Λίγες ώρες πριν αναλάβει την ευθύνη για τη Δημοτική και Μέση Εκπάιδευση ο αναπληρωτής Υπουργός Τάσος Κουράκης, ο απερχόμενος Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Ανδρέας Λοβέρδος προέβη – επιτέλους- στη σωστή ρύθμιση για τις απαλλαγές από το μάθημα των Θρησκευτικών. Ουσιαστικά εφήρμοσε την απόφαση 115/2012 του Διοικητικού Εφετείου Χανίων, με την οποία ορίζεται ότι δικαίωμα απαλλαγής από το μάθημα έχουν μόνον οι αλλόθρησκοι (πχ Μουσουλμάνοι) και οι ετερόδοξοι (πχ Προτεστάντες) μαθητές και σαφώς όχι οι Ορθόδοξοι. Δίδεται έτσι μία λύση στο πρόβλημα, το οποίο δημιούργησε η σύσταση του 2007 του τότε Συνηγόρου του Πολίτη Γ. Καμίνη και την οποία το Δικαστήριο έκρινε παράνομη με βάση το Σύνταγμα και τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Το ερώτημα είναι αν ο κ. Κουράκης θα σεβασθεί την εγκύκλιο Λοβέρδου άρα και τη δικαστική απόφαση ή θα επαναφέρει τη σύγχυση, δίδοντας στον καθένα το δικαίωμα απαλλαγής.
Η απόφαση του Διοικητικού Εφετείου είναι τελεσίδικη, διότι εξεδόθη κατόπιν εξουσιοδοτήσεως του Συμβουλίου της Επικρατείας. Αποτελεί νίκη των Θεολόγων των Χανίων, οι οποίοι είχαν προσφύγει και γενικότερα της Πανελληνίου Ενώσεως Θεολόγων, η οποία σήμερα υπό νέα και μαχητική Διοίκηση δίνει τη μαρτυρία της υπέρ ενός ελληνορθοδόξου σχολείου προσαρμοσμένου στις σύγχρονες ανάγκες. Η εν λόγω απόφαση δεν μένει μόνον στο ζήτημα των απαλλαγών, αλλά υπεισέρχεται και στην ουσία του θέματος, δηλαδή στο περιεχόμενο του μαθήματος. Ορίζει, λοιπόν, ρητά και κατηγορηματικά ότι: Η διδασκαλία του μαθήματος των Θρησκευτικών είναι υποχρεωτική καθώς και η παρακολούθησή του από τους μαθητές, οι οποίοι ανήκουν στην «κατ’ Ανατολάς Ορθόδοξον Εκκλησίαν» για την ανάπτυξη της θρησκευτικής τους συνειδήσεως. Γίνεται, δηλαδή, άμεση αναφορά στο άρθρο 16, παρ. 2 του Συντάγματος περί των σκοπών της Παιδείας και έτσι το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι είναι συνταγματική επιταγή η ανάπτυξη της θρησκευτικής συνειδήσεως των Ορθοδόξων μαθητών, προεχόντως δε, κατά τη χριστιανική διδασκαλία.
Τη διατύπωση του Δικαστηρίου περί Ορθοδόξου Χριστιανικού περιεχομένου του μαθήματος την θεωρώ εξίσου ή και περισσότερο σημαντική από τη ρύθμιση των απαλλαγών. Διότι στην κοινωνία μας και ειδικά στον χώρο της Παιδείας διεξάγεται έντονος διάλογος μεταξύ διαφορετικών απόψεων περί του μαθήματος. Συγκεκριμένα.
Η Πανελλήνιος Ένωσις Θεολόγων και η πλειοψηφία των διδασκόντων Θεολόγων τάσσεται υπέρ του ομολογιακού μαθήμτος, δηλαδή με Ορθόδοξο Χριστιανικό περιεχόμενο. Επικαλούνται το Σύνταγμα, την ελληνορθόδοξη παράδοση του λαού μας, τις δικαστικές αποφάσεις όπως την προαναφερθείσα, την ευρωπαϊκή πρακτική και κυρίως τους παιδαγωγικούς λόγους. Το μάθημα των Θρησκευτικών είναι το μόνο που έχει απομείνει με ηθοπλαστικό περιεχόμενο. Από αυτό τα παιδιά μας θα πάρουν πρότυπα και τα πρότυπα αυτά δεν μπορούν να είναι άλλα από τον Χριστό, τους Αγίους, τους Πατέρες και τη διδασκαλία τους.
Μία άλλη άποψη είναι αυτή του Πιλοτικού Προγράμματος για το μάθημα, την οποία υποστηρίζει μία μικρή ομάδα Θεολόγων. Στην προσπάθειά τους να περιορίσουν τις απαλλαγές προτείνουν ένα πολυθρησκευτικό μάθημα, το οποίο τελικά θα μπερδεύει τα παιδιά με λίγη δόση Ορθοδοξίας, Καθολικισμού, Ισλάμ, Βουδισμού κλπ. Αποτέλεσμα η πλήρης έλλειψη προτύπων και η αποκοπή από την ελληνορθόδοξη ταυτότητά μας.
Μία τρίτη άποψη είναι αυτή που υποστηρίζεται στις επίσημες θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την Παιδεία, δηλαδή η εισαγωγή Θρησκειολογικού μαθήματος με ξερές εγκυκλοπαιδικές γνώσεις. Η πρόταση αυτή συγκρούεται με το Σύνταγμα και με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες τα Θρησκευτικά έχουν ομολογιακό περιεχόμενο και βασίζονται στην επικρατούσα θρησκεία. Τώρα που τα πρώην κομμουνιστικά κράτη επαναφέρουν τα Ορθόδοξα Θρησκευτικά, εμείς θα τα καταργήσουμε για να ικανοποιηθούν ορισμένοι ψευδοπροοδευτικοί;
Στην εποχή της οικονομικής και πνευματικής κρίσης τα Ελληνόπουλα χρειάζονται την Ορθόδοξη Χριστιανική αγωγή.