτή την ημέρα, θα εξολοθρευθή από το λαό της. Καμμία εργασία δεν θα κάνετε. Αυτό είναι νόμος παντοτινός στις γενεές σας σ' όλες τις κατοικίες σας. Θα είναι «σάββατα σαββάτων» (Λευιτ. 23, 3032). Σάββατα σαββάτων σημαίνει επισημότατη ημέρα αργίας.
Το «γιόμ κιππούρ» (=ημέρα του Εξιλασμού) δεν είχε χρώμα χαρμόσυνο και δεν συνωδευόταν από επινίκιες ωδές ή θορυβώδεις φωνές και εκλεκτά εορταστικά δείπνα. Δεν θύμιζε καθόλου Σκηνοπηγία ή Πάσχα. Αντίθετα προέβλεπε σκυθρωπότητα, μετάνοια, αυστηρή νηστεία. «Κάθε ψυχή που δεν θα ταπεινωθή αυτή την ημέρα, θα εξολοθρευθή από τον λαό της» (Λευιτ. 23, 23). Και θα «ταπεινώσετε τις ψυχές σας» (Λευιτ. 23, 32). «Ταπείνωσις ψυχής» στην γλώσσα της Π. Διαθήκης σημαίνει νηστεία. Η εορτή του Εξιλασμού μπορούσε να προσδιορισθή και με μόνη την φράσι η «εορτή της νηστείας» ή απλώς η «νηστεία».
Το τελευταίο το βλέπουμε στις Πράξεις των Αποστόλων, εκεί που περιγράφεται η προσόρμισις τού πλοίου, με το οποιο θα πήγαινε ο Απόστολος Παύλος στην Ρώμη, στους Καλούς Λιμένες της Κρήτης, κοντά στα Μάταλα. Παρήλθε πολύς χρόνος και ο πλους καθίστατο επικίνδυνος, διότι πέρασε και η νηστεία (27,9). Εδώ το έναρθρο «η νηστεία» σημαίνει το «γιόμ κιππούρ», μετά από το οποίο η ναυσιπλοία γινόταν προβληματική, γιατί άλλαζαν οι καιροί.
Ημέρα λοιπόν μετανοίας και νηστείας. Όλος ο Ισραηλιτικός λαός προέβαινε σε δημόσια εξαγόρευσι των αμαρτιών του ζητώντας την συγχώρησι και το έλεος τού Κυρίου. Επικεφαλής τού λαού ο Αρχιερεύς. Μέσω αυτού θα γινόταν η ομολογία των αμαρτιών και μέσω αυτού η εξιλέωσις. Οι θυσίες που θα προσέφερε δεν είχαν χαρακτήρα ευχαριστίας και δοξολογίας, αλλά εξιλαστήριο. Και η αρχιερατική στολή, στις πρώτες επίσημες τελετουργίες δεν ήταν η λαμπρή και μεγαλοπρεπής, αλλά η δεύτερη, η λευκή και λιγώτερο φανταχτερή.
Ο λαός βρισκόταν στην αυλή και ο Αρχιερεύς θα έμπαινε στην Σκηνή τού Μαρτυρίου, στον πιο εσωτερικό χώρο, στα απρόσιτα Άγια των Αγίων, όπου είχε κατασκηνώσει η θεϊκή παρουσία, για να επιτύχη τον εξιλασμό τού λαού. Στον Ιερώτατο αυτό χώρο κανείς άλλος δεν είχε δικαίωμα να μπη, παρά μόνο ο Ααρών, και αυτός με φόβο και τρόμο μιά φορά το έτος.
Ας παρακολουθήσουμε νοερά τις κινήσεις του: Επτά ημέρες πριν από την εορτή έπρεπε να βρίσκεται στο χώρο της Σκηνής τού Μαρτυρίου, ώστε να είναι χωρισμένος από κάθε επαφή με πράγμα που μπορούσε να τον μολύνη. Όταν ερχόταν το γιόμ κιππούρ, ή ημέρα τού Εξιλασμού, κατ' αρχήν έπρεπε να λουσθή. Η σωματική καθαρότητα αποτελούσε την πρώτη προϋπόθεσι. Έπειτα φορούσε τα αρχιερατικά του άμφια, όχι τα περίλαμπρα, όπως είπαμε, αλλά τα ταπεινά, τα οποία ωστόσο ήταν λινά, καινούργια και ολοκάθαρα.
Έμπαινε στην Σκηνή, στο πρώτο διαμέρισμα, τα Άγια, και στην συνέχεια προχωρούσε στο απρόσιτο Άδυτο, το Ιερώτερο μέρος της Σκηνής, τού Ισραηλιτικού στρατοπέδου, μα και όλης της οικουμένης.
Προχωρούσε μόνος του. Δεν τον συνώδευε κανείς ούτε από κοντά ούτε από μακρυά. Κρατούσε στα χέρια του χρυσό θυμιατήρι με αναμμένα κάρβουνα που είχε πάρει από το θυσιαστήριο. Και η χούφτα του ήταν γεμάτη από διαλεχτό μοσχολίβανο, θυμίαμα λεπτής συνθέσεως.
Προχωρεί λοιπόν στο δαβίρ, στον αγιώτατο χώρο, κλειστό από παντού, χωρίς παράθυρα, όπου στο κέντρο βρισκόταν η Κιβωτός της Διαθήκης, σκεπασμένη με την Καππώρεθ, το περίφημο ιλαστήριο, που ήταν χρυσή πλάκα κάτω από τα ανοιγμένα φτερό δύο μεγάλων αγαλμάτων Χερουβίμ. Κάτω από τα φτερά και πάνω από το ιλαστήριο, από την ημέρα που εγκαινιάσθηκε η Σκηνή κατοικούσε μόνιμα ο Θεός.
Ας θυμηθούμε λίγο το υπερφυές περιστατικό: «Και τελείωσε ο Μωϋσής το έργο. Τότε σκέπασε η νεφέλη την Σκηνή τού Μαρτυρίου, και η δόξα τού Κυρίου γέμισε την Σκηνή. Και δεν μπόρεσε ο Μωυσής να μπη στην Σκηνή τού Μαρτυρίου, διότι η νεφέλη καθόταν επάνω της και η δόξα τού Κυρίου γέμισε την Σκηνή «(Έξοδ. 40, 2729). Την ημέρα των εγκαινίων όλο το εσωτερικό της Σκηνής άστραφτε από την ένδοξη παρουσία τού Θεού. Αργότερα η θεϊκή παρουσία περιωρίσθηκε στο δαβίρ «υπό τας πτέρυγας των Χερουβίμ».
Εισέρχεται λοιπόν ο Ααρών στα Άγια των Αγίων. Στιγμή συγκλονιστική. Ένας θνητός άνθρωπος εμφανίζεται μπροστά στον Αιώνιο, που αν και γέμιζε με την παρουσία του τα σύμπαντα ευδόκησε να κατοική και σ' αυτόν τον μικρό χώρο. Ρίχνει αμέσως το μοσχολίβανο πάνω στα κάρβουνα και προσφέρει την ευώδη θυσία. Ένα παχύ σύννεφο καπνού, από το ένα μέρος ευωδιάζει όλο το χώρο και από το άλλο προστατεύει τα μάτια τού Ααρών από την ενατένισι τού Κυρίου Σαβαώθ. Το ευωδιαστό σύννεφο ήταν για τον Αρχιερέα προστατευτικό τείχος. «Και θα σκεπάση ο καπνός τού θυμιάματος το ιλαστήριο επάνω στην Κιβωτό και δεν θα πεθάνη ο Ααρών» (Λευιτ. 16, 13).
Αυτή ήταν η πρώτη είσοδος στα Άγια των Αγίων. Θα ακολουθούσαν άλλες δύο. Κατά την δεύτερη στην θέσι τού θυμιάματος υπήρχε αίμα μόσχου.
Σφάζει ένα μόσχο ο Ααρών, ρίχνει το στέαρ, δηλαδή το πάχος της κοιλιάς, επάνω στα κάρβουνα τού θυσιαστηρίου, γεμίζει μία λεκάνη με αίμα και προχωρεί στα ενδότερα της Σκηνής. Στέκεται με δέος μπροστά στο Ιλαστήριο, και με το δάκτυλό του το ραντίζει επτά φορές. Προσέφερε αυτό το αίμα για να εξιλεωθή από τις αμαρτίες τις δικές του και της οικογένειας του, ώστε καθαρός πλέον να επιτέλεση την επομένη Ιερουργία. Τον έσωζε και τον εξιλέωνε το αίμα τού μόσχου. Χωρίς αίμα δεν ερχόταν άφεσις. «Χωρίς αιματεκχυσίας ου γίνεται άφεσις» (Εβραίους 9, 22).
Αφού καθαρίσθηκε από τις δικές του αμαρτίες, ετοιμάζεται αμέσως να καθαρίση όλο το λαό. Τώρα πρέπει να σφαγιασθή κι ένας τράγος. Και να, κοντά στην θύρα της Σκηνής, δύο τράγοι. Η κλήρωσις ορίζει τον ένα για τον Κύριο και τον άλλο αποδιοπομπαίο. Θυσιάζεται ο πρώτος και με το αίμα του ο Ιερουργός προχωρεί για τρίτη φορά στο εσώτερον του καταπετάσματος. Βουτάει το δάκτυλό του στο αίμα και ραντίζει όμοια με την προηγούμενη φορά το Ιλαστήριο, προσφέροντας στον Κύριο το αίμα αυτό για όλες τις ακαθαρσίες και αδικίες και αμαρτίες των υιών Ισραήλ.
Τερματίσθηκε έτσι και η τρίτη είσοδός του στα Άγια των Αγίων. Τώρα πιά δεν εδικαιούτο να ξαναμπή, αν δεν περνούσε ένα ολόκληρο έτος.
Έχουν και oι ευσεβείς την περιέργεια τους. Άραγε τις τρεις αυτές φορές που ο Αρχιερεύς βρισκόταν εμπρός στον Αιώνιο Θεό, τι συνέβαινε; Πως τον αντίκρυζε; Του μιλούσε; Έπαιρνε κάποιο μήνυμα για τον λαό; Στεκόταν πολλή ώρα ενώπιον του;
Πολλοί από τους Πατέρες της Εκκλησίας που έφθασαν στην πνευματική τελείωσι και με την προσευχή τους άνοιγαν τους ουρανούς και δέχονταν ιερές θεωρίες και αποκαλύψεις, ασχολούνταν πολύ με τα άγια περιστατικά της Γραφής. Θα υπήρξαν φορές, θέλουμε να το πιστεύουμε, που ο Θεός τους απεκάλυπτε ολοζώντανα μπροστά τους πρόσωπα, πράγματα και συμβάντα της Βίβλου.
Ο σοφώτατος ασκητής Ισαάκ ο Σύρος πολύ αρεσκόταν ν' αναλογίζεται τις θεοίδρυτες τελετουργίες τού αρχαίου Ισραήλ. Και οπωσδήποτε θα τις ατένιζε εν πνεύματι κατόπιν αποκαλύψεων. Έτσι εξηγούνται όσα διαβάζουμε στον βαθυστόχαστο 32ο λόγο του, περί καθαράς προσευχής. Ας τον παρακολουθήσουμε λίγο:
«. . . Και στον Ζαχαρία κατά τον καιρό της προσευχής παρουσιάσθηκε ο Άγγελος και τού προείπε το ευχάριστο νέο για την γέννησι τού Ιωάννου. Παρόμοια και στον Πέτρο, ενώ προσευχόταν στο δώμα, κατά την έκτη ώρα, παρουσιάσθηκε η οπτασία με το σεντόνι που κατέβηκε από τον ουρανό με τα ζώα και τον ώθησε στην πρόσκλησι των εθνικών στην Εκκλησία. Και στον Κορνήλιο, όταν προσευχόταν παρουσιάσθηκε Άγγελος και τού ανακοίνωσε όσα έπρεπε. Επίσης τού Ιησού τού Ναυή, την ώρα που προσευχόταν με το πρόσωπο στην γη, τού μίλησε ο Θεός.
«Επίσης από το Ιλαστήριο πάνω από την Κιβωτό ο Ιερεύς δεχόταν μυστικές οπτασίες από τον Θεό για όσα ώφειλαν να πράξουν. Εκεί έμπαινε ο Αρχιερεύς μία φορά το έτος, κατά τον φρικώδη καιρό της προσευχής. Ενώ όλες οι φυλές τού Ισραήλ ήταν συγκεντρωμένες και προσεύχονταν στο εξωτερικό μέρος της Σκηνής, προχωρούσε ο Αρχιερεύς στα Άγια των Αγίων, έπεφτε με το πρόσωπο στην γη και άκουε, μέσα σε οπτασία φοβερή και ανείπωτη, τα λόγια τού Θεού. «Ω, τι φοβερόν εκείνο το μυστήριον, ο ελειτουργείτο εν εκείνω τω πράγματι! Ω πόσο φοβερά ήταν αυτά τα μυστήρια που ιερουργούνταν εκείνη την ώρα σ' αυτήν την τελετουργία!»
Βγαίνοντας για τρίτη φορά από τα Άγια των Αγίων ο Αρχιερεύς ράντιζε με αίμα τα Άγια, τον κυρίως Ναό θα λέγαμε εμείς, ώστε ολόκληρη η Σκηνή να καθαρισθή από τον μολυσμό που της προξένησαν επί ένα έτος οι αμαρτίες των Ισραηλιτών.
Αφού βγαίνει από την Σκηνή, συνεχίζει τις εξιλαστήριες Ιερουργίες, ενώ ο λαός τον αντικρίζει με ιερό δέος σαν να έβλεπε τον ίδιο τον Θεό. Τώρα πρέπει να καθαρισθή και το θυσιαστήριο. Θα χρειασθή αίμα και από τα δύο θύματα. Αναμειγνύει λοιπόν σε μία λεκάνη αίμα του μόσχου και τού τράγου και μ' αυτό χρίει γύρω γύρω τα κέρατα τού θυσιαστηρίου, ραντίζει το θυσιαστήριο επτά φορές και χύνει σ΄ αυτό το υπόλοιπο αίμα.
Κατόπιν έρχεται και η σειρά του δεύτερου τράγου. Εδώ το τυπικό διαφέρει. Ακολουθεί άλλη διαδικασία, που κρύβει σπουδαίες προεικονίσεις. Εμπρός σ όλο τον κόσμο, ο Ααρών και ο τράγος. Πλησιάζει κοντά του ο Ααρών, απλώνει τα χέρια του και τα ακουμπάει πάνω στο κεφάλι του, ενώ με ύφος περίλυπο εξαγορεύει όλες τις ανομίες και αδικίες και αμαρτίες των Ισραηλιτών.
Θα έπρεπε κάπως έτσι να έλεγε:
«Κύριε Σαβαώθ, συγχώρησε μας. Κι αυτό το έτος που πέρασε αμαρτήσαμε, αδικήσαμε και ανομήσαμε ενώπιον σου. Φανήκαμε λαός απειθής. Ξεφύγαμε από τον δικό σου δρόμο τον ευθύ. Γίναμε τόξον στρεβλόν. Η καρδιά μας στράφηκε προς τα είδωλα των εθνών. Δειχθήκαμε αχάριστοι. Ξεχάσαμε την σωτηρία μας από την Αίγυπτο και τον σκληρό Φαραώ, την διάβασι της θάλασσας, την ήττα του Αμαλήκ, τα τόσα σημεία και τέρατα με τα όποια μας προστάτεψες και μας ωδήγησες. Για το όνομα των πατέρων μας Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, απάλλαξέ μας από κάθε μολυσμό και κάνε μας καθαρούς. Κάμε εξιλέωσι όλων των αμαρτιών μας. Μη μας παραδώσης στην απώλεια. Μη αποστρέψης το πρόσωπο σου από τον λαό σου. Γίνε ίλεως σε όλους μας. Όλοι μας αμαρτήσαμε. Σού το ομολογούμε δημόσια. Η αισχύνη της ανομίας σκέπασε τα πρόσωπα μας. Η σκουριά της αμαρτίας μας έφθειρε. Καθάρισε μας, ελέησέ μας, διώξε από πάνω μας τα φορτία των παραπτωμάτων μας, ότι παρά σοι ο ιλασμός εστί.
» Πάρε όλες τις αμαρτίες μας και φόρτωσε τις σ ΄ αυτόν τον τράγο. Πάρε όλες τις ανομίες μας και φόρτωσέ τις σ' αυτόν. Πάρε όλες τις αδικίες μας και φόρτωσε τις σ΄ αυτόν. Ας γίνη αυτός ακάθαρτος για να καθαρισθούμε εμείς. Ας γίνη αυτός καταραμένος, για να ευλογηθούμε εμείς.
Κι ο λαός θα βροντοφωνούσε: Αμήν.»
Κι αν ήταν και κάποιος προφήτης ανάμεσα στον λαό, διέβλεπε πίσω απ' αυτά τα τελετουργικά γεγονότα κάποια άλλα ιερώτατα και σπουδαιότατα σε χρόνο απόμακρο, μελλοντικό.
Ο Ααρών τελείωσε. Ένα καθωρισμένο πρόσωπο παίρνει τώρα τον τράγο και τον απομακρύνει από την παρεμβολή τού λαού. Και προχωρεί, προχωρεί, ξεμακραίνει στην έρημο, για να τον παραδώση στον δαίμονα της έρημου, στον Αζαζέλ (χαναανιτική ονομασία). Μόνο άγριες κι ερημικές περιοχές του άξιζαν, όπου βασιλεύει ο Σατανάς, ο έρημος από κάθε θεϊκή χάρι. Σε πολλούς λαούς της γης είναι διαδεδομένη η αντίληψις ότι τα πονηρά πνεύματα κατοικούν σε έρημους τόπους, και ότι το άνυδρο, το άγονο, η παρουσία αγρίων ζώων, ακόμη και η φοβερή διαμόρφωσις τού τοπίου ωφείλονταν στους δαίμονες. Σε κάποιο βαθμό, και στην χριστιανική σκέψι γίνονται εν μέρει δεκτές τέτοιες έννοιες. Στον δεύτερο εξορκισμό του Μ. Βασιλείου διαβάζουμε: . . . «Απελθέ εις γην άνυδρον, έρημον, αγεώργητον, ην ο άνθρωπος ουκ οικεί. Αλλά και στο Ευαγγέλιο είναι γραμμένο: Όταν το ακάθαρτο πνεύμα βγη από τον άνθρωπο, περνάει από άνυδρους τόπους και ζητεί ανάπαυσι.» (Ματθ. 12, 43).
Ας φαντασθούμε το ταλαίπωρο ζώο αποδιωγμένο στην άνυδρη και ξερή γη. Αν υποτεθή πως μπορούσε να βγάλει φωνή, θα συντρόφευαν την ερημική μοναξιά του λόγια οδύνης σαν τα επόμενα:
«Ωχ δυστυχία μου! Τί κακό που με βρήκε! Τί άθλιο κατάντημα! Γιατί τέτοιο άδικο δράμα; Σε τι έφταιξα και ποιόν αδίκησα; Ποιόν νόμο παραβίασα; Ώ, βδελυκτό φορτίο. Με φόρτωσαν με ό,τι πιο απαίσιο με τα ανομήματα και τα αίσχη ενός ολόκληρου λαού. Τί φρικτό, τι ασήκωτο βάρος. Με γέμισαν όλες τις βρωμιές κι όλες τις δυσωδίες, κι είναι αβάσταχτη η αποφορά. Νοιώθω σαν να μού φόρεσαν ένα κατάμαυρο ρούχο, σαν να με πέταξαν στα πιο πηχτά σκοτάδια, σαν να με βούλιαξαν σε λάκκο βορβόρου.
«Ώ συμφορά μου! Δεν υπάρχει για μένα έλεος. Χάθηκαν για μένα οι ηλιαχτίδες. Έσβησαν για μένα τα λυχνάρια. Οι χαρές της ζωής με αποστράφηκαν για πάντα. Έγινα ένα με το κακό, με την αμαρτία, με το σκοτάδι.
«Ώ, φορτίο αβάσταχτο! Όλοι οι αναθεματισμοί, όλες οι κατάρες μαζεύτηκαν επάνω μου. Έγινα ένα με την κατάρα. Αλλοίμονό μου! Και χωρίς να φταίω σε τίποτε. Κλάψε για μένα ουρανέ. Κλάψε για μένα γη. Κλάψτε όλοι για μένα τον μολυσμένο, τον καταραμένο, τον αποδιοπομπαίο τράγο.»
Εκεί στην έρημο δεν θα αργούσαν να τον κατασπαράξουν τα άγρια θηρία. Είναι να μη σου τύχη να γίνης εξιλαστήριο θύμα. Δεν προβλέπεται τότε για σένα αίσιο τέλος. Σε μεταγενέστερες εποχές, όταν οι Ιερουργίες γίνονταν στο Ναό των Ιεροσολύμων, το τέλος του αποδιοπομπαίου τράγου ήταν πιο τραγικό, γιατί δεν τον απομάκρυναν απλώς από την πόλι, αλλά τον πετούσαν σε γκρεμό. Τελείωνε την ζωή του με γκρεμοτσάκισμα.
Από τον μόσχο και τον τράγο που θυσιάσθηκαν χρησιμοποιήθηκε μόνο το αίμα και το στέαρ. Τα υπόλοιπα, κρέατα, δέρματα, κόπρος έπρεπε ν' απομακρυνθούν έξω από το στρατόπεδο των Ισραηλιτών, σε έρημο και ακατοίκητο τόπο και να καούν.
Τα δύο άτομα, αυτός που φυγάδεψε τον τράγο και αυτός που έκαψε τα υπόλοιπα της θυσίας θεωρούνταν ακάθαρτοι. Για να έρθουν σε επικοινωνία με τους άλλους Ισραηλίτες έπρεπε να πλυθούν και να λουσθούν κι αυτοί και τα ενδύματά τους. Αλλά και ο Αρχιερεύς που ακούμπησε το κεφάλι του αποδιοπομπαίου τράγου, έπρεπε να πλυθή. «Θα μπη ο Ααρών στην Σκηνή τού Μαρτυρίου. Θα βγάλη την λινή στολή που είχε φορέσει μπαίνοντας στο αγιαστήριο, και θα την αφήση εκεί. Και θα λουσθή το σώμα του με νερό σε Ιερό τόπο» (Λευιτ. 16, 23-24). Κατόπιν ο Αρχιερεύς φορούσε την επίσημη στολή και προσέφερε δύο ολοκαυτώματα (κριούς) για τον εαυτό του και τον λαό τελούσε και τις υπόλοιπες θυσίες της εορτής και επισφράγιζε την όλη τελετή απονέμοντας στον λαό την αρχιερατική του ευλογία.
Αν σ' όλα τα γεγονότα του αρχαίου Ισραηλιτικού λαού εικονίζωνται πραγματικότητες τού νέου Ισραήλ της Χάριτος, πολύ περισσότερο στις θεοτύπωτες τελετουργίες του. Και ιδιαίτερα στα τελούμενα κατά τις μεγάλες εορτές, όπως εν προκειμένω στο «γιόμ κιππούρ».
Η ημέρα τού Εξιλασμού προεικονίζει με καθαρότητα και διαύγεια την ημέρα της Σταυρώσεως. Οι τελετουργίες της, και στο σύνολο τους και στις λεπτομέρειες τους, συμβολίζουν το μυστήριο του Γολγοθά.
Ένας άνθρωπος τελούσε τον εξιλασμό, ο Αρχιερεύς. Αυτός στεκόταν ανάμεσα στον λαό και στον Θεό. Αυτός προσέφερε το αίμα στο ιλαστήριο. Αυτός φόρτωνε τις αμαρτίες στον αποδιοπομπαίο. Μόνος του λειτουργούσε εκείνη την ημέρα, ολομόναχος, χωρίς συνοδούς, συμπαραστάτες και βοηθούς. «Κανένας άνθρωπος», σημειώνει το Ιερό κείμενο, «δεν θα βρίσκεται στην Σκηνή τού Μαρτυρίου, όταν μπαίνη ο Ααρών στο αγιαστήριο, για να κάνη την εξιλέωσι» (Λευιτ. 16, 17).
Όλα αυτά διακηρύττουν ότι ο Ιησούς, ο Αρχιερεύς της Κ. Διαθήκης, είναι «ο μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων» (Α΄ Τιμ. 2, 5), ότι μόνος του ιερούργησε το δράμα τού Γολγοθά. Μόνος του προσφέρθηκε θυσία. Ολομόναχος τέλεσε την φρικτή εξιλαστήριο θυσία. Όπως το λέγει και το δραματουργικό δράμα τού προφήτου Ησαΐα «Και έρριξα τα βλέμματά μου και είδα ότι δεν υπήρχε βοηθός. Και αντελήφθηκα ότι κανένας δεν με υποστήριζε» (63, 5). Μόνος του σαν θύτης και μόνος του σαν θύμα. «Περίμενα συλλυπούμενο, αλλά δεν φάνηκε, και παρηγορητές, αλλά δεν βρήκα» (Ψαλμ. 68, 21). Το πικρό ποτήριο του Γολγοθά μόνος του το ήπιε.
Στις πρώτες επίσημες Ιερουργίες της ημέρας ο Ααρών φορούσε, όχι την χρυσή και περίλαμπρη στολή, αλλά την ταπεινή, που ωστόσο ήταν ολόλευκη και ολοκάθαρη. Παρόμοια και ο Χριστός την ημέρα τού πάθους του παρουσιάσθηκε όχι με την δόξα της θεότητός του, όπως στο Θαβώρ, αλλά ταπεινός και περισσότερο από ταπεινός, πλην όμως λευκός και αμόλυντος.
Μία φορά τον χρόνο, άπαξ τού ενιαυτού γινόταν η τελετουργία τού εξιλασμού. Παρόμοια και ο Χριστός μία φορά θυσιάσθηκε -«άπαξ προσενεχθείς» (Εβρ. 9, 28)- «προσφέροντας μία θυσία για τις αμαρτίες για πάντα» (Εβρ. 10,12) και εξιλεώνοντας όλο το ανθρώπινο γένος.
Με αίμα έπρεπε να μπαίνη ο Ααρών στα Άγια των Αγίων. Και αυτό το αίμα προτύπωνε το αίμα τού Χριστού, με το οποίο ανοίχθηκαν τα επουράνια. Ματωμένος και εσφαγμένος και στην συνέχεια αναστημένος μπήκε ο Χριστός στα Άγια των Αγίων τού επουρανίου Ναού. Όπως παρατηρεί ο Απόστολος Παύλος «Με το δικό του αίμα μπήκε μια για πάντα στα Άγια των Αγίων και εξασφάλισε αιώνια λύτρωσι» (Εβρ. 9, 12) και άνοιξε τον δρόμο στους ανθρώπους - «πρόδρομος υπέρ ημών» (Εβρ. 6, 20). Ο δρόμος ανοίχθηκε με το αίμα του.
Την ημέρα εκείνη όλος ο Ισραήλ απαλλασσόταν από το βάρος της αμαρτίας και της ενοχής. Στην θέσι της αμαρτίας και της ακαθαρσίας ερχόταν η συγχώρησις και ο καθαρισμός. Τυπικός βέβαια καθαρισμός. Ο ουσιαστικός καθαρισμός για όλη την ανθρωπότητα πραγματοποιήθηκε την ημέρα του Γολγοθά. Η θυσία του «αμνού του Θεού» σκόρπισε σ' όλο τον κόσμο την άφεσι. Φορτώθηκε εκείνος τις αμαρτίες μας κι εμείς λυτρωθήκαμε από το βάρος τους. «Τω μώλωπι αυτού ημείς ιάθημεν» (Ησ. 53, 5), «με την πληγή του, εμείς θεραπευθήκαμε». Οι πληγές του γιάτρεψαν τα τραύματά μας. Θεραπευθήκαμε από το δηλητήριο της αμαρτίας. Την ευλογημένη εκείνη ημέρα έγινε «αθέτησις αμαρτίας» (Εβρ. 9, 26), δηλαδή κατάργησίς της.
Όταν ο Χριστός ωδηγείτο έξω από τα τείχη της Ιερουσαλήμ για να θυσιασθή, εκείνη την ώρα πραγματοποιείτο η προεικόνισις πού υπήρχε μέσα στις τελετουργίες της ημέρας του Εξιλασμού. Τότε ο αποδιοπομπαίος τράγος απομακρυνόταν από το στρατόπεδο, και τα σώματα του μόσχου και του τράγου καίγονταν κι αυτά έξω. Η προς Εβραίους επιστολή το επισημαίνει: «Τα σώματα των ζώων, των οποίων το αίμα φέρεται από τον Αρχιερέα στα Άγια των Αγίων για τις αμαρτίες, κατακαίονται έξω από το στρατόπεδο. Γι' αυτό και ο Ιησούς για ν' αγιάση τον λαό με το δικό του αίμα έπαθε έξω από την πύλη» (13, 11-12).
Τα είδη των θυσιών πού προσέφερε ο Ααρών εκείνη την ημέρα εμφανίζουν διάφορες όψεις της θυσίας του Γολγοθά.
Με το θυμίαμα, τους ευωδιαστούς καπνούς πού γέμιζαν τα Άγια των Αγίων και προσφέρονταν στον εκεί ευρισκόμενο Θεό, εικονίζονται οι ευωδιαστές αρετές και χάριτες του Χριστού, η αγία ταπείνωσις του, το πνεύμα της αγάπης και της θυσίας του.
Για ν' αναδώση μοσχοβολιά το θυμίαμα πρέπει να μπή στην φωτιά. Παρόμοια ο Χριστός γεύθηκε το πυρ των θλίψεων του Γολγοθά, και ανέβηκε η θυσία του στον ουρανό «εις οσμήν ευωδίας πνευματικής».
Τα ζώα πού σφάζονταν ήταν αρσενικά, τράγος, μοσχάρι, κριάρι για να υποδηλώσουν ότι αυτός πού θα εξιλέωνε τον κόσμο με την θυσία του στον Γολγοθά θα ήταν άνδρας, θεανδρικό πρόσωπο. Άνδρας μάς ελύτρωσε, όχι γυναίκα.
Ο μόσχος πού θυσιαζόταν εκείνη την ημέρα ήταν «ά-μωμος», χωρίς μώμο, χωρίς ελάττωμα. Δεν είχε μπη σε ζυγό - «ά-ζυγος». Ο μόσχος δεν έχει την αγριότητα και επιθετικότητα του ταύρου. Πιό ήρεμο και πιό γλυκό πρόσωπο και πιό άκακα μάτια από τα δικά του δεν υπάρχουν. Ο μόσχος δεν αναδίδει δυσοσμία- αντίθετα ευωδιάζει, πράγμα για το οποίο τ' όνομά του είναι ταυτόσημο της ευωδίας. Δεν υπάρχει πιό θελκτικό θέαμα από μοσχαράκια πού πηδούν ζωηρά και χαριτωμένα στο λειβάδι. Εικόνα, πού την χρησιμοποίησαν οι Προφήτες για να υποδηλώσουν τις ευλογίες της μεσσιακής εποχής: «Θα βγήτε έξω και θα σκιρτήσετε σαν μοσχάρια πού αφέθηκαν ελεύθερα» (Μαλαχίας, 4, 2). Και μ' αυτόν τον τρόπον προεικονίζεται ότι ο Χριστός πού πρόκειται με την θυσία του να εξιλεώση όλο τον κόσμο, θα είναι αναμάρτητος, απαλλαγμένος από τον ζυγό της αμαρτίας, θα σκορπίζη γύρω του χάρι και ευωδία. Δεν θα επιτίθεται στους εχθρούς του και τους σταυρωτές του. Θα είναι άκακος και πράος και ταπεινός τη καρδία.
Ο τράγος αντίθετα είναι ζώο πού διακρίνεται για αγριότητα, όχι για ημερότητα, για εγωισμό όχι για ταπείνωσι, αν μπορούμε να το πούμε έτσι. Είναι άσχημος, αντιπαθητικός και με αηδή μυρωδιά. Εικονίζει την αμαρτία πού είναι άγρια, αποκρουστική και δυσώδης. Κι επειδή στον Γολγοθά ο Χριστός φορτώθηκε πάνω του όλες τις αμαρτίες μας -ας μη ξενισθούμε γι' αυτό- ο τράγος αποτελεί προεικόνισί του.
Όπως το ζώο, χωρίς να φταίη τίποτε, πήρε πάνω του όλες τις ανομίες του Ισραηλιτικού λαού, έτσι και ο Χριστός, αθώος και αναίτιος, έγινε «ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου». Καρφωμένος στο ξύλο είχε μαζέψει πάνω του σαν εξιλαστήριο θύμα κάθε αμαρτία και κάθε κατάρα. «Έδωσε τον εαυτό του αντίλυτρον υπέρ πάντων» (Α' Τιμ. 2,6). Σήκωσε τις αμαρτίες όλων μας. Έγινε ένα με την αμαρτία. Βέβαια αυτό το αντιλαμβάνονται όσοι φωτίζονται από το Πνεύμα του Θεού. Έτσι ο Απόστολος Παύλος σημειώνει στην προς Γαλατάς επιστολή του: «Ο Χριστός μάς εξαγόρασε από την κατάρα του Νόμου, αφού έγινε κατάρα για χάρι μας. Γιατί είναι γραμμένο: «Καταραμένος όποιος κρέμεται πάνω σε ξύλο» (3, 13). Και στην Β' προς Κορινθίους: «Αυτόν πού δεν γνώρισε αμαρτία ο Θεός τον έκανε για μάς αμαρτία» (5, 21).
Δύσκολα μπορεί μυαλό ανθρώπου να συλλαβή το πόσο υπέφερε ο Χριστός στον Σταυρό κουβαλώντας πάνω του τόσο αβάσταχτο φορτίο ανομιών. Τα νερά της αμαρτίας μπήκαν μέσα στα σπλάχνα του. Ήταν σαν να καταποντίσθηκε σε ωκεανό αμαρτίας. Πόσο παραστατικά το λέγει ο Δαβίδ, εκ προσώπου του Χριστού: «Σώσε με, Θεέ μου, γιατί μπήκαν τα νερά μέχρι την ψυχή μου. Κόλλησα στην λάσπη του βυθού... Ήρθα στα θαλάσσια βάθη» (Ψαλμ. 68, 2-3). Μάλιστα, «ήλθον εις τα βάθη της θαλάσσης». Πιο βαθειά δεν γινόταν.
Αυτή η φοβερή πραγματικότητα ζωγραφίζεται πολύ παραστατικά στην τελετουργία του αποδιοπομπαίου τράγου. Με τόσο τραγικό τρόπο πραγματοποιήθηκε η εξιλέωσίς μας.
Είναι δύσκολο να πλησίαση κανείς το μυστήριο του Χριστού και του έργου του, αν δεν εμβαθύνη στους τύπους και στα σύμβολα της Π. Διαθήκης. Οι πραγματικότητες της Κ. Διαθήκης φέρουν την σφραγίδα του Πνεύματος. Το ίδιο συμβαίνει και με τις προτυπώσεις της Π. Διαθήκης. Και τα μεν και τα δε είναι πνευματικά. Και πρέπει να τα θέτουμε παράλληλα και να τα συγκρίνουμε, όπως το αναφέρει και η Α' προς Κορινθίους επιστολή «πνευματικοίς πνευματικά συγκρίνοντες» (2, 13). Αυτόν τον λόγο του Αποστόλου πολύ τον ελάμβαναν υπ' όψι τους οι πρώτοι Χριστιανοί, όπως φαίνεται καθαρά και από κείμενα Αλεξανδρινών Χριστιανών συγγραφέων των πρώτων αιώνων.
Μπορεί για μας τους Χριστιανούς να φαίνεται περιττή η μελέτη της Εξόδου ή του Λευιτικού, όπου γίνεται λόγος για διατάξεις και τελετουργίες τού Μωσαϊκού Νόμου. Αυτά, λέμε, καταργήθηκαν. Ναι, όσον αφορά το γράμμα καταργήθηκαν, αλλά όσον αφορά το πνεύμα μένουν εις τον αιώνα. Αν τα συγκρίνουμε με γεγονότα της Κ. Διαθήκης, τα ζωντανεύουν, τα φωτίζουν και τα πλουτίζουν. Δεν κατάλαβε τίποτε από Αγία Γραφή όποιος δεν ξέρει να εξιχνιάζη τους κρυμμένους θησαυρούς τού Νόμου και των Προφητών. Με το φώς της Κ. Διαθήκης και η Π. Διαθήκη γίνεται Ευαγγέλιο. Οι σκοτεινές της χώρες γίνονται λευκές. «Ιδέτε ότι οι χώρες είναι λευκές, έτοιμες προς θερισμό» (Ιωάν. 4, 35).
Ας δώσουμε όμως τον λόγο, στον απαράμιλλο Μακάριο τον Αιγύπτιο, τον οποίο οι Χριστιανικές γενεές ευγνωμονούν για τα υπέροχα κείμενα που μάς άφησε. Τα πρώτα αποσπάσματα είναι από την 47η ομιλία του.
«Η δόξα που είχε ο Μωυσής στο πρόσωπο αποτελούσε τύπο της αληθινής δόξας. Όπως τότε δεν μπορούσαν ν' αντικρύσουν οι Ιουδαίοι στο πρόσωπο τού Μωυσή, έτσι και τώρα εκείνη η δόξα υπάρχει στις ψυχές των Χριστιανών, αστράφτει και κάνει το σκοτάδι να μην την αντέχη και να φεύγη. . .
«Αναφέρεται στον Νόμο ότι ο Ιερεύς έπαιρνε δύο περιστέρια, και το ένα το θυσίαζε, ενώ το άλλο το άφηνε ελεύθερο αφού προηγουμένως το ράντιζε με το αίμα τού θυσιασθέντος. Αυτό ήταν τύπος και σκιά της αλήθειας. Ο Χριστός δηλαδή θυσιάσθηκε και με το αίμα του μάς ράντισε και μάς έκανε ν' αποκτήσουμε φτερά. Μάς έδωσε τα φτερά τού Αγίου Πνεύματος για να πετάμε ανεμπόδιστα στον αέρα της θεότητος. . .
«Ο Ισραηλιτικός λαός σκλαβώθηκε βαρειά στους Αιγυπτίους και ταλαιπωρείτο υπερβολικά στις εργασίες τού πηλού και της πλίνθου. . . Αυτό δηλώνει ότι με την παρακοή του ο άνθρωπος έπεσε στα χέρια τού αληθινού Φαραώ (δηλ. τού Σατανά). Και οι εργοδιώκτες τού Φαραώ, δηλ. τα πονηρά πνεύματα, τον έρριξαν χαμηλά επί τα υλικά και γήινα και πηλώδη δηλαδή σε έργα πονηρά και σε λόγους και λογισμούς μάταιους.
«Όταν αναστέναξαν στον Θεό οι Ισραηλίτες για τα σκληρά έργα στα οποία τους υπέβαλε ο Φαραώ, τότε ο Θεός, τους επισκέφθηκε με τον Μωυσή και αφού χτύπησε με πολλές πληγές τους Αιγυπτίους, τους έβγαλε από την Αίγυπτο τον μήνα των ανθέων, τότε που πρωτοφαίνεται η πανέμορφη άνοιξι και φεύγει ο άσχημος χειμώνας. . . Εάν στενάξη η ψυχή και αναβοήση προς τον Θεό, της στέλλει κατά πνεύμα Μωυσή που την λυτρώνει από την σκλαβιά των Αιγυπτίων. Πρώτα αναβοά και στενάζει, και τότε αρχίζει η απολύτρωσίς της κατά τον μήνα των ανθέων, και λυτρώνεται κατά τον καιρό της ανοίξεως, όταν δηλαδή το χωράφι της ψυχής μπορεί ν' αναβλαστήση δένδρα με ωραία και ανθοστόλιστα κλαδιά αρετής, ενώ θα'χουν απομακρυνθή οι βαρυχειμωνιές με το σκοτάδι της άγνοιας και με την πολλή πώρωσι από τις αισχρές αμαρτίες.
«Πρέπει να σφαγή το αρνίο και να θυσιασθή, και το αίμα του να χρίση τις θύρες. Ο Χριστός, το αληθινό και καλό και άμωμο Αρνίο σφάγηκε και το αίμα του έχρισε τους παραστάτες των θυρών της καρδιάς με αποτέλεσμα, να γίνη το αίμα τού Χριστού που χύθηκε στον σταυρό στην ψυχή, ζωή και απολύτρωσις, και στους Αιγυπτίους δαίμονες, πένθος και θάνατος. Αληθινά γι αυτούς είναι πένθος, ενώ για την ψυχή του πιστού χαρά και αγαλλίασις το αίμα τού άμωμου Αρνίου.
«Άνθρωπος λεπρός δεν θα προσέρχεται στην Εκκλησία του Κυρίου, σύμφωνα με τον Μωσαϊκό Νόμο. Πρέπει να πηγαίνη στον Ιερέα και να τον παρακαλή πολύ να έρθη στην σκηνή που διαμένει, για να επιθέση τα χέρια του στο μέρος που υπάρχει η λέπρα και να την θεραπεύση. Παρόμοια και ο Χριστός, ο αληθινός αρχιερεύς των μελλόντων αγαθών υποκύπτει στις παρακλήσεις που τού κάνουν οι λεπρές από την αμαρτία ψυχές και εισέρχεται στην σκηνή τού σώματός τους και θεραπεύει τα πάθη. Και έτσι η ψυχή θα μπόρεση να προσέλθη στην επουράνια εκκλησία των αγίων. . . Κάθε ψυχή που φοράει την λέπρα των αμαρτωλών παθών και δεν πηγαίνει τώρα στον αληθινό αρχιερέα να θεραπευθή, δεν πρόκειται να μπη στο στρατόπεδο των αγίων, στην επουράνια Εκκλησία. Η επουράνια Εκκλησία είναι άμωμη και καθαρή και γι' αυτό δέχεται άμωμες και καθαρές ψυχές» (ομιλία 44η).
Τα επόμενα ανήκουν στην 35η έξοχη ομιλία τού ιδίου Πατρός:
«Στην σκιά τού Νόμου που δόθηκε με τον Μωυσή, ο Θεός διέταξε ο καθένας να αναπαύεται το Σάββατο και να μη κάνη τίποτε. Αυτό αποτελούσε σκιώδη προτύπωσι τού αληθινού Σαββάτου που δίνει ο Κύριος στην ψυχή. . . Εκεί στο τυπικό Σάββατο, αν και σωματικά αναπαύονταν, οι ψυχές τους ήταν δεμένες στα έργα της πονηρίας και της κακίας. Εδώ τούτο το αληθινό Σάββατο αποτελεί την αληθινή ανάπαυσι της ψυχής, η οποία έχει αργία και καθαρότητα από σκέψεις τού Σατανά και αναπαύεται στην παντοτινή ανάπαυσι και χαρά τού Κυρίου.
«Τότε διέταξε ο Θεός ακόμη και αυτά τα άλογα ζώα να αναπαύονται το Σάββατο, το βόδι να μη σύρεται στον υποχρεωτικό ζυγό και το γαϊδούρι να μη σηκώνη φορτία. . . Και τώρα παρόμοια ήρθε ο Κύριος και μάς έδωσε το αληθινό και αιώνιο Σάββατο. Έτσι ανάπαυσε την βαρυφορτωμένη ψυχή από τα παράνομα φορτία των ακαθάρτων σκέψεων την ψυχή που δούλευε υποχρεωτικά σε άδικα έργα, σκλαβωμένη σε σκληρούς κυρίους. Την ανακούφισε από τα δυσβάστακτα φορτία των μάταιων και ακαθάρτων σκέψεων. Και αφαίρεσε τον σκληρό ζυγό των έργων της αδικίας. . . Ο Κύριος καλεί τον άνθρωπο στην ανάπαυσι: Ελάτε σε μένα όλοι οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, κι εγώ θα σάς αναπαύσω» (Ματθ. 11, 28).
Ο λόγος μάς παρέσυρε και δεν περιωρισθήκαμε στην εορτή του Εξιλασμού. Πάντως με όσα είπαμε γίνεται αντιληπτό ότι κάτω από το έδαφος της Γραφής, είτε Παλαιά είτε Καινή λέγεται αυτή, κρύβονται μυστικά κοιτάσματα πνευματικού χρυσίου. Ας το ανορύσσουμε για να συλλέγουμε άφθαρτα πλούτη.