Φαντάζει ίσως εύτελές και άκαιρο το έρώτημα που διατυπώνεται στον τίτλο του άρθρου τούτου.
Όλοι γνωρίζουν ότι το βδελυρό άνοσιούργημα των κατοίκων των Σοδόμων, της Γομόρρας και των γύρω άπό αύτές πόλεων ήταν το διαστροφικό πάθος της ομοφυλοφιλίας. Πάθος τόσο βδελυκτό στα μάτια του Θεού, ώστε οι πόλεις αύτές να παραμένουν ύπόδειγμα αιώνιο της φρικτής άποδοκιμασίας του Θεού με τη βαριά τιμωρία που ύπέστησαν, άφανιζόμενες άπό προσώπου γης με θειάφι και φωτιά (βλ. Γεν. ιθ' 24-25).
Ωστόσο, μέσα στην Αγία Γραφή έχουμε μία άναφορά στο άμάρτημα των Σοδομιτών άπό το στόμα του ίδιου του Θεού, που μας συγκλονίζει άκόμα περισσότερο. Γύρω στο 600 π.Χ. ο Θεός μέσω του προφήτη 'Ιεζεκιήλ προειδοποιεί τους άμετανόητους 'Ιουδαίους για την τιμωρία που πρόκειται να έπέλθει κατά της Ιερουσαλήμ λόγω της τραγικής άποστασίας της άπό το νόμο Του και της γενικής διαφθοράς της. 'Ονομάζει ο παντοκράτωρ Κύριος τα Σόδομα άδελφή της Ιερουσαλημ, έξαιτίας της παρόμοιας διαφθοράς, και κατονομάζει το άμάρτημα της πόλεως των Σοδόμων, έξηγώντας παράλληλα γιατί την κατέστρεψε ο Ίδιος και ταυτόχρονα άπειλώντας την Ιερουσαλήμ ότι την 'ίδια τύχη θα έχει κι αύτή.
Αύτό που μας έκπλήσσει στα λόγια του Θεού είναι ότι το άμάρτημα των Σοδόμων δεν ονομάζεται άπό τον καρδιογνώστη Κύριο όπως έμείς το ξέρουμε, άλλά δια-φορετικά.
Διαβάζουμε: «Πλην τούτο το άνόμημα Σοδόμων της άδελφής σου». πο ήταν το άμάρτημα των Σοδόμων, της πόλεως αύτής που άποδείχθηκε άδελφή σου. Ποιό;
«Ύπερηφανία» (Ιεζ. ις' 49)!
Η ύπερηφάνεια, η καύχηση, το θράσος, η άλαζονεία! Και έξηγεί ο άγιος Θεός: «Εμεγαλαύχουν και έποίησαν άνομήματα ένώπιον έμού» (στιχ. 50). Ήταν αλαζόνες, λέγει, και καυχώνταν, κόμπαζαν γι΄ αύτά που έκαναν, και τις αμαρτίες τους δεν τις έκαναν κρυφά, άλλά φανερό, μπροστά μου, στο φως της ήμέρας, με αύθάδεια και άναισχυντία, χωρίς συστολή και φόβο. «Την αμαρτίαν... ούχί λάθρα έπαισχυνόμενοι πεποιήκασιν, αλλ' οιονεί έπαγαλλόμενοι τι έργασία των πονηρών άνήγγειλαν πάσι και ένεφάνισαν», σχολιάζει σε άνάλογο άγιογραφικό χωρίο (Ησ. γ' 9) και ο Μ. Βασίλειος. Την άμαρτία τη διέπρατταν όχι κρυφά και με ντροπη, άλλά τη διέδιδαν παντού και τη διαφήμιζαν, σαν να άγάλλονταν με τα βρωμικα έργα που έκαναν.
Γι' αύτό κι 'Εγώ, συνεχίζει στο λόγο Του ο δικαιοκρίτης Κύριος, τους άφάνισα άπό προσώπου γης, έτσι που τους είδα να φερονται. «Και έξήρα αύτάς καθώς είδον» (στιχ. 50).
Συγκλονιστικός ο θεικός λόγος: «Τούτο το άνόμημα Σοδόμων»: όχι αύτό που θα περιμέναμε να άκούσουμε, άλλά «ύπερηφανία».
Έχει βάθος η θεική έτυμηγορία. Παρουσιάζει τη ρίζα και αίτία της έκφυλιστικής, διαστροφικής άμαρτίας των Σοδομιτών, που δεν ήταν άλλη άπό την άλαζονεία, την αύθάδεια, τον κομπασμό, την ύβρι ένώπιον του Θεού. Δεν ήταν μόνο ότι άμάρταναν, άλλά και καυχώνταν για την άμαρτία τους. Αύτό ήταν το έξοργιστικό στα μάτια του Θεού. Και γι' αύτό τους έξήλειψε.
Γιατί τα γράφουμε αύτά;...
Φρίκη! Φρίκη, καθώς παρατηρεί κανείς την ταυτότητα στις διαθέσεις των Σοδομιτών με τους νεοσοδομίτες. Λες κι έχουν γραφεί τα λόγια αύτά του 600 π.Χ. για όσα σήμερα λαμβάνουν χώρα σε όλο τον κόσμο, και στην πατρίδα μας.
«Gay pride»! Παρέλαση ομοφυλοφίλων σε πρωτεύουσα και συμπρωτεύουσα, με κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα και διαφήμισή τους: «Pride»! Καύχηση! 'Υπερηφάνεια!
Είναι να μη φρικιά κανείς διαπιστώνοντας την ομοιότητα; «Και έξήρα αύτάς καθως είδον». Γι΄ αύτό τους κατέστρεψα, δηλώνει ο Θεός...
Όσοι σ' αύτόν έδώ τον τόπο θέλουμε άκόμα να στεκόμαστε έπάνω στο φόβο του Θεού- όσοι άγωνιούμε να μην καταντήσει η πατρίδα μας «εις βάθος κακών», ώστε να «καταφρονεί», να μην ύπολογίζει τιποτε (Παρ. ιη' 3)• όσοι δεν άντέχουμε να βλέπουμε την πατρίδα μας να μεταβάλ-λεται σε Σόδομα και Γόμορρα..., ας έννοήσουμε το βάθος των θείων λόγων. 'Ας λεπτύνουμε τα πνευματικά μας αισθητήρια, για να μπορέσουμε να διαπιστώσουμε το εύρος της «ύπερηφανίας», δηλαδή της προκλητικής και αύθάδους άναισχυντίας που έχει κατακλύσει τον κόσμο μας, την έποχή μας, τους δρόμους των πόλεών μας, τις άφίσες και γιγαντοοθόνες του ύλόφρονος πολιτισμού μας, το «στυλ» της ζωής μας, τις ίδιες τις καρδιές μας, γι' αύτό και τις αισθητικές έπιλογές και προτιμήσεις μας- όλο αύτό το κλίμα, την άτμόσφαιρα μέσα στην όποια κινούμαστε και η όποια εύνοεί την έμφάνιση διαρκώς νεων παρόμοιων έκτρωμάτων...
Ας καταλάβουμε τη σοβαρότητα των περιστάσεων, το χείλος τοϋ γκρεμού στο όποιο βρισκόμαστε, κι ας φορέσουμε έπάνω μας «σάκκο και σποδό». Να πέσουμε στα γόνατα, να ύψώσουμε τα χέρια, να κλαύσουμε ένώπιον του Θεού παραδεχόμενοι ότι «ήμάρτομεν, ήνομήσαμεν, ήδικήσαμεν» ένώπιον Του (πρβλ. Δαν. γ', Προσ. 5) κι ότι μετανοούμε- έπιστρέφουμε άπό τον μάταιο όγκο, την κενοδοξία, τη ματαιοδοξία μας, τον τύφο και την άλαζονεία μας, στον άγνότατο φόβο Του. Αύτόν τον φόβο, τον φόβο του Θεού, το δέος, την εύλάβεια, τη συναίσθηση της άπανταχού παρουσίας Του ας καλλιεργήσουμε στους εαυτούς μας και στα παιδιά μας.
Άλλος δρόμος δεν ύπάρχει. Η προειδοποίηση του νόμου του Θεού είναι σαφής: Την ύβρι την άκολουθεί η συντριβή, και «Κύριος ύπερηφάνοις άντιτάσσεται» (Παρ. ις' 18, γ' 34).