«Γεννήθηκα τὸ 1887 στὸν Πειραιά, οἱ γονεῖς μου κατάγονταν ἀπὸ τὴ Χίο. Ἡ μητέρα τοῦ ἀείμνηστου Πορφύρα καὶ ἡ δικιά μου ἦταν ἀδελφάδες, τὸ γένος Συριώτη. Τὶς ἐγκύκλιες σπουδὲς τὶς πέρασα στὸν Πειραιά. Κι ὅποιος ξέρεις τί σημασία ἔχει γιὰ τὸν νέο ἡ παρουσία στὴν κριτικὴ τούτη ἡλικία ἑνὸς προσώπου, σὰν τὸν λαμπρὸν ἐκεῖνο παιδαγωγό, ποὺ θύμιζε ἀρχαῖον Ἕλληνα, τὸν ἀείμνηστο Ἰάκωβο Δραγάτση, νιώθει γιατί οἱ μαθητὲς του φυλάγουν σ’ ὅλη τους τὴ ζωή, μέσα στὴν... καρδιά τους, τὴ μνήμη τῆς μορφῆς του». (Δ. Πικιώνη «Κείμενα», ἐκδ. «Μορφωτικὸ ἵδρυμα Ἐθνικῆς Τράπεζας», σελ. 23). Ξεκίνησα νὰ διαβάζω κάποια αὐτοβιογραφικὰ σημειώματα τοῦ Π. Πικιώνη, τοῦ μεγάλου Ἕλληνα. Κοντοστάθηκα, «φιλοσόφησα» λίγο τὴν τελευταία πρόταση τοῦ προοιμίου του. Κράτησε στὰ φυλλοκάρδια του, ὁλοζωῆς, τὴν μνήμη τῆς μορφῆς τοῦ δασκάλου του. Μεγάλη κουβέντα. Πόσες φορὲς σὲ βιογραφίες σπουδαίων, «πάνυ ἀκριβῶν» ἀνθρώπων, δὲν διαβάζουμε παρόμοιες φράσεις. «Εὐτύχησε νὰ μαθητεύσει κοντὰ στὸν...». «Ὁ μεγάλος Δάσκαλος τοῦ Γένους... τὸν ἐνέπνευσε τὴν ἀγάπη γιὰ τὰ γράμματα». Ὅσο κρατοῦσε ἡ Παιδεία σ’ αὐτὸν τὸν τόπο, σχολεῖο καὶ παίδευση σήμαινε δάσκαλος. Τὰ πάντα δορυφοροῦσαν τὸν δάσκαλο. «Καλῶν τῶν διδασκάλων καλοὶ καὶ οἱ μαθηταί», ἀπροσπέλαστος ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θεολόγου. Χαρακτηριστικὸ τὸ ἀκόλουθο παράδειγμα, ποὺ δείχνει τὸ πόσο σημαντικὸ καὶ οὐσιαστικὸ θεωροῦσαν οἱ Ρωμηοὶ (Βυζαντινοὶ) πρόγονοί μας τὸ ἀξίωμα τοῦ δασκάλου.
Στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Θεόφιλου (829-842 μ.Χ.) διδάσκει στὴν Κωνσταντινούπολη ὁ περίφημος Λέων ὁ μαθηματικὸς ἢ φιλόσοφος. Ἡ φήμη τοῦ Λέοντος εἶχε ἐξαπλωθεῖ «ἐπὶ πτερύγων ἀνέμων», εἶχε φτάσει ὡς τὸ χαλιφάτο τῆς Βαγδάτης. Ὁ χαλίφης Μαμοῦν τὸν ζήτησε ἐπίσημα ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Λέοντα, ἔστω καὶ ὡς μετακλητό, προσφέροντας ἕνα τεράστιο ποσό. Ὁ Θεόφιλος ἀποβλέποντας στὸ γόητρο τῆς αὐτοκρατορίας, ἀλλὰ καὶ ἐκτιμώντας τὴν ἀξία τοῦ δασκάλου, ἀρνήθηκε. Ἀξίζει νὰ παραθέσουμε ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸν ἐπιστολικὸ διάλογο τῶν δύο ἡγετῶν, ὅπως τὸν διέσωσε ὁ «Συνεχιστὴς Θεοφάνους». Γράφει ὁ χαλίφης: «Ἀξιῶ τὸ ὂν ἔχεις ἐπὶ φιλοσοφία καὶ ταῖς ἄλλαις ἐπιστήμαις περιβόητον ἄνδρα βραχὺν τινὰ χρόνον ἑξαποστεῖλαι...». Ἀπαντᾶ ὁ Θεόφιλος: «...ἄλογον τὸ οἰκεῖον δοῦναι ἐτέροις καλὸν καὶ τὴν τῶν ὄντων γνῶσιν ἔκδοτον ποιῆσαι τοῖς ἔθνεσι, δὶ’ ἢς τὸ τῶν Ρωμαίων γένος θαυμάζεται τὲ καὶ τιμᾶται παρὰ πάσι». Μὲ λίγα λόγια, εἶναι ἀνοησία νὰ ξεπουλήσεις στὰ ἔθνη, αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο θαυμάζεται τὸ γένος σου, δηλαδή, ὁ ἔξοχος διάκονος τῆς ὄντως Παιδείας. (Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Γ. Τσαμπὴ «Ἡ Παιδεία στὸ Βυζάντιο», ἐκδ. Γρηγόρη, σελ. 54). Τὸ παραπάνω, νομίζω, ἐξηγεῖ καὶ τὸ χιλιόχρονον τῆς ἐνδόξου αὐτοκρατορίας μας. «Κάλλιο γνώση, παρὰ γρόσι», ὅπως ἔλεγαν καὶ οἱ ἐν αἰχμαλωσία πρόγονοί μας. Καὶ εἶναι γεγονὸς ἀναντίρρητο πὼς φτάσαμε στὴν ἁγιασμένη Ἐπανάσταση γιατί «ἡ ψυχὴ τοῦ Γένους ἀγρυπνοῦσε. Φτωχοὶ παπάδες καὶ δάσκαλοι, ποὺ ἐτρέφοντο μὲ λίγο ψωμί, εἶχαν τὸ σθένος εἰς τὸ βάθος τῆς ψυχῆς των, σθένος ποιητῶν. Καταλάβαιναν τὴν εὐθύνην ποὺ τοὺς ἐβάρυνε νὰ συνεχίσουν τὴν ἑλληνικὴν παράδοσιν. Διηγοῦντο εἰς τὰ Ἑλληνόπουλα ποιὰ ἦταν ἄλλοτε ἡ πατρίδα τους καὶ τοὺς ἐδίδασκαν δύο ὀνόματα: Ἑλλὰς καὶ ἐλευθερία». (Τοῦ ἀκαδημαϊκοῦ Σ. Μενάρδου, ποὺ περιέχεται στὸ βιβλίο τοῦ ἀρχιμ. Ἰω. Ἀλεξίου, «Ἡ Παιδεία στὴν Τουρκοκρατία», σελ. 181).
Ὁ ὀξυδερκὴς καὶ διορατικὸς Ἰωάννης Καποδίστριας εἶχε συλλάβει ἐναργέστατα τὴν σημασία τῆς ἀποστολῆς τοῦ δασκάλου, ἀλλὰ καὶ τὶς ὀλέθριες συνέπειες τῆς ἀποκοπῆς τοῦ λειτουργήματος ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ παράδοση. Γράφει σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Μισαὴλ Ἀποστολίδη, λίγο πρὶν ἀναλάβει τὴν μαρτυρικὴ διακυβέρνηση τῆς νεκραστημένης πατρίδας: «...ἂν ἡ παροῦσα γενεὰ δὲν ἐνδυναμωθεῖ ἀπὸ ἀνθρώπους μορφωμένους ἐν καλὴ διδασκαλία καὶ μάλιστα πρὸς τὸν κανόνα τῆς ἁγίας ἠμῶν πίστεως καὶ τῶν ἠθῶν μας, θὰ εἶναι δυσοίωνο τὸ μέλλον τῆς Ἑλλάδας καὶ ἡ διακυβέρνησίς της ἀδύνατη». (Ἰω. Τσάγκα, «Ἡ Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ Ἀγωγὴ στὸ ἐκπαιδευτικὸ ἔργο τοῦ Ἰω. Καποδίστρια», ἐκδ. «Κυριακίδη», σελ. 151).
Εἶναι γεγονὸς ὅτι αὐτὸς ὁ τύπος τοῦ δασκάλου, ποὺ ἔβλεπε τὸν ἑαυτὸ του θεματοφύλακα τῆς παράδοσης καὶ μετέδιδε τὴν φλόγα τῆς ψυχῆς του -ἴσως μὲ πολλὴ ρητορικὴ- ἀλλὰ μὲ ἐντιμότητα καὶ εὐθύνη, ἐπιβίωσε ὡς τὰ χρόνια περίπου τῆς μεταπολίτευσης. Μέχρι τότε ὁ δάσκαλος δίδασκε καὶ μιλοῦσε γιὰ πίστη, γλώσσα καὶ πατρίδα, βουτοῦσε στὸ κελάρι τοῦ πατρογονικοῦ μας σπιτιοῦ καὶ μόρφωνε γενιὲς Ἑλλήνων μὲ τὰ «καλούδια», τὰ τιμαλφῆ τοῦ Γένους. Αὐτὸν ὅμως τὸν λόγιο δάσκαλο τὸν εἰρωνεύτηκε, τὸν πολέμησε καὶ τὸν κλόνισε στὴν ψυχὴ τοῦ ἔθνους ἡ λεγόμενη προοδευτικὴ διανόηση ποὺ ἢ μᾶς ἦρθε ἀπὸ τὰ «φωτισμένα ἔθνη τῆς Ἑσπερίας» ἢ ξεπήδησε ἀπὸ τὰ ἀποκαΐδια τοῦ Πολυτεχνείου. (Ἡ γενιὰ τοῦ Πολυτεχνείου).
Περιφρονώντας πλήρως τὴν παράδοση τοῦ τόπου μας, τὴν ὁποία ταύτισαν μὲ τὰ «ἑλληνοχριστιανικὰ» ἰδεολογήματα τῆς δικτατορίας, ἄγευστοι τοῦ μεγαλείου της καὶ ἀνίκανοι νὰ ἀντιληφθοῦν τὴν στρέβλωση ποὺ προηγήθηκε, ἐπέπεσαν, ὡς ὄρνεα, καὶ τὴν κατασυκοφάντησαν. Φρόντισαν βεβαίως νὰ ἀναρριχηθοῦν σὲ ἀκαδημαϊκὲς ἕδρες, γιὰ νὰ ροκανίζουν τὰ προγράμματα τῆς ΕΟΚ, ἀνεμίζοντας τὸ ἀκαταγώνιστο διαπιστευτήριο τοῦ δῆθεν προοδευτισμοῦ τους: παράδοση, πίστη, πατρίδα, γλώσσα-στὴν ἀρτιμελῆ μορφή της, τὸ λεγόμενο πολυτονικὸ-ἴσον συντήρηση, σκοταδισμός, χουντικὰ κατάλοιπα, τὸ ὅλον καρυκευμένο μὲ τὴν εὔηχη, τὴν «εὐγενῆ τύφλωσιν», ποὺ βαφτίστηκε ἐκπαιδευτικὴ μεταρρύθμιση. Ἀποτέλεσμα στὶς σχολές, ποὺ φοιτοῦν οἱ αὐριανοὶ δάσκαλοι καὶ καθηγητές, νὰ κυριαρχεῖ ὅλος αὐτὸς ὁ ἐθνομηδενιστικὸς ἑσμός, πράγμα ποὺ ἴσως δὲν ἔχουμε ἀντιληφθεῖ ἀκόμη τὶς καταστρεπτικές του συνέπειες. Οἱ δάσκαλοι ποὺ ἀποφοιτοῦν τὰ τελευταία χρόνια ἀπὸ τὰ παιδαγωγικὰ τμήματα, ὄχι μόνο δὲν «μορφώθηκαν ἐν καλὴ διδασκαλία καὶ μάλιστα πρὸς τὸν κανόνα τῆς ἁγίας ἠμῶν πίστεως καὶ τῶν ἠθῶν μας», ἀλλὰ αὐτὸ τὸ ἦθος καὶ αὐτὸν τὸν «χρυσὸ» κανόνα, φρόντισαν καὶ φροντίζουν οἱ Γραικύλοι τῆς σήμερον καθηγητές τους νὰ δυσφημίζουν. Πολὺ ἁπλὰ τὰ νέα αὐτὰ παιδιὰ-πλὴν τῶν ἐλαχίστων ποὺ ταράζει τὰ σπλάχνα τοὺς ὁ πόνος τῆς πατρίδας-ἔχασαν τὴν ἰθαγένειά τους, υἱοθετοῦν ἀβασάνιστα καὶ ἐπικροτοῦν ὅλες τὶς νεοταξικὲς μαγαρισιές, γιατί εἶναι μπουκωμένα ἀπό, ὅπως προεῖπα, ἐθνομηδενισμό. Τοὺς μιλᾶς γιὰ πίστη καὶ πατρίδα, γιὰ τὸ χρέος τοῦ δασκάλου νὰ μεταλαμπαδεύσει στὰ παιδιὰ τὶς ἀλήθειες ποὺ συγκλόνισαν τοὺς Πατέρες καὶ τοὺς Μάρτυρες, τοῦ ἀγωνιστὲς καὶ τοὺς ἥρωες, ποὺ διέσωσαν τὸ Γένος καὶ σοὺ προσάπτουν γραφικότητα, ἐθνικισμό, τὰ χαρακτηρίζουν, φροῦτο τῆς ἀριστεροσύνης αὐτό, «στερεότυπα». Ἔχει εἰπωθεῖ πολὺ εὔστοχα ὅτι ἡ ἔνταξη τῶν νέων στὸ παρεθλὸν συνιστᾶ τὴν οὐσιωδέστερη λειτουργία τῆς ἐκπαίδευσης καὶ ἴσως εἴμαστε, ὅσοι δάσκαλοι προλάβαμε τὶς Παιδαγωγικὲς Ἀκαδημίες, ἡ τελευταία γενιὰ ποὺ ἐπιτελεῖ αὐτὴν τὴν λειτουργία, ποὺ ἀντιστέκεται στὴν ἐπέλαση τοῦ μηδενισμοῦ καὶ τῆς ἀσημαντοκρατίας.
Ἄρα, «γιὰ νὰ σωθεῖ ἡ Ἑλλάδα στοὺς καιροὺς τοὺς ὕστατους», ὀφείλουμε νὰ μορφώσουμε ἕναν νέο τύπο ἐθνικοῦ δασκάλου, «διακεκριμένου ἐπὶ φιλοθρησκεία καὶ ἔρωτι πρὸς τὴν ἐθνικὴν γλώσσαν καὶ φιλολογίαν» γιὰ νὰ θυμηθοῦμε καὶ πάλι τὸν Κυβερνήτη. Οἱ ἐπίβουλοι τῆς πατρίδας, ἔχοντας ἄφθονο χρῆμα καὶ μέσα, ὀργανώνουν πλῆθος σεμιναρίων γιὰ ἐκπαιδευτικοὺς στὰ ὁποῖα ξερνοῦν τὰ δηλητήριά τους.
Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο μποροῦμε, ἐξασφαλίζοντας χώρους καὶ χρηματοδότηση ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ ἀγωνιοῦν γιὰ τὴν πατρίδα μας ἢ μὲ τὴν συμβολὴ τῶν γνωστῶν, γιὰ τὸ ἀδούλωτο ἦθος, Μητροπολιτῶν μας, νὰ συσταθοῦν φροντιστήρια γιὰ νέους δασκάλους. Σὲ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα, σὲ 5-6 μεγάλες πόλεις τῆς Ἑλλάδας, νὰ συγκεντρώνονται νέοι ἐκπαιδευτικοὶ -μὲ τὰ ἔξοδα πληρωμένα- ὅπου οἱ παλιοί μας οἱ δάσκαλοι (Γανωτής, Καργάκος, Ζουράρις, παπα-Γιώργης, Μεταλληνός, παπα-Θόδωρος Ζήσης, π.Σαράντος καὶ ὅσοι πνευματικοί, πανεπιστημιακοί, συγγραφεῖς παλεύουν γιὰ ψυχὴ καὶ Χριστὸ -καὶ ὑπάρχουν ἀρκετοὶ- οἱ ὁποῖοι θὰ βγάλουν τὰ σκουπίδια ἀπὸ τὶς ψυχὲς τῶν νέων δασκάλων, θὰ ξεριζώσουν τὰ φαρμακερὰ βρωμοχόρταρα τῆς ἐκκλησιομαχίας καὶ ἀφιλοπατρίας ποὺ τοὺς ἔσπειραν στὶς σχολές τους καὶ θὰ τοὺς μεταγγίζουν τὰ πνευματικὰ ἀντισώματα τοῦ Γένους. Ἔτσι, θὰ περισωθεῖ μία γενιὰ δασκάλων ποὺ «ὅταν τοὺς πειράζουν πατρίδαν καὶ θρησκεία, θὰ μιλοῦν, θὰ ἐνεργοῦν καὶ ὅ,τι θέλουν ἂς τοὺς κάμουν» κατὰ τὸν ἀείχλωρο λόγο τοῦ Μακρυγιάννη.