* Δημοσιεύουμε ἐδῶ, λόγῳ τῆς σπουδαιότητός του, ἕνα μέρος τῆς θεολογικῆς προσεγγίσεως τοῦ καθηγητοῦ κ. Δημητρίου Τσελεγγίδη, γιά τό θέμα τοῦ Τμήματος Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν, ἔτσι ὅπως παρουσιάσθηκε στή συνεδρία τοῦ Τμήματος Θεολογίας τοῦ Α.Π.Θ. στίς 7.3.2014. Οἱ ὑπογραμμίσεις (bold) εἶναι δικές μας.
Κύριε Πρόεδρε,
Θεωρῶ ὅτι εἶναι ἄξια ἐπαίνου κάθε πρωτοβουλία γιά τήν ἀναβάθμιση τοῦ Τμήματός μας καί τήν ἔγκαιρη προσαρμογή του στίς προκλήσεις τῶν ἑκάστοτε καιρῶν. Καί τοῦτο, γιατί πέρα ἀπό τό εἰλικρινές ἐνδιαφέρον καί τόν σοβαρό ἐπιστημονικό προβληματισμό τῶν ἐμπλεκομένων σ ̓ αὐτήν τήν ἀναβάθμιση, τό ἐγχείρημα αὐτό προϋποθέτει δημιουργικό χρόνο καί κόπο ἀλλά καί ὑπομονή στίς ἀντιπαρατιθέμενες ἀπόψεις ἀγαπητῶν συναδέλφων. Ὅταν ὅμως συμβαίνει οἱ ἀναδυόμενες προκλήσεις νά προσβάλλουν αὐτήν τήν ἴδια τήν αὐτοσυνειδησία καί τήν ταυτότητά μας, ἀπαιτεῖται ὑπέρτατη ἐγρήγορση καί βαθιά αἴσθηση τῆς ἱστορικῆς εὐθύνης μας, γιά τήν ὅποια θεσμική πρωτοβουλία μας.
[...]
Ἀποδεχόμενοι τήν Εἰσαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν στό Τμῆμα μας, συμβάλλουμε πρακτικῶς στήν ἐπιστημονική κατάρτιση καλύτερων Διδασκάλων τοῦ Ἰσλάμ στίς θρησκευτικές μειονότητες τῆς χώρας μας. Ὅμως, ὡς καθηγητές τῆς Θεολογίας, γνωρίζουμε καλῶς, ὅτι τό Ἰσλάμ ἀρνεῖται τόν Τριαδικό Θεό καί ταυτίζεται θεολογικῶς μέ τήν Χριστιανική αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ἐπειδή καί αὐτό ἀρνεῖται τήν θεότητα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, πρᾶγμα τό ὁποῖο στρέφεται καίρια ἐναντίον τῆς νέας ἐν Χριστῷ ταυτότητάς μας καί τῆς ἐν ἡμῖν χαρισματικῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Πνεύματός Του. Ἀλλά, γιά τήν ἀκρίβεια, τό Ἰσλάμ ὑπερβαίνει κατά πολύ τήν βλάσφημη θεώρηση τοῦ Ἀρειανισμοῦ γιά τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ὑποστηρίζει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἁπλός προφήτης καί μάλιστα κατώτερος τοῦ Μωάμεθ. Ἄλλωστε, τό Ἰσλάμ –μέ βάση τό Κοράνιο– νομιμοποιεῖ τήν βία καί τόν θρησκευτικό πόλεμο (Τσιχάντ) γιά τήν προώθηση καί ἐπιβολή τῶν πεποιθήσεών του.
Ἀπό τά παραπάνω προκύπτουν εὔλογα καί σκληρά ἐρωτήματα, τά ὁποῖα δέν ἐπιτρέπεται, σέ καμία περίπτωση, νά ἀντιπαρέλθουμε: Πρῶτον, ὡς Ὀρθόδοξοι πιστοί, καί πολύ περισσότερο ὡς Πανεπιστημιακοί Θεολόγοι, θά αἰσθανόμαστε συμβατοί μέ τήν ἐν Χριστῷ ταυτότητά μας καί τήν ἐξειδικευμένη πανεπιστημιακή ἰδιότητά μας, στήν περίπτωση πού θά προβαίναμε σέ μιά θεσμική ἐνέργεια, ἡ ὁποία ἐνισχύει τό ἐπιστημονικό profil καί συμβάλλει ἀποφασιστικά στήν θεολογική κατάρτιση τῶν ἀρνητῶν τῆς θεότητας τοῦ Κυρίου μας; Δεύτερον, περνᾶ ἀπό τό νοῦ μας καθόλου καί ὁ εὔλογος κοινωνικός ἀντίκτυπος; Πῶς θά ἀξιολογηθοῦμε, ἄραγε, ἀπό τό Χριστεπώνυμο πλήρωμα, καί πῶς θά ἀντικρύζουμε τήν ἐκκλησιαστική κοινότητα ὡς Πανεπιστημιακοί Διδάσκαλοι τῆς Θεολογίας, γιά μιά τέτοια θεσμική πρωτοβουλία μας, ἀλλά καί γιά τήν διαρκῆ συνεργία μας κατά τοῦ Ἀρχηγοῦ τῆς πίστεως καί τῆς ζωῆς μας, κατά τῆς Κεφαλῆς τοῦ Θεανθρωπίνου σώματος τῆς Ἐκκλησίας μας;
Ἔτσι πολιτεύθηκαν οἱ Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ἔναντι τοῦ θρησκευτικοῦ - εἰδωλολατρικοῦ περιβάλλοντός τους, ἀλλά καί ἔναντι τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τῆς ἐποχῆς τους; Ἔτσι ἀντιμετώπισαν τήν καίρια ἀμφισβήτηση τῆς θεότητας τοῦ Χριστοῦ οἱ ἅγιοι, ὅπως ὁ Πρωτομάρτυς Στέφανος τούς Ἰουδαίους καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τούς Μουσουλμάνους καί μάλιστα ὡς αἰχμάλωτός τους; Τί θά λένε γιά μᾶς στόν Χριστό, ἄραγε, οἱ Νεομάρτυρες τῆς περιόδου τῆς Τουρκοκρατίας; Μήπως θά μᾶς ἐπαινέσουν, ἄν θά φιλοξενοῦμε θεσμικά στό Τμῆμα μας τούς ἀρνητές τῆς θεότητας τοῦ Χριστοῦ, γιά τήν ὁποία ἐκεῖνοι πέθαναν μέ μαρτυρικό τρόπο ἀπό τούς Μουσουλμάνους; Μέ τέτοιες ἐνέργειές μας, μποροῦμε νά ὑποστηρίζουμε, σοβαρά, ὅτι θεολογοῦμε καί δέν τεχνολογοῦμε τραγικά; Φρονοῦμε, τελικῶς, τά τοῦ Θεοῦ ἤ τά τῶν ἀνθρώπων;
Ἀλλά, μήπως μέ τίς Μουσουλμανικές Σπουδές στό Τμῆμα μας καλούμαστε νά καλύψουμε θεσμικά, Θρησκευτικές Σπουδές, οἱ ὁποῖες ἔχουν ἐκ προοιμίου καί ἀντίχριστο περιεχόμενο; Μήπως, δηλαδή, καλούμαστε, στήν πράξη, νά βάλλουμε, σαφῶς, κατά τοῦ Χριστοῦ, ἐμεῖς πού γνωρίζουμε καί διδάσκουμε τίς Βιβλικές ἀλήθειες, οἱ ὁποῖες μιλοῦν ξεκάθαρα γιά τό ἀντίχριστο πνεῦμα; Γιατί στίς Ἐπιστολές τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου ἔτσι διαβάζουμε: «πολλοί πλάνοι ἐξῆλθον εἰς τόν κόσμον, οἱ μή ὁμολογοῦντες Ἰησοῦν Χριστόν ἐρχόμενον ἐν σαρκί• οὗτός ἐστιν ὁ πλάνος καί ὁ ἀντίχριστος» (Β ́ Ἰω. 7). Ἀλλά, καί «πᾶν πνεῦμα, ὅ μή ὁμολογεῖ τόν Ἰησοῦν Χριστόν ἐν σαρκί ἐληλυθόντα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι• καί τοῦτό ἐστι τό τοῦ ἀντιχρίστου, ὅ ἀκηκόατε ὅτι ἔρχεται, καί νῦν ἐν τῷ κόσμῳ ἐστίν ἤδη» (Α ́ Ἰω. 4, 3).
Θά ἀποσιωπήσουμε αὐτές τίς Βιβλικές ἀλήθειες τῆς πίστεώς μας; Ἤ μήπως θά τίς ἀντιπαραθέσουμε ἐπιστημονικῶς καί ἀναπόφευκτα σέ Θεολογικό Διάλογο, μέσα στό ἴδιο τό Τμῆμα μας; Προσφέρεται ἡ ἱστορική συγκυρία γιά κάτι τέτοιο ἤ διακυβεύεται ἡ θρησκευτική, κοινωνική καί ἐθνική ἀκόμη εἰρήνη μας; Ἀλλά ἐνδεχομένως, τό πρόβλημα αὐτό μπορεῖ νά πάρει καί διεθνεῖς διαστάσεις, μέ ἀπρόβλεπτες ἴσως συνέπειες, τίς ὁποῖες κανείς δέν μπορεῖ μέ βεβαιότητα οὔτε νά ἀποκλείσει οὔτε καί νά ἀποτρέψει. Τότε, ὅμως, ἐμεῖς θά βρισκόμαστε στό «μάτι» τοῦ κυκλῶνα, τόν ὁποῖον ἐμεῖς –ἐμμέσως πλήν σαφῶς– προκαλέσαμε.
Μέ τήν προτεινόμενη Εἰσαγωγική Κατεύθυνση Μουσουλμανικῶν Σπουδῶν ἐπιχειρεῖται ἡ ἀπαρχή «θρησκειολογικοποιήσεως» τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς. Καί τοῦτο, λογικά, ἐκβάλλει στόν Πανθρησκειακό Οἰκουμενισμό. Στήν περίπτωση αὐτή δέν θά εἶναι καθόλου περίεργο, ἄν θά καθιερώσουμε καί μιά Εἰσαγωγική Κατεύθυνση Ἀθεϊστικῶν Σπουδῶν, τή στιγμή πού κάποιοι ἀπό τούς σημερινούς καθηγητές καί φοιτητές δηλώνουν ἄθεοι. Ἔτσι, θά καλύψουμε ἐπιστημονικῶς καί αὐτήν τήν νέα «μειονότητα» τῆς ἐποχῆς μας;
Περιοδικό Παρακαταθήκη
Μάρτιος - Απρίλιος 2014
Τεύχος 95