Τι σχέσι έχουν οι διοργανωτές της Παιδείας μας με τους γενάρχες του Νέου Ελληνισμού; Θαυμάζομε τον πατρο-Κοσμά και λογοκρίνουμε τη διδασκαλία του· δεν τον αφήνομε να πή στα παιδιά την αλήθεια. Επαινούμε τον Μακρυγιάννη και περιφρονούμε την καρδιά της ζωής του, βγάζοντάς τον τρελό και θρησκόληπτο.
Τι σχέσι έχει ο ανδρισμός και η χάρι των Αγίων και των παλληκαριών της παραδόσεώς μας με το ήθος αυτών που κάνουν διακηρύξεις για νέα ζωή στα παιδιά;
Και όταν ξεσκεπαστή στα μάτια των παιδιών αυτή η καπηλεία και παραχάραξι που γίνεται, αυτά τι θα προτιμήσουν, άλλο από την πίστι και το ήθος του πατρο-Κοσμα και του Μακρυγιάννη;
Γιατί να μη μπορή ένα σημερινό παιδί να πιή τέτοιο νερό; Να αναπνεύση τέτοιο αέρα; Να υψωθή σε τέτοιο επίπεδο; Να προχωρήση σε τέτοια ευρυχωρία; Να σταθή σε τόπο αποστολικό, όπως λέει ο άγιος Κοσμάς; Να χαρή μ’ αυτόν τον πάναγνο τρόπο τη ζωή του; Να περάση στην αιωνιότητα ψυχή τε και σώματι από τώρα σαν τον Μακρυγιάννη; Να δεχθή τον Χριστό συν Πατρί και Πνεύματι μέσα στην ψυχή του, το είναί του; Να μιλήση πρωτότυπα και ελεύθερα. Να διοργανώση υπεύθυνα. Και να πολιτευθή συνετά. Να δώση λύσεις σε προβλήματα ακατάπαυστα νέα. Να του είναι όλα απλά, συνηθισμένα, τετριμμένα και εύκολα, τα πιο δύσκολα και πρωτάκουστα και δαιμονικώς μπλεγμένα. Να κάμη συντροφιά στους ανθρώπους. Να αγαπήση τον Χριστό και να ενωθή αδιάρρηκτα με τους αδελφούς του και τις αδελφές του. Να μην αφήση κανένα θηρίο να τους κατασπαράξη. Να μιλήση και να συμπεριφερθή γαλήνια και αδυσώπητα και στους θηριώδεις ανθρώπους. Να τους δαμάση. Να τους ημερέψη. Να τους κάμη να εμέσουν το δηλητήριο. Και να αξιοποιήση τα καλά στοιχεία που έχει η φύσι τους, το είναι τους, η προσπάθεια, η ιδεολογία τους.
Να σταθή σε τόπο ακρογωνιαίο σαν εύθραυστο παιδί, σαν ακμών τυπτόμενος· προφήτης, ηγέτης, που ανασυγκροτεί, ανιστά την πεπτωκυΐαν σκηνήν, το μεγαλείο του ανθρώπου. Σαν τον άγιο Κοσμά, το καύχημα του Γένους μας και του ανθρωπίνου γένους.
Γιατί να δίνωμε στα παιδιά πράγματα κακορρίζικα, μικρά, στενά, ξέψυχα, μίζερα; Γιατί άψυχα, ανούσια, που προκαλούν ναυτία; Γιατί χωρισμένα, σχιζοφρενικά, αντιμαχόμενα, διαλυμένα σαν κομμένο γάλα; Γιατί να μην ζωοποιηθούν με τούτο το ένα πνεύμα που δίδει νόημα στο καθετί και ξεπερνά το θάνατο; Που φέρνει τον άνθρωπο, στα υπέρ φύσιν. Και γεμίζει την τωρινή του ζωή, τη μικρή και συνηθισμένη, με αίγλη και χάρι πρωτόβλεπτη και, ανέκλειπτη;
Γιατί να μην ανάψουμε τη λαμπάδα της ζωής του παιδιού απ’ εδώ; Να δώσωμε σ’ όλα τα παιδιά τη δυνατότητα, πλησιάζοντας τους πυρφόρους και θεοφόρους τούτους ανθρώπους, τους Αγίους μας, να γίνουν κι αυτά άνθρωποι ζωντανοί, αυθόρμητοι, φοβεροί τοις υπεναντίοις, ατρόμητοι σε κάθε κίνδυνο, σε κάθε απειλή· φοβεροί στον ίδιο το θάνατο; Και να είναι ταυτόχρονα λεπτοί, ευαίσθητοι, παρηγοριά για κάθε κατατρεγμένο και πληγωμένο, για κάθε πλάσμα, για όλη τη δημιουργία που συνωδίνει και συστενάζει, περιμένοντας και αυτή την ελευθερία της από τα ελευθερωμένα τέκνα του Θεού.
Να νοιώσουν, να καταλάβουν ότι δεν υπάρχει διχασμός στη ζωή του ανθρώπου, δεν είναι πνευματικό το μη υλικό, αλλά το γεμάτο με τη χάρι του Θεού, που χαρίζει τον παράδεισο από τώρα σ’ ολόκληρη την ύπαρξι του ανθρώπου.
Και μεγάλος δεν είναι ο ικανός, που μπορεί να συνθλίψη, να πληγώση, να χτυπήση τον άλλο. Μεγάλος είναι ο ελάχιστος, ο ευαίσθητος, ο ταπεινός, ο αγαπών, που δέχθηκε τη χάρι του Θεού και είναι ανίκανος να κάμη κακό στον άλλο, ανίκανος να τον πληγώση. Και ικανός να υποφέρη, να υπομένη, να πεθαίνη αυτός από αγάπη, για να ζουν, να προκόβουν, να χαίρονται οι άλλοι, που δεν χωρίζονται από τον ίδιο τον εαυτό του.
Έτσι να μάθουν σαν τον άγιο Κοσμά να μιλούν, να γράφουν, να διοργανώνουν σχολεία και κοινωνίες. Να κτίζουν πόλεις, χωριά, σπίτια, που να χωρούν τον άνθρωπο, να είναι ανθρώπινα, ώστε ζώντας εκεί ο άνθρωπος να παίρνη αφώνως και ακόπως σωστή αγωγή.
Να τραγουδούν, να ψυχαγωγούνται και να είναι πράγματι όλα ψυχής αγωγή και θεία δοξολογία και αναγωγή ολοσώματη σε ουράνια παράκλησι. Και να προχέεται ειρήνη, γαλήνη, ευλογία, φως, ανάπαυσι, από τους ίδιους και από τα έργα των χειρών και του νοός των.
Έχει τότε ο άνθρωπος ο αδύνατος δύναμι ακαταγώνιστη. Διορθώνει τα κακά. Αξιοποιεί τα καλά. Θεραπεύει τα ασθενή. Και τα κάνει όλα με τη δύναμι και την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, που όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας και την προσωπική ζωή του κάθε πιστού.
Είναι σαφέστατη η τοποθέτησι του αγίου Κοσμά. Αν ζούσε εν σαρκί σήμερα, ήρεμα και ασυζήτητα, χωρίς να χαρίζεται σε κανέναν, ούτε να χρονοτριβή, θα έκλεινε τα υπάρχοντα σχολεία. Θα άνοιγε άλλα. Είναι ειδωλοκλάστης αναντιμετώπιστος. Και φίλος του ανθρώπου. Ανασταίνει την εικόνα του Θεού στον άνθρωπο, στο λαό.
Θα ήταν τόσο διακριτικός, ήρεμος και λεπτός, που θα μας έπειθε όλους εσωτερικά ότι έτσι έπρεπε να γίνη. Και θα ήταν τόσο άτεγκτος ο λόγος του, που δεν θα χωρούσε καμμιά αντίρρησι από κανέναν επιπόλαιο. Έτσι που όλοι εμείς που κάνομε διακηρύξεις για νέα ζωή, έξω από την όντως Ζωή, θα παρασυρόμασταν σαν αθύρματα ανάξια λόγου από σίφουνα που μεταθέτει όρη εις καρδίας θαλασσών.
Αν ο άγιος Κοσμάς ζούσε… Ο άγιος Κοσμάς ζή, υπνώττει αγρύπνως στην καρδιά του λαού. Ο λαός ο πάλι βασανισμένος, περιπαιγμένος, κουρασμένος περιμένει τον Κοσμά τον Αιτωλό να του δώση τα παιδιά του, για να τα ευλογήση, να τα αγιάση, να τα βάλη στα σχολεία του. Να τους δώση την αγωγή του. Να τα κάνη νέους Κοσμάδες. Να χαρούν τούτη τη ζωή και την άλλη. Και να τους αποκαλύψη πως τούτη είναι ενωμένη με τη χάρι της άλλης.
Πηγή: (Ορθόδοξα Μηνύματα· Περιοδική Έκδοσις Ιεράς Μητροπόλεως Λαγκαδά, Λητής και Ρεντίνης, Έτος Ε’, Τεύχος 14ον, σελ. 8, Σεπτέμβριος 2014-Ιανουάριος 2015.), Πεμπτουσία