ΠΡΟΣΦΑΤΑ ο «Ορθόδοξος Τύπος» δημοσίευσε άρθρο των Πατέρων Λουκά Τσιούτσικα,
Στέφανου Στεφόπουλου και Δαμασκηνού Αγιορείτου και την επιστολή τού Μοναχού
Μωυσή, σχετικά με τις Μεταμοσχεύσεις. Η συνέχιση δημοσίευσης τέτοιων κειμένων σε
εκκλησιαστικό και θρησκευτικό περιοδικό δείχνει ότι το θέμα «Μεταμοσχεύσεις —
Εγκεφαλικός Θάνατος» δεν έχει βρει την οριστική του διευθέτηση στην συνείδηση
των Ορθοδόξων.
Αν και για το θέμα αυτό η Ορθόδοξη Εκκλησία μας δεν έχει εκφράσει επίσημη θέση,
υπάρχει μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα, πού δίνει την εντύπωση μιας απόλυτα θετικής
στάσης της Εκκλησίας μας για το θέμα αυτό. Το πρόβλημα, βεβαίως, δεν είναι οι
Μεταμοσχεύσεις, οι οποίες αναμφίβολα ανακουφίζουν πολλούς ασθενείς αδελφούς μας,
χαρίζοντάς τους και ποιότητα και διάρκεια ζωής. Το πραγματικό πρόβλημα είναι ο
λεγόμενος «Εγκεφαλικός Θάνατος» και ειδικότερα η ταύτισή του προς τον βιολογικό
θάνατο. Σε αυτό ακριβώς το ζήτημα εστιάζεται και η πλειονότητα των διαφορετικών
γνωμών και αντιρρήσεων.
Κανένας δεν αμφισβητεί ότι υπάρχει μια νοσολογική οντότητα με ορισμένα
χαρακτηριστικά, κυρίως κλινικά, την οποίαν το 1968 μιά ad hoc Επιτροπή τού
Harvard ονόμασε «Εγκεφαλικό Θάνατο», καθόρισε τα κριτήρια διάγνωσής του και την
ταύτισε με τον βιολογικό θάνατο. Το κύριο ερώτημα και η ουσιαστική διαφωνία
έγκειται στο κατά πόσον αυτή η κλινική οντότητα, η αποκαλούμενη Ε.Θ., μπορεί να
ταυτισθεί με την κατάσταση του βιολογικού θανάτου.
ΣΤΗΝ επιστολή του ο Μοναχός Μωυσής γράφει:
«Η Εκκλησία μας, όμως, ποτέ δεν καθόρισε επακριβώς την αρχή και το τέλος της
ζωής κατά δευτερόλεπτα».
Η θέση αυτή είναι ακριβής μόνο για το τέλος της ζωής, όχι, όμως και για την αρχή
της, για την οποίαν η Εκκλησία μας δέχεται ότι οριοθετείται «εξ άκρας
συλλήψεως». Δηλαδή από το επόμενο δευτερόλεπτο της γονιμοποίησης τού ωαρίου, το
προκύπτον ζυγωτόν, θεωρείται ανθρώπινη και μάλιστα έμψυχη ανθρώπινη ύπαρξη και
αυτό παρά την αντίθετη άποψη πολλών βιολόγων και ιατρών, πού δεν θεωρούν το
έμβρυο στα πρώτα στάδια ανάπτυξής του ανθρώπινη ύπαρξη και γι αυτό το
καταστρέφουν με την έκτρωση ή το δημιουργούν στον δοκιμαστικό σωλήνα, για να το
κάνουν αντικείμενο πειραμάτων.
Σε αντίθεση, για το τέλος της ζωής, η Εκκλησία μας αναπαύεται στην γνώμη των
ιατρών και μάλιστα χωρίς καμία κριτική θεώρηση. Το ερώτημα και η απορία είναι
γιατί για τα δύο άκρα της ζωής, την αρχή και το τέλος, η Εκκλησία μας έχει
διαφορετική θέση και στάση. Από βιολογικής άποψης ο θάνατος ορίζεται ως το
στιγμιαίο γεγονός, πού χωρίζει δύο διαδικασίες, την διαδικασία τού θανάτου από
την διαδικασία της αποσύνθεσης και το καλύτερο κριτήριο προσδιορισμού του για
τούς ανώτερους οργανισμούς και τον άνθρωπο είναι η οριστική παύση της
κυκλοφορίας τού αίματος.
Ακριβέστερα, ο θάνατος επισυμβαίνει 5-15 λεπτά μετά την παύση της κυκλοφορίας
τού αίματος, τότε, πού έχει εξαντληθεί και η τελευταία δυνατότητα επανόδου τού
οργανισμού στη ζωή. Κατά την διαδικασία τού θανάτου ο οργανισμός είναι ζωντανός
και πορεύεται προς τον θάνατο. Στο τέλος αυτής της διαδικασίας επισυμβαίνει ο
θάνατος και την επόμενη στιγμή αρχίζει η διαδικασία της αποσύνθεσης.
Με βάση τα ανωτέρω θα πρέπει να γίνουν τρείς επισημάνσεις.
α) Η πρώτη επισήμανση αφορά την από πολλά επίσημα εκκλησιαστικά χείλη
διατυπωθείσα άποψη ότι ο θάνατος είναι γεγονός διαρκείας με σταδιακή αποσύνθεση
των διαφόρων
οργάνων, άποψη, πού βολεύει μεν την κατάσταση, αλλά είναι ιατρικώς μη ακριβής.
Απλώς η άποψη αυτή συγχέει την διαδικασία τού θανάτου με τον ίδιο τον θάνατο.
Άλλωστε, το στιγμιαίο τού θανάτου υποστηρίζεται και από την Ορθόδοξη Υμνολογία.
Σε ένα τροπάριο της νεκρώσιμης ακολουθίας αναφέρεται ότι «η ψυχή βιαίως
χωρίζεται εκ της αρμονίας και ο φυσικότατος δεσμός Θείω βουλήματι αποτέμνεται».
Το «βιαίως χωρίζεται» και το «αποτέμνεται» τί άλλο δηλώνουν παρά το στιγμιαίο
τού θανάτου;
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η διαδικασία τού θανάτου μπορεί να διαρκεί
άλλοτε άλλο χρονικό διάστημα, ανάλογα με την υποκείμενη γενεσιουργό αιτία και το
επίπεδο της παρεχόμενης φαρμακευτικής και τεχνολογικής υποστήριξης.
Άλλωστε, η διάκριση μεταξύ της διαδικασίας τού θανάτου και αυτού τού ίδιου τού
θανάτου γίνεται αυτόματα από τον καθένα μας. Όταν λέμε ότι κάποιος πεθαίνει,
εννοούμε ότι είναι ζωντανός και πορεύεται προς τον θάνατον και όταν λέμε ότι
κάποιος πέθανε εννοούμε ότι η ζωή έχει τελειώσει γι αυτόν.
Στην διεθνή βιβλιογραφία υπάρχουν αρκετά άρθρα, πού με ιατρικά και βιολογικά
δεδομένα αποδεικνύουν ότι ο «Εγκεφαλικά νεκρός» δεν είναι νεκρός, δεν είναι
πτώμα, αλλά ένας βαρειά ασθενής, πού πορεύεται προς τον θάνατο.
Ο χώρος μιας εφημερίδος δεν επιτρέπει την παράθεση ιατρικών δεδομένων, όμως, για
την επιβεβαίωση της πιο πάνω θέσης θα αναφερθεί μόνον η γνώμη τού κ. Χρήστου
Χαρίτου, καρδιοχειρουργού και μεταμοσχευτού, ο οποίος σε άρθρο του στο βιβλίο
«Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις», πού κυκλοφορήθηκε το 2001 από την Μορφωτική
Υπηρεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος και στην σελίδα 68 γράφει:
«Από τα αναφερόμενα είναι προφανές πώς η ζωή ενός εγκεφαλικά νεκρού ασθενούς
κυριολεκτικά παρατείνεται, όταν ακολουθήσει το πρωτόκολλο διατηρήσεως τού δότη.
Ο καρδιοχειρουργός, πού θα αφαιρέσει την καρδιά και θα διακόψει την λειτουργία
της, ασφαλώς και επεμβαίνει δραστικά, αλλά δεν μπορεί να κατηγορηθεί πώς
ελαττώνει τη ζωή τού ασθενούς, όταν ο ασθενής αυτός, χωρίς την συγκεκριμένη
αγωγή και νοσηλεία θα είχε προ πολλού καταλήξει».
β) Η δεύτερη επισήμανση αφορά και ευρέως χρησιμοποιούμενους όρους «πτωματικές
μεταμοσχεύσεις», «πτωματικοί δότες», «πτωματικά όργανα», οι οποίοι με βάση τα
ανωτέρω εκτεθέντα ελέγχονται όχι μόνον ανακριβείς, αλλά και παραπλανητικοί. Ο
«εγκεφαλικά νεκρός» σαφώς δεν είναι πτώμα και αυτό μπορεί να το διαπιστώσει ο
οποιοσδήποτε απλός άνθρωπος.
γ) Η τρίτη επισήμανση αναφέρεται σε μία από τις 55 βασικές θέσεις επί της Ηθικής
των Μεταμοσχεύσεων της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, πού βρίσκονται
καταχωρημένες στο βιβλίο «Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις». Στην σελίδα 25 βρίσκεται
η 13η βασική θέση, διατυπωμένη ως εξής:
«Αυτό, πού στην ουσία επιτυγχάνει η τεχνική υποστήριξη της αναπνοής είναι ότι
προσωρινώς αναχαιτίζει την διαδικασία αποσυνθέσεως τού σώματος, όχι, όμως και
την αναχώρησιν της ψυχής». Η θέση αυτή είναι ιατρικώς λανθασμένη και θεολογικώς
αυθαίρετη και αναπόδεικτη. Η αποσύνθεση τού σώματος σε καμία περίπτωση δεν
αναχαιτίζεται με την υποστήριξη της αναπνοής. Αυτό, πού στην ουσία κάνει η
υποστήριξη της αναπνοής είναι να διατηρεί την καρδιακή λειτουργία και την
κυκλοφορία του αίματος με αποτέλεσμα την αναστολή επέλευσης τού θανάτου,
διατηρώντας το στην κατάσταση της διαδικασίας τού θανάτου, κατά την οποίαν,
όμως, το άτομο είναι ζωντανό. Με αυτό το δεδομένο πώς μπορεί να υποστηριχθεί
πειστικά η αναχώρηση της ψυχής από ένα βιολογικό ζωντανό σώμα; Μήπως η ψυχή
εδράζεται στον εγκέφαλο, οπότε με την καταστροφή του, αναχωρεί και η ψυχή, παρά
την ύπαρξη βιολογικής ζωής στο υπόλοιπο σώμα; Μπορεί να υπάρξει, έστω και
τεχνολογικά υποστηριζόμενη βιολογική ανθρώπινη ζωή χωρίς την ύπαρξη ψυχής στο
σώμα, αφού κατά τούς Πατέρας της Εκκλησίας μας, η ψυχή είναι η ζωοποιός τού
σώματος δύναμη;
ΔΙΕΡΕΥΝΩΝΤΑΣ την διεθνή βιβλιογραφία διαπιστώνει κανείς ότι δεν είναι ολίγοι οι
ιατροί διαφόρων ειδικοτήτων, Νευρολόγοι, Αναισθησιολόγοι, Εντατικολόγοι και
άλλοι, πού δεν αποδέχονται την ταύτιση τού «Εγκεφαλικού Θανάτου», με τον
βιολογικό θάνατο, βασιζόμενοι σε αξιόπιστα ιατρικά και βιολογικά δεδομένα.
Η γνώμη ενός Αναισθησιολόγου, τού Trnog, από το Harvard είναι χαρακτηριστική. Σε
άρθρο του με τίτλο «Ο ρόλος του εγκεφαλικού θανάτου και ο κανόνας τού νεκρού
δότου στην ηθική των μεταμοσχεύσεων», πού δημοσιεύθηκε το 2003 στο έγκριτο
περιοδικό CRITICAL CARE MEDICINE (31.9: 2391-96), γράφει τα ακόλουθα:
«Η ιδέα τού Ε.Θ. έχει από πολλού αναγνωρισθεί ότι μαστίζεται από σοβαρές
ασυνέπειες και αντιθέσεις. Πράγματι, η ιδέα τού Ε.Θ. δεν μπορεί να συμφωνήσει με
οποιαδήποτε συνεπή βιολογική ή φιλοσοφική κατανόηση τού θανάτου».
Σε άλλο σημείο γράφει:
«Ποιοί λόγοι υπάρχουν, για να πιστέψουμε ότι η πλειάδα των κλινικών σημείων, πού
συνιστούν τον Ε.Θ. παριστά τον θάνατο τού ατόμου;». Το άρθρο καταλήγει με την
ακόλουθη διατύπωση: «Υπό την ευρείαν έννοιαν, εάν τα ανοσολογικά εμπόδια στην
ξενομεταμόσχευση υπερνικηθούν, τότε η ηθική της προσφοράς οργάνων από τούς
ανθρώπους θα γίνει αμφισβητήσιμη και οι προτάσεις μας θα γίνουν άσχετες. Η ιδέα
τού Ε.Θ. τότε θα εξαφανισθεί από τα Ιατρικά Συγγράμματα και την Ιατρική
Βιβλιογραφία, φανερώνοντας ότι ο Ε.Θ. ουδέποτε υπήρξε κάτι περισσότερο από μία
κοινωνική κατασκευή, πού δημιουργήθηκε, για να ικανοποιήσει τις ανάγκες της
μεταμοσχευτικής επιχείρησης κατά την διάρκεια μιας σημαντικής φάσης της
ανάπτυξής της».
ΣΗΜΕΡΑ, όχι μόνον στην Εκκλησία, αλλά και στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο, υπάρχει
μειωμένη προσφορά μοσχευμάτων και εναγωνίως ζητούνται εναλλακτικές λύσεις, όπως
η διεύρυνση του όρου Ε.Θ., ώστε να περιλάβει και άλλες κατηγορίες ασθενών, η
λήψη οργάνων από άτομα με μη πάλλουσα καρδιά, πού ήδη εφαρμόζεται και η ξένο- ή
αλλομεταμόσχευση, πού είναι ένας επιδιωκόμενος στόχος. Όμως, όλες οι πιο πάνω
λύσεις παρουσιάζουν σημαντικά ηθικά προβλήματα. Οι περισσότεροι των επικριτών
τού Ε.Θ. είναι συγχρόνως και υποστηρικτές των Μεταμοσχεύσεων. Αυτοί, λοιπόν,
προτείνουν έναν άλλο δρόμο, πού αφενός θα αποκαταστήσει την σχετική με τον Ε.Θ.
αλήθεια και αφετέρου θα επιτρέψει την συνέχιση των Μεταμοσχεύσεων.
Προτείνουν λοιπόν την εγκατάλειψη της ιδέας τού Ε.Θ. και την αποδέσμευσή του από
τις Μεταμοσχεύσεις. Προτείνουν την εγκατάλειψη τού κανόνος τού νεκρού δότου, πού
θέτει ως προϋπόθεση της αφαίρεσης οργάνων τον θάνατο τού δότη. Κατ’ αυτούς τα
κριτήρια διάγνωσης τού Ε.Θ. να μη είναι πλέον κριτήρια θανάτου, αφού ο
εγκεφαλικά νεκρός δεν είναι νεκρός, αλλά οι νομικές προϋποθέσεις, πού θα
επιτρέπουν την αφαίρεση οργάνων από ένα άτομο στην κατάσταση αυτή και πού δεν θα
θεωρείται νεκρό.
Οπωσδήποτε η υιοθέτηση της πρότασης αυτής προϋποθέτει την αποδοχή εκ μέρους της
κοινωνίας της θέσης ότι η αφαίρεση οργάνων από ένα τέτοιο άτομο συντομεύει κατά
τι την ζωή του, προς χάριν κάποιων άλλων συνανθρώπων του, πού θα ζήσουν από την
Μεταμόσχευση των αφαιρεθέντων οργάνων.
Το ερώτημα είναι αν η Ορθόδοξη Εκκλησία μας μπορεί να κάνει αποδεκτή μια τέτοια
θέση, υπέρβασης τού Ε.Θ. Βεβαίως, από τα επίσημα εκκλησιαστικά κείμενα δεν
λείπουν οι θέσεις υπέρβασης τού Ε.Θ., παρόλον ότι μέχρι σήμερα η Εκκλησία μας
έχει κάνει το παν με κείμενα, με ομιλίες και με ημερίδα για τον Ε.Θ., να πείσει
τούς πιστούς της ότι ο Ε.Θ. ταυτίζεται απολύτως με τον βιολογικό θάνατο τού
ατόμου.
Στο βιβλίο «Εκκλησία και Μεταμοσχεύσεις», στις σελίδες 24 και 25 καταγράφεται η
10η βασική θέση επί της Ηθικής των Μεταμοσχεύσεων, πού λέγει:
«Εις ήν περίπτωσιν λοιπόν θα επεθύμει τις, όπως προσφέρῃ τα όργανά του, ακόμη
και αν, ως τινές διατείνωνται, ο εγκεφαλικός θάνατος δεν εταυτίζετο με τον
οριστικόν χωρισμόν της ψυχής εκ τού σώματος, μαζί με τα όργανά του θα προσέφερε
και τη ζωή του. Η πράξις του δεν θα περιείχε μόνον το στοιχείον της προσφοράς
αλλά και αυτό της αυτοθυσίας».
Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και ο καθηγητής της Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο
Θεσσαλονίκης Γ. Μαντζαρίδης, ο οποίος σε άρθρο του στο ίδιο βιβλίο και στην
σελίδα 273 γράφει:
«Η αυτεξούσια διακινδύνευση ή και η θυσία της ζωής από αγάπη για τον πλησίον
έχει οπωσδήποτε θετικό χαρακτήρα και βρίσκεται στον αντίποδα της αυτοκτονίας ή
της ευθανασίας. Αν λοιπόν αυτός θελήσει να γίνει δότης όταν βρεθεί στην
κατάσταση του εγκεφαλικού θανάτου, στην χειρότερη περίπτωση θα πραγματοποιήση
κάποια έσχατη αυτοθυσία».
Αλλά και ο πρόεδρος της Επιτροπής Βιοηθικής της Εκκλησίας της Ελλάδος,
Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Μεσογαίας και Λαυρεωτικής κ. Νικόλαος στα κείμενά
του, πού βρίσκονται στο ίδιο βιβλίο, την υπέρβαση τού Ε.Θ. προβάλλει.
Τελικώς, η Εκκλησία μας έχει ή δεν έχει κάνει υπέρβαση του Ε.Θ.; Εάν την έχει
κάνει, γιατί επιμένει τόσο στην ταύτιση του Ε.Θ. με τον βιολογικό θάνατο τού
ατόμου; Επιτρέπει ή δεν επιτρέπει την κατά τι συντόμευση της ζωής ενός
θνήσκοντος ατόμου, προκειμένου να εξυπηρετηθούν και να επιζήσουν κάποιοι
ασθενείς συνάνθρωποί μας**;
Σε κάθε περίπτωση, αν ειλικρινά θέλουμε να προχωρήσουν οι Μεταμοσχεύσεις, θα
πρέπει να ειπωθεί στον κόσμο η αλήθεια και η αλήθεια είναι ότι ο καλούμενος
εγκεφαλικά νεκρός δεν είναι νεκρός, δεν είναι πτώμα, αλλά ένας βαριά ασθενής,
πού πορεύεται προς τον θάνατο.
Από αυτόν, τον θνήσκοντα ασθενή, η κοινωνία μας ζητεί, δεν απαιτεί, την προσφορά
των οργάνων του, με στόχο την βοήθεια κάποιων άλλων συνανθρώπων μας για το
ξεπέρασμα της αρρώστιας τους και την συνέχιση της ζωής τους. Αυτή η αίτηση, όχι
απαίτηση, θα πρέπει να γίνει με απόλυτο σεβασμό προς την προσωπικότητα τού δότη
και την όποια απάντησή του, θετική ή αρνητική.
Αυτό σημαίνει ότι η υποστήριξη της ζωής τού υποψήφιου δότη θα πρέπει να
συνεχισθεί και στην περίπτωση απορριπτικής απάντησής του. Το δίλημμα προς την
οικογένεια τού εγκεφαλικού νεκρού, ή προσφέρετε τα όργανά του ή τον αποσυνδέουμε
από τον αναπνευστήρα, συνιστά εκβιασμό.
Δυστυχώς, προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και ο πρόσφατος ελληνικός νόμος για
τις Μεταμοσχεύσεις. Σε άρθρο του ορίζει ότι ο ιατρός, πού θα συνεχίσει την
υποστήριξη της ζωής ενός εγκεφαλικά νεκρού χωρίς την προοπτική της προσφοράς των
οργάνων του, τιμωρείται με φυλάκιση.
Φωτεινή εξαίρεση στη λογική αυτή αποτελεί η νομική διάταξη, πού ισχύει από το
1991 στη Πολιτεία των ΗΠΑ New Jersey και σύμφωνα με την οποίαν απαγορεύεται
στους ιατρούς να εξαγγείλουν έναν εγκεφαλικά νεκρό ως νεκρό αν έχουν πληροφορίες
ότι αυτός ή η οικογένειά του δεν αποδέχονται τον Ε.Θ. ως θάνατο.
ΣΑΡΑΝΤΑ περίπου χρόνια από την δημιουργία τού όρου «Ε.Θ.», οι συνθήκες έχουν
πλέον ωριμάσει για μια προσέγγιση τού Εγκεφαλικού Θανάτου και των Μεταμοσχεύσεων
από μια άλλη οπτική.
(**) Το ερώτημα αυτό, εάν δηλαδή έχει γίνει ή όχι η υπέρβασις τού Εγκεφαλικού
Θανάτου υπό της Εκκλησίας της Ελλάδος, θέτει και η εξής δραματικά επίκαιρη
επιστολή τού Ιατρού κ. Φωτίου Μιχαήλ, η οποία εδημοσιεύθη με τον χαρακτηριστικό
τίτλο: «Η άλλη άποψις διά την μεταμόσχευσιν ήπατος».
«Κύριε διευθυντά, Είμαι βέβαιος ότι προβληματίζεστε πολύ σοβαρά με την εξαγγελία
της διακομιδής τού Αρχιεπισκόπου [κ. Χριστοδούλου] στο Μαϊάμι. Και μάλιστα με
την τοποθέτησή του στην κορυφή τού καταλόγου αναμονής προς μεταμόσχευση.
Κάποιοι, όμως, σαν και σάς, πρέπει να βγουν και να πουν τα πράγματα με την
ορολογία των Αγίων της Εκκλησίας μας και όχι με τη γλώσσα των κέντρων
μεταμοσχεύσεων. Γνωρίζετε ότι, για να μεταμοσχευθεί το ήπαρ απαιτείται γενική
νάρκωση τού δότη; Εφ όσον ο δότης είναι όντως νεκρός, προς τί η γενική νάρκωση;
Άρα, τί κάνουμε; Δολοφονούμε συνανθρώπους μας, για να σώσουμε κάποιους Αρίους;
και δή αφιερωμένους;
Με εκτίμηση
Φώτιος Μιχαήλ, Ιατρός»
Εφημερ. «Ορθόδοξος Τύπος», αριθ. 1700/3.8.2007.