Βυζαντινοί εναντίον Βουλγάρων στην Αγχίαλο |
Η κατάσταση στα Βαλκάνια φαίνεται να βελτιώθηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Βασιλείου του Α΄ με τον προσηλυτισμό στο χριστιανισμό του Βούλγαρου χάνου Βόριδος - ο οποίος έλαβε το χριστιανικό όνομα Μιχαήλ (852-889) και το τίτλο του τσάρου δηλαδή του καίσαρα- και μέρος του περιβάλλοντός του, με αποτέλεσμα την εμφάνιση ισχυρής φιλοβυζαντινής μερίδας στη βουλγαρική αυλή.
Με την άνοδο όμως στο θρόνο του Συμεών (893-927), ο οποίος είχε μεγαλώσει στην αυτοκρατορική αυλή της Κωνσταντινούπολης και είχε αναπτύξει δικές του αυτοκρατορικές φιλοδοξίες, ο πόλεμος δεν άργησε να ξεσπάσει και πάλι.
Το πρώτο βουλγαρικό βασίλειο 893-1018 |
Ήταν ένας σκληρός πόλεμος που συνεχίστηκε μέχρι τη δεκαετία του 920 και στη διάρκεια του οποίου η Πόλη πολιορκήθηκε κάποια στιγμή από έναν πανίσχυρο βουλγαρικό στρατό. Οι επιδόσεις των βυζαντινών στρατών δεν ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακές αυτήν την εποχή και μπορούν να αποδοθούν σε ανεπαρκή οργάνωση και διοικητική μέριμνα, σε φαινόμενα απειθαρχίας και σε ορισμένες περιπτώσεις σε ανίκανους διοικητές.
Σε αντίθεση με τα παραπάνω η μάχη του Αχελώου ποταμού αποτελεί ένα καλό παράδειγμα για το ρόλο που μπορεί να παίξει η τύχη στον πόλεμο και πώς ένας καλά προετοιμασμένος και με ικανή ηγεσία στρατός μπορεί να ηττηθεί εξαιτίας μιας απλής παρεξήγησης κατά τη διάρκεια της μάχης και του επακόλουθου πανικόυ.
Το 916-917 η αυτοκρατορία προετοίμασε μεγάλη εκστρατεία κατά των Βουλγάρων με αντικειμενικό σκοπό τη συντριβή του τσάρου Συμεών και την εξάλειψη των συνεχών απαιτήσεών του να παντρευτεί μια πριγκίπισσα από την αυτοκρατορική οικογένεια ώστε να αναδειχθεί ηγεμόνας ενός ενωμένου βυζαντινοβουλγαρικού κράτους. Τα σχέδια του αυτοκράτορα προέβλεπαν συμμαχία με τους νομάδες Πετσενέγκους ( ή Πατζινάκες, όπως τους έλεγαν οι Βυζαντινοί) που ζούσαν βόρεια του Δούναβη. Αυτοί θα διέσχιζαν τον ποταμό με βυζαντινά πλοία ώστε να επιτεθόυν στα νώτα των Βουλγάρων. Σε συνδυασμό με την εισβολή τους μια μεγάλη βυζαντινή στρατιά θα επιχειρούσε από ξηράς, κινούμενη βόρεια από την παραλιακή οδό,, και θα εισέβαλλε στα βουλγαρικά εδάφη, πάντα με την υποστήριξη του βυζαντινού στόλου.
Τον Αύγουστο οι αυτοκρατορικές δυνάμεις υπό την διοίκηση του στρατηγού Λέοντα Φωκά είχαν διεισδύσει ως τον Αχελώο ποταμό, κοντά στην Αγχίαλο (σημ. Πομόριε). Ο Συμεών όμως, έχοντας προειδοποιηθεί για την εισβολή, έστω και την τελευταία στιγμή, κατάφερε να συγκεντρώσει τις δυνάμεις του και να βαδίσει προς το νότο για να αντιμετωπίσει το βυζανιτνό στρατό . Τον συνάντησε στρατοπεδευμένο στην πεδιάδα κοντά στην ακτή και κατέλαβε τα υψώματα πάνω από αυτήν.
Ο αριθμός των Βουλγάρων στρατιωτών παραμένει άγνωστος. Από τα ην πλευρά των βυζαντινών υπήρχαν τα αυτοκρατορικά τάγματα καθώς και ορισμένες μονάδες της Μικράς Ασίας που είχαν μεταφερθεί ειδικά για την εκστρατεία, μαζί με τους στρατούς της Θράκης και της Μακεδονίας, συνολικά περίπου 30.000 άνδρες.
Η ακριβής εξέλιξη της μάχης δεν είναι σαφής, φαίνεται όμως ότι ο Συμεών εξαπέλυσε επίθεση μόλις παρατάχτηκε όλος ο στρατός του. Στην αρχή της μάχης ο αυτοκρατορικός στρατός διατηρούσε υπεροχή έναντι του αντιπάλου και οι Βούλγαροι είχαν σοβαρές απώλειες. Καθώς η μάχη λίγο-πολύ προχωρούσε κατ΄ ευχήν, ο Φωκάς, αναφέρουν οι Πηγές, αφίππευσε για να δροσιστεί σε ένα ρυάκι. Το άλογό του τρόμαξε και άρχισε να καλπάζει πανικόβλητο. Μερικοί στρατιώτες εκεί κοντά, βλέποντας το άλογο να καλπάζει πίσω από τις γραμμές τους και ανάμεσα στο στρατόπεδο, άρχισαν να φωνάζουν ότι ο διοικητής τους είχε σκοτωθεί. Αυτό μετέδωσε έναν ελαφρύ πανικό στις μονάδες που ετοιμάζονταν να καταδιώξουν του υποχωρούντες Βούλγαρους. Ο Συμεών που παρατηρούσε τη μάχη από ένα κοντινό ύψωμα, αλλά είχε μέχρι τότε διατηρήσει τον έλεγχο των στρατευμάτων του, και τα είχε διατάξει να οπισθοχωρήσουν με τάξη σε ισχυρότερες αμυντικές θέσεις, διέβλεψε την ευκαιρία που του παρουσιαζότανε. Διέταξε τις δυνάμεις του να σταματήσουν την οπισθοχώρησή τους, να αναστρέψουν και να επιτεθούν αιφνιδιαστικά στους Βυζαντινούς που τους καταδίωκαν. Σε συνδυασμό με την κραυγή που σηκώθηκε ότι ο στρατηγός σκοτώθηκε, η αντεπίθεση των Βουλγάρων ήταν αρκετή για να αναχαιτίσει τη βυζαντινή προέλαση και να τη μετατρέψει σε άτακτη υποχώρηση που μεταδόθηκε και στον υπόλοιπο στρατό. Η υποχώρηση εκφυλίστηκε σε άτακτη φυγή και οι Βούλγαροι, βλέποντας την κατάσταση, καταδίωξαν τους Βυζαντινούς χωρίς οίκτο.
Οι τελικές απώλειες ήταν τεράστιες για τους Βυζαντινούς και περιλάμβαναν αρκετούς ανώτατους αξιωματικούς και διοικητές ταγμάτων. Ο ίδιος ο επικεφαλής Λέων Φωκάς κατόρθωσε να φτάσει μέχρι τη Μεσήμβρια (σημ. Νεσεμπάρ), γειτονική πόλη στα παράλια. Οι τεράστιες απώλειες ήταν κυρίως αποτέλεσμα του πανικού και της φυγής. Εξήντα χρόνια μετά, αναφέρουν οι πηγές μας, σωροί από νεκροκεφαλές και ανθρώπινα οστά βρίσκονται διασπαρμένα στο πεδίο της μάχης και κατά μήκος των οχθών του Αχελώου. Το τοπωνύμιο μάλιστα Κόκκαλος μπορεί να δόθηκε στην περιοχή εξαιτίας αυτής της καταστροφής.
Η ήττα του Αχελώου είναι μια από τις μεγαλύτερες ήττες του βυζαντινού στρατού μετά την Πλίσκα έναν αιώνα νωρίτερα. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι σηματοδοτεί το τέλος μιας περιόδου που εκτείνεται από τα μέσα όγδοου ως την αρχή του 10ου αιώνα κατά την οποία η απειθαρχία αλλά και η τύχη καθόριζαν σε μεγάλο βαθμό τη μοίρα των βυζαντινών δυνάμεων. Παρ΄όλο που οι στρατοί της αυτοκρατορίας είχαν καταφέρει να επιτύχουν το στρατηγικό τους σκοπό, διατηρήσουν δηλαδή τα εδάφή της ανέπαφα και να επαναφέρουν τη στρατηγική ισορροπία στην Ανατολή, στα Βαλκάνια η κατάσταση είχε σίγουρα χειροτερεύσει από την ήττα της Πλίσκας (811) και μετά, με αποτέλεσμα το βουλγαρικό κράτος να έχει επεκταθεί νότια και νοτιοδυτικά και να αναδεικνύεται μείζονα δύναμη που να μπορεί να ανταγωνίζεται την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία για ολόκληρο τον αιώνα που θα ακολουθήσει.
Ο εκχριστιανισμός της βουλγαρικής άρχουσας τάξης μετά τη δεκαετία του 860 εισήγαγε ένα στοιχείο σταθερότητας, αλλά μαζί και νέους κινδύνους, όπως καταδεικνύουν τα σχέδια του Συμεών, η φιλοδοξία του οποίου να εγκαθιδρύσει μια βουλγαροβυζαντινή αυτοκρατορία δε σταμάτησε να προκαλεί προβλήματα παρά μόνο με το θάνατό το., το 927.
Ο αιώνας όμως που ακολούθησε επρόκειτο να επιφέρει ολοκληρωτική ανατροπή της στρατηγικής κατάστασης και στα δύο μέτωπα, στα Βαλκάνια και στην Ανατολή.
Πηγή: (Από το βιβλίο του John Haldon «Οι πόλεμοι του Βυζαντίου»), Βυζαντινών Ιστορικά