Ὁ Νόμος τοῦ Θεοῦ δέν καταδικάζει μονάχα τήν πορνεία και τή μοιχεία ἀλλά καί τήν ὁμοφυλοφιλία. Στήν Παλαιά Διαθήκη διαβάζουμε: «Καί μετά ἄρσενος οὐ κοιμηθήση κοίτην γυναικείαν, βδέλυγμα γάρ ἐστι» (Λευιτ. ΙΗ΄ 22). Νά μή ἔχεις σαρκική σχέση μέ ἄντρα, σάν να εἶναι γυναίκα, γιατί αὐτή ἡ πράξη εἶναι μισητή καί σιχαμερή.
Ἀλλά καί ὁ Ἀπ. Παῦλος στην Καινή Διαθήκη, γράφοντας για τήν ἠθική παρακμή τοῦ τότε εἰδωλολατρικοῦ κόσμου —και μάλιστα τῶν Ρωμαίων—ἀναφέρει καί αὐτά: «Διά τοῦτο παρέδωκεν αὐτούς ὁ Θεός εἰς πάθη ἀτιμίας· αἵ τε γάρ θήλειαι αὐτῶν μετήλλαξαν τήν φυσικήν χρῆσιν εἰς τήν παρά φύσιν, ὁμοίως δέ καί οἱ ἄρσενες ἀφέντες τήν φυσικήν χρῆσιν τῆς θηλείας ἐξεκαύθησαν ἐν τῇ ὀρέξει αὐτῶν εἰς ἀλλήλους, ἄρσενες ἐν ἄρσεσι τήν ἀσχημοσύνην κατεργαζόμενοι...» (Ρωμ. Α΄ 26–27). Λόγω τῆς εἰδωλολατρίας τους, ἐπέτρεψε ὁ Θεός νά παραδοθοῦν σε ἀτιμωτικά πάθη. Καί οἱ μέν γυναῖκες ἄλλαξαν τή φυσική σχέση καί χρήση, στήν παρά φύση μέ ἀκατονόμαστες πράξεις, οἱ δέ ἀρσενικοί (οἱ ἄντρες), ἀφήνοντας τή φυσική χρήση τῆς γυναίκας, κάηκαν ἀπ’ τή σαρκική φλόγα, κάνοντας μεταξύ τους πράξεις ἄσχημες καί ἄτιμες.
Εἶναι ἔκδηλη ἡ ἀποστροφή τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου καί ἡ αἴσθηση τῆς ἀποκρουστικότητας στήν πράξη τῆς ὁμοφυλοφιλίας, εἴτε ἀνδρική εἴτε γυναικεία. Κι ἡ πράξη αὐτή, λέγει, δέν εἶναι «φυσική», ἀλλά «παρά φύσιν». Εἶναι ἀφύσικη καί ἀντίθετη με τούς βιολογικούς καί ἠθικούς νόμους. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ὁ μέγας τῆς οἰκουμένης διδάσκαλος καί Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀναπτύσσει τό θέμα αὐτό σε εἰδική ὁμιλία του (τήν Ε´ ἑρμηνευτική στήν πρός Ρωμαίους ἐπιστολή τοῦ Παύλου). Ἀνάμεσα στ’ ἄλλα, λέγει καί τά ἑξῆς: «Πᾶν γάρ τό ὑπερβαῖνον τους παρά Θεοῦ τιθέντας νόμους, τῶν ἀλλοκότων ἐπιθυμεῖ, και οὐχί τῶν νενομισμένων. Κάθε τι, πού ξεπερνᾶ τούς νόμους, πού ἔχει ὁρίσει ὁ Θεός, ἐπιθυμεῖ πράγματα ἀλλόκοτα καί ὄχι νόμιμα. «Πάντα μέν ἄτιμα τά πάθη, μάλιστα δέ ἡ κατά τῶν ἀρρένων μανία». Ὅλα τά πάθη εἶναι ἀτιμωτικά, προπάντων ὅμως, ἡ μανία γιά τούς ἄντρες. Οἱ ὁμοφυλόφιλοι, παρατηρεῖ, «καί την φύσιν ἤσχυναν, καί τούς νόμους ἐπάτησαν... Αὕτη ἡ μῖξις, και παράνομος καί παρά φύσιν». Τούς θεωρεῖ «δακρύων ἀξίους εἶναι πολλῶν». Εἶναι, δηλαδή, ἀξιολύπητοι. Ἐπειδή τά κρούσματα καί στήν ἐποχή του δεν ἦσαν λίγα —ὑπῆρχαν ἀκόμα πολλοί εἰδωλολάτρες—χρησιμοποιεῖ βαρύτερες ἐκφράσεις, για νά τούς κάνει νά συνέλθουν.
Καί τί λέει; «Τούτους ἐγώ, και ἀνδροφόνων χείρους εἶναι φημί». Τούς θεωρῶ χειρότερους και ἀπ’ τούς φονιάδες. Ἐάν, δηλαδή, οἱ κοινοί φονιάδες σκοτώνουν το σῶμα, αὐτοί σκοτώνουν ψυχές. Φοβερή ἐπίσης εἶναι ἡ ἀτίμωση καί ἡ προσβολή τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. «Καί γάρ βέλτιον ἀποθανεῖν, ἤ ζῆν ὑβριζόμενον οὕτως». Προτιμότερος ὁ θάνατος, παρά νά δαχτυλοδείχνεται σάν τέτοιος. «Οὐκ ἔστι ταύτης τῆς ὕβρεως ἀλογώτερόν τε και χαλεπώτερον». Ἀπό τούτη την ἠθική προσβολή, δέν εἶναι φοβερώτερο κακό. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί καταντοῦν «καί κυνῶν ἀναιδέστεροι». Ἔτσι, λέγει, καταστράφηκαν τά Σόδομα. «Τοιοῦτος ὁ Σοδόμων ἐμπρησμός καί ἡ πυρπόλησις ἐκείνη».
Στό σύγχρονο Σοδομικό κόσμο δέ ρίχνει «πῦρ καί θεῖον», γιατί αὐτοκαταστρέφεται και αὐτοκαίγεται ἀπό τό AIDS. Ὁ HIV (ἰός ἀνοσοανεπάρκειας), προσβάλλει ἑκατομμύρια ἀνθρώπους. Φοβερή πανδημία...
Πολύ ὕπουλο, παραπλανητικό, ἀντιφατικό καί ἀντιϊατρικό το σύνθημα «ναί στόν ἔρωτα, ὄχι στό ἔϊτζ»!… Ἕνα «σλόγκαν» πού συσκοτίζει τήν ἀλήθεια καί δολοφονεῖ τήν ἁγνότητα.
Μή μᾶς ἐκπλήσσουν τέτοια συνθήματα. Ζοῦμε σέ μιά ἐποχή, πού ἔχει τά σημάδια, ἤ ἂν θέλετε, τά «σημεῖα» τοῦ ἀντιχρίστου. Κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο: «το μυστήριον ἤδη ἐνεργεῖται τῆς ἀνομίας» (Β΄ Θεσ. Β΄ 7).
Ποιός μποροῦσε νά φανταστεῖ ὅτι τό Εὐρωπαϊκό Κοινοβούλιο μέ ψήφισμά του, θά ἀποφάσιζε καί θά καλοῦσε τίς χῶρες «να ἐπιτρέπουν στά ὁμοφυλοφιλικά ζευγάρια νά προχωροῦν στό «γάμο» καί νά υἱοθετοῦν παιδιά και νά δοθεῖ τέλος στό χαρακτηρισμό τῆς ὁμοφυλοφιλίας σάν κοινωνικῆς πληγῆς, καί νά μή θεωρεῖται προσβολή τῆς δημόσιας αἰδοῦς»;
Κι ἀπό τότε νομιμοποιεῖται ὁ ἐκφυλισμός καί ἡ διαστροφή. Το ἀφύσικο θεωρεῖται φυσικό καί ἡ διαστροφή σάν φυσιολογική κατάσταση. Ἐπίκαιρος πάντα ὁ λόγος τοῦ Προφήτη: «Οὐαί οἱ λέγοντες τό πονηρόν καλόν καί το καλόν πονηρόν, οἱ τιθέντες το φῶς σκότος καί τό σκότος φῶς, οἱ τιθέντες τό πικρόν γλυκύ και τό γλυκύ πικρόν» (Ἠσ. Ε΄ 20). Ἀλοίμονο σ’ ὅσους παραποιοῦν τήν ἀλήθεια καί παρουσιάζουν ἀντίθετα τά πράγματα. Κι αὐτοί δέν εἶναι ἄλλοι, παρά ἐκεῖνοι πού προτιμοῦν «τόν κτηνώδη και ἄλογον βίον», λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει: «Τό πίπτειν ἀνθρώπινον. Τό ἐμμένειν σατανικόν». Το νά πέσει καί ἁμαρτήσει κανείς, εἶναι ἀνθρώπινο. Τό νά ἐπιμένει ὅμως καί νά ἰσχυρίζεται ὅτι, εἶναι καί καλό, αὐτό πιά, εἶναι σατανικό.
Πρίν καταστρέψει ὁ Θεός τά Σόδομα καί Γόμορρα, οἱ δύο ἄγγελοι εἶπαν στόν Λώτ: «Σώζων σῶζε τήν σεαυτοῦ ψυχήν». Φύγε γιά νά σώσεις τή ζωή σου. Ἡ ἴδια φωνή τοῦ Θεοῦ ἀπευθύνεται και σέ μᾶς σήμερα. Πρόσεξε ἄνθρωπέ μου... Προστάτεψε παιδί μου, τήν ἁγνότητά σου. Μακριά ἀπό τούς ἀνθρώπους τῆς ἀσέλγειας καί τῆς διαφθορᾶς.
«Σώζων σῶζε τήν σεαυτοῦ ψυχήν».
Σημ.: Τό σημερινό ἄρθρο εἶναι παρμένο ἀπό τό βιβλίο «Ἁψίδες θριάμβου» (Ἁγνότητα), τοῦ ἴδιου συγγραφέα, λόγῳ ἐπικαιρότητας.