ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ
Θρησκευτική ελευθερία - Μάθημα θρησκευτικών
Πόρισμα της 15ης Νοεμβρίου 2004
Υπουργείο Εθνικής Παιδείας & Θρησκευμάτων
Διεύθυνση Σπουδών Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Τμήμα Γ΄
Ερμού 15
101 85 ΑΘΗΝΑ
(Αριθ. πρωτ. 19905.04.2.1)
Βοηθός Συνήγορος: Α. Τάκης
Χειριστές: Μ. Τσαπόγας, Α. Σπανού, Ι. Τουρκοχωρίτη, Ειδικοί επιστήμονες
Τηλέφωνα: 210-7289633,
210-7289818, 210-7289806
Φαξ: 210-7289643
“Η θρησκευτική ελευθερία επιβάλλει την απεξάρτηση του δικαιώματος απαλλαγής των μαθητών από το μάθημα των θρησκευτικών από την επαχθή προϋπόθεση της αποκάλυψης των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Αρκεί επομένως μόνο η δήλωση των γονέων προς το σχολείο ότι επιθυμούν την απαλλαγή του μαθητή από το μάθημα των θρησκευτικών”.
Αξιότιμοι κύριοι,
Ο Συνήγορος του Πολίτη, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του σύμφωνα με τα αρθρ. 3 και 4 Ν. 3094/2003, εξετάζει την από 8.11.2004 αναφορά (αρ. πρωτ. 19905) του κ. ΓΑ**.
Από την αναφορά προκύπτει ότι ο κ. Δ.** και η σύζυγος του ζήτησαν την απαλλαγή του γιου τους, μαθητή του Α' Γυμνασίου Μ.** από το μάθημα των Θρησκευτικών, ο διευθυντής του Γυμνασίου παρέπεμψε το αίτημα στη Β' Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Α.** και, τέλος, η εν λόγω Διεύθυνση έθεσε ως προϋπόθεση της απαλλαγής τη δήλωση των γονέων, ότι δεν είναι χριστιανοί ορθόδοξοι.
Με αφορμή παλαιότερες αναφορές, μας είναι ήδη γνωστή η υπ' αριθ. πρωί. 61723/Γ2/13.6.2002 εγκύκλιος σας («η απαλλαγή πρέπει να στηρίζεται σε δήλωση του ίδιον του μαθητή αν είναι ενήλικος ή των γονέων του αν είναι ανήλικος στην οποία Θα αναφέρει ότι δεν είναι Χριστιανός Ορθόδοξος»), την οποία προφανώς εφαρμόζει, εν προκειμένω, η οικεία Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης» Για το ζήτημα αυτό, ο Συνήγορος του Πολίτη (πόρισμα υπ' αριθ. πρωτ, 3607.02.2.3/ 7,6,2002} είχε υποστηρίξει ότι η θρησκευτική ελευθερία περιλαμβάνει και δικαίωμα επιλογής ανάμεσα στη θρησκευτική εκπαίδευση που παρέχει το σχολείο, σ΄ εκείνη που παρέχεται δι΄ άλλων τρόπων ή ακόμη και στην ολοσχερή απουσία θρησκευτικής εκπαίδευσης.
Το γενικό πλαίσιο προστασίας της θρησκευτικής ελευθερίας, όπως αυτό τίθεται από το Σύνταγμα (άρθρ, 13 § 1), την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (άρθρ, 9) και σειρά διεθνών συνθηκών, επιβάλλει την απαλλαγή των ετεροθρήσκων μαθητών από την παρακολούθηση του μαθήματος των θρησκευτικών...., χωρίς η απαλλαγή αυτή να συνοδεύεται από οιαδήποτε έμμεση κύρωση ή επαχθή προϋπόθεση, Ως επαχθής προϋπόθεση θα μπορούσε να εκληφθεί ακόμη και η απαίτηση αποκάλυψης των πραγματικών θρησκευτικών πεποιθήσεων του μαθητή,.. [Τυχόν απαίτηση] δήλωσης των γονέων ότι ο μαθητής δεν είναι ορθόδοξος, θα είχε ως αποτέλεσμα την υποχρέωση αποκάλυψης πεποιθήσεων» έστω και αρνητικής. Τίθεται, συνεπώς, το ερώτημα, μήπως το σχολείο θα μπορούσε ν' αρκείται σε δήλωση των γονέων, ότι απλώς επιθυμούν την απαλλαγή του μαθητή από το μάθημα των θρησκευτικών. Το ενδεχόμενο αυτό θα μπορούσε, εκ πρώτης όψεως, να προσκρούσει στην ένσταση, ότι δικαίωμα απαλλαγής έχουν μόνον οι μη ορθόδοξοι, οπότε θα ήταν αμφίβολη η νομιμότητα μιας ρύθμισης που θα επιχειρούσε να διευρύνει τον κύκλο των δικαιούχων, επεκτείνοντας το δικαίωμα και σε όσους ορθοδόξους επιθυμούν απλώς να μην διδάσκονται θρησκευτικά. Η απάντηση στην ένσταση αυτή έχει ως εξής: Το άρθρο, 16 § 2 £, («Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή τον Κράτους και έχει σκοπό την ηθική... αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης») δημιουργεί υποχρέωση της πολιτείας να παρέχει θρησκευτική εκπαίδευση, όχι όμως και υποχρέωση των πολιτών να την δέχονται. Συνεπώς, κατ΄ αρχήν, δικαίωμα απαλλαγής από το μάθημα των θρησκευτικών θα έπρεπε ν΄ αναγνωρισθεί ακόμη και στους ορθοδόξους μαθητές. Αυτήν ακριβώς τη διέξοδο ακολούθησε, σε σχέση με το παρεμφερές ζήτημα του υποχρεωτικού εκκλησιασμού και το (βραχύβιο) ΠΔ 392/90 (αρθρ. 5 § 6: «...μαθητές που ανήκουν σε άλλο δόγμα η Θρήσκευμα) καθώς και εκείνοι οι γονείς θα ζητήσουν γραπτώς την εξαίρεση τους»), χωρίς να τεθεί ζήτημα συνταγματικότητας αυτού. Άλλωστε, ενδεχόμενη εκ του Συντάγματος «υποχρέωση» των ορθοδόξων μαθητών να παρακολουθούν το μάθημα των θρησκευτικών, θα ήταν νοητό να καταλαμβάνει μόνον όσους δηλώνουν ότι είναι ορθόδοξοι, και όχι τους σιωπούντες σχετικώς. Η συνταγματική κατοχύρωση επικρατούσης θρησκείας δεν σημαίνει, Βεβαίως, ότι η ιδιότητα του μαθητή ελληνικού σχολείου αποτελεί άνευ άλλου τινός τεκμήριο (έστω και μαχητό) θρησκευτικών πεποιθήσεων. Ο συλλογισμός αυτός ουδόλως αμφισβητεί ή αναιρεί τον υποχρεωτικό χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών, παρά μόνον επιζητεί την απεξάρτηση του δικαιώματος απαλλαγής από την επαχθή προϋπόθεση της αποκάλυψης των θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Οι ανωτέρω εισηγήσεις του Συνηγόρου του Πολίτη δεν είχαν, τότε, τύχει αποδοχής από το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων. Ακλούθησε, ωστόσο, η υπ΄ αριθ. 77Α/ 25.6.2002 απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η οποία ορίζει τα εξής;
Σύμφωνα με το αρθρ. περίπτ. α' και θ' Ν. 2472/1997,. το θρήσκευμα αποτελεί δεδομένο προσωπικού χαρακτήρα και μάλιστα ευαίσθητο... Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τις σχετικές ρυθμίσεις, το θρήσκευμα ατά σχολεία καταχωρίζεται, μεταξύ άλλων, στους απολυτήριους τίτλους των μαθητών της στοιχειώδους και της μέσης εκπαίδευσης και στο αρχείο που περιλαμβάνει τις δηλώσεις των γονέων και κηδεμόνων των μαθητών οι οποίοι, με δάση την προαναφερθείσα δήλωση, απαλλάσσονται από το μάθημα των θρησκευτικών. Ειδικότερα: Η αναγραφή του θρησκεύματος στους απολυτήριους τίτλους των μαθητών στοιχειώδους και μέσης εκπαίδευσης προσβάλλει την αρχή της αναγκαιότητας... Το αυτό συμβαίνει και με την υποχρεωτική δήλωση του θρησκεύματος που προβλέπεται ως αναγκαία προϋπόθεση για την απαλλαγή μαθητή από τα θρησκευτικά. Διότι τούτο, αφενός μεν θα αντέβαινε προς την αρνητική Θρησκευτική ελευθερία τόσο των ενδιαφερόμενων μαθητών όσο και των γονέων και κηδεμόνων τους, αφετέρου θα προσέκρουε προς το ειδικότερο δικαίωμα των γονέων «όπως εξασφαλίζωσι την μόρφωσιν και εκπαίδευσιν [ίων παιδιών ιούς], συμφώνως προς τας ίδιας αυτών θρησκευτικάς και φιλοσοφικάς πεποιθήσεις» (αρθρ. 2 Πρώτου Πρωτοκόλλου Ε.Σ,Δ.Α.), Πράγματι, όπως παγίως ερμηνεύεται από τα δικαιοδοτικά όργανα του Στρασβούργου, το δικαίωμα αυτό αναφέρεται και στις γενικότερες κοσμοθεωρητικές αναλήψεις τις οποίες. πέραν των αμιγώς θρησκευτικών, οι γονείς ενδεχομένως ακολουθούν, και βάσει των οποίων επιθυμούν να διαπαιδαγωγήσουν τα παιδιά τους. Δεν είναι συνεπώς απαραίτητο να είναι άθεοι, ετερόδοξοι ή ετερόθρησκοι, για να ζητήσουν την απαλλαγή των παιδιών τους από το μάθημα των θρησκευτικών.,. Για τους λόγους αυτούς, σύμφωνα με τα αρθρ. 19 § 1 γ' και 21 § 1 Ν. 2472/1997, η Αρχή απευθύνει σύσταση, προειδοποιεί και καλεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, μέσα σε εύλογο χρόνο - και πάντως όχι περισσότερο απ΄ όσο είναι αναγκαίος για την τροποποίηση των σχετικών ρυθμίσεων και την προσαρμογή των σχετικών πρακτικών - να συμμορφωθεί προς το περιεχόμενο της παρούσας απόφασης και ειδικότερα:.,. 2. Να εκδώσει κάθε αναγκαία οδηγία προς τις οικείες εκπαιδευτικές αρχές και τους διευθυντές των σχολειών ώστε, εφεξής, από τους γονείς ή κηδεμόνες που επιθυμούν τα παιδιά τους να απαλλαγούν από το μάθημα των θρησκευτικών να μην ζητείται να δηλώνουν αν είναι άθρησκοι, ετερόδοξοι ή ετερόθρησκοι, αλλά ασκούν το δικαίωμα τους αυτό κατ΄ επίκληση των πεποιθήσεων τους και χωρίς να προβαίνουν σε καμία περαιτέρω διευκρίνιση”.
Δεδομένου του υποχρεωτικού χαρακτήρα των αποφάσεων της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, τίθεται ήδη το ζήτημα, αν το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας & Θρησκευμάτων έχει έκτοτε προσαρμόσει σχετικά την πρακτική των υπηρεσιών του. Παρακαλώ να ενημερώσετε τον Συνήγορο του Πολίτη, το συντομότερο δυνατό, για τις απόψεις, προθέσεις και ενέργειές σας επί της εκκρεμότητας αυτής. Σας ευχαριστώ εκ των προτέρων για τη συνεργασία.
Με τιμή,
Ανδρέας Τάκης
Βοηθός Συνήγορος του Πολίτη
Κοινοποίηση:
- Υπουργείο Εθνικής Παιδείας & Θρησκευμάτων / Γραφείο Υπουργού, Μητροπόλεως 15, 101 85 ΑΘΗΝΑ
- Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, Κηφισίας 1-3, 115 23 ΑΘΗΝΑ