Συμμετείχα κι εγώ στο συλλαλητήριο που πραγματοποιήθηκε στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου Αθηνών για να εκφράσω την αντίθεσή μου στην εξελισσόμενη προσπάθεια αποχριστιανισμού των νέων παιδιών ετούτης της πατρίδας, μέσω του μαθήματος των Θρησκευτικών και ομολογώ ότι παρακολούθησα την εκδήλωση προβληματισμένος.
Και πώς να μην είναι κανείς τουλάχιστον προβληματισμένος, όταν από τέτοια εκδήλωση απουσιάζει εκκωφαντικά η Ιεραρχία της Εκκλησίας μας, παρά το γεγονός ότι το θέμα την αφορά άμεσα. Μόνον ένας εκ των Μητροπολιτών υπήρξε παρών, παρότι και με την αστική συγκοινωνία θα μπορούσαν να προσέλθουν άλλοι πέντε τουλάχιστον, εκ των επιχωρίων συναδέλφων του. Έχει λυθεί άραγε το πρόβλημα για την Εκκλησία; Ικανοποιεί τους Ιεράρχες το νέο υλικό που διδάσκεται στους μαθητές των σχολείων των περιφερειών τους; Μήπως άραγε συμφωνούν ότι όλα γίνονται καλώς και πώς η παλιά μέθοδος είναι παρωχημένη και δεν αρμόζει στη νέα γενιά μαθητών;
Μπορεί επίσης να μην προκαλεί προβληματισμό το γεγονός πως, τόσο από όσους χαιρέτησαν την εκδήλωση όσο και από τον κεντρικό ομιλητή, δεν ακούστηκε (αν δεν κατάλαβα καλά παρακαλώ να με συγχωρέσουν) ότι, παρά την σαφώς διαπιστούμενη έλλειψη συνταγματικότητας της επιχειρούμενης αλλαγής του χαρακτήρα και του περιεχομένου της νέας διδασκαλίας, η αντίδραση της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος και δη του προκαθημένου της υπήρξε χλιαρή (έως ενδοτική) και αποπροσανατολιστική;
Καλά όλα αυτά, μάλλον τα περιμέναμε. Είχαμε άλλωστε και τα πρόσφατα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία. Περισσότερο όμως από όλα, πικρία προκάλεσε, όχι μόνο σ΄εμένα, αλλά και σε όλους όσους προτίμησαν να υποστούν την τρίωρη και πλέον ορθοστασία που συνεπαγόταν η συμμετοχή στο συλλαλητήριο, ο ιδιαίτερα μικρός αριθμός των συμμετεχόντων σε σχέση με τη σοβαρότητα του θέματος.
Δεν το έμαθαν άραγε οι Αθηναίοι; Δεν τους αφορά το ζήτημα; Δεν ανησυχούν αυτοί για τα παιδιά τους; Έχουν εμπιστοσύνη στα αρμόδια πολιτειακά όργανα; Φοβάμαι πως η εξήγηση είναι περισότερο απογοητευτική. Μάλλον οι Έλληνες και ιδιαίτερα οι Αθηναίοι δεν έχουν καμμία διάθεση να αγωνισθούν για τίποτα. Στωϊκά θα περιμένουν το τέλος της ιστορίας.
Δεν μπορώ να φανταστώ για ποιό ζήτημα θα είχαν τη διάθεση να αγωνισθούν σήμερα οι Έλληνες. Μάλλον έχουν δίκιο όσοι υποστηρίζουν ότι είμαστε σε αφασία. Κλινικά νεκροί. Και το πιο ανησυχητικό ξέρετε ποιό είναι; Ότι αυτό που συμβαίνει με τους Έλληνες το έχουν καταλάβει πολλοί από αυτούς που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «οι κακοί του έργου». Οι Έλληνες δεν πρόκειται να παλαίψουν για τίποτα. Όπως λέει και ο λαός «όσο φτωχαίνει ο άνθρωπος, τόσο πλακώνει!». Μας έχουν βρει «μπόσικους» γι΄ αυτό να περιμένουμε και άλλα.
Θα πείτε ότι ίσως είμαι απαισιόδοξος, αλλά βλέπετε είναι και η πραγματικότητα που τα ίδια λέει. Έκλεψαν από τους Έλληνες τα λεφτά τους, το 2000 με το ράλυ του Χρηματιστηρίου, και δεν άνοιξε μύτη. Χάσαμε λένε, από το 2007 έως σήμερα, το 37% του πλούτου μας και κανείς δεν διαμαρτύρεται. Εκποιείται η δημόσια περιουσία, αλλά δεν μας πειράζει. Εκχωρείται το όνομα της Μακεδονίας μας και ψαχνόμαστε να μάθουμε αν πράγματι σ΄εμάς ανήκει η τιμή ή αν είμαστε κλεπταποδόχοι. Προσβάλλεται η τιμή των Ενόπλων Δυνάμεων στη θάλασσα και στην ξηρά και δεν μας πιάνει το φιλότιμο.
Αφήστε που στην προκειμένη περίπτωση, οιι υποθέσεις αυτού του τύπου δεν δρομολογούνται κατά τύχη, αλλά μάλλον τις σπουδάζουν, τις σχεδιάζουν και τις οργανώνουν έξυπνοι, πολύ καταρτισμένοι, πολύ καλά υποστηριζόμενοι και πολύ καλά αμοιβόμενοι άνθρωποι, οι οποίοι υποτίθεται ότι φροντίζουν για το καλό μας.
Αλλά είναι και αυτή η Ιστορία που θα έπρεπε να μας ανησυχεί. Τυχαία λέτε να έμειναν οι πρόγονοί μας τετρακόσια χρόνια σκλάβοι; Οι Οθωμανοί, λένε οι ιστορικοί ότι, όταν ξεκίνησαν να κινούνται προς τα Δυτικά, ήταν μόλις εβδομήντα χιλιάδες. Οι Καταλανοί που κατά τον 14ο αιώνα ρήμαξαν όλη την τότε ελληνική χώρα ήταν ακόμα λιγότεροι, μόλις δέκα χιλιάδες. Κι όμως μια χαρά τα κατάφεραν και στις δύο περιπτώσεις. Τί έκαναν οι Έλληνες; Αντέδρασαν πριν να είναι αργά; Όχι. Φαντάζομαι πως και τότε παρακολουθούσαν τις εξελίξεις με νηφαλιότητα, πίστευαν ότι δείχνοντας κατανόηση και πνεύμα καταλλαγής θα ησύχαζε η κατάσταση, έκαναν υπομονή και συνιστούσαν ψυχραιμία. Η πραγματικότητα όμως τους διέψευσε.
Με παρηγόρησε βέβαια ένας φίλος που μου είπε: «Τί ανησυχείς, γιατί δεν κοιτάζεις ψηλά;» Συμφωνώ, γεννηθήτω το Θέλημά του! Μα πάλι να κοιτάξω ψηλά; Μα πάλι σφάξε Αγά μου να αγιάσω; Πάλι να περιμένω τον Αρχάγγελο με τη ρομφαία του, να πειμένω να ξυπνήσει ο μαρμαρωμένος Βασιλιάς ή μήπως να περιμένω το ξανθό γένος;
Πότε θα καταλάβει αυτός ο λαός που έχει πέσει να πεθάνει, ότι είναι μαραζιάρης; Πότε θα αντιληφθεί ότι δεν θα τον λυπηθεί κανένας, ότι έχει δίκιο ο ποιητής, «η μεγαλωσύνη στα έθνη δεν μετριέται με το στρέμμα», ότι θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία;
Πηγή: Ακτίνες