Ευρισκόμενοι ήδη σε αναμονή της αποφάσεως του ΣτΕ περί του ΝΠΣ του ΜτΘ, σκόπιμο και χρήσιμο είναι το να μη διαλανθάνεται το γεγονός, ότι αυτό, εκτός από:
α) Την επιστημονική, παιδαγωγική και θεολογική του ακαταλληλότητα, έως και προάγουσα τη μεταβολή του περιεχομένου της θρησκευτικής συνειδήσεως των μαθητών, γεγονός που -με βάση νομικούς και ειδικότερα εφ’ όσον ενεργείται σε ανήλικους μαθητές- παραπέμπει στην αξιόποινη πράξη του προσηλυτισμού (Συντ. αρθρ. 13, παρ. 2. ΑΝ 1672/1939, αρθρ. 2, παρ. 2)
δ) Τη στενή συνεργασία βασικού στελέχους του ΙΕΠ για τη συγγραφή του ΝΠΣ, με τη νεοβουδιστική οργάνωση Arigatou, η οποία προωθεί διεθνώς, συγκρητιστικά εκπαιδευτικά προγράμματα ...θρησκευτικών!
ε) Την εκ της Πολιτείας άνιση-μη ισότιμη αντιμετώπιση των Ορθοδόξων μαθητών και των γονέων τους, έναντι των λοιπών οργανωμένων θρησκευτικών μειονοτήτων στη χώρα μας.
στ) Τον, μέσα από κάποιες προτεινόμενες δραστηριότητες, ευτελισμό και ενίοτε εκχυδαϊσμό του μαθήματος και του έργου του θεολόγου στην τάξη.
ζ) Την πληθώρα νόμων, διεθνών συμβάσεων και αποφάσεων δικαστηρίων και του ΣτΕ που «παρακάμπτονται», ακόμα και εκείνων που αφορούν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.
θ) Την (συνηθισμένη πλέον) αιφνιδιαστική και αδιάλλακτη τακτική του Υπουργείου Παιδείας.
ι) Την αποδοκιμασία του εν λόγω προγράμματος από το σύνολο του θεολογικού και εκκλησιαστικού κόσμου της χώρας.
Πέραν λοιπόν των προαναφερθέντων τα οποία μονάχα σύγχυση, συγκρητισμό και εκκοσμικευμένη (ή και αδιάφορη) θρησκευτική αντίληψη, δύνανται να «καρποφορήσουν» στους μαθητές και ανεξάρτητα από την προσωπική τοποθέτηση του καθενός, υπάρχει και μία άλλη, ουσιώδη παράμετρος: Αυτή είναι το γεγονός ότι παραβιάστηκε σαφώς η αρχή της αμεροληψίας κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των εν λόγω προγραμμάτων.
Πιο συγκεκριμένα: Από τα 7 μέλη της Ειδικής Επιτροπής η οποία ορίστηκε από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) για την εξέταση και αξιολόγηση των ΝΠΣ του ΜτΘ, τα 5 ανήκουν επίσης και στην Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για ...την εκπόνηση των προγραμμάτων αυτών! Ουσιαστικά δηλαδή, κλήθηκαν εν πολλοίς, να αξιολογήσουν ...τον εαυτό τους!!
Για την εν λόγω βασική παράμετρο η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ) ήδη από την 7η Απριλίου 2016, είχε καταθέσει ενώπιων του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων «ΑΙΤΗΣΗ ΕΞΑΙΡΕΣΕΩΣ» ζητώντας το ηθικά, νομικά και διαδικαστικά αυτονόητο:
«να εξαιρεθούν από τη σύνθεση της προαναφερομένης Ειδικής Επιτροπής του ΙΕΠ», τα «πρόσωπα που έχουν εκπονήσει το πρόγραμμα σπουδών που καλούνται οι ίδιοι να κρίνουν». (ΠΕΘ, «ΑΙΤΗΣΗ ΕΞΑΙΡΕΣΕΩΣ», σελ. - Ενώπιων τoυ Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Αθήνα, 7 Απριλίου 2016).
Το πλέον παράδοξο βέβαια μετά τα παραπάνω, είναι ότι η ορισθείσα υπό του ΥΠΠΕΘ-ΙΕΠ Γνωμοδοτική Επιτροπή , η οποία καλείται να αποτιμήσει το ΝΠΣ, αποτελείται ...από τα ίδια πρόσωπα!!
Με βάση το άρθρο 7 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Ν. 2690/99, ΦΕΚ Αˊ45) καθώς επίσης και με βάση το ΣτΕ (664/2006, βλ. και 640/2011) επιβάλλεται στην κρατική Διοίκηση, όπως και τα ατομικά και τα συλλογικά όργανα αυτής «να παρέχουν εγγυήσεις αμερόληπτης κρίσης κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους» (αρθ. 7, παρ. 1)• ενώ κατά το ίδιο δικαστήριο (ΣτΕ 1447/2006) «γίνεται δεκτό, ότι παραβιάζεται η εν λόγω αρχή της αμεροληψίας, όταν ο μετέχων σε συλλογικό όργανο της Διοικήσεως έχει διατυπώσει προειλημμένη γνώμη διά το θέμα που καλείται να αποφανθεί».
Σύμφωνα επίσης με τον προειρημένο Κώδικα (ΚΔΔ) τα εκάστοτε διοικητικά όργανα: «οφείλουν να απέχουν από κάθε ενέργεια ή διαδικασία που συνιστά συμμετοχή σε λήψη απόφασης ή διατύπωση γνώμης ή πρότασης εφόσον ...η ικανοποίηση προσωπικού συμφέροντός τους συνδέεται με την έκβαση της υπόθεσης» (αρθ. 7, παρ. 2). Και εκτός αυτού: «Το όργανο ή το μέλος του συλλογικού οργάνου, εφόσον κρίνει ότι συντρέχει στο πρόσωπό του λόγος που επιβάλλει την αποχή του,οφείλει να το δηλώσει αμέσως στην προϊστάμενη αρχή ...και να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια!» (αρθ. 7, παρ. 3-5).
Ωστόσο, τα 5 μέλη (κοινά για την επιτροπή αξιολόγησης και την επιτροπή εμπειρογνωμόνων εκπόνησης του ΝΠΣ), δεν προέβησαν εννοείται σε καμία ανάλογη ενέργεια. Κατ’ επέκταση, τόσο η εκ μέρους τους αποδοχή/ανάληψη καθηκόντων στην εν λόγω Επιτροπή αξιολόγησης, όσο και η αξιολόγηση τελικά του ΝΠΣ, συνιστά αν μη τι άλλο «παραβίαση της αρχής της αμεροληψίας» (ΥΚ. αρθ. 107, παρ. 1, στ), αλλά και παράλληλα «σύνταξη μεροληπτικής έκθεσης αξιολόγησης» (ΥΚ. αρθ. 107, παρ. 1, ιθ)!
Ανακεφαλαιώνοντας, σύμφωνα και με την 664/2006 απόφαση του ΣτΕ, οι ανωτέρω ενέργειες όχι μόνο δεν πληρούν τα απαραίτητα εχέγγυα αμεροληψίας των μελών της επιτροπής αξιολόγησης των ΝΠΣ, καθ’ ότι αν μη τι άλλο υπάρχει σαφέστατα «προσωπικό συμφέρον για την έκβαση της υποθέσεως», και«ήδη σχηματισμένη (άρα και προκατειλημμένη) γνώμη για την υπόθεση» (την οποία έκριναν)• αλλά εν τέλει, η προαναφερθείσα διαδικασία ως ενέργεια στο σύνολό της, κρίνεται αναλόγως (ad hoc) υπό του ΣτΕ, ως «ελαττωματική και ΣΥΝΕΠΑΓΕΤΑΙ ΤΗΝ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ της σχετικής διοικητικής πράξεως...» Όπως επίσης και υπό του αρθ. 36, παρ, 1-3 του Υπαλληλικού Κώδικα κατά τον οποίο: όταν ένα όργανο που «αναλαμβάνει την επίλυση ζητήματος ή συμπράττει στην έκδοση πράξεων ...έχει πρόδηλο συμφέρον στην έκβαση της υπόθεσης», αυτό συνιστά γεγονός το οποίο «αποτελεί λόγο ακυρώσεως της σχετικής διοικητικής πράξης»!!
Έχουμε τέλος ως γονείς, καθηγητές, πολίτες και Χριστιανοί, εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη, ότι αυτή, δεν θα συνηγορήσει ή δεν θα αμνηστεύσει τους «ψυχοπειραματισμούς», την προχειρότητα και την ανοιχτή απόπειρα παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ότι τελικά, η εν αναμονή της αποφάσεως του ΣτΕ υπόθεση του ΝΠΣ, θα έχει τον ίδιο επίλογο που έτυχαν να έχουν και άλλα πρόσφατα νομοσχέδια της παρούσης κυβερνήσεως• θα κριθεί δηλαδή προδήλως αντισυνταγματικό και παράνομο.