Ἡ σύγχρονη βιοϊατρικὴ δημιουργεῖ καινοφανεῖς «συζυγικὲς» σχέσεις καὶ οἰκογενειακὲς καταστάσεις. Πάντοτε τὰ παιδιὰ ἦταν καρποὶ ἐρωτικῆς σχέσεως. Σήμερα ἡ σχέση αὐτὴ μπορεῖ νὰ ἀντικατασταθεῖ μὲ ψυχρὴ ἐργαστηριακή διαδικασία, ποὺ χαρακτηρίζεται συνήθως, ὡς «ἰατρικῶς ὑποβοηθούμενη ἀναπαραγωγή».
Ἡ διαδικασία ὅμως αὐτή, πού ἀκολουθεῖ διάφορες μεθόδους, (ἀπὸ τὴν ὁμόλογη ἐνδοσωματικὴ ὥς τὴν ἑτερόλογη ἐξωσωματική ἢ τήν υἱοθεσία κατεψυγμένων ἐμβρύων) δέν εἶναι συνήθως κάποια ὑποβοήθηση τῆς ἀναπαραγωγῆς, ἀλλὰ καί παρέμβαση στὴν φύση. Γι᾿ αὐτὸ ἀντὶ νὰ ὀνομάζεται «ὑποβοηθούμενη ἀναπαραγωγή», θὰ ἔπρεπε νὰ χαρακτηρίζεται ὡς «παρεμβατικὴ ἀναπαραγωγὴ» ἢ ἀκριβέστερα ὡς «παρεμβατικὴ τεκνοποίηση», γιὰ νὰ διακρίνεται ἀπὸ κάθε ἄλλη παραγωγικὴ διαδικασία. Ὁ χαρακτηρισμὸς τῆς τεκνοποιήσεως ὡς ὑποβοηθούμενης ἤ ὡς παρεμβατικῆς δέν εἶναι τυπικό, ἀλλὰ οὐσιαστικὸ ζήτημα, γιατί προδιαγράφει τόν χαρακτῆρα τῶν συνεπειῶν της. Ἡ ὑποβοήθηση πραγματοποιεῖται μέσα στό φυσικὸ πλαίσιο, ἐνῷ ἡ παρέμβαση μπορεῖ νὰ βγαίνει καί ἔξω ἀπὸ αὐτό. Βγαίνοντας ὅμως ἔξω ἀπὸ τὸ φυσικὸ πλαίσιο διολισθαίνει εὔκολα σὲ ἀφύσικες ἢ παρὰ φύση καταστάσεις ἢ καὶ σὲ διευκόλυνση τέτοιων καταστάσεων. Ἐξ ἄλλου, μὲ τὶς νέες μορφὲς μητρότητας ἔπαυσε νὰ ἰσχύει τὸ ἀξίωμα ὅτι ἡ μητέρα εἶναι πάντοτε βεβαία.
Ἀκόμα καὶ κάποιες περιπτώσεις, ποὺ ἀναφέρονται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ ἐκλαμβάνονται ἀπὸ μερικοὺς ὡς σχετικὲς μὲ τὴν παρένθετη μητρότητα, ὅπως τῆς γυναικός τοῦ Ἀβραὰμ Σάρρας, ἡ ὁποία ἦταν στείρα καὶ συνέστησε στὸν σύζυγό της νὰ συνευρεθεῖ μὲ τὴ δούλη της Ἄγαρ γιὰ νὰ τεκνοποιήσει , ἢ τῆς ἐπίσης στείρας γυναίκας τοῦ Ἰακὼβ Ραχήλ, ἡ ὁποία ζήτησε ἀπὸ τὸν σύζυγό της νὰ συνευρεθεῖ μὲ τὴ δούλη της Βάλλα, γιὰ νὰ γεννήσει στὰ γόνατά της καὶ νὰ ἀποκτήσει μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο παιδί , δὲν ἔθιξαν καθόλου τὴν βεβαιότητα τῆς μητρότητας.
Μὲ τὰ σύγχρονα ὅμως δεδομένα τὸ ἀξίωμα ὅτι ἡ μητέρα εἶναι βεβαία, μετατρέπεται σὲ θεώρημα ποὺ χρειάζεται ἀπόδειξη. Ἡ παρένθετη μητρότητα ἐμφανίζεται σὲ περιπτώσεις κατὰ τὶς ὁποῖες ἡ γυναῖκα πού ἐπιθυμεῖ νὰ γίνει μητέρα ἀδυνατεῖ λόγῳ στειρότητας ἢ ἄλλης αἰτίας. Οἱ περιπτώσεις αὐτὲς διαφέρουν μεταξύ τους, γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ μορφὲς ποὺ προσλαμβάνει ἡ παρένθετη μητρότητα εἶναι διαφορετικές. Στὴ συνέχεια ἀναφέρουμε τὶς ἀκολουθούμενες πρακτικὲς. Δημιουργεῖται ἔμβρυο μὲ ἐξωσωματικὴ γονιμοποίηση γενετικοῦ ὑλικοῦ τῶν συζύγων, ἐμφυτεύεται αὐτό στή μήτρα τῆς παρένθετης μητέρας καὶ ὅταν τὸ παιδὶ γεννηθεῖ, παραδίδεται στοὺς συζύγους, ποὺ τὸ ἀνατρέφουν πλέον ὡς γονεῖς. Ἀκριβέστερα, ἡ παρένθετη αὐτὴ μητέρα ὀνομάζεται φέρουσα μητέρα. Ἐκτός, ὅμως ἀπὸ τὴν ὁμόλογη αὐτὴ γονιμοποίηση, κατὰ τὴν ὁποία τὸ ἔμβρυο προέρχεται ἀπὸ τοὺς συζύγους, ἡ ἐξωσωματικὴ γονιμοποίηση παρέχει τὴ δυνατότητα καὶ γιὰ ἑτερόλογη γονιμοποίηση, κατὰ τὴν ὁποία τὸ γενετικὸ ὑλικὸ τοῦ συζύγου χρησιμοποιεῖται γιὰ τὴν γονιμοποίηση ὠαρίου ξένης γυναίκας, προκείμενου νὰ ἐμφυτευτεῖ τὸ ἔμβρυο στὴν παρένθετη μητέρα. Τέλος, μπορεῖ νὰ ἐμφυτευτεῖ στὴν παρένθετη μητέρα καὶ ἔμβρυο ποὺ δημιουργήθηκε ἐξωσωματικὰ ἀπὸ ξένο σπέρμα καὶ ξένο ὠάριο.
Στὶς τελευταῖες αὐτές περιπτώσεις ἡ μητέρα αὐτὴ χαρακτηρίζεται συνηθέστερα ὡς ὑποκατάστατη μητέρα. Ὑπάρχει τέλος, καὶ ἡ περίπτωση τῆς γεννήσεως παιδιοῦ μὲ γαμέτες ποὺ ἀγοράζονται χωρὶς νὰ ἔχουν σχέση μὲ κανέναν ἀπὸ τοὺς συζύγους ποὺ ἀναλαμβάνουν νὰ τὸ ἀναθρέψουν. Μὲ τὴν παρεμβατικὴ τεκνοποίηση καὶ τὴν παρένθετη μητρότητα ἕνα παιδὶ μπορεῖ νὰ ἔχει ἕως ἕξι γονεῖς μὲ ἐπιμέρους γονικοὺς ρόλους. Μπορεῖ νὰ ἔχει τὴν βιολογική του μητέρα ποὺ πρόσφερε τὸ ὠάριο γιὰ τὴν γέννησή του, τὴν μητέρα ποὺ ἀνέλαβε νὰ τὸ κυοφορήσει, ὅπως καὶ τὴν κοινωνική του μητέρα ποὺ ἀνέλαβε τὴν ἀνατροφὴ καὶ τὴν ἀγωγή του. Ταυτόχρονα, μπορεῖ νὰ ἔχει τὸν βιολογικό του πατέρα ποὺ ἔδωσε τὸ σπέρμα γιὰ τὴ γέννησή του, τὸν κοινωνικό του πατέρα ποὺ ἀνέλαβε τὴν ἀνατροφὴ καὶ τὴν ἀγωγή του, ἀλλὰ κατὰ κάποιον τρόπο καὶ τὸν γιατρὸ ποὺ ἔπαιξε ἀποφασιστικὸ ρόλο στὴν ἐπιλογὴ καὶ τὴ γέννησή του.
Ὅλες αὐτὲς οἱ παραλλαγὲς δημιουργοῦν, ὅπως εἶναι φυσικό, ἀμέτρητα προβλήματα, ὅπως ἀκόμα καὶ σοβαρὲς αἰτίες διαταράξεως τῆς οἰκογενειακῆς, ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα τῆς κοινωνικῆς συνοχῆς. Φυσικὸ δικαίωμα ἀλλὰ καὶ ψυχολογικὴ ἀνάγκη κάθε παιδιοῦ εἶναι νὰ ἔχει τήν μητέρα του, ποὺ τὸ συλλαμβάνει, τὸ κυοφορεῖ, τὸ γεννᾶ καὶ τό ἀνατρέφει. Μὲ τὴν παρένθετη μητρότητα ἕνα ἤ περισσότερα ἀπὸ τὰ στοιχεῖα αὐτὰ προσβάλλονται καὶ τὸ παιδὶ ἀδικεῖται. Ἐπιπλέον, τὸ παιδί δέν ἔρχεται στόν κόσμο μέ φυσιολογικὸ τρόπο, ἀλλὰ μὲ κάποια ἐργαστηριακὴ διαδικασία. Δέν γεννιέται ὡς καρπὸς ἀγαπητικῆς σχέσεως, ἀλλά ὡς προϊὸν μηχανικῆς διαδικασίας. Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν παρέμβλητη μὴ φυσιολογική διαδικασία, πού ἔχει οὐδέτερο χαρακτῆρα, ὑπάρχουν καὶ οἱ φυσιολογικὲς διαδικασίες, ὅπως εἶναι ἡ κυοφορία καὶ ἡ γέννηση, ποὺ καλλιεργοῦν ἄμεσο προσωπικὸ δεσμὸ μεταξὺ τοῦ παιδιοῦ καὶ τῆς παρένθετης μητέρας. Ὅλα ὅμως αὐτὰ μποροῦν εὔκολα καὶ εὔλογα νὰ καταστοῦν πυρῆνες σοβαρῶν ψυχολογικῶν, ἠθικῶν, κοινωνικῶν, ὅπως καὶ νομικῶν προβλημάτων. Πῶς μπορεῖ κάποια γυναῖκα, ποὺ κυοφόρησε κάποιο παιδὶ ὡς «φέρουσα» ἢ ὡς «ὑποκατάστατη» μητέρα, νὰ ἀντιμετωπίσει τὸ γεγονὸς αὐτὸ ὡς μία «ὑπηρεσιακὴ» διαδικασία, ἀπὸ τὴν ὁποία κάποια στιγμὴ ἀποσυνδέεται; Καὶ πῶς μπορεῖ τὸ γεγονὸς αὐτὸ νὰ διατηρεῖ τὴν ἱερότητά του, ὅταν συμβαίνει νὰ πραγματοποιεῖται ὡς ἀμειβόμενη ἐργασία; Τί μπορεῖ νὰ συμβεῖ, ὅταν ἡ παρένθετη μητέρα συνδεθεῖ τόσο μὲ τὸ παιδὶ πού κυοφόρησε, ὥστε νὰ μὴ θέλει νὰ τὸ παραδώσει στοὺς φυσικοὺς ἢ τοὺς κοινωνικοὺς γονεῖς του; Καὶ τί μπορεῖ νὰ συμβεῖ, ὅταν οἱ ὑποψήφιοι γιὰ νὰ τὸ παραλάβουν γονεῖς, ἀρνηθοῦν νὰ τὸ δεχτοῦν ἐξαιτίας κάποιας ἀσθένειας ἢ δυσπλασίας τοῦ βρέφους; Ἀλλὰ καὶ πῶς θὰ αἰσθάνεται τὸ παιδί, ἂν κάποτε πληροφορηθεῖ τὴν γονικὴ πολυμορφία, πού θὰ βρίσκεται ἀποτυπωμένη στὴν ψυχοσωματική του ὀντότητα;
Δὲν εἶναι βέβαια δυνατὸ νὰ ἀναφερθοῦν, καί πολὺ περισσότερο νὰ ἀναλυθοῦν τὰ πολλὰ καὶ σοβαρὰ προβλήματα ποὺ δημιουργοῦνται μὲ τὴν παρένθετη μητρότητα σὲ διάφορα ἐπίπεδα. Τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ κανεὶς μὲ βεβαιότητα νὰ πεῖ, εἶναι ὅτι πρόκειται γιὰ πολὺ σοβαρὸ καὶ ἐπικίνδυνο ἐγχείρημα, ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἀντιμετωπίζεται μὲ προχειρότητα καὶ ἐπιπολαιότητα.
1. Γιά περισσότερα βλ. Λ. Κουτσελίνη, Βασικές ἀρχές βιοηθικῆς, ἰατρικῆς δεοντολογίας καί ἰατρικῆς εὐθύνης, Ἀθήνα 1999, σ. 226 κ.ἑ. Γ.Μαντζαρίδη, Χριστιανική Ἠθική, τόμ. 2, Θεσσαλονίκη 2009, σ. 579 κ.ἑ. 2. Βλ. Γεν. 16.1 κ.ἑ. 3. Βλ. Γεν. 30, 3-5. 4. Γιά περισσότερα βλ. Ἰσμήνης Κριάρη-Κα τράνη, βιοϊατρικές ἐξελίξεις καί Συνταγματικό Δίκαιο, Ἀθήνα 1994. σ. 114 κ.ἑ. Μιλτιάδη Βάντσου, ἡ ἱερότητα τῆς ζωῆς, Θεσσαλονί κη 2003, σ. 270.
Πηγή: Ενωμένη Ρωμηοσύνη