Μιὰ ἄνευ προηγουμένου ἔξαρση τῶν διαστροφικῶν παθῶν τοῦ ἀνθρώπου ζοῦμε στὶς ἡμέρες μας. Ἔξαρση παγκόσμια, διαδιδόμενη μὲ ρυθμοὺς γεωμετρικῆς προόδου στοὺς πληθυσμοὺς τῆς γῆς. Τὰ αἴσχιστα πάθη τῆς ἀτιμίας σὰν τσουνάμι, ὀχετὸς ἀκράτητος τείνουν νὰ πλημμυρίσουν ὅλο τὸν κόσμο, καλύπτοντας τὰ πάντα μὲ τὴ βορβορώδη ὕλη τους. Ὡς «βδέλυγμα ἐρημώσεως» ἁπλώνονται ἀκόμη καὶ σὲ χώρους ἱερούς. Σὰν μιὰ ἀκατάσχετη πυρκαγιὰ νὰ κατατρώγει ὅ,τι βρίσκει μπροστά της καὶ νὰ ἀφήνει πίσω της στάχτες καὶ ἀποκαΐδια καὶ βρωμεροὺς καπνούς.
Οἱ κυβερνήσεις τῶν κρατῶν, ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη, νομοθετοῦν τὴν αἴσχιστη ἀτιμία, τὴν ἔσχατη διάβρωση, τὸν πλήρη ἐκφυλισμό, μὲ σκοπό, ὅπως τὸ δηλώνουν, νὰ ὁδηγήσουν τὶς κοινωνίες στὴν πλήρη ἀπελευθέρωση. Συνάμα ἡ ὑψηλὴ διανόηση στὰ διάφορα πνευματικὰ ἱδρύματα, ἀκαδημίες, ἰνστιτοῦτα, κολλέγια, πανεπιστήμια, ὄχι σπάνια συνευδοκεῖ στὰ αἴσχη αὐτὰ μὲ ἐμβριθεῖς δῆθεν μελέτες καὶ ἐπιστημονικὲς γνωματεύσεις. Αἰσχρὲς «παρελάσεις ὑπερηφανείας» κατακλύζουν τὶς πόλεις, ἐνῶ ἀντίθετα κάθε φωνὴ ὑγιοῦς ἀντιδράσεως συμπνίγεται ἄμεσα μὲ τὴ βοήθεια καὶ τῆς σχετικῆς νομοθεσίας, μὲ παράλληλη ὄχι μόνο τὴ φυσικὴ ἐξουδετέρωση ὅποιου τόλμησε νὰ ἐκφέρει κάποια ἀντίρρηση, ἀλλὰ καὶ τὴν ἠθική, μὲ τὴν περιβολὴ ὑβριστικῶν χαρακτηρισμῶν καὶ δημοσίου ὀνείδους.
Ὁ ἄνθρωπος μεταλλάσσει τὴ φυσική του χρήση σὲ παρὰ φύσιν. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ τείνει νὰ καταργήσει καὶ αὐτὴ τὴ φύση του μὲ ἐπιλογὲς ἀντίθετες πρὸς αὐτήν. Ποιὸς ποτὲ ἦταν δυνατὸν καὶ μόνο νὰ σκεφθεῖ ὅτι σὲ ἕνα τόσο ἀνεπτυγμένο πνευματικὰ καὶ πολιτιστικὰ ἔθνος, σὲ μία τέτοια Ὀρθόδοξη χώρα, σ’ αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν Ἑλλάδα, μὲ ἀπαράμιλλα τὰ ἤθη καὶ τὴν ἱστορία της, θὰ ἦταν ποτὲ δυνατὸν νὰ νομοθετηθεῖ ἡ ὁμοφυλοφιλία, καὶ ἀκόμα περισσότερο νὰ προωθεῖται ἡ ἀλλαγὴ τοῦ φύλου μὲ μία ἁπλὴ δήλωση; Πλέον δὲν μιλοῦμε γιὰ διαστροφή (μόνο), ἀλλὰ γιὰ ἔσχατη παραφροσύνη. Πῶς ἀλλιῶς νὰ τὰ χαρακτηρίσει κανεὶς αὐτά;
Ὅμως, ὅσο καὶ ἂν φαίνονται ἐκτρωματικὰ τὰ ὅσα ζοῦμε στὶς ἡμέρες μας, ἀποτελοῦν αὐτὰ τὴ φυσικὴ ἔκβαση μιᾶς καταστάσεως ποὺ ἐδῶ καὶ χρόνια ζοῦμε καὶ ἴσως δὲν τὸ ἔχουμε σαφῶς ἀντιληφθεῖ ὅτι αὐτὴ εἶναι ἡ ρίζα καὶ ἡ αἰτία ὅλων αὐτῶν τῶν αἰσχρῶν ἀποτελεσμάτων. Ὁ αἰώνιος λόγος τοῦ Θεοῦ τὸ δηλώνει σαφῶς.
Στὸ πρῶτο κεφάλαιο τῆς πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολῆς ὁ θεῖος Παῦλος ἀναφέρει αὐτὲς τὶς καταστάσεις, ποὺ ἴσχυαν κυρίως στὸν ἀρχαῖο κόσμο. Περιγράφει τὴν ἔσχατη ἠθικὴ κατάπτωση τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων ποὺ δὲν θέλησαν νὰ γνωρίσουν τὸν ἀληθινὸ Θεό – παρὰ τὶς παρακινήσεις ποὺ εἶχαν ἀπὸ τὴ φυσικὴ ἀποκάλυψη, τὰ θαυμάσια δηλαδὴ τῆς Δημιουργίας – ἀλλ’ ἔμειναν στὴ θεληματική τους τύφλωση καὶ τὸν σκοτισμὸ τοῦ νοῦ. «Φάσκοντες εἶναι σοφοὶ ἐμωράνθησαν», σημειώνει. Ἐνῶ ἰσχυρίζονταν ὅτι εἶναι σοφοί, ἀποδείχθηκαν μωροὶ καὶ ἀνόητοι. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Θεός, συνεχίζει, πῆρε ἀπὸ πάνω τους τὴ Χάρι Του καὶ τοὺς ἄφησε νὰ παραδοθοῦν μὲ τὶς αἰσχρὲς ἐπιθυμίες τῶν καρδιῶν τους σὲ ἀκαθαρσία, ὥστε νὰ ἀτιμάζονται τὰ σώματά τους ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ἴδιους. Καὶ οἱ γυναῖκες ἀπὸ τὴ μιά, ἄλλαξαν τὴ φυσικὴ σχέση καὶ χρήση τοῦ σώματός τους μὲ τὴν ἀφύσικη, καὶ ἐξευτελίζονταν μὲ ἀκατονόμαστες ἀσέλγειες. Τὸ ἴδιο καὶ οἱ ἄνδρες, ἄφησαν τὴ φυσικὴ σχέση μὲ τὴ γυναίκα καὶ φλογίστηκαν ἀπὸ φωτιὰ ἀκράτητης ἐπιθυμίας μεταξύ τους, προβαίνοντας σὲ πράξεις αἴσχους ἄρρενες μὲ ἄρρενες... Γι’ αὐτὸ ὁ Θεὸς τελικὰ τοὺς ἐγκατέλειψε καὶ ἀπέκτησαν νοῦ «ἀδόκιμο», ἀνίκανο νὰ διακρίνει τὸ ὀρθὸ καὶ ἀληθινό. Καὶ συμβαίνει, ὄχι μόνο αὐτοὶ νὰ τὰ κάνουν αὐτά, «ἀλλὰ καὶ συνευδοκοῦσι τοῖς πράσσουσι», ἐπιδοκιμάζουν, ἐπιβραβεύουν καὶ ὅσους κάνουν τὰ ἴδια (βλ. Ρωμ. α΄ 21-32).
Ποιὰ λοιπὸν ἡ αἰτία ὅλων αὐτῶν;
Τὸ γεγονὸς ὅτι «ἤλλαξαν τὴν δόξαν τοῦ ἀφθάρτου Θεοῦ ἐν ὁμοιώματι εἰκόνος φθαρτοῦ ἀνθρώπου... καὶ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα» (Ρωμ. α΄ 23, 25). Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία: ὅτι ἀντάλλαξαν τὸ ἔνδοξο μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τὴ φθορά, μὲ τὴν εἰκόνα (τὰ ἀγάλματα τότε) τοῦ φθαρτοῦ ἀνθρώπου, καὶ λάτρευσαν τὴν ὑλικὴ κτίση, τὴν ὕλη, ἀντὶ γιὰ Ἐκεῖνον ποὺ τὴ δημιούργησε.
Ἐδῶ βρίσκεται ἡ ρίζα ὅλης αὐτῆς τῆς παθογένειας. Καὶ τότε. Καὶ τώρα.
Καὶ τώρα!
Ποτὲ ἄλλοτε στὴ μεταχριστιανικὴ ἐποχὴ δὲν ἔχουμε ζήσει μιὰ τέτοιου εἴδους εἰδωλολατρία ὅσο μὲ τὴ σημερινὴ λατρεία τῆς εἰκόνος τοῦ ἀνθρώπου. Τοῦ φθαρτοῦ ἀνθρώπου! Ὅλος ὁ κόσμος πλέον εἶναι προσανατολισμένος, δοσμένος ὁλοκληρωτικὰ στὴ λατρεία τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος. Ὅλη ἡ βιομηχανία, ἡ ἐπιστήμη, τὰ Μέσα, ὅλη ἡ κατεύθυνση τῆς κοινῆς γνώμης βρίσκεται ἀπαρεγκλίτως ἐκεῖ: στὴ λατρεία τοῦ σώματος, στὴ δυναστεία τῆς σωματικῆς εἰκόνας.
Καὶ μάλιστα τῆς γυναικός... Ἂς μὴν ἐπεκταθοῦμε. Πάντως ἡ λέξη «θεός» – καὶ μάλιστα στὸ θηλυκὸ γένος – ἀκούγεται ὅλο καὶ περισσότερο στὶς ἡμέρες μας ἀποδιδόμενη σὲ φθαρτοὺς ἀνθρώπους... Εἶναι ἄραγε τυχαῖο καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι μὲ τὴ δυνατότητα ποὺ δίνει ὁ νόμος περὶ ἀλλαγῆς φύλου, ἡ συντριπτικὴ πλειονότητα ἐκείνων ποὺ ἐπιθυμοῦν τὴν ἀλλαγὴ εἶναι ἄνδρες; Ἂς σκεφθοῦμε λίγο...
Ἂς σκεφθοῦμε, γιὰ νὰ καταλάβουμε ποῦ ὁδήγησε καὶ ποῦ ἀκόμα θὰ ὁδηγήσει αὐτὴ ἡ σύγχρονη θεοποίηση, ἀποθέωση τοῦ σώματος. Καὶ ἂς θελήσουμε νὰ ἀλλάξουμε τρόπο σκέψεως. Ψεῦδος εἶναι, καὶ τὸ ψεῦδος δὲν μπορεῖ παρὰ νὰ ὁδηγήσει στὴ φθορά, τὴ σήψη, τὸν θάνατο.
Καὶ νὰ μετανοήσουμε...
Πηγή: (Περιοδικό "Ὁ Σωτήρ", τεῦχος 2159, 15 Ἰουλίου 2017), Ὁ Σωτήρ