Στα δύσκολα χρόνια των μνημονίων δοκιμάζεται τόσο η ανοχή όσο και η αντοχή των Ελλήνων. Την ανοχή από την αντοχή διαφοροποιεί ένα γράμμα, τις ενώνουν όμως περισσότερα: κοινό το δεύτερο συνθετικό τους - παράγωγο του ανέχομαι η πρώτη, του αντέχω η δεύτερη -, κινούνται και οι δύο σε όρια, συμπορεύονται συχνά με την υπομονή και μπορεί κάποιος να τις συναντήσει στην οικογένεια, στο σχολείο, στην κοινωνία, στη φύση αλλά και στις ανθρώπινες κατασκευές.
Ανοχή δείχνει η μητέρα στη δυστροπία του παιδιού, όταν είναι άρρωστο, και καλώς πράττει· ανοχή στο ξέσπασμα των εφήβων δείχνουν η οικογένεια και ο πραγματικός παιδαγωγός, για να συζητήσουν νηφάλια μαζί τους την κατάλληλη στιγμή· ψήφο ανοχής δίνει η αντιπολίτευση στην κυβέρνηση για να αποφευχθεί κυβερνητική κρίση. Ανοχή στα διαφορετικά θρησκευτικά και πολιτικά πιστεύω διακρίνει κανείς σε μια δημοκρατία, όπου η διαφορά αυτή δεν στέκεται εμπόδιο σε κοινωνικές σχέσεις και σε φιλίες ακόμη των πολιτών. Η πρώτη ανοχή πηγάζει από την αγάπη και την κατανόηση, η δεύτερη προέρχεται από την παιδαγωγική κατανόηση, τη λελογισμένη επιείκεια και διαλλακτικότητα, η τρίτη προκύπτει από συναίσθηση ευθύνης για τη χώρα ή και από πολιτική σκοπιμότητα, ενώ η τέταρτη είναι συνώνυμη του σεβασμού. Αυτή η ανοχή δημιουργεί ατμόσφαιρα κατάλληλη για τη σωστή αγωγή, την πολιτική σταθερότητα και την κοινωνική συνοχή. «Χωρίς ανοχή ο κόσμος μετατρέπεται σε κόλαση» γράφει ο Ελβετός θεατρικός συγγραφέας Durrenmatt. Σε κάποιες περιπτώσεις βέβαια η αντιπολίτευση κάνει λόγο για μηδενική ανοχή σε λάθη της κυβέρνησης.
Υπάρχει όμως και η ανοχή η συνώνυμη του συμβιβασμού και της αδιαφορίας. Τέτοια ανοχή, επί παραδείγματι, παρατηρήθηκε προ ετών στο σχίσιμο των βιβλίων μετά τις εξετάσεις, στην καταστροφή των θρανίων στα σχολεία, στο μουντζούρωμα των τοίχων, αλλά και στις κατ’ επανάληψη καταστροφές στο Πολυτεχνείο· ανοχή παρατηρείται προς τους «γνωστούς αγνώστους» κουκουλοφόρους, τους παρόντες σε κάθε διαδήλωση, που καταστρέφουν ό, τι βρεθεί μπροστά τους∙ ανοχή και στην αχρήστευση των οδικών πινακίδων, που μπορεί να αποβεί μοιραία για κάποιους οδηγούς τη νύχτα· ανοχή και σε αυτούς που αδίστακτοι καταστρέφουν τα αγάλματα, του πολιτισμού μας τα σημάδια και της πόλεως τον διάκοσμο· ανοχή στη σχολική βία: ο Βαγγέλης Γιακουμάκης και ο δεκατετράχρονος μαθητής από τη Γέφυρα Θεσσαλονίκης ελέγχουν συνειδήσεις· ανοχή και σε αυτούς που για εβδομήντα μέρες είχαν καταλάβει τη σιδηροδρομική γραμμή, σταμάτησαν τις συναλλαγές και ζημίωναν καθημερινά το κράτος που τους φιλοξενούσε και ένα λαό που σε δύσκολες μέρες μοιράσθηκε μαζί τους το υστέρημά του· ανοχή και σε αυτούς που κατασκήνωσαν στο Α.Π.Θ. – πολλοί από ξένες χώρες! – οι οποίοι, έχοντας αυτό ορμητήριο, προχωρούσαν προκλητικά σε καταστροφές.
Αυτή η ανοχή είναι ένοχη, διότι το θράσος με την ανοχή αποθρασύνεται, το κράτος αποδεικνύεται αδύναμο, αν όχι ανύπαρκτο, για να προστατεύσει τους πολίτες, και ο φόβος και η ανασφάλεια εδραιώνονται. «Η ανοχή γίνεται έγκλημα όταν εφαρμόζεται στο κακό», γράφει ο νομπελίστας Thomas Mann.
Η ανοχή, όταν βρει τον οίκο της, η τιμή της γυναίκας ως ανθρώπου χάνεται και γνωρίζει τη χειρίστη εκμετάλλευση. Σημειωτέον, η γνωστή αντίστοιχη ιταλική και γαλλική λέξη χρησιμοποιείται μεταφορικά για να δηλωθεί η αταξία, η ανοργανωσιά, η αναταραχή.
Η ανοχή στον χώρο της τεχνολογίας σχετίζεται με άλλου είδους τιμή· συγκεκριμένα δηλώνει «την επιτρεπτή απόκλιση τιμής ενός μεγέθους από την προβλεπόμενη» (Χρηστικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Α.Α.). Γίνεται λόγος για εδαφική και για κατασκευαστική ανοχή. Υπάρχει και η ανοχή στον χώρο της ιατρικής, δηλαδή η «ικανότητα του οργανισμού να υφίσταται, χωρίς συμπτώματα ή αντίδραση τη δράση φαρμάκου, φυσικής ή χημικής ουσίας» ( Χρηστικό Λεξικό τη; Νέας Ελληνικής Α.Α.)
Όποιος δείχνει ανοχή, διαθέτει ανεκτικότητα, χαρακτηρίζεται ανεκτικός, αλλά ό, τι μπορούμε να ανεχθούμε λέγεται ανεκτό. Ανεκτή μπορεί να είναι η ζέστη, το κρύο, αλλά και η συμπεριφορά. Παθητική λοιπόν η σημασία του ανεκτός και ενεργητική του ανεκτικός..
Κάποτε η ανοχή φτάνει στα όριά της, και ακούγεται το «φτάνει πια∙ δεν το ανέχομαι άλλο» ή το «φτάνει πια! δεν αντέχω άλλο». Εδώ συναντιούνται η ανοχή και η αντοχή. Η ανοχή και η αντοχή έχουν όρια που ενίοτε εξαντλούνται, γιατί εξαντλείται η υπομονή που απαιτείται και στις δυο περιπτώσεις.
Ως αντοχή ορίζεται «η δύναμη που έχει ένας ζωντανός οργανισμός να αντιμετωπίζει αντίξοες συνθήκες, χωρίς να καταπονείται ή να φθείρεται» (Τριανταφυλλίδη, Ηλεκτρονικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής). Ο άνθρωπος διαθέτει σωματική αλλά και ψυχική αντοχή, σε διαφορετικό βαθμό βέβαια ο καθένας και σε διαφορετικό τομέα. Άλλος έχει αντοχή στο κρύο, άλλος στη ζέστη, άλλος στον πόνο κι άλλος στον κόπο, στις στερήσεις. Δρόμος αντοχής είναι και ο Μαραθώνιος και οι δρομείς ασφαλώς χρειάζονται παπούτσια μεγάλης αντοχής. Γνωστά και τα τεστ αντοχής από το χώρο της ιατρικής.
Οι Έλληνες το 40 έδειξαν στο Αλβανικό Μέτωπο και την Εθνική Αντίσταση σωματική και ψυχική αντοχή αξιοθαύμαστη και έγραψαν σελίδες δόξας στην ιστορία του ανθρώπου για την ελευθερία του. Δοκιμάζεται όμως σήμερα σκληρά η σωματική και ψυχική αντοχή των Ελλήνων, καθώς η οικονομική αντοχή τους έφθασε στα όριά της. Αυτό οι πολιτικοί δείχνουν πως δεν το αντιλαμβάνονται. Ακούσθηκε μάλιστα από ραδιοφωνικό σταθμό βουλευτής να λέει για την υποθήκευση του δημόσιου πλούτου το αμίμητο: «Δεν μας τρομάζουν τα 99 χρόνια διάρκειας του Ταμείου Αποκρατικοποιήσεων. Εδώ η Ελλάδα ήταν υπό τουρκική σκλαβιά για 400 χρόνια και άντεξε. Είμαστε ανθεκτικός λαός». Όντως είμαστε ανθεκτικός λαός, όταν υπερασπιζόμαστε «τα ιερά και τα όσια της φυλής μας» και την ανεξαρτησία μας, την οποία η αβάσταχτη ελαφρότητα των πολιτικών και των πολιτικών τους μετά από «σκληρές διαπραγματεύσεις» εκχώρησε στους δανειστές. Πάντως, «όσο πιο μικρός είναι ένας λαός, τόσο μεγαλύτερες αντοχές χρειάζεται, για να μην αφομοιωθεί πολιτιστικά» ( Μπαμπινιώτη, Λεξικό Ν.Ε. Γλώσσας).
Όποιος λοιπόν διαθέτει αντοχή λέγεται ανθεκτικός. Ανθεκτικοί μπορούν να είναι οι άνθρωποι, τα υλικά, τα ζώα, οι κατασκευές και τα φυτά. Υπάρχουν φυτά ανθεκτικά που ευδοκιμούν σε άνυδρα μέρη και, όταν ανθίζουν, ευωδιάζουν μεθυστικά. Εξαιρετικά ανθεκτικά αποδείχθηκαν και τα άλλα «φυτά», οι άριστοι στο ήθος και την επίδοση μαθητές, που παρά την απαξίωσή τους εκ μέρους των αδιάφορων και αμελών μαθητών και κάποιων «προοδευτικών» διδασκόντων, άντεξαν, ευδοκίμησαν και πρόκοψαν και στο εξωτερικό. Ανθεκτική στη δίψα είναι η καμήλα. Ανθεκτικά αποδείχθηκαν τα τοξωτά μας γεφύρια. Ανθεκτικά χαρακτηρίζονται και κάποια υλικά κατασκευών. Με το όνομα μάλιστα αντοχή υλικών υπάρχει «κλάδος της εφαρμοσμένης μηχανικής που εξετάζει τη συμπεριφορά των διάφορων υλικών, που χρησιμοποιούνται στις κατασκευές…» (Τριανταφυλλίδη, Ηλεκτρονικό Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής).
Με την αντοχή σχετίζεται και η απαντοχή, η ελπίδα για επιθυμητή εξέλιξη, η οποία παράγεται από το μεσαιωνικό απαντέχω, που προήλθε από το αρχαίο υπαντέχω (υπό+αντέχω), το οποίο σήμαινε καρτερώ, περιμένω.
Συμπερασματικά, η λελογισμένη ανοχή, είναι από τα χαρακτηριστικά της δημοκρατικής συμπεριφοράς αναγκαία στην κοινωνία. H αντοχή πάλι, σωματική και ψυχική, είναι δώρα στον άνθρωπο για να αντεπεξέλθει στα δύσκολα. Όμως και η ανοχή και η αντοχή έχουν όρια που, όταν γίνεται υπέρβασή τους, ακολουθούν συνέπειες.
Πηγή: Ακτίνες