Οι τρείς Ιεράρχες :
Ἀναφορά στό βίο καί τό ἔργο τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν,
τῶν φωτεινῶν ὁροσήμων τοῦ παγκοσμίου πολιτισμοῦ
Τοῦ Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητοῦ.
Ἡ ἑλληνικὴ παιδεία καὶ ὁ πολιτισμὸς ἔχουν τὴ δική τους ἑορτή. Στὶς 30 Ἰανουαρίου ἑορτάζουν μαζὶ μὲ τὴν Ἐκκλησία μας τὴ μνήμη τριῶν ξεχωριστῶν προσωπικοτήτων τῆς παγκόσμιας ἱστορίας, τῶν ἰσάριθμων Ἱεραρχῶν, τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Ναζιανζηνοῦ καὶ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Τιμώντας ἐκείνους, τιμοῦμε μαζὶ ὅλα τὰ εὐγενῆἀνθρώπινα ἐπιτεύγματα καὶ τὸν πολιτισμό, διότι αὐτοὶ τὰ βίωσαν καὶ τὰ καλλιέργησαν στὸ ἔπακρο καὶ γι’ αὐτὸ δικαίως καθιερώθηκαν προστάτες τους.
Ὁ Μέγας Βασίλειος γεννήθηκε στὴν Καισαρεία τῆς Καππαδοκίας τὸ 330. Οἱ γονεῖς του Βασίλειος καὶ Ἐμμέλεια, μαζὶ μὲ τὴ γιαγιά του Μακρίνα, φρόντισαν νὰ γεμίσουν τὴν ψυχή του μὲ εὐσέβεια καὶ ἀγάπη γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Σπούδασε στὶς πιὸ ὀνομαστὲς σχολὲς τῆς ἐποχῆς του, μὲ ἀποκορύφωμα τὶς φιλοσοφικὲς σχολὲς τῶν Ἀθηνῶν. Ἐκεῖ, μαζὶ μὲ τὸ φίλο του Γρηγόριο τὸ Ναζιανζηνό, σπούδασε τέσσερα χρόνια (351- 355) φιλοσοφία, νομικά, ρητορική, γεωμετρία, ἀστρονομία, μουσικὴ καὶ ἰατρική. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές του ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του καὶ ἐργάστηκε ὡς δικηγόρος καὶ δάσκαλος τῆς ρητορικῆς. Παράλληλα ἐπισκέφτηκε διάφορα ὀνομαστὰ μοναστικὰ κέντρα προκειμένου νὰ γνωρίσει τὴν μοναχικὴ ζωή. Τὸ 360 ἀποσύρθηκε μαζὶ μὲ τὸ φίλο του Γρηγόριο σὲ ἐρημικὴ τοποθεσία, κοντὰ στὸνἼρη ποταμὸ τοῦ Πόντου, ὅπου μόνασε ὣς τὸ 363 μελετώντας καὶ συγγράφοντας. Τὸ 363 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴν Καισαρεία, ἀναπτύσσοντας τεράστια φιλανθρωπικὴ δράση. Τὸ 370 ἐκλέχτηκε ἀρχιεπίσκοπος Καισάρειας τῆς Καππαδοκίας. Τότε ἀρχίζει ἕνα καταπληκτικὸ κοινωνικὸ ἔργο. Ἵδρυσε τὴν περίφημη «Βασιλειάδα», ἕνα τεράστιο συγκρότημα εὐποιΐας, τὸ ὁποῖο περιελάμβανε νοσοκομεῖο, ὀρφανοτροφεῖο, πτωχοκομεῖο, ἐπαγγελματικὲς σχολές, κ.λ.π. Μέσα σὲ αὐτὸ ἔβρισκαν καταφύγιο καὶ βοήθεια χιλιάδες ἄνθρωποι. Κατὰ τὸν φοβερὸ λιμὸ τοῦ 367 – 368 ἔσωσε ἀπὸ βέβαιο θάνατο ὅλους τοὺς φτωχοὺς τῆς εὐρύτερης περιοχῆς τῆς Καισάρειας. Ταυτόχρονα ἀνέπτυξε τεράστια ποιμαντικὴ καὶ συγγραφικὴ δράση. Ὑπῆρξε δεινὸς θεολόγος, μέγας συγγραφέας, τοῦ ὁποίου τὸ ἔργο εἶναι μέχρι σήμερα πρωτοπόρο. Ἐξαιτίας τοῦ φιλάσθενου ὀργανισμοῦ του καὶ τοῦ ἀφάνταστου κόπου τοῦ ἔργου του πέθανε νέος 49 ἐτῶν στὶς 31 Δεκεμβρίου τοῦ 378. Ἡ κηδεία του ἔγινε τὴν 1η Ἰανουαρίου τοῦ 379 μὲ πρωτοφανεῖς ἐκδηλώσεις σεβασμοῦ καὶ τιμῆς ἀπὸ ἐχθροὺς καὶ φίλους. Ἡ Ἐκκλησία μας τὴν ἡμέρα αὐτὴ τιμᾶ τὴν μνήμη του.
Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος γεννήθηκε τὸ 329 στὴν Ναζιανζὸ τῆς Καππαδοκίας. Ὁ πατέρας του Γρηγόριος καὶ ἡ μητέρα του Νόννα, εὔποροι ὄντες, ἔδωσαν μεγάλη μόρφωση μὰ καὶ εὐσέβεια στὸ παιδί τους. Φοίτησε στὶς ὀνομαστὲς σχολὲς τῆς Καισάρειας τῆς Καππαδοκίας, τῆς Καισάρειας τῆς Παλαιστίνης, τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ τῶν Ἀθηνῶν. Ὅπως ἀναφέραμε, ἐκεῖ γνωρίστηκε μὲ τὸν Βασίλειο. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὶς σπουδές του γύρισε στὴν Ναζιανζὸ καὶ προτίμησε νὰ ἀφιερωθεῖ στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Μόνασε γιὰ ἕνα χρόνο μαζὶ μὲ τὸ Βασίλειο στὸνἼρη ποταμὸ τοῦ Πόντου καὶ στὴ συνέχεια χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Σασίμων. Τὸ 379 σύνοδος ἐπισκόπων τῆς Ἀντιόχειας ἀποφάσισε νὰ μεταβεῖ ὁ Γρηγόριος στὴν Κωνσταντινούπολη προκειμένου νὰ ἀντιμετωπισθεῖ ἡ ἀρειανικὴ λαίλαπα στὴν Βασιλεύουσα. Μὲ ὁρμητήριο ἕνα μικρὸ ναὸ κήρυττε στὰ πλήθη καὶ σὲ μικρὸ χρονικὸ διάστημα κατόρθωσε νὰ ἀναχαιτίσει τὴν αἵρεση. Τὸ 380 ἀναδείχτηκε ἀρχιεπίσκοπος τῆς Κωνσταντινούπολης χωρὶς οὐσιαστικὰ νὰ τὸ ἐπιθυμεῖ. Ὅταν κάποιοι ἀμφισβήτησαν τὴν ἐκλογή του γιὰ τυπικοὺς λόγους παραιτήθηκε καὶ ἐπέστρεψε στὴν Καππαδοκία, ζώντας τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του μὲ προσευχή, ἄσκηση, φιλανθρωπία καὶ ἡσυχία. Συνέγραψε τεράστιο θεολογικὸ καὶ ποιητικὸ ἔργο. Πέθανε στὶς 25 Ἰανουαρίου τοῦ 390. Τὴν ἡμέρα αὐτὴ τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία τὴ μνήμη του.
Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος γεννήθηκε στὴν Ἀντιόχεια τὸ 354. Ὁ πατέρας του ἦταν εἰδωλολάτρης, τὸν ὁποῖο μετέστρεψε στὸν Χριστιανισμὸ ἡ σύζυγός του καὶ μητέρα τοῦ Ἰωάννη ὑπέροχη Ἀνθοῦσα. Ἀφοῦ ὁλοκλήρωσε τὴν ἐγκύκλιο μόρφωσή του, προσκολλήθηκε στὸν ὀνομαστὸ εἰδωλολάτρη Λιβάνιο ὥστε νὰ συμπληρώσει τὶς σπουδές του στὴ ρητορικὴ καὶ στὴ φιλοσοφία. Ἡ ἐπίδοσή του ἦταν τέτοια ὥστε ὁ Λιβάνιος τὸν προόριζε γιὰ διάδοχό του στὴ Σχολή! Ἀμέσως μετὰ σπούδασε Θεολογία στὴν ὀνομαστὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Ἀντιόχειας. Ἄσκησε γιὰ λίγο χρόνο τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ρήτορα, στὸ ὁποῖο σημείωσε μεγάλη ἐπιτυχία. Ὅμως πολὺ γρήγορα ἐγκατέλειψε τὴν κοσμικὴ δόξα, τὸ προσοδοφόρο ἐπάγγελμα καὶ τὶς ἰαχὲς τοῦ πλήθους καὶ ἀφιερώθηκε στὴν ὑπηρεσία τῆς ἐκκλησίας. Τὸ 380 χειροτονήθηκε διάκονος καὶ τὸ 385 πρεσβύτερος στὴν Ἀντιόχεια. Γιὰ δεκατρία ὁλόκληρα χρόνια ἐργάστηκε δραστήρια καὶ ἀναδείχθηκε πρότυπο ποιμένα, διδασκάλου καὶ κοινωνικοῦ ἐργάτη. Πλῆθος ἀναξιοπαθούντων ἔβρισκαν κοντά του πνευματικὴ καὶ ὑλικὴ στήριξη. Τὸ 398 ὁδηγήθηκε παρὰ τὴ θέλησή του νὰ ἀναλάβει τὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ὡς Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Βασιλεύουσας ἀνέλαβε ἕναν τιτάνιο ἀγώνα κατὰ τῆς διαφθορᾶς καὶ τῆς ἀκολασίας ποὺ εἶχε ἐπικρατήσει στὴν πλούσια πρωτεύουσα τοῦ κράτους. Ξεκίνησε τὸ ξεκαθάρισμα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ ἔφτασε μέχρι τὰ ἀνάκτορα καὶ ἰδιαίτερα στηλίτευσε τὴν διεφθαρμένη αὐτοκράτειρα Εὐδοξία. Ἦρθε σὲ ρήξη μὲ τοὺς ἰσχυροὺς τοῦ χρήματος καὶ τῆς κρατικῆς ἐξουσίας. Ὅλοι αὐτοὶ κατόρθωσαν ἀκόμα καὶ μὲ ἀπόφαση ψευδοσυνόδου ( Ἱέρειας τοῦ 407) νὰ ἐξοριστεῖ δυὸ φορὲς στὸν Πόντο. Στὶς 14 Σεπτεμβρίου τοῦ 407 δὲν ἄντεξε τὶς κακουχίες καὶ πέθανε καθ’ ὁδὸν στὰ βάθη τῆς Ἀρμενίας.
Τὸ ἔργο τοῦ Ἰωάννη ὑπῆρξε τεράστιο. Τὸ συγγραφικό του ἔργο κολοσσιαῖο. Ἡ κοινωνική του προσφορὰ ἀνεκτίμητη. Ἡ Ἐκκλησία μας τοῦ προσέδωσε τὸν τίτλο Χρυσόστομος, διότι ὑπῆρξε πραγματικὰ ὁ μεγαλύτερος Πατέρας ρήτορας, τὸ γλυκόλαλο ἀηδόνι τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως παρατηρεῖ σύγχρονος στοχαστής.
Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται στὶς 13 Νοεμβρίου.
Ἡ τριάδα τῶν κορυφαίων αὐτῶν ἱεραρχῶν τῆς Ἐκκλησίας μας, ἔχει καθιερωθεῖ στὴ συνείδηση τῶν πιστῶν, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας, ὡς οἱ φωτεινὲς ἐκεῖνες προσωπικότητες οἱ ὁποῖες ἔπαιξαν καθοριστικὸ ρόλο στὴ διαμόρφωση τοῦ παγκόσμιου πολιτισμοῦ. Εἶναι οἱ ἐκπρόσωποι μιᾶς πλειάδας φωτόμορφων πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνο διέσωσαν ὅ,τι πολύτιμο εἶχε δημιουργήσει ἡ ἀνθρώπινη διάνοια ὣς τότε, κυρίως τῶν Ἑλλήνων, ἀλλὰ μέσα στὸ πνεῦμα τοῦ φωτός, τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ἀγάπης τῆς ἀπαράμιλλης διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ, συνέθεσαν τὸν νέο πολιτισμὸ τοῦ κόσμου, τὸν ἑλληνοχριστιανικό.
Οἱ τρεῖς ἱεράρχες ἔχουν καθιερωθεῖ ὡς οἱ προστάτες τῶν γραμμάτων καὶ τοῦ πολιτισμοῦ ἀπὸ τὸν 10ο κιόλας αἰώνα ἀπὸ τὸν φωτισμένο ἐπίσκοπο Εὐχαΐτων Ἰωάννη Μαυρόποδα. Ἐκεῖνος εἶχε βάλει τέλος στὴν ἱερὴ διαμάχη στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὸ ποιός ἀπὸ τοὺς τρεῖς Ἱεράρχες ὑπῆρξε ὁ πιὸ σπουδαῖος. Τέτοια ἦταν ἡ ἐπίδραση τῶν μεγάλων αὐτῶν προσωπικοτήτων στὴ συνείδηση τῶν πιστῶν! Ἔτσι ἀπὸ τότε στὴν ἱερὴ κοινὴ μνήμη τους (30 Ἰανουαρίου) μαζὶ μὲ αὐτοὺς τιμῶνται τὰ γράμματα καὶ ἑορτάζουν οἱ παράγοντες τῆς παιδείας, διδάσκοντες καὶ διδασκόμενοι.
Οἱ ὑπέροχες φωτεινὲς αὐτὲς προσωπικότητες ἀποτελοῦν τὴν ἠχηρὴ ἀπάντηση σὲ ὅσους εἴτε ἀπὸ ἄγνοια, εἴτε ἀπὸ σκόπιμη ἐμπάθεια συκοφαντοῦν τὸν Χριστιανισμὸ ὡς δῆθεν σκοταδιστικὸ σύστημα, τὸ ὁποῖο κατάστρεψε τὸν ἀρχαῖο πολιτισμὸ καὶ ὁδήγησε τὴν ἀνθρωπότητα στὸ σκοτεινὸ μεσαίωνα. Οἱ τρεῖς Ἱεράρχες, καὶ τὸ σύνολο σχεδὸν τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, ὑπῆρξαν φορεῖς ὑψηλῆς μορφωτικῆς στάθμης. Ὁ Μέγας Βασίλειος κατεῖχε ὅλη σχεδὸν τὴ γνώση τῆς ἐποχῆς του, ἦταν θεολόγος, φιλόλογος, ἰατρός, γεωμέτρης, φυσιοδίφης, νομικός, ρήτορας, μουσικὸς κ.λ.π. Ὁ Γρηγόριος ὑπῆρξε μέγας θεολόγος, ἀπαράμιλλος ποιητὴς ἀρχαϊκῶν στίχων, ρήτορας καὶ φιλόσοφος. Χάρη στὴν κολοσσιαία μόρφωσή του διετέλεσε καθηγητὴς τῶν ὀνομαστῶν φιλοσοφικῶν σχολῶν τῶν Ἀθηνῶν! Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὑπῆρξε ὀνομαστὸς ρήτορας, νομικός, θεολόγος, ἄριστος φιλόλογος καὶ ἀπαράμιλλος χειριστὴς τοῦ λόγου, γι’ αὐτὸ ὀνομάστηκε καὶ Χρυσόστομος. Ὁ ὀνομαστὸς ἐθνικὸς δάσκαλός του Λιβάνιος εἶχε πεῖ μὲ πίκρα πὼς τὸν ὑπέροχο αὐτὸ μαθητή του τὸν κέρδισε ὁ Χριστιανισμὸς καὶ ἔτσι ὁ ἐθνισμὸς ἔχασε μία σπάνια πνευματικὴ προσωπικότητα!
Ἡ συγκεκριμένη ἱστορικὴ περίοδος ποὺ ἔζησαν ἦταν ἐποχὴ μεταβατική, ἔντονων πνευματικῶν συγκρούσεων. Ὁ ἀρχαῖος κόσμος ἔδυε κάτω ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ ἀναγκαιότητα καὶ μία νέα πραγματικότητα ἔπαιρνε τὴ θέση του στὸ πνευματικὸ στερέωμα, ὁ Χριστιανισμός. Αὐτὴ ἡ μετάβαση δὲν ἔγινε χωρὶς συγκρούσεις καὶ τριβές. Ὁ θνήσκων ἐθνισμὸς ἀνθίστατο μὲ ὅσες δυνάμεις τοῦ εἶχαν ἀπομείνει. Ἡ θλιβερὴ περίπτωση τοῦ ψευτορομαντικοῦ Ἰουλιανοῦ (361-363) νὰ νεκραναστήσει τὴν εἰδωλολατρία μὲ τὴ βία καὶ τοὺς διωγμοὺς κατὰ τοῦ Χριστιανισμοῦ, χωρὶς φυσικὰ ἀποτέλεσμα, ἀποτελεῖ μία φανερὴ πτυχὴ τῆς ταραγμένης ἐκείνης ἐποχῆς. Οἱ ἐν λόγῳ πατέρες ὅμως ὄχι μόνο εἶδαν τήν, χωρὶς πισωγύρισμα, ροὴ τῶν ἱστορικῶν πραγμάτων ἀλλὰ συνέβαλαν θετικὰ σ’ αὐτό. Παράλληλα κράτησαν συνετὴ στάση μπροστὰ στὶς βαρβαρότητες τοῦ ἐθνισμοῦ. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ ἐπιστολὴ τοῦ Γρηγορίου πρὸς τὸν φίλο του καὶ πρώην συμμαθητή του Ἰουλιανό. Προέτρεπε τὸν φανατικὸ αὐτοκράτορα νὰ μελετήσει καλλίτερα τὸν ἑλληνισμὸ ὥστε νὰ διδαχθεῖ μέσα ἀπὸ αὐτὸν ὅτι δὲν δικαιολογοῦνται διωγμοὶ καὶ κακουργίες στὸ ὄνομα αὐτοῦ. «Τὸ ἑλληνίζειν ἐστὶ πολυσή μαντον», τόνιζε ὁ σοφὸς ἱεράρχης. Μετὰ τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ὁ θηριώδης αὐτοκράτορας ἄρχισε νὰ ἀλλάζει στάση κατὰ τῶν Χρισιανῶν.
Οἱ τρεῖς Ἱεράρχες δὲν ἦταν μόνο θιασῶτες τοῦ λόγου, ἀλλὰ καὶ ἀκάματοι ἐργάτες τοῦ ἔργου. Μιὰ σύντομη ματιὰ στὸ βίο τους, μᾶς βεβαιώνει γιὰ τὸ πολύπλευρο ποιμαντικό, κοινωνικὸ καὶ πνευματικό τους ἔργο. Ὅπως προαναφέραμε ἡ περίφημη καὶ μοναδικὴ «Βασιλειάδα» τοῦ Μ. Βασιλείου στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, οἱ τιτάνιοι ἀγῶνες κατὰ τῶν ἀρειανῶν τῆς Κωνσταντινούπολης τοῦ Γρηγορίου καὶ τὸ θαυμαστὸ φιλανθρωπικὸ ἔργο τοῦ Χρυσοστόμου στὴν Ἀντιόχεια καὶ μετὰ στὴν Κωνσταντινούπολη, εἶναι κάποιες ἀπὸ τὶς δραστηριότητές τους. Παράλληλα μᾶς ἄφησαν ἕνα ἀπέραντο συγγραφικὸ ἔργο, στὸ ὁποῖο διασώζεται ὄχι μόνο ὁ μοναδικὸς ἑλληνικὸς λόγος ἀλλὰ καὶ ὅ,τι καλὸ εἶχε δημιουργήσει ἡ ἀρχαιότητα. Ἀναφέρω γιὰ παράδειγμα τοὺς 17.000 ποιητικοὺς στίχους τοῦ Γρηγορίου οἱ ὁποῖοι εἶναι ἐφάμιλλοι τῶν ἔργων τῶν μεγάλων ποιητῶν τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας. Ἀναφέρω ἀκόμα καὶ τὶς προτροπὲς τοῦ Βασιλείου ὥστε νὰ ὠφεληθοῦν οἱ νέοι μελετώντας ἐπιλεκτικὰ τοὺςἝλληνες σοφοὺς καὶ συγγραφεῖς.
Οἱ μεγάλοι αὐτοὶ πατέρες δὲν καλλιέργησαν στὰ πρόσωπά τους μόνο τὸ πνεῦμα ἀλλὰ καὶ τὴν ἀρετή. Τὰ ἱερὰ συναξάριά τους ἀναφέρονται μὲ λεπτομέρειες στὴν καλλιέργεια καὶ τὴ βίωση τῶν ἀρετῶν στὴν καθημερινή τους ζωή. Παροιμιώδης ὑπῆρξε, γιὰ παράδειγμα, ἡ ἀκτημοσύνη τοῦ Βασιλείου, ἡ γλυκύτητα καὶ ἡ εὐγένεια τοῦ χαρακτήρα τοῦ Γρηγορίου καὶ ἡ συμπόνια πρὸς τοὺς ἐνδεεῖς τοῦ Χρυσοστόμου. Τὰ γνήσια ἀνθρώπινα πρότυπα, ποὺ σκιαγραφοῦσαν στὰ συγγράμματά τους, μιμοῦνταν πρῶτοι αὐτοί.
Οἱ τρεῖς αὐτοὶ μεγάλοι «φωστῆρες τῆς τρισηλίου Θεότητος» πρέπει νὰ εἶναι καὶ στὶς ἀσέληνες σκοτεινὲς μέρες μας φωτεινὰ ὁρόσημα καὶ πνευματικοὶ δεῖκτες τόσο ὅλων τῶν παραγόντων τῆς παιδείας ὅσο καὶ ὅλων τῶν σκεπτόμενων ἀνθρώπων. Ὁ πνευματικὸς ἀποπροσανατολισμὸς καὶ ἡ πολιτιστικὴ πενία τῆς ἐποχῆς μας ἐπιβάλλει νὰ στραφοῦμε στὶς καθάριες πνευματικὲς πηγὲς τῶν προγόνων μας, νὰ ἐνστερνιστοῦμε τὶς διαχρονικὲς ἰδέες τους ὅπως αὐτὲς καλλιεργήθηκαν μέσα στὴν ἑλληνορθόδοξη παράδοσή μας, ὥστε νὰ μπορέσουμε νὰ βγοῦμε ἀπὸ τὸ πνευματικὸ τέλμα ποὺ μᾶς ἐγκλώβισε ἡ σύγχρονη ἀπολυτοποίηση τῆς τεχνολογίας σὲ βάρος τοῦ πνευματικοῦ πολιτισμοῦ.
www.immspartis.gr/?p=10049