ΜΕΡΟΣ Α'
1. Εισαγωγικά
Η «Νέα Εποχή» είναι ένα παγκόσμιο συγκρητιστικό κίνημα, ουσιαστικά χωρίς Θεό. Η έννοια του προσωπικού Θεού, του Δημιουργού «ορατών τε πάντων και αοράτων» εκ του μη όντος είναι ξένη για τη «Νέα Εποχή του Υδροχόου». Ο «θεός» της «Νέας Εποχής» είναι το «εν όλον», το «Παγκόσμιο ή Συμπαντικό Πνεύμα» ή η «Παγκόσμια Συνειδητότητα», ή «Κοσμική Συνειδητότητα» ή «ζώσα ενέργεια», που προβάλλεται σε ποικίλες μορφές. Τα πάντα, και ο άνθρωπος, ταυτίζονται με αυτό το «Εν», και αποτελούν «εκδηλώσεις» ή «εκροές» ή «προβολές» αυτού του «θεού». Θεός, Κόσμος και άνθρωπος είναι όροι που χαρακτηρίζουν εκδηλώσεις της ίδιας Συμπαντικής ουσίας. Αυτό προκύπτει και από όσα δηλώνει ο Irving Cooper, θεωρητικός της μετενσάρκωσης: «Τα πάντα είναι Θεός. Αλλά ο Θεός αυτός μέσα στον κόσμο εκδηλώνεται λιγώτερο ή περισσότερο, αναλόγως με την ικανότητα κάθε μορφής»1.
Σε συνέπεια με όλα αυτά, θα έπρεπε στην «Νέα Εποχή», ο άνθρωπος να μη θεωρείται πρόσωπο, αφού είναι «εκροή» του απρόσωπου «Ενός», στο οποίο και καταλήγει τελικά, και αφού ο έσχατος προορισμός του, κατά τους «μετενσαρκωτές», δεν είναι η μετά θάνατον (και μάλιστα μετά από πολλούς θανάτους) προσωπική ύπαρξη, αλλά η κατάληξη και εξαφάνισή του μέσα στην απρόσωπη «Ολότητα», όπως μία σταγόνα νερού μέσα στον απέραντο ωκεανό, ή όπως μια σπίθα που εκτοξεύεται από την φωτιά για να εξαφανιστεί στον αέρα.
Επομένως η «Νέα Εποχή», ταυτισμένη με την «Θεοσοφία» και ενστερνιζόμενη τις περί Θεού ινδουιστικές και βουδιστικές θεωρήσεις της Άπω Ανατολής, κηρύττει έναν «απόλυτο μηχανισμό», μια ακραία μορφή πανθεϊστικού μονισμού.
Κατ’ ανάγκη, μέσα σ’ αυτή την «ολιστική» περί θεού αντιχριστιανική θεωρία της «Νέας Εποχής» εισέρχεται, ως βασικός μηχανισμός «τελειώσεως» ή εξελίξεως του ανθρώπου, μεταξύ άλλων, και η δοξασία της μετενσάρκωσης ή μετεμψύχωσης.
Εφόσον, κατά την «νεοεποχίτικη» αυτή αντίληψη, δεν υπάρχει προσωπικός και λογικός Θεός, ο οποίος εδημιούργησε τον κόσμον εξ αγάπης και εκ του μη όντος, δεν είναι δυνατό να γίνεται λόγος για πρόνοια του Θεού και παρέμβασή Του στην ιστορία του κόσμου και του ανθρώπου. Ούτε μπορεί να γίνει λόγος για Θεό, που συγχωρεί τον άνθρωπο και τον σώζει. κατά την δοξασία αυτή, όταν ο άνθρωπος δεν κατορθώσει την «ολοκλήρωσή» του, την «τελείωσή» του, ή την ταύτισή του με το «θείον», τότε έχει την δυνατότητα να επιστρέψει και πάλι σε μια νέα ζωή για να επαναλάβει την προσπάθειά του, μέσα από μια ατελείωτη αλυσίδα γεννήσεων και θανάτων ή «παλλιγγενεσιών», την Samsara. Αυτή είναι η μόνη δυνατότητα που έχει ο άνθρωπος της «Νέας Εποχής», που ζει μέσα στην απέραντη χωρίς Θεό μοναξιά του. Αυτός είναι ο «νόμος». Αυτό είναι το απελπιστικά μαύρο αποτέλεσμα μιας μάταιης προσπάθειας, που τελικά καταλήγει στο απόλυτο μηδέν.
Έτσι, ο άνθρωπος, μόνος του επιδιώκει αν επιτύχει την «αυτογνωσία» του, την «αυτοπραγμάτωσή» του, την «αυτοσωτηρία» του και την «αυτοτελείωσή» του. Αυτό το επιτυγχάνει με την απόκτηση της «γνώσης», και μάλιστα της «κρυφής» (αποκρυφισμός) και με διάφορες τεχνικές (ανθρώπινες επινοήσεις), όπως είναι για πολλές ομάδες της «Νέας Εποχής», ο διαλογισμός, η γιόγκα, τα σεμινάρια αυτογνωσίας, η αποχή από ορισμένες τροφές και κυρίως το κρέας κ.λπ. Τελικά όμως το ισχυρότερο «όπλο» που έχει στη διάθεσή του ο άνθρωπος είναι η μετενσάρκωση ή μετεμψύχωση.
2. Μετενσάρκωση - Μετεμψύχωση
Προτού όμως να προχωρήσουμε πρέπει να σημειώσουμε ότι οι δύο αυτοί όροι δεν ταυτίζονται2. Ο όρος μετενσάρκωση χρησιμοποιείται για να δηλώσει την μετά τον βιολογικό θάνατο εκ νέου ενσάρκωση και επαναγέννηση της «ψυχής» σε άλλο ανθρώπινο σώμα, είτε επάνω στη γη είτε και σε άλλο πλανήτη3. Ο όρος μετεμψύχωση χρησιμοποιείται για να δηλώσει την μετά τον θάνατο ενσάρκωση της «ψυχής» και την «ενσωμάτωσή» της, όχι μόνο σε ανθρώπινο ον, αλλά και σε κατώτερα είδη, υπό μορφή αλόγων ζώων, πτηνών, ιχθύων και ερπετών και φυτών.
Η δοξασία της μετεμψύχωσης αποτελεί θεμελιώδη διδασκαλία του Ινδουισμού και του Βουδισμού. Κατά την Μπαγκαβάντ-Γκιτά, «το πιο αυθεντικό βιβλίο αναφοράς για τη μετεμψύχωση, που είναι ο λόγος του Ίδιου του Θεού», «το μονοπάτι της μετεμψύχωσης δεν οδηγεί πάντα προς τα άνω, και τίποτα δεν προεξοφλεί στον άνθρωπο μια ανθρώπινη μορφή στην επόμενη ζωή του. Αν για παράδειγμα, ένας πεθάνει με νοοτροπία σκύλου, στην επόμενη γέννησή του θα αποκτήσει χαρακτηριστικά σκύλου, ώστε να μπορέσει ν’ απολαύσει τη ζωή ενός σκύλου»4. Αν οι άνθρωποι δεν αξιοποιήσουν σωστά την ανθρώπινη μορφή, τότε «εξαναγκάζονται από τους νόμους του κάρμα να συνεχίσουν την παραμονή τους στον κύκλο της γέννησης, του θανάτου και της επαναγέννησης, άλλοτε ως άνθρωποι, άλλοτε ως ζώα και καμμιά φορά, ως φυτά ή ως έντομα»5. «Όποιος πεθαίνει κάτω από την επίδραση της άγνοιας, ξαναγεννιέται στο βασίλειο των ζώων (Μπάγκαβαντ-Γκιτά 14,15)»6. «Για παράδειγμα, σ’ ένα λαίμαργο που καταβροχθίζει αδιάκριτα μεγάλες ποσότητες διαφόρων τροφίμων, η φύση στην επόμενη ζωή του παρέχει ευσπλάχνως το σώμα χοίρου ή κατσίκας, μορφές που θα του επιτρέψουν ν’ απολαμβάνει αδιακρίτως, σκουπίδια και υπολείμματα»7.
Πολλοί «δάσκαλοι» της δοξασίας αυτής ισχυρίζονται -αβάσιμα βεβαίως- ότι η μετεμψύχωση είναι «επιστήμη», άγνωστη όμως στους σύγχρονους επιστήμονες8. Το ίδιο ισχυρίζονται και εκείνοι της μετενσάρκωσης.
Την δοξασία αυτή και υπό τις δύο εκδοχές της, της μετενσάρκωσης και της μετεμψύχωσης, ενστερνίζονταν κατά την αρχαιότητα οι Ινδοί, οι Αιγύπτιοι, οι Κινέζοι, οι Ιάπωνες και μερικοί Έλληνες (π.χ. οι Ορφικοί, ο Πυθαγόρας, τον οποίο μερικώς ειρωνεύεται ο Αριστοφάνης, ο Εμπεδοκλής, ο Πλάτων κ.ά.), σήμερα δε μερικά νεοπαγανιστικά ρεύματα (όπως οι «Δωδεκαθεϊστές»)9, ενώ οι ομάδες της «Νέας Εποχής» γενικώς αποδέχονται μόνο την δοξασία της μετενσάρκωσης.
Στην συνέχεια, θα ασχοληθούμε με την δοξασία της μετενσάρκωσης.
3. Η Μετενσάρκωση - Γενικώς
Είπαμε ήδη, ότι μετενσάρκωση σημαίνει την δοξασία, κατά την οποία, μετά τον βιολογικό θάνατο, η ατομική ψυχή -το Άτμαν, κατά την ινδουιστική ορολογία- ενσωματώνεται, ή επαναγεννάται στον υλικό κόσμο μας, -στην γη- ενδυομένη μια σειρά νέων διαδοχικών ανθρωπίνων σωμάτων, ή κάπου αλλού, σε άλλο πλανήτη10. Η Θεοσοφία κάνει λόγο για «μόνιμον μετενσαρκουμένην αρχήν εν τω ανθρώπω, το Εγώ και μίαν πρόσκαιρον ατομικότητα, ως μέσον εξελίξεως του Εγώ»11.
Η διαδικασία αυτή ακολουθεί την «ολιστική» πανθεϊστική και «νεοεποχίτικη» περί Θεού, κόσμου και ανθρώπου διδασκαλία. Κατά την Μπαγκαβάτ-Γκιτά, η οποία, όπως είπαμε, είναι η θεωρητική βάση όλης της δοξασίας της μετενσάρκωσης, «Η ατομική ψυχή μπορεί να συγκριθεί με ένα σπινθήρα που ξεπηδά από τη φωτιά της Υπέρτατης Ψυχής. Όπως η σπίθα και η φωτιά είναι της ιδίας ποιότητας, έτσι και η ατομική ψυχή είναι της ιδίας πνευματικής ποιότητας με τον Υπέρτατο Κύριο»12.
Την δοξασία της μετενσάρκωσης αποδέχονται σήμερα ο Ινδουισμός, ο Βουδισμός, ο Βραχμανισμός, ο Ταοϊσμός, ο Ζαϊνισμός και, όπως είπαμε και πιο πάνω, οι περισσότερες ομάδες της «Νέας Εποχής», ιδιαιτέρως δε η Θεοσοφία, η Ανθρωποσοφία, ο Αποκρυφισμός, ο Πνευματισμός, καθώς και ο Τεκτονισμός13.
Η μετενσάρκωση θεωρείται, κατά την Μπλαβάτσκυ, «ο υποχρεωτικός συνεργάτης του νόμου της εξελίξεως»14. Μερικοί θεωρητικοί της δοξασίας αυτής, την συνδέουν με την Παυλική έκφραση «ὅ γάρ ἐάν σπείρῃ ἄνθρωπος τοῦτο καί θερίσει» (Γαλ. 6, 7) και με την διδασκαλία περί της αθανασίας της ψυχής. Βεβαίως, ούτε με το πρώτο χωρίο έχει καμία σχέση η δοξασία αυτή [διότι ο Παύλος αναφέρεται στην ημέρα της Κρίσεως], ούτε ταυτίζεται απολύτως με την διδασκαλία περί της αθανασίας της ψυχής, όπως αυτή διδασκόταν από τους αρχαίους Έλληνες15.
Το πώς και πότε θα πραγματοποιούνται οι μετενσαρκώσεις αυτές εξαρτάται, κατά θεωρητικούς της δοξασίας, από τα άστρα (αστρολογία) και καθορίζεται από την «Λευκή Ηγεσία» ή από αόριστης υφής «πνευματικά» «παρακολουθούντα όντα». «Το ζωντανό ον αποκτά ένα σώμα (πεδίο δράσεως) για να εκτίσει τη φυλάκισή του ανάλογα με τις αστρολογικές επιδράσεις. Έτσι το πεπρωμένο του ανθρώπου καθορίζεται από τη θέση των άστρων κατά τη γέννησή του». Γι’ αυτό η αστρολογία είναι «μεγάλη επιστήμη»16. Το φυσικό σώμα, λέει ο Papus, διαπλάθεται υπό την επίδραση επτά ή εννέα «σεληνιακών περιστροφών» και δέχεται την επίδραση και των άλλων πλανητών17.
Άλλοι υποστηρίζουν ότι η μετενσάρκωση καθορίζεται είτε από «Οντότητες του Πνευματικού κόσμου, που γνωρίζουμε ελάχιστα» -και οι οποίες «είναι επιφορτισμένες να εκλέγουν τους γονείς, την πατρίδα και τις εξωτερικές συνθήκες ζωής σε κάθε μετενσάρκωση»18, είτε από την «Λευκή Ιεραρχία», ή «τους Κυρίους του Νόμου, ή Φύλακες του Νόμου ή τους Τέσσερις Κυρίους των δυνάμεων των κόσμων και των όντων» -οι οποίοι κρατούν «λεπτομερέστατο και ακριβέστατο αρχείο τόσο μέσα το είναι καταγραμμένο, όσο και στο ΑΚΑΣΣΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ»19. Ακόμα και ο ίδιος ο νους του ανθρώπου μπορεί να καθορίζει τη νέα μετενσάρκωση - «Είναι οι σκέψεις και οι αναμνήσεις του ζωντανού όντος, τη στιγμή που εγκαταλείπει το σώμα του που αναμφίβολα καθορίζουν τη μελλοντική του μορφή ύπαρξης»20.
Πρέπει όμως και εδώ να επισημάνουμε ότι και στο περιεχόμενο του όρου «μετενσάρκωση» υπάρχουν δύο διαφορετικές εκδοχές: η ανατολική και η δυτική.
Κατά την ανατολική εκδοχή, την οποία ενστερνίζεται ο Ινδουισμός και μερικές παραθρησκευτικές ομάδες της «Νέας Εποχής», όπως φερειπείν οι Χάρε Κρίσνα, -και μερικοί νεοπαγανιστές- η μετενσάρκωση δεν οδηγεί πάντοτε σε ανώτερη εξελικτική κατάσταση και συμπίπτει ουσιαστικά με την μετεμψύχωση. Κατά την εκδοχή αυτή, η ατομική ψυχή (το Άτμαν) στοχεύει στο να ξεφύγει από τον ατέλειωτο κύκλο (τροχό) των ενσαρκώσεων και θανάτων, την Σαμσάρα, και να απελευθερωθεί, εξαφανιζόμενη μέσα στο απρόσωπο Βράχμαν. Τότε, κατακτά την «μόκσα», την σωτηρία, η οποία επιτυγχάνεται με την συνειδητοποίηση ότι «η ατομική ψυχή (το Άτμαν) και η απόλυτη ψυχή (το Βράχμαν) ταυτίζονται»21, (μία καθαρά «νεοεποχίτικη» διδασκαλία). Αυτό είναι η λύτρωση, το Νιρβάνα.
Η δυτική εκδοχή της μετενσάρκωσης, την οποία διεμόρφωσε κυρίως η Θεοσοφία και η Ανθρωποσοφία, δεν στέκεται αρνητικά έναντι της ύπαρξης και δεν κάνει λόγο φανερά για εξαφάνιση της προσωπικότητας. Εν τούτοις, και η εκδοχή αυτή στοχεύει στην απώλεια του προσωπικού «Εγώ», αφού διακηρύσσει ότι «Σε τελευταία ανάλυση, τελικός σκοπός μας είναι… με τον καιρό να γίνουμε υπεράνθρωποι σαν τον Ιησού Χριστό και να συγχωνευτούμε, να γίνουμε ένα με τον Θεό»22. Είπαμε όμως στην αρχή ότι αυτός ο «θεός», -ο «ολιστικός θεός» της «Νέας Εποχής» με τον οποίο «συγχωνεύεται» ο άνθρωπος-, είναι απρόσωπος. Η ταύτιση και η συγχώνευση κάθε προσώπου μέσα σ’ αυτό το «Εν» δεν είναι παρά μια ουσιαστική εκμηδένισή του και επομένως κάθε πρόσωπο, μετά από αναρίθμητες προσπάθειες για την «αναγέννησή» του, φθάνει στην ανυπαρξία. Πρόκειται, δηλαδή, για καθαρώς αντιχριστιανική, αλλά και παράλογη δοξασία.
Παρόλα ταύτα η δυτική αυτή εκδοχή υποστηρίζει ότι σκοπός κάθε μετενσάρκωσης είναι η «αναγέννηση», η «απελευθέρωση», και η «εκπαίδευση και η γνώση» για να αποκτήσει ο άνθρωπος «νέες δυνατότητες», η «αφύπνιση των ψυχικών δυνατοτήτων», η «φώτιση», να «εξευγενίσει τον άνθρωπο-ζώο», να διευρύνει την συνείδησή του (μέσω του διαλογισμού), για «μεγαλύτερες εμπειρίες» και «πνευματική εξέλιξη, ώστε να «ικανοποιηθούν όλες οι επιθυμίες που δεν μπόρεσαν να ικανοποιηθούν σ’ αυτή τη ζωή», και να διδαχθεί «τα άρρητα και κρύφια της ύλης». Η μετενσάρκωση συντελεί ακόμη και στην «πρόοδο της ανθρωπότητος»23. «Η Νέα Εποχή τη θεωρεί μια αιώνια πορεία της ψυχής προς ανώτερα επίπεδα πνευματικής ύπαρξης και όχι ένα μαρτύριο από το οποίο ο άνθρωπος πρέπει να ξεφύγει με κάθε τρόπο, καταργώντας την ατομικότητά του»24.
Η διαφορά μεταξύ των δύο εκδοχών, σημειώνει μελετητής της μετενσάρκωσης, έγκειται στο ότι: «Στην Ασία η ιδέα του να ξαναγεννηθεί κανείς είναι μια κακή είδηση», ενώ «οι διδάσκαλοι της Νέας Εποχής στην Δύση βλέπουν την μετενσάρκωσιν ως μια μεγάλη περιπέτεια, που εγκυμονεί πνευματική σπουδαιότητα και ‟καρποφορία”»25.
Έσχατη πάντως κατάληξη του κύκλου των μετενσαρκώσεων, τόσο στην ανατολική όσο και στην δυτική εκδοχή, είναι η κατάργηση κάθε προσωπικής περαιτέρω ύπαρξης και συνείδησης και η ταύτιση με το απρόσωπο «Εν» ή «Όλον» ή το «Νιρβάνα». Με τον τρόπο αυτό, όπως είπαμε παραπάνω, η προσωπική ύπαρξη του ανθρώπου εκμηδενίζεται (διαλύεται και παύει να υπάρχει ως πρόσωπο), όπως μια σταγόνα νερού μέσα στον ωκεανό ή όπως μία σπίθα που βγαίνει από την φωτιά και εξαφανίζεται στον αέρα, και ο άνθρωπος απαλλάσσεται από την ‟βάσσανο” των συνεχών γεννήσεων και θανάτων, την Samsara. Έτσι, όπως είπαμε και πιο πάνω, για τον άνθρωπο της «Νέας Εποχής», σε αντίθεση με την χριστιανική διδασκαλία, ο θάνατος θεωρείται ευλογία.
1. Irving Cooper, Η Μετενσάρκωσις - Μια ελπίδα για τον κόσμο, σ. 50: «Κατ’ αρχήν πρέπει να έχωμε υπ’ όψιν ότι ολόκληρη η φύσις είναι ζώσα και ότι κάθε φυσική μορφή, από τους κρυστάλλους έως τον άνθρωπο, χρησιμεύει ως φορεύς σε μία συνείδηση που βαίνει προς εξέλιξιν. Μπορούμε να φανταστούμε τα κύματα της εξελισσόμενης ζωής να αναδύωνται από το ένα βασίλειο στο άλλο: Ορυκτό, φυτικό, ζωικό, ανθρώπινο. Στο ορυκτό η συνείδησις είναι μόλις αφυπνισμένη. Στο φυτό αρχίζει να εμφανίζη συμπάθεια ή αντιπάθεια, καθώς και ασθενή σημεία αισθαντικότητας. Στο ζώο εκδηλώνεται με τη μορφή του συγκεκριμένου αισθήματος, των παθών και των επιθυμιών, εμφανίζοντας επίσης και μια μορφή νοητικότητας. Στον άνθρωπο, αφού περάσει από τη δοκιμασία εκατοντάδων ενσαρκώσεων, φθάνει τέλος στα ύψη της πνευματικής γνώσεως».
2. Ο Γαβριήλ Σιμονέτος παρατηρεί ότι: ‟Στις μυστικιστικές παραδόσεις δεν γίνεται διάκριση μεταξύ μετενσάρκωσης και μετεμψύχωσης. Οι δύο έννοιες θεωρούνται σαν όψεις του ίδιου νομίσματος, καθώς οι ψυχές από την εποχή απομάκρυνσης μέχρι την επιστροφή τους στη ‟Βασιλεία των Ουρανών”, φιλοξενούνται σε 8.400.000 είδη ζωής που υπάρχουν στον Υλικό και στα Πνευματικά Εσωτερικά Επίπεδα”, φωτοτυπ. κείμενο, Κάρμα και Μετενσάρκωση, σ. 6.
3. Papus, βλ. υποσημείωση 9, του παρόντος άρθρου. Ο Irv. Cooper αμφιβάλλει για την δυνατότητα μετενσάρκωσης σε άλλους πλανήτες, βλ, Μετενσάρκωση, η φυσική, ψυχική και πνευματική εξέλιξη του ανθρώπου, σ. 58.
4. Επιστρέφοντας, Ο νόμος της Μετεμψύχωσης, σ. 58.
5. Αυτόθι, σ.32.
6. Αυτόθι, σ. 120.
7. Αυτόθι σ. 109.
8. Αυτόθι σ. 96.
9. Οι Έλληνες «Δωδεκαθεϊστές» διατείνονται ότι η ψυχή, κατά την εξελικτική πορεία της γνωρίζει πολλές «παλιγγενεσίες», οι οποίες δεν βρίσκονται πάντοτε σε ανοδική πορεία, αλλά μπορεί να έχουν και «παλινδρομήσεις» σε κατώτερες και μάλιστα άλογες ή και ανόργανες μορφές ύπαρξης, όπως φερειπείν ιχθύος ή πτηνού, θάμνου ή βουνού, π. Κυρ. Τσουρού, Ο Νεοπαγανισμός της ‟Νέας Εποχής” σ. 201.
10. Βλ. ορισμούς της μετενσάρκωσης: Irving Cooper: «Η Μετενσάρκωσις είναι η διαδικασία μέσω της οποίας συνειδήσεις προς εξέλιξιν σε διαφόρους βαθμούς αναπτύξεως, έρχονται να συναφθούν με φυσικές μορφές, που επίσης εξελίσσονται σε όλους τους βαθμούς της φυσικής πολυπλοκότητος», (Η Μετενσάρκωσις - Μια ελπίδα για τον κόσμο, σ. 24). Και Papus: «Μετενσάρκωση είναι η επιστροφή της πνευματικής Αρχής σ’ ένα νέο σαρκικό περίβλημα. Όσον αφορά τα ανθρώπινα πλάσματα, αυτό το περίβλημα είναι πάντοτε ένα ανθρώπινο σώμα. Μπορεί κανείς να ενσαρκωθεί είτε στον ίδιο πλανήτη, όπου έζησε την τελευταία του ύπαρξη, είτε σε άλλο», ένθ. ανωτ. σ. 11.
11. Πέτρ. Γράβιγγερ, Εγκυκλοπαιδεία Εσωτερισμού και αποκρύφου γνώσεως, τομ. 4, σ. 257.
12. Επιστρέφοντας, Ο νόμος της Μετεμψύχωσης, ένθ. ανωτ. σ. 127.
13. Κατά τους διδασκάλους της μετενσάρκωσης, συμβολισμοί της δοξασίας αυτής είναι η «Κιβωτός του Νώε», η «εις Άδου Κάθοδος του Χριστού και η εξ αυτού επάνοδος» και το «Μυστήριο του Βαπτίσματος», Νέστ. Λάσκαρι, Εγκυκλοπαίδεια της Ελευθέρας Τεκτονικής, σ. 607. Βλ. και Πέτρ. Γράβιγγερ, ένθ. ανωτ. Επίσης, βλέπουν τον συμβολισμό της «στις αρχαίες ιστορίες των Ινδουιστών σχετικά με το χορό του Σίβα και τα όνειρα του Βισνού, στο μύθο της σουμεριακής Ινάννα, στις αιγυπτιακές πνευματικές παραστάσεις (ο θάνατος και η αναγέννηση του Όσσιρι) και στη χριστιανική ιστορία της Σταύρωσης και της Ανάστασης του Χριστού», Κων. Πέγιου, Το ταξίδι της ψυχής, περιοδ. ‟Άβατον”, τ. 15, σ. 59.
14. Έλ. Μπλαβάτσκυ, Εις την χώραν των γαλάζιων βουνών, σ. 23.
15. Ο όρος «αθανασία της ψυχής» προέρχεται από τους αρχαίους Έλληνες και δεν ταυτίζεται με την χριστιανική έννοια περί ψυχής, η οποία είναι κτιστή, χάριτι δε και όχι φύσει αθάνατη.
16. Επιστρέφοντας, ένθ. ανωτ., σ. 99.
17. Papus: «Οι δυνάμεις του Κρόνου συνθέτουν τη γενική διάπλαση του ανθρωπίνου όντος κατά τον πρώτο μήνα· οι δυνάμεις του Δία δρουν στους χυμούς - στα υγρά του σώματος, το δεύτερο μήνα· οι δυνάμεις του Άρη στο αίμα τον τρίτο μήνα και τότε το παιδί αρχίζει να κινείται. Ο Ήλιος έρχεται να φωτίσει με τη θερμότητα και τη ζωή του το ανθρώπινο έμβρυο. Η Αφροδίτη δίνει ομορφιά στο σαρκικό του περίβλημα, ο Ερμής ενεργοποιεί την κίνηση και το νευρικό σύστημα, και τέλος η Σελήνη έρχεται να τελειοποιήσει μέσω της μητρικής της επιροής, το ολοκληρωμένο πια έργο. Σ’ αυτό το μήνα το παιδί μπορεί να γεννηθεί, και με ιδιαίτερες φροντίδες θα ζήσει. Συνήθως όμως, ο Κρόνος επηρεάζει πάλι το έμβρυο κατά τον 8ο μήνα και του τελειοποιεί την οστέινη υποδομή και τις ίνες. Τον επόμενο μήνα ο Δίας επηρεάζει για δεύτερη φορά το έμβρυο, για να του δώσει όλα τα απαραίτητα ζωτικά στοιχεία, και τότε το παιδί γεννιέται με τις καλύτερες προϋποθέσεις», ένθ. ανωτ. σ. 23.
18. Irv. Cooper, ένθ. ανωτ., σ. 53.
19. Νικ. Μαργιορή, Ο Εσωτερισμός για όλους, σσ. 387, 395, 397.
20. § 8.6 της Μπαγκαβάτ-Γκιτά, παρά Επιστρέφοντας, ένθ. ανωτ., σ. 31.
21. Ιστοσελίδα Esoterica, Η Μετενσάρκωση στην Ανατολή και στην Δύση, σ. 3.
22. Ρομπ. Νάτζεμυ, Ο μυστικός κύκλος της ζωής, σ. 95.
23. Π. Αντ. Αλεβιζοπούλου, Μετενσάρκωση ή Ανάσταση;, σ. 23. Αν. Μπεζάντ, Μετενσάρκωση. σσ. 72, 100. Irving Cooper, ένθ. ανωτ., σ. 34. Βλ. και Αλ. Μπέυλη, Η επανεμφάνισις του Χριστού, σ. 124.
24. Κων. Πέγιου, ένθ. ανωτ., σ. 61.
25. Mark Albrecht, Μετενσάρκωσις κατά Αναστάσεως, σ. 1-2.
ΜΕΡΟΣ Β'
4. Η θεωρητική δομή της Μετενσάρκωσης
Κατά την δοξασία της μετενσάρκωσης, «κάθε άνθρωπος έχει έναν εσωτερικό πυρήνα (Jiva), ο οποίος περιπλανάται σε ένα ατέλειωτο κύκλο γεννήσεων και θανάτων (Samsara) περιβαλλόμενος από χονδροειδή ή λεπτοφυή σωματικά περιβλήματα ή σώματα»1. Αυτός ο εσωτερικός πυρήνας είναι ένας «εκδηλωμένος» κατ’ ουσίαν «θεός», ο οποίος, μέσα απ’ αυτόν τον κύκλο, πρέπει να φθάσει στην «αυτογνωσία» και στην «αυτοπραγμάτωση», στηριζόμενος αποκλειστικά στις δικές του και μόνο δυνάμεις. Αυτό βεβαιώνει και η θεοσοφίστρια Έλενα Μπλαβάτσκυ: «Το Εγώ που μετενσαρκώνεται είναι το αθάνατο, ατομικό, όχι προσωπικό, εγώ, μ’ άλλα λόγια ο φορέας της Άτμα-Βουδικής Μονάδας»2.
Σ’ αυτή την απεγνωσμένη προσπάθειά του, αποφασιστικό ρόλο «παίζει» το λεγόμενο «κάρμα». Όλη αυτή η διαδικασία -η περιπέτεια- συμβολίζεται με τον τροχό την σαμσάρα (ανακύκλωση γεννήσεων και θανάτων) και τον αποκρυφιστικό «ουροβόρο όφι» ή με τον φλεγόμενο μυθικό «φοίνικα», ο οποίος αναγεννάται μέσα από την τέφρα του3.
Από την Μπαγκαβάτ-Γκιτά πληροφορούμαστε ότι «Οι σοφοί της αρχαίας Ινδίας λένε πως σκοπός της ανθρώπινης ζωής είναι να ξεφύγουμε από τον ατελείωτο κύκλο της μετενσάρκωσης. ‟Μην επιστρέψετε” προειδοποιούν»4.
Εξ άλλου, κατά τους θεωρητικούς της δοξασίας αυτής, η μετενσάρκωση είναι αναγκαία, γιατί η μια ανθρώπινη ζωή δεν είναι αρκετή για την τελείωση του ανθρώπου, εξηγεί την αδικία και προάγει την δικαιοσύνη και δίνει ελπίδα στον άνθρωπο για το μέλλον.
Κατά την Μπαγκαβάτ-Γκιτά, «όπως κάθε άνθρωπος αφήνει -τα φορέματά του τα παλιά -για να σπείρει άλλα καινούρια -έτσι και η ψυχή πετάει τα παλιά σώματά της -κι άλλα ντύνεται καινούρια»5. Και η θεοσοφίστρια Α. Μπεζάντ συμπληρώνει: «Έτσι οι διαδοχικές σωματικές ζωές είναι δεμένες μεταξύ τους σαν μαργαριτάρια περασμένα σ’ ένα νήμα. Το νήμα είναι το στοιχείο που ζει αιώνια και τα μαργαριτάρια οι διαδοχικές ανθρώπινες ζωές»6.
Το ενσαρκούμενο «Εγώ» η Μπεζάντ το αποκαλεί «Διανοητή», μέσα δε σ’ αυτόν «υπάρχουν όλες οι δυνάμεις που αποκαλούμε συνολικά πνεύμα. Το πνεύμα περιλαμβάνει τη μνήμη, την ενόραση, τη θέληση. Μαζεύει όλη την πείρα που του δίνουν οι γήινοι βίοι του και αποθηκεύει όλους αυτούς τους συγκεντρωμένους θησαυρούς για να τους μετουσιώνει μέσα στον εαυτό του, με τη δική του θεϊκή χημεία και να κατασκευάσει από αυτούς το απόσταγμα εκείνο της πείρας που είναι η Σοφία»7.
Μετά τον βιολογικό θάνατο, η «ψυχή» (το μη θνητό στοιχείο του ανθρώπου, κατά τους «μετενσαρκωτές») παραμένει για κάποιο χρονικό διάστημα σε κάποιον ουράνιο (αστρικό) κόσμο. Η περίοδος αυτή ονομάζεται «περίοδος αποσάρκωσης», ή «Δεβαχανική περίοδος», είναι η περίοδος που το «Εγώ» «ξαναμπαίνει στον εαυτό του» και «είναι ο αναγκαίος χρόνος που απαιτείται για την αφομοίωση της εμπειρίας και την απόκτηση ισορροπίας από το ‟Εγώ”», ή τον «Διανοητή», όπως το ονομάζει η Μπεζάντ. Αυτός ο «Διανοητής» ενσαρκώνεται και όχι «ο άνθρωπος-κτήνος»8.
Η μετενσάρκωση δεν προϋποθέτει όμως την «επαναγέννηση» αμέσως μετά τον θάνατο. Η «Δεβαχανική περίοδος» «μπορεί να είναι εξαιρετικά σύντομη προκειμένου για ένα άτομο ανεξέλεγκτο και αντιθέτως να παρατείνεται επί αιώνες για μια οντότητα υψηλής εξελικτικής αναπτύξεως. Η μέση, πάντως, χρονική περίοδος ανάμεσα σε δύο μετενσαρκώσεις για ένα άτομο συνηθισμένης εξελίξεως, θα πρέπει να κυμαίνεται γύρω στα πεντακόσια χρόνια»9. Ο Papus θέλει να επανέρχεται η ψυχή στο νέο σώμα «μετά δέκα ή και διακόσια έτη και εις οιονδήποτε πλανήτην του αυτού ηλιακού συστήματος»10. Ένας Έλληνας Λάμα υποστηρίζει, ότι στην ενδιάμεση αυτή κατάσταση περιπλανιόμαστε «για 49 ημέρες, περνώντας διάφορες, ως επί το πλείστον δυσάρεστες εμπειρίες, αναζητώντας ένα καινούργιο σώμα»11.
Τελικά για εκείνον, τον «θριαμβευτή» και «πνευματικό άνθρωπο», που μετά από σειρά μετενσαρκώσεων, «άγγιξε την κορυφή», «Η Νιρβάνα είναι διάπλατα ανοικτή μπροστά του». «Παρουσιάζεται όμως ενώπιόν του, ακόμη ένα μονοπάτι, το μονοπάτι της απάρνησης, η θεληματική αποδοχή της γήινης ζωής για την αγάπη της Φυλής… Όταν ο δάσκαλος διαλέξει να δεχθεί την ενσάρκωση, ώσπου να τελειώσει ο προορισμός της φυλής, τούτο είναι το στεφάνωμά του». Η θεληματική αυτή μετενσάρκωσή του (που δεν είναι γι’ αυτόν αναγκαία) είναι μια «Μεγάλη Απάρνηση». Αυτές οι «Τελειωμένες Οντότητες» επανέρχονται πλέον σε «ηθελημένη» μετενσάρκωση για να γίνουν «Εκπαιδευταί, για να βοηθήσουν την παλαίουσα ανθρωπότητα στην οδό της πνευματικής εξελίξεως»12. Τότε, οι δάσκαλοι αυτοί «Γίνονται οι σωτήρες του κόσμου, η ευλογία και η δόξα της φυλής τους»13. Ανάμεσα σ’ αυτούς συγκαταλέγονται ο Βούδας, οι διάφοροι Αβατάρς και γκουρού και, βεβαίως, και ο Ιησούς Χριστός.
Κατά τους «μετενσαρκωτές», η δοξασία αυτή λύνει όλα τα «απογοητευτικά» προβλήματα, πνευματικά, ηθικά και φιλοσοφικά και πάνω απ’ όλα το πρόβλημα του Κακού και του θανάτου. Ακόμη, και την «ανάπτυξη και κατάπτωση των εθνών» και τους «αναδρομικούς κύκλους της ιστορίας»14.
Με την μετενσάρκωση, λένε, αποδεικνύεται «λογικά» ότι οι νοητικές και ηθικές διαφορές μεταξύ των ατόμων οφείλονται στην «διαφορά της ηλικίας των ψυχών»15, είναι «αποτέλεσμα των πράξεών μας, των επιθυμιών και των σκέψεών μας» και δεν οφείλονται σε εξωγενείς παράγοντες. «Δεν έχομε παρά να εκλέξωμε ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο: Ή ότι η μοίρα οφείλεται σε μια θεία ιδιοτροπία, σε μια απλή σύμπτωση, οπότε το ηθικό χάος βασιλεύει στον κόσμο, ή ότι οφείλεται σε αιτίες που εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε, πράγμα που συνεπάγεται τη μετενσάρκωση. Έτσι, η ηθική τάξις και η μετενσάρκωσις είναι ένα ζεύγος αδιαχώριστο»16.
Εξηγούνται, ακόμη, όπως ισχυρίζονται, προβλήματα όπως:
- άνθρωποι που υποφέρουν περισσότερο από άλλους (γιατί έχουν υποστεί λιγότερες μετενσαρκώσεις).
- ψυχολογικά προβλήματα και σωματικές ταλαιπωρίες, όπως: ομοφυλοφιλία, λεσβιασμός, κεραυνοβόλος έρωτας ή μίσος (παλαιότερα κάρμα).
- μεγαλοφυή παιδιά - «παιδιά θαύματα»17 (εξέλιξη του ταλέντου τους), κ.λπ.
Εξ άλλου, «αυτοί που τώρα είναι φίλοι σας ή εχθροί σας μπορεί σε μια μελλοντική ζωή να είναι μητέρα, πατέρας, παιδί, γυναίκα ή άντρας σας»18. Ουσιαστικά, λέει ο Papus, «δεν είμαστε παρά ηθοποιοί που παίζουν το ρόλο τους για μια ζωή»19.
Μ’ ένα λόγο, λένε: «Η μετενσάρκωση λύνει όλα τα προβλήματα που δεν τα λύνει καμμιά άλλη θεωρία, σχετικά με την ανισότητα των περιστάσεων, των ικανοτήτων, των ευκαιριών, προβλήματα που χωρίς την μετενσάρκωση θα έδειχναν ότι δεν υπάρχει στη ζωή δικαιοσύνη, αλλά ότι οι άνθρωποι είναι απλά παιγνίδια της εύνοιας κάποιου ανεύθυνου δημιουργού, ή των τυφλών δυνάμεων κάποιας άψυχης φύσης»20.
Όλα αυτά, λένε, απαντούν στο ερώτημα: «Αν υπάρχει πράγματι Θεός, γιατί τόση αθλιότης στον κόσμο, τόσος άδικος πόνος, τόσες εύνοιες και τόσες επιτυχίες μοιρασμένες χωρίς καμία διάκριση»21. Εάν δεν αποδεχθούμε την μετενσάρκωση, λέγουν οι «μετενσαρκωτές», τότε πρέπει να δεχθούμε έναν Θεό άδικο, σκληρό, τιμωρό, απάνθρωπο, «άμεσα υπεύθυνο για όλα τα δεινά του κόσμου και προπαντός για κείνα που προέρχονται από τις συνθήκες τις γεννήσεως»22. Αντιθέτως, αποδεχόμενοι την μετενσάρκωση βρίσκομε το «κλειδί» του προβλήματος και δεν αμφισβητούμε την αγάπη, την ευσπλαχνία και την δικαιοσύνη του Θεού, αφού όσα συμβαίνουν επιβάλλονται από την «νομοτέλεια» και για συγκεκριμένο σκοπό. Η δοξασία της μετενσάρκωσης «είναι άρρηκτα δεμένη με το νόμο της ανταποδοτικής δικαιοσύνης, το νόμο του Κάρμα»23. Το Κάρμα είναι το «κλειδί» της δοξασίας αυτής.
Γι’ αυτό, υποστηρίζουν ότι «Είναι καιρός πλέον η χαμένη αλήθεια της μετενσαρκώσεως να ξαναπάρη τη θέση της ανάμεσα στους ανεκτίμητους θησαυρούς του Χριστιανισμού.
Αν δεν γίνη αυτό, οι εκκλησίες θα ερημώνονται ολοένα και περισσότερο, εφόσον με τα ισχύοντα θρησκευτικά δόγματα δεν είναι δυνατόν να ερμηνευτούν τα φαινόμενα της ζωής κατά τρόπον που να ικανοποιήται η σύγχρονη εξελιγμένη διάνοια»24.
Παρ’ όλα ταύτα, η ίδια η Μπεζάντ δηλώνει ότι «Όλα όσα μπορούν να λεχθούνε για την απόδειξη της μετενσάρκωσης δεν φτάνουν ως το σημείο να την αποδείξουνε πλέρια και ολοκληρωτικά, αλλά είναι μια πολύ δυνατή ένδειξη για την ύπαρξή της… Μόλο που η μετενσάρκωση φαίνεται σ’ εμένα γεγονός απόλυτα βέβαιο, περιορίζομαι να την παρουσιάσω εδώ μάλλον σαν μια λογική υπόθεση παρά σαν θεώρημα που έχει κιόλα αποδειχθεί»25.
5. Το Κάρμα
Κεντρική και ουσιαστική θέση στη δοξασία της μετενσάρκωσης και της μετεμψύχωσης κατέχει η διδασκαλία περί του «φυσικού νόμου του Κάρμα». Όπως ήδη είπαμε, είναι το ‟κλειδί”. Ο όρος προέρχεται από την σανσκριτική λέξη Kri, που σημαίνει «ενεργώ», «πράττω» (πράξη, δράση, έργο, ενέργεια) και αναφέρεται στη συσσώρευση καλών ή κακών πράξεων από προηγούμενες δήθεν ζωές. Τον όρο δεν τον επινόησε ο Βούδας, αλλά προέρχεται από την Βεδική παράδοση26.
Εκπρόσωπος αποκρυφιστικών ομάδων στην Ελλάδα διευκρινίζει ότι «Εμείς στη Δύση, το ‟Νόμο του Κάρμα” συνηθίζουμε να το αποκαλούμε ‟Νόμο της Αιτίας και του Αποτελέσματος” ή ‟Νόμο της Δίκαιης Ανταπόδοσης”»27. Οι ‟νεοπαγανιστές” τον ονομάζουν «νόμο της ειμαρμένης» ή «της ανάγκης».
Ο νόμος αυτός, κατά την Θεοσοφία, δημιουργεί, αποκαθιστά και διατηρεί την αρμονία και την ισορροπία μέσα στο σύμπαν.
Βεβαίως, δεν πρόκειται περί φυσικού νόμου, αλλά περί θρησκευτικής δοξασίας, που γεννήθηκε στον Ινδουισμό και τον Βουδισμό. Χαρακτηριστικός είναι ο ορισμός του Κάρμα από την θεοσοφίστρια Έλενα Μπλαβάτσκυ. Τα Κάρμα, λέει, είναι «ο ‟Υπέρτατος Νόμος”, η πηγή, η αρχή όλων των άλλων νόμων, που υπάρχουνε σ’ ολόκληρη τη φύση. Κάρμα είναι ο αλάνθαστος νόμος, που προσαρμόζει το αποτέλεσμα στην αιτία, στο φυσικό, νοητικό και πνευματικό πεδίο του Είναι… επιστρέφοντάς την σ’ εκείνον που τη δημιούργησε»28. Επομένως, το Κάρμα είναι η μοναδική αιτία, όχι μόνο της μετενσάρκωσης αλλά γενικώτερα της ύπαρξης κάθε υπαρκτού πράγματος (όντος). Και αλλού συμπληρώνει: «Το Κάρμα, είναι η δύναμις (η θέλησις) του Θεού ενεργούσα εν τω σύμπαντι, ο κοινός κορμός πάντων των νόμων οίτινες διοικούσι τον κόσμον»29.
Και η άλλη θεοσοφίστρια, η Άννα Μπεζάντ συμπληρώνει ότι «Το Κάρμα μας κάνει να γεννιόμαστε ακατάπαυστα, δένοντάς μας στη ρόδα της γέννησης και του θανάτου. Το καλό Κάρμα μας συνεπαίρνει τόσο αδυσώπητα όσο και το κακό». Όμως η δύναμη που μας αλυσσοδένει «δεν βρίσκεται στην πράξη αλλά στον πόθο, στην προσκόλληση στον καρπό της πράξης»30.
Κατά ένα άλλο ορισμό, «Το Κάρμα δεν είναι το έργο που έκανε ένα άτομο στην παρούσα ζωή του. Είναι όλα τα έργα που έχει κάνει στις προηγούμενες ζωές του. Είναι ένα είδος προορισμού με ρόλο μεγάλο για το εσχατολογικό του έργο»31.
Ο Λάμα Λούντρουπ, (προσκεκλημένος του Βουδιστικού Κέντρου Κάρμα Γκυάλτσεν Λινγκ στη Θεσσαλονίκη), μιλώντας για το Κάρμα, διευκρινίζει ότι, «τα όντα κατέχουν τις πράξεις τους, γεννιούνται μέσα στις πράξεις τους… είμαστε κάτοχοι των πράξεών μας. Σημαίνει πως όταν σκεπτόμαστε, λέμε ή κάνουμε κάτι είμαστε οι ιδιοκτήτες αυτού του πράγματος και βιώνουμε εμείς τα αποτελέσματά του»32. Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι οι πράξεις μας είναι εκείνες που μας καθορίζουν. «Δεν υπάρχει εξωτερικός κριτής ή Θεός που να παίρνει τις αποφάσεις για τη ζωή μας»33. «Την ευθύνη για την τιμωρία ή την επιβράβευση δεν την έχει κάποια υπερφυσική οντότητα, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος, ανάλογα με τον τρόπο που ζει κι ενεργεί, σε σχέση με τον ηθικό και κοσμικό νόμο του Ντάρμα»34.
Η Τεκτονική Εγκυκλοπαίδεια σημειώνει ότι «Κατά τον νόμον του Κάρμα, η αντίδρασις είναι πάντοτε ίση και αντίθετος της πράξεως»35. Έτσι, επέρχεται η αρμονία και η ισορροπία μέσα στο σύμπαν.
Κατά τον Γαβριήλ Σιμονέτο, υπάρχουν τρία είδη ατομικού Κάρμα. Εκτός από το «ατομικό» υπάρχει και το «οικογενειακό» και το «ομαδικό κάρμα ενός κράτους ή μίας φυλής»36. Το Κάρμα, λέει, καθορίζει το σώμα που θα πάρουμε στην επόμενη ενσάρκωση (ωραίο, υγιές, αρτιμελές κ.λπ.). ‟Το πώς θα ζήσουμε, ο τρόπος και ο χρόνος και η διάρκεια της ζωής που θα ζήσουμε, ο γάμος, τα παιδιά, η κοινωνική αναγνώριση, οι τίτλοι τιμής, ο πλούτος, τα χρήματα που θα αποκτήσουμε κ.λπ. Είναι προκαθορισμένα”. Ακόμη και την ώρα του ύπνου δημιουργούμε ‟Αστρικό Κάρμα”. Η μόνη ώρα που δεν συσσωρεύουμε Κάρμα είναι η ώρα του διαλογισμού. Και καταλήγει επισημαίνοντας τον παγκόσμιο χαρακτήρα του Κάρμα: ‟Άνθρωποι και ζώα αποτελούν μία μεγάλη οικογένεια που η ιστορία της είναι περίπλοκη και το κάρμα της αχώριστο και αυτή είναι η αιτία που οι άνθρωποι δεν πρέπει να σκοτώνουν, να κακομεταχειρίζονται και ακόμα να τρώνε τα ζώα. Το κάρμα είναι ένας νόμος παγκόσμιος και περιλαμβάνει κάθε μονάδα ζωής μέσα στις αναρίθμητες περιοχές του σύμπαντος. Ισχύει για κάθε οργανισμό και για κάθε υπαρκτό πράγμα, από τον κόκκο της άμμου ως τα αστέρια του Γαλαξία”37.
Ο Ρόμπερτ Νάτζεμυ γράφει: «Πολλοί θα ξαφνιαστούν μαθαίνοντας πως οι ίδιοι διάλεξαν το πλαίσιο της ζωής τους. Διάλεξαν να γεννηθούν σ’ αυτή την εποχή, σ’ αυτό το ορισμένο οικογενειακό περιβάλλον, κάτω από αυτές τις κοινωνικές και εκπαιδευτικές συνθήκες»38. Ο Cooper, διαφοροποιούμενος στο σημείο αυτό, αρνείται αυτή την «καρμική» οικογενειακή σχέση. Κατ’ αυτόν, «Κατά γενικόν κανόνα δεν εκλέγομε εμείς τους γονείς στην αρχή κάθε ενσαρκώσεως». Γι’ αυτό φροντίζουν, όπως είδαμε πιο πάνω «Οντότητες του Πνευματικού κόσμου». Εν τούτοις, μπορούμε να επηρεάσουμε τις μελλοντικές σχέσεις μας με άλλα άτομα. Το γεγονός ότι μερικά άτομα έλκονται μεταξύ τους με αμοιβαία αγάπη, ίσως δηλώνει ότι «είναι γονείς και παιδιά, αδελφοί, σύζυγοι ή εραστές κλπ»39, (εννοείται, σε προηγούμενη ζωή τους).
Το Κάρμα λοιπόν προσδιορίζει την παρούσα ζωή κάθε ανθρώπου πάνω στη γη, ο οποίος ξαναγεννιέται για να πληρώσει εδώ, μέσα σε ένα νέο σώμα, για ό,τι άλλοτε έπραξε και συνέλεξε κατά τις «προβιωτές»40 του, για να απελευθερωθεί από ένα τυραννικό φορτίο, ακόμη και όταν τίποτε από όσα ζει και πάσχει στην «παρούσα» ζωή του δεν του θυμίζει κάτι από κάποια προηγούμενη δήθεν ύπαρξή του.
Οι δάσκαλοι της μετενσάρκωσης υποστηρίζουν ότι αυτό το «σενάριο» της ζωής του κάθε άνθρωπος δεν πρέπει να προσπαθήσει να το αλλάξει, είναι μάταιος κόπος. Πρέπει να αποδεχθεί να παίξει τον ρόλο του, αφού η «ταινία» θα παιχθεί οπωσδήποτε, ώστε να μάθει το «μάθημα» για να μπορέσει να προχωρήσει εξελικτικά σε μια επόμενη μετενσάρκωση. Επομένως, «Αδικία δεν υπάρχει στην πραγματικότητα. Εκείνοι που μας ‟αδικούν”, όπως εμείς νομίζουμε, είναι μόνον οι φορείς των πράξεων, που σύμφωνα με το ‟σενάριο” της δικής μας ταινίας ζωής, πρέπει να συμβούν για χάρη της δικής μας εξέλιξης!»41.
Εκτός από το «ατομικό Κάρμα», υπάρχει, όπως είπαμε, και το «ομαδικό Κάρμα», Κάρμα οικογενειακό, υποφυλών, φυλών, χωρών, εθνών και «παγκόσμιο κάρμα σαν συνολικό άθροισμα όλων των εθνικών»42. «Ό,τι ισχύει για το Κάρμα για τον έναν άνθρωπο, και ό,τι μπορεί να εφαρμοστεί ατομικά, ισχύει και για μια ομάδα ανθρώπων, μια χώρα και όλη την ανθρωπότητα», λέει ο Λάμα Λούντρουπ43. Το «ομαδικό Κάρμα» έχει την αιτία του στο «ατομικό Κάρμα». Ανάλογα με τα χαρακτηριστικά του, το κάθε άτομο έλκεται προς το ένα ή το άλλο έθνος ή την φυλή. Τότε, «τα κυριότερα εθνικά χαρακτηριστικά παρουσιάζονται ομαδικά στη σκηνή. Έτσι πλήθος Ρωμαίοι ενσαρκώνονται σήμερα σαν Άγγλοι και τα ένστικτά τους τα επιχειρηματικά, τα επεκτατικά, τα κατακτητικά, τα κυριαρχικά ξαναπαρουσιάζονται σα φυσικό ιδίωμα»44. Όταν το Κάρμα των ανθρώπων, μέσα σε διάφορες φυλές, που διέπραξαν πράξεις κακές και εγκληματικές, προβληθεί στο φυσικό πεδίο, τότε «γεννάει πολέμους, επαναστάσεις, κοινωνικές αναταραχές και κάθε είδους εξεγέρσεις που χτυπάνε σαν ομαδικό κάρμα εκείνους που γέννησαν τις καταστρεπτικές δυνάμεις κι απλώνουν τριγύρω την καταστροφή»45.
Τέλος, ο τρόπος απελευθέρωσης από το Κάρμα, κατά την Μπαγκαβάτ-Γκιτά, είναι μια «πλήρης επιστήμη». Οι αντιδράσεις του Κάρμα είναι μια «μόλυνση», είναι «όπως η σκόνη που σκεπάζει τον καθρέπτη». Για να εξαληφθεί λοιπόν το Κάρμα πρέπει να ακολουθήσει ο άνθρωπος μερικές «πρακτικές τεχνικές». Μεταξύ αυτών η σπουδαιότερη, η πιο «εξαγνιστική» είναι να ψάλλει κάποιος τον «Μεγάλο Ύμνο της Απελευθέρωσης», το μάντρα «Χάρε Κρίσνα - Χάρε Κρίσνα - Κρίσνα Κρίσνα - Χάρε Χάρε - Χάρε Ράμα - Χάρε Ράμα - Ράμα Ράμα - Χάρε Χάρε». Άλλες τεχνικές είναι, «Να μελετάει τακτικά τις Βεδικές Γραφές», «Να τρώει μόνο πνευματική φυτική τροφή… η απάρνηση από το κρέας, το ψάρι και το αβγό», «η προσφορά των αποτελεσμάτων της εργασίας μας στον Θεό… και μέρος των αποδοχών», η αποφυγή παράνομων ερωτικών σχέσεων «εξώγαμων ή και εντός του γάμου εάν ο σκοπός τους δεν είναι η τεκνοποίηση» κ.ά.46.
1. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Μετενσάρκωση ή Ανάσταση;, Β’ έκδ. Αθήνα 1995, σ. 9.
2. Έλ. Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της Θεοσοφίας, σ. 144.
3. Papus: Μετενσάρκωση, σ. 19. Βλ. και Κων. Πάγιου, ένθ. ανωτ., σ. 58.
4. Επιστρέφοντας, ένθ. ανωτ., σ. 126.
5. §22, παρά Αν. Μπεζάντ, Μετενσάρκωση, ένθ. ανωτ., σ. 24.
6. Αυτόθι σ. 25.
7. Αυτόθι σσ. 38-39.
8. Αυτόθι, σσ. 91,44.
9. Irv. Cooper, μν. έργ., σ. 31.
10. Αυτόθι.
11. Λάμα Λουΐτζι Παπακωνσταντίνου, Πού πηγαίνουν οι νεκροί - Η περιπέτεια της μετενσάρκωσης, περιοδ. ‟Άβατον”, τ. 11, σ. 73.
12. Irv. Cooper, ένθ. ανωτ., σ. 55.
13. Αν. Μπεζάντ, ένθ. ανωτ., σσ. 77, 80.
14. Αυτόθι, σ. 104.
15. Ο Νικ. Μαργιορής κάνει λόγο για ‟πρωτόγονες ψυχές, που για λίγες μόνο φορές έχουν σηκωθεί και τις παλιές ψυχές, που αδιάκοπα σαρκώνονται και προχωρούν στο δρόμο της αιώνιας εξέλιξης των κόσμων και των όντων”, ένθ. ανωτ., σ. 390. Βλ. και Irving Cooper, μν. έργ., σ. 40.
16. Irv. Cooper, ένθ. ανωτ., σ. 80.
17. Cooper, ένθ. ανωτ., σ. 96.
18. Ρόμπ. Νάτζεμυ, ένθ. ανωτ., σ. 182.
19. Papus, ένθ. ανωτ., σ. 124.
20. Αν. Μπεζάντ, ένθ. ανωτ., σ. 120.
21. Irv. Cooper, ένθ. ανωτ., σ. 14.
22. Papus, ένθ. ανωτ., σ. 19.
23. Αυτόθι σ. 9.
24. Irv. Cooper, μν. έργ., σ. 111.
25. Αν. Μπεζάντ, ένθ. ανωτ., σ. 104 (δική μας υπογράμμιση).
26. Δημ. Νικολαΐδου, Η δύναμη του Κάρμα, περιοδ. ‟Άβατον”, τ. 111, σ. 57.
27. Γαβρ. Σιμονέτου, ένθ. ανωτ., σ. 2.
28. Έλ. Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της Θεοσοφίας, σ. 218.
29. Της ιδίας, Εις την χώραν των γαλάζιων βουνών, μν. έργ., σ. 19.
30. Αν. Μπεζάντ, Το Κάρμα, σ. 61.
31. Fausta Leoni, Κάρμα, αληθινή ιστορία μιας μετεμψύχωσης, σ. 10.
32. Δημ. Νικολαΐδου, ένθ. ανωτ., σ. 57.
33. Αυτόθι σ. 58.
34. Κων. Πέγιου, ένθ. ανωτ., σ. 59.
35. Ένθ. ανωτ., σ. 521.
36. Γαβρ. Σιμονέτου, ένθ. ανωτ.: το αποθηκευμένο, το πεπρωμένο ή η μοίρα του ανθρώπου (κισμέτ) και το νέο, που δημιουργείται στη διάρκεια κάθε ζωής.
37. Αυτόθι σ. 5.
38. Ρόμπ. Νάτζεμυ, ένθ. ανωτ., σ. 211. Και ο Νικ. Μαργιορής γράφει: «Στις υστερνές και τελευταίες της σαρκώσεις (η ψυχή) διαλέγει μόνη της πια πού θα πέσει και ποιους γονιούς θα έχει. Το τελευταίο όμως είναι σπανιότατο και δύσκολα συμβαίνει. Συνηθέστατα άλλοι (σημ. Η Λευκή Ιεραρχία, σ. 397.) διαλέγουν τη φυλή, το έθνος, την πόλη και την οικογένεια που μέσα της θα πέσει για μετενσάρκωση η πνευματοψυχή», μν. έργ., σ. 387.
39. Irv. Cooper, ένθ. ανωτ., σσ. 53-54.
40. Νικ. Μαργιορή, ένθ. ανωτ., σ. 386.
41. π. Αντ. Αλεβιζοπούλου, μν. έργ., σ. 127.
42. Έλ. Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της Θεοσοφίας, ένθ. ανωτ., σ. 219.
43. Δημ. Νικολαΐδου, ένθ. ανωτ., σ. 58.
44. Αν. Μπεζάντ, Το Κάρμα, σ. 67. Και οι ‟νεοπαγανιστές” υποστηρίζουν το ίδιο. Έτσι, υπάρχει και το Κάρμα της Ελλάδος, του Ιράκ και άλλων χωρών.
45. Αυτόθι σ. 70.
46. Επιστρέφοντας, Ο νόμος της Μετεμψύχωσης, μν. έργ. σσ. 131-135. «Οι νόμοι του κάρμα αναφέρουν ότι όποιος σκοτώσει ένα ζώο για να το φάει, τότε στην επόμενη ζωή, ο φονέας θα σκοτωθεί και θα φαγωθεί. Υπάρχει, επίσης και κάρμα για την αφαίρεση της ζωής των φυτών, αλλά αυτό εξουδετερώνεται με την προσφορά του φαγητού στον Κρίσνα, διότι έχει δηλώσει ότι θα δεχθεί αυτές τις φυτικές προσφορές. Θα πρέπει επίσης να σταματήσει κανείς τα ναρκωτικά στα οποία περιλαμβάνεται ο καφές, το τσάι, το αλκοόλ και το τσιγάρο», σ. 133.
Με όσα αναφέραμε μέχρι τώρα για τη δοξασία της μετενσάρκωσης και το Κάρμα, μπορούμε να πούμε συνοπτικά ότι, στην πραγματικότητα, η δοξασία αυτή «δεν οδηγεί στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου, αλλά στην εξουδετέρωσή της· δεν καλλιεργεί τις σχέσεις αμοιβαίας ευθύνης και αγάπης ανάμεσα στους ανθρώπους, αλλά τον ατέρμονα εγωκεντρισμό. Η πίστη αυτή δεν γνωρίζει έλεος και απειλεί τα θεμέλια ολόκληρης της κοινωνίας και του πολιτισμού μας»1.
Στη συνέχεια θα φωτίσουμε μερικές ακόμη πτυχές της αντιχριστιανικής αυτής δοξασίας, η οποία συχνά προκαλεί σύγχυση ακόμη και μεταξύ Ορθοδόξων χριστιανών.
ΜΕΡΟΣ Γ'
6. Ένα σοβαρό και δύσκολο πρόβλημα για τους «μετενσαρκωτές»
Η μεγαλύτερη δυσκολία και αμφισβήτηση που αντιμετωπίζει η δοξασία της μετενσάρκωσης είναι το άλυτο πρόβλημα της λήθης. Οι ίδιοι οι θεωρητικοί της δοξασίας αυτής αποδέχονται ότι το άτομο, κατά τη νέα του ζωή συνοδεύεται από έλλειψη «μνήμης» της προηγούμενης ζωής του, η των ζωών του.
Η Τεκτονική Εγκυκλοπαίδεια, στηριζόμενη κυρίως στον Papus, επιδιώκει να υπερπηδήσει τη δυσκολία αυτή συνοψίζοντας εν προκειμένω όλους τους ισχυρισμούς και τις απόψεις των «μετεμψυχωτών»: «Το μετενσαρκούμενον εγώ δεν διατηρεί φυσικά συγκεκριμένην ανάμνησιν των προγενεστέρων του υπάρξεων, διότι αύτη αποθηκεύεται έξω του κύκλου της φυσικής του συνειδήσεως και εντός του αμεταβλήτου εγώ. Η αμνησία αύτη αποτελεί ευεργέτημα διά να μην έχη η ψυχή συνείδησιν της αμαρτωλής της ίσως ιστορίας κατά την επί της γης ανακύκλωσίν της, σκοπούσαν την τελικήν της εξάγνισιν. Η ανάμνησις εν τούτοις προηγουμένων βιώσεων είναι δυνατόν να επανέλθη εις ωρισμένα και ολίγα μόνον άτομα, τα περισσότερα των άλλων εξελιχθέντα, τα οποία διά μακράς προπονήσεως αναπτύσσουν δύναμιν ενοράσεως»2. Η λήθη είναι «αναπόφευκτη αναγκαιότητα για να αποφευχθεί η αυτοκτονία». Γι’ αυτό, το «πνεύμα» πρέπει να πιει «από το νερό της Λήθης πριν επιστρέψει στη γη». Αυτό είναι «δείγμα πρόνοιας και διευκολύνει την εξέλιξη»3.
Τότε όμως παραμένει το ερώτημα: Αν είναι «ευεργέτημα» να μην έχει η συνείδηση τη μνήμη της αμαρτωλότητάς της σε μια δήθεν προηγούμενη ζωή της, τότε πώς θα «πληρώσει», θα «εξοφλήσει» το «κακό κάρμα» της που την επανέφερε σε μια νέα ενσωμάτωση;
Η θεοσοφίστρια Μπλαβάτσκυ υποστηρίζει ότι τα φυσικά στοιχεία του ανθρώπου «διαλύονται μετά το θάνατο μαζί μ’ όλα τα συστατικά τους, αφανίζεται λοιπόν κι η μνήμη μαζί με τον εγκέφαλο»4.
Η άλλη θεοσοφίστρια, η Μπεζάντ, διαφοροποιείται εν μέρει: «Το ‟Εγώ”, το αληθινό ‟Εγώ” θυμάται. Ο άνθρωπος-κτήνος είναι αυτός που δεν μπορεί να θυμηθεί τα περασμένα, αφού δεν έφθασε σε τέλεια ανταπόκριση με τον ‟αληθινό εαυτό” του». Τότε μόνο θα θυμηθεί, όταν το νέο προσωπικό εγώ ενωθεί με το αιώνιο «Εγώ» και συνταυτιστεί μ’ αυτό (τον «Δονητή»)5.
Ο Νικ. Μαργιορής επιδιώκει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με πιο πρακτικό, περίεργο τρόπο: «υπάρχει ο φόβος ο αναμιμνησκόμενος των προηγούμενων ζωών του, να πληροφορηθεί και όχι πολύ ωραία πράγματα που έκανε σ’ αυτούς τους προηγούμενους βίους. Θα μάθει μια αλήθεια που δεν θα είναι ούτε ευχάριστη ούτε βοηθητική για την παρούσα του εξέλιξη-ζωή… η σαρκούμενη ψυχή πρέπει να μείνει απερίσπαστη και ανεπηρέαστη στις σχέσεις της με τους ανθρώπους που έχουν παίξει σπουδαίο ρόλο στη ζωή ή πρόκειται να παίξουν. Είναι φυσικότατο, όταν κανείς υπεύθυνα πια πληροφορηθεί για τις προβιωτές του, να τοποθετηθεί ανάλογα απέναντι σε ζώντες σήμερα συνανθρώπους, που τότε τον αδίκησαν, τον συκοφάντησαν, τον φυλάκισαν, το φόνευσαν πιθανώς κτλ. Αυτή η εκ των υστέρων τοποθέτηση δημιουργεί αναστολή σ’ όλη την εξέλιξη ενώ η λησμονιά είναι μεγάλη δύναμη που βοηθά τον άνθρωπο να μείνει ανεπηρέαστος στο έργο της εξέλιξής του»6.
Αντί άλλης απάντησης, μεταφέρουμε εδώ την παρατήρηση του Επίκουρου στη θεωρία των Πυθαγορίων για την μετεμψύχωση, όπως την καταγράφει ο Cooper: «Ο Επίκουρος έχει αντιταχθή προς τη θεωρία του Πυθαγορισμού λέγοντας ότι, εφόσον η ψυχή δεν διατηρεί την ανάμνηση των περασμένων υπάρξεων και καμμία προσωπική ταυτότης ενσυνείδητος δεν κατοικεί μέσα στην όλη σειρά των επαναγεννήσεων, οι συνέπειες των πράξεων επιπίπτουν κατ’ ανάγκην σε μια άλλη οντότητα, που δεν γνωρίζει την αιτία της τιμωρίας της και συνεπώς δεν γίνεται ούτε καλύτερη, ούτε σοφώτερη με το να έχη τιμωρηθή»7.
Είναι πάντως απορίας άξιο, πώς η ψυχή που «έκρινε» ότι πρέπει να μετενσαρκωθεί, άρα είχε συναίσθηση της πνευματικής της κατάστασης και της ανάγκης επανενσωμάτωσής της, και επομένως θυμόταν το Κάρμα της, χάνει κάθε ανάμνηση κατά τη νέα της «ζωή» και άρα αγνοεί και τον λόγο της νέας μετενσάρκωσής της και της ενδεχόμενης ταλαιπωρίας της υφισταμένη ένα κακό Κάρμα! Πώς είναι δυνατόν να υπάρξει τιμωρία ή διαπαιδαγώγηση, όταν δεν υπάρχει η συναίσθηση κάποιων παραβάσεων για τις οποίες ήλθε να πληρώσει και μάλιστα μετά από πολλά χρόνια, ίσως και αιώνες; Είναι σαν να διέπραξε κάποιο παιδί της πρώτης τάξης ένα σφάλμα κι εμείς να τιμωρούμε πάλι ένα παιδί της πρώτης τάξης μετά από δύο έτη. Το εντυπωσιακό είναι ότι οι «μετενσαρκωτές» κάνουν λόγο για «επιστήμη» και «λογική» απάντηση στους προβληματισμούς του ανθρώπου!
Στο ίδιο κεφάλαιο της «μνήμης» και της «λήθης» εντάσσονται, τέλος, και οι αποκαλούμενες «αναδρομές» ή «ανάδρομη ύπνωση», με τις οποίες επιδιώκεται, μέσω τεχνητής ύπνωσης, να θυμηθεί ο υπνωτιζόμενος παλαιότερες δήθεν ζωές του, αποδεικνύοντας έτσι αληθινή την μετενσάρκωση8. Εκτός βέβαια από τις βάσιμες, από επιστημονικής πλευράς, αμφισβητήσεις των τεχνικών αυτών και των εμπειριών που τάχα αυτές προβάλλουν, είναι και μερικοί θεωρητικοί της μετενσάρκωσης που κάνουν λόγο για «φαντασίες». Ο ίδιος ο Papus, αναφερόμενος στις πνευματιστικές συγκεντρώσεις, παρατηρεί ότι εκεί ο υπνωτιζόμενος «προσπαθεί να φαντασθεί ποιος ήταν και συνήθως φαντάζεται πως ήταν ένα αξιόλογο άτομο, υψηλής κοινωνικής θέσεως και ισχύος… βλέπει κανείς ελάχιστους δολοφόνους, μέθυσους, μικρεμπόρους ή υπηρέτες να επανασαρκώνονται. Πάντα υπάρχει ένας Ναπολέων… ο Λουδουβίκος 16ος… διάσημοι Φαραώ…»9. Και συμπεραίνει: «πλήθος ατόμων οραματίζεται και ισχυρίζεται ότι είναι επανενσάρκωση του Χριστού επί της γης… Αυτά είναι τα λάθη της ημιμάθειας που… δαιμονίζουν τα καλύτερα μυαλά και τα κάνουν να παρεκτρέπονται ηθικά ή διανοητικά, ανάλογα με την περίπτωση»10.
Και ο γκουρού Σρι Σρίμαντ, αναφερόμενος σε μια περίπτωση «υπνωτικής αναδρομής», βεβαιώνει ότι «Εν τούτοις μεταγενέστερη έρευνα απέδειξε ότι όλη αυτή η δραματική ιστορία ήταν φανταστική»11.
Πέραν όμως του αποκρυφιστικού και φανταστικού χαρακτήρα των λεγομένων «αναδρομών», έχει διαπιστωθεί σε μερικές περιπτώσεις, από έγκυρους επιστήμονες, όπως από τον ειδικά ασχοληθέντα με την μετενσάρκωση καθηγητή του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια Ίαν Στήβενσον, και η παρουσία δαιμονικών στοιχείων. Αυτό επιβεβαίωσε με επιστολή του στον Στήβενσον και ινδουιστής δάσκαλος, γράφοντάς του ότι «καμμιά από τις περιπτώσεις που είχε καταγράψει δεν ήταν περίπτωση μετενσάρκωσης, αλλά ήταν περιπτώσεις κατάληψης από πνεύματα»12.
7. Αυθαίρετοι ισχυρισμοί
Οι εκπρόσωποι της μετενσάρκωσης, παραρμηνεύοντας εδάφια της Αγίας Γραφής και τους λόγους των Πατέρων της Εκκλησίας, ισχυρίζονται ότι είναι και χριστιανική διδασκαλία. Τα σπουδαιότερα εδάφια, τα οποία επικαλούνται για να στηρίζουν αυθαίρετα τους ισχυρισμούς τους, είναι τα ακόλουθα:
α) Ιωάννης - Ηλίας
Ματθ. ια’ 14: «καί εἰ θέλετε δέξασθαι, αὐτός ἐστίν Ἠλίας ὁ μέλλων ἔρχεσθαι». Και Ματθ. ιζ’ 12-13, (σε συσχετισμό με το Μάρκ. Θ’13): «Ἠλίας ἤδη ἦλθε, καί οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν, καί ἐποίησαν αὐτῷ ὅσα ἠθέλησαν… Τότε συνῆκαν οἱ μαθηταί ὅτι περί Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοῖς».
Ο λόγος στα εδάφια αυτά είναι περί του Προδρόμου Ιωάννου, τον οποίο ο Κύριος χαρακτηρίζει ως τον «ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζονα» (Ματθ. ια΄11). Ισχυρίζονται, λοιπόν, ότι στα εδάφια αυτά εμφανίζει ο Κύριος τον Ιωάννη ως μετενσάρκωση του Προφήτη Ηλία.
Όμως, ο Κύριος στα εδάφια αυτά ταυτίζει και δεν ταυτίζει τον Ιωάννη με τον Ηλία. Αφ’ ενός μεν, λέει ότι «Ἠλίας μέν ἔρχεται πρῶτον καί ἀποκαταστήσει πάντα» (Ματθ. ιζ’ 11), δείχνοντας τα έσχατα και τα γεγονότα προ της Β’ Παρουσίας Του. Διαχωρίζει έτσι τον Ηλία από τον Ιωάννη, ο οποίος είχε ήδη έλθει, χωρίς να έχει «ἀποκαταστήσει πάντα». Στη συνέχεια λέει ο Κύριος: «λέγω δέ ὑμῖν ὅτι Ἠλίας ἤδη ἦλθε καί οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν». Πώς λοιπόν πρέπει να εννοηθούν οι λόγοι αυτοί του Κυρίου;
Είχε προφητευθεί από τον Προφήτη Μαλαχία ότι «Καί ἰδού ἐγώ ἀποστελῶ ὑμῖν Ἠλίαν τόν Θεσβίτην, πρίν ἤ ἐλθεῖν τήν ἡμέραν Κυρίου τήν μεγάλην καί ἐπιφανῆ, ὅς ἀποκαταστήσει καρδίαν πατρός πρός υἱόν καί καρδίαν ἀνθρώπου πρός τόν πλησίον αὐτοῦ, μή ἐλθών πατάξω τήν γῆν ἄρδην» (Μαλαχ. δ’ 4-5).
Και ο άγγελος του Κυρίου, προαναγγέλλοντας την γέννηση του Ιωάννου στον Ζαχαρία, του είπε ότι: «Καί αὐτός προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι καί δυνάμει Ἠλιοῦ» (Λουκ. α’ 17), δηλαδή θα έλθη με τα ίδια χαρίσματα και την δύναμη του Ηλία.
Επομένως, η «ημέρα Κυρίου η μεγάλη και επιφανής» δεν είναι η ενσάρκωση του Λόγου, η επί γης Επιφάνεια του Χριστού, πρόδρομος της οποίας ήταν ο Ιωάννης αλλά η «ημέρα Κυρίου», η Β’ Παρουσία του Χριστού, προ της οποίας θα «έλθη» ο ιστορικός Ηλίας της Παλαιάς Διαθήκης (βλ. και Αποκ. ια’ 3-10).
Κατά τους ερμηνευτές της Καινής Διαθήκης και μάλιστα τον ιερό Χρυσόστομο, ο Κύριος ονομάζει Ηλία τον Ιωάννη λόγω της ομοιότητος του έργου του με το έργο του Ηλία. Αλλά και ο παρεξηγημένος Ωριγένης γράφει εν προκειμένω: «Ἠλίας οὖν ὁ Ἰωάννης οὐ διά τήν ψυχήν λέλεκται, ἀλλά διά τό πνεῦμα καί τήν δύναμιν, ἅτινα οὐδέν λυπεῖ τόν Ἐκκλησιαστικόν λόγον»13. Όπως λοιπόν ο Ιωάννης ήλθε ως Πρόδρομος της Α’ Παρουσίας του Χριστού, έτσι και ο Ηλίας θα έλθη ως πρόδρομος της Β’ Παρουσίας του Χριστού.
Άλλωστε, ο Προφήτης Ζαχαρίας δηλώνει και την πατρίδα του Ηλία, ονομάζοντάς τον «Θεσβίτην». Και βεβαίως, ο Πρόδρομος δεν ήταν «Θεσβίτης». Ακόμη, συμπληρώνει ο Ζαχαρίας, κάτι που υπογραμμίζει και ο Κύριος, ότι θα επαναφέρει τους Ιουδαίους στην ορθή πίστη, γεγονός που δεν συνέβη επί Ιωάννου.
Τέλος, πρέπει να υπογραμμίσουμε δύο ακόμη σημεία: 1) ο Ηλίας, κατά την Αγία Γραφή, δεν πέθανε, για να μετενσαρκωθεί ως Πρόδρομος. Η μετενσάρκωση όμως ακολουθεί τον φυσικό θάνατο, και το κυριώτερο: 2) Ο ίδιος ο Πρόδρομος Ιωάννης, ερωτηθείς από τους Ιουδαίους αν είναι ο Ηλίας τον οποίον ανέμεναν, απάντησε: «οὐκ εἰμί» (Ιωάν. α’ 21).
Επομένως, τόσο από τα προηγούμενα εδάφια, αλλά ιδιαιτέρως από το τελευταίο αυτό το εδάφιο αποδεικνύονται ως ψευδείς οι ισχυρισμοί των «μετενσαρκωτών»14.
β) Χριστός και Αβραάμ - «Χριστός» προ του Χριστού15;
Ιωάν. η’ 58: «πρίν Αβραάμ γενέσθαι ἐγώ εἰμί».
Οι οπαδοί της μετενσαρκώσεως, παρερμηνεύοντας το εδάφιο, ισχυρίζονται ότι «βλέπουν» σ’ αυτό ότι ο Ιησούς είχε ζήσει μια άλλη ζωή, προ του Αβραάμ.
Βεβαίως, εδώ ο Κύριος θέλει να διδάξει ότι ο Ίδιος, δεν είναι ένας απλός άνθρωπος, αλλά ότι ως Θεός υπάρχει αιωνίως, ακόμη και προ του Αβραάμ, του γενάρχη των Εβραίων.
γ) Ο εκ γενετής τυφλός:
Ιωάν. θ’ 1-7: «Ραββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἤ οἱ γονεῖς αὐτοῦ ἵνα τυφλός γεννηθῇ;». Αλλά και το εδάφιο αυτό τίποτε δεν λέει περί μετενσαρκώσεως. Οι Ιουδαίοι εξέφρασαν στον Κύριο την απορία τους γι’ αυτό που έβλεπαν. Δεν ερωτούσαν αν στον τυφλό συνέβαινε «ο νόμος του Κάρμα», αφού ούτε στην Παλαιά Διαθήκη μπορεί να στηριχθεί η δοξασία αυτή, ούτε οι Εβραίοι πίστευαν στη μετενσάρκωση.
Εξ άλλου ο ίδιος ο Κύριος, στην απάντησή του, ουσιαστικά ακυρώνει τον ισχυρισμό των οπαδών της μετενσαρκώσεως. «Οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τά ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ». Ο τυφλός, δηλαδή, δεν «πλήρωνε» κάποιο κακό Κάρμα προηγούμενης ζωής του. Σκοπός της περιπέτειάς του ήταν να αποκαλυφθεί στους ανθρώπους η δύναμη και η αγάπη του Θεού, και όχι να τιμωρηθεί ως τυφλός. Ο Κύριος τονίζει το αποτέλεσμα που θα προκύψει από την ασθένεια του τυφλού και όχι την αιτία, που δεν υπήρχε16.
δ) Ο Παύλος
Γαλ. στ’ 8-9: «ὅ γάρ ἐάν σπείρῃ ἄνθρωπος τοῦτο καί θερίσει».
Του εδαφίου αυτού γίνεται συχνότατη και δυναμική χρήση. Οι υπέρμαχοι της μετενσάρκωσης ισχυρίζονται ότι οι λόγοι αυτοί του Παύλου αποτελούν «επιτομή του Νόμου του Κάρμα»17.
Όμως, από την μελέτη του όλου εδαφίου, εξάγεται ότι ο Παύλος εδώ διδάσκει ότι όποιος ενεργεί κατά τις επιθυμίες της σαρκός, ο ίδιος θα θερίσει αιώνια κόλαση. Τίποτε περισσότερο.
ε) Πατέρες και Εκκλησιαστικοί συγγραφείς
Οι υπέρμαχοι της μετενσάρκωσης, ανατρέποντας και κατακρεουργώντας κυριολεκτικά τα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, εμφανίζουν περισσότερους από δεκατέσσερις Πατέρες της Εκκλησίας (από τους επιφανέστερους) να ενστερνίζονται και να διδάσκουν την μετενσάρκωση18. Ιδιαιτέρως επιμένουν υποστηρίζοντας ότι ο Ωριγένης (185-254 μ.Χ.) και ο ι. Αυγουστίνος (354-430 μ.Χ.), υπήρξαν υπέρμαχοι της δοξασίας αυτής. Όμως, από την μελέτη των πατερικών κειμένων προκύπτει ότι, όχι μόνον κανείς απ’ αυτούς δεν αποδέχεται την αντιγραφική και αντιχριστιανική αυτή κακοδοξία, αλλά και καταδικάζουν κάθε σκέψη γι’ αυτή.
Στα πλαίσια της σύντομης αυτής εργασίας μας είναι αδύνατο να επεκταθούμε στο κεφάλαιο αυτό. Επειδή όμως, ειδικά για τον Ωριγένη, ισχυρίζονται ότι η Ε’ Οικουμενική Σύνοδος (553 μ.Χ.), με την επέμβαση του Ιουστινιανού, τον κατεδίκασε γι’ αυτή την ιδέα του, ανατρέποντας έτσι την μέχρι τότε αποδοχή της δοξασίας αυτής από την Εκκλησία, θα αναφερθούμε πολύ σύντομα στο θέμα αυτό.
Πρωτίστως, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η καταδίκη του Ωριγένη είχε γίνει δέκα έτη προ της Ε’ Οικουμενικής Συνόδου, από την ενδημούσα Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως (543 μ.Χ.). Στην Ε’ Οικουμενική Σύνοδο καταδικάστηκαν τα έργα του Ωριγένη (Ωριγενισμός) και οι κακοδοξίες του περί προΰπαρξης των ψυχών, αποκατάστασης των πάντων και μερικές χριστολογικές αποκλήσεις του. Πουθενά στα Πρακτικά της Συνόδου δεν υπάρχει και η ελάχιστη αναφορά στη μετενσάρκωση.
Εξ άλλου, ο ίδιος ο Ωριγένης σε πολλά σημεία των συγγραμμάτων του, απορρίπτει και καταδικάζει την κακοδοξία αυτή, αποκαλώντας την «μετενσωμάτωσιν». Θα περιοριστώ σε δύο μόνον φράσεις του: «…Ἐν τούτοις Ἠλίας οὐχ ἡ ψυχή (Ἠλίου) δοκεῖ μοι λέγεσθαι, ἵνα μή ἐμπίπτω εἰς τό ἀλλοτριον τῆς ἐκκλησίας του Θεοῦ περί μετενσωματώσεως δόγμα, οὔτε παραδιδόμενον ὑπό τῶν ἀποστόλων οὔτε ἐμφαινόμενον ὑπό τῶν γραφῶν»19.
Και στο «Κατά Κέλσου» γράφει: «Τούς πεποιθότας τήν περί μετενσωματώσεως ἄνοιαν ἀπό ἰατρῶν, τῶν καταβιβαζόντων τήν λογικήν φύσιν ὁτέ μεν ἐπί τήν ἄλογον πᾶσαν ὁτέ δε καί ἐπί τήν ἀφάνταστον θεραπεύωμεν»20.
1. π. Αντ. Αλεβιζοπούλου, μν. έργ., Μετενσάρκωση ή Ανάσταση, σ. 127.
2. Ένθ. ανωτ. σ. 607. Βλ. και Papus, ένθ. ανωτ. σ. 125.
3. Papus, αυτόθι, σσ. 100, 125.
4. Έλ. Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της Θεοσοφίας, σ. 143. Βλ. και της ιδίας, Εις την χώραν των γαλάζιων βουνών, μν. έργ. σ. 40.
5. Αν. Μπεζάντ, Μετενσάρκωση, σσ. 46, 47.
6. Νικ. Μαργιορή, μν. έργ., σσ. 388-389.
7. Irv. Cooper, μν. έργ. σ. 86.
8. Βλ. περισσότερα, π. Βασ. Γεωργοπούλου, Μετενσάρκωση (Μια ακόμα διδαχή του όφεως), περιοδ. Εφημέριος, Μάιος 2005, σ. 4.
9. Papus, ένθ. ανωτ., σ. 101.
10. Αυτόθι, σ. 102. Ο Papus υποστηρίζει ότι «Ο Χριστός [πρόκειται περί της ‟χριστικής” κατάστασης και όχι περί του ιστορικού Ιησού Χριστού] έχει ένα ‟οίκο” όπου υπάρχουν εκατομμύρια πνεύματα. Κάθε φορά που κάποιο πνεύμα από αυτά επανενσαρκώνεται, υπακούει επάνω στη γη στον ακόλουθο νόμο: 1ο Είναι ο πρωτότοκος της οικογένειάς του. 2ο Ο πατέρας του ονομάζεται πάντοτε Ιωσήφ και η μητέρα του ονομάζεται πάντοτε Μαρία ή έχουν το όνομα που αντιστοιχεί αριθμολογικά σε άλλη γλώσσα με αυτά τα δύο ονόματα», αυτόθι.
11. Επιστρέφοντας, ένθ. ανωτ. σ. 117-118.
12. Βλ. π. Βασ. Γεωργοπούλου, μν. έργ., καθώς και τις σχετικές παραπομπές, σ. 5.
13. Ωριγένη, Εις το κατά Ματθ. τ. ιγ’ 2. ΒΕΠΕΣ τ. 13, σσ. 167, 26-30.
14. Αλλά και το εδάφιο Λουκ. θ’ 7-8, δεν έχει καμμία σχέση με την μετενσάρκωση, κάνει μάλιστα λόγο για «ανάσταση» του Ιωάννη, ή κάποιου από τους προφήτες και επομένως ανατρέπει την δοξασία αυτή.
15. Σχετικό είναι και το Ματθ. ιστ’ 13-14, το οποίο οι οπαδοί της μετενσάρκωσης επίσης διαστρεβλώνουν: «Τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου».
Ισχυρίζονται τελείως αβάσιμα ότι σ’ αυτή την ερώτηση ο Χριστός ήθελε να μάθει ποιος νόμιζαν οι Ιουδαίοι ότι ήταν σε προηγούμενη μετενσάρκωσή του. Τον θέλουν μάλιστα ως έναν άνθρωπο που έφθασε στην τελείωση και ήλθε πλέον σε εκούσια μετενσάρκωση. Ο Κύριος, με τον τρόπο αυτό, ήθελε να καταργήσει την πλανημένη γι’ Αυτόν γνώμη των Ιουδαίων (ως του εγκοσμίου Μεσσία) και να διδάξει τους μαθητές Του ποιος πραγματικά ήταν.
16. Βλ. περισσότερα στο π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, μνημ. έργ. σ. 85.
17. Βλ. περιοδ. «Παραψυχολογία», Ιούν. 1980, σ. 93.
18. Βλ. Γαβρ. Σιμονέτου, μνημ. έργ. σ. 9 εξ.
19. Ωριγένη, Εις το κατά Ματθ. τομ. ιγ’ 1, ΒΕΠΕΣ τ. 13, σσ. 162, 20-28.
20. Του ιδίου, Κατά Κέλσου Γ’ LXXV, ΒΕΠΕΣ, τομ. 9, σ. 228, 36-38. Και σε άλλο σημείο γράφει: «Ὅρα δέ καί τήν διαφοράν τοῦ αἰτίου τῆς τῶν ἐμψύχων ἀποχῆς τῶν ἀπό τοῦ Πυθαγόρου καί τῶν ἐν ἡμῖν ἀσκητῶν. ἐκεῖνοι μέν γάρ διά τόν περί ψυχῆς μετενσωματωτουμένης μῦθον ἐμψύχων ἀπέχονται· …ἡμεῖς δέ κἄν τό τοιοῦτον πράττωμεν, ποιοῦμεν αὐτό, ἐπεί ὑπωπιάζομεν τό ‟σῶμα” καί δουλαγωγοῦμεν», του ιδίου, αυτόθι Ε’ XLIX, ΒΕΠΕΣ, τομ. 10, σ. 47, 13-20. Βλ. του ιδίου, Περί Αρχών, κεφ. VIII, 4, τόμ. 11. στ. 180.
Με όσα αναφέραμε μέχρι τώρα για τη δοξασία της μετενσάρκωσης και το Κάρμα, μπορούμε να πούμε συνοπτικά ότι, στην πραγματικότητα, η δοξασία αυτή «δεν οδηγεί στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου, αλλά στην εξουδετέρωσή της· δεν καλλιεργεί τις σχέσεις αμοιβαίας ευθύνης και αγάπης ανάμεσα στους ανθρώπους, αλλά τον ατέρμονα εγωκεντρισμό. Η πίστη αυτή δεν γνωρίζει έλεος και απειλεί τα θεμέλια ολόκληρης της κοινωνίας και του πολιτισμού μας»1.
Στη συνέχεια θα φωτίσουμε μερικές ακόμη πτυχές της αντιχριστιανικής αυτής δοξασίας, η οποία συχνά προκαλεί σύγχυση ακόμη και μεταξύ Ορθοδόξων χριστιανών.
6. Ένα σοβαρό και δύσκολο πρόβλημα για τους «μετενσαρκωτές»
Η μεγαλύτερη δυσκολία και αμφισβήτηση που αντιμετωπίζει η δοξασία της μετενσάρκωσης είναι το άλυτο πρόβλημα της λήθης. Οι ίδιοι οι θεωρητικοί της δοξασίας αυτής αποδέχονται ότι το άτομο, κατά τη νέα του ζωή συνοδεύεται από έλλειψη «μνήμης» της προηγούμενης ζωής του, η των ζωών του.
Η Τεκτονική Εγκυκλοπαίδεια, στηριζόμενη κυρίως στον Papus, επιδιώκει να υπερπηδήσει τη δυσκολία αυτή συνοψίζοντας εν προκειμένω όλους τους ισχυρισμούς και τις απόψεις των «μετεμψυχωτών»: «Το μετενσαρκούμενον εγώ δεν διατηρεί φυσικά συγκεκριμένην ανάμνησιν των προγενεστέρων του υπάρξεων, διότι αύτη αποθηκεύεται έξω του κύκλου της φυσικής του συνειδήσεως και εντός του αμεταβλήτου εγώ. Η αμνησία αύτη αποτελεί ευεργέτημα διά να μην έχη η ψυχή συνείδησιν της αμαρτωλής της ίσως ιστορίας κατά την επί της γης ανακύκλωσίν της, σκοπούσαν την τελικήν της εξάγνισιν. Η ανάμνησις εν τούτοις προηγουμένων βιώσεων είναι δυνατόν να επανέλθη εις ωρισμένα και ολίγα μόνον άτομα, τα περισσότερα των άλλων εξελιχθέντα, τα οποία διά μακράς προπονήσεως αναπτύσσουν δύναμιν ενοράσεως»2. Η λήθη είναι «αναπόφευκτη αναγκαιότητα για να αποφευχθεί η αυτοκτονία». Γι’ αυτό, το «πνεύμα» πρέπει να πιει «από το νερό της Λήθης πριν επιστρέψει στη γη». Αυτό είναι «δείγμα πρόνοιας και διευκολύνει την εξέλιξη»3.
Τότε όμως παραμένει το ερώτημα: Αν είναι «ευεργέτημα» να μην έχει η συνείδηση τη μνήμη της αμαρτωλότητάς της σε μια δήθεν προηγούμενη ζωή της, τότε πώς θα «πληρώσει», θα «εξοφλήσει» το «κακό κάρμα» της που την επανέφερε σε μια νέα ενσωμάτωση;
Η θεοσοφίστρια Μπλαβάτσκυ υποστηρίζει ότι τα φυσικά στοιχεία του ανθρώπου «διαλύονται μετά το θάνατο μαζί μ’ όλα τα συστατικά τους, αφανίζεται λοιπόν κι η μνήμη μαζί με τον εγκέφαλο»4.
Η άλλη θεοσοφίστρια, η Μπεζάντ, διαφοροποιείται εν μέρει: «Το ‟Εγώ”, το αληθινό ‟Εγώ” θυμάται. Ο άνθρωπος-κτήνος είναι αυτός που δεν μπορεί να θυμηθεί τα περασμένα, αφού δεν έφθασε σε τέλεια ανταπόκριση με τον ‟αληθινό εαυτό” του». Τότε μόνο θα θυμηθεί, όταν το νέο προσωπικό εγώ ενωθεί με το αιώνιο «Εγώ» και συνταυτιστεί μ’ αυτό (τον «Δονητή»)5.
Ο Νικ. Μαργιορής επιδιώκει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με πιο πρακτικό, περίεργο τρόπο: «υπάρχει ο φόβος ο αναμιμνησκόμενος των προηγούμενων ζωών του, να πληροφορηθεί και όχι πολύ ωραία πράγματα που έκανε σ’ αυτούς τους προηγούμενους βίους. Θα μάθει μια αλήθεια που δεν θα είναι ούτε ευχάριστη ούτε βοηθητική για την παρούσα του εξέλιξη-ζωή… η σαρκούμενη ψυχή πρέπει να μείνει απερίσπαστη και ανεπηρέαστη στις σχέσεις της με τους ανθρώπους που έχουν παίξει σπουδαίο ρόλο στη ζωή ή πρόκειται να παίξουν. Είναι φυσικότατο, όταν κανείς υπεύθυνα πια πληροφορηθεί για τις προβιωτές του, να τοποθετηθεί ανάλογα απέναντι σε ζώντες σήμερα συνανθρώπους, που τότε τον αδίκησαν, τον συκοφάντησαν, τον φυλάκισαν, το φόνευσαν πιθανώς κτλ. Αυτή η εκ των υστέρων τοποθέτηση δημιουργεί αναστολή σ’ όλη την εξέλιξη ενώ η λησμονιά είναι μεγάλη δύναμη που βοηθά τον άνθρωπο να μείνει ανεπηρέαστος στο έργο της εξέλιξής του»6.
Αντί άλλης απάντησης, μεταφέρουμε εδώ την παρατήρηση του Επίκουρου στη θεωρία των Πυθαγορίων για την μετεμψύχωση, όπως την καταγράφει ο Cooper: «Ο Επίκουρος έχει αντιταχθή προς τη θεωρία του Πυθαγορισμού λέγοντας ότι, εφόσον η ψυχή δεν διατηρεί την ανάμνηση των περασμένων υπάρξεων και καμμία προσωπική ταυτότης ενσυνείδητος δεν κατοικεί μέσα στην όλη σειρά των επαναγεννήσεων, οι συνέπειες των πράξεων επιπίπτουν κατ’ ανάγκην σε μια άλλη οντότητα, που δεν γνωρίζει την αιτία της τιμωρίας της και συνεπώς δεν γίνεται ούτε καλύτερη, ούτε σοφώτερη με το να έχη τιμωρηθή»7.
Είναι πάντως απορίας άξιο, πώς η ψυχή που «έκρινε» ότι πρέπει να μετενσαρκωθεί, άρα είχε συναίσθηση της πνευματικής της κατάστασης και της ανάγκης επανενσωμάτωσής της, και επομένως θυμόταν το Κάρμα της, χάνει κάθε ανάμνηση κατά τη νέα της «ζωή» και άρα αγνοεί και τον λόγο της νέας μετενσάρκωσής της και της ενδεχόμενης ταλαιπωρίας της υφισταμένη ένα κακό Κάρμα! Πώς είναι δυνατόν να υπάρξει τιμωρία ή διαπαιδαγώγηση, όταν δεν υπάρχει η συναίσθηση κάποιων παραβάσεων για τις οποίες ήλθε να πληρώσει και μάλιστα μετά από πολλά χρόνια, ίσως και αιώνες; Είναι σαν να διέπραξε κάποιο παιδί της πρώτης τάξης ένα σφάλμα κι εμείς να τιμωρούμε πάλι ένα παιδί της πρώτης τάξης μετά από δύο έτη. Το εντυπωσιακό είναι ότι οι «μετενσαρκωτές» κάνουν λόγο για «επιστήμη» και «λογική» απάντηση στους προβληματισμούς του ανθρώπου!
Στο ίδιο κεφάλαιο της «μνήμης» και της «λήθης» εντάσσονται, τέλος, και οι αποκαλούμενες «αναδρομές» ή «ανάδρομη ύπνωση», με τις οποίες επιδιώκεται, μέσω τεχνητής ύπνωσης, να θυμηθεί ο υπνωτιζόμενος παλαιότερες δήθεν ζωές του, αποδεικνύοντας έτσι αληθινή την μετενσάρκωση8. Εκτός βέβαια από τις βάσιμες, από επιστημονικής πλευράς, αμφισβητήσεις των τεχνικών αυτών και των εμπειριών που τάχα αυτές προβάλλουν, είναι και μερικοί θεωρητικοί της μετενσάρκωσης που κάνουν λόγο για «φαντασίες». Ο ίδιος ο Papus, αναφερόμενος στις πνευματιστικές συγκεντρώσεις, παρατηρεί ότι εκεί ο υπνωτιζόμενος «προσπαθεί να φαντασθεί ποιος ήταν και συνήθως φαντάζεται πως ήταν ένα αξιόλογο άτομο, υψηλής κοινωνικής θέσεως και ισχύος… βλέπει κανείς ελάχιστους δολοφόνους, μέθυσους, μικρεμπόρους ή υπηρέτες να επανασαρκώνονται. Πάντα υπάρχει ένας Ναπολέων… ο Λουδουβίκος 16ος… διάσημοι Φαραώ…»9. Και συμπεραίνει: «πλήθος ατόμων οραματίζεται και ισχυρίζεται ότι είναι επανενσάρκωση του Χριστού επί της γης… Αυτά είναι τα λάθη της ημιμάθειας που… δαιμονίζουν τα καλύτερα μυαλά και τα κάνουν να παρεκτρέπονται ηθικά ή διανοητικά, ανάλογα με την περίπτωση»10.
Και ο γκουρού Σρι Σρίμαντ, αναφερόμενος σε μια περίπτωση «υπνωτικής αναδρομής», βεβαιώνει ότι «Εν τούτοις μεταγενέστερη έρευνα απέδειξε ότι όλη αυτή η δραματική ιστορία ήταν φανταστική»11.
Πέραν όμως του αποκρυφιστικού και φανταστικού χαρακτήρα των λεγομένων «αναδρομών», έχει διαπιστωθεί σε μερικές περιπτώσεις, από έγκυρους επιστήμονες, όπως από τον ειδικά ασχοληθέντα με την μετενσάρκωση καθηγητή του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια Ίαν Στήβενσον, και η παρουσία δαιμονικών στοιχείων. Αυτό επιβεβαίωσε με επιστολή του στον Στήβενσον και ινδουιστής δάσκαλος, γράφοντάς του ότι «καμμιά από τις περιπτώσεις που είχε καταγράψει δεν ήταν περίπτωση μετενσάρκωσης, αλλά ήταν περιπτώσεις κατάληψης από πνεύματα»12.
7. Αυθαίρετοι ισχυρισμοί
Οι εκπρόσωποι της μετενσάρκωσης, παραρμηνεύοντας εδάφια της Αγίας Γραφής και τους λόγους των Πατέρων της Εκκλησίας, ισχυρίζονται ότι είναι και χριστιανική διδασκαλία. Τα σπουδαιότερα εδάφια, τα οποία επικαλούνται για να στηρίζουν αυθαίρετα τους ισχυρισμούς τους, είναι τα ακόλουθα:
α) Ιωάννης - Ηλίας
Ματθ. ια’ 14: «καί εἰ θέλετε δέξασθαι, αὐτός ἐστίν Ἠλίας ὁ μέλλων ἔρχεσθαι». Και Ματθ. ιζ’ 12-13, (σε συσχετισμό με το Μάρκ. Θ’13): «Ἠλίας ἤδη ἦλθε, καί οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν, καί ἐποίησαν αὐτῷ ὅσα ἠθέλησαν… Τότε συνῆκαν οἱ μαθηταί ὅτι περί Ἰωάννου τοῦ βαπτιστοῦ εἶπεν αὐτοῖς».
Ο λόγος στα εδάφια αυτά είναι περί του Προδρόμου Ιωάννου, τον οποίο ο Κύριος χαρακτηρίζει ως τον «ἐν γεννητοῖς γυναικῶν μείζονα» (Ματθ. ια΄11). Ισχυρίζονται, λοιπόν, ότι στα εδάφια αυτά εμφανίζει ο Κύριος τον Ιωάννη ως μετενσάρκωση του Προφήτη Ηλία.
Όμως, ο Κύριος στα εδάφια αυτά ταυτίζει και δεν ταυτίζει τον Ιωάννη με τον Ηλία. Αφ’ ενός μεν, λέει ότι «Ἠλίας μέν ἔρχεται πρῶτον καί ἀποκαταστήσει πάντα» (Ματθ. ιζ’ 11), δείχνοντας τα έσχατα και τα γεγονότα προ της Β’ Παρουσίας Του. Διαχωρίζει έτσι τον Ηλία από τον Ιωάννη, ο οποίος είχε ήδη έλθει, χωρίς να έχει «ἀποκαταστήσει πάντα». Στη συνέχεια λέει ο Κύριος: «λέγω δέ ὑμῖν ὅτι Ἠλίας ἤδη ἦλθε καί οὐκ ἐπέγνωσαν αὐτόν». Πώς λοιπόν πρέπει να εννοηθούν οι λόγοι αυτοί του Κυρίου;
Είχε προφητευθεί από τον Προφήτη Μαλαχία ότι «Καί ἰδού ἐγώ ἀποστελῶ ὑμῖν Ἠλίαν τόν Θεσβίτην, πρίν ἤ ἐλθεῖν τήν ἡμέραν Κυρίου τήν μεγάλην καί ἐπιφανῆ, ὅς ἀποκαταστήσει καρδίαν πατρός πρός υἱόν καί καρδίαν ἀνθρώπου πρός τόν πλησίον αὐτοῦ, μή ἐλθών πατάξω τήν γῆν ἄρδην» (Μαλαχ. δ’ 4-5).
Και ο άγγελος του Κυρίου, προαναγγέλλοντας την γέννηση του Ιωάννου στον Ζαχαρία, του είπε ότι: «Καί αὐτός προελεύσεται ἐνώπιον αὐτοῦ ἐν πνεύματι καί δυνάμει Ἠλιοῦ» (Λουκ. α’ 17), δηλαδή θα έλθη με τα ίδια χαρίσματα και την δύναμη του Ηλία.
Επομένως, η «ημέρα Κυρίου η μεγάλη και επιφανής» δεν είναι η ενσάρκωση του Λόγου, η επί γης Επιφάνεια του Χριστού, πρόδρομος της οποίας ήταν ο Ιωάννης αλλά η «ημέρα Κυρίου», η Β’ Παρουσία του Χριστού, προ της οποίας θα «έλθη» ο ιστορικός Ηλίας της Παλαιάς Διαθήκης (βλ. και Αποκ. ια’ 3-10).
Κατά τους ερμηνευτές της Καινής Διαθήκης και μάλιστα τον ιερό Χρυσόστομο, ο Κύριος ονομάζει Ηλία τον Ιωάννη λόγω της ομοιότητος του έργου του με το έργο του Ηλία. Αλλά και ο παρεξηγημένος Ωριγένης γράφει εν προκειμένω: «Ἠλίας οὖν ὁ Ἰωάννης οὐ διά τήν ψυχήν λέλεκται, ἀλλά διά τό πνεῦμα καί τήν δύναμιν, ἅτινα οὐδέν λυπεῖ τόν Ἐκκλησιαστικόν λόγον»13. Όπως λοιπόν ο Ιωάννης ήλθε ως Πρόδρομος της Α’ Παρουσίας του Χριστού, έτσι και ο Ηλίας θα έλθη ως πρόδρομος της Β’ Παρουσίας του Χριστού.
Άλλωστε, ο Προφήτης Ζαχαρίας δηλώνει και την πατρίδα του Ηλία, ονομάζοντάς τον «Θεσβίτην». Και βεβαίως, ο Πρόδρομος δεν ήταν «Θεσβίτης». Ακόμη, συμπληρώνει ο Ζαχαρίας, κάτι που υπογραμμίζει και ο Κύριος, ότι θα επαναφέρει τους Ιουδαίους στην ορθή πίστη, γεγονός που δεν συνέβη επί Ιωάννου.
Τέλος, πρέπει να υπογραμμίσουμε δύο ακόμη σημεία: 1) ο Ηλίας, κατά την Αγία Γραφή, δεν πέθανε, για να μετενσαρκωθεί ως Πρόδρομος. Η μετενσάρκωση όμως ακολουθεί τον φυσικό θάνατο, και το κυριώτερο: 2) Ο ίδιος ο Πρόδρομος Ιωάννης, ερωτηθείς από τους Ιουδαίους αν είναι ο Ηλίας τον οποίον ανέμεναν, απάντησε: «οὐκ εἰμί» (Ιωάν. α’ 21).
Επομένως, τόσο από τα προηγούμενα εδάφια, αλλά ιδιαιτέρως από το τελευταίο αυτό το εδάφιο αποδεικνύονται ως ψευδείς οι ισχυρισμοί των «μετενσαρκωτών»14.
β) Χριστός και Αβραάμ - «Χριστός» προ του Χριστού15;
Ιωάν. η’ 58: «πρίν Αβραάμ γενέσθαι ἐγώ εἰμί».
Οι οπαδοί της μετενσαρκώσεως, παρερμηνεύοντας το εδάφιο, ισχυρίζονται ότι «βλέπουν» σ’ αυτό ότι ο Ιησούς είχε ζήσει μια άλλη ζωή, προ του Αβραάμ.
Βεβαίως, εδώ ο Κύριος θέλει να διδάξει ότι ο Ίδιος, δεν είναι ένας απλός άνθρωπος, αλλά ότι ως Θεός υπάρχει αιωνίως, ακόμη και προ του Αβραάμ, του γενάρχη των Εβραίων.
γ) Ο εκ γενετής τυφλός:
Ιωάν. θ’ 1-7: «Ραββί, τίς ἥμαρτεν, οὗτος ἤ οἱ γονεῖς αὐτοῦ ἵνα τυφλός γεννηθῇ;». Αλλά και το εδάφιο αυτό τίποτε δεν λέει περί μετενσαρκώσεως. Οι Ιουδαίοι εξέφρασαν στον Κύριο την απορία τους γι’ αυτό που έβλεπαν. Δεν ερωτούσαν αν στον τυφλό συνέβαινε «ο νόμος του Κάρμα», αφού ούτε στην Παλαιά Διαθήκη μπορεί να στηριχθεί η δοξασία αυτή, ούτε οι Εβραίοι πίστευαν στη μετενσάρκωση.
Εξ άλλου ο ίδιος ο Κύριος, στην απάντησή του, ουσιαστικά ακυρώνει τον ισχυρισμό των οπαδών της μετενσαρκώσεως. «Οὔτε οὗτος ἥμαρτεν οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τά ἔργα τοῦ Θεοῦ ἐν αὐτῷ». Ο τυφλός, δηλαδή, δεν «πλήρωνε» κάποιο κακό Κάρμα προηγούμενης ζωής του. Σκοπός της περιπέτειάς του ήταν να αποκαλυφθεί στους ανθρώπους η δύναμη και η αγάπη του Θεού, και όχι να τιμωρηθεί ως τυφλός. Ο Κύριος τονίζει το αποτέλεσμα που θα προκύψει από την ασθένεια του τυφλού και όχι την αιτία, που δεν υπήρχε16.
δ) Ο Παύλος
Γαλ. στ’ 8-9: «ὅ γάρ ἐάν σπείρῃ ἄνθρωπος τοῦτο καί θερίσει».
Του εδαφίου αυτού γίνεται συχνότατη και δυναμική χρήση. Οι υπέρμαχοι της μετενσάρκωσης ισχυρίζονται ότι οι λόγοι αυτοί του Παύλου αποτελούν «επιτομή του Νόμου του Κάρμα»17.
Όμως, από την μελέτη του όλου εδαφίου, εξάγεται ότι ο Παύλος εδώ διδάσκει ότι όποιος ενεργεί κατά τις επιθυμίες της σαρκός, ο ίδιος θα θερίσει αιώνια κόλαση. Τίποτε περισσότερο.
ε) Πατέρες και Εκκλησιαστικοί συγγραφείς
Οι υπέρμαχοι της μετενσάρκωσης, ανατρέποντας και κατακρεουργώντας κυριολεκτικά τα κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας, εμφανίζουν περισσότερους από δεκατέσσερις Πατέρες της Εκκλησίας (από τους επιφανέστερους) να ενστερνίζονται και να διδάσκουν την μετενσάρκωση18. Ιδιαιτέρως επιμένουν υποστηρίζοντας ότι ο Ωριγένης (185-254 μ.Χ.) και ο ι. Αυγουστίνος (354-430 μ.Χ.), υπήρξαν υπέρμαχοι της δοξασίας αυτής. Όμως, από την μελέτη των πατερικών κειμένων προκύπτει ότι, όχι μόνον κανείς απ’ αυτούς δεν αποδέχεται την αντιγραφική και αντιχριστιανική αυτή κακοδοξία, αλλά και καταδικάζουν κάθε σκέψη γι’ αυτή.
Στα πλαίσια της σύντομης αυτής εργασίας μας είναι αδύνατο να επεκταθούμε στο κεφάλαιο αυτό. Επειδή όμως, ειδικά για τον Ωριγένη, ισχυρίζονται ότι η Ε’ Οικουμενική Σύνοδος (553 μ.Χ.), με την επέμβαση του Ιουστινιανού, τον κατεδίκασε γι’ αυτή την ιδέα του, ανατρέποντας έτσι την μέχρι τότε αποδοχή της δοξασίας αυτής από την Εκκλησία, θα αναφερθούμε πολύ σύντομα στο θέμα αυτό.
Πρωτίστως, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η καταδίκη του Ωριγένη είχε γίνει δέκα έτη προ της Ε’ Οικουμενικής Συνόδου, από την ενδημούσα Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως (543 μ.Χ.). Στην Ε’ Οικουμενική Σύνοδο καταδικάστηκαν τα έργα του Ωριγένη (Ωριγενισμός) και οι κακοδοξίες του περί προΰπαρξης των ψυχών, αποκατάστασης των πάντων και μερικές χριστολογικές αποκλήσεις του. Πουθενά στα Πρακτικά της Συνόδου δεν υπάρχει και η ελάχιστη αναφορά στη μετενσάρκωση.
Εξ άλλου, ο ίδιος ο Ωριγένης σε πολλά σημεία των συγγραμμάτων του, απορρίπτει και καταδικάζει την κακοδοξία αυτή, αποκαλώντας την «μετενσωμάτωσιν». Θα περιοριστώ σε δύο μόνον φράσεις του: «…Ἐν τούτοις Ἠλίας οὐχ ἡ ψυχή (Ἠλίου) δοκεῖ μοι λέγεσθαι, ἵνα μή ἐμπίπτω εἰς τό ἀλλοτριον τῆς ἐκκλησίας του Θεοῦ περί μετενσωματώσεως δόγμα, οὔτε παραδιδόμενον ὑπό τῶν ἀποστόλων οὔτε ἐμφαινόμενον ὑπό τῶν γραφῶν»19.
Και στο «Κατά Κέλσου» γράφει: «Τούς πεποιθότας τήν περί μετενσωματώσεως ἄνοιαν ἀπό ἰατρῶν, τῶν καταβιβαζόντων τήν λογικήν φύσιν ὁτέ μεν ἐπί τήν ἄλογον πᾶσαν ὁτέ δε καί ἐπί τήν ἀφάνταστον θεραπεύωμεν»20.
1. π. Αντ. Αλεβιζοπούλου, μν. έργ., Μετενσάρκωση ή Ανάσταση, σ. 127.
2. Ένθ. ανωτ. σ. 607. Βλ. και Papus, ένθ. ανωτ. σ. 125.
3. Papus, αυτόθι, σσ. 100, 125.
4. Έλ. Μπλαβάτσκυ, Το κλειδί της Θεοσοφίας, σ. 143. Βλ. και της ιδίας, Εις την χώραν των γαλάζιων βουνών, μν. έργ. σ. 40.
5. Αν. Μπεζάντ, Μετενσάρκωση, σσ. 46, 47.
6. Νικ. Μαργιορή, μν. έργ., σσ. 388-389.
7. Irv. Cooper, μν. έργ. σ. 86.
8. Βλ. περισσότερα, π. Βασ. Γεωργοπούλου, Μετενσάρκωση (Μια ακόμα διδαχή του όφεως), περιοδ. Εφημέριος, Μάιος 2005, σ. 4.
9. Papus, ένθ. ανωτ., σ. 101.
10. Αυτόθι, σ. 102. Ο Papus υποστηρίζει ότι «Ο Χριστός [πρόκειται περί της ‟χριστικής” κατάστασης και όχι περί του ιστορικού Ιησού Χριστού] έχει ένα ‟οίκο” όπου υπάρχουν εκατομμύρια πνεύματα. Κάθε φορά που κάποιο πνεύμα από αυτά επανενσαρκώνεται, υπακούει επάνω στη γη στον ακόλουθο νόμο: 1ο Είναι ο πρωτότοκος της οικογένειάς του. 2ο Ο πατέρας του ονομάζεται πάντοτε Ιωσήφ και η μητέρα του ονομάζεται πάντοτε Μαρία ή έχουν το όνομα που αντιστοιχεί αριθμολογικά σε άλλη γλώσσα με αυτά τα δύο ονόματα», αυτόθι.
11. Επιστρέφοντας, ένθ. ανωτ. σ. 117-118.
12. Βλ. π. Βασ. Γεωργοπούλου, μν. έργ., καθώς και τις σχετικές παραπομπές, σ. 5.
13. Ωριγένη, Εις το κατά Ματθ. τ. ιγ’ 2. ΒΕΠΕΣ τ. 13, σσ. 167, 26-30.
14. Αλλά και το εδάφιο Λουκ. θ’ 7-8, δεν έχει καμμία σχέση με την μετενσάρκωση, κάνει μάλιστα λόγο για «ανάσταση» του Ιωάννη, ή κάποιου από τους προφήτες και επομένως ανατρέπει την δοξασία αυτή.
15. Σχετικό είναι και το Ματθ. ιστ’ 13-14, το οποίο οι οπαδοί της μετενσάρκωσης επίσης διαστρεβλώνουν: «Τίνα με λέγουσιν οἱ ἄνθρωποι εἶναι τόν Υἱόν τοῦ ἀνθρώπου».
Ισχυρίζονται τελείως αβάσιμα ότι σ’ αυτή την ερώτηση ο Χριστός ήθελε να μάθει ποιος νόμιζαν οι Ιουδαίοι ότι ήταν σε προηγούμενη μετενσάρκωσή του. Τον θέλουν μάλιστα ως έναν άνθρωπο που έφθασε στην τελείωση και ήλθε πλέον σε εκούσια μετενσάρκωση. Ο Κύριος, με τον τρόπο αυτό, ήθελε να καταργήσει την πλανημένη γι’ Αυτόν γνώμη των Ιουδαίων (ως του εγκοσμίου Μεσσία) και να διδάξει τους μαθητές Του ποιος πραγματικά ήταν.
16. Βλ. περισσότερα στο π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, μνημ. έργ. σ. 85.
17. Βλ. περιοδ. «Παραψυχολογία», Ιούν. 1980, σ. 93.
18. Βλ. Γαβρ. Σιμονέτου, μνημ. έργ. σ. 9 εξ.
19. Ωριγένη, Εις το κατά Ματθ. τομ. ιγ’ 1, ΒΕΠΕΣ τ. 13, σσ. 162, 20-28.
20. Του ιδίου, Κατά Κέλσου Γ’ LXXV, ΒΕΠΕΣ, τομ. 9, σ. 228, 36-38. Και σε άλλο σημείο γράφει: «Ὅρα δέ καί τήν διαφοράν τοῦ αἰτίου τῆς τῶν ἐμψύχων ἀποχῆς τῶν ἀπό τοῦ Πυθαγόρου καί τῶν ἐν ἡμῖν ἀσκητῶν. ἐκεῖνοι μέν γάρ διά τόν περί ψυχῆς μετενσωματωτουμένης μῦθον ἐμψύχων ἀπέχονται· …ἡμεῖς δέ κἄν τό τοιοῦτον πράττωμεν, ποιοῦμεν αὐτό, ἐπεί ὑπωπιάζομεν τό ‟σῶμα” καί δουλαγωγοῦμεν», του ιδίου, αυτόθι Ε’ XLIX, ΒΕΠΕΣ, τομ. 10, σ. 47, 13-20. Βλ. του ιδίου, Περί Αρχών, κεφ. VIII, 4, τόμ. 11. στ. 180.
Μέχρι τώρα είδαμε τι υποστηρίζουν οι «μετενσαρκωτές» περί μετενσάρκωσης και κάρμα. Είδαμε ακόμη τους αυθαίρετους ισχυρισμούς τους στην προσπάθειά τους να στηρίξουν την κακοδοξία τους, ακόμη και σε εδάφια της Αγίας Γραφής, διαστρεβλώνοντας, όχι μόνο το πνεύμα της, αλλά και την κατά γράμμα σημασία των κειμένων.
Ολοκληρώνομε την σειρά των άρθρων μας διατυπώνοντας συμπερασματικά την Ορθόδοξη θεώρηση.
ΜΕΡΟΣ Γ'
8. Ορθόδοξη θεώρηση
Από Ορθοδόξου θεωρήσεως, πολλά ερωτήματα θα μπορούσαν να τεθούν σε σχέση με τη δοξασία αυτή. Μερικά τέτοια βασικά ερωτήματα διατυπώνει ο μακαριστός π. Αντ. Αλεβιζόπουλος: «Πώς είναι δυνατόν η ψυχή, που αποτελεί ‟προβολή” του Απολύτου, να χάσει τη συνειδητότητα της θεϊκής της κατάστασης και να αρχίσει την περιπλάνηση στον υλικό κόσμο, για να αποκτήσει κάτι που προφανώς δεν είχε, την εμπειρία της ύλης; Πώς είναι δυνατόν να ‟παγιδευθεί” μέσα στην ύλη το τέλειο Πνεύμα; Πώς και γιατί έπρεπε να ενσαρκωθεί πρώρα σε ‟κατώτερους φορείς”, όπως είναι η αμοιβάδα, προκειμένου να αρχίσει στη συνέχεια την ‟εξελικτική πορεία” προς τα πάνω;»1.
Κι ακόμη, τίθενται πολλά άλλα ερωτήματα, όπως: Το «κάρμα» ποιας προσωπικότητας και για ποιες καλές ή κακές πράξεις της σε προηγούμενη ζωή «πληρώνει» η νέα ενσάρκωση, αφού τίποτε δεν θυμάται απ’ αυτά; Είναι δυνατόν όλα αυτά να είναι αποτέλεσμα του σκληρού «φυσικού» νόμου του «κάρμα», νόμου απρόσωπου και «άλογου», όπως διατείνονται οι «μετενσαρκωτές», που κρίνει λογικές πράξεις ενός λογικού όντος, όπως είναι ο άνθρωπος; Κι ακόμη, τι αξία έχει να τιμωρείται κάποιος άνθρωπος για πράξεις που διαπράχθηκαν από κάποιο ον του είδους του -ή ενδεχομένως και άλλου ζωικού είδους- πριν από 500 ή και περισσότερα χρόνια; Πώς πρέπει να αιτιολογηθούν ηθικά οι πράξεις των ανθρώπων, αν δηλαδή είναι καλές ή κακές, και από ποιον, αφού οι «μετενσαρκούμενοι» υποχρεώνονται στην διάπραξή τους από τον αμίληκτο «Νόμο του Κάρμα»; Όχι μόνο, αλλά πράξεις ανήθικες που διαπράττονται από τους ανθρώπους «μπορεί να θεωρηθούν ως ιδιότητες του Θεού»2. Και προς τι, αλήθεια, όλη αυτή η «ταλαιπωρία», αφού, κατά την δοξασία αυτή, μετά την λήξη του ατέλειωτου κύκλου των γεννήσεων και των θανάτων, την σαμσάρα, ο άνθρωπος θα παύσει πλέον να υπάρχει ως πρόσωπο, ως ιδιαίτερη οντότητα; Είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι υπάρχει ταυτότητα προσώπων μεταξύ δύο μετενσαρκώσεων, όταν η νέα, υποτίθεται, ενσάρκωση της «ψυχής» ζει μέσα σε ένα διαφορετικό σώμα, μέσα σε μια διαφορετική ψυχοσωματική ανθρώπινη υπόσταση;
Ο όλος άνθρωπος, ως ελεύθερο πρόσωπο, είναι ανεπανάληπτος και είναι αυτός που είναι συνολικά, ως διφυής ψυχοσωματική οντότητα. Ό,τι πράττει, το πράττει όχι μόνο με την «ψυχή» του, αλλά και με το σώμα του. Δεν μπορεί λοιπόν το ίδιο πρόσωπο να ζει μέσα σε δύο ή περισσότερα σώματα-νέες ζωές. Εκείνο που υποτίθεται ότι «ξαναζεί» είναι μόνο το δήθεν πνευματικό στοιχείο ενός όντος, χωρίς το σώμα με το οποίο έζησε σε μία δήθεν προηγούμενη ζωή του και με το οποίο συσσώρευσε δήθεν το «κάρμα» του. Αυτό όμως δεν είναι ολόκληρος ο προηγούμενος άνθρωπος, που εδημιούργησε το «κάρμα». Επομένως, άλλος «πληρώνει» για άλλον.
Η «Νέα Εποχή» απαντά ότι όλα αυτά τα επιβάλλει ο άτεγκτος «νόμος του κάρμα». Πρόκειται για έναν αυθαίρετο ισχυρισμό, που επιδιώκει να δώσει μια αληθοφανή και «λογική» τάχα απάντηση στο πρόβλημα του «Κακού», δημιουργεί όμως σειρά ανυπέρβλητων θεολογικών και φιλοσοφικών προβλημάτων.
Είναι πράγματι παράλογο να δεχθούμε, ότι ένας «φυσικός» απρόσωπος νόμος καθορίζει την ζωή, τις αποφάσεις, την «τύχη» και την αιώνια ύπαρξη λογικών όντων, όπως είναι ο άνθρωπος, ο οποίος, σε τελευταία ανάλυση, δεν μπορεί να υπερζήσει και να υπερισχύσει αυτού του σκληρού «νόμου» αλλά «μοιραία» υπόκειται στην προσωπική του εκμηδένιση. Επί πλέον, η δοξασία αυτή στερεί από τον άνθρωπο την δυνατότητα να αξιοποιήσει ελεύθερα τον χρόνο της ζωής του για την δική του τελείωση, εφ’ όσον ζει για να «πληρώσει» πράξεις και συμπεριφορές κάποιων άλλων οντοτήτων, άγνωστων σ’ αυτόν, που του επιβάλλουν όμως αυθαίρετα τις δικές τους «αμαρτίες».
Με την θεωρία αυτή αφαιρείται κάθε ηθική ευθύνη από τον άνθρωπο για τις πράξεις του. Ένας «κακός» άνθρωπος δεν μπορεί να θεωρηθεί ως κακός, καθόσον ό,τι πράττει ή υφίσταται στην ζωή του δεν είναι αποτέλεσμα των δικών του ελεύθερων ηθικών επιλογών, αλλά ένα «χρέος» κάποιας άλλης προηγούμενης οντότητας, η οποία φιλοξένησε την ίδια ψυχή σε μια προηγούμενη, δήθεν, ζωή, και το οποίο «εξοφλεί» τώρα η ίδια εκείνη ψυχή μέσα σε ένα άλλο σώμα.
Ο Δημιουργός Θεός, ο Οποίος, κατά την χριστιανική διδασκαλία, «εποίησε τον άνθρωπον κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν αυτού» (Γεν. α’ 26), υποκαθίσταται, στην πανθεϊστική δοξασία της μετενσάρκωσης, από ένα σκληρό, απρόσωπο «φυσικό» νόμο, «αντιστρατευόμενον» την αγάπη, την φιλανθρωπία και την παντοδύναμη ιδιότητα και εξουσία του Θεού. Και ο άνθρωπος, ο «κατ’ εικόνα» Θεού δημιουργημένος, και προς το «καθ’ ομοίωσιν», διά της κάθαρσης, του φωτισμού και της θέωσης πορευόμενος, (όπως η χριστιανική Πίστη διδάσκει), για την «Νέα Εποχή» παύει να είναι «πρόσωπο», αποτελεί απλώς μια απρόσωπη «εκδήλωση» του επίσης απρόσωπου «Όλου», της οποίας το τέλος είναι η εκμηδένιση!! Η δοξασίας αυτή είναι μια πορεία χωρίς φως και ελπίδα. Εγκλωβίζει τον άνθρωπο σ’ ένα «φαύλο κύκλο», σε μια απέραντη, αφόρητη και τρομακτική μοναξιά και τον οδηγεί να αναζητά απεγνωσμένα την «λύτρωση» μέσα από ένα νέο «πίθον Δαναΐδων».
Επομένως, η δοξασία αυτή είναι ασυμβίβαστη με την Χριστιανική Πίστη, είναι μια αντιχριστιανική δοξασία. «Δεν μπορεί κανείς να πιστεύει στην μετενσάρκωση χωρίς να αρνηθεί την ελπίδα της αναστάσεως. Δεν μπορεί να πει “προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος”, και ταυτόχρονα να ομολογήσει πίστη στο κάρμα και στη μετενσάρκωση»3. Πρόκειται για ασυμβίβαστες και αντίθετες μεταξύ τους διδασκαλίες. Το να υποστηρίζει λοιπόν κάποιος το αντίθετο δηλώνει άγνοια, ή σύγχυση και πλάνη, αν μη και σκοπιμότητα, με στόχο την παραπλάνηση Ορθοδόξων πιστών.
9. Συμπεράσματα
Η δοξασία της μετενσάρκωσης είναι αναμφισβήτητα μια καθαρά αντιχριστιανική δοξασία, που υπερβαίνει ακόμη και τους νόμους της λογικής. Είναι, όπως είπαμε, η αναπόφευκτη συνέπεια σήμερα της περί απρόσωπου «θεού» ολιστικής διδασκαλίας της «Νέας Εποχής». Ο άνθρωπος ως κατ’ ουσίαν «θεός» -μη υπάρχοντος προσωπικού Θεού- είναι αθάνατος ως μέρος του «θείου όλου» και επομένως «ανακυκλώνεται» συνεχώς υπό διάφορες μορφές μέσα στο σύμπαν, σειρόμενος από τον άτεκτο «Νόμο του Κάρμα». Αλλά και ως «αθανασία της ψυχής» προβαλλόμενη αυτή δοξασία της «Νέας Εποχής» δεν έχει καμμία σχέση με την Ορθόδοξη διδασκαλία. Κατά την Αγία Γραφή η «ψυχή», το πνευματικό στοιχείο του ανθρώπου, δεν είναι φύσει αθάνατο, όπως ο αιώνιος Θεός. Είναι δημιούργημα του Θεού και η αθανασία δωρίζεται στον άνθρωπο κατά χάριν. Η διδασκαλία αυτή της Αγίας Γραφής, διαφοροποιείται ακόμη και από την αρχαιοελληνική αντίληψη περί αθανασίας της ψυχής, όπως π.χ. στον Πλάτωνα. Ο άνθρωπος, ως ψυχοσωματική οντότητα ζει μια και μόνη φορά επί της γης, αξιοποιώντας σωστά το χρόνο της ζωής του, για να γίνει κατά χάριν αθάνατος.
Στη λαχτάρα του ανθρώπου να γνωρίσει τον αιώνιο προορισμό του ο πανθεϊστικός Ινδουισμός και η χωρίς Θεό «Νέα Εποχή» του αντιπροτείνουν μια ανθρώπινη τεχνική, για να φθάσει μόνος του (με τις δικές του μόνο δυνάμεις) στη «λύτρωση». Δεν του υπόσχονται όμως την αιώνια ζωή, αλλά την τέλεια ανυπαρξία, την εκμηδένιση. Θα είναι μακάριος διότι θα πάψει να υπάρχει.
Η γέννηση για τους οπαδούς της μετενσάρκωσης είναι «κακά νέα», είναι απευκτέα, είναι τιμωρία. Αντιθέτως, η Αγία Γραφή κηρύσσει ότι ο Θεός φέρνοντας τον άνθρωπο στη ζωή τον έθεσε μέσα στον «παράδεισο» ως τόπο «τρυφής» και όχι σε «κολαστήριο» και τόπο τιμωρίας. «Η αγία Γραφή υπογραμμίζει πως τιμωρία για τον άνθρωπο δεν είναι η ζωή μέσα στο σώμα, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Ο Θεός προειδοποίησε τον άνθρωπο ότι η βιολογική του ζωή θα τερματισθεί όταν αμαρτήσει και όχι όταν μείνει πιστός. Αν η ζωή ήταν αποτέλεσμα του ‟κάρμα” και αρνητικής στάσης του ανθρώπου στην κατάσταση του πνευματικού όντος, τότε έπρεπε οι αμαρτωλοί να ζουν και οι δίκαιοι να πεθαίνουν. Γιατί αυτή η ζωή θα ελογίζετο κατάρα και όχι η απαλλαγή από τη ζωή»4. Όπως, πολύ εύστοχα τονίζει ο π. Αντώνιος Αλεβιζόπουλος: «Αν πάρουμε σαν βάση, πως η σύνδεση της ψυχής με το σώμα αξιολογείται αρνητικά, πρέπει να απορρίψουμε ολόκληρο το έργο του Χριστού»5.
Είναι πασιφανές ότι όλη αυτή η θεωρία είναι επανάληψη του «ευαγγελίου του όφεως», όπου σύμφωνα με τις υποδείξεις του Διαβόλου, οι πρωτόπλαστοι θα ήσαν «ως θεοί» (Γεν. β’ 5), μακράν του Θεού και χωρίς τον Θεό. Πρόκειται δηλαδή για σκληρή αθεΐα, γιατί κηρύττει την αυτοσωτηρία.
Αναπόφευκτη συνέπεια όλης αυτής της αντιχριστιανικής δοξασίας είναι η απόρριψη και κατάργηση της σωτήριας μετάνοιας. Ο ληστής επί του σταυρού, με το «Μνήσθητί μου» και ο τελώνης με το «ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ», εκέρδισαν ως δώρο, σε μια και μόνη στιγμή μετανοίας, την αιώνια μακαριότητα. Ο «μετενσαρκούμενος» είναι καταδικασμένος σε μια ατέλειωτη σειρά «ζωών» μόνος του -χωρίς Θεό ώστε να έχει τη δυνατότητα να τον συγχωρήσει- να αναζητεί μια απέλπιδη λύση στο πρόβλημα της υπάρξεώς του, με μόνη τη δική του προσπάθεια, με μια σειρά ανώφελων τεχνικών.
Σε αντίθεση με την δοξασία αυτή ο Χριστιανισμός πιστεύει στην ανάσταση του ανθρώπου, πρόδρομος της οποίας είναι η Ανάσταση του Χριστού. Αυτήν ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος». Για τον Χριστιανό, τον θάνατο ακολουθεί η δικαία Κρίση του Χριστού και η αιώνια ζωή στη Βασιλεία του Θεού και όχι η εκμηδένιση. Γι’ αυτό «ο Χριστιανός δεν επιδιώκει την ‟απελευθέρωση” από τη ζωή μέσα στο σώμα, αλλά την ελευθερία από την αμαρτία και από το θάνατο. Αυτή η ελευθερία, που ταυτίζεται με τη σωτηρία μας, δεν αποκτάται με ανθρώπινες προσπάθειες, αλλά είναι δώρο του Θεού»6.
Η ψυχή και το σώμα κάθε ανθρώπου μαζί αποτελούν ένα πρόσωπο και είναι ανεπανάληπτα, δεν δανείζονται. Και τα δύο είναι κτιστά, όμως η ψυχή έχει μεν αρχή, αλλά δεν έχει τέλος. Ως πνευματικό στοιχείο, το οποίο «ενεφύσησεν» εντός του ο Δημιουργός, ζει αιώνια.
Γι’ αυτό, μετενσάρκωση και ανάσταση είναι άκρως αντίθετα δόγματα και, κατά συνέπεια, είναι αδύνατο για τον Χριστιανό να αποδέχεται και την δοξασία της μετενσάρκωσης. «Με την πίστη στην μία ανάσταση των νεκρών, όπως την διδάσκει η Εκκλησία, διασώζεται η μοναδικότητα, η ελευθερία και η υπευθυνότητα του ανθρωπίνου προσώπου»7. Με την μετενσάρκωση χάνεται η μοναδικότητα, η ελευθερία και η ηθική αξία του πνευματικού αγώνα και των πράξεων του Χριστιανού.
Εξ άλλου, ο Απόστολος Παύλος, στην προς Εβραίους επιστολή του μας διαβεβαιώνει ότι «απόκειται τοις ανθρώποις άπαξ αποθανείν, μετά δε ταύτα κρίσις» (η’ 27). Και ασφαλώς, εφ’ όσον «άπαξ» αποθνήσκει ο άνθρωπος «άπαξ» και γεννιέται. Η κακοδιδασκαλία της μετενσάρκωσης, πλην της καταδίκης της από την ίδια την ομολογία του «Συμβόλου της Πίστεως» και τις αναρίθμητες Πατερικές απορρίψεις της, έχει καταδικαστεί και από την Σύνοδο του 1357 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, η οποία παράλληλα με την περί θείων ενεργειών θεολογία της κατεδίκασε και την δοξασία της μετενσάρκωσης8.
Ο Χριστός σαρκώθηκε για να μεταμορφώσει τον άνθρωπο σε «καινή κτίση». Προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση, την εδόξασε και την «ανέλαβε» στους ουρανούς και υπεσχέθη στους μαθητές Του, ότι «πορεύομαι για να ετοιμάσω για σας τόπο… ώστε όπου είμαι εγώ να είστε κι εσείς» (Ιωάν. ιδ’ 3-4), για να ζουν αιωνίως μαζί Του.
Ολόκληρη η Αγία Γραφή καταγράφει την ιστορία της απολυτρώσεως του ανθρώπου από την κατάρα του θανάτου. Ο ίδιος ο Κύριος μας διαβεβαίωσε ότι «εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχωσι και περισσόν έχωσιν» (Ιωάν. ι’ 10).
Ο Απ. Παύλος εύχεται στους Θεσσαλονικείς «Αυτός δε ο Θεός της ειρήνης αγιάσαι υμάς ολοτελείς και ολόκληρον υμών το πνεύμα και η ψυχή και το σώμα αμέμπτως εν τη παρουσία του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού τηρηθείη» (Α’ Θεσσ. Ε’ 23).
Κάθε ισχυρισμός, λοιπόν, ότι το τέλος της ανθρώπινης ύπαρξης είναι το μηδέν του Νιρβάνα ή η συγχώνευση με το απρόσωπο «Ένα» της «Νέας Εποχής», αποδεικνύεται ως αντιχριστιανική και σατανική παγίδα.
Κλείνομε με τους λόγους του Αποστόλου Παύλου, ο οποίος, συνδυάζοντας την χριστιανική πίστη με τη σοφή λογική, ανατρέπει την δοξασία της μετενσάρκωσης και κηρύττει την ανάσταση: «Ει δε ανάστασις νεκρών ουκ έστιν, ουδέ Χριστός εγήγερται· ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή δε και η πίστις υμών, ευρισκόμεθα δε και ψευδομάρτυρες του Θεού, ότι εμαρτυρήσαμεν κατά του Θεού ότι ήγειρε τον Χριστόν, ον ουκ ήγειρεν, είπερ άρα νεκροί ουκ εγείρονται. Ει γαρ νεκροί ουκ εγείρονται, ουδέ Χριστός εγήγερται· ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών· έτι εστέ εν ταις αμαρτίαις υμών. Άρα και οι κοιμηθέντες εν Χριστώ απώλοντο ει εν τη ζωή ταύτη ηλπικότες εσμέν εν Χριστώ μόνον, ελεεινότεροι πάντων ανθρώπων εσμέν. Νυνί δεν Χριστός εγήγερται εκ νεκρών, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο» (Α’ Κορ. ιε’ 12-20).
Σημ. Συνιστούμε για περαιτέρω πληροφόρηση τα βιβλία:
- π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, Μετενσάρκωση ή ανάσταση; (Ορθόδοξη θεώρηση του κακού), εκδ. Ι. Μητροπόλεως Νικοπόλεως, Πρέβεζα, 1992.
- Ευαγγέλου Καρακοβούνη, Μετενσάρκωση, η μεγάλη πλάνη, Ασυμβίβαστη με το Χριστιανισμό, έκδ. Αποστολικής Διακονίας, Αθήνα 1996.
1. π. Αντωνίου Αλεβιζοπούλου, μνημ. έργ. σσ. 121-122.
2. Mark Albrecht, μνημ. έργ. σ. 10.
3. π. Αντ. Αλεβιζοπούλου, μνημ. έργ., σ. 128.
4. π. Αντ. Αλεβιζοπούλου, αυτόθι, σ. 114.
5. π. Αντ. Αλεβιζοπούλου, μνημ. έργ., σ. 62.
6. π. Αντ. Αλεβιζοπούλου, μνημ. έργ., σ. 67.
7. Αρχιμ. Αυγ. Μύρου, Όχι μετενσάρκωση, αλλά ανάσταση, περιοδ. «Λειμωνάριον», τ. 20, σ. 3.
8. Αρχιμ. Ιεροθ. Βλάχου, Το ανεπανάληπτο της ανθρώπινης ζωής, εφημ. Εκκλησιαστική Αλήθεια, 1.10.1990, σ.6.
Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου (Μέρος Α' , Μέρος Β' , Μέρος Γ' , Μέρος Δ' )