Ἀναχρονισμὸς εἶναι ἡ φαλκίδευση τῆς δημοκρατικῆς ἰσότητος, ποὺ κατέγνωσε ἐκφαντορικᾶ ἡ Ἀπόφαση τῆς Ὁλομελείας τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας.
Εἶναι τραγικό τό γεγονός ὅτι μπροστά στήν ἰδεοληψία τους κάποιοι δέν ὀρρωδοῦν νά ποδοπατοῦν ἀνερυθρίαστα τήν ἔννομη πραγματικότητα καί τίς ἀρχές πού δῆθεν ὑπερασπίζονται. Ἀπόδειξη πασιφανή ἀπετέλεσε ἡ πολεμική ἐναντίον τῶν Ἀποφάσεων τῆς Ὁλομελείας τοῦ ΣτΕ 660/2018 καί 926/2018 πού ἔκριναν ἐπί τῆς συνταγματικότητος τῶν Ἀποφάσεων τοῦ Ὑπουργοῦ Φίλη τῶν ἀφορωσῶν στήν διδασκαλία τῶν Θρησκευτικῶν στούς Ὀρθόδοξους Ἑλληνόπαιδες.
Μελετώντας κανείς τό αἰτιολογικό μέρος τῆς δημοσιευθείσης Ἀπόφασης 660/2018 τῆς Ὁλομελείας πού ἐξεδόθη μέ συντριπτική πλειονοψηφία 20 ἔναντι 5 ἀντιλαμβάνεται εὐχερέστατα ὅτι ἡ βάση τῆς ἀντισυνταγματικότητος τῶν προσβληθεισῶν Ἀποφάσεων Φίλη εἶναι ἡ καταστρατήγηση τῆς ἀρχῆς τῆς ἰσότητος καί τῆς ἀρχῆς τῆς ἰσονομίας. Χαρακτηριστικά ἡ Ἀπόφαση τῆς Ὁλομελείας ἀναφέρει στήν 14η παράγραφό της: «Πέραν δε τούτου, μάλιστα, για ετεροδόξους ή αλλοθρήσκους μαθητάς -ιδίως τους μαθητάς του καθολικού δόγματος ή της εβραϊκής θρησκείας ή της μουσουλμανικής μειονότητος της Δυτικής Θράκης- ο νομοθέτης έχει ρητώς προβλέψει δυνατότητα διδασκαλίας του οικείου δόγματος ή θρησκείας από πρόσωπα προτεινόμενα από την οικεία θρησκευτική κοινότητα, προκειμένου δε περί της μουσουλμανικής μειονότητος από μουσουλμάνο θρησκευτικό λειτουργό (βλ. άρθρα 19 παρ. 1 τουν. 3379/1955, 85 παρ. 4 του ν. 1566/1985, 55 παρ. 5 του ν. 4386/2016 και 7 παρ. 1 του ν. 694/1977)».
Καί στήν 15η παράγραφο: «Επειδή, περαιτέρω, κατά την κρατήσασα στο Δικαστήριο γνώμη, σύμφωνα με τη συνταγματική αρχή της ισότητος (άρθρο 4 παρ. 1 του Σ/τος) και τις διατάξεις των άρθρων 9 και 14 της ΕΣΔΑ και της παρ. 1 του ΠΠΠ αυτής, το Κράτος δεν μπορεί ρυθμίζοντας το περιεχόμενο του μαθήματος των Θρησκευτικών να στερήσει από τους μαθητάς που ασπάζονται ορισμένη θρησκεία το δικαίωμα, το οποίο αναγνωρίζει σε μαθητάς που ανήκουν σε άλλες θρησκείες,να διδάσκονται αποκλειστικά τα δόγματα της πίστεώς των (όχι δε και τα δόγματα άλλων θρησκειών)».
Εἶναι αὐτό πού ἐπισημειώναμε ἀδιαπτώτως καί πού δυστυχῶς δέν ἐλαμβάνετο ὑπ’ ὄψιν, ὅτι δηλαδή σέ μία εὐνομούμενη Πολιτεία δέν μπορεῖς νά καταστρατηγεῖς τά δικαιώματα τῆς πλειονοψηφίας καί τήν ἴδια στιγμή νά ἀναγνωρίζεις τά καταστρατηγημένα δικαιώματα τῆς πλειοψηφίας στίς μειοψηφίες, γιατί αὐτό προσβάλλει τόν πυρήνα τῆς Δημοκρατίας, πού εἶναι ἡ ἰσότητα τῶν πολιτῶν ἔναντι τοῦ Νόμου καί ἰδιαίτερα τοῦ θεμελιώδους Νόμου τοῦ Κράτους πού εἶναι τό Σύνταγμα.
Ἡ ἔννομη πραγματικότητα στό συγκεκριμένο ζήτημα εἶναι ὅσα ἰσχύουν μέ τό Νόμο 4386/2016 «Ρυθμίσεις γιά τήν ἔρευνα καί ἄλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 83/11.5.2016 τ. Α΄), ὅπου στό ἄρθρ. 55 «Ρύθμιση θεμάτων τῆς Γενικῆς Γραμματείας Θρησκευμάτων τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων» καί στήν παρ. 5 ἐπικαιροποιήθηκαν τά ἀκόλουθα: «5. Στο άρθρο 16 του Ν. 1771/1988 (Α΄171) προστίθεται νέα παράγραφος 4, ως ακολούθως: 4. Κατ’ εξαίρεση, εφόσον στα δημόσια δημοτικά σχολεία των με αριθμό 25153/26.2.1957 (Β΄86) και 78871/22.3.1962 (Β΄125) κοινών υπουργικών αποφάσεων των Υπουργών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Οικονομικών δεν υπηρετεί δάσκαλος του Καθολικού δόγματος ή της Εβραϊκής θρησκείας και γλώσσας για την κάλυψη των αναγκών των μαθητών του Καθολικού δόγματος ή της Εβραϊκής θρησκείας και γλώσσας αντίστοιχα, μετά από σχετική εισήγηση των αρμοδίων Περιφερειακών Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, είναι δυνατή η πρόσληψη, ανά σχολικό έτος, εκπαιδευτικού εκτός των οικείων πινάκων αναπληρωτών εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών του Καθολικού δόγματος και για τη διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών και Γλώσσας της Εβραϊκής θρησκείας. Η επιλογή και πρόσληψη του εκπαιδευτικού γίνεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Ερευνας και Θρησκευμάτων, ύστερα από πρόταση της Ιεράς Συνόδου της Καθολικής Ιεραρχίας Ελλάδος (Ι.Σ.Κ.Ι.Ε.) και του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου (Κ.Ι.Σ) αντίστοιχα». Τά ἀνωτέρω ὁμοειδῶς ἰσχύουν καί γιά τήν Μουσουλμανική μειονότητα μέ τούς Ν. 3379/1955, Ν. 1566/1985, Ν. 4186/2013, Ν. 4264/2014, Ν. 4351/2015.
Κατόπιν αὐτῶν ἀναχρονισμός εἶναι ἡ φαλκίδευση τῆς δημοκρατικῆς ἰσότητος, πού κατέγνωσε ἐκφαντορικά ἡ Ἀπόφαση τῆς Ὁλομελείας τοῦ ΣτΕ, καί φασίζουσα ἀντίληψη εἶναι ὅσα ἐγράφησαν ἀποσιωπώντας τήν ἔννομη πραγματικότητα τῆς Χώρας, τήν ὁποία ὑπεράσπισε, ὡς ἔχον ὑποχρέωσι καί ὑπέρτατο χρέος, τό Ἀνώτατο Συνταγματικό Ἀκυρωτικό Δικαστήριο.
Στό ἐρώτημα ἐάν εἶναι ἄνευ ἀντικειμένου οἱ συγκεκριμένες Ἀποφάσεις ἀπαντᾶ ὁ ἴδιος ὁ Ὑπουργός Παιδείας κ. Γαβρόγλου μέ τό ἀπό 21/3/2018 Δελτίο Τύπου τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων, ὁ ὁποῖος στήν ἐρώτηση «τώρα σέ ποιά φάση εἴμαστε;» παραδέχεται ὅτι «ὑπάρχει ἡ δική μας ἀπόφαση ἡ ὁποία κρατάει τόν πυρήνα τῶν προτάσεων τοῦ κ. Φίλη». Ἄλλωστε ἔχομε βαρυσήμαντη συγκριτική μελέτη διεθνοῦς ἐπιστημονικοῦ Ἱδρύματος, πού ἀποδεικνύει ὅτι τό πρόγραμμα Θρησκευτικῶν Γαβρόγλου ἀποτελεῖ πιστή ἀντιγραφή τοῦ προγράμματος Θρησκευτικῶν Φίλη.
Ἑπομένως οἱ ἐκδοθεῖσες ἀποφάσεις τῆς Ὁλομελείας mutatis mutandis ρυθμίζουν καί τίς ἰσχύουσες ὑπουργικές ἀποφάσεις τοῦ κ. Γαβρόγλου, διότι ὑφίσταται δεσμία ὑποχρέωση τῆς Διοικήσεως νά συμμορφωθεῖ, διότι ἄλλως παραβιάζει εὐθέως τό ἄρθρο 95 τοῦ ἰσχύοντος Συντάγματος, δι’ αὐτό καί εὐγενῶς προτείνομε στούς ἐπικριτές τῶν Ἀποφάσεων τῆς Ὁλομελείας τοῦ ΣτΕ νά ἐπανασταθμίσουν τά δημοκρατικά τους κριτήρια καί νά προσπαθήσουν νά ἀπεμπλέξουν τήν κρίση τους ἀπό τά ἰδεολογήματα πού τούς κατατρύχουν, ἐάν θέλουν νά ὑπολογίζονται ἐντός τοῦ δημοκρατικοῦ τόξου, στό κράτος δικαίου καί ἰσονομίας, πού θέλουμε νά εἶναι ἡ Χώρα μας.
Ὅσον ἀφορᾶ στήν ἁγία μας Ἐκκλησία καλεῖται νά διεκδικήσει ὄχι ἕνα «φιλολογικό διάλογο» μέ τό ἁρμόδιο Ὑπουργεῖο γιά τό περιεχόμενο τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν πού ἀφορᾶ ἀποκλειστικῶς σέ Ὀρθόδοξους Ἑλληνόπαιδες καί μόνον, ἀλλά αὐτό πού δικαιωματικά τῆς ἀνήκει καί πού παρανόμως καί ἀντιδημοκρατικά τῆς ἀφαιρεῖται, νά συγγράφει ἡ ἴδια μέσῳ τῶν Συνοδικῶν Ἐπιτροπῶν Χριστιανικῆς Ἀγωγῆς καί Νεότητος καί Πολιτιστικῆς Ταυτότητος τά βιβλία Θρησκευτικῶν πού θά διδάσκονται στούς Ὀρθόδοξους Ἑλληνόπαιδες καί νά προτείνει τούς διδάσκοντες αὐτά κατά τά ἰσχύοντα στίς λοιπές θρησκευτικές κοινωνίες τῆς Χώρας, Μουσουλμάνους, Ρωμαιοκαθολικούς καί Ἑβραίους.
Πηγή: Δημοκρατία