The Federalist,
Επιστήμη.
Chad Flix Greene, 15 Φεβρουαρίου, 2021
Σχόλιο «Μαμά Μπαμπάς και Παιδιά»: Προκαλεί προβληματισμό η ιδεολογική παρέμβαση στην ανεξάρτητη ακαδημαϊκή έρευνα. Η κοινωνία προστρέχει στο κύρος της επιστήμης ως απαλλαγμένης από προκατάληψη και ιδεολογικό φορτίο, για να λάβει βοήθεια σε νέες καταστάσεις. Η ιδεολογική παρέμβαση στην έρευνα στερεί τη κοινωνία από την αλήθεια και τη σωστή αντιμετώπιση, ενώ δημιουργεί σοβαρές επιφυλάξεις για την αξιοπιστία ορισμένων επιστημονικών εργασιών που αφορούν ιδεολογικά φορτισμένα και αμφισβητούμενα θέματα όπως είναι η ασυμφωνία βιολογικού και ψυχολογικού φύλου και η ποικιλότητα στη σεξουαλική συμπεριφορά.
_______________________
Μελέτη που επιζητούσε «θεραπευτικά μέσα για την αντιμετώπιση της δυσφορίας φύλου» θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να βοηθήσει τα διαφυλικά (trans/τρανς) άτομα να ανακτήσουν την αποδοχή στα φυσικά τους σώματα. Όμως, οι ΛΟΑΤ ακτιβιστές δεν το επιθυμούν με κανένα τρόπο.
Οι ΛΟΑΤ ακτιβιστές ισχυρίζονταν παλαιότερα ότι η δυσφορία φύλου μπορεί να επιβεβαιωθεί από ευρήματα που αφορούν τη γενετική των ατόμων και την ανάπτυξη του εγκεφάλου τους. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ διερεύνησαν αυτήν την άποψη σε βάθος σε ένα άρθρο του 2016 με τίτλο «Το φύλο ανάμεσα στις γραμμές: η επιστήμη της διαφυλικής ταυτότητας»(1)
Σε μελέτες που δημοσιεύθηκαν το 1995 και το 2000, οι ερευνητές εξέτασαν συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου τόσο σε διαφυλικούς ενήλικες όσο και σε αυτούς που αποδέχονται το βιολογικό φύλο τους. Διαπίστωσαν ότι τα "άνδρες προς γυναίκες" διαφυλικά άτομα είχαν συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου που ομοιάζουν περισσότερο με εκείνες των φυσικών γυναικών και το ίδιο ίσχυε για τους τρανς άνδρες (βιολογικές γυναίκες που ζουν ως άνδρες).
Οι ερευνητές μελέτησαν επίσης διαφυλικά άτομα που δεν παίρνουν ορμόνες και βρήκαν παρόμοια αποτελέσματα. Υποστήριξαν ότι αυτό δείχνει ότι τα διαφυλικά άτομα ίσως γεννήθηκαν με εγκεφάλους κάπως παρόμοιους με εκείνους του αντίθετου φύλου είτε λόγω γενετικών αιτίων είτε λόγω έκθεσης σε ορμόνες ως έμβρυα.
Η περαιτέρω διερεύνηση ερωτημάτων όπως αυτό θα ωφελούσε πολύ το ιατρικό επιστημονικό προσωπικό στην παροχή αποτελεσματικής θεραπείας στους διαφυλικούς ασθενείς. Ωστόσο, οι ΛΟΑΤ ακτιβιστές προκάλεσαν μια μεγάλη ιδεολογική στροφή στην έρευνα κινούμενοι ενάντια σε αυτές τις επιστημονικές προσπάθειες.
Το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας μέσω του Semel Institute for Neuroscience and Human Behavior στο Λος Άντζελες προετοίμαζε μια μελέτη που υποστηρίχθηκε από το National Institute of Health, (το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας), για την καλύτερη κατανόηση των δομών του εγκεφάλου και των αντιδράσεων των ατόμων που εκδηλώνουν δυσφορία φύλου. Η μελέτη είχε τίτλο, «Ταυτότητα φύλου και ιδία αντίληψη του σώματος - οι επιπτώσεις στη νευροβιολογία της δυσφορίας του φύλου». Οι ερευνητές αναζητούσαν διαφυλικά (trans) άτομα για να συμμετέχουν στην έρευνα, όταν οι ΛΟΑΤ ακτιβιστές ζήτησαν να κλείσει η μελέτη.
Οι γιατροί που προσπάθησαν να πραγματοποιήσουν τη μελέτη δήλωσαν: «Θέλαμε να κατανοήσουμε τη νευροβιολογία της δυσφορίας του φύλου, καθώς και τις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στη θεραπεία με ορμόνες φύλου, τον εγκέφαλο και το σωματικό φαινότυπο». Ωστόσο, ο εκτελεστικός διευθυντής της τοπικής ακτιβιστικής ομάδας "Gender Justice, LA", διαμαρτυρήθηκε ισχυριζόμενος ότι η μελέτη «ανοίγει την πόρτα για την προώθηση της εξαιρετικά απογοητευτικής και επικίνδυνης πρακτικής της "θεραπείας μετατροπής"».
Το “Gender Justice LA” ισχυρίζεται ότι η μελέτη έχει σχεδιαστεί για να "πυροδοτήσει" τη δυσφορία φύλου σε όσους δεν έχουν ξεκινήσει ακόμη τη θεραπεία μετάβασης (στο επιθυμητό φύλο) και επομένως, θα ήταν ψυχολογικά επιβλαβής για τους συμμετέχοντες. Ισχυρίστηκαν ότι επειδή η μελέτη θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί «για τη δημιουργία θεραπευτικών τεχνικών για τη θεραπεία της δυσφορίας φύλου, όπως αντιμετωπίζεται η νευρογενής ανορεξία», θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μέθοδος «θεραπείας μετατροπής».
Το Δίκτυο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών της LGBTQ κοινότητας της Καλιφόρνιας, (California LGBTQ Health and Human Services Network) κυκλοφόρησε μια επιστολή προς τις τοπικές κοινότητες των ΛΟΑΤ προτρέποντας τα διαφυλικά και γενικά τα άτομα που δεν αποδέχονται το φύλο τους να μείνουν μακριά από τη «επικίνδυνη» μελέτη.
«Αντιτιθέμεθα στην άποψη ότι τα διαφυλικά άτομα έχουν κάποιου τύπου "στρεβλή" σωματική εικόνα ή ότι η εγκεφαλική απεικόνιση της τραυματικής τους αντίδρασης θα μπορούσε τελικά να «βοηθήσει» τους τρανς ανθρώπους» έγραψε η ομάδα στην επιστολή. «Η μελέτη υποδηλώνει την αναζήτηση ιατρικής «θεραπείας», η οποία μπορεί να ανοίξει την πόρτα για πιο "ασφαλείς" και περιοριστικές πολιτικές και πρακτικές που περιορίζουν την πρόσβαση στη θεραπεία επιβεβαίωσης του επιθυμητού φύλου. Σε μια εποχή κατά την οποία οι τρανς ζωές δέχονται επίθεση, θεωρούμε ότι αυτή η έρευνα είναι εσφαλμένη και επικίνδυνη.»
Εμφανώς ενοχλημένη από την αντίδραση, η υπεύθυνη γιατρός σταμάτησε τη μελέτη έως ότου μπορέσουν να πραγματοποιηθούν συναντήσεις με τις τοπικές ομάδες ΛΟΑΤ, να γίνουν καλύτερα κατανοητές οι αντιρρήσεις τους και να προσαρμοσθεί η μελέτη, ώστε να εξαλειφθούν οι ανησυχίες τους. Ωστόσο, όλο αυτό θεωρείται απίθανο να έχει κάποια αποτελέσματα. Το Δίκτυο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών της LGBTQ κοινότητας της Καλιφόρνια (California LGBTQ Health and Human Services Network) κατονόμασε ως επικεφαλής γιατρό, τη Jamie Feusner, MD, στο δελτίο τύπου τους.
Παραπονέθηκαν ότι η Feusner μελετά κυρίως τις διατροφικές διαταραχές και τη σωματική δυσμορφική διαταραχή, οι οποίες είναι προσβλητικές για την ιδεολογία των ΛΟΑΤΚΙ, που απορρίπτει πλήρως την ιδέα ότι η δυσφορία φύλου συνιστά διαταραχή. Η ΛΟΑΤ οργάνωση ισχυρίστηκε ότι «αυτή η μελέτη αποτελεί απόδειξη ότι όλες οι παρόμοιες μελέτες πρέπει πρώτα να περάσουν από τα επιτελεία διερευνητικής επιθεώρησης των TGI (Transgender, Gender- nonconforming and Intersex) οργανισμών».
Μέρος των απαιτήσεών τους απέναντι στο πανεπιστήμιο είναι η «Δημιουργία σαφών κατευθυντήριων οδηγιών στην έρευνα που περιλαμβάνουν τη συμμετοχή διαφυλικών ερευνητών και υποστηρικτών της πολιτικής τους στα επιστημονικά συμβούλια και στα συμβούλια της κοινότητας για οποιαδήποτε έρευνα που σχετίζεται με τα trans άτομα.»
Αυτοί οι όροι θα απαγόρευαν οποιαδήποτε ανεξάρτητη έρευνα δεν επιθυμούν να διεξαχθεί οι διαφυλικοί ακτιβιστές. Αντί να ανοίξουν την έρευνα όσο το δυνατόν περισσότερο για να γίνει καλύτερα κατανοητή μια κατάσταση, οι ακτιβιστές ΛΟΑΤΚΙ θέλουν να ελέγχουν προσεκτικά και να παρακολουθούν την έρευνα προκειμένου να διασφαλίζουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.
Πώς θα μπορούσε να είναι επιβλαβής η κατανόηση των χημικών αντιδράσεων στον εγκέφαλο των ανθρώπων που ζουν με δυσφορία φύλου, με ή χωρίς ορμονική θεραπεία, για τα τρανς άτομα; Καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως τα ΛΟΑΤ άτομα επιθυμούν τη διαγραφή των βιολογικών διακρίσεων του φύλου, προκειμένου να υπάρχει μόνο η επιθυμητή ταυτότητα φύλου.
Ο κατάλογος των «δεδομένων» της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών (American Civil Liberties Union) που αφορούν τους διαφυλικούς αθλητές υποστηρίζει, «Δεν υπάρχει κανένας συγκεκριμένος τρόπος για να ορίσουμε το σώμα μας. Οι γυναίκες, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών που είναι διαφυλικές (βιολογικοί άνδρες), intersex (με διαταραχή στη διάπλαση των γεννητικών οργάνων) ή με αναπηρία, έχουν μια ποικιλία διαφορετικών φυσικών χαρακτηριστικών. Το βιολογικό φύλο και η ταυτότητα φύλου δεν είναι δυαδικά. Δεν υπάρχει καθορισμένη διακύμανση ορμονών, μέρη του σώματος ή χρωμοσώματα που έχουν όλα τα άτομα ενός συγκεκριμένου φύλου ή ταυτότητας φύλου».
Το κίνημα φαίνεται να επικεντρώνεται αποκλειστικά στο να προωθήσει την «επιβεβαίωση» και τη «μετάβαση» στο “νέο φύλο” παρά στην κατανόηση της αιτίας ή της φύσης της δυσφορίας φύλου.
Επιπλέον, όλο και περισσότερη έμφαση έχει δοθεί στην πρώιμη και επιθετική κοινωνική μετάβαση με τη χρήση αποκλειστών εφηβείας στα παιδιά. Όπως ανέφερε το LGBTQ Nation, «Μια νέα μελέτη διαπίστωσε ότι οι τρανς έφηβοι στους οποίους έχουν συνταγογραφηθεί αποκλειστές εφηβείας θέλουν αρχικά να λάβουν αυτή την αγωγή και στη συνέχεια να υποβληθούν σε θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης».
Πολλοί επικριτές της θεραπείας μετάβασης φύλου έχουν παρατηρήσει ότι η πρώιμη κοινωνική μετάβαση προκαλεί μεταγενέστερη σωματική μετάβαση, ειδικά όταν εισαχθούν αποκλειστές της εφηβείας. Τα μηνύματα που προβάλλεται από αυτές τις ομάδες είναι σαφές ότι η ταυτότητα φύλου έχει μεγαλύτερη σημασία από τη βιολογία.
Με βάση τα επιχειρήματα που προβάλλονται και την αντίθεση στη βελτιωμένη επιστημονική κατανόηση της δυσφορίας φύλου, είναι σαφές ότι οι ΛΟΑΤ ακτιβιστές ανησυχούν πως η επιστήμη μπορεί να γίνει εμπόδιο στην υπεράσπιση της ιδεολογίας της ταυτότητας φύλου. Μια αξιόπιστη απεικόνιση εγκεφάλου που δείχνει έναν θηλυκό εγκέφαλο σε ένα αρσενικό σώμα, η οποία κάποτε χρησιμοποιήθηκε ως απόδειξη της έμφυτης φύσης της δυσφορίας φύλου, θα μπορούσε να αποτελέσει διαγνωστικό τεστ για την πάθηση. Στα μάτια των ακτιβιστών, αυτό θα μπορούσε να περιορίσει ή να οριοθετήσει την πρόσβαση στη μετάβαση, εάν η έρευνα υποδηλώσει ότι η δυσφορία φύλου πρέπει να διαγνωστεί ιατρικά προτού δικαιολογηθεί η μετάβαση.
Αντίθετα, το κίνημα LGBT προτιμά το επιχείρημα ότι το φύλο είναι, κατά κυριολεξία αυτό που το άτομο δηλώνει ότι είναι. Ο ισχυρισμός ότι “η τρανς γυναίκα είναι γυναίκα” δεν απαιτεί κανένα αποδεικτικό στοιχείο και αναμένεται να γίνει αποδεκτός από τη στιγμή της δήλωσής του. Η επιστημονική έρευνα που περιορίζει τις αιτίες ή τη φύση της δυσφορίας φύλου θα μπορούσε να διαταράξει αυτό το επιχείρημα.
Αντί να επανεκτιμήσουν τις απόψεις τους με βάση τα ευρήματα της επιστήμης, οι ΛΟΑΤ ακτιβιστές απλώς διακόπτουν τη μελέτη που απειλεί τις πεποιθήσεις τους. Η επιρροή αυτού του πληθυσμού στην ιατρική επιστήμη και τις μελέτες θα πρέπει να απασχολεί οποιονδήποτε ενδιαφέρεται να αναδείξει την επιστημονική αλήθεια, οπουδήποτε οδηγεί η αλήθεια αυτή. Δεν είναι αληθινά προς όφελός τους να χρησιμοποιούν την επιρροή τους αποκλειστικά ως εργαλείο για την επίτευξη ενός επιθυμητού και προτιμητέου αποτελέσματος.
1. https://sitn.hms.harvard.edu/flash/2016/gender-lines-science-transgender-identity/
Πηγή: thefederalist.com, Μαμά Μπαμπάς και Παιδιά