Ξέρω ὅτι θὰ μοῦ πεῖτε ὅτι σᾶς τὰ εἶπαν ἄλλοι, ἀλλὰ δὲν πειράζει νὰ σᾶς τὰ εἰπῶ κι ἐγὼ, ἔτσι γιὰ τὸ καλὸ, ὅπως λέμε στὰ κάλαντα. Ἔχω τὴ διαβεβαίωση ὅτι πρόκειται περὶ πραγματικοῦ περιστατικοῦ, ὅμως, κι ἄν δὲν εἶναι, ἰσχύει τὸ ἰταλικὸ: si non è vero, è ben trovato (=Κι ἄν δὲν εἶναι ἀληθινὸ, εἶναι πάντως καλὰ εὑρημένο, καλοειπωμένο). Ἰδοὺ το: μιὰ νεόπλουτη καὶ ὀψιμαθὴς κυρία λέει σὲ μιὰ «ὁμοιαθῆ» της ὅτι διαβάζει ἕνα βιβλίο μὲ πολλή φιλοσοφία.
Καὶ ὅταν ἡ ἄλλη τὴ ρώτησε, ποιὸ εἶναι αὐτὸ, ἡ κυρία ἀποκρίθηκε ἐμβριθῶς: «Εἶναι τὸ «Τάδε» τῆς Ἔφης Ζαρατούστρα»! Ἐδῶ δὲν γελᾶνε, κλαῖνε, χύνουν τόσο δάκρυ ὥστε νὰ σχηματισθεῖ Κωκυτὸς, ποὺ ἦταν ποταμὸς τῶν δακρύων στὸν Ἅδη. Ἡ κυρία διάβαζε, τρόπος τοῦ λέγειν τὸ «Τάδε ἔφη Ζαρατούστρας» τοῦ Νίτσε καὶ ἐξέλαβε τὸ «Τάδε» σὰν τίτλο καὶ τὶς δύο ὑπόλοιπες λέξεις σὰν ὄνομα καὶ ἐπώνυμο κάποιας συγγραφέως.
Ἄμ τὸ ἄλλο! Ἀνέβαινε τὶς σκάλες τῆς αἴθουσας τελετῶν τοῦ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου μιὰ ἐλλόγιμη κυρία πρώην ὑπουργὸς ἤ ὑφυπουργὸς. Γινόταν μιὰ ἐκδήλωση κάποιου ἰατρικοῦ συλλόγου. Ὁ ἐπὶ τῆς ὑποδοχῆς γιατρὸς, παλαιὸς μαθητὴς μου, τῆς ἐζήτησε εὐγενῶς τὴν πρόσκληση, γιὰ τὴν τοποθετήσει στὴν πρέπουσα θέση. Ἡ κυρία πρὼην ὑπουργὸς ἤ ὑφυπουργὸς τοῦ ἔδειξε τὴν πρόσκληση ἀλλὰ ὁ ἐπὶ τῆς ὑποδοχῆς γιατρὸς, τῆς ὑπέδειξη ὅτι κάνει λάθος. Ἡ πρόσκληση εἶναι γιὰ τὴν Ἀκαδημία. Καὶ ἡ κυρία πολιτικὸς ἀπόρησε: «Μὰ δὲν εἶναι ἐδῶ ἡ... Ἀκαδημία;». Ὁ πάντα εὐγενὴς γιατρὸς –καθότι μαθητής μου παλαιός– τῆς ὑπέδειξε ὅτι ἡ Ἀκαδημία εἶναι τὸ παρακείμενο κτήριο πρὸς τὰ δεξιὰ καὶ, γιὰ νὰ μὴ μπερδευτεῖ ἡ κυρία καὶ πάει πρὸς τὰ ἀριστερὰ, στὴν Έθνικὴ Βιβλιοθήκη, κατέβηκε μαζί της τὶς σκάλες καὶ τῆς ἔδειξε τὸ κτήριο ποὺ ἔγινε μὲ δαπάνες τοῦ Σίνα. Ὅταν λοιπόν πολιτικοὶ καὶ πολιτικὲς μας δὲν μποροῦν νὰ ξεχωρίσουν τὸ πανεπιστήμιο ἀπὸ την Ἀκαδημία, πρὸς τὶ νὰ γεννᾶται ἀπορία σὲ νὲο καὶ εὐπαίδευτο συνάδελφο, ἐπειδὴ οἱ μαθητὲς, ποὺ παρέλαβε καὶ τὴν τρέχουσα σχολικὴ χρονιὰ, ἀγνοοῦσαν καὶ τὸν Σίνα καὶ τὸν Σινᾶ;
Δὲν εἶναι χρόνια πολλὰ ποὺ λόγιος ἀνώτατος δικαστικὸς ἦταν μέλος τῆς ἐξεταστικῆς ἐπιτροπῆς ποὺ θὰ ἤλεγχε τὶς νομικὲς ἀλλὰ καὶ τὶς ἐγκύκλιες γνώσεις τῶν νέων ἐπιστημόνων ποὺ φιλοδοξοῦσαν νὰ εἰσέλθουν στὸ δικαστικὸ σῶμα. Ὁ φίλος δικαστικὸς ἦταν ἐπὶ τῶν ἐγκυκλίων γνώσεων ἐξεταστὴς. Ἐρώτησε λοιπόν ἕναν ὑποψήφιο, ποιὸς ἔγραψε τὸ ἐπίγραμμα τῶν πεσόντων στὴ μάχη τοῦ Μαραθῶνος, τὸ περίφημο «Ἑλλήνων προμαχοῦντες Ἀθηναῖοι Μαραθῶνι...». Καὶ ἡ ἀπάντηση: «Δὲν μοῦ ’ρχεται, κύριε Πρόεδρε»! Καλόβολος ὁ πρόεδρος τοῦ ἔθεσε ἄλλο ἐρώτημα, ἄν δηλαδή, ἤξερε πῶς λεγόταν ὁ δρομέας ποὺ ἔφερε τὸ ἄγγελμα τῆς νίκης, τὸ πολυθρύλητο «Νενικήκαμεν», στὴν Ἀθήνα.
Καὶ πάλι εἰσέπραξε τὸ «Δὲν μοῦ ’ρχεται», ὁπότε προχώρησε (χαρᾶς τὸ κουράγιο του!) καὶ σὲ τρίτο καὶ ρώτησε, ἄν ὁ ὑποψήφιος γνώριζε τὸ ἐπίγραμμα ποὺ ἔγραψε γιὰ τοὺς 300 τῶν Θερμοπυλῶν ὁ Σιμωνίδης ὁ Κεῖος. Καὶ μόνον, ἀφοῦ εἰσέπραξε καὶ ἕνα τρίτο «Δὲν μοῦ ’ρχεται», προχώρησε σὲ δεύτερο ὑποψήφιο καὶ τὸν ρώτησε, ἄν θυμόταν πὼς λεγόταν ἡ πυλίδα ἀπὸ τὴν ὁποία εἰσχώρησαν οἱ Τοῦρκοι στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀλλὰ ὁ ὑποψήφιος δικαστὴς δὲν θυμόταν τὸ ὄνομα τῆς Κερκόπορτας. Καὶ ἀσφαλῶς θὰ ἔτριζαν τὰ κόκκαλα τοῦ ἀρχαίου φίλου μου, πολυμαθέστατου δικαστικοῦ Δελαπόρτα, ναὶ αὐτοῦ ποὺ ἔγινε γνωστὸς μὲ τὴν ὑπόθεση Λαμπράκη. Ὁ ἀείμνηστος ἐρχόταν συχνὰ στὸ φροντιστήριο «Ἡράκλειτος» στὸ ὁποῖο ἤμουν ἱδρυτικὸ μέλος γιὰ νὰ μιλᾶμε στὰ διαλείμματα ἤ σὲ κάποια κενὰ γιὰ θέματα λογοτεχνίας καὶ ἱστορίας. Καὶ κάποτε τὸν εἶχα ἀκούσει ἐπὶ τῆς ἔδρας νὰ ἀπαγγέλλει στίχους τοῦ παλαιοῦ Ἑπτανήσιου ποιητῆ Μικέλη Ἄμβλιχου!
Μοῦ εἶχαν διηγηθεῖ ὅτι ὁ Ἰω. Κακριδῆς, καθηγητὴς τῆς κλασσικῆς φιλολογίας στὸ Ἀριστοτέλειο, εἶχε κόψει τρεῖς φορὲς μιὰ φοιτήτρια ἀπό τὴν Ἀθήνα. Αὐτὴ πῆγε στὸ γραφεῖο του καὶ παραπονέθηκε. Ὁ καθηγητὴς ἔδειξε τὸ γραπτό της καὶ τῆς ἐπέδειξε ἕνα ἐντὸς ἐρυθροῦ κύκλου μέγα λάθος της. Ἡ μέλλουσα καθηγήτρια ἔγραφε: «Ἐξ’ Ἀθηνῶν»! Ἀγνοοῦσε ὅτι στὸ «ἐξ» δὲν βάζουμε ἀπόστροφο. Καὶ ὁ Κακριδῆς τῆς ὑπέδειξε: «Αὐτὸ εἶναι ἀπὸ τὰ πρῶτα-πρῶτα ποὺ πρέπει νὰ διδάξετε στὰ παιδιὰ». Τότε ἄλλα ἦταν τὰ ἤθη παιδείας καὶ ἄλλα τὰ τωρινὰ. Γι’ αὐτὸ πηγαίνουμε ἀπὸ τὰ στραβὰ στὰ θεόστραβα. Ὑποδεικνύεις λάθος σὲ κάποιον καὶ αὐτὸς ἀπαντᾶ: «Ἔ καὶ τὶ ἔγινε;». Ἔτσι γίναμε πούλβερη καὶ κουρνιαχτὸς...
Ημερομηνία: 15/08/2017
Πηγή: Σαράντος Καργάκος, Ακτίνες