Πολλοί είναι εκείνοι που δυσκολεύονται να κατανοήσουν τους λόγους για τους οποίους η πλειονοψηφία του θεολογικού και εκκλησιαστικού κόσμου συνεχίζει να αντιδρά τόσο έντονα, τόσο επίμονα, τόσο αταλάντευτα και ανυποχώρητα εδώ και μια δεκαετία, στις επιχειρούμενες αλλαγές στο μάθημα των Θρησκευτικών. Αλλαγές, που αξίζει να αναφέρουμε, προώθησαν α) οι διάφοροι Υπουργοί Παιδείας που θήτευσαν κατά καιρούς στο Υπουργείο Παιδείας από την εποχή της κ. Άννας Διαμαντοπούλου και μέχρι σήμερα, β) ο μόνιμος πλέον(;), Γενικός Γραμματέας Θρησκευμάτων κ. Γεώργιος Καλαντζής, ένας μη Θεολόγος που κουμαντάρει μονίμως τα του μαθήματος των Θρησκευτικών(!) και γ) οι λιγοστοί και κατ΄ όνομα «προοδευτικοί» Καιρικοί Θεολόγοι που έχουν αλώσει το Υπουργείο Παιδείας και το ΙΕΠ.
Όσοι απορούν λοιπόν, με τη συνεχή και γενικευμένη αντίδραση που προξενούν οι αλλοπρόσαλλες αλλαγές στο μάθημα των Θρησκευτικών, υιοθετούν αφελώς -και γι΄ αυτό λανθασμένα- για την εξήγηση του παραπάνω φαινομένου αλλά και για την, όπως νομίζουν, καταπολέμηση και εξάλειψή του, τις παρακάτω εύκολες λύσεις:
1) της συκοφάντησης των αντιδράσεων διαμέσου της ετικετοποίησής τους ως συντηρητικές, οπισθοδρομικές, αναχρονιστικές, σκοταδιστικές κ.λπ.
2) του στιγματισμού των αντιδρώντων με τη μέθοδο είτε της υποτίμησης της προσωπικότητας και της επιστημονικής τους αξιοπιστίας είτε της εφεύρεσης και προβολής δήθεν προσωπικών ωφελιμιστικών – συμφεροντολογικών κινήτρων, που υποκρύπτονται πίσω από τις αντιδράσεις και τις αντιστάσεις αυτών των προσώπων.
Όμως, ο ακαταπόνητος δυναμισμός και η συνεχής και απίστευτη πρωτοτυπία των διαφόρων δράσεων που έχουν λάβει χώρα, όπως, για παράδειγμα, οι κινητοποιήσεις και οι πορείες, τα Συνέδρια και οι Ημερίδες, οι ακυρωτικές αποφάσεις του ΣτΕ, που αφορούν στα νέα μη ορθόδοξα Θρησκευτικά κ. ά., αρκούν από μόνες τους, ίσως, για να καταρρίψουν το μύθευμα του συντηρητισμού και του αναχρονισμού που θέλουν τους προσδώσουν οι συκοφάντες.
Όσον αφορά στα συμφεροντολογικά κίνητρα των αντιδρώντων, γνωρίζουν πολύ καλά οι διάφοροι συκοφάντες «ανευθυνοϋπεύθυνοι» της εξουσίας και οι γύρω τους αυλιζόμενοι, πως, αν όντως το κίνητρο όσων αντιδρούσαν ήταν η ιδιοτέλεια, αυτή θα είχε γίνει φανερή στα τόσα χρόνια που αγωνίζονται και θα λειτουργούσε καταλυτικά για την λήξη των αντιδράσεων. Αυτό άλλωστε θα μπορούσε να είχε επιτευχθεί γρήγορα και εύκολα, αν ο στόχος των αντιδρώντων ήταν η ιδιοτέλεια, διότι τους ιδιοτελείς θα μπορούσαν οι άνθρωποι της εξουσίας να τους «κλείσουν τα στόματα» κατά το κοινώς λεγόμενο, με το να ικανοποιήσουν τα όποια τυχόν ιδιοτελή αιτήματα υπήρχαν, αφού εκείνοι που κατέχουν την εξουσία διαθέτουν και την δύναμη που απορρέει από αυτήν και την οικονομική ευχέρεια. Όμως, επειδή ακριβώς δεν υπάρχουν ούτε κατ΄ ελάχιστον, προσωπικά - ωφελιμιστικά κίνητρα σε όσους αντιδρούν στα σχέδια της μετάλλαξης του μαθήματος των Θρησκευτικών, γι΄ αυτό ακριβώς τον λόγο και δεν κατέστη δυνατόν οι άνθρωποι της εξουσίας να δαμάσουν τους αγωνιστές και να τους κάνουν να υποστείλουν τις σημαίες του αγώνα τους για ένα ορθόδοξο χριστιανικό μάθημα των Θρησκευτικών.
Ο αγώνας συνεπώς όλων αυτών που παλεύουν για το μάθημα των Θρησκευτικών είναι «υπέρ των βωμών και των εστιών» της ορθόδοξης χριστιανικής αγωγής του μέλλοντος της Ελλάδας, της μαθητιώσας νεολαίας και οι σημαίες δεν υποστέλλονται όταν ο αγώνας είναι δίκαιος και τον ευλογεί ο Παντοδύναμος Θεός.
Θα συμπληρώναμε μάλιστα, ότι οι αγωνιστές για την επάνοδο της κανονικότητας δηλαδή για τη διδασκαλία των ορθόδοξων μαθητών με ένα ορθόδοξο μάθημα, όχι μόνο δεν αποκόμισαν κάτι υπέρ των ιδίων συμφερόντων, αλλά πολλά στερήθηκαν και ακόμη περισσότερα έχασαν, οικονομικά εξαντλήθηκαν, επαγγελματικά στοχοποιήθηκαν, προσωπικά κατασυκοφαντήθηκαν, σωματικά και πνευματικά καταταλαιπωρήθηκαν γνωρίζοντας ουκ ολίγες φορές την εκδικητική πλευρά της εξουσίας. Όμως, «είη το όνομα Κυρίου ευλογημένο», οι αγώνες έφεραν και κάποιο θετικό αποτέλεσμα, κάτι διασώθηκε, μια μικρή στροφή επιτεύχθηκε, αφού αφαιρέθηκαν πολυθρησκειακά στοιχεία από Θεματικές Ενότητες των Φακέλων και μετακινήθηκαν σε άλλες ξεχωριστές ενότητες, κυρίως των βιβλίων της Γ’ Γυμνασίου και Β’ Λυκείου για να δοθεί έτσι, η εντύπωση της ορθοδοξοποίησης των νέων βιβλίων του μαθήματος των Θρησκευτικών.
Ε, λοιπόν, τι άλλο θέλετε; θα αναρωτηθούν ίσως κάποιοι. Γιατί συνεχίζετε και διαμαρτύρεστε; Είναι πολύ λογικό να μας θυμίσουν επίσης, ότι σε μια διαπραγμάτευση ή σε έναν αγώνα και μάλιστα πολυμέτωπο, όπως είναι του μαθήματος των Θρησκευτικών, δεν είναι δυνατόν το αποτέλεσμα να είναι μια ολοκληρωτική νίκη ή όπως λέγεται στην αργκό διάλεκτο ένα αποτέλεσμα «πάρτα όλα». Ο αγώνας είναι καλός και θεμιτός, αλλά, θα μας πούνε ακόμη, μην τα θέλετε και όλα δικά σας. Αρκεστείτε σε ένα win-win αποτέλεσμα, όπως συνήθως αποκαλείται στο χώρο του management η θετική κατάληξη των διαπραγματεύσεων, κατά την οποία κερδίζουνε και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη. Θα αντιτείνουμε όμως, σε όλη αυτή την επιχειρηματολογία, ότι αυτά ακούγονται πολύ ωραία, αν ήταν και αληθινά θα ήταν πράγματι μια ιδανική και επιθυμητή εξέλιξη!
Τι είναι λοιπόν, εκείνο που δεν ικανοποιεί; Απλά, η έλλειψη κατανόησης ότι δεν πρόκειται για μια προσωπική αντιδικία ή διαπραγμάτευση δευτερεύουσας σημασίας, αλλά για ένα μείζονος σημασίας οντολογικό ζήτημα, που αφορά στην ουσία και στον προσανατολισμό της σχολικής θρησκευτικής παιδείας του τόπου μας και, κατ΄ επέκταση, στον γενικότερο προσανατολισμό του έθνους μας. Εδώ, λοιπόν, βρίσκεται το αδιαπραγμάτευτο σημείο, που δεν χωρούν εκπτώσεις. Ή θα σταθούμε στα πόδια μας αναφωνώντας το «Στώμεν καλώς» και θα κρατήσουμε την ελληνορθόδοξη παιδεία μας, τις παραδόσεις των πατέρων μας και τον πολιτισμό μας ή θα χάσουμε την πολιτισμική συνείδηση και ταυτότητα μας για να αλεστούμε ως άμορφος κιμάς στην χοάνη της παγκοσμιοποίησης και να καταντήσουμε ένας περιφερόμενος νεοεποχίτικος θίασος και άβουλα ενεργούμενα - πιόνια στην σκακιέρα των νεοταξικών σχεδιασμών προδίδοντας έτσι, την αποστολή της «μικρὰς ζύμης (που) ὅλο το φύραμα ζυμοῖ» (Προς Γαλάτας 5:9).Τόσο απλά!
Πηγή: (Από την εφημερίδα «Ορθόδοξος τύπος»), Ακτίνες