Το πυρπολημένα αγγλικό κυβερνείο κατά την εξέγερση του 1931
Στους ορυμαγδούς του ταραγμένου χρόνου των μεγάλων ωρών της ιστορίας δεν σκεπάστηκε στα ερείπια και στους τάφους του ηρωισμού, η επανάσταση του οργισμένου λαού μας που αξίωσε στους βωμούς των θυσιών και στις φυλακές την ελευθερία και τη δικαιοσύνη τον Οκτώβριο του 1931. Δεν ήταν η πρώτη εξέγερση στους αιώνες. Στη διάρκεια της 2ης χιλιετίας των ξενοκρατιών, σημειώθηκαν επαναστατικά κινήματα κατ’ επανάληψη.
Άλλα κατευθυνόμενα από φλογισμένα πνεύματα κι άλλα αυθόρμητα, από την ασυγκράτητη λαϊκή αγανάκτηση, εναντίον της δουλικής καταπίεσης των κυριάρχων Άγγλων, Φράγκων, Τούρκων και πάλι Άγγλων. Αλλά η εξέγερση των Οκτωβριανών του 1931 ήταν εκπληκτική σε συμμετοχή λαού και επαναστατικού δυναμισμού.
Ήταν συναισθηματική μεν και αυθόρμητη, ανοργάνωτη και αστραπιαία, αλλά συνιστούσε τη διαδήλωση του πόθου για λευτεριά και δικαιοσύνη. Όπως έγραφα στο έργο «ΟΙ ΚΥΠΡΙΟΙ ΕΘΕΛΟΝΤΕΣ ΣΤΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ» σελ.232, ήταν μια καθαρά λαϊκή υπόθεση. Μια παλληκαριά του ανώνυμου πλήθους. Η λεβεντιά μιας τρικυμισμένης λαοθάλασσας με δική της βούληση. Δική της συνείδηση …
Οι ουρανοί ήταν ήδη σκουντρωμένοι και ψυχρό πολιτικό αγιάζι φυσούσε εκείνο το φθινόπωρο των έντονων διαφωνιών, ανάμεσα στον Άγγλο κυβερνήτη και τους Έλληνες βουλευτές της Κύπρου που συζητούσαν το ενδεχόμενο υποβολής παραιτήσεων από το Νομοθετικό Σώμα και καταψήφιζαν τον προϋπολογισμό στις 28 Απριλίου 1928. Και το βουητό της οκτωβριανής θύελλας ακούστηκε από την πλευρά της Λάρνακας, Σάββατο βράδυ της 17ης Οκτωβρίου 1931, όταν μετά τον εσπερινό άρχισε ψιθυριστή η φήμη να διαδίδεται πως ο μητροπολίτης Κιτίου Νικόδημος Μυλωνάς είχε συντάξει διάγγελμα για την ένωση με την Ελλάδα.
Και όντως την επομένη μέρα, Κυριακή, κυκλοφόρησε κατά χιλιάδες το διάγγελμα και απετέλεσε το έναυσμα των δραματικών γεγονότων που ακολούθησαν. Ο Νικόδημος διακήρυττε ότι οι υπόδουλοι δεν ελευθερώνονται με ικεσίες και εκκλήσεις στα αισθήματα των τυράννων και τόνιζε πως οι Έλληνες της Κύπρου έπρεπε να λησμονήσουν τις διχόνοιες και ομονοούντες να υψώσουν, υπό το φως της ημέρας, τη σημαία της μετά της μητρός Ελλάδος Ενώσεως.
Τα γεγονότα εξελίχθηκαν ραγδαία. Ο δεσπότης αφού μίλησε στο «Σταυροδρόμι» της Λάρνακας σε συγκέντρωση του πολιτευτή Νικολαΐδη, ηγήθηκε συλλαλητηρίου στη Λεμεσό. Ο Λανίτης διαμήνυσε στη Λευκωσία την εκρηκτική κοσμοπλήμμυρα, ο Αιμιλιανίδης τοιχοκόλλησε την είδηση στη «Λέσχη Αλάμπρα» και στις 19 του μηνός ανακοινώθηκαν οι παραιτήσεις από το βουλευτικό αξίωμα των βουλευτών Ν. Λανίτη, Φ.Κυριακίδη, Γ. Αραδιππιώτη. Ταυτόχρονα η «Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις Κύπρου» εξέδωσε προκήρυξη υπέρ της ενώσεως και ανακοίνωνε την έκδοση της εφυμερίδας «Αδιάλλακτος» η οποία απαγορεύτηκε.
Συγκροτήθηκε συγκέντρωση στην «Αλάμπρα», στο βόρειο τμήμα της οδού «Λήδρας», ακούστηκαν βροντερές ιαχές υπέρ της ενώσεως και μια διαδήλωση 8-10 χιλιάδων λαού (χφ. Ντέιβις) ξεχύθηκε προς το κυβερνείο του κυβερνήτη Στορς, στον λόφο του σημερινού προεδρικού. Οι εξεγερμένοι έβαλαν φωτιά στο ξύλινο κτήριο, ανύψωσαν την ελληνική σημαία, το σύμβολο της αγγλοκρατίας έγινε παρανάλωμα του πυρός, κατάφθασαν ενισχύσεις, πυροβόλησαν και σκότωσαν τον δεκαεφτάχρονο Ονούφριο Κληρίδη, θείο του Γλαύκου Κληρίδη και τραυμάτισαν 15 επαναστάτες.
Ο επαναστατικός αναβρασμός απλώθηκε σ’ όλο τη νησί. Η πρωτεύουσα αποκλείστηκε, «για να μη κινηθούν ένοπλες ομάδες στη Λευκωσία», η πόλη νεκρώθηκε τα βράδια, τα νέα διαδίδονταν από σκιές που γλιστρούσαν από πόρτα σε πόρτα στο σκοτάδι. Περιγραφές μου έδωσε ο αείμνηστος Γλαύκος Κληρίδης, δωδεκαετής μαθητής τότε (Βλπ.στο προαναφερόμενο βιβλίο σελ. 234).
Σ’ όλη την Κύπρο οι κωδωνοκρουσίες καμπάνιζαν τον ξεσηκωμό στις πόλεις και στις κωμοπόλεις Λεμεσό, Κερύνεια, Λάρνακα, Πάφο, Γιαλούσα, Πισσούρι κι ο λαός πυρπολούσε την Αγγλία καταστρέφοντας τα φρούριά της. Ιδιαίτερη η εξέγερση στην Αμμόχωστο (δήμαρχος ο Εμφιετζής), (Αφήγηση μ. Κώστα Χριστοδουλίδη). Βράδυ 23ης Οκτωβρίου οι Βαρωσιώτες συγκρότησαν συλλαλητήριο, η λαοθάλασσα κατευθύνθηκε στον Άγιο Νικόλαο, μίλησαν ο Γ. Μυλωνάς, ο Ν. Δημητρίου, ο Ν. Πατατράκας. Ο κόσμος ξεχύθηκε προς το διοικητήριο όπου ανύψωσε την ελληνική σημαία και την 25η Οκτωβρίου διαδραματίστηκαν αιματηρά επεισόδια. Ένοπλες μονάδες επεχείρησαν ανακοπή της λαϊκής ορμής αλλά οι Βαρωσιώτες τις έτρεψαν σε φυγή. Οι Άγγλοι κάλεσαν ενισχύσεις ναυτών αλλά οι πολίτες, ακροβολισμένοι στις στέγες τους περίμεναν. Οι Άγγλοι σκότωσαν τον Χαράλαμπο Φιλή, 18 χρόνων, τραυμάτισαν τον αμαξάρη Γ. Χατζηβασίλη, 21 και τον Αδάμο Λαγό, 24,στο μάτι, από το Δάλι.
Η φλόγα απλώθηκε στη Γιαλούσα όπου πυρπόλησαν κτήριο, έγιναν συλλήψεις και βασανίστηκαν πολλοί (Αφήγηση Ονούφριου Παπαμιχαήλ στο προαναφερόμενο). Στην Κερύνεια ηγήθηκε ο μητροπολίτης Μακάριος Μυριανθεύς. Άνοιξε το στήθος του και προκάλεσε τον Άγγλο τυφεκιοφόρο να πυροβολήσει εκείνο και όχι το πλήθος.
Οι Άγγλοι σκότωσαν 18 πολίτες, τραυμάτισαν μεγάλο αριθμό εξεγερθέντων, εξόρισαν 10,συνέλαβαν και φυλάκισαν 2.952. Το 1932 υπήρχαν 870 εγκάθειρκτοι. Εκτόπισαν τον τοποτηρητή μητροπολίτη Λεόντιο, υπέβαλαν επαχθή πρόστιμα 34.245 λιρών, απαγόρευσαν τις σημαίες και τις κωδωνοκρουσίες, επέβαλαν λογοκρισία κι αποπειράθηκαν δημιουργία «κυπριακής συνείδησης» επί κυβερνητείας του αλήστου μνήμης Πάλμερ (1933-39). Και η επανάσταση πνίγηκε στον τρόμο και την καταπίεση.
Πηγή: Απόψεις, Ινφογνώμων Πολιτικά