Ο Μανουήλ Παλαιολόγος γεννήθηκε το 1350, όταν ήδη η αυτοκρατορία βρισκόταν υπό κατάρρευση. Οι δύο εμφύλιοι πόλεμοι που προηγήθηκαν μεταξύ Ανδρόνικου Β΄ και Ανδρόνικου Γ΄, ακόμα χειρότερα, μεταξύ του πατέρα του Ιωάννη Παλαιολόγου και του Ιωάννη Καντακουζηνού, είχαν αφαιρέσει και την τελευταία ικμάδα ζωής από τη θνήσκουσα αυτοκρατορία.
Ειδικά, ο δεύτερος πόλεμος είχε ως συνέπεια την οριστική καταστροφή του στρατού, το πέρασμα των Τούρκων στην Ευρώπη και την κάθοδο των Σέρβων μέχρι τη Φωκίδα. Ο Μανουήλ έλαβε άριστη μόρφωση, δίπλα στον μεγάλο, Δημήτριο Κυδώνη. Ήταν ευγενής, φιλότιμος και φιλόπατρις. Πίστευε ακόμα πως το κράτος μπορούσε να σωθεί και πάλεψε με όλες τους τις δυνάμεις για τον σκοπό αυτό.
Από νεαρή ηλικία του δόθηκε η διακυβέρνηση της δεύτερης σημαντικότερης πόλης της αυτοκρατορίας, της Θεσσαλονίκης. Εκεί έδειξε τις αρετές του. Όμως, η ανικανότητα του πατέρα του, η προδοσία του μεγαλύτερου αδελφού του, Ανδρόνικου Δ’ και οι τρομερές συνθήκες που ερήμην του τον περιέβαλαν, δεν του επέτρεψαν να τις αξιοποιήσει στον βαθμό που θα επέτρεπαν την προς τα βέλτιστα μετατροπή της κατάστασης. Το 1384 ήταν και πάλι διοικητής της Μακεδονίας και είχε ως αντίπαλο τον σουλτάνο, Μουράτ.
Οι Τούρκοι αλώνιζαν, κυριολεκτικά, στις ελληνικές χώρες, ιδιαίτερα μετά την κατάληψη της Αδριανούπολης (1361). Ο Μανουήλ δεν απελπίστηκε όμως. Άλλωστε, ακόμα πολεμούσαν τους Τούρκους και οι άλλοι Βαλκάνιοι. Ο Μανουήλ συγκέντρωσε μερικούς στρατιώτες και κινήθηκε κατά των Σερρών. Είχε συνεννοηθεί με τους κατοίκους να του ανοίξουν τις πύλες και να σφάξουν την τουρκική φρουρά.
Τα σχέδια του όμως διέρρευσαν και ο Μουράτ στράφηκε εναντίον του με μεγάλες δυνάμεις. Ο Μανουήλ δεν ήταν σε θέση να πολεμήσει σε ανοικτό πεδίο τους χιλιάδες Τούρκους, καθώς σύμφωνα με μαρτυρίες της εποχής, διέθετε μόλις 100 τακτικούς στρατιώτες –οι υπόλοιποι που τον ακολουθούσαν ήταν άτακτοι, ένοπλοι πολίτες. Παρ’ όλα αυτά έδωσε μάχη, στο φρούριο του Χορτιάτη με τους Τούρκους. Πολέμησε ηρωικά, αλλά νικήθηκε και βρήκε καταφύγιο στη Θεσσαλονίκη.
Εκεί, αντιστάθηκε επί 4 χρόνια. Όταν η πόλη υπέκυψε, εκείνος για να μην υποστούν την τουρκική εκδίκηση οι πολίτες, πήγε μόνος του στον Μουράτ, αναλαμβάνοντας την ευθύνη. Ακόμα και ο Τούρκος εκτίμησε το θάρρος του και πέραν πάσης προσδοκίας δεν τον εκτέλεσε. Λίγο αργότερα ο Μουράτ σκοτώθηκε στη μάχη του Κοσσυφοπεδίου και τον διαδέχτηκε ο γιος του, ο Βαγιαζήτ. Αυτός κρατούσε ως όμηρο τον Μανουήλ.
Ο Μανουήλ ωστόσο κατόρθωσε να δραπετεύσει, το 1390, όταν έμαθε ότι πέθανε ο πατέρας του, ο αυτοκράτορας Ιωάννης. Κατάφερε να φτάσει στην Πόλη και να χριστεί αυτοκράτορας. Ο Βαγιαζήτ τότε απέκλεισε την Πόλη, προσδοκώντας να την εκπορθήσει με όπλο την πείνα. Χρησιμοποίησε όμως και τον προδότη Ιωάννη Παλαιολόγο, ανεψιό του Μανουήλ, για την εκπλήρωση των σχεδίων του. Ο Μανουήλ κατάφερε να αποκρούσει τους Τούρκους και να αντιμετωπίσει και τον προδότη, που στήριζε ο Βαγιαζήτ. Οι συνεχείς διπλωματικές του ενέργειες έφεραν τελικά κάποια αποτελέσματα.
Όλες όμως οι ελπίδες διαψεύσθηκαν στη Νικόπολη, το 1396, όταν ο στρατός των σταυροφόρων αφανίστηκε. Το 1399 έφτασε στην Πόλη ένα μικρό σώμα Γάλλων, υπό τον «πρωτοστάτορα» Βουσικώ και περί τους 1700 άνδρες. Το σώμα αυτό πολέμησε καλά, αλλά το 1400, υποχρεώθηκε να φύγει, ελλείψει πόρων. Ο Βουσικώ προέτρεψε τον Μανουήλ να ταξιδέψει στην Ευρώπη και να ζητήσει βοήθεια. Πράγματι, ο Μανουήλ περιόδευσε τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, αλλά μάταια.
Μια ευκαιρία όμως παρουσιάστηκε με την εισβολή του Ταμερλάνου στη Μικρά Ασία. Οι Μογγόλοι διέλυσαν τους Τούρκους και αιχμαλώτισαν τον Βαγιαζήτ. Ακολούθησε εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των διαδόχων του Βαγιαζήτ, στην οποία ενεπλάκη και ο Μανουήλ, ανακτώντας τη Θεσσαλονίκη, πολλές πόλεις της Προποντίδας και τμήματα της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας.
Επίσης, ο αυτοκράτορας ενδιαφέρθηκε για την Πελοπόννησο. Πήγε ο ίδιος στην Πελοπόννησο, φρόντισε για την ανέγερση του τείχους του Εξαμιλίου και για την ολοκληρωτική καταστροφή των τελευταίων λατινικών ερεισμάτων εκεί.
Πέθανε το 1425, έχοντας προσπαθήσει υπέρ το δέον να ανατρέψει μια κατάσταση την οποία δεν δημιούργησε. Πάλεψε με όλες τους τις δυνάμεις, μέχρι την τελευταία στιγμή. Αυτά τα ιδανικά πέρασε και στον γιο του, τον έσχατο αυτοκράτορα, τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο.
Πηγή: history-point.gr