Η Κεραμέως δίνει τη χαριστική βολή στα δημόσια πανεπιστήμια! Χαράτσι 21 ετών αναδρομικά
Το μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό, εκτός από όσα πλήρωσε, καλείται να καταβάλει και επιπλέον 7% επί των εισοδημάτων του από το 1999!
Από τη Μαρία Παναγιώτου
Ακόμα μία κίνηση αποδυνάμωσης και διάλυσης των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων επιχειρεί η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, μέσω μιας παράνομης απόφασης με την οποία προσπαθεί να υφαρπάξει τις περιουσίες των πανεπιστημιακών καθηγητών και λεκτόρων, οι οποίοι έκαναν, όπως φαίνεται, το μέγα λάθος κατά την υπουργό να εργαστούν τα τελευταία χρόνια στα ανώτατα ιδρύματα της χώρας μας. Μια κίνηση που έλαβε χώρα μακριά από τα φώτα του δημόσιου διαλόγου έχει προκαλέσει απορία και οργή στην πανεπιστημιακή κοινότητα, και αναμένεται να ξεσηκώσει πλήθος αντιδράσεων το επόμενο διάστημα.
Η κυρία Κεραμέως, λοιπόν, προκειμένου να αποθαρρύνει μερικά από τα πιο λαμπρά μυαλά του τόπου μας από το να επενδύουν τον χρόνο και την εμπειρία τους στη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση και να τους ενθαρρύνει -ίσως- να στραφούν προς τα ιδιωτικά κολέγια, τα οποία είναι αποδεδειγμένα περισσότερο της προτίμησής της, αποφάσισε να ενεργοποιήσει με Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ), η οποία υπογράφεται και από το υπουργείο Οικονομικών, διάταξη προσδίδοντάς της παρανόμως αναδρομική ισχύ. Με την απόφαση αυτή, το μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό των πανεπιστημίων, εκτός από τη φορολογία που πλήρωσε τα τελευταία 20(!) χρόνια, καλείται τώρα να πληρώσει ένα επιπλέον 7% επί των ετήσιων καθαρών εισοδημάτων που είχε από όλες τις επαγγελματικές του δραστηριότητες, μαζί με όλους τους τόκους και τις προσαυξήσεις που αντιστοιχούν σε αυτό το διάστημα φυσικά.
Στην ΚΥΑ ορίζεται, συγκεκριμένα, πως υποχρέωση γι’ αυτή την όχι απλά παράλογη, αλλά παράνομη καταβολή έχουν «οι καθηγητές και υπηρετούντες λέκτορες πλήρους απασχόλησης των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΕΙ), οι οποίοι ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα κατά την περ. Θ’ της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν.4009/2011» και «υποχρεούνται να αποδίδουν ετησίως προς τον Ειδικό Λογαριασμό Κονδυλίων Ερευνας (ΕΛΚΕ) του οικείου ΑΕΙ ποσοστό ύψους 7%, και μάλιστα επί των ετήσιων καθαρών εισοδημάτων τους που προέρχονται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας ατομικώς ή μέσω εταιρίας». Την υποχρέωση αυτή, όμως, την έχουν όχι από δω και πέρα ή, έστω, μέχρι πέντε χρόνια πίσω, όπως είναι το εύλογο και αναλογικό διάστημα, μετά το πέρας του οποίου οι φορολογικές οφειλές και τα λοιπά δημόσια βάρη παραγράφονται, αλλά από σήμερα και μέχρι το 1999!
Οπότε καταλαβαίνει κανείς πως μιλάμε για συνολικά ποσά, που μοιάζουν σε κάθε εποχή εξωφρενικά. Πολλώ δε μάλλον αυτή την περίοδο, που, εξαιτίας της πανδημίας, πολλοί επιστήμονες έχουν παύσει μερικώς ή ολικώς τη δραστηριότητά τους.
Μάλιστα, υπόχρεοι για όλα τα παραπάνω είναι και οι καθηγητές ή υπηρετούντες λέκτορες των ΑΕΙ που έχoυν αφυπηρετήσει ή η σχέση τους με το πανεπιστήμιο έχει λυθεί με οποιονδήποτε τρόπο. Παράλληλα, η ΚΥΑ δίνει τη δυνατότητα υποβολής απόψεων, για το έτος 2019 και μετά, η οποία όμως, όπως σαφώς ορίζεται, δεν συνιστά ένσταση. Και, καθώς είναι πιθανόν να μιλάμε ακόμη και για μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ ανά καθηγητή, μοιάζει τουλάχιστον ειρωνική η διευκρίνιση που περιλαμβάνεται στην κανονιστική, πως υπάρχει η δυνατότητα εφάπαξ εξόφλησης του ποσού ή ρύθμισης, που δεν μπορεί όμως να υπερβαίνει τις 12 δόσεις.
Η ΚΥΑ, η οποία δημοσιεύτηκε στις 5 Δεκεμβρίου 2020 στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζει συγκεκριμένα τις οφειλές ανά δραστηριότητα για όλες τις χρονολογικές περιόδους. Για το διάστημα, για παράδειγμα, από 1/1/1999 έως 31/12/2017 διευκρινίζει πως οι οφειλές που δεν έχουν εξοφληθεί αφορούν εισοδήματα «που προέρχονται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας ατομικώς».
Ενώ οι οφειλές που έχουν γεννηθεί τα έτη 2016 και 2017 «υπολογίζονται σε ποσοστό 7% επί του ετήσιου εισοδήματος που προέρχεται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσω εταιρίας (μερίσματα, διανομή κερδών, κ.λπ.)». Ως επιχειρηματική δραστηριότητα, δε, προσδιορίζεται, σύμφωνα με την περ. Θ’ της παρ. 2 του άρθρου 23 του ν. 4009/2011, που προαναφέραμε, η ατομική επιχείρηση για την οποία είναι απαραίτητη η τήρηση βιβλίων, όπως αυτή δηλαδή που διατηρούν όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες (π.χ., γιατροί, δικηγόροι, πολιτικοί μηχανικοί). Επιχειρηματική δραστηριότητα θεωρούνται ακόμη οι σχετικές με το γνωστικό του αντικείμενο υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει ένας επιστήμονας σε εταιρίες παροχής ιατρικών υπηρεσιών, για παράδειγμα, δικηγορικές εταιρίες, εταιρίες μελετών και τεχνικών έργων κ.λπ.
Αυτό, επίσης, πρακτικά σημαίνει πως όσοι καθηγητές και λέκτορες υπήρξαν φορολογικά έντιμοι προς το κράτος, δήλωσαν τα εισοδήματά τους και φορολογήθηκαν γι’ αυτά, δηλαδή πιθανότατα εκείνοι που δεν έχουν και τόσο… λαμπερές μαρκίζες, θα πληρώσουν τελικά μεγαλύτερο χαράτσι για όλα αυτά τα 20 χρόνια σε σχέση με κάποιους που μπορεί να απέκρυπταν εισοδήματα. Όμως, δεν είναι μόνο αυτό το πρόβλημα…
Παραβιάζει κάθε έννοια κράτους δικαίου η ΚΥΑ
Πρώτα απ’ όλα, η ΚΥΑ καθορίζει μια διαδικασία για την είσπραξη απαιτήσεων από το έτος 1999 με βάση έναν νόμο του 2011, δηλαδή νόμο μεταγενέστερο. Είναι πρωτοφανές να βρίσκεται κάποιος να χρωστά λεφτά προηγούμενων δεκαετιών, επειδή το κράτος αποφάσισε να νομοθετήσει κάτι τέτοιο σήμερα. Στις σχετικές μάλιστα διατάξεις του ν. 4009/2011 δεν αναφέρεται το έτος 1999, αλλά γίνεται λόγος γενικά για οφειλές οι οποίες γεννήθηκαν έως τις 31/12/2017, προφανώς όμως με χρονικό σημείο εκκίνησης την ημέρα ψήφισής του.
Είναι βέβαια πιθανό οι εμπνευστές της κανονιστικής να θεώρησαν πως μπορούν να νομιμοποιήσουν μια τέτοια ενέργεια, επειδή σε μια σειρά διατάξεων σε νόμους που ακολούθησαν, όπως ο ν. 4415/2016, υπάρχει για πρώτη φορά πρόβλεψη εικοσαετούς παραγραφής. Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, η πρόβλεψη δεν μπορεί να έχει αναδρομική ισχύ. Εκτός αυτού, η εικοσαετής παραγραφή, έτσι κι αλλιώς, προσκρούει στους συνταγματικούς κανόνες που περιορίζουν τον νομοθέτη στη ρύθμιση αυτών των ζητημάτων προκειμένου η σχετική χρονική διάρκεια να είναι εύλογη, αλλά και σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας. Ας μην ξεχνάμε πως η προβλεπόμενη παραγραφή για φόρους και λοιπά δημόσια βάρη ήταν ακόμη και για το 1999 πενταετής και παραμένει πενταετής.
Αλλά, ακόμη κι αν έλεγε κανείς πως κάτι τέτοιο μπορεί να ισχύσει, και πάλι όλα τα χρόνια δεν προκύπτουν. Από το 1999, που ορίζεται στην ΚΥΑ ως το έτος όπου αρχίζει να μετρά η… ταρίφα, μέχρι τον περασμένο Δεκέμβριο, οπότε ενημερώθηκαν οι υπόχρεοι για τις οφειλές τους, έχουν περάσει πάνω από 20 χρόνια. Η λίστα των υπόχρεων είναι φυσικά μακρά, καθώς μιλάμε για χιλιάδες επιστήμονες που διδάσκουν στα ελληνικά πανεπιστήμια. Για παράδειγμα, 516 από την Ιατρική Σχολή ΕΚΠΑ, 331 από την Ιατρική Σχολή του ΑΠΘ, 95 από τη Νομική Σχολή ΕΚΠΑ, 90 από το Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, 60 από τη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών & Μηχανικών Υπολογιστών του ΕΜΠ, 72 από τη Σχολή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών & Φυσικών Επιστημών του ΕΜΠ και πάει λέγοντας. Είναι κι αυτός ένας τρόπος να παρακαμφθεί από την κυρία Κεραμέως το Σύνταγμα, που ορίζει πως η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Θα συνεχίσουν να υπάρχουν τα ιδρύματα αυτά, αλλά δεν θα υπάρχει κανείς να διδάξει σε αυτά.
(Πηγή: dimokratianews.gr)
Αντιδράσεις για το αναδρομικό χαράτσι-σοκ στους καθηγητές πανεπιστημίου
Θύελλα σε ΑΕΙ, ΤΕΙ για το φορο-αμόκ!
Aναβρασμός επικρατεί στην πανεπιστημιακή κοινότητα μετά και τη δημοσιοποίηση από την «κυριακάτικη δημοκρατία» του εξωφρενικού και ταυτόχρονα παράνομου χαρατσιού που αποφάσισε να επιβάλει η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως στους μόνιμους καθηγητές και λέκτορες για τα τελευταία 21 χρόνια (!), προκειμένου, όπως φαίνεται, να αποθαρρύνει τους επιστήμονες να δραστηριοποιούνται επαγγελματικά στα δημόσια ανώτατα ιδρύματα της χώρας.
Η ομπρέλα, μάλιστα, ανοίγει ακόμη περισσότερο, καθώς, συνεχίζοντας το ρεπορτάζ, η «δημοκρατία» αποκαλύπτει σήμερα πως από το «τρελό» χαράτσι δεν γλιτώνουν ούτε οι καθηγητές των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΤΕΙ), τα οποία καταργήθηκαν και απορροφήθηκαν από τα πανεπιστημιακά ιδρύματα με σχετικούς νόμους το 2018 και το 2019. Φυσικά, όπως και στην περίπτωση των καθηγητών ΑΕΙ, το χαράτσι αφορά και τους καθηγητές που έχουν αφυπηρετήσει ή η σχέση τους με το πανεπιστήμιο ή τα πρώην ΤΕΙ έχει λυθεί με οποιονδήποτε τρόπο.
Για να υπενθυμίσουμε την υπόθεση, πρέπει να αναφέρουμε ότι η κυρία Κεραμέως αποφάσισε τον περασμένο Δεκέμβριο να ενεργοποιήσει με Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ), η οποία υπογράφεται και από το υπουργείο Οικονομικών, μια διάταξη, προσδίδοντάς της -παρανόμως- αναδρομική ισχύ. Με την απόφαση αυτή το μόνιμο, εκπαιδευτικό προσωπικό των πανεπιστημίων, εκτός από τη φορολογία που πλήρωσε τα τελευταία 21 (!) χρόνια, καλείται τώρα να πληρώσει και ένα επιπλέον 7% επί των ετήσιων καθαρών εισοδημάτων που είχε από όλες τις επαγγελματικές του δραστηριότητες, μαζί με όλους τους τόκους και τις προσαυξήσεις που αντιστοιχούν σε αυτό το διάστημα, φυσικά.
Είναι, βέβαια, πρωτοφανές να βρεθεί κάποιος να χρωστάει λεφτά για όλα αυτά τα χρόνια, όταν η προβλεπόμενη παραγραφή για φόρους και λοιπά δημόσια βάρη ήταν και παραμένει πενταετής και για το έτος 1999 και για όλα τα επόμενα χρόνια. Οποιαδήποτε καταστρατήγηση αυτού του ορίου αντιβαίνει τις συνταγματικές αρχές του κράτους δικαίου, της ασφάλειας δικαίου και της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου.
Οι υπόχρεοι καθηγητές είναι φυσικά χιλιάδες, ενώ τα ποσά σε πολλές περιπτώσεις φτάνουν ακόμη και τα εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ. Μιλάμε, δηλαδή, για μία από τις μεγαλύτερες υφαρπαγές περιουσιών της μεσαίας τάξης που έχει σημειωθεί στην ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κράτους.
Σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, ακόμη και ολάκερη την περιουσία τους να δώσουν κάποιοι εκπαιδευτικοί, ίσως να μην καταφέρουν να ξεπληρώσουν το συγκεκριμένο δημόσιο βάρος. Επομένως, η διευκρίνιση που περιλαμβάνεται στην απόφαση πως υπάρχει η δυνατότητα εφάπαξ εξόφλησης του ποσού ή ρύθμισης, που δεν μπορεί όμως να υπερβαίνει τις 12 δόσεις, μοιάζει τουλάχιστον ειρωνική. Σύμφωνα με τις νέες πληροφορίες που ήρθαν στη γνώση της «δημοκρατίας», η Πανελλήνια Ένωση Συνταξιούχων Καθηγητών ΤΕΙ έστειλε στις 12 Ιανουαρίου επιστολή και στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά δυστυχώς δεν έχει λάβει μέχρι σήμερα απάντηση.
«Επιβάλλεται χρέωση για το έτος 1999… τάχα μη “εισπραχθέντων εσόδων” σε καθηγητές πρώην ΤΕΙ και πανεπιστημίων… συνταξιούχων και εν ενεργεία. Σε νόμιμα εισοδήματα δηλωμένα και φορολογημένα το έτος 1999 (!) και για τα επόμενα χρόνια μέχρι σήμερα. Πόσο πιο κάτω θα πάμε; Φαίνεται απολύτως αδικαιολόγητο πως το θυμήθηκαν ύστερα από 21 χρόνια και τώρα επιχειρούν να το επιβάλουν επειγόντως, φυσικά χωρίς φορολογικά στοιχεία και μόνο με την ατομική δήλωση του 1999» αναφέρουν χαρακτηριστικά οι συνταξιούχοι καθηγητές των ΤΕΙ στην επιστολή προς τον πρωθυπουργό, σχολιάζοντας την ΚΥΑ.
Και συνεχίζουν: «Κύριε πρωθυπουργέ, παρακαλούμε να επέμβετε επειγόντως για να προλάβετε μια πρωτοφανή αδικία σε βάρος νομοταγών Ελλήνων φορολογούμενων πολιτών. Δυστυχώς, τα γεγονότα και οι αυθαιρεσίες της διοίκησης μας οδηγούν, για ακόμη μία φορά, σε χρονοβόρα δικαστική διεκδίκηση για να βρούμε το δίκιο μας στα δικαστήρια».
Μάλιστα, οι συνταξιούχοι καθηγητές των ΤΕΙ σε σχετικό μπλογκ που διαθέτουν (http://syntaxtei.blogspot.com/) έχουν αναρτήσει και μία φόρμα για την υποβολή ενστάσεων, την οποία καλούν τους συναδέλφους τους να συμπληρώσουν για να μπορέσουν να σταματήσουν την επιβολή του παράλογου χαρατσιού. Στην αίτηση αυτή τονίζουν, φυσικά, πως η αναδρομικότητα της κανονιστικής πράξης είναι παράνομη, καθώς «σύμφωνα με τις σχετικές αποφάσεις του ΣτΕ, δεν επιβάλλεται καμία διεκδίκηση του Δημοσίου ή φορέων του ύστερα από πάροδο πέντε ετών για δηλωμένα εισοδήματα που δεν ελέγχθηκαν».
«Όποιος χρωστάει πρέπει να πληρώνει. Όμως αυτό δεν μπορεί να συμβεί έξω από τους νόμους του κράτους» θα πει στη «δημοκρατία» ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Συνταξιούχων Εκπαιδευτικών ΤΕΙ Κωνσταντίνος Κουλούρης.
Φορολογούν ως επιχειρηματική δραστηριότητα τα ωρομίσθια!
Όπως ανέφερε και η «κυριακάτικη δημοκρατία», η κανονιστική πράξη, η οποία δημοσιεύτηκε στις 5 Δεκεμβρίου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, προσδιορίζει ως ατομική επιχείρηση κάθε επιχείρηση για την οποία είναι απαραίτητη η τήρηση βιβλίων, όπως αυτή δηλαδή που ασκεί κάθε ελεύθερος επαγγελματίας, για παράδειγμα οι γιατροί, οι δικηγόροι ή οι πολιτικοί μηχανικοί.
Αλλά ακόμη και οι σχετικές με το γνωστικό του αντικείμενο υπηρεσίες που μπορεί να προσφέρει ένας επιστήμονας, όπως είναι οι εταιρίες παροχής ιατρικών υπηρεσιών, οι δικηγορικές εταιρίες και οι εταιρίες μελετών και τεχνικών έργων.
Το πιο τρελό, όμως, είναι πως σε αρκετές περιπτώσεις, όπως σε αυτή πολλών εκπαιδευτικών των ΤΕΙ, το εισόδημα που φαίνεται ότι έχει δηλωθεί ως επιχειρηματική δραστηριότητα δεν είναι τίποτα άλλο παρά τα ωρομίσθια που έπαιρναν από το ίδιο το εκπαιδευτικό ίδρυμα και τα οποία δηλώνονταν ως επιχειρηματική δραστηριότητα, καθ’ υπόδειξη της Εφορίας, γιατί δεν υπήρχε κωδικός για να δηλωθούν διαφορετικά. Η ΚΥΑ ορίζει, βεβαίως, πως από την απόδοση του 7% εξαιρούνται κατηγορίες εισοδημάτων, όπως οι εκπαιδευτικές υπηρεσίες σε δημόσια ιδρύματα.
Τώρα, όμως, τα χρήματα αυτά, για τα οποία φυσικά έχουν φορολογηθεί οι υπόχρεοι, φαίνονται ως επιχειρηματική δραστηριότητα και οι εκπαιδευτικοί είναι περίπου αδύνατον να αποδείξουν το αντίθετο, καθώς τα στοιχεία έχουν καταστραφεί, εφόσον έχει παρέλθει η πενταετία (!) Προφανώς, τα σχετικά στοιχεία δεν υπάρχουν πλέον ούτε στα εκπαιδευτικά ιδρύματα.
Παραλογισμός σε όλο του το μεγαλείο! Ύστερα από όλα αυτά, ένα είναι βέβαιο: Καλύτερο τρόπο για να αποδυναμωθεί η ανώτατη δημόσια εκπαίδευση από το να μην τολμάει κανένας επιστήμονας να δραστηριοποιηθεί σε αυτήν δεν θα μπορούσε να βρει η κυρία Κεραμέως!
(Πηγή: dimokratianews.gr)