Σχόλιο στη δημόσια διαβούλευση επί των παρεμβάσεων στον Ποινικό Κώδικα
Είναι επιτακτική ανάγκη η επαναφορά σε ισχύ των άρθρων 198 και 199 του Ποινικού Κώδικα περί κακόβουλης βλασφημίας και καθύβρισης θρησκευμάτων αντίστοιχα, για τη διασφάλιση της θρησκευτικής και κοινωνικής ειρήνης.
Με την κατάργησή τους από το Ν. 4619/2019 ο πολίτης, ανεξαρτήτου θρησκεύματος δεν έχει ποινική και αντιστοίχως αστική προστασία από την κακόβουλη εξύβριση των ιερών του. Για πολλούς πολίτες, η πίστη είναι ιερότερη από την προσωπική τους τιμή, ουσιώδες στοιχείο της προσωπικότητάς τους, η οποία προστατεύεται μεν από άλλες διατάξεις των εγκλημάτων κατά της τιμής, αλλά ανεπαρκώς αφού δεν περιλαμβάνει τη θρησκευτική τιμή.
Οι υβριστές των θείων, σκοπό έχουν ως επί των πλείστον την υποτίμηση της θρησκευτικής πίστης του συμπολίτη τους, τον οποίο αντί να προσβάλουν ευθέως με παράβαση της ποινικής διατάξεως της εξύβρισης, τον προσβάλλουν πλαγίως, αλλά πιο βάναυσα, υβρίζοντας τη σημαντικότερη πτυχή της προσωπικότητάς του, τη θρησκευτική του συνείδηση, η οποία προστατεύεται από το άρθρο 13 του Συντάγματος και επομένως θα έπρεπε να προστατεύεται και με ποινικές διατάξεις.
Επιπλέον, οι συγκεκριμένες διατάξεις σκοπό είχαν τη διασφάλιση της θρησκευτικής ειρήνης, ώστε να αποφεύγονται αυτοδικίες απέναντι στους βλάσφημους και προστάτευαν την κακόβουλη καθύβριση και όχι την αντίρρηση ή την κριτική στα θρησκεύματα.
Μάλιστα, οι ως άνω καταργημένες διατάξεις ήταν θρησκευτικά ουδέτερες, παρά την αβάσιμη επιχειρηματολογία των επικριτών τους, διότι τιμωρούσαν την εξύβριση όχι μόνο της χριστιανικής πίστης, αλλά όλων των γνωστών θρησκευμάτων.
Το γεγονός ότι από όλα τα θρησκεύματα, οι παραβάτες υβρίζουν σχεδόν αποκλειστικά τα ιερά των χριστιανών και μάλιστα αισθάνονται την ανάγκη να το πράξουν κακόβουλα και ατιμώρητα, δεν ακυρώνει τη θρησκευτική ουδετερότητα της διάταξης. Αυτή η θλιβερή αποκλειστικότητα συμβαίνει, διότι από διάφορους κύκλους καλλιεργείται κλίμα μισαλλοδοξίας κατά των χριστιανών. Αντιθέτως, οι ευσυνείδητοι χριστιανοί έχουν ως αρχή να σέβονται όλους τους ανθρώπους, ασκώντας μόνο καλόπιστη κριτική στα άλλα πιστεύματα και όχι πεζοδρομιακές ύβρεις.
Ένα κράτος δικαίου και μία πολιτισμένη κοινωνία, η οποία θέλει να έχει πολίτες με ακέραιο χαρακτήρα και πνεύμα κοινωνικής αλληλεγγύης, είναι απαράδεκτο να ανέχεται ατιμωρητί την εξύβριση των ιερών, γνώρισμα ανθρώπων με μισαλλοδοξία και έλλειψη σεβασμού των συνανθρώπων τους.
Τέλος, υπάρχει και η πνευματική πτυχή του ζητήματος, με την αναπόφευκτη ευθύνη όσων από θέσεως εξουσίας ανέχονται την εξύβριση του Θεού στον Οποίον ορκίζονται (!), η οποία πτυχή απλώς αναφέρεται χωρίς περαιτέρω ανάλυση, μήπως ενεργοποιήσει τις - ναρκωμένες στο βωμό της «πολιτικής ορθότητας» - συνειδήσεις κάποιων εκ της πλειοψηφούσας παράταξης του νομοθετικού σώματος.
Χαράλαμπος Άνδραλης, Δικηγόρος