Τὰ ἀπόβραδα, ὅταν οἱ μοναχοί μου ἐπιστρέφουν ἀπὸ τὶς οἰκοδομές, οἱ κηπουροὶ ἀπὸ τοὺς κήπους καὶ ἄλλοι ἀπὸ ποικίλες μαστοριές, συνάζονται στὸν χῶρο τοῦ ἡγουμενείου.
Σ᾽ αὐτὴν τὴν καλογερικὴ σύναξη πάντοτε ἕνας μοναχὸς καλοδιαβαστὴς μᾶς ἀναγινώσκει παλαιὰ καὶ νέα καὶ ἐπίκαιρα ἐκκλησιαστικά.
Ἀρκετὲς ἡμέρες σ᾽ αὐτὴν τὴν ἄτυπη σύναξη ἀκροάστηκα τὶς ἀποφάσεις τῆς συνόδου τῆς Κρήτης.
Βέβαια ὁ συγγραφέας φαίνεται νὰ μὴν ἔχη διαβάσει ποτὲ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἀγνοεῖ ὅτι ἡ διδαχὴ τοῦ Κυρίου εἶναι ἁπλῆ, κατανοητή, λευκοφορεμένη, χωρὶς πτυχὲς καὶ σκιές.
Εἶναι καὶ αὐτὸς ἕνας ἀπὸ τοὺς σύγχρονους ποὺ πιστεύουν ὅτι ὅσο πιὸ δύσκολα γράφουν, ὅσο πιὸ δυσνόητα ἀποδίδουν τὴν διδαχὴ τῆς Ἐκκλησίας, τόσο περισσότερο φαίνονται ἀνεβασμένοι πνευματικὰ καὶ πεπαιδευμένοι.
Ἔτσι, αὐτὰ ποὺ ἔγραψε γιὰ τὴν σύνοδο μᾶλλον τά ἀπηύθυνε σὲ ἐπίπεδο μορφωμένων καὶ ὄχι στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ.
Τὸ ἄλγος τοῦ ὀρθοδόξου λαοῦ γι᾽ αὐτὴν τὴν σύνοδο εἶναι ἀνίατο, γιατὶ δὲν κατάλαβε ποιὸς ἦταν ὁ σκοπός της.
Νὰ καταπολεμήση κάποια αἵρεση ποὺ μᾶς μαστίζει ἢ νὰ μᾶς ρίξη στὴν κοιλάδα τῆς γυναικὸς τοῦ Λώτ; Θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ ἀνοίξω δυό-τρία παραθύρια, ἂν καὶ ἀπὸ τὰ παραθύρια ἄκουσα ἀπὸ τὰ παιδικά μου χρόνια τὰ ὡραιότερα τραγούδια τοῦ ἔρωτα καὶ τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης. Ἐγὼ ὅμως δὲν θὰ τραγουδήσω· μᾶλλον κοπετὸν θὰ ποιήσω.
Παρακινεῖ ἡ ἐν λόγῳ σύνοδος τὴν συμμετοχὴ τῶν ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο ποὺ καταχρηστικὰ λέγεται Ἐκκλησιῶν.
Αὐτὸ τὸ Συμβούλιο τῶν «Ἐκκλησιῶν» τὸ γνώρισα ἀπὸ μικρὸ παιδί. Ἔστελνε τρόφιμα στὰ ἐκκλησιαστικὰ ἱδρύματα. Ἔστελνε μία φασολάδα κομμένη στὴν μέση, ἴσως ὁ προορισμός της δὲν ἦταν γιὰ ἀνθρώπους, κι ἕνα κίτρινο ὀλλανδικὸ τυρί.
Τρώγωντάς τα αὐτὰ τὰ παιδιὰ στὴν τράπεζα τῆς Σχολῆς, γέμιζε ἡ ψυχή τους ἀγωνία νὰ προλάβουν. Κι ἐμεῖς ποὺ προτιμούσαμε νὰ μείνουμε νηστικοί, παρὰ νὰ τὰ γευθοῦμε, ἐμπαικτικὰ τοὺς λέγαμε: «Γρήγορα, ριβέρνεις-δὲν ριβέρνεις».
Κι ὅταν εὕρισκε πληρωμένο τὸ ἀναγκαῖο, ἀπ᾽ τὸ παράθυρο πηδοῦσε στὸ κτῆμα τοῦ Σώστη, γιὰ νὰ μὴν ἀποδοκιμαστῆ. Δυστυχῶς, ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ Πολιτεία ποτὲ δὲν μπόρεσαν νὰ φανοῦν ἀρωγοὶ στὰ εὐαγῆ αὐτὰ ἱδρύματα καὶ περίμεναν νὰ λειτουργήσουν μὲ τὰ θαυμάσια αὐτὰ προϊόντα τοῦ «Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν»!
Κάπου ἐκεῖ στὶς ἀρχὲς τοῦ ᾽60 ἔγινε ἕνα τέτοιο συμβούλιο στὸ νησὶ τῆς Ρόδου. Εἰδικὸ καράβι μετέφερε τοὺς συνέδρους στὴν Ρόδο.
Μέσα στὸ καράβι λειτούργησαν καὶ οἱ ὀρθόδοξοι καὶ ὅλες οἱ ἀποχρώσεις τοῦ προτεσταντισμοῦ. Συμμετεῖχε καὶ ὁ μακαριστὸς καθηγητὴς Παναγιώτης Τρεμπέλας.
Οἱ προτεστάντες, μόλις τελείωσε ἡ λειτουργία τους, ὅ,τι ἀπέμεινε στὸ σκεῦος ποὺ λειτούργησαν, ἀνοίξανε τὸ φινιστρίνι τοῦ καραβιοῦ καὶ τὸ πέταξαν στὴν θάλασσα!
Καὶ εἶπε τότε ὁ κυρ-Παναγιώτης ὁ θεολόγος: «Ἀγενὴς ἡ πρᾶξις. Καὶ σ᾽ ἕνα ξένο σπίτι νὰ πάω, ἂν μείνη κάτι στὸ ποτήρι ποὺ μὲ κέρασαν, δὲν θ᾽ ἀνοίξω τὸ παράθυρο νὰ τὸ πετάξω ἔξω».
Στὴν Ρόδο, σὲ μιὰ συνεδρία, μίλησε ἕνας προτεστάντης ἕνα ὁλόκληρο ἀπόγευμα. Ὅλοι θαύμασαν τὴν παιδεία του. Τὸ βράδυ ἔφαγαν ὅλοι στὸ ἑστιατόριο τοῦ ξενοδοχείου.
Μετὰ τὸ φαγητὸ ἀνέβηκαν στὰ δωμάτια. Ὁ γερο-Ἰσίδωρος ὁ Καλύμνου ἀργοπόρησε καὶ ἀνέβηκε σιγά-σιγὰ νὰ βρῆ τὸ δωμάτιό του.
Καταλάθος ἀνοίγει τὴν πόρτα ἄλλου δωματίου καὶ βλέπει τὸν σπουδαῖο λαλήσαντα προτεστάντη ἐπιβήτορα. Ἥρεμα τοῦ λέγει: «Excuse me».
Ἔκλεισε τὴν πόρτα ὁ γερο-Ἰσίδωρος καὶ ὅλη νύχτα σκεπτότανε: «Τί θέλουμε ἐμεῖς μ᾽ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους; Αὐτοὶ οἱ περισσότεροι εἶναι ἀρειανοί, δὲν πιστεύουν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι Θεός. Εἶναι ἀντιτριαδίτες, ἀρνοῦνται τὴν Ἁγία Τριάδα».
Ἂς μᾶς ἔλεγε αὐτὴ ἡ σύνοδος τὶ ὠφέλεια ἔχουμε νὰ συνδιαλεγώμαστε μ᾽ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι, δόξα τῷ Θεῷ, ἔχουν καλύτερη παιδεία ἀπὸ μᾶς καὶ ἂν θέλουν νὰ μάθουν τὰ τῆς Ὀρθοδοξίας, τοὺς εἶναι πάρα πολὺ εὔκολο.
Ποιός λόγος συντρέχει νὰ παρευρισκώμαστε ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι στὰ συνέδρια τῶν ἀρειανῶν καὶ ἀντιτριαδιτῶν; Τί ἀποκομίσαμε ἀπὸ αὐτὰ τὰ συνέδρια;
Καὶ αὐτοὶ τί ὠφελήθηκαν ἀπὸ μᾶς τοὺς ὀρθοδόξους καὶ πόσοι ἔγιναν ὀρθόδοξοι ἀπὸ αὐτούς;
Τὰ λόγια μας καὶ τὶς κουβέντες μας τὶς ξέρουνε πολὺ καλά. Μήπως πήγαμε ἐκεῖ μὲ παρουσία ἀσκητική; Ἢ παρευρεθήκαμε μὲ παρουσία μαρτυρική;
Πιστεύω ὄχι, γιατὶ οἱ σύνεδροι πηγαίνουν γιὰ ἐπίδειξη γνώσεων καὶ ἀναβάθμιση τῆς προσωπικότητάς τους στὸν κόσμο. Τὶ μεγάλο κακὸ κάνουμε!
Νὰ σπρώχνουμε τὶς ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες σὲ συνέδρια ἀντιχρίστων καὶ ἀντιθέων. Τὰ συνέδρια αὐτὰ νὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ τὰ ἀποκαλέσω τὴν πηγάδα τοῦ Μελιγαλᾶ, ὅπου ἔρριξαν οἱ τότε κρατοῦντες ζωντανοὺς καὶ πεθαμένους μέσα, χωρὶς καμμία ἐλπίδα σωτηρίας. Σ᾽ αὐτὴν τὴν πηγάδα τὴν ὀνομαστὴ καὶ χαρακτηριστικὴ θέλει νὰ μᾶς ρίξη ἐπίσημα καὶ ἡ Ἐκκλησία μας;
Ἐπιτέλους, ἔχουμε δικά μας ἀμπελοχώραφα νὰ καλλιεργήσουμε. Δὲν χρειάζονται ἐπεκτάσεις. Ἂς δοῦμε καὶ ἂς κλάψουμε τὴν κατάσταση τῆς Ἑλλαδίτσας σήμερα καὶ ἐκκλησιαστικὰ καὶ πολιτικά. «Γενοῦ ἵλεως, Κύριε.»
Τὸ πάπλωμά μας πιὰ δὲν φτάνει νὰ μᾶς σκεπάση. Τό ᾽φαγε ὁ σκόρος τῆς ἀθεΐας, τῆς ἀνωμαλίας καὶ τῆς ἀνηθικότητας, καὶ ὅλων αὐτῶν τῶν ζιζανίων ποὺ περιτρέχουν τὴν ἑλλαδικὴ ἐπικράτεια.
Διαβάστε τὶ θὰ διδάσκονται τὰ παιδιὰ στὰ σχολεῖα καὶ ἐπιτέλους ἐξεγερθῆτε καὶ ἀφῆστε τὰ παγκόσμια συμβούλια, στὰ ὁποῖα βασιλεύουν τὰ δαιμόνια ποὺ ἔφυγαν ἀπὸ τὰς ἐρήμους.
Πάψανε νὰ κάνουνε συνάξεις ἐκεῖ ποὺ δὲν ἐπισκοπεῖ ἄνθρωπος, γιατὶ βρήκανε πιὸ καλὰ καὶ πιὸ ἀποδοτικὰ τὸ συνέδριο τοῦ παγκοσμίου συμβουλίου τῶν λεγομένων ἐκκλησιῶν.
«Εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικὴν καὶ ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν» ὁμολογοῦμε στὸ σύμβολο τῆς πίστεως, ἀλλὰ δυστυχῶς οἱ κρατοῦντες ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ πιστεύουν καὶ σὲ ἄλλες «ἐκκλησίες», ποὺ ἔφτιαξαν ἄνθρωποι πονηροὶ καὶ γόητες. «Ἐλεῆμον, ἐλέησον ἡμᾶς.»
Πηγή: Θρησκευτικά