ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΟΥ
ΔΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ
Τοῦ κ. Δημητρίου Ἠ. Βογιατζῆ, Θεολόγου Καθηγητοῦ τοῦ 3ου ΓΕΛ Ὑμηττοῦ
(1ον)
Τόν τελευταῖο καιρό καί μέ ἀφορμή τίς προτάσεις γιά τό, κατʼ εὐφημισμόν, λεγόμενο «Νέο Λύκειο», ἀνακινήθηκε καί πάλι τό θέμα τῆς ὑποχρεωτικότητας τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, καθώς καί τό θέμα τῶν ἀπαλλαγῶν.
Συγκεκριμένα ἀπό κάποιους κύκλους ὑποστηρίζεται, πρός στήριξη τῶν σχεδίων Δραγώνα, ὅτι τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν εἶναι προαιρετικό γιατί «τό ἄρθρ.16 παρ. 2 τοῦ Συντάγματος δημιουργεῖ ὑποχρέωση τῆς πολιτείας νά παρέχει θρησκευτική ἐκπαίδευση, ὄχι ὅμως καί ὑποχρέωση τῶν πολιτῶν νά τήν δέχονται». Υἱοθετοῦν δηλαδή ὁρισμένες ἀπόψεις τοῦ Συνηγόρου τοῦ Πολίτη καί τώρα Δημάρχου Γ.Καμίνη, πού εἶναι πρόδηλα λανθασμένες, ὅπως θά δείξουμε στή συνέχεια. Οἱ ἀπόψεις αὐτές, πού εἶναι ἀντίθετες μέ τό ἑλληνικό Σύνταγμα καί τή νομολογία τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (ΕΔΔΑ), ἀποσκοποῦν στήν ἀπαξίωση καί τήν ὑποβάθμιση τοῦ μαθήματος καί τελικά στήν περιθωριοποίησή του...
Ὀφείλουμε λοιπόν νά φωτίσουμε μέ ὁρισμένες διευκρινίσεις τά θέματα αὐτά, γιά νά σταματήσουν οἱ σκόπιμες ἤ ἀθέλητες παρανοήσεις.
Ἕνα σύντομο ἱστορικό: Στήν ἐτήσια ἔκθεσή του γιά τό ἔτος 2000 (σελ. 65) ὁ ΣτΠ ἐπισήμανε ὅτι: «Ἡ δήλωση θρησκεύματος στό σχολεῖο καί ἡ σχετική καταγραφή στό ἀτομικό σχολικό δελτίο τοῦ μαθητῆ δέν εἶναι ἀντισυνταγματική, καθώς ἀποτελεῖ ἀπαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου ὁ μαθητής νά μπορέσει νά ἀσκήσει τό δικαίωμά του νά ἐπιλέξει, ἐάν θά παρακολουθήσει τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ἤ θά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τήν παρακολούθηση αὐτή»1.
Στή συνέχεια, στίς 25/06/2002 ἐκδόθηκε ἀπόφαση ἀρ.77Α/2002 τῆς Ἀρχῆς Προστασίας Δεδομένων Προσωπικοῦ Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ), πού ἀφορᾶ τήν ἐγκύκλιο τοῦ 1995 γιά τόν τρόπο ἀπαλλαγῆς ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν.
Στήν ἀπόφαση αὐτή ἡ Ἀρχή ὑποστηρίζει ὅτι ἡ τριπλῆ ἐπιλογή ἑτερόδοξοι, ἀλλόδοξοι ἤ ἄθεοι, πού περιλαμβανόταν τότε στή δήλωση τῆς ἀπαλλαγῆς, δέν εἶναι ἀπολύτως συμβατή μέ τή νομολογία τοῦ ΕΔΔΑ, γιατί δέν συμπεριλαμβάνει «τίς γενικότερες κοσμοθεωρητικές ἀντιλήψεις τίς ὁ ποῖες, πέραν τῶν ἀμιγῶς θρησκευτικῶν, οἱ γονεῖς ἐνδεχομένως ἀκολουθοῦν καί, βάσει τῶν ὁποίων, ἐπιθυμοῦν νά διαπαιδαγωγήσουν τά παιδιά τους». Ζητᾶ τέλος «νά ἐκδώσει τό ΥΠΕΠΘ κάθε ἀναγκαία ὁδηγία πρός τίς οἰκεῖες ἐκπαιδευτικές ἀρχές καί τούς διευθυντές τῶν σχολείων ὥστε, ἐφεξῆς, ἀπό τούς γονεῖς ἤ κηδεμόνες πού ἐπιθυμοῦν τά παιδιά τους νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν νά μή ζητεῖται νά δηλώνουν, ἄν εἶναι ἄθρησκοι, ἑτερόδοξοι ἤ ἑτερόθρησκοι, ἀλλά νά ἀσκοῦν τό δικαίωμά τους αὐτό, κατ᾽ ἐπίκληση τῶν πεποιθήσεών τους καί χωρίς νά προβαίνουν σέ καμία περαιτέρω διευκρίνιση».
Παράλληλα τό ΥΠΕΠΘ μέ τήν ἐγκύκλιο 61723/13-6-2002, τή γνωστή ἐγκύκλιο Γκεσούλη, ἐπαναπροσδιόρισε τό περιεχόμενο τῆς δήλωσης ἀπαλλαγῆς καί ὅρισε ὅτι ἀρκεῖ ἡ ἀναφορά σʼ αὐτήν ὅτι ὁ μαθητής δέν εἶναι Χριστιανός Ὀρθόδοξος, χωρίς νά εἶναι ὑποχρεωτική ἡ δήλωση τοῦ θρησκεύματος, στό ὁποῖο ἀνήκει. Τήν ἀπόφαση αὐτή εἶχε ἤδη ἀποδεχτεῖ ὁ ΣτΠ μέ τό πόρισμα ὑπʼ ἀρ. πρωτ. 3607.02. 2.3/7.6. 2002 λέγοντας ὅτι: «Ἡ διακηρυσσόμενη πρόθεση τοῦ Ὑπουργείου κινεῖται πρός τήν ὀρθή κατεύθυνση, ἀφοῦ ὁδηγεῖ, τουλάχιστον, στήν κατάργηση τῆς ἀπαίτησης δήλωσης συγκεκριμένου θρησκεύματος ἤ ρητῆς ἐπιλογῆς μεταξύ τριῶν συγκεκριμένων ἰδιοτήτων («ἄθρησκος» ἤ «ἑτερόδοξος» ἤ «ἑτερόθρησκος»). Βέβαια, ἡ ἀπαίτηση δήλωσης ὅτι ὁ μαθητής δέν εἶναι ὀρθόδοξος ἐπιφέρει ὡς ἀποτέλεσμα τήν ὑποχρέωση μερικῆς ἀποκάλυψης πεποιθήσεων, ἔστω καί ἀρνητικῆς (τί δέν εἶναι ὁ μαθητής), καί συνεπῶς δέν θεραπεύει ὁλοσχερῶς τό ἐντοπιζόμενο πρόβλημα. Ὡστόσο, ὑπό τό κράτος τῆς νομολογίας, τήν ὁποίαν προσφυῶς ἐπικαλεῖται τό Ὑπουργεῖο, ἡ προκείμενη ἐνδιάμεση λύση ἐμφανίζεται ὡς ἡ μόνη ἐφικτή».
Τήν ἐγκύκλιο αὐτή ἀνέτρεψε ἡ ἐγκύκλιος Στυλιανίδη (104071/Γ2/ 04/08/2008) πού προκλήθηκε ἀπό τόν Συνήγορο τοῦ πολίτη Γ. Καμίνη μέ τήν ἀναφορά ἀ.π.13216.07.23/5.1.2008. Ἡ ἐγκύκλιος αὐτή στήν οὐσία παραχωροῦσε δικαίωμα ἀπαλλαγῆς σέ ὅλους ἀνεξαίρετα τούς μαθητές. Ἀκολούθησαν ἄλλες δυό ἐγκύκλιοι, πού ἐπιχείρησαν νά ἑρμηνεύσουν τήν πρώτη, οἱ ὁποῖες ἀνέφεραν ὅτι ἀπαλλαγή δικαιοῦνται μόνο ὅσοι εἶναι ἀλλόδοξοι ἤ ἑτερόδοξοι. Οἱ ἐγκύκλιοι αὐτές προκάλεσαν τήν ἀντίδραση τοῦ ΣτΠ καί τήν ἀνταλλαγή ἐπιστολῶν μέ τό Ὑπουργεῖο. Ἔτσι, σέ ἐπιστολή του πρός τόν Ε. Στυλιανίδη, ὁ Γ. Καμίνης, τοῦ ἀποδίδει τήν πρόθεση σιωπηρῆς κατάργησης τῆς ἐγκυκλίου, πού ὁ ἴδιος ὁ ΣτΠ μέ τήν ἀναφορά του προκάλεσε, καί διερωτᾶται: «Πῶς ἀλλιῶς θά μποροῦσε νά ἑρμηνευθεῖ ἡ ἐπιλογή ὅτι «δικαίωμα ἐξαιρέσεως ἔχουν (μόνον) οἱ ἀλλόθρησκοι ἤ ἑτερόδοξοι», ὅταν ἔτσι παρέχεται στή διεύθυνση τοῦ σχολείου ἡ ἁρμοδιότητα ἐλέγχου τῆς προϋποθέσεως αὐτῆς; Τί νόημα, ἄραγε, ἔχει ἡ παραδοχή ὅτι οἱ ἀπαλλασσόμενοι «δέν χρειάζεται νά ἀναγράφουν τό δόγμα ἤ θρήσκευμα στό ὁποῖο πιστεύουν», ὅταν αὐτή καθʼ ἑαυτήν ἡ κατάθεση σχετικῆς δήλωσης ἐκλαμβάνεται ἐξ ὁρισμοῦ ὡς τεκμήριο θρησκευτικῶν πεποιθήσεων»2;
Ἅς δοῦμε τώρα λίγο πιό προσεκτικά τούς ἰσχυρισμούς. Στό πόρισμα τοῦ 2002 ὁ κ. Καμίνης ὑποστήριξε τήν περίεργη καί καινοφανῆ ἄποψη ὅτι: «Τό ἄρθρο 16 παρ. 2 τοῦ Συντάγματος («Ἡ παιδεία ἀποτελεῖ βασική ἀποστολή τοῦ Κράτους καί ἔχει σκοπό τήν ἠθική… ἀγωγή τῶν Ἑλλήνων, τήν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνείδησης») δημιουργεῖ ὑποχρέωση τῆς πολιτείας νά παρέχει θρησκευτική ἐκπαίδευση, ὄχι ὅμως καί ὑποχρέωση τῶν πολιτῶν νά τήν δέχονται. Συνεπῶς, κατʼ ἀρχήν, δικαίωμα ἀπαλλαγῆς ἀπό τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν θά ἔπρεπε νʼἀναγνωρισθεῖ ἀκόμη καί στούς ὀρθοδόξους μαθητές». Καί σέ μεταγενέστερη παρέμβασή του εἶπε πιό ἀνοιχτά ὅτι: «Δικαίωμα ἀπαλλαγῆς ἀπό τό μάθημα αὐτό (ἐνν.τῶν Θρησκευτικῶν) δέν ἔχουν μόνο οἱ «ἀλλόθρησκοι ἤ ἑτερόδοξοι», ἀλλά ὅλοι οἱ μαθητές, ἀνεξάρτητα ἀπό τίς θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, ὅταν οἱ γονεῖς τους ἤ οἱ ἴδιοι -ὅταν εἶναι ἐνήλικοι- ἐπικαλοῦνται λόγους συνείδησης μέ ὑπεύθυνή τους δήλωση»3. Οἱ σκέψεις αὐτές τοῦ κ. Καμίνη παραποιοῦν τήν πραγματικότητα καί δέν εἶναι ὀρθές γιά τούς ἑξῆς λόγους:
α´. Η ΑΠΔΠΧ στήν ἀπόφαση τοῦ 2002 προσθέτει τίς ἑξῆς παρατηρήσεις: «1. Ἡ παρακολούθηση ἤ μή τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν καί ἡ ἀναγραφή τοῦ σχετικοῦ βαθμοῦ στόν τίτλο δέν ὑποδηλώνει ἀπαραίτητα τό θρήσκευμα τοῦ κατόχου, ἀφοῦ καί ὁ ἄθεος ἤ ὁ ἀλλόθρησκος πού ἐπιθυμεῖ, μπορεῖ νά παρακολουθήσει τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν, ἄν δέν προβεῖ σέσχετική δήλωση καί 2. Ὅτι ἡ διοίκηση (ὁ ὑπεύθυνος ἐπεξεργασίας διευθυντής τοῦ σχολείου) δικαιοῦται νά ἐλέγχει τή σοβαρότητα τῶν σχετικῶν δηλώσεων».
Ἀπό τίς παρατηρήσεις αὐτές προκύπτει ὅτι ἡ ΑΠΔΠΧ, σέ ἀντίθεση μέ τόν ΣτΠ δέχεται τήν ἐξαίρεση ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, μόνο τῶν μαθητῶν πού ἔχουν σοβαρούς λόγους θρησκευτικῆς συνείδησης. Ἁπλῶς ἐπισημαίνει ὅτι οἱ τρεῖς ἐπιλογές «ἄθρησκος» ἤ «ἑτερόδοξος» ἤ «ἑτερόθρησκος» δέν καλύπτουν ὅλο τό πεδίο τῶν πεποιθήσεων γιά τίς ὁποῖες θά μποροῦσε νά ζητηθεῖ ἀπαλλαγή. Ἄν καί αὐτή ἡ θέση εἶναι ἀμφισβητήσιμη, ἐν τούτοις σέ καμιά περίπτωση δέν ἰσοδυναμεῖ μέ χορήγηση δικαιώματος σέ ὅλους τούς μαθητές, ἀνεξάρτητα ἀπό τίς θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, ὅπως προτείνει ὁ ΣτΠ. Ἀπόδειξη γιʼ αὐτό εἶναι ὅτι ἡ Ἀρχή δίνει τή δυνατότητα ἐλέγχου τῆς σοβαρότητας τῶν ὑπευθύνων δηλώσεων, πού δέν εἶναι δημόσιες, ἀλλά κατατίθενται στόν ὑπεύθυνο ἐπεξεργασίας Διευθυντή τοῦ σχολείου.
β´. Εἶναι ἐπίσης γνωστό ἀπό τήν ἑλληνική καί εὐρωπαϊκή νομολογία ὅτι ἡ ἀπαλλαγή ἀπό τά Θρησκευτικά δέν συνιστᾶ δικαίωμα ἐπιλογῆς χωρίς προϋποθέσεις, ὅπως ἰσχυρίζεται ὁ κ. Καμίνης, ἀλλά προϋποθέτει σοβαρή καί σπουδαία δήλωσηὅτι ζητεῖται γιά λόγους θρησκευτικῶν πεποιθήσεων. Ὁ ὅρος «πεποιθήσεις», σύμφωνα μέ τήν νομολογία τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Δικαστηρίου Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου (ΕΔΔΑ) δέν εἶναι συνώνυμος μέ τίς λέξεις «γνῶμες» καί «ἰδέες». Ὡς πεποιθήσεις ὁρίζονται οἱ ἀντιλήψεις τοῦ ἀτόμου πού συγκεντρώνουν ἕνα συγκεκριμένο ἐπαρκῆ βαθμό πειστικότητας, σοβαρότητας, συνοχῆς καί σπουδαιότητας4.
Ἡ ἐπιτροπή τοῦ Δικαστηρίου ὑποστηρίζει ἐπίσης ὅτι: «Οἱ πεποιθήσεις τῶν γονέων δέν πρέπει γιά τούς σκοπούς τοῦ ἄρθ. 2 ΑΠΠ ΕΣΔΑ5 νά ἔρχονται σέ σύγκρουση μέ τό βασικό δικαίωμα τοῦ παιδιοῦ στήν ἐκπαίδευση. Ὅταν ἀντί νά ὑποστηρίζουν τό δικαίωμα αὐτό τοῦ παιδιοῦ τά δικαιώματα τῶν γονέων συγκρούονται μέ αὐτό, τό δικαίωμα τοῦ παιδιοῦ πρέπει νά ἐπικρατεῖ»6. Στή ὑπόθεση ὅπου γράφονται τά παραπάνω ἀπορρίπτεται ἡ αἴτηση ἑνός ἄθεου γιά ἀπαλλαγή ἀπό τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, γιατί οἱ πεποιθήσεις του δέν ἔπεισαν ὅτι ἔχουν τόν ἀπαιτούμενο βαθμό σοβαρότητας. Ἀκόμα, σέ πρόσφατη ἀπόφαση γιά τό μάθημα στήν Τουρκία τό δικαστήριο, γιά νά ἐξετάσει τό αἴτημα ἑνός Ἀλεβίτη γονέα γιά ἀπαλλαγή ἀπό τό σουννιτικοῦ περιεχομένου θρησκευτικό μάθημα, ἐξέτασε πρῶτα τό ἄν ἡ πί-στη τῶν Ἀλεβιτῶν συγκροτεῖ μιά ἰδιαίτερη θρησκευτική πεποίθηση μέ δικό της ξεχωριστό χαρακτήρα καί βαθιές ρίζες στήν Τουρκική κοινωνία. Στή συνέχεια ἀποφάνθηκε ὅτι πρέπει νά ἀναγνωριστεῖ τό δικαίωμα τῆς ἀπαλλαγῆς γιατί ὁ Ἀλεβιτισμός «δέν εἶναι βεβαίως οὔτε μιά σέκτα οὔτε μιά «πίστη», ἡ ὁποία δέν συγκεντρώνει ἕνα συγκεκριμένο ἐπαρκῆ βαθμό πειστικότητας, σοβαρότητας, συνοχῆς καί σπουδαιότητας. Κατά συνέπεια ἡ ἔκφραση «θρησκευτικές πεποιθήσεις» ἀναμφίβολα ταιριάζει σέ αὐτή τήν πίστη».7
Στό ἴδιο πνεῦμα κινεῖται καί ἡ νομολογία τοῦ ΣτΕ καί εἰδικότερα ἡ ἀπόφαση 3356/95. Ὁ ἴδιος ὁ Συνήγορος στό πόρισμα τῆς 7/6/ 2002 παρατηρεῖ: «Κατά τήν ὡς ἄνω ἀπόφαση, πρῶτον μέν κρίνεται ὑποχρεωτική γιά τούς ὀρθοδόξους μαθητές ἡ παρακολούθηση τοῦ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν, δεύτερον δέ κρίνεται θεμιτή ἡ ἀπαίτηση ἀποκάλυψης τῶν θρησκευτικῶν πεποιθήσεων τῶν μαθητῶν ὡς προϋπόθεση ἀπαλλαγῆς αὐτῶν ἀπό τήν παρακολούθηση τοῦ μαθήματος. Δέν φαίνεται, ἔτσι, νά καταλείπονται περιθώρια γιά λυσιτελῆ ὑποστήριξη τῆς ἄποψης περί τῆς δυνατότητας ἀπαλλαγῆς ἀκόμη καί ὀρθοδόξων μαθητῶν (διά δηλώσεώς τους ὅτι ἁπλῶς ἐπιθυμοῦν τήν ἀπαλλαγή) ἀπό τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν, ἀφοῦ ὡς ἀνελαστική προϋπόθεση τῆς ἀπαλλαγῆς ἑνός μαθητῆ κρίνεται ἡ ἀπόδειξη (διά σχετικῆς δηλώσεως) τῆς ἰδιότητας αὐτοῦ ὡς μή ὀρθοδόξου (εἰδʼ ἄλλως θά ἐνέπιπτε στή γενική «ὑποχρέωση»). Ἀπευθυνόμενος, ὡς ἐκ τῆς θέσεώς του, πρός τή διοίκηση, ὁ Συνήγορος τοῦ Πολίτη δέν θεωρεῖ σκόπιμη τήν ἐπιμονή σέ εἰσηγήσεις ἀντίθετες πρός τή νομολογία».
γ´. Ἐπιπρόσθετα θά πρέπει νά τονιστεῖ ὅτι τό ΕΔΔΑ οὐδέποτε δέχθηκε τή σχετικοποίηση τοῦ δικαιώματος στή θρησκευτική ἐκπαίδευση. Ὅπως ἐπαναλαμβάνει σέ σχετικές ἀποφάσεις του: «Τό ἄρθρο 2ΑΠΠ ΕΣΔΑ δέν ἐμποδίζει τά κράτη ἀπό τό νά παρέχουν μέ τή διδασκαλία ἤ τήν ἐκπαίδευση πληροφορίες ἤ γνώση πού ἄμεσα ἤ ἔμμεσα ἔχουν θρησκευτικό ἤ φιλοσοφικό χαρακτήρα. Ἀκόμη δέν ἐπιτρέπει στούς γονεῖς νά ἀντιτίθενται στή συμπερίληψη μιᾶς τέτοιας διδασκαλίας ἤ ἐκπαίδευσης στό σχολικό πρόγραμμα, γιατί ἀλλιῶς ὅλη ἡ θεσμοθετημένη διδασκαλία θά κινδύνευε νά ἀποδειχθεῖ πρακτικά ἀνεφάρμοστη» 8. Ἐπίσης ἐκτιμᾶ ὅτι: «Ἡ δεύτερη πρόταση τοῦ ἄρθ. 2ΑΠΠ ΕΣΔΑ. δέν ἐνσωματώνει κανένα δικαίωμα τῶν γονέων νά μή διδάσκονται τά παιδιά τους θρησκεία καί φιλοσοφία κατά τή διάρκεια τῆς ἐκπαίδευσής τους»9. Σύμ-φωνα μέ τά παραπάνω, τό δικαίωμα τῶν γονέων στήν προστασία τῶν θρησκευτικῶν καί φιλοσοφικῶν τους πεποιθήσεων στήν ἐκπαίδευση εἶναι παρακολούθημα τοῦ θεμελιώδους δικαιώματος στήν ἐκπαίδευση καί σταθμίζεται ἀνάλογα10.
Τό δικαίωμα στή θρησκευτική ἐκπαίδευση ὑποχωρεῖ μόνο ὅταν ὑπάρχει σοβαρή ἀντίθεση θρησκευτικῶν πεποιθήσεων καί συνεπῶς πρόβλημα συνείδησης.
Ὑποσημειώσεις
1. Τά κείμενα τοῦ ΣτΠ ἔχουν ληφθεῖ ἀπό τήν ἱστοσελίδα www.synigoros.gr.
2. Ἐπιστολή τοῦ ΣτΠ πρός τόν Ὑπουργό Ἐθνικῆς Παιδείας & Θρησκευμάτων κ. Εὐριπίδη Στυλιανίδη, ἀ.π. 3476/2008, Ἀθήνα, 21. 11.2008.
3. ΣτΠ, Δελτίο Τύπου 17.11.2008.
4. Γιάννη Κτιστάκι, Θρησκευτική Ἐλευθερία καί Εὐρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων τοῦ Ἀνθρώπου, Ἀθήνα,61.
5. Πιό συγκεκριμένα, τό ἄρθρο 2Α΄ ΠΠ ὁρίζει τά ἑξῆς: «Οὐδείς δύvαται vά στερηθῆ τoῦ δικαιώµατoς ὅπως ἐκπαιδευθῆ. Πᾶv Κράτoς ἐv τῇ ἀσκήσει τῶv ἀvαλαµβαvoµέvωv ὑπ’ αὐτoῦ καθηκόvτωv ἐπί τoῦ πεδίoυ τῆς μoρφώσεως καί τῆς ἐκπαιδεύσεως θά σέβεται τό δικαίωµα τῶv γovέωv, ὅπως ἑξασφαλίζωσι τήv μόρφωσιv καί ἐκ παίδευσιv ταύτηv συµφώvως πρός τάς ἰδίας αὐτῶv θρησκευτικάς καί φιλoσoφικάς πεπoιθήσεις».
6. ΕΔΔΑ, ἀποφ. ἐπιτροπῆς,γιά τήν ὑπόθ. Bernard and others v. Luxemburg, 8/9/1993.
7. ΕΔΔΑ, ἀπόφ.γιά τήν ὑπόθ. Hasan and Eylem Zengin v. Turkey, 9-10-2007, 66.
8. ΕΔΔΑ, ἀπόφ.γιά τήν ὑπόθ. Folgero and others v. Norway, 29-6-2007, 84c. 9. Ὅ.π, 89. 10. ΕΔΔΑ, ἀπόφ. γιά τήν ὑπόθ. Kjeldsen and Others v. Denmark, 7-12-1976, 52
πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 11/11/2011
http://thriskeftika.blogspot.com/2011/11/blog-post_8746.html