Ἡ Ρωμαίικη Δημοκρατία τῆς Ἀχρίδος
Η ΜΗ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΕΙΣ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ, ΑΠΟ ΑΠΟΨΕΩΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΣΤΑΥΡΙΑΝΙΔΗ
Πρωτοδίκου Διοικητικῶν Δικαστηρίων, κάτοχος μεταπτυχιακῶν διπλωμάτων στό Δημόσιο Δίκαιο καί στήν Φιλοσοφία τοῦ Δικαίου
Συμφώνως πρός τό ἄρθρο 28 τοῦ Συντάγματος «1. Οἱ γενικῶς παραδεδεγμένοι κανόνες τοῦ διεθνοῦς δικαίου, ὡς καί αἵ διεθνεῖς συμβάσεις ἀπό τῆς ἐπικυρώσεως αὐτῶν διά νόμου καί τῆς κατά τούς ὅρους ἑκάστης θέσεως αὐτῶν ἐν ἰσχύει ἀποτελοῦν ἀναπόσπαστον μέρος τοῦ ἐσωτερικοῦ ἑλληνικοῦ δικαίου, ὑπερισχύουν δέ πάσης ἀντιθέτου διατάξεως νόμου. Ἡ ἐφαρμογή τοῦ διεθνοῦς δικαίου καί τῶν διεθνῶν συμβάσεων ἔναντι ἀλλοδαπῶν τελεῖ πάντοτε ὑπό τόν ὄρον τῆς ἀμοιβαιότητος. 2. . . 3. Ἡ Ἑλλάς προέρχεται ἐλευθέρως, διά νόμου ψηφιζομένου ὑπό τῆς ἀπολύτου πλειοψηφίας τοῦ ὅλου ἀριθμοῦ τῶν βουλευτῶν, εἰς περιορισμούς εἰς τήν ἄσκησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας, ἔφ ὅσον τοῦτο ὑπαγορεύεται ἐκ σπουδαίου ἐθνικοῦ συμφέροντος, δέν θίγει τά δικαιώματα τοῦ ἀνθρώπου καί τάς βάσεις τοῦ δημοκρατικοῦ πολιτεύματος, γίνεται δέ βάσει τῶν ἀρχῶν τῆς ἰσότητος καί ὑπό τόν ὄρον τῆς ἀμοιβαιότητος».
Η ἀναγνώρισις τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων μέ τό ὄνομα Μακεδονία ἡ μέ ὄνομα περιέχον τόν ὄρο Μακεδονία, ἐκ μέρους τῆς Ἑλλάδος συνιστᾶ περιορισμόν εἰς τήν ἄσκησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας μας. Τοῦτο, διότι ἡ ἐθνική κυριαρχία δέν ἀφορᾶ μόνον εἰς ἐνέργειαν ὑλικῶν καί νομικῶν πράξεων ἀσκήσεως ἐξουσίας, ὅπως εὐρύτατα κρατεῖ εἰς ὅσους ὑπολαμβάνουν ὅτι τό κράτος ταυτίζεται μόνον μέ τήν ἄσκησιν κρατικῆς ἐξουσίας καί λησμονοῦν ὅτι τό κράτος εἶναι ἡ πολιτική ἔκφρασις τῆς κοινωνίας καί τοῦ λαοῦ (ἡ “ἔθνους”) εἰς τήν διαχρονική τῶν συνέχεια καί συνοχή.........
Κάτ ἀλήθειαν, ἡ ἔννοια τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας καλύπτει καί τό δικαίωμα ἀποκλειστικῆς χρήσεως ἐπί ὅλων τῶν αὔλων ἀγαθῶν τῶν συνδεομένων ἀποκλειστικῶς πρός τό κράτος καί τόν λαό του ἡ τούς λαούς του, καί τήν ἱστορίαν τῶν. Ἡ χρῆσις αὐτῶν τῶν ἀγαθῶν, ὅπως ἡ χρῆσις συμβόλων καί ὀνομάτων τοῦ ὅλου λαοῦ ἡ μεγάλων τμημάτων του, ἱστορικῶς προσιδιαζόντων μόνον εἰς τόν λαόν αὐτόν ἡ εἰς τμήματά του ἡ εἰς γεωγραφικές περιοχές τῆς χώρας, ἀνήκουν ἀποκλειστικῶς εἰς τό οἰκεῖον κράτος καί τόν λαόν του ἡ τούς λαούς του.
Σιωπηρά ἀνοχή τῆς χρήσεως τοιούτων ὀνομάτων καί συμβόλων ὑπό ἄλλων δέν σημαίνει καί μείωσιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας ὅταν ἡ χρῆσις αὐτή ὑπό ἄλλων δέν γίνεται κατά τρόπον συνιστώντα ἄμεσον ἡ ἔμμεσον ἀμφισβήτησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας τοῦ δικαιούχου κράτους. Δύναται μόνον νά δώση λαβήν εἰς ἔγερσιν τυχόν ἀξιώσεών του βάσει τοῦ ἰδιωτικοῦ δικαίου.
Ὅταν ὅμως ἡ χρῆσις αὐτή ὑπό ἄλλων γίνεται κατά τρόπον συνιστώντα ἀμφισβήτησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας τοῦ δικαιούχου κράτους, συντρέχουσα χρῆσις τοιούτων αὔλων ἀγαθῶν, μέτ ἄλλων κρατῶν ἡ/καί μετά λαῶν ἄλλων κρατῶν, δικαιολογεῖται κάτ ἐξαίρεσιν· ἤτοι, μόνον ἔφ ὅσον καί κάθ ὅ μέτρον τά ἄλλα κράτη γωγραφικῶς, ἡ οἱ ἄλλοι λαοί ἱστορικῶς, πολιτιστικῶς καί ἐθνολογικῶς, ἀντιστοίχως γειτνιάζουν γεωγραφικῶς ἡ μετέχουν ἱστορικῶς, πολιτιστικῶς καί ἐθνολογικῶς, εἰς τό κράτος καί τόν λαό ὁ ὁποῖος ἔχει τό κατά τά προαναφερθέντα κάτ ἀρχήν ἀποκλειστικόν δικαίωμα χρήσεως τῶν ἄνω ὀνομάτων καί συμβόλων.
Τά ἀνωτέρω, εἶναι σχεδόν ἀδιάφορον τό ἐάν γίνονται μέχρι τοῦδε ἀποδεκτά εἰς τόν χῶρον τοῦ διεθνοῦς δικαίου, ἡ ὄχι, δεδομένου ὅτι οὐδέποτε μέχρι σήμερα τό διεθνές δίκαιο δέν ἀντιμετώπισε περίπτωσιν τοιαύτην ὡς ἡ τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων, τά ὁποία μετά μικρᾶν σχετικῶς περίοδον προπαγάνδας διεκδικοῦν ὡς ἴδιον τό συνδεδεμένον ἀπό πολλῶν αἰώνων μέ τόν Ἑλληνισμόν ἱστορικόν ὄνομα τῆς Μακεδονίας. Τό μόνον ὅμοιο παράδειγμα, ἴσως, εἶναι ἡ περίπτωσις τῆς ὀνομασίας τῆς “Ἁγίας Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας τοῦ Γερμανικοῦ Ἐθνους” καί ἐν γένει ἡ προσπάθεια φεουδαρχῶν νά θεμελιώσουν τήν ἐξουσίαν τούς ἐπί μίας ψευδοῦς “διαδοχής” τούς εἰς την Ρωμαϊκήν κυριαρχίαν, ὥστε νά παραμερίσουν τήν ἐν Δυτικῇ Εὐρώπη κυριαρχίαν τῆς ἐν Βυζαντίῳ πλέον μόνον ἐδρευούσης Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας. Αὐτά ὅμως συνέβησαν πρό τῆς ἐμφανίσεως τοῦ συγχρόνου διεθνοῦς δικαίου καί ἐν πάσῃ περιπτώσει δέν συνιστοῦν παραδείγματα πρός μίμησιν ἐπί τοῦ θέματος τῆς ὀνομασίας τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων. Δία τοῦτο, εἰς τό διεθνές δίκαιο ὑπάρχει ἐπί τοῦ θέματος αὐτοῦ ἀληθές κενόν δικαίου.
Μή τεθέντος δέ εἰς τό διεθνές δίκαιον τοιούτου θέματος, εἶναι παντελῶς ἀποπροσανατολιστικόν τό ὅτι ἐξομοιώθη ἡ περίπτωσις τῆς ὀνοματοδοσίας τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων, κάτ ἀρχήν, πρός αὐτήν τῆς ἐπιλογῆς ὀνομασίας ὑπό νεοσυστάτου κράτους ἐλευθέρως ἡ συμφώνως πρός τίς ὑποκειμενικές ἀντιλήψεις τοῦ λαοῦ του. Εἰς τήν πραγματικότητα, ἐπί τοῦ θέματος τῆς ὀνομασίας τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων τίθεται θέμα διεκδικήσεως, ἡ ἐνδεχομένης παραχωρήσεως τῆς χρήσεως τελικῶς, ὀνόματος (Μακεδονίας) καλυπτομένου ἀπό τήν κυριαρχίαν ἑτέρου κράτους (τῆς Ἑλλάδος).
Ἡ “ἀναγνώρισις” λοιπόν τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων μέ τό ὄνομα Μακεδονία ἡ μέ ὄνομα περιέχον τόν ὄρο Μακεδονία, ἐκ μέρους τῆς Ἑλλάδος συνιστᾶ παραχώρησιν τῆς χρήσεως τοῦ ὄρου Μακεδονία εἰς ἄλλο ἀνεξάρτητο (πλέον) κράτος, διότι τό ὄνομα αὐτό χαρακτηρίζει σημαντικό τμῆμα τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ ἱστορικῶς, πολιτιστικῶς καί ἐθνολογικῶς καί μέρος τῆς Ἑλληνικῆς ἐπικρατείας ἀπό γεωγραφικῆς ἀπόψεως. Καί τοῦτο, ἤδη ἐδῶ καί τρεῖς περίπου χιλιετίες.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, τμῆμα τοῦ λαοῦ τῶν Σκοπίων κατοικεῖ εἰς γεωγραφική περιοχή περιλαμβανομένη εἰς τήν γεωγραφική ἔννοια τῆς Μακεδονίας, καί συνδέεται μέ τό ὄνομα αὐτό κατά μετοχήν εἰς τήν ἱστορία καί τόν πολιτισμό τῆς Ἑλληνικῆς Μακεδονίας. Πρόκειται διά τούς “Σλαβομακεδόνες”, τούς Βλάχους καί τούς Σέρβους τοῦ κράτους τῶν Σκοπίων, ἐνῷ ὑπάρχει ἐκεῖ μεγάλη Ἀλβανική μειονότης ἀλλά καί Ἑλληνική μειονότης.
Ἑπομένως, δέν θά συνιστᾶ παραχώρηση τῆς χρήσεως τοῦ ὀνόματος Μακεδονία ἡ τυχόν “ἀναγνώρισις” τοῦ κράτους αὐτοῦ ἀπό τήν Ἑλλάδα, μέ ὀνομασίαν εἰς τήν ὁποίαν ἡ λέξις Μακεδονία (ἡ παράγωγά της) θά συνοδεύεται ἀπό ἄλλες λέξεις εἰς τρόπον ὥστε νά καθίσταται ἀπολύτως σαφές ὅτι δέν πρόκειται γιά κράτος “τῆς Μακεδονίας”, ἀλλά γιά κράτος παράπλευρο γεωγραφικῶς τῆς Ἑλληνικῆς Μακεδονίας, γιά κράτος μέ λαό ὁ ὁποῖος ἐνδεχομένως ἐμπνέεται ἀπό τόν Ἑλληνικό καί ὀρθόδοξο χριστιανικό πολιτισμό τῆς Μακεδονίας, ἀλλά πού ἦλθε στήν περιοχή πολλούς αἰῶνες μετά τήν ἐμφάνιση στήν περιοχή τῆς Ἑλληνικῆς Μακεδονίας καί τῶν Ἑλλήνων Μακεδόνων - ὡς καί λαό ἐν μέρει Ἀλβανικό. Τοιαύτα ὀνόματα δέν εἶναι ἀδύνατον νά εὑρεθοῦν (π.χ. Σλαβοαλβανική Δημοκρατία τῆς Μακεδονικῆς ἐνδοχώρας ἡ τῆς πρός βορρᾶν Μακεδονίας, ἡ Δημοκρατία τῆς Παρά-Μακεδονίας, ἡ Δημοκρατία τῶν Σλάβων καί Ἀλβανῶν Μακεδόνων).
Εἰς οἱανδήποτε ἄλλην περίπτωσιν, ἡ Ἑλληνική Κυβέρνησις δέν ἔχει τό δικαίωμα νά προχωρήσει εἰς ἀποδοχήν ὀνομασίας περιεχούσης τό ὄνομα Μακεδονία, ἄν δέν τηρήση τήν διαδικασίαν (151 βουλευτές) καί τίς προϋποθέσεις (ἰσότητα καί ἀμοιβαιότητά) του ὡς ἄνω ἄρθρου 28 πάρ. 3 τοῦ Συντάγματος.
Εἰς μίαν τοιαύτην περίπτωσιν, τίθεται τό ζήτημα εἰς ποῖες κάτ ἀμοιβαιότητα παραχωρήσεις τῆς ἀσκήσεως τῆς ἐθνικῆς τῶν κυριαρχίας πρός τήν Ἑλλάδα θά προχωρήσουν τά Σκόπια, ὥστε νά τηρηθῆ ἡ ἀπαιτουμένη ἀμοιβαιότης διά τήν παραχώρησιν πρός τό ἐν λόγῳ κράτος τῶν ἄνω δικαιωμάτων ἐκ τῆς ἀσκήσεως ἐθνικῆς κυριαρχίας τῆς Ἑλλάδος. Θά πρέπει οἱ παραχωρήσεις αὐτές νά εἶναι τοιαύτης φύσεως ὥστε νά ἰσοσταθμίζεται ἡ κυρίως πολιτιστική καί “πνευματική” ἀλλά κατά δεύτερον λόγον καί οἰκονομική βλάβη τήν ὁποία θά ὑφίσταται ἡ Ἑλλάδα ἀπό τήν χρῆσιν τῆς ὀνομασίας αὐτῆς.
Τοιαῦτες παραχωρήσεις θά ἠδύναντο νά εἶναι: Οὐσιαστικές καί εἰς τό διηνεκές δεσμεύσεις τῶν Σκοπίων εἰς τό τομέα τῆς ἐκπαιδεύσεως τῆς νεολαίας τους, πολιτιστικές ἀναταλλαγές μέ ἔμφασιν εἰς τήν Ἑλληνική καί ὀρθόδοξο χριστιανική παιδεία, καί, κατά δεύτερον μόνον λόγον, δημιουργία προϋποθέσεων ἐκ μέρους τῶν Σκοπίων διά τήν στενή καί ἀμοιβαίως ἐπωφελῆ οἰκονομική συνεργασία τῶν δύο χωρῶν καί τῶν ἰδιωτικῶν τους φορέων.
Ἀκόμη, λόγω τοῦ ἀμετακλήτου οὐσιαστικῶς της ὡς ἄνω “ἀναγνωρίσεως” τῶν Σκοπίων μέ ὀνομασίαν περιλαμβάνουσαν (ἀμέσως ἡ ἐμμέσως) παραχώρησιν τῆς χρήσεως τοῦ ὀνόματος Μακεδονία, θά πρέπει ἡ ἀναγνώρισις αὐτή νά συμφωνηθῆ ὅτι θά γίνη μόνον μετά (διετῆ τουλάχιστον) περίοδον ἐπιτυχοῦς δοκιμαστικῆς ἐφαρμογῆς τῶν συμφωνιῶν περί παραχωρήσεως τῶν ἄνω κυριαρχικῶν δικαιωμάτων ἐκ μέρους τῆς Σκοπιανῆς πλευρᾶς, μέ δικαίωμα ὑπαναχωρήσεως τῆς Ἑλληνικῆς πλευρᾶς εἰς περίπτωσιν διαπιστώσεως μή ἐφαρμογῆς τῶν συμφωνιῶν τούτων.
Εἶναι ἀδιάφορον διά τήν τήρησιν τοῦ ἄρθρου 28 πάρ. 3 τοῦ Συντάγματος, τό ὅτι ἐνδεχομένως ἀπό ἀπόψεως διεθνοῦς δικαίου ἀρκεῖ διά τήν διεθνῆ δέσμευσιν τῆς χώρας, κάτ ἀρχήν, ἡ τήρησίς της ὡς ἄνω παραγράφου 1 τοῦ αὐτοῦ ἄρθρου. Οὔτε δύναται νά ἀποκρουσθῆ ἡ ὑποχρέωσις ἐφαρμογῆς τῆς παραγράφου 3 τοῦ ἄρθρου 28 τοῦ Συντάγματος διά τόν λόγον ὅτι ἐφαρμόζεται ἡ παράγραφος 1 αὐτοῦ, διότι ἡ μέν πάρ. 1 ἀναφέρεται εἰς τήν ἐφαρμογήν τοῦ διεθνοῦς δικαίου εἰς τήν ἐσωτερικήν ἔννομον τάξιν, ἡ δέ πάρ. 3 εἰς τήν εἰδικωτέραν περίπτωσιν τῆς διαδικασίας καί τῶν προϋποθέσεων διά τήν ἐφαρμογήν εἰς τήν ἐσωτερικήν ἔννομον τάξιν κανόνος τοῦ διεθνοῦς δικαίου (κανόνος διεθνοῦς συμβάσεως), περιέχοντος ἡ συνεπαγομένου περιορισμούς εἰς τήν ἄσκησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας.
Τό νά προβῆ ἡ Ἑλληνική πλευρά εἰς τόν προαναφερθέντα περιορισμόν εἰς τήν ἄσκησιν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας, μέ τήρησιν τοῦ ἄρθρου 28 πάρ. 3 τοῦ Συντάγματος, ἔχει παραδόξως ἕως σήμερα διαφύγει τῆς προσοχῆς τῶν πολιτικῶν κομμάτων (τουλάχιστον εἰς ὅσον βαθμόν εἶναι εἰς θέσιν ὁ γράφων νά γνωρίζη ἐκ τῶν ἐφημερίδων). Ἡ τήρησις ὅμως τοῦ ἄρ. 28 πάρ. 3 τοῦ Συντάγματος εἶναι ἀπό νομικῆς ἀπόψεως ἀπολύτως ἀναγκαία, ἄλλως ἡ τυχόν συμφωνία δί ἀναγνώρισιν τῶν Σκοπίων μέ ὀνομασίαν περιλαμβάνουσαν ἀμέσως ἡ ἐμμέσως παραχώρησιν τῆς χρήσεως τοῦ ὀνόματος Μακεδονία κατά τά ἀνωτέρω, θά ἔχει μόνον πολιτικόν χαρακτῆρα, δέν θά δεσμεύει τά ὄργανα τοῦ Ἑλληνικοῦ κράτους καί θά θέσει θέμα σοβαρῆς εὐθύνης, κυρίως πολιτικῆς, τῆς Κυβερνήσεως διά τήν μή τήρησιν τοῦ Συντάγματος.
Ἄποψις τοῦ γράφοντος εἶναι ὅτι τά ἀνωτέρω προβαλλόμενα ὅπου, ὅποτε καί ὅπως δεῖ, δύνανται νά ἐνισχύσουν τήν διαπραγματευτικήν θέσιν τῆς Ἑλλάδος, ἔστω καί τήν τελευταίαν στιγμήν ἡ καί μετά τήν τυχόν σχετικήν συμφωνίαν, ἰδίως ἐάν αὐτή συναφθῆ καί τεθῆ ἐν ἰσχύει ἄνευ τῆς τηρήσεως τῆς διαδικασίας καί τῶν οὐσιαστικῶν προϋποθέσεων τοῦ ἄρ. 28 πάρ. 3 τοῦ Συντάγματος. Ἡ “ἐκποίησις” ἔναντι πενιχρῶν ἡ καί σοβαρῶν ἀκόμη οἰκονομικῶν ἀναταλλαγμάτων, τῶν αὔλων δικαιωμάτων ἐπί ὀνομάτων καί συμβόλων, τά ὁποία δικαιώματα καλύπτονται ἀπό τήν ἔννοιαν τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας τῆς χώρας μας, δέν εἶναι κάτι τό ὁποῖον ἐπιτρέπεται νά γίνη παρά τό Σύνταγμα καί χωρίς τίς οὐσιαστικές ἐγγυήσεις τῆς παραγράφου 3 τοῦ ἄρθρου 28 τοῦ Συντάγματος.
Και ἐν τέλει, τό ἴσως καί οὐσιωδέστερον, μήπως θά πρέπει νά τολμήσωμεν ἐπί τέλους νά προτείνωμε γιά τό κρατίδιο τῶν Σκοπίων, ἕνα ὄνομα εἰς τό ὁποῖον νά περιλαμβάνεται ἡ λέξις Ρωμανία, η, ἀκόμη καλλίτερα, ἡ λέξις Ρωμαίϊκον; Ἀρκεῖ, νά γίνη καί Ρωμαίϊκον τό ἐν λόγῳ κρατίδιον καί νά παύση νά εἶναι ἕνα ὑβρίδιον. . . .Τότε, θά ἔχη καί πιθανότητας ἐπιβιώσεως. Ἔτσι θά καταργηθῆ σύν τῷ χρόνῳ καί ὁ ἀνθρωποκτόνος ἐθνικιστικός παροξυσμός, μεταξύ (ψευδό)Μακεδόνων καί Ἀλβανῶν. Ἀφοῦ καί οἱ Ἀλβανοί, ὑπό τόν Γεώργιον Καστριώτην ἡ Σκεντέρμπεη, ὡς Ρωμηοί καί ὡς χριστιανοί ὀρθόδοξοι, ἐπολέμησαν τόν Μωάμεθ τόν Β καί τούς γενιτσάρους του.
Ἑπομένως, ἕνα ὄνομα ὅπως “Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς Ἀχρίδος”, κατά τό πρότυπόν της προταθείσης ἀπό τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον λύσεως εἰς τό ἀναφυέν εἰς τόν αὐτόν χῶρον ἐκκλησιαστικόν ζήτημα, θά ἐταίριαζε θαυμάσια εἰς τήν περιοχήν τῶν Σκοπίων.
Θά ἦτο δυνατόν μάλιστα, ὑπό τήν ἐπίδρασιν πολιτιστικῶν καί μόνον φορέων, καί φορέων ἄληθων ἱστορικῶν μελετῶν, νά ἐπεκταθῆ ἡ τάσις αὐτή καί νά μετωνομασθοῦν τά ὑπάρχοντα κράτη, ἐπί τῆς ἰδίας πολιτισμικῆς καί ἱστορικῆς βάσεως: Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς Ἑλλάδος, Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς Ρουμανίας, Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς Βουλγαρίας, Ρωμαίϊκη Δημοκρατία τῆς Σερβίας, κ.ο.κ.
Μακροπροθέσμως, ἡ ἰδέα τῆς μίας Νέας Ρωμανίας, τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς Εὐρωπαϊκῆς Ρωμανίας, πού θά περιλαμβάνη ὅλην τήν Εὐρώπην καί ὅσην ἀπό τήν Ἀσίαν μία Ὀρθόδοξος Εὐρώπη ἐκπολιτίση-ἐκχριστιανίση, εἶναι περισσότερον θελκτική καί ρεαλιστική πολιτικῶς καί οἰκονομικῶς, κάθ ἐαυτή, καί ἀπό τάς «μεγάλας ἐθνικᾶς ἰδέας», καί ἀπό τούς ποικίλους, οὐτοπικούς ὅσον καί ἐπικινδύνους, ἰδεολογικούς διεθνισμούς, καί ἀπό τήν “Ἑνωμένην Εὐρωπην”, καί ἀπό τό ἀδιέξοδον πολιτικό-θρηκευτικόν ὅραμα τοῦ Μωάμεθ, καί ἀπό τόν ὑπερκατανωλωτικόν καπιταλισμόν, καί ἀπό τόν σιωνισμόν.
Ἀρκεῖ νά ἀντισταθῶμεν μέ τόλμην καί φιλαλήθειαν, μέχρις ἐσχάτων, ἐναντίον τῆς συγχρόνου βαρβαρότητος, ἐναντίον αὐτοῦ του «πολιτισμοῦ τοῦ ψεύδους καί τῆς προπαγάνδας». Ἄς πράξωμεν ἠμεῖς τά κάθ ἠμᾶς, καί, τά ἀδύνατα πάρ ἀνθρώποις, δυνατά τῷ Θεῷ.