Κάθε φορὰ ποὺ βλέπω ἢ ἀκούω τὸν πάπα σὲ κάποια λατρευτικὴ ἡ κοινωνικὴ ἐκδήλωση, διαπιστώνω μὲ λύπη ὅτι μέγα χάσμα ἐστήρικται μεταξὺ ὀρθοδόξων καὶ παπικῶν. Ἡ ἀπόσταση ποὺ μᾶς χωρίζει εἶναι μεγάλη καὶ ἡ ὅποια προσέγγιση ἀδύνατη.
Καὶ ἀπορῶ μὲ τοὺς δικούς μας οἰκουμενιστές, οἱ ὁποῖοι λαχταροῦν πότε νὰ πλησιάσουν τὸν πάπα, νὰ τοῦ φιλήσουν τὸ χέρι, νὰ βρεθοῦν ἔστω καὶ λίγα λεπτὰ κοντά του, νὰ πάρουν δύναμη ἀπὸ τὴ δύναμή του, νὰ γίνουν μέτοχοι τῆς «πνευματικότητάς του» καὶ νὰ ἀξιωθοῦν τῆς πολύτιμης εὐλογίας του. Δὲν μποροῦν οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ νὰ δοῦν ὅτι τὸ κοσμικὸ φρόνημα καὶ οἱ πολιτικές του ἐπιδιώξεις τὸν ἔχουν ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸ ὀρθόδοξο βίωμα καὶ ἔχει πιὰ μετατραπεῖ σὲ ἕνα ἄδειο δοχεῖο. Κινεῖται καὶ ἐμφανίζεται μὲ τρόπο κοσμικὸ καὶ θέλει νὰ δημιουργεῖ ἐντυπώσεις πὼς τάχα αὐτὸς καὶ μόνο ἐκπροσωπεῖ τὸν χριστιανισμὸ ἐπὶ τῆς γῆς καὶ αὔριο θὰ εἶναι καὶ ὁ ἀρχηγὸς τῆς πανθρησκείας, γιὰ τὴν ὁποία ἐργάζονται ὅλα τὰ ὄργανα τοῦ διαβόλου.
Ὁ πάπας ἔχει ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἔχει διαμορφώσει τὸν δικό του κόσμο, ποὺ εἶναι παντελῶς ἀλλοτριωμένος.Ἐργάζεται ἀδιάκοπα νὰ στηρίζει τὸ σαθρὸ οἰκοδόμημα τῆς «ἐκκλησίας» του καὶ νὰ διαφυλάσσει τὸ πρωτεῖο καὶ τὸ ἀλάθητο, παράλληλα δὲ νὰ ὑλοποιεῖ τὸ σχέδιό του νὰ ὑποτάξει ὅλους τοὺς χριστιανούς. Ὁ πάπας δὲν εἶναι ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ποὺ διακονεῖ τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ εἶναι ὁ πολιτικὸς καὶ ἐγκόσμιος ἡγέτης τῆς «Ἐκκλησίας», ποὺ ὑπηρετεῖ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ ὁ Χριστὸς ἔχει καταδικάσει στὴν ἐποχή του ἢ ποὺ τὸν εἶχαν ἀφήσει ἀδιάφορο, γιατί τὸ ἔργο Του ἦταν νὰ προσφέρει στὸ λαὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τὴ διδασκαλία καὶ τὶς ἐντολὲς ποὺ ὁδηγοῦν στὴ σωτηρία. Νὰ εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἐπὶ τῆς γῆς καὶ νὰ πολιτεύονται ὡς ἄγγελoι τοῦ οὐρανοῦ. Ὁ πάπας ἔχει ξεχάσει πρὸ πολλοῦ τὸν οὐρανό. Εἶναι ἡγέτης, εἶναι ἀρχηγὸς κρατιδίου, ἐπιλέγει τὴν κοσμικὴ ἐξουσία καὶ θεατρινίζει μὲ θρασύτητα τὴν πίστη στὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Ὅλα αὐτὰ εἶναι φυσικὰ ἐπακόλουθα, γιατί μακριὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία δὲν μπορεῖς νὰ κατανοήσεις τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Οἱ παπικοὶ συνεχῶς μεταρρυθμίζονται καὶ προσαρμόζονται, ὅπως οἱ κοσμικοὶ ἄρχοντες ποὺ δὲν πιστεύουν στὴ σταθερότητα. Τοὺς λείπει τὸ ἐκκλησιαστικὸ βίωμα, γι᾽ αὐτὸ καὶ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῆς πίστεως. Πρέπει νὰ εἴμαστε πολὺ προσεκτικοὶ ἀπέναντί τους. Οἱ σχέσεις μας τυπικὲς καὶ συγκρατημένες, χωρὶς ὑποχωρήσεις καὶ συμπροσευχές, χωρὶς «συνοδοιπορίες ἀγάπης», χωρὶς κατὰ συνθήκην μεγάλα καὶ κούφια λόγια, χωρὶς ἐναγκαλισμοὺς καὶ χειροκροτήματα καὶ χωρὶς ἐμπιστοσύνη στὶς ὑποσχέσεις καὶ διαβεβαιώσεις τους. Καὶ τὰ λέω αὐτά, γιατί οἱ οἰκουμενιστὲς ἔχουν ξεφύγει ἀπὸ κάθε ὅριο. Ἐπιδιώκουν τὶς καλὲς σχέσεις μὲ τοὺς παπικούς, ζητοῦν ἀκόμα καὶ ἱερὰ λείψανα ἀπ᾽ αὐτούς! Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ βοηθοῦν τοὺς παπικοὺς νὰ πετύχουν τὸ δόλιο σκοπό τους, δηλαδὴ τὴν ὑποταγὴ τῶν ὀρθοδόξων! Ἀλλὰ ποῦ νὰ καταλάβουν οἱ σοφοί τοῦ οἰκουμενισμοῦ; Ἔχουν ὑποστεῖ τόση πνευματικὴ διάβρωση, ποὺ θεωροῦν τὸ λύκο στoργικὸ ποιμένα καὶ τρέχουν ἀπὸ κοντά του χωρὶς νὰ συναισθάνονται ὅτι ὁ συγχρωτισμὸς μὲ τοὺς αἱρετικοὺς εἶναι ἐπικίνδυνος καὶ καταδικασμένος ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας.
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 09.12.16), Θρησκευτικά