
Ο Αύγουστος, για τους Έλληνες, είναι ο ευλογημένος μήνας της Παναγίας .
1 – 13 Αυγούστου, τελείται η Ακολουθία του «Παρακλητικού Κανόνα στην Υπεραγία Θεοτόκο» ή όπως απλά συνηθίζουμε να λέμε η «Παράκληση».
15, 23 και 31 Αυγούστου, είναι γιορτές αφιερωμένες στη μνήμη Της.
Την αποκαλούμε Θεοτόκο, αλλά της έχουμε δώσει και πολυάριθμα Θεοτοκονύμια - προσωνύμια .
Σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, είτε νησιωτική είτε ηπειρωτική, εκτός από τους φερώνυμους Ιερούς Ναούς και Ιερές Μονές, απαντώνται εφευρετικά και παράξενα ονόματα της Παναγίας καθώς και εικόνες περίπυστοι.
Στον Έβρο…
Η Παναγία Κοσμοσωτήρα . Προστάτιδα της Θράκης.
Στον Ιερό Ναό Παναγίας Κοσμοσωτήρας στις Φέρες
Η Παναγία του Έβρου
Στην Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου Μάκρης
Η Παναγία Κρημνιώτισσα
Στο ομώνυμο εξωκκλήσι της Σαμοθράκης
Η Παναγία Καμαριώτισσα
Στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο λιμάνι της Καμαριώτισσας, Σαμοθράκης
Η Παναγία η Πορταΐτισσα
Στην Ιερά Μονή Κορνοφωλιάς Σουφλίου ( Μετόχιον της Ιεράς Μονής Ιβήρων Αγίου Όρους )
Η Παναγία της Απολλωνιάδας της Μικράς Ασίας
Στον Ιερό Ναό Αγίας Κυριακής Αλεξανδρουπόλεως
Η Παναγία Τριφώτισσα
Στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου Αλεξανδρούπολης
Η Παναγία Γαλακτοτροφούσα,
Η Παναγία Οδηγήτρια ή Ελεούσα και
Η Παναγία Κυκκώτισσα
Στο Εκκλησιαστικό Μουσείο Αλεξανδρούπολης
Η Παναγίατης Δαδιάς
Στην Ιερά Μονή Δαδιάς Σουφλίου
Η Παναγία Ελευθερώτρια
Στον Ιερό Ναό Παναγίας Ελευθερώτριας στο Διδυμότειχο
Η Παναγία Διδυμοτειχίτισσα στο Διδυμότειχο
… από τους Ουρανούς έρχεται πάλι κοντά μας.
Μαζί Της υπάρχει πάντα ένα φως και μια ελπίδα.
ΚΑΛΟ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟ
"Το Παράρτημα της Π.Ε.Θ. Τρικάλων, μετά από την συνάντηση της 10ης Ιουνίου 2012 στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου Β΄, και κατόπιν παρακλήσεως του να καταθέσουμε και εγγράφως τις θέσεις μας για τα Πιλοτικά Προγράμματα Σπουδών του μαθήματος των Θρησκευτικών, έχει να παραθέσει συνοπτικά τις παρακάτω γενικές απόψεις
Με τα νέα προγράμματα θρησκειολογική ύλη απὸτη Β’ Λυκείου μεταφέρεται στην Α’ Γυμνασίου αλλά και στο Δημοτικό αγνοώντας βασικές παιδαγωγικές αρχές, με συνέπεια την πνευματική ζημιά και γνωσιολογική σύγχυση των Ορθοδόξων μαθητών.
Ένα μάθημα θρησκευτικών που ο Ιησούς Χριστός, η Εκκλησία και η σωτηρία του ανθρώπου δεν αποτελούν τους «θεμελιώδεις άξονες» του, όπως σωστά έχει ειπωθεί «καθίσταται ἕνα οὐδέτερο, ἄχρωμο καὶἄγευστο μάθημα, τὸὁποῖο χάριν τῆς οὐδετερότητος θυσιάζει τὶς ἰδιαιτερότητες τῶν διαφόρων θρησκευτικῶν μορφωμάτων καὶχάριν τοῦπλουραλισμοῦσυρρικνώνει ἀφάνταστα (καὶἀνερυθρίαστα) τὸν πλοῦτο τῆς ὀρθοδόξου Παραδόσεως» . Στο όνομα δηλαδή της δήθεν πολυπολιτισμικότητας, το ΜτΘ χάνει τον ορθόδοξο προσανατολισμό του.
Με το συγκεκριμένο πολυθρησκειακό περιεχόμενο διδασκαλίας των νέων προγραμμάτων σπουδών πώς οι μαθητές θα καλλιεργήσουν την εθνική και θρησκευτική τους συνείδηση κατά το Σύνταγμα και τους νόμους;
Το Σύνταγμα αναφέρει ότι «η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους και έχει σκοπό την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης των Ελλήνων» (άρθρο 16, παρ. 2) ενώ και ο Νόμος 1566 «Για την οργάνωση και την λειτουργία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης», προβλέπει ότι αυτή θα πρέπει να στοχεύει «στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών», βοηθώντας τους «να διακατέχονται από πίστη στα γνήσια στοιχεία της ορθόδοξης χριστιανικής παράδοσης». (1566/85 άρθρ.1).
To Συμβούλιο της Επικρατείας, αναγνωρίζει με την υπ΄αριθμ. 3356/1995 απόφασή του, ότι η Πολιτεία υποχρεούται να διδάσκει στα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης το μάθημα των Θρησκευτικών κατά το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα για ικανό αριθμό ωρών. Ειδικότερα:
Α. Θεωροῦμε κατ᾽ἀρχήν ὅτι κάθε διδακτική καινοτομία, πού συμβάλλει στή βελτίωση τοῦμαθήματος, πρέπει νά γίνεται ἀποδεκτή καί νά καταβάλλεται προσπάθεια ὥστε νά ὑποστηρίζεται, μέ αὐτονόητη τή σχετική ἐπιμόρφωση τῶν διδασκόντων, καθώς καί τόν ἐπιτυχῆσχεδιασμό ἐφαρμογῆς, στά ὁποῖα ὑπάρχουν προβλήματα.
Β. Ἀπό παιδαγωγική θεώρηση παρουσιάζουν:
1) ἀναντιστοιχία τοῦπροσφερόμενου παιδευτικοῦὑλικοῦπρός τήν πνευματική ἡλικία και ὡριμότητα τῶν μαθητῶν - καί στό Δημοτικό - καί στό Γυμνάσιο
2) συσσώρευση θρησκειολογικοῦὑλικοῦ, πού εἶναι ἐν πολλοῖς ἑτερόκλητο καί μέ ἄγνωστο περιεχόμενο σέ παιδιά μικρῆς ἡλικίας, πού θά ἀπαιτεῖπλήθος ἀναλύσεων μέ ἀποτέλεσμα τή σύγχυση καί ἐν συνεχεία τήν ἀδιαφορία.
3) Διαμορφώνουν τό ΜτΘ σέ ἁπλῆγνώση καί τό ἀπογυμνώνουν ἀπό τήν μετάδοση τῆς πίστης σέ ἀξίες θρησκευτικῆς ζωῆς, ἐγκαταλείποντας ἔτσι τήν ὅποια προσπάθεια καλλιέργειας τῶν ἀξιῶν αὐτῶν στούς μαθητές. Παρά τό ὅτι ἡκαλλιέργεια ἀξιῶν εἶναι ἀπ᾽τούς πιό σημαντικούς στόχους καί τῶν παλαιοτέρων καί τῶν σύγχρονων παιδαγωγῶν.
Γ. Ἀπό ἄποψη οὐσίας τοῦπεριεχομένου τά νέα Π.Σ. : 1) Μεταβάλλουν τό χαρακτῆρα τοῦΜτΘ. ἀπό Ὀρθόδοξο Χριστιανικό θεολογικό (ὁμολογιακό τῆς πίστης μας) σέ θρησκειολογικό καί ἱστορικό-πολιτιστικό.
2) Τοποθετοῦν τήν ὀρθόδοξη χριστιανική διδασκαλία περί Θεοῦκαί ἀνθρώπου, δηλ. την ὀρθόδοξη πίστη καί παράδοση, στήν ἴδια βαθμίδα ἐκτιμήσεως καί ἀποδοχῆς μέ ὅλες τίς ἄλλες θρησκευτικές ἀντιλήψεις μέ ἀποτέλεσμα: α) νά ἀγνοεῖται ἡθεία ἀποκάλυψη ὡς πηγή τῆς ὀρθόδοξης πίστεως καί νά καλλιεργεῖται (χωρίς ρητῶς νά καθορίζεται) ἡἰδέα τῆς ἀνθρώπινης προέλευσης κάθε θρησκευτικῆς πίστεως καί διδασκαλίας ὅλων τῶν θρησκειῶν, δηλ. και τῆς ὀρθόδοξης Χριστιανικῆς.
3) ῾Οδηγεῖται ἔτσι τό ΜτΘ σέ καθαρά καί ἀπολύτως μάθημα γνώσεως (ἱστορικῆς, θρησκειολογικῆς, πολιτιστικῆς κτλ), καί δέν ἀποσπᾶται ἀπ᾽αὐτό μόνον ἡδιδασκαλία τῆς πίστεως (πού μπορεῖνά ὑποστηριχθεῖὅτι εἶναι ἔργο τῆς Ἐκκλησίας) ἀλλά καλλιεργεῖται σαφῶς και ἐντόνως, καί μάλιστα στά παιδιά πού στήν ἡλικία αὐτή διαμορφώνουν τήν προσωπικότητά τους, ἡἀδιαφορία γιά ὅποια θρησκευτική πίστη καί προσπάθεια γιά ἀγῶνες ἠθικῆς καί πνευματικῆς ζωῆς.
4) Παρουσιάζουν πράγματι σέ μεγαλύτερη ἔκταση στοιχεῖα τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παραδόσεως ἀπ᾽ὅση τά τῶν ἄλλων θρησκειῶν. Τοῦτο εἶναι λογικά καί πρακτικά τό μόνο δυνατό. Ἡποσοτική αὐτή ὅμως παρουσία δέν καλύπτει κατά κανένα τρόπο τήν ἀξιολογική ἐξίσωσή τους, ἡὁποία εἶναι ἔκδηλη σ᾽ὅλες τίς βαθμίδες (ἤτάξεις τῶν Σχολείων). Σημειώνουμε μάλιστα ὅτι καταβάλλεται ἰδιαίτερη προσπάθεια γι᾽αὐτή τήν ἐξίσωση.
5) Ἔχουν ἀφαιρεθεῖἀπό τούς σκοπούς καί στόχους καί ἀπό τά θέματα ὅλων τῶν θεματικῶν ἑνοτήτων κεφαλαιώδεις ὀρθόδοξες θρησκευτικές διδασκαλίες, μέ ἀποτέλεσμα τή διαγραφή ἀπό τή συνείδηση τῶν μαθητῶν ὄχι μόνο τῆς πίστης, ἀλλά καί τῆς γνώσης πολύ σημαντικῶν στοιχείων τῆς ὀρθόδοξης διδασκαλίας καί ζωῆς.
6) ‘Η μέθοδος τῆς διαθρησκειακῆς διδασκαλίας ὁρισμένων θεμάτων καταλήγει στή δημιουργία σύγχυσης γιά τό τί ἀκριβῶς διδάσκει καί πιστεύει ἡκάθε θρησκεία, ὅπως γίνεται π.χ. μέ τήν ἔννοια τοῦ“ ἁγίου ἀνθρώπου”, ὅπου ἕνας καθαρά χριστιανικός θεολογικός ὅρος ἀποδίδεται ὄχι μόνο σέ μή χριστιανούς, ἀλλά καί σέ μυθικά πρόσωπα.
7) Μέ τά νέα αὐτά Π.Σ. τό ΜτΘ φαίνεται νά ἀρνεῖται (καί πράγματι ἀρνεῖται) τό καθῆκον πού ἔχει νά διδάσκει στά νέα παιδιά τή θρησκευτική πίστη τῶν πατέρων τους. Καθῆκον πού ὁρίζεται καί διακηρύσσεται καί ἀπό τήν Εὐρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων τοῦἈνθρώπου (Σύμβαση τῆς Ρώμης τοῦ1950) καί ἀπό ἀποφάσεις τοῦΕὐρωπαϊκοῦΔικαστηρίου Ἀνθρωπίνων Δικαιωμάτων καί ἀπό τό ‘Ελληνικό Νομικό Πλαίσιο (Σύνταγμα, Νόμοι, Νομολογία ΣτΕ).
Δ. ᾽Αντίθετα πρός τά παραπάνω, μέ τά νέα Π.Σ. τό ΜτΘ φαίνεται νά ἐναρμονίζεται πρός τις ὑποδείξεις τῆς ἐπιτιθέμενης ἀθεϊας. Η ΠΕΘ μέ σημαντικό ἀριθμό ἐργασιῶν, πού ὑπάρχουν στό Διαδίκτυο, λεπτομερῶς ἀναλύει, δείχνει καί ὑπογραμμίζει πάρα πολλά εἰδικά σημεῖα τῶν νέων Π.Σ. μέ τά ὁποῖα, ὅπως ἀποδεικνύεται καθημερινά, θεωροῦμε ὅτι δέν συμφωνεῖὁσύγχρονος Ἕλληνας.
Ε. Γιά ὅλα τά παραπάνω εἴμαστε ἀντίθετοι πρός τά νεά Π.Σ. τά ἤδη “πιλοτικῶς” ἐφαρμοζόμενα. Τό κύριο θέμα εἶναι ἡμεταβολή τοῦχαρακτῆρα τοῦμαθήματος, ὄχι ἡδομή τῶν θεματικῶν ἐνοτήτων τους, καί ἡὅποια διδακτική μέθοδος. Σημαντική ὅμως εἶναι καί ἡἀντίθεσή μας πρός τή δομή τοῦπεριεχομένου τῶν κατά σχολική τάξη θρησκευτικῶν διδασκαλιῶν.
Γι᾽αὐτό καί ζητοῦμε τήν ἀπ᾽ἀρχῆς πλήρη καί οὐσιαστική ἀναμόρφωσή τους, στήν ὁποία θά πρέπει νά ληφθοῦν ὑπόψη ὅλα τά παραπάνω".
Πηγή: http://www.romfea.gr/
Η μεγάλη γιορτή της Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας δίνει την αφορμή να θυμηθούμε τα λόγια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: «Ου πιστεύεις ότι εγώ εν τω πατρί και ο πατήρ εν εμοί εστι; τα ρήματα α εγώ λαλώ υμίν, απ’ εμαυτού ου λαλώ. ο δε πατήρ ο εν εμοί μένων αυτός ποιεί τα έργα. Πιστεύετέ μοι ότι εγώ εν τω πατρί και ο πατήρ εν εμοί. ει δε μη, διά τα έργα αυτά πιστεύετέ μοι» (Ιωάν. 14, 10-11).
Μεγάλα και αμέτρητα ήταν τα θαύματα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: με ένα μόνο λόγο του ανέστησε την κόρη του Ιαείρου, του αρχισυναγώγου, τον γιο της χήρας της Ναΐν, ακόμα και τον Λάζαρο, ο οποίος ήταν στον τάφο τέσσερεις ολόκληρες ημέρες.
Με ένα λόγο του μόνο επιτίμησε τους ανέμους και τα κύματα της λίμνης Γεννησαρέτ και έγινε απόλυτη γαλήνη. Με πέντε ψωμιά και δύο ψάρια χόρτασε πέντε χιλιάδες ανθρώπους, χωρίς γυναίκες και παιδιά, και με τέσσερα ψωμιά τέσσερεις χιλιάδες.
Ας θυμηθούμε πως κάθε μέρα θεράπευε τους ασθενείς, γιατρεύοντας κάθε είδους ασθένεια, έδιωχνε τα πονηρά πνεύματα από τους δαιμονιζομένους. Πως ξαναέδινε την όραση στους τυφλούς και την ακοή στους κουφούς με ένα μόνο άγγιγμά του. Δεν φτάνουν αυτά;
Όλα αυτά όμως δεν ήταν αρκετά για τους ανθρώπους οι οποίοι τον ζήλευαν, για τους ανθρώπους για τους οποίους ο μέγας προφήτης Ησαΐας είπε:
«Ακοή ακούσετε και ου συνήτε, και βλέποντες βλέψετε και ου μη ίδητε. επαχύνθη γαρ η καρδία του λαού τούτου, και τοις ωσί βαρέως ήκουσαν, και τους οφθαλμούς αυτών εκάμμυσαν, μήποτε ίδωσι τοις οφθαλμοίς και τοις ωσίν ακούσωσι και τη καρδία συνώσι και επιστρέψωσι, και ιάσομαι αυτούς» (Ματθ. 13, 14-15).
Σε όλα αυτά, τα οποία όμως δεν ήταν αρκετά για τους βαρήκοους ανθρώπους και με τα συσκοτισμένα μάτια, πρόσθεσε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός το μέγα θαύμα της Μεταμορφώσεώς Του στο όρος Θαβώρ. Σ’ αυτόν, που έλαμψε με ένα εκθαμβωτικό θείο φως, εμφανίστηκαν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, ο Μωυσής και ο Ηλίας και προσκύνησαν τον δημιουργό του νόμου. Με φόβο και τρόμο έβλεπαν το θαυμαστό αυτό θέαμα οι εκλεκτοί απόστολοι Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης. Και μετά από τη νεφέλη, που τους σκέπασε, ακούστηκε η φωνή του Θεού:
«Ούτος εστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα. αυτού ακούετε» (Ματθ. 17, 5).
Οι άγιοι απόστολοι κήρυξαν σ’ όλο τον κόσμο, ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι «αληθώς, του Πατρός το απαύγασμα».
Ο κόσμος ολόκληρος, όταν το άκουσε, θα έπρεπε να γονατίσει μπροστά στον Κύριο Ιησού Χριστό και να προσκυνήσει τον Αληθινό Υιό του Θεού.
Θα έπρεπε η εμφάνιση στο Θαβώρ των δύο πιο μεγάλων προφητών της Παλαιάς Διαθήκης και η προσκύνηση του Κυρίου Ιησού Χριστού κατά την μεταμόρφωσή του, να κλείσει για πάντα τα βδελυρά χείλη των γραμματέων και των φαρισαίων, οι οποίοι μισούσαν τον Κύριο Ιησού και τον θεωρούσαν παραβάτη του νόμου του Μωυσή. Αλλά και μέχρι σήμερα δεν πιστεύουν οι Εβραίοι ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας.
Όχι μόνο οι Εβραίοι δεν τον πιστεύουν, αλλά και για πολλούς χριστιανούς όλο και περισσότερο θαμπώνει το θείο φως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ακόμα μικρότερο γίνεται το μικρό ποίμνιο του Χριστού για το οποίο το θείο φως του Χριστού λάμπει με την ίδια δύναμη με την οποίαν έλαμψε στους αποστόλους Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη τότε στο όρος Θαβώρ.
Όμως να μην απελπιζόμαστε, επειδή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε:
«Μη φοβού το μικρόν ποίμνιον. ότι ευδόκησεν ο πατήρ υμών δούναι υμίν την βασιλείαν» (Λκ. 12, 32).
Η απιστία μεταξύ των λαών έλαβε ανησυχητικές διαστάσεις και το φως του Χριστού επισκιάστηκε από το σκοτεινό νέφος της αθεΐας. Σήμερα πιο συχνά από ποτέ ενθυμούμαστε το φοβερό λόγο του Χριστού:
«Πλην ο Υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;» (Λκ. 18, 8).
Να μην απελπιζόμαστε όμως, επειδή Εκείνος, λέγοντας για τα σημεία της δευτέρας παρουσίας του, είπε:
«Αρχομένων δε τούτων γίνεσθαι ανακύψατε και επάρατε τας κεφάλας υμών, διότι εγγίζει η απολύτρωσις υμών» (Λκ. 21, 28).
Να είναι, λοιπόν, η ζωή σας τέτοια ώστε την φοβερή ημέρα της Κρίσεως να μπορέσουμε να σηκώσουμε το κεφάλι μας και όχι να το σκύψουμε βαθειά απελπισμένοι. Αμήν.
1956
Απολυτίκιον.
Μετεμορφώθης εν τω Όρει, Χριστέ ο Θεός, δείξας τοις Μαθηταίς σου την δόξαν σου, καθώς ηδύναντο. Λάμψον και ημίν τοις αμαρτωλοίς, το φως σου το αΐδιον, πρεσβείαις της Θεοτόκου. Φωτοδότα, δόξα σοι.
«Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (1884-1980)»
Τεύχος 2. ΜΑΪΟΣ- ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2001. Θεσ/νίκη
Έκδοσις: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»

Ένα πολύ ύποπτο πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της αυστριακής λαϊκής εφημερίδας Heute, υποστηρίζει ότι η... Ικαρία επιθυμεί την «απόσχισή» της από την Ελλάδα και την «προσάρτησή» της στην Αυστρία με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 100 χρόνων ελευθέρωσης της νήσου από τον οθωμανικό ζυγό.
Το δημοσίευμα έρχεται σε συνέχεια άλλων ανάλογων δημοσιευμάτων για την Κρήτη και βέβαια μόνο τυχία δεν είναι τέτοιου είδους δημοσιεύματα αφού "Ο λύκος στην αναμποπούλα χαίρεται". Όταν βλέπουν κυβερνήσεις-οσφυοκάμπτες και πολιτικούς να έχουν απωλέσει κάθε ίχνος εθνικής αξιοπρέπειας, τότε λειτουργούν όπως οι καρχαρίες όταν οσμίζονται το αίμα...
Το δημοσίευμα, που αναπαρήχθη και από άλλα αυστριακά ΜΜΕ, επικαλείται προηγούμενο δημοσίευμα της ιταλικής εφημερίδας Libero, η οποία αναφέρεται στα 100 χρόνια της «συμφωνίας της 17ης Ιουλίου 1912» η οποία «λήγει» και οι κάτοικοι της Ικαρίας επιθυμούν την απόσχισή τους από την Ελλάδα όπως "έχουν δικαίωμα" και την ένωσή τους με την ... Αυστρία.
H ελληνική πρεσβεία στην Bιέννη κατόπιν συνεννόησης με το υπουργείο Εξωτερικών, εξέδωσε οργισμένη ανακοίνωση, σύμφωνα στην οποία:
«Η Ικαρία είναι αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής επικράτειας και δεν υπάρχει καμία λήγουσα συμφωνία ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και στο νησί. Στις 17 Ιουλίου 2012 γιορτάζεται η 100η επέτειος της επανάστασης, με την οποία το νησί του Ανατολικού Αιγαίου, η Ικαρία, απέκτησε την ανεξαρτησία της από το οθωμανικό κράτος. Με τη Συνθήκη της Λοζάνης του 1923, επιβεβαιώνεται στο άρθρο 12 ότι τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, μεταξύ των οποίων και η Ικαρία, ανήκουν στην Ελλάδα».
Είναι γεγονός ότι η περίπτωση της Ικαρίας έχει πολλά κοινά με της Κρήτης και δεν αποτέλεσε μέρος του εθνικού εδάφους μετά από απελευθέρωσή του από τον Στρατό ή το Ναυτικό, όπως έγινε με τα υπόλοιπα νησιά του Α.Αιγαίου.
Το 1827 η Ικαρία αποσπάστηκε από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά αναγκάστηκε να αποδεχτεί την τουρκική διοίκηση κάποια χρόνια μετά και παρέμεινε κομμάτι της έως τις 17 Ιουλίου 1912 όταν οι κάτοικοι εξεδίωξαν μια μικρή τουρκική φρουρά κατά τη διάρκεια της Ικαριακής Επανάστασης πριν ακόμα ξεσπάσει ο Α'Βαλκανικός Πόλεμος. Πρακτικά ήταν η τελευταία ελληνική επανάσταση κατά τουρκικής διοίκησης.
Την 17η Ιουλίου του 1912 οι επαναστάτες εξεδίωξαν τις μικρές τουρκικές φρουρές, με αρχηγό τον Γιατρό Μαλαχία και πεσόντα ήρωα τον Γεώργιο Σπανό, του οποίου το μνημείο βρίσκεται έξω από το χωριό Χρυσόστομος και το άγαλμα του στον Εύδηλο.
Το θέμα είναι ότι δεν συνενώθηκε με την Ελλάδα αμέσως μετά για άγνωστους λόγους.
Επί 5 μήνες παρέμεινε ανεξάρτητο κράτος, με τις δικές της ένοπλες δυνάμεις, σφραγίδες και ... εθνικό ύμνο και το όνομα του κράτους ήταν "Ελευθέρα Πολιτεία Ικαρίας".
Κατά την διάρκεια αυτών των πέντε μηνών ανεξαρτησίας τέθηκε ζήτημα από κάποιους κατοίκους να γίνουν τμήμα της Ιταλικής Αυτοκρατορίας στο Αιγαίο η οποία ήδη είχε και τα Δωδεκάνησα, αλλά τελικά με απόφαση της Εθνοσυνέλευσης της Ικαρίας λήφθηκε η απόφαση ένωσης με την Ελλάδα. Πιθανόν να είχαν υπογραφεί και κάποια χαρτιά με την Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία, αντίπαλο της Ιταλίας στην περιοχή, αλλά φυσικά όλα αυτά έληξαν με την ένωση με την μητέρα Ελλάδα.
ΓΙα την ιστορία ας δούμε και τον εθνικό ύμνο του "Ελεύθερης Πολιτείας της Ικαρίας".
ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΑΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΙΚΑΡΙΑΣ
Από το δώμα του Πλάστη σταλμένη / η Θεά η γλυκιά, κατεβαίνει / με ρομφαία στο ένα της χέρι / και στο άλλο αναμμένο δαδί, / τη χαρά και το φώς για να φέρει / στο μικρό αλλά ανδρείο νησί. /
Και τα σίδερα σκίζει, σκορπάει / καίει τα ράκη, μακριά τα πετάει / που από χρόνια το είχαν ζωσμένο / το νησάκι τ' ωραίο σφικτά, / γιατί ήταν το μαύρο δεμένο / στην πικρή του βαρβάρου σκλαβιά. /
Και κινώντας το κάτασπρο χέρι / με το πύρινο πού 'χε μαχαίρι / με ολόχρυσα γράφει ψηφία / στου μαρμάρου την πλάκα βαθειά: / "Είσαι αθάνατη, ναι, ΙΚΑΡΙΑ / και στεφάνια σου πρέπουν πολλά"
(Ποίηση Φραγκίσκος Καρρέρ, Μελοποιήση: Κωνσταντίνος Ψάχος)
Η πρώτη σημαία της ελευθέρας πολιτείας Ικαρίας ήταν μπλε με έναν λευκό σταυρό στη μέση (αυτή της α'σελίδας}
Το ερώτημα είναι ποιοι έψαξαν και τι βρήκαν σε ότι αφορά την "υποσχετική" απόσχισης της Ικαρίας στα 100 χρόνια από την απελευθέρωσή της και κυρίως γιατί τέθηκε τώρα το ζήτημα. Πάντως η αντίδραση του υπουργείου Εξωτερικών μέσω της πρεσβείας στην Βιέννη, δείχνει ότι κάτι φοβάται η ελληνική πλευρά...

Εισαγωγικά
Οι μνημονιακές δεσμεύσεις της χώρας μπορεί να καταργηθούν χωρίς σημαντικά νομικά προβλήματα. (Εξυπακούεται ότι υφίστανται, προφανώς, πολύπλοκες πολιτικές και οικονομικές διαστάσεις του θέματος, για τις οποίες μερικές σκέψεις αναπτύσσονται στο τέλος του άρθρου.) Η επιχειρηματολογία που ακολουθεί συνοψίζεται στις εξής δύο κεντρικές θέσεις:
α) Τα μνημόνια καθ’ εαυτά δεν αποτελούν διεθνείς συμβάσεις, συνεπώς από αυτά δεν απορρέουν διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας, ούτε οι σχετικοί νόμοι που τα εφαρμόζουν έχουν τυπική ισχύ ανώτερη από το νόμο.
β) Δεδομένου ότι οι δανειακές συμβάσεις, που αποτελούν διεθνή συνθήκη, δεν έχουν κυρωθεί σύμφωνα με τη συνταγματική διαδικασία, οι σχετικές υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτές δεν έχουν υπερνομοθετική ισχύ, ως κανόνες διεθνούς δικαίου.
Συνεπώς, όλοι οι μνημονιακοί νόμοι μπορεί να καταργηθούν με μεταγενέστερο νόμο, με απλή πλειοψηφία, χωρίς να απαιτείται προηγούμενη καταγγελία οποιασδήποτε σύμβασης.
1 Τα μνημόνια αποτελούν πολιτικό πρόγραμμα και όχι διεθνείς κανόνες δικαίου
Στο ερώτημα για τη νομική φύση του μνημονίου η απάντηση που δόθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας στην πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας 668/2012 είναι ορθή και συνοψίζεται στο ότι τα μνημόνια αποτελούν πολιτικό πρόγραμμα και όχι διεθνή σύμβαση.
(Αντιθέτως, κατά τη γνώμη μου, είναι εσφαλμένη η κρίση του Δικαστηρίου περί συνταγματικότητας των ρυθμίσεων του μνημονίου που παραβιάζουν βασικά θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα).
Και τούτο γιατί τα ελάχιστα αναγκαία εννοιολογικά στοιχεία της διεθνούς συνθήκης, κατά το Σύνταγμα και το διεθνές δίκαιο είναι
α) να περιέχει αυτή κανόνες δικαίου και όχι απλώς προγραμματικές διατάξεις και
β) τα υποκείμενα του διεθνούς δικαίου τα οποία συμβάλλονται να στοχεύουν να προσδώσουν διεθνή νομική δεσμευτικότητα στους εν λόγω κανόνες.
Και τα δύο αυτά στοιχεία ελλείπουν από τα μνημόνια. Αυτά χαρακτηρίζονται από τον ίδιο το νόμο ως «σχέδιο προγράμματος», ενώ τα ίδια προσδιορίζουν τις προβλέψεις τους ως «σχέδιο δράσης».
Εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα, μένει να απαντηθεί το ερώτημα εάν τα μνημόνια αποτελούν απλώς πολιτικό πρόγραμμα ή συνιστούν παράλληλα διεθνή υποχρέωση της χώρας, που απορρέει από άλλο κανόνα δικαίου.
Δεδομένου ότι οι πολιτικές υποχρεώσεις ανελήφθησαν έναντι του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το ερώτημα θα πρέπει να απαντηθεί ξεχωριστά ως προς τον καθένα από τους διεθνείς αυτούς οργανισμούς.
2 Μνημόνια και ΔΝΤ
Για τη χρηματοδότηση από το ΔΝΤ δεν συνάφθηκε σύμβαση, ούτε απαιτείται, σύμφωνα με τις σχετικές συνθήκες ένταξης της χώρας μας σε αυτό. Το ΔΝΤ διαμορφώνει τα «Προγράμματα Διαρθρωτικής Προσαρμογής» κατόπιν σχετικής «επιστολής πρόσκλησης» του ενδιαφερόμενου κράτους (letter of intent) που εγκρίνεται στη συνέχεια με απόφαση του Εκτελεστικού του Συμβουλίου.
Με αυτόν τον τρόπο το ΔΝΤ εμφανίζεται να μην αναμιγνύεται στις εσωτερικές υποθέσεις των κρατών, δεδομένου ότι απλώς ανταποκρίνεται στην πρόσκληση της «επιστολής προθέσεων».
(Η οποία, βεβαίως, είναι σχεδόν πανομοιότυπη σε όλες τις περιπτώσεις, εφόσον ουσιαστικά υπαγορεύεται από το ίδιο, στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης συνταγής της «Συναίνεσης της Ουάσιγκτον»
Συνεπώς, τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο «letter of intent» συνιστούν απλώς προτεινόμενες πολιτικές ενός κυβερνητικού προγράμματος, η εγκατάλειψη των οποίων δεν συνιστά αθέτηση διεθνούς συμβατικής υποχρέωσης, αν και έχει –προφανώς- ως συνέπεια την διακοπή της περαιτέρω χρηματοδότησης από το ΔΝΤ.
3 Μνημόνιο και Δανειακές συμβάσεις
Και οι δύο Δανειακές Συμβάσεις (του πρώτου και του δεύτερου μνημονίου) έπρεπε να κυρωθούν από τη Βουλή, σύμφωνα με το άρθρο 36 παρ. 2 του Συντάγματος, δεδομένου ότι δεν αποτελούν απλή σύμβαση κρατικού δανείου από αυτές που, κατά πάγια πρακτική, δεν κυρώνονται με τυπικό νόμο.
Και τούτο διότι αφορούν σε φορολογία, οικονομική συνεργασία και επιβαρύνουν ατομικά τους Έλληνες, εφόσον ρητά παραπέμπουν στους όρους του μνημονίου, ως προϋπόθεση εκτέλεσής τους. Επομένως, εάν είχαν κυρωθεί σύμφωνα με το Σύνταγμα, θα θέσπιζαν διεθνείς υποχρεώσεις σε βάρος της χώρας, με τυπική ισχύ ανώτερη από το νόμο, σε αντίθεση με τον μη δεσμευτικό χαρακτήρα των μνημονίων.
Ανεξαρτήτως του ζητήματος της ανάγκης ύπαρξης αυξημένης ή όχι πλειοψηφίας για την κύρωση τους, καμιά από τις δύο δεν κυρώθηκε σύμφωνα με το Σύνταγμα. Η πρώτη κατατέθηκε προς κύρωση, αλλά μετά το σχετικό νομοσχέδιο αποσύρθηκε, η δεύτερη ψηφίστηκε δύο φορές ως σχέδιο[1], δεν ήρθε όμως ποτέ για κύρωση στη Βουλή μετά την υπογραφή της, όπως θα έπρεπε.
4. Μνημόνια και Ευρωπαϊκό Δίκαιο
Υποστηρίζεται η υποχρέωση του Ελληνικού Κράτους να υλοποιήσει τα μνημονικά μέτρα απορρέει από την Απόφαση 2010/320/ΕΕ του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την οποία προσδιορίσθηκαν τα δημοσιονομικά και οικονομικά μέτρα, που υποχρεούται να λάβει το ελληνικό κράτος για να περιορίσει το υπερβολικό έλλειμμα. Ούτε όμως από την Απόφαση αυτή απορρέουν διεθνείς δεσμεύσεις για τη χώρα μας, διότι περιέχει ρυθμίσεις σε τομείς που η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει ούτε καν συντρέχουσα αρμοδιότητα, όπως η φορολογία, οι συντάξεις και οι μισθοί.
Ως γνωστό, η Ένωση ασκεί μόνον δοτές και περιορισμένες αρμοδιότητες, εκείνες δηλαδή που της έχουν παραχωρήσει τα κράτη με τις Συνθήκες.
Συνεπώς, δεν υπάρχουν νομικά προβλήματα για μία νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα ήθελε να τερματίσει την καταστροφική εξάρτηση της χώρας από τις άδικες και αντιαναπτυξιακές δεσμεύσεις που της επιβλήθηκαν. Όλοι οι νόμοι του μνημονίου μπορεί να καταργηθούν με απλή πλειοψηφία.
Είναι, βέβαια, αλήθεια ότι σε μία τέτοια περίπτωση οι δανειστές μας μπορεί να καταγγείλουν από την δική τους μεριά την δανειακή σύμβαση, επικαλούμενοι ως λόγο καταγγελίας την κατάργηση των μνημονιακών νόμων.
Τούτο δεν θα σημαίνει την έξοδο της χώρας από το Ευρώ, που είναι νομικά αδύνατη, δεδομένου ότι δεν υπάρχει παρόμοια πρόβλεψη στις Συνθήκες.
Θα συνεπάγεται, όμως, την διακοπή της χρηματοδότησης, πράγμα που δεν θα είναι χωρίς συνέπειες για τη χώρα, ενόψει του πρωτογενούς ελλείμματος που ακόμη αντιμετωπίζει.
Καθόλου δεν είναι βέβαιο, όμως, ότι οι δανειστές μας θα επιλέξουν τη ρήξη. Και αυτό γιατί τότε θα είναι ελεύθερος ο δρόμος για την ενεργοποίηση του βασικού όπλου που έχει η χώρα μας βάσει του διεθνούς δικαίου:
Να επικαλεστεί «κατάσταση ανάγκης» για να διακόψει την πληρωμή του χρέους. Σύμφωνα με το σχέδιο σύμβασης για την Ευθύνη των Κρατών από Παράνομες Πράξεις, που έγινε δεκτό από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 12 Δεκεμβρίου του 2001, τα κράτη μπορούν να επικαλεστούν κατάσταση ανάγκης ως λόγο μη συμμόρφωσης σε διεθνή τους υποχρέωση, εφόσον αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να εξασφαλισθεί ζωτικό τους συμφέρον έναντι άμεσου και επικείμενου κινδύνου.
Με άλλα λόγια, εάν ένα κράτος δεν μπορεί να εκπληρώσει ταυτόχρονα τις βασικές κοινωνικές του λειτουργίες και τις υποχρεώσεις του έναντι των δανειστών του, οφείλει να δώσει προτεραιότητα στις πρώτες.
Μάλιστα, ακόμη και το Διεθνές Κέντρο για την Διευθέτηση Επενδυτικών Διαφορών (International Centre for Settlement of Investment Disputes –ICSID-) το οποίο αποτελεί διαιτητικό/δικαιοδοτικό όργανο της Παγκόσμιας Τράπεζας, του δίδυμου δηλαδή οργανισμού του ΔΝΤ, σε αποφάσεις του σχετικές με τη στάση πληρωμής της Αργεντινής δέχθηκε την ύπαρξη παρόμοιου εθιμικού κανόνα του διεθνούς δικαίου.
Την αρχή αυτή επιβεβαίωσε πρόσφατα σε σχέση με το χρέος της Ρωσίας και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κρίνοντας ότι αποτελεί προστατευόμενο από τη σύμβαση σκοπό δημοσίου συμφέροντος η ικανοποίηση των βασικών κοινωνικών αναγκών έναντι των οικονομικών απαιτήσεων των δανειστών[2].
Καταλήγοντας: Αντίθετα με το κλίμα φόβου που προσπαθούν να καλλιεργήσουν τα φερέφωνα του κόμματος του μνημονίου, η υποταγή σε αυτό δεν αποτελεί μονόδρομο. Αντιθέτως, υπάρχουν πάντα διέξοδοι ελπίδας για μία άλλη πολιτική, εξόδου από την κρίση και την εξάρτηση.
[1] Αρχικά κατατέθηκε και ψηφίστηκε ως παράρτημα 13 του νόμου 4046/2012, με τη μορφή «Σχεδίου Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Ε.Τ.Χ.Σ.). της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Τράπεζας της Ελλάδος». Στη συνέχεια, την 14/3/2012, μία άλλη εκδοχή της, στην οποία έχει προστεθεί ως εγγυητής και το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (που έχει ως σκοπό την χρηματοδότηση της κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών τραπεζών) πήρε τη μορφή Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου ενώ την ίδια μέρα κατατέθηκε στη Βουλή και ο κυρωτικός της νόμος.
[2] Malysh v. Russia, σκέψη 80.
όπως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Επίκαιρα
ΠΗΓΗ: http://omadaneoneforiakon.blogspot.gr
[Εἰσήγησις Πρωτοπρ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνοῦ, Ὁμοτίμου Καθηγητοῦ Παν/μίου Ἀθηνῶν, στήν ΗΜΕΡΙΔΑ: "ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ: ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ή ΠΑΝΘΡΗΣΚΕΙΑΚΗ ΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ"; ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ 19-5-2012]
Ἡ πεῖρα τῶν δεκαετιῶν, πού κουβαλῶ στούς ὢμους μου, ἡ ἐπί 42 συναπτά ἒτη διακονία μου στόν χῶρο τῆς Παιδείας καί, κυρίως, ἡ κατά τήν τριετία τῆς κοσμητείας μου (2004-2007) συνεχής ἐπαφή καί -συνήθως- θηριομαχία μου μέ ὑπεύθυνα στελέχη τῆς διανόησης καί τῆς πολιτικῆς, μέ ἒχουν πείσει, ὃτι ὑπάρχει, κυρίως στούς χώρους αὐτούς, μόνιμη ἡ διάθεση νά διακοπεῖ κάθε σχέση τοῦ Λαοῦ μας μέ τήν παράδοση καί τήν ταυτότητά μας. Στὀ πλαίσιο αὐτῆς τῆς ἐπιδίωξης ἐντάσσεται καί ἡἒξωση τοῦ Μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν ἀπό τά Προγράμματα τῆς Ἐκπαίδευσής μας. Αὐτό δηλαδή, πού οἱ ἄλλοι Ὀρθόδοξοι ἀδελφοί μας, ἒζησαν στό Σοβιετικό καθεστώς τους, ἀπειλεῖ ἐμᾶς μέσα στήν Ἑνωμένη Εὐρώπη τοῦ ἐνθεΐζοντος Φραγκισμοῦ.
Εἰς πεῖσμα ὃμως ὃλων τῶν τεκταινομένων εἰς βάρος τοῦ Μ.τ.Θ., ἀκόμη καί ἀπό ἐπαγγελματίες Θεολόγους, θά τολμήσω νά μιλήσω γιά τήν ἐθνική σημασία τοῦμαθήματος, γνωρίζοντας ὃτι ἰσχύει καί γιά τόν ὁμιλοῦντα, ὁ σχετιζόμενος μέ παρόμοιες περιπτώσεις λόγος τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου: «Καί δόξω καταγέλαστος εἶναι τῶν τοιούτωνἐπιλαμβανόμενος». Ὃπως ὃμως ἐκεῖνος, θά συγχωρηθεῖ νά ἐπαναλάβω καί ἐγώ: «Ἀλλ᾿ ὃμως οὐ παύσομαι λέγων»...
1. Οἱ στρεφόμενοι κατά τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν ἰσχυρίζονται, ὃτι λειτουργεῖ ὡς «θρησκευτική κατήχηση βιωματικοῦ χαρακτήρα», «ἱκανοποιεῖ ἐν πρώτοις τήν στοχοθεσία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία μέσω ἑνός κρατικοῦ μηχανισμοῦ μεταδίδει τίς θρησκευτικές της πεποιθήσεις, ἀναζητώντας ἀκροατήριο» καί «κατά δεύτερονἱκανοποιεῖ τό κράτος, τό ὁποῖο χρησιμοποιεῖ τήν θρησκεία [... } γιά τόν κοινωνικό ἒλεγχο μέσῳ τῆς ἠθικοποίησης τῶν πολιτῶν του». Ποιά εἶναι ἡ λύση; ἐρωτοῦν. Καίἀπαντοῦν: «Κατάργηση τώρα»! (Ἀλ. Σακελλάριος, πανεπιστημιακός, «Ἐλευθεροτυπία», 8.1.2009). Πρόκειται γιά συνθηματολογία φυσικά, προσδιοριζόμενη ἀπό τό πνεῦμα καί τίς στοχοθεσίες τῆς εὐρωπαϊκῆς μετανεωτερικότητας καί τῆς σύμφυτης μέ αὐτήν Νέας Ἐποχῆς.
Εἶναι βέβαια γεγονός, ὃτι καί τό Μ.τ.Θ. ἀνήκει στόν ἐκπαιδευτικό προγραμματισμό τῆς Πολιτείας καί τῶν ἐπιδιώξεών της καί ὂχι στό ποιμαντικό ἒργο τῆς Ἐκκλησίας, σύμφωνα μέ τό πνεῦμα τῶν «διακριτῶν ρόλων» τους. Ποιό ὃμως ἦταν μέχρι πρόσφατα τό πνεῦμα τῆς Πολιτείας; Ὁ σκοπός τοῦ μαθήματος, ὃπως προσδιορίσθηκε μέ τόν Ν. 1566/1985 καί τίς ἀποφάσεις 3338/1995 καί 2176/1998 τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας εἶναι: «Ἡ φανέρωση τῶν ἀληθειῶν τοῦ Χριστοῦ γιά τόν Θεό, γιά τόν κόσμο καί γιά τόν ἂνθρωπο, ἡ μ ύ η σ η (σημ. Γ.Δ.Μ., αὐτό σημαίνει βιωματική συμμετοχή) τῶν μαθητῶν στίς σωτήριες ἀλήθειες τοῦ Χριστιανισμοῦ μέ τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ζωή... ἡ βίωση τῶν ἀληθειῶν τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς πίστεως στίς συγκεκριμένες περιστάσεις τῆς καθημερινῆς ζωῆς τοῦ μαθητῆ, γιά νά βελτιώνεται συνεχῶς «ἐν σοφίᾳ, ἡλικίᾳ καί χάριτι (Λουκ. 2, 52)», ὣστε νά καταξιωθεῖ «εἰς ἂνθρωπον τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. (πρβλ. Ἐφεσ. 4, 13)». Αὐτά φυσικά, γράφθηκαν καί ἰσχύουν γιά τούς ὀρθόδοξους Μαθητές, γιά τούς ὁποίους -καί κατά τό Ὑπουργεῖο- τό Μάθημα εἶναι «ὑποχρεωτικό».
Ἐξ ἂλλου, ἡ ἀναφορά στό παύλειο χωρίο τῆς πρός Ἐφεσίους, βεβαιώνει ὃτι τό μάθημα ἐντάχθηκε ἒμμεσα μέν, ἀλλά δραστικά, καί ἀπό τήν Πολιτεία, στό κλίμα τῆς ποιμαντικῆς προοπτικῆς τῆς ἐκκλησιαστικῆς κατήχησης, ἀναγνωριζόμενο tacite ὡς προέκταση τοῦ κατηχητικοῦ ἒργου τῆς Ἐκκλησίας στόν χῶρο τῆς ἐκπαίδευσης,μέ τίς προϋποθέσεις καί δυνατότητες τοῦ σχολείου.
Ἀλλά τό 2003 ἒγινε ἀναδιατύπωση τοῦ «σκοποῦ» τοῦ Μ.τ.Θ., καθοριζόμενο –καί πάλι- ἀπό τήν Πολιτεία (ΦΕΚ 303/13.3.2003). Διαβάζουμε λοιπόν: «Ἡδιδασκαλία τοῦ Μ.τ.Θ. συμβάλλει Στήν ἀπόκτηση γνώσεων γύρω ἀπό τή χριστιανική πίστη καί τήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική παράδοση. Στήν προβολή τῆςὀρθόδοξης πνευματικότητας ὡς ἀτομικοῦ καί συλλογικοῦ βιώματος. Στήν κατανόηση τῆς χριστιανικῆς πίστης, ὡς μέσου νοηματοδότησης τοῦ κόσμου καί τῆς ζωῆς. Στήν παροχή εὐκαιριῶν στούς μαθητές γιά θρησκευτικό προβληματισμό καί στοχασμό. Στήν κριτική ἐπεξεργασία τῶν θρησκευτικῶν παραδοχῶν, ἀξιῶν, στάσεων. Στήν διερεύνηση τοῦ ρόλου πού ἔπαιξε καί παίζει ὁ Χριστιανισμός στόν πολιτισμό καί τήν ἱστορία τῆς Ἑλλάδας καί τῆς Εὐρώπης. Στήν κατανόηση τῆς θρησκείας ὡς παράγοντα πού συντελεῖ στήν ἀνάπτυξη τοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Στήν ἐπίγνωση τῆς ὓπαρξης διαφορετικῶν ἐκφράσεων τῆς θρησκευτικότητας. Στήν ἀντιμετώπιση τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων καί τῶν μεγάλων συγχρόνων διλημμάτων. Στήν ἀνάπτυξη ἀνεξάρτητης σκέψης καί ἐλεύθερης ἒκφρασης. Στήν ἀξιολόγηση τοῦΧριστιανισμοῦ ὡς παράγοντα βελτίωσης τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων».
Ἐπικροτοῦμε ἐξ ἂλλου καί τά ὑπογραμμισμένα «βασικά κριτήρια» γιά τήν ἒκθεση τῆς διδακτικῆς ὓλης: Ἀπαιτούμενη στάση ἀπέναντι στούς ἀλλόπιστους, τούς ἑτερόδοξους, τίς προβληματικές ἰδεολογίες καί τά ἀντίστοιχα κινήματα: «Ἒγκυρη ἐνημέρωση, ἀνάλυση, ἑρμηνεία. Συμπαράθεση ἀπόψεων (ἀμερόληπτη καίἀντικειμενική). Σεβασμός τῶν ἐκπροσώπων τους. Ἀγωγή γιά μαρτυρία καί ὁμολογία ἢ διάλογο (ὃπου αὐτός εἶναι δυνατός), καθώς καί γιά ἂμυνα (ὃπου εἶναιἀναπόφευκτο). Ἀποφυγή προσβλητικῶν χαρακτηρισμῶν, ὑποτίμησης, περιφρόνησης, γελοιοποίησης, πολεμικῆς καί φανατικῆς ἀντίθεσης».
Σημασία, λοιπόν, ἒχει ὃτι ἡ Πολιτεία ἀποδέχεται μέ αὐτά καί συνιστᾶ τόν «ὁμολογιακό» χαρακτήρα τοῦ Μαθήματος, ἀκόμη δέ καί ὁ Συνήγορος τοῦ Πολίτη (Διαμεσολάβηση, ἀρ. 2141/2005 περί τῆς Ἐξομολογήσεως στά Σχολεῖα), πού παραδέχεται ὃτι βάσει τοῦ Συντάγματος «δέν ὑπάρχει λόγος νά εἶναι θρησκειολογικό, ἀλλά μπορεῖ κάλλιστα νά εἶναι ὁμολογιακό, ἀρκεῖ νά ἀφήνει περιθώρια γιά τήν ἐλεύθερη ἀνάπτυξη τῆς προσωπικότητας τῶν μαθητῶν».
2. Ἡ ἐκκλησιαστική, λοιπόν, «κατήχηση» ὡς προσφορά τῆς ὀρθόδοξης πίστης καί παράδοσης γιά τήν ἐμπέδωση τῶν Ὀρθοδόξων μαθητῶν σ᾿ αὐτήν, προϋποτίθεται καί στήν Ἐκπαίδευση. Αὐτό ὃμως ὀφείλει νά γίνεται μέ τήν ἀντικειμενικότητα καί κριτική μέθοδο τῆς ἐπιστήμης, ὡς προέκταση ὂχι τῆς ἐνοριακῆς κατήχησης,ἀλλά τῆς καλλιεργούμενης στά Πανεπιστήμια θεολογικῆς ἐπιστήμης. Τά πορίσματα τῆς ἀδέσμευτης ἀκαδημαϊκῆς ἒρευνας μεταφέρονται ἒτσι, στόν χῶρο τῆς πρωτοβάθμιας καί δευτεροβάθμιας ἐκπαίδευσης, μέ τήν ἐλευθερία καί νηφαλιότητα τοῦ ἐπιστημονικοῦ λόγου.
Τό Μάθημα προσφέρει τήν ἱστορική πορεία καί παρουσία τοῦ Χριστιανισμοῦ, καί εἰδικά τῆς Ὀρθοδοξίας, τήν λατρεία, τήν τέχνη καί τήν ζωή της. Ἡ προοπτική του εἶναι οἰκουμενική, ἀλλ᾿ ὂχι οἰκουμενιστική, στό πνεῦμα δηλαδή τῆς Νέας Ἐποχῆς καί τῆς Πανθρησκείας της. Τί σημαίνει οἰκουμενική; Αὐτονόητα τό Μάθημα θά παρουσιάσει, μέ τή μεγαλύτερη δυνατή ἀμεροληψία, τό ὀδυνηρό σχίσμα καί τήν διαφοροποίηση τοῦ δυτικοῦ Χριστιανισμοῦ ἀπό τή μία καί ἀδιαίρετη χριστιανικήἀρχαιότητα, τόν Παπισμό, καί ὃ,τι αὐτός σημαίνει, ὡς καί τήν προτεσταντική πολυδιάσπαση, χωρίς νά λείπει, φυσικά καί ἡ αὐτοκριτική γιά ὑπερβάσεις ἢ παραλείψειςἐκπροσώπων τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς. Ἡ ὑποστηριζόμενη καί ἀπό Ὀρθοδόξους ἐμμονή στά ἑνοῦντα (αὐτό συμβαίνει καί στόν οἰκουμενικό Διάλογο) εἶναι παραπλανητική, διότι παραθεωρεῖ τήν θλιβερή τραγικότητα τοῦ σχίσματος, ἡ ἂρση καί θεραπεία τοῦ ὁποίου εἶναι δυνατή, ὃταν συνειδητοποιηθοῦν τά χωρίζοντα πού, ἐξελικτικά, ἐπέφεραν τήν πνευματική καί πολιτιστική ἀλλοτρίωση μεγάλου μέρους τῆς Χριστιανοσύνης καί τήν δημιουργία τῆς σημερινῆς Εὐρώπης. Ἡ ἐφαρμογή τῆς μεθόδου τῆς ἀποσιώπησης τῆς διαφορᾶς, ὃπως ἐνσαρκώθηκε στό διαβόητο βιβλίο τῆς ἱστορίας τῆς ΣΤ΄ Δημοτικοῦ, ὂχι μόνο εἶναι ἀντιεπιστημονική, ἀλλά καί παραπειστική, εἰσάγοντας κλίμαἐξωπραγματικῆς μυθοπλασίας καί οἰκοδομώντας γνώση ἀναληθῆ καί γι᾿ αὐτό ἐπικίνδυνη.
Ἐξ ἂλλου, ἀναφερόμενο τό Μάθημα στά θρησκεύματα (θρησκεῖες, ὃπως συνήθως λέμε), δέν εἶναι δυνατόν νά μή διαφοροποιήσει τήν χριστιανική αὐθεντικότητα (πατερική Ὀρθοδοξία) ἀπό τήν θρησκεία. Βέβαια, πάντα κρίσιμος παραμένει ὁ τρόπος τῆς διδασκαλίας, πού εἶναι ἀνεπίτρεπτο νά ἐκτρέπεται σέ «θρησκευτικό ρητορισμό» θριαμβολογίας καί αὐτοδικαίωσης. Προσφέρουμε ἂλλωστε, τήν πίστη καί παράδοση τῶν Ἁγίων καί ὂχι τίς δικές μας ἀλλοτριωμένες συχνά πεποιθήσεις καί ἀπόψεις ὡς «ὀρθόδοξη» ἰδεολογία.
Μετά λοιπόν ἀπό αὐτά ἀναδύεται τό ἐρώτημα: Γιατί οἱ πρόσφατες παλινωδίες τῆς Πολιτείας; Ἂς μή λησμονοῦμε ὃμως τήν εὒστοχη ἐπισήμανση τοῦ σοφοῦ Λάϊμπνιτς,ὃτι «ἂν ἡ Γεωμετρία ἀπαιτοῦσε τρόπο ζωῆς, θά τήν εἲχαμε ἀποβάλει ἀπό τήν σχολική ἐκπαίδευση»! Αὐτό εἶναι τό πρίσμα θεώρησης τοῦ Μ.τ.Θ. ἀπό τούς πολεμίους του.Ἡ πολεμική –συνεπῶς- κατά τοῦ ὁμολογιακοῦ, κατά τά παραπάνω, χαρακτήρα τοῦ Μαθήματος ἀντιμάχεται τήν ἲδια τήν πατερική Ὀρθοδοξία, διότι ἀνατρέπει αὐτόχρημα κάθε ἀλλοτριωμένη χριστιανικότητα καί τήν στοχοθεσία τῆς Νέας Ἐποχῆς, τήν ὁποία διακονοῦν ἀκόμη καί Κληρικοί καί Θεολόγοι μας, ἐν γνώσει ἢ ἐν ἀγνοίᾳ. Ἡ καθαράὈρθοδοξία ὃμως, προσφέρει μεγαλύτερες δυνατότητες εἰλικρινοῦς συνάντησης καί διαλόγου μέ τά θρησκεύματα, π.χ. τό Ἰσλάμ, ἀπό ὃσο ἡ ἐκκοσμικευμένη δυτική χριστιανοσύνη.
3. Σ’ αὐτό τό σημεῖο προσκρούει, ἀκριβῶς, ἡ προτεινόμενη, ἒντονα μάλιστα, θρησκειολογική μετασκευή τοῦ μαθήματός μας, δῆθεν γιά τήν πλουραλιστική κοινωνία μας. Ἂλλωστε, σέ ὀρθοδόξους μαθητές ἀπευθύνεται τό μάθημα. Λησμονεῖται ἒτσι, ἡ ἐπιστημονική ἀρχή, ὃτι ἡ κατανόηση τῆς ἑτερότητας προϋποθέτει καλή γνώση τοῦἰδίου καί οἰκείου, μέ βάση τήν ἀριστοτελική θεμελίωση τῆς γνωσιολογίας στίς ἀρχές τῆς ὁμοιότητας καί τῆς ἀντίθεσης/διαφορᾶς.
Ὁ συνεχής ὃμως τονισμός, εὐκαίρως ἀκαίρως, ἀπό εἰδικούς, ἀλλά ἀδέξιους ἐρασιτέχνες τοῦ παιδευτικοῦ χώρου, τῆς ἀναγκαίας θρησκειολογικῆς μεταρρύθμισης τοῦΜαθήματος ἀποβλέπει βασικά στήν μεταρρύθμιση τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν καί τελικά στήν ἔξωσή τους ἀπό τόν χῶρο τῆς Κρατικῆς Ἐκπαίδευσης. Τό πρῶτο βῆμα σ᾿ αὐτήν τήν κατεύθυνση ἒγινε μέ τήν ἀνωτατοποίηση καί ἀνάδειξη σέ πανεπιστημιακές σχολές τῶν τεσσάρων «Ἐκκλησιαστικῶν Ἀκαδημιῶν», πού ἂνοιξαν τόν δρόμο στήνἰδιωτικοποίηση τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς καί ἐκπαίδευσης. (Καί αὐτό δέν ἒχει σχέση μέ τήν ἱκανότητα τῶν διδασκόντων σ’ αὐτές Συναδέλφων).
Προϋπόθεση τῆς θρησκειολογικῆς μεταρρύθμισης τοῦ Μ.τ.Θ. εἶναι, ὃπως ἒχει ὑποστηριχθεῖ «ἡ ριζική ἀλλαγή τοῦ χαρακτήρα τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν» καί (ζητεῖται) «εἲτε ἡ ὑπαγωγή τους στίς εὐρύτερες παιδαγωγικές, εἲτε ἡ μετεξέλιξή τους σέ σχολές ἀνθρωπιστικῶν σπουδῶν». Αὐτό βέβαια ἐπί δεκαετίες τώρα τό ὑποστηρίζουν καί Καθηγητές τῶν Σχολῶν μας. Πόσο δίκιο, λοιπόν, ἒχει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ὃταν λέγει, ὃτι «τόν ἑαυτόν μή ἀδικοῦντα, οὐδείς παραβλάψαι δύναται» (PG 52, 459 ἑπ.)
Ἡ φύση ὃμως καί τό περιεχόμενο τοῦ Μ.τ.Θ. καί ἡ θέση του στό ἐκπαιδευτικό μας σύστημα σχετίζεται ἂμεσα μέ τόν τύπο ἀνθρώπου, πού ἐπιδιώκει ἡΠαιδεία/Ἐκπαίδευσή μας, πού ἀδιαφορώντας γιά τήν ἱστορική συνέχεια καί συνοχή τῆς κοινωνίας μας, στοχεύει, κατά τά φαινόμενα σέ μιά «κοινωνία οὐδέτερη» χωρίς ταυτότητα, χωρίς παραδόσεις, χωρίς ἱστορία, χωρίς συλλογικά βιώματα, χωρίς μεταφυσική ἐλπίδα» (Χρ. Γιανναρᾶς).
1. Μετά τόν ὁμολογιακό, ὑπό τίς παραπάνω προϋποθέσεις, ἰδιαίτερη σημασία ἒχει καί ὁ ἐθνικός χαρακτήρας τοῦ Μαθήματος, ἀναγνωριζόμενος καί αὐτός ἀπό τό Σύνταγμά μας, πού ὁρίζει, ὡς βούληση τοῦ Ἒθνους, τήν ἠθική, πνευματική καί φυσική ἀγωγή τῶν Ἑλλήνων, τήν ἀνάπτυξη τῆς ἐθνικῆς καί θρησκευτικῆς συνείδησης καί τήν διάπλασή τους σέ ἐλεύθερους πολίτες (16,2). Τήν πρακτική διεύρυνση αὐτοῦ τοῦ αἰτήματος προσφέρει τό ἂρθρο 1, παρ. 1α, τοῦ Ν., 1566/1985, μιλώντας γιά τήν δημιουργία πολιτῶν, πού νά «διακατέχονται ἀπό πίστη πρός τήν πατρίδα καί τά γνήσια στοιχεῖα τῆς ὀρθόδοξης χριστιανικῆς παράδοσης». Ὁ ἐθνικός χαρακτήρας σύνολης τῆς σχολικῆς μας παιδείας προσκρούει βέβαια στό ρεῦμα τοῦ φυλετικοῦ ἐθνικισμοῦ (19ος αἰ.) καί τοῦ διεθνισμοῦ (20ος αἰ.), πού νοθεύουν τόν ἀταξικό καίἀντιπαραταξιακό πατριωτισμό, στά ὅρια τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἑτερότητας καί τῆς ἐλευθερίας της. Αὐτό εἶναι, ἂλλωστε, τό αὐθεντικό πνεῦμα τοῦ Ἑλληνισμοῦ στήν διαιώνιά του πορεία. Σήμερα ἡ ἀπειλή προέρχεται ἀπό τήν καλλιεργούμενη ἀν(τ)εθνικότητα καί τίς σαφῶς ἀντεθνικές θεωρίες, πού εἰσάγονται μεθοδευμένα στόν χῶρο τῆς ἱστορίας καί γενικότερα τῆς παιδείας. Ἡ Ὀρθοδοξία ὃμως συνδέει ἁρμονικά τήν ἐθνικότητα μέ τήν ὑπερεθνικότητα, ἰδιαίτερα στόν χῶρο τῆς λατρείας. Αὐτά πρέπει ἰδιαίτερα νά λαμβάνονται ὑπόψη, γιά τήν κατανόηση τῶν ὁποιωνδήποτε αρνητικῶν συμπεριφορῶν ἒναντι τοῦ Μαθήματός μας.
Ἡ ἰδιαίτερη σημασία τοῦ Μ.τ.Θ. στήν καλλιέργεια τοῦ ἐθνικοῦ φρονήματος, πού εἶναι συγχρόνως ὑπερφυλετικό καί οἰκουμενικό, φαίνεται σέ βάθος καί πλάτος στήν προβολή καί ἑρμηνεία ἀπό αὐτό τοῦ πολιτισμοῦ μας σέ ὃλες τίς ὄψεις του. Γι’ αὐτό ἀποκρούεται καί τό Μάθημά μας, μαζί μέ τήν Ἱστορία, ἀπό ἐκείνους πού ἀκολουθοῦν τήν ἒξωθεν χαρασσόμενη γραμμή τοῦ ἀντεθνισμοῦ καί κατεργάζεται τήν ἐκθεμελίωση τοῦ Ἒθνους, ὡς ὃρου καί ὡς φορέα συγκεκριμένου νοήματος. Στό πλαίσιο αὐτῆς τῆς πολεμικῆς σχετικοποιοῦνται καί βαθμηδόν ἀπονοηματοδοτοῦνται ἡ πίστη, ἡ ἱστορία, ὁ πολιτισμός, ἡ παράδοση καί κάθε στοιχεῖο τῆς ἐθνότητας καίἐθνικότητας. Ἡ τεχνητή καί ἒξωθεν προωθούμενη πολυπολιτισμικότητα ἒχει ὡς στόχους τά μαθήματα τῶν Θρησκευτικῶν, τῆς Ἱστορίας καί τῶν Ἑλληνικῶν (γλώσσα), διότι προβάλλουν καί ἐνισχύουν τά κύρια συστατικά τοῦ Ἒθνους καί τῆς ἐθνικότητάς μας. Ἡ στάση, συνεπῶς, ἀπέναντι στά μαθήματα αὐτά, ἰδιαίτερα στό Μ.τ.Θ., ἐλέγχει τήν ποιότητα τῆς πολιτισμικῆς μας συνείδησης.
Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία, πού προσφέρεται στήν ἐκπαίδευση, εἶναι ἂρρηκτα συνδεδεμένη μέ τήν παγκόσμια ἱστορία καί ἰδιαίτερα τήν ἑλληνική. Ἡ ἐκκλησιαστικήἱστορία ἂλλωστε, εἶναι μέρος τῆς ἱστορίας τοῦ πολιτισμοῦ. Ὁ χωρισμός τῆς Θεολογίας ἀπό τήν Ἱστορία εἶναι ξένος πρός τήν ἑλληνικότητα.
Ἐξ ἂλλου, εἶναι ἀδιανόητος κάθε διαχωρισμός τῆς ἱστορίας καί τοῦ πολιτισμοῦ ἀπό τήν Θεολογία τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ τρόπου ζωῆς, πού παράγει.Ὃλη ἡ ζωή τοῦ Ἒθνους εἶναι διαποτισμένη ἀπό τό πνεῦμα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀφοῦ Ὀρθοδοξία καί Ἑλληνικότητα, ἑνωμένα σέ μία θεανθρώπινη ἓνωση, εἶναι μεγέθηἀσύγχυτα μέν, ἀλλά καί ἀδιαίρετα δέ. Ἡ ἰσχυρότερη ἐπιβεβαίωση αὐτῆς τῆς εὐεργετικῆς γιά τό Ἒθνος ἑνότητας Ἑλληνισμοῦ καί Ὀρθοδοξίας προκύπτει καί ἀπό τόν θηριώδη ἀγώνα τῶν Νεοεποχιτῶν, ἀκόμη καί ἐπαγγελματιῶν Θεολόγων, γιά τόν διαχωρισμό τους, μέ τήν ἀποσύνδεσή μας ἀπό τό Βυζάντιο καί τήν ἱστορική καί πολιτιστική συνέχειά τους.
Γι᾿ αὐτό τό Μάθημά μας, πράγματι, δέν πρέπει νά ἒχει στενά ὁμολογιακό, οὒτε (ὃμως) καί γενικά θρησκειολογικό χαρακτήρα, ἀλλά κυρίως ἱστορικό. Τό μάθημα ἐνσαρκώνει καί ἐκφράζει σύνολο τόν πολιτισμό μας καί βοηθᾶ στήν κατανόηση τῆς ἐθνικῆς μας παράδοσης. Προσφέρει τά ἀναγκαῖα ἑρμηνευτικά κλειδιά γιά τήν προσέγγιση καί βίωση τοῦ πολιτισμοῦ μας (τοπωνύμια, ἑορτές, πανηγύρεις, ἒθιμα καί ὃλο τό περιεχόμενο τοῦ λαϊκοῦ βίου καί τῆς θρησκείας).
2. Παράλληλα ὃμως τό Μ.τ.Θ. συμβάλλει καί στήν παραγωγή πολιτισμοῦ, ὃπως ἂλλωστε καί ὃλη ἡ Ὀρθοδοξία. Ὁ πολιτισμός προϋποθέτει «τόν πολιτισμό τῆς ψυχῆς» κατά τόν Τόϋμπη. Λειτουργώντας σ’ αὐτό τό πλαίσιο, τό Μάθημά μας προβάλλει τίς σταθερές τοῦ πολιτισμοῦ, πού διακρατοῦν τήν ἐθνική ταυτότητα μας καί τήνἰδιοπροσωπία μας, ὡς προϋπόθεση τῆς ἐθνικῆς συνέχειάς μας στόν ραγδαῖα μεταβαλλόμενο κόσμο τῆς Νέας Ἐποχῆς καί τῆς ἰσοπεδωτικῆς Παγκοσμιοποίησης. Βοηθεῖ ἒτσι, στήν ἀποφυγή τῆς ὁλιστικῆς συγχώνευσης καί διάλυσης στή νεοεποχίτικη πλανητική κοινωνία, καί τῆς μεταβολῆς τῶν Νέων μας σέ πλανητικούς ἀνθρώπους, οἰκονομικές δηλ. μονάδες τῆς παγκόσμιας ἀγορᾶς. Ἀλλ’ αὐτό ἀκριβῶς ἐπιδιώκουν οἱ πολέμιοι τοῦ Μαθήματος. Διότι τό κύριο διαφοροποιητικό στοιχεῖο μας ἀπέναντι στήν κατασκευαζόμενη νέα παγκόσμια κοινωνία, εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη παράδοσή μας, ὃπως καί ὃλων τῶν Ὀρθοδόξων φυσικά. Ἡ αὐθεντική δέ, δηλ. ἀποστολική καίἁγιοπατερική Ὀρθοδοξία, ποτέ δέν μπορεῖ νά δημιουργήσει πνεῦμα μισαλλοδοξίας καί φανατισμοῦ, διότι ἡ μαρτυρική συνείδηση πού δημιουργεῖ, ἐκφράζεται ὡς θυσία τοῦ Ὀρθοδόξου γιά τούς ἄλλους καί ὂχι τό ἀντίθετο, τό ὁποῖο συνιστᾶ μόνιμη πράξη τῶν δυνάμεων τοῦ κόσμου. Ὃταν καί ὃπου ὑπάρχουν ἀντίθετα δείγματα,ἁπλούστατα, δέν πρόκειται γιά Ὀρθοδοξία!
Τό Μ.τ.Θ. συνεπῶς, εἶναι μία δυνατότητα συνάντησης ὃλης τῆς εὐρωπαϊκῆς νεολαίας στήν ἀρχαία πολιτιστική ἑνότητά της. Συμβάλλει ἒτσι στήν πορεία πρός τήν εὐρωπαϊκή ἑνότητα, μέ μιά σταθερή βάση. Οἱ ὀρθόδοξοι μαθητές, ἐξ ἂλλου, θά σέβονται πολύ περισσότερο τούς πολιτισμούς τῶν εἰσερχομένων στό χῶρο μας Ξένων, ὃσο περισσότερο μάθουν νά σέβονται τόν δικό τους πολιτισμό, ὁδηγούμενοι σέ φιλικές καί φιλάνθρωπες σχέσεις μαζί τους.
Δέν πρέπει δέ νά λησμονεῖται, ὃτι ὁ ἐλληνορθόδοξος πολιτισμός, τόν ὁποῖο ἐνσαρκώνει καί μεταδίδει τό Μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, βρίσκεται στή βάση τοῦεὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ, συνδέοντας, ἒτσι, καί τούς Ὀρθοδόξους, ἀλλά καί ὃλη τήν Εὐρώπη, μέ τήν ταυτότητά της κατά τήν πρό τοῦ σχίσματος (11ος αἰ.) ἐποχή, παραπέμποντας στήν ἀρχαία Ἑνωμένη Εὐρώπη.
Βέβαια, δέν τρέφω ψευδαισθήσεις. Γνωρίζω, ὃτι οἱ ἂγευστοι τῆς Ὀρθοδοξίας ὡς πατερικότητας, ἀκούοντας τίς ἐπισημάνσεις αὐτές, αἰσθάνονται φρικίαση. Αὐτό ὅμως πού μέ τρομάζει, εἶναι ὃτι ὑπάρχουν καί Θεολόγοι, πού συμμερίζονται αὐτήν τή στάση. Καί γι᾿ αὐτούς μέν εὒχομαι «ὁ Θεός νά τούς φωτίσει», γιά μᾶς δέ «καλόν ἀγώνα»!
1. «Αὐτὸ μιὰ μέρα θὰ γίνῃ Ρωμαίϊκο καὶ καλότυχος ὅποιος ζήση σὲ ἐκεῖνο τὸ βασίλειο».

Οι μεγάλοι διδάσκαλοι της Εκκλησίας και του Γένους Μακάριος Νοταράς, Νικόδημος Αγιορείτης και Αθανάσιος Πάριος, που έζησαν και έδρασαν τον 18ον αιώνα και στις αρχές του 19ου, αποτελούν μία νέα τριάδα μεγίστων φωστήρων, όπως οι παλαιοί Τρεις Ιεράρχαι, τηρουμένων βεβαίως των αναλογιών και λαμβανομένων υπ' όψιν των ιστορικών συγκυριών στις οποίες έζησαν με τις διαφορές και τις ομοιότητες. Σ' αυτούς προστίθεται και ο Νεόφυτος Καυσοκαλυβίτης, πρωτουργός χρονικά του κινήματος, όχι όμως με την προσφορά και δραστηριότητα που οι τρεις άλλοι επέδειξαν στη συνέχεια, η οποία άλλωστε ήταν και η αιτία να συγκαταριθμηθούν στη χορεία των αγίων. Ονομάσθηκαν ειρωνικά Κολλυβάδες από τους αντιπάλους τους στο Άγιο Όρος, εξ αιτίας του ότι αντέδρασαν στην αντιπαραδοσιακή μεταφορά της τελέσεως των μνημοσυνών από το Σάββατο στην Κυριακή, γιατί ορθά και δίκαια εξετίμησαν ότι προσβάλλεται έτσι ο αναστάσιμος και πανηγυρικός χαρακτήρ της ημέρας.
Αυτό βέβαια ήταν εντελώς μικρή λεπτομέρεια μέσα στο όλο ανακαινιστικό και φωτιστικό τους έργο- απλώς τονίσθηκε και διογκώθηκε εσκεμμένα, ώστε όχι μόνο να αποκρυβεί η άλλη τους προσφορά, αλλά και να συκοφαντηθούν οι ίδιοι, γιατί ασχολούνται με πράγματα μικρά και ασήμαντα, όπως είναι δήθεν τα μνημόσυνα και τα κόλλυβα. Υπάρχουν μέχρι των ημερών μας ερευνηταί, οι οποίοι σμικρύνουν το έργο και την προσφορά τους, βλέποντάς το μέσα από αυτό το παραμορφωτικό πρίσμα της έριδος γύρω από τα μνημόσυνα. Ευτυχώς που τις τελευταίες δεκαετίες, κατά τις οποίες άρχισε η ελληνική ιστορική και θεολογική έρευνα να απελευθερώνεται σιγά-σιγά από τα δεσμά, τις εξαρτήσεις και τις επιρροές των Δυτικών, αποκαταστάθηκε η εικόνα της προσφοράς τους ως μιας ευρύτερης φιλοκαλικής αναγέννησης, που σημειώθηκε τον 18ο αιώνα. Η αναγέννηση αυτή είχε αποφασιστικές επιδράσεις στην τόνωση και ενίσχυση της παιδείας των υποδούλων ορθοδόξων λαών και στην διατήρηση της αυτοσυνειδησίας των, όχι μόνον απέναντι των Οθωμανών κατακτητών, αλλά και απέναντι των δυτικών μισσιοναρίων που όργωναν τις ορθόδοξες χώρες, ασκώντας προσηλυτισμό με αθέμιτα μέσα, προ παντός όμως εκμεταλλευόμενοι την αμάθεια, την δουλεία και την φτώχεια των ορθοδόξων πιστών.
Ο κίνδυνος του εξισλαμισμού και του εκλατινισμού ήταν εξ ίσου μεγάλος, μεγαλύτερος μάλιστα ο δεύτερος, λόγω της ομοιότητος στη θρησκεία και του υψηλού πολιτιστικού επιπέδου των Δυτικών, που διευκόλυναν την αφομοίωση, ενώ ως προς το αλλόθρησκο Ισλάμ η αίσθηση της διαφοράς και της υπεροχής δημιουργούσε κάποιους φραγμούς και επιφυλάξεις. Έχει καταντήσει κλασική η ρήση του άλλου επίσης μεγάλου διδασκάλου και αγίου της ιδίας εποχής, του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, με την οποία εξηγεί γιατί επέτρεψε ο Θεός να σκλαβωθούμε στους Τούρκους και όχι στους Φράγκους, «Τριακόσιους χρόνους μετά την Ανάστασιν του Χριστού μας έστειλεν ο Θεός τον άγιον Κωνσταντίνον και εστερέωσε βασίλειον χριστιανικόν και το είχαν Χριστιανοί το βασίλειον 1150 χρόνους. Ύστερον το εσήκωσεν ο Θεός από τους Χριστιανούς και έφερε τον Τούρκον και του το έδωσε διά ιδικόν μας καλόν, και το έχει ο Τούρκος 320 χρόνους (1453+320=1773). Και διατί έφερεν ο Θεός τον Τούρκον και δεν έφερεν άλλο γένος; Διά ιδικόν μας συμφέρον διότι τα άλλα έθνη θα μας έβλαπτον εις την πίστιν, ο δε Τούρκος άσπρα άμα του δώσης, κάμνεις ό,τι θέλεις».
Για να αποφευχθούν πάντως οι εξισλαμισμοί και οι εκλατινισμοί και να μη γίνουν ποτάμι από μικροί χείμμαροι και αφανίσουν το Γένος στην πορεία τους, χρειαζόταν ο φραγμός και οι ρίζες της παιδείας, μετά μάλιστα από το βαθύ σκοτάδι της απαιδευσίας και της αμάθειας των προηγουμένων αιώνων. Ό,τι έκανε ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός με τις περιοδείες του και την ίδρυση σχολείων σε λαϊκό επίπεδο, έκαναν σε υψηλότερη βαθμίδα οι Κολλυβάδες Άγιοι εκδίδοντας και ερμηνεύοντας κείμενα της Αγίας Γραφής και των Πατέρων της Εκκλησίας, βίους και ακολουθίες αγίων, ύμνους της Εκκλησίας, ακόμη και σχολικά εγχειρίδια Γραμματικής, Ρητορικής, Φιλοσοφίας και μάλιστα θύραθεν συγγραφέων, αρχαίων Ελλήνων και Δυτικών. Αυτό που προείχε ήταν να φωτισθεί το Γένος και να σταθεί στην πίστη και στις παραδόσεις των Πατέρων, να διασωθεί ο ελληνορθόδοξος πολιτισμός. Έπρεπε στα σχολεία που άρχισαν να πυκνώνουν, στους δασκάλους, στους μοναχούς, στους κληρικούς να εξασφαλισθεί η δυνατότης να κατανοούν τα ελληνικά κείμενα με τη σχολική παιδεία, αλλά και να τους προσφερθούν τέτοια κείμενα με εκδόσεις, γιατί τα χειρόγραφα εσπάνιζαν, κρυμμένα σε μοναστηριακές βιβλιοθήκες ή συλημένα από επιτηδείους ξένους περιηγητάς.
Μπορεί μάλιστα κανείς να εντοπίσει μέσα στην εντυπωσιακή πράγματι εκπαιδευτική και συγγραφική δραστηριότητά τους και ειδική τάση και δράση απέναντι στον κίνδυνο των εξισλαμισμών και των εκλατινισμών. Είναι γνωστόν ότι πολλοί από τους Νεομάρτυρες είχαν ως «αλείπτας», ως προπονητάς θα ελέγαμε, οι οποίοι ψυχολογικά τους ετόνωναν και τους εστήριζαν στο δρόμο του μαρτυρίου, Κολλυβάδες αγίους, όπως τον Άγιο Μακάριο και τον Άγιο Νικόδημο Αγιορείτη. Και είναι βέβαιο πως όσα με παρρησία λέγουν πολλοί Νεομάρτυρες στις απολογίες τους απέναντι των Τούρκων δικαστών, προβάλλοντας την υπεροχή της Χριστιανικής πίστεως απέναντι στην θρησκεία του Μωάμεθ, την οποία υποτιμούν και απορρίπτουν, απηχούν τη διδασκαλία των Κολλυβάδων Αγίων. Πολλούς από τους διαλόγους αυτούς των Νεομαρτύρων με τους Τούρκους δικαστάς, που θυμίζουν τα αρχαία μαρτυρολόγια, διέσωσε ο άγιος Νικόδημος στο «Νέο Μαρτυρολόγιο». Κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να ερμηνευθούν και τα ειδικά αντιλατινικά έργα του Αγίου Αθανασίου Πάριου «Αντίπαπας», «Ουρανού κρίσις», «Ο Παλαμάς εκείνος», και όσα άλλα σε ειδικά ή μη έργα γράφουν για τις εκτροπές και τις πλάνες των Λατίνων όλοι τους.
Η προσφορά βέβαια των Κολλυβάδων στο χώρο της παιδείας και του πολιτισμού δεν περιορίζεται μόνο στην ενίσχυση της αυτοσυνειδησίας των Ορθοδόξων απέναντι στον διπλό κίνδυνο των επιρροών και αφομοιώσεων από Ανατολή και Δύση, που είναι και αυτή πολύ μεγάλη. Έχει και μία άλλη, εξ ίσου ευρεία διάσταση, στον χώρο της οποίας φάνηκε ότι δεν είχαν τότε τόσο μεγάλη επιτυχία, όχι γιατί η διδασκαλία τους δεν είχε απήχηση, αλλά διότι δυστυχώς ο Ελληνισμός και η Ορθοδοξία που εδημιούργησαν ένα οικουμενικό κράτος με οικουμενική ακτινοβολία, την Ρωμιοσύνη του Βυζαντίου, που άντεχε και κρατούσε όρθια την ψυχή και το πνεύμα του και κάτω από τη σκληρή δουλεία των κατακτητών, μετά το 1821 δέχθηκαν σοβαρά πλήγματα.
Το νέο κράτος αποκόπηκε βίαια από την ελληνορθόδοξη παράδοση, εγκατέλειψε την παραδοσιακή ελληνοχριστιανική παιδεία και εστράφη καθοδηγούμενο και κηδεμονευόμενο από τη Δύση εναντίον της Βυζαντινής του κληρονομιάς, των Αγίων και των Πατέρων, των ιερών και όσιων του Γένους.
Είναι γνωστόν ότι οι Κολλυβάδες Άγιοι ήλθαν σε σύγκρουση, ιδιαίτερα ο Άγιος Αθανάσιος Πάριος, με τους ευρωπαϊστάς και ευρωπαΐζοντας εκπροσώπους του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, οι οποίοι υιοθέτησαν τις ιδέες του Γαλλικού Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επαναστάσεως, ακόμη και την αθεΐα του Βολταίρου, και προσπάθησαν να στρέψουν την πορεία του νεοελληνικού πολιτισμού προς την κλασική αρχαιότητα, εκθειάζοντας και προβάλλοντας την θύραθεν, την κοσμική σοφία και γνώση και υποτιμώντας ή αγνοώντας την θεία σοφία.
Ο ορθός λόγος, η επιστήμη, η γνώση, η ελευθερία ήσαν οι νέες θεότητες του κηρύγματος του Διαφωτισμού. Ή βυζαντινή σύνθεση, όπου κατορθώθηκε η διάσωση και η ενίσχυση των υγιών στοιχείων του ελληνικού πνεύματος στην υπηρεσία του θείου κηρύγματος της αγάπης, της ταπεινώσεως, της καταλλαγής που απέρρεαν από το κήρυγμα του Ευαγγελίου του Σταυρού, εγκαταλείφθηκε και υποτιμήθηκε. Ήταν ουσιαστικώς ένας νέος διωγμός εναντίον της Εκκλησίας υπό άλλη μορφή, που συγγενεύει πολύ με την απόπειρα του Ιουλιανού του Παραβάτου τον 4ο αιώνα να αναβιώσει τον ακραιφνή Ελληνισμό εναντίον του Χριστιανισμού και του Βαρλαάμ του Καλαβρού τον 14ο αιώνα να περάσει, μέσα στο ορθόδοξο Βυζάντιο, τον σχολαστικισμό και ορθολογισμό της Δυτικής Αναγέννησης, απορρίπτοντας την δοκιμασμένη μέθοδο φωτισμού και τελειώσεως των Πατέρων της Ανατολής, που έδιναν τα πρωτεία στη θεία σοφία χωρίς να απορρίπτουν την κοσμική, την ανθρώπινη.
Οι Τρεις Ιεράρχαι του 4ου αιώνος, ο Μ. Βασίλειος, ο Γρηγόριος θεολόγος και ο Ιωάννης Χρυσόστομος, με την έξοχη ελληνική παιδεία τους, όπως και ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς τον 14ο αιώνα, δεν επέτρεψαν την οπισθοδρόμηση προς ένα νοσηρό κλασικισμό που τοποθετεί το κτιστό πάνω από το άκτιστο, την ανθρώπινη σοφία πάνω από την θεϊκή σοφία, τα άθεα γράμματα πάνω από τα θεωτικά, όπως έλεγε ο όσιος μοναχός Χριστόφορος Παπουλάκος, βλέποντας την εσφαλμένη πορεία που ακολούθησαν μετά το 1821 οι δυτικοτραφείς λόγιοι και κληρικοί υιοθετώντας πλήρως τις θέσεις των Ευρωπαίων Διαφωτιστών.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι αγωνισταί του 1821, ο Κολοκοτρώνης, ο Μακρυγιάννης, ο Παπαφλέσσας και άλλοι, γαλουχημένοι με το πνεύμα της παραδόσεως των Κολλυβάδων, βρέθηκαν προδομένοι και στο σημείο αυτό. Αγωνίσθηκαν για να απελευθερώσουν σωματικά τους Έλληνες από τους Τούρκους, και είδαν την Ελλάδα να υποδουλώνεται πνευματικά, να παραδίδει την ψυχή, το πνεύμα της στους Ευρωπαίους. Ο εκλατινισμός επανήλθε με τη μορφή του εξευρωπαϊσμού και του εκδυτικισμού. Η Δύση που δεν μπόρεσε ούτε στο ελεύθερο Βυζάντιο με τον Βαρλαάμ Καλαβρό να «διαφωτίσει», δηλαδή να σκοτίσει τους Έλληνες, γιατί αντέδρασε ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς με το κίνημα του Ησυχασμού, ούτε στην Τουρκοκρα¬τία, λόγω του νέου φιλοκαλικού - ησυχαστικού κινήματος των Κολλυβάδων, επεχείρησε να πάρει τη ρεβάνς μετά το 1821 θέτοντας υπό πνευματική κηδεμονία το νεοελληνικό κράτος, την παιδεία και τον πολιτισμό του. Φαίνεται όμως ότι και πάλι βγαίνει νικημένη. Οι δυσφημισμένοι ακόμη και κατά το όνομα Κολλυβάδες επηρεάζουν τώρα βαθύτατα την ορθόδοξη πίστη και ζωή ως γνήσιοι συνεχιστές της πατερικής ησυχαστικής παραδόσεως. Το Άγιον Όρος που τους εξέθρεψε, όπως και τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, μπορεί να καυχά¬ται για τους μεγάλους αυτούς διδασκάλους της Ορθοδοξίας και του Γένους.
1. Ο χαρακτηρισμός του κινήματος ως φιλοκαλικής αναγέννησης επεκράτησε μετά τη μελέτη του μητροπολίτου Μαυροβουνίου Αμφιλοχίου Ράντοβιτς, Η φιλοκαλική αναγέννησις του ΙΗ' και ΙΘ' αι. και οι πνευματικοί καρποί της, Αθήναι 1984. Δεν παραθέτουμε εδώ τη σχετική με το κίνημα των Κολλυβάδων βιβλιογραφία. Για τους δύο εξ αυτών έγιναν στις ημέρες μας επιστημονικά συνέδρια, ένα για τον Αθανάσιο Πάριο στην Πάρο, τον Σεπτέμβριο του 1998, και ένα για τον Άγιο Νικόδημο Αγιορείτη στην Ιερά Μονή Αγίου Νικόδημου στη Γουμένισσα Κιλκίς, τον Σεπτέμβριο του 1999, με ενδιαφέρουσες εισηγήσεις και πλήρη βιβλιογραφική κάλυψη. Εντός του έτους θα κυκλοφορήσουν τα πρακτικά και των δύο συνεδρίων. Στον Άγιο Αθανάσιο Πάριο αναφέρονται επίσης οκτώ εισηγήσεις που έγιναν κατά το επιστημονικό συνέ¬δριο που έγινε στην Πάρο το Σεπτέμβριο του 1996 για την Εκατονταπυλιανή. Τα πρακτικά έχουν εκδοθή από το Ιερό Προσκύνημα Παναγίας Εκατονταπυλιανής Πάρου• Η 'Εκατονταπυλιανή και η Χριστιανική Πάρος. Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσί¬ου (Πάρος 15-19 Σεπτεμβρίου 1996), Πάρος 1998.
Πηγή: "Θεοδρομία" τεύχος 7, Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2000

Το εισαγωγικό κείμενο από το αφιέρωμα του Άρδην (τ. 89)
Μέχρι σήμερα, η συζήτηση για το μεταναστευτικό ζήτημα στην Ελλάδα έχει διεξαχθεί σε εντελώς μονοδιάστατη και εσφαλμένη βάση. Από την πλευρά των… «φιλομεταναστευτικών» δυνάμεων, προτάσσεται η λογική της αλληλεγγύης με τους φτωχούς μετανάστες και η ανθρωπιστική διάσταση του μεταναστευτικού, ενώ από την αντίστροφη πλευρά προτάσσεται κυρίως το ζήτημα της εγκληματικότητας, της παραβατικότητας και της πληθυσμιακής αλλοίωσης συγκεκριμένων περιοχών της χώρας. Η πρώτη άποψη υποτιμά τον αριθμό των μεταναστών και τις κοινωνικές διαστάσεις των προβλημάτων που ανακύπτουν από τη μαζική μετανάστευση και, προπαντός, τη λαθρομετανάστευση, και η δεύτερη μάλλον υπερτιμά τον αριθμό τους, με πληροφορίες για πολλά εκατομμύρια λαθρομεταναστών.
Πάντως, το μεταναστευτικό αποτελεί ίσως το σημαντικότερο κοινωνικό ζήτημα της σύγχρονης Ελλάδας, με διαστάσεις που υπερβαίνουν και τους μεν και τους δε. Αν συνδυαστεί με τη δημογραφική κρίση και τη συρρίκνωση του ελληνογενούς πληθυσμού, τα προβλήματα που αναδεικνύει η γεωγραφική θέση της χώρας, καθώς και τα εθνικά μας προβλήματα, τότε έχουμε μπροστά μας κυριολεκτικά ένα μάλλον άγνωστο ζήτημα στις πολυδιάστατες εκφάνσεις του.
Η εκρηκτική και ταχύτατη διόγκωση των μεταναστευτικών ρευμάτων πήρε κυριολεκτικά τις διαστάσεις μιας μαζικής μετακίνησης χωρίς προηγούμενο σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή χώρα, και μπορεί να συγκριθεί μόνο με φαινόμενα πολεμικών περιόδων. Εξάλλου, δεν είναι καθόλου τυχαίο πως η πρώτη μαζική είσοδος μεταναστών στη σύγχρονη Ελλάδα συνέπεσε με την κατάρρευση της Ανατολικής Ευρώπης και ιδιαίτερα της Αλβανίας.
Μέσα σε είκοσι χρόνια, η ελληνική κοινωνία μεταβλήθηκε, από μια σχετικά ομοιογενή θρησκευτικά, πολιτισμικά, κοινωνικά, κοινότητα, σε μια «πολυπολιτισμική» τέτοια, ενώ η μαζική είσοδος μεταναστών, μέσα σε δέκα ή δεκαπέντε χρόνια, μετέβαλε ριζικά, εκτός από την εθνοτική, και την κοινωνική σύνθεση της ελληνικής κοινωνίας. Στις θέσεις των χειρωνακτών και γενικά στις ανειδίκευτες εργασίες, οι Έλληνες εργαζόμενοι αντικαταστάθηκαν μαζικά από μετανάστες εργάτες, με αποτέλεσμα ο γηγενής πληθυσμός να πάψει πλέον να έχει την ταξική δομή που είχε μόλις δέκα, είκοσι χρόνια πριν: οι Έλληνες εργαζόμενοι μετακινήθηκαν προς τον δημόσιο τομέα, τη μικροϊδιοκτησία και τις υπηρεσίες εγκαταλείποντας την οικοδομή, τη βιομηχανία, τη ναυτιλία και τη μισθωτή αγροτική εργασία. Πρόκειται για μια κοινωνική μετάλλαξη που μπορεί να συγκριθεί μόνο με εκείνη που προκάλεσε η είσοδος των προσφύγων στην Ελλάδα, στη διάρκεια του μεσοπολέμου. Σημαντική παράμετρο, εξάλλου, αποτέλεσε, ιδιαίτερα στην επαρχία, η αθρόα είσοδος δεκάδων χιλιάδων γυναικών, που μετέβαλαν τον χάρτη του αγοραίου έρωτα και της οικιακής απασχόλησης.
Αυτές οι κοινωνικές μετατοπίσεις είχαν ως συνέπεια να στηριχθούν τα μεταναστευτικά ρεύματα όχι μόνο από τους επιχειρηματίες και τις κυβερνήσεις –ιδιαίτερα της σημιτικής περιόδου, που κατόρθωσαν να ρίξουν το κόστος εργασίας μέσω της ανειδίκευτης εργασίας των μεταναστών και να ρίξουν τον πληθωρισμό από 20%, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, στο 4% προς τα τέλη της– αλλά και από κατώτερα και μεσαία στρώματα, που χρησιμοποίησαν μαζικά τους μετανάστες και τις μετανάστριες στις αγροτικές εργασίες, στην οικοδομή, στις οικιακές και ερωτικές εξυπηρετήσεις. Με αποτέλεσμα να υπάρχει μία ευρύτερη κοινωνική συναίνεση υπέρ της μετανάστευσης. Αυτή η διαδικασία της κοινωνικής μετάλλαξης έχει αγνοηθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου από όλες τις σχετικές κοινωνιολογικές ή πολιτικές αναλύσεις. Αντίθετα, μόλις μετά τα μέσα της δεκαετίας του 2000, μετά την ολοκλήρωση των ολυμπιακών και των άλλων μεγάλων έργων, όταν σταδιακώς αρχίζει η κρίση στην Ελλάδα και η μαζική εγκατάσταση μεταναστών δημιουργεί πλέον μεγάλα κοινωνικά προβλήματα στις γειτονιές, στην εκπαίδευση και στα νοσοκομεία, αρχίζουν να μαζικοποιούνται φαινόμενα απόρριψης της μετανάστευσης και να εντείνεται η αντιμεταναστευτική ρητορεία, ακόμα και από εκείνους που μέχρι χθες αδιαφορούσαν, είτε θεωρούσαν τη μετανάστευση ευλογία. Τώρα πια, σε συνθήκες κρίσης (από το 2008 η Ελλάδα διανύει το πέμπτο έτος της ύφεσης), η μετανάστευση μεταβάλλεται σε κατάρα δεδομένου μάλιστα ότι αλλάζει και η φύση της. και από τους μετανάστες των βαλκανικών χωρών και της Ανατολικής Ευρώπης περνάμε στους Αφγανούς, Πακιστανούς και Αφρικανούς μετανάστες, των οποίων η πολιτισμική και θρησκευτική ταυτότητα αποκλίνει δραματικά από εκείνη των Ελλήνων, τόσο ώστε να συγκρούονται ακόμα και με τα παλαιότερα στρώματα των μεταναστών.
Επιπλέον, η αθρόα είσοδος μεταναστών, και η γενίκευση της χαμηλά αμειβόμενης, ανασφάλιστης εργασίας, είχε ως συνέπεια να ακολουθηθεί ένα μοντέλο έντασης εργασίας στον βιομηχανικό, κατασκευαστικό και αγροτικό τομέα, χωρίς επενδύσεις στην τεχνολογική αναβάθμιση της παραγωγής. Εφόσον υπήρχαν φθηνοί ξένοι εργάτες, ποιος ο λόγος να επενδύουν οι επιχειρηματίες στην τεχνολογία; Αυτό που αρχικώς εμφανίστηκε ως ευλογία, λόγω της μείωσης του κόστους, μεταβλήθηκε εν τέλει σε μειονέκτημα, λόγω της πτώσης επενδύσεων για την τεχνολογική αναβάθμιση της παραγωγής. Η μαζική είσοδος των μεταναστών σπρώχνει την ελληνική οικονομία σε ένα μοντέλο έντασης εργασίας και όχι έντασης κεφαλαίου, επιτείνοντας τα παρασιτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας. Οι επενδύσεις στον αγροτικό τομέα ή τη βιομηχανία μειώνονται, διότι αντί η εργασία να αντικαθίσταται από μηχανές, συνέβη μάλλον το αντίστροφο και οι μηχανές αντικαταστάθηκαν από φθηνή και ανειδίκευτη εργασία, ενώ οι επενδύσεις κατευθύνθηκαν κυρίως στα πολυτελή πολυκαταστήματα, τις τράπεζες και ορισμένους τομείς των υπηρεσιών. Η ελληνική οικονομία, που υπολειπόταν τεχνολογικά από την υπόλοιπη Ευρώπη, αντί να την πλησιάσει απομακρύνθηκε και άλλο από αυτή, με τραγικές συνέπειες στο επίπεδο της ανταγωνιστικότητας της – συνέπειες που βιώνουμε σήμερα με δραματικό τρόπο.
Τελευταίο, αλλά όχι έσχατο, η «ελαστικοποίηση» της εργασίας που εισήχθη στην Ελλάδα, κατ’ εξοχήν μέσω της ανασφάλιστης και αρρύθμιστης εργασίας των μεταναστών, μετέβαλε σταδιακώς σε ζούγκλα το σύνολο των εργασιακών σχέσεων και προετοίμασε το έδαφος για την απορρύθμιση και την ανάπτυξη της μαύρης εργασίας και μεταξύ των Ελλήνων εργαζομένων. Γι’ αυτό και σταδιακώς εντείνονται τα αντιμεταναστευτικά αισθήματα στα λαϊκά στρώματα, τους ανέργους και τους νέους, όπου η Χρυσή Αυγή συγκεντρώνει τα υψηλότερα ποσοστά. Διότι η αθρόα παρουσία των λαθρομεταναστών όχι μόνο στις λαϊκές γειτονιές, αλλά και στους χώρους εργασίας, υποβαθμίζει δραματικά τους εργασιακούς όρους απασχόλησης των Ελλήνων εργαζομένων.
Έτσι, στο εξής, η ελληνική κοινωνία βρίσκεται μπροστά σε ένα φαινόμενο που «ανεπαισθήτως» διογκώθηκε για να μεταβληθεί σε μια οικονομική, κοινωνική, πολιτισμική και εθνική βόμβα με απροσδιόριστες συνέπειες.
Επιπλέον, στην Ελλάδα, το φαινόμενο της μετανάστευσης δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται μόνο από μία σκοπιά ωφελιμιστική ή ανθρωπιστική, αλλά θα πρέπει να ιδωθεί και από μια μακροσκοπική ιστορική σκοπιά. Ο ελληνικός κόσμος –ή ό,τι έμεινε από αυτόν– είναι πλέον συγκεντρωμένος στο ελλαδικό κράτος και την Κύπρο, ενώ έχει χάσει πια τον ρόλο του στην άλλοτε καθ’ ημάς Ανατολή. Οι Έλληνες έχουν απομακρυνθεί από τα Βαλκάνια, τη νότια Ρωσία, την ανατολική Θράκη, την Αίγυπτο, όπου συνέχιζαν να δραστηριοποιούνται μόλις πενήντα χρόνια πριν. Αντίθετα, όχι μόνο έχουν συγκεντρωθεί σε αυτή την αρχική κοιτίδα τους, αλλά συρρικνώνονται και δημογραφικά, σε αντίθεση με την ισχυρή γεννητικότητα των Ελλήνων τριάντα ή σαράντα χρόνια πριν. Παράλληλα, ο όμορος μουσουλμανικός κόσμος ενισχύεται πληθυσμιακά και οικονομικά. Είναι προφανές πως δημιουργείται ένα κενό δημογραφίας και ισχύος, σε μια εποχή που τα παγκόσμια μεταναστευτικά ρεύματα διογκώνονται και η Ελλάδα αποτελεί την πρώτη πύλη εισόδου μεταναστών προς την ευρωπαϊκή ήπειρο και Ευρωπαϊκή Ένωση κατεξοχήν. Επομένως, το μεταναστευτικό ζήτημα αποκτά ακόμα μία διάσταση. Δεν πρόκειται πλέον, ή μόνο, για τα κοινωνικά προβλήματα που θέτει η αιφνίδια είσοδος εκατομμυρίων ανθρώπων σε μια μικρή χώρα, αλλά και για τα προβλήματα δημογραφικής, πολιτισμικής και εθνικής συνοχής που θέτουν τα μεταναστευτικά ρεύματα. Καθόλου τυχαία, η Τουρκία χρησιμοποιεί ήδη, εκτός από τις πυρκαγιές στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, που αποκαλύφθηκαν πρόσφατα, και την «ασύμμετρη απειλή» της παροχέτευσης της αφρικανικής και ανατολικής μετανάστευσης στο εσωτερικό της Ελλάδας.
Αν όλα αυτά συνδυαστούν με την κρίση που περνάει η ελληνική κοινωνία και τα αυξανόμενα μεταναστευτικά ρεύματα νέων και ειδικευμένων Ελλήνων, που κατά ογδόντα τοις εκατό δηλώνουν ότι θέλουν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα, το ζήτημα καθίσταται ακόμα πιο εκρηκτικό και απαιτεί την άμεση διερεύνηση στις πολλαπλές συνιστώσες του και την επικέντρωσή μας σ’ αυτό κοινωνικά και πολιτικά.
Δεν μπορούμε πλέον να αφήνουμε τη διαχείριση του ζητήματος στη Χρυσή Αυγή, που αναπτύχθηκε πάνω στο έλλειμμα πολιτικής και την τύφλωση της ελληνικής κοινωνίας, ούτε βέβαια στους οπαδούς της διάλυσης του ελληνικού έθνους και των ανοικτών συνόρων. Εξάλλου ο ένας τρέφει τον άλλο.
Η Ελλάδα κινδυνεύει, σε συνθήκες κατά τις οποίες ένα αυξανόμενο ποσοστό νεανικού πληθυσμού υψηλής ειδίκευσης μεταναστεύει στο εξωτερικό, να μεταβληθεί σε μια χώρα-παρία, όπου οι ειδικευμένοι θα μεταναστεύουν και στη χώρα θα εισέρχονται ανειδίκευτοι εργαζόμενοι, χωρίς πολιτιστική συνάφεια με τον ελληνικό πληθυσμό.
Είναι καιρός –αν υπάρχει ακόμη καιρός– να παρέμβουμε αποφασιστικά στο ζήτημα προτού παρέμβουν άλλοι… φασιστικά.
α) πρέπει να καταγγελθεί άμεσα η Τουρκία στην Ευρωπαϊκή Ένωση και να διακοπούν οι διαπραγματεύσεις για την ένταξή της, εάν δεν αναλάβει αμέσως να σταματήσει την αποστολή λαθρομεταναστών στην Ελλάδα και αν δεν υποχρεωθεί να δέχεται στο έδαφός της όλους όσοι εισέρχονται παράνομα από την Τουρκία στην Ελλάδα.
β) Με σύντονες επεμβάσεις, που να φτάνουν μέχρι διακοπή διπλωματικών σχέσεων με τις χώρες προέλευσης των λαθρομεταναστών, να αποστέλλονται αμέσως στη χώρα τους, με μία ουσιαστική οικονομική βοήθεια την οποία θα πρέπει να απαιτήσουμε και από την Ε.Ε.
γ) Να δημιουργηθεί υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, το οποίο να φροντίσει για την ενσωμάτωση όλων των νόμιμων μεταναστών που μένουν πάνω από δέκα χρόνια στην Ελλάδα και είναι διατεθειμένοι να ενταχθούν πολιτισμικά, εργασιακά και κοινωνικά στην ελληνική κοινωνία και πολιτισμό. Αυτό προϋποθέτει τη γνώση της ελληνικής γλώσσας και βασικών στοιχείων της ελληνικής ιστορίας, όπως συμβαίνει σε όλες τις χώρες του κόσμου.
δ) Θα πρέπει να μπει ποσόστωση παρουσίας μεταναστευτικών πληθυσμών στις περιοχές, τις γειτονιές και τις πόλεις της χώρας, έτσι ώστε να υπάρχει λίγο πολύ ισομερής κατανομή των μεταναστών και να μη δημιουργούνται γκέτο. Ανάλογη ποσόστωση θα πρέπει να προβλεφθεί και στα εκπαιδευτικά ιδρύματα και να υπάρξει ειδική μέριμνα για την εκπαιδευτική και κοινωνική ενσωμάτωση των νόμιμων μεταναστών μακράς παραμονής.
ε) Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά περιοχές επιβαρυμένες από την παρουσία μεταναστών και μεγάλου αριθμού νομίμων μεταναστών, όπως το ιστορικό κέντρο της Αθήνας, εκεί θα πρέπει να παρθούν άμεσα μέτρα για την μετεγκατάστασή τους σε άλλες περιοχές, καθώς και να δοθούν φορολογικά κίνητρα για την επιστροφή των γηγενών κατοίκων που έχουν απομακρυνθεί.
στ) Θα πρέπει να υπάρξει συστηματική παρέμβαση από τους κρατικούς οργανισμούς και την αστυνομία, καθώς και από κοινωνικούς θεσμούς –Εκκλησία, οργανώσεις κοινωνικής αλληλεγγύης– για να απομακρυνθούν οι φασιστικές ομάδες και οι δήθεν αντίπαλοί τους από τις λαϊκές γειτονιές.
ζ) Θα πρέπει, εν τέλει, να τεθεί ένα ανώτατο όριο στον αριθμό των μεταναστών που μπορεί να δέχεται κάθε χρόνο η Ελλάδα, σε μια εποχή μάλιστα όπου στη συντριπτική πλειοψηφία τους οι νέοι Έλληνες είναι άνεργοι ενώ αυξάνονται τα μεταναστευτικά ρεύματα από την Ελλάδα προς το εξωτερικό και, βέβαια, να καταγγελθεί ως ανεφάρμοστο το περιβόητο Δουβλίνο ΙΙ. Ως προς το τελευταίο, θα πρέπει να καταγγείλουμε την υποκριτική στάση της αριστεράς, που, για να αποφύγει να λάβει θέση στο ζήτημα, τα φορτώνει όλα στο Δουβλίνο ΙΙ, το οποίο, στην πραγματικότητα, δεν αφορά όλους τους λαθρομετανάστες, αλλά εκείνους που ζητούν πολιτικό άσυλο.
Εάν εκπληρωθούν αυτοί οι όροι, είναι δυνατό να αρχίσει μια πορεία αναστροφής του εκρηκτικότερου κοινωνικού προβλήματος της χώρας, το οποίο συνιστά η μαζική μετανάστευση των τελευταίων δεκαετιών.
Το αφιέρωμα του Άρδην περιλαμβάνει μια εκτενή συζήτηση για το μεταναστευτικό ανάμεσα στον Μανώλη Δρεττάκη, την Άννα Βαγενά, τον Βασίλη Στοϊλόπουλο και τον Γιώργο Καραμπελιά, μία σχετική μελέτη του Γιώργου Ρακκά, μία ανάλυση του Γιάννη Ξένου για την έξοδο των ειδικευμένων Ελλήνων, μια μελέτη του Νίκου Ράπτη για το δημογραφικό πρόβλημα, ένα άρθρο του Χέρμαν Ντέιλυ για τη διεθνή διάσταση του προβλήματος, συνοδευόμενο από σχετικούς πίνακες και διαγράμματα, ενώ οι Κούρδοι πολιτικοί πρόσφυγες δίνουν τη δική τους εκτίμηση για την παρουσία τους στην Ελλάδα.
Πηγή : http://www.aspe.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=2119&Itemid=2

«Γνωρίζαμε από την αρχή πως το συγκεκριμένο πρόγραμμα ήταν αδύνατο να εφαρμοσθεί, καθώς δεν υπήρξε πουθενά ένα επιτυχές παράδειγμα, λόγω και του γεγονότος της συμμετοχής της Ελλάδας στο ευρώ, που δεν της επιτρέπει την υποτίμηση του νομίσματός της για την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας».
Τη δήλωση αυτή του Παναγιώτη Ρουμελιώτη, αντιπροέδρου της Τράπεζας Πειραιώς και πρώην εκπροσώπου της Ελλάδας στο ΔΝΤ, δημοσιεύει σήμερα η εφημερίδα New York Times, προκαλώντας αίσθηση.
Ο Π. Ρουμελιώτης, όπως και πολλοί άλλοι, σύμφωνα πάντα με το δημοσίευμα, αναγνωρίζει επίσης ότι η τρόικα υποτίμησε τις αρνητικές συνέπειες του προγράμματος για την ελληνική οικονομία, καθώς η μεγάλη ύφεση δεν οφείλεται στη μη εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων από την Ελλάδα, όπως υποστηρίζει η τρόικα, αλλά στις μεγάλες περικοπές δαπανών που συνέβαλαν στην υφεσιακή περιδίνηση, πλήττοντας δραστικά την εσωτερική ζήτηση.
Την ίδια ώρα οι New York Times σε ανταπόκριση - ανάλυση από την Αθήνα, αναφέρονται στην επιδείνωση της ελληνικής κρίσης, επαναφέροντας τα σενάρια χρεοκοπίας και εξόδου της χώρας από το ευρώ, καταγράφοντας τις δυσκολίες στην εφαρμογή ενός «μη ρεαλιστικού» και «μη βιώσιμου», κατά πολλούς, προγράμματος διάσωσης, όπως και το ρήγμα που εμφανίζεται εντός της Τρόικας, με το ΔΝΤ να ζητά
τη χαλάρωση του προγράμματος έναντι της πιο σκληρής στάσης των Ευρωπαίων και κυρίως της Γερμανίας, όπως τονίζεται.
Σύμφωνα με τους New York Times, η διαφοροποίηση εντός της τρόικας επιτείνει την αβεβαιότητα στις σχέσεις της Ελλάδας με την Ευρώπη, ενισχύοντας το ενδεχόμενο χρεοκοπίας της χώρας.
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
ATHENS— Only a month after Greece installed a new government, the country is facing renewed peril. Its official lenders are signaling a growing reluctance to keep paying the bills of the nearly bankrupt nation, even as the government is seeking more leniency on the terms of its multibillion-euro bailout.
Enlarge This Image
Follow@nytimesworldfor international breaking news and headlines.
Twitter List: Reporters and Editors
Adding to the woes, there is little agreement within either side. The Greek government is itself a motley coalition of conservatives and Socialists, and the leaders of theEuropean Commission, theInternational Monetary Fund and theEuropean Central Bank, known as the troika, are increasingly divided among themselves. That is creating even more uncertainty as Greece and the rest of Europe head for yet another showdown, renewing doubts about how long Athens can remain within the euro zone.
Even as fears mount in Europe about the rapidly worsening situation in Spain, Greece’s problems are far from solved. The president of the European Commission, José Manuel Barroso, is expected to make his first visit to Athens since 2009 on Thursday to meet with Prime Minister Antonis Samaras as the troika begins yet another assessment of how well the country has complied with a spate of harsh austerity measures imposed as the price for loans. Greece’s lenders say they will not finance the country any further unless it meets its goals. But many experts say that the targets were never within reach and that pushing three increasingly weak Greek governments to comply has only profoundly damaged the economy.
“We knew at the fund from the very beginning that this program was impossible to be implemented because we didn’t have any — any — successful example,” said Panagiotis Roumeliotis, a vice chairman at Piraeus Bank and a former finance minister who until January was Greece’s representative to the International Monetary Fund. Because Greece is in the euro zone, he noted, the nation cannot devalue its currency to help improve its competitiveness as other countries subject to I.M.F. interventions almost always are encouraged to do.
At the same time, Mr. Roumeliotis and others note, the troika underestimated the negative effect its medicine would have on the Greek economy.
“The argument that is used usually by the troika in order to criticize Greece — and to ignore their mistakes — is that the deep recession is because of the nonimplementation of the structural reforms,” Mr. Roumeliotis said. While Athens has fallen woefully short on that front, he conceded, the bigger problem is that the severe cuts contributed to the downward spiral by decimating economic demand within Greece.
It remains to be seen whether the troika is prepared to force Greece to default. Much of the talk on both sides is aimed at extracting concessions in negotiations. But while Greece has been pushed to the edge before, it now appears to be running out of time because its European partners, however complicit in Greece’s current plight, appear to be running out of patience.
On Monday, the European Commission reaffirmed that the next tranche of aid to Greece would probably not be disbursed until September, putting the country at greater risk of running out of money to pay salaries and pensions.
At the end of last week, the European Central Bank cut off a crucial source of cash for Greek banks, saying that it would stop accepting Greek government bonds as collateral for low-cost loans until the troika completes its report, which is not expected until late August at the earliest. Greek banks must now borrow from the Greek Central Bank at a higher interest rate, from a fund with limited means; if it runs out, Greece would have to start printing drachmas.
Mr. Samaras’s government will try to persuade the lenders keeping it on life support that the targets they set are off base because Greece’s economy keeps contracting as a result of the tax increases and spending and wage cuts mandated by the troika. Greece’s economy shrank 3.5 percent in 2010 and 6.9 percent in 2011 and is expected to contract 7 percent this year, a decline reminiscent of the Great Depression of the 1930s. Unemployment is at 22.5 percent and expected to rise to 30 percent, while Greece’s main retailers’ association warned on Monday that sales were expected to drop 53 percent this year.
The original plan called for Greece to return to financing its debts on the open market in 2014, an idea that one European official, speaking on the condition of anonymity, now calls a “fiction.”
Complicating matters is the fact that the troika’s institutions have different mandates and constituencies. “The troika is not one homogeneous bloc,” said Guntram B. Wolff, the deputy director of Bruegel, a public policy research institute in Brussels. “They have different views.”
Some experts say that the I.M.F. has been quietly pushing to ease the austerity terms while European leaders have mostly been trying to satisfy Germany’s demands to keep Greece on a tight leash to persuade its own voters to support the bailouts.
In an interview, former Prime Minister George Papandreou, a Socialist who was in power when Greece asked for a bailout in 2010, said Athens was given nearly impossible targets at the outset because Germany wanted to send a message to other European countries of what could await them if they asked for the same, a reality now spreading across southern Europe.
“There was the moral hazard idea: ‘We can’t give Greece money too cheaply,’ ” Mr. Papandreou said. “There was a sense: ‘Punish them. We have to be careful that if we make it too easy for a bailout, others will want similar things.’ ”
While Greek officials say they were set up for failure, the mood in Germany has grown less sympathetic and calls for a Greek exit from the euro zone have escalated. Alexander Dobrindt, the general secretary of the Christian Social Union, the Bavarian sister party of Chancellor Angela Merkel’s Christian Democratic Union, said provocatively on Monday that the Greek government should now pay half its wages and pensions “in drachmas,” Greece’s former currency.
Meanwhile, Germany’s economy minister, Philipp Rösler, said on television last weekend that “for me, a Greek exit from the euro zone has long since ceased to be a frightening prospect.”
As Germans sharpen their statements, in Greece the cuts have come at a steep political cost: the more the economy contracts, the less consensus the government has to carry out the fundamental changes needed to help restart growth.
Despite the obstacles, Greece has made substantial strides. From 2009 to 2011, it slashedgovernment spending before interest payments by 20 billion euros, or 18 percent — a feat even Greece’s critics concede would be challenging for any government. It is also expected to reduce the number of civil servants it had in 2009 — 874,000 — by more than 100,000 by the end of the year.
Today, the coalition is divided over how to identify an additional 11.5 billion euros in cuts from 2013 to 2014 without causing a total collapse in basic services. In the coming days, it is expected to announce the merging of state entities and cuts to social welfare payments. Athens has said it will not lay off state workers, but reduce them through attrition and early retirement. And it has set a ceiling of around 2,400 euros a month for pensions.
But some of the government’s gain in reducing its deficit has come from not paying its bills to Greek companies, making things worse for the economy when thousands of such companies are going out of business.
“A reform needs two things: time and trust,” said Anna Diamantopoulou, a minister in the governments of Mr. Papandreou and Lucas Papademos. “We needed time to persuade people, but we did not have it.”
“If you want to restructure a small company, that takes two years,” she added. “Can you restructure a country in two years?”
Reporting was contributed by Dimitris Bounias from Athens, Nicholas Kulish from Berlin, Paul Geitner from Brussels and Jack Ewing from Frankfurt.
This article has been revised to reflect the following correction:
Correction: July 27, 2012