Μετά την εδραίωση του αραβικού χαλιφάτου η Βυζαντινή Αυτοκρατορία βρέθηκε έναντι ενός φανατισμένου και πείσμονος αντιπάλου στα ανατολικά της σύνορα. Οι Άραβες εκτελούσαν καταστροφικές επιδρομές σε τακτά χρονικά διαστήματα στη Μικρά Ασία καθ’ όλη τη διάρκεια του 8ου και 9ου αιώνα επιχειρώντας να εξαπλώσουν, μέσω της τζιχάντ, του «ιερού πολέμου», την επικράτεια των Ισλάμ.
Οι Άραβες συνεργάστηκαν και με τους Παυλικιανούς, οπαδούς μιας μανιχαϊστικής αίρεσης, της Τεφρικής (σημερινό Ντερβίκ στην Σεβάστεια) και μαζί αφάνιζαν τις βυζαντινές χώρες. Στη δεκαετία του 860 μ.Χ. σε μεγάλη απειλή για το Βυζάντιο είχε εξελιχθεί το αραβικό εμιράτο της Μελιτινής (σημερινή Μαλάτια, της σημερινής Τουρκίας).
Ο εμίρης Ομάρ αλ Ακτά είχε εκτελέσει μαζί με τους Παυλικιανούς, υπό τον Καρβαία, μια απίστευτα καταστροφική επιδρομή το 860 μ.Χ. σφάζοντας, καταστρέφοντας και λεηλατώντας σε μεγάλο τμήμα της Μικράς Ασίας. Αμέσως μετά ακολούθησε νέα αραβική επιδρομή από τον εμίρη της Ταρσού, ενώ αραβικός στόλος κατέλαβε και ισοπέδωσε την Αττάλεια.
Νέα εισβολή
Το καλοκαίρι του 863 μ.Χ, ο Ομάρ αλ Ακτά, ενισχυμένος και με δυνάμεις του χαλιφάτου των Αβασιδών της Βαγδάτης αλλά και τους Παυλικιανούς του Καρβαία εισέβαλε πάλι στο βυζαντινό έδαφος. Οι Άραβες, σύμφωνα με τον Βυζαντινό ιστορικό Γενέσιο, αλλά και τον άγνωστο συνεχιστή της ιστορίας του Θεοφάνη, διέθεταν 40.000 άνδρες συνολικά. Άλλες πηγές αναφέρουν πως οι Άραβες διέθεταν 8-20.000 άνδρες.
Στο μεταξύ ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Γ’ είχε συγκεντρώσει δυνάμεις για να τους αντιμετωπίσει. Οι αντίπαλοι συναντήθηκαν κοντά στην Ναζιανζό. Εκεί συγκροτήθηκε αιματηρή μάχη που όμως δεν είχε ξεκάθαρο νικητή.
Η αραβική στρατιά συνέχισε την ματωμένη πορεία της φτάνοντας μέχρι την Αμισό (Σαμψούντα) στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Σύμφωνα με τους Βυζαντινούς ιστορικούς ο αλαζόνας Ομάρ, θυμωμένος που η θάλασσα τον εμπόδιζε να προχωρήσει διέταξε να τη μαστιγώσουν.
Αφανισμός
Οι Άραβες επιτέθηκαν, κατέλαβαν και λεηλάτησαν την Αμισό σφάζοντας εκατοντάδες κατοίκους της. Όταν ο αυτοκράτορας πληροφορήθηκε την καταστροφή της Αμισού διέταξε την συγκρότηση μιας στρατιάς 50.000 ανδρών την οποία έθεσε υπό τη διοίκηση του Δομέστιχου των Σχολών (στρατηγός των επίλεκτων αυτοκρατορικών ταγμάτων) και θείου του Πετρωνά και τον στρατηγό του Θέματος των Βουκελαρίων Βασίλειο (Νασάρ).
Οι βυζαντινές δυνάμεις προσέγγισαν τους Άραβες από τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις. Επιδεικνύοντας αξιοσημείωτη ικανότητα οι Βυζαντινοί στρατηγοί κατάφεραν να συντονίσουν τις κινήσεις των δυνάμεών τους που έρχονταν μέχρι και από τη Μακεδονία και κατάφεραν, στις 2 Σεπτεμβρίου 863 μ.Χ. να κυκλώσουν, σχεδόν, τον αραβικό στρατό στον ποταμό Λαλακάονα, περί τα 130 χλμ. νοτιοανατολικά της Αμισού. Η μόνη διέξοδος διαφυγής των Αράβων και των συμμάχων τους ήταν μέσω ενός παρακείμενου λόφου.
Αμφότεροι οι αντίπαλοι προσπάθησαν να καταλάβουν τον λόφο αλλά οι Βυζαντινοί το κατόρθωσαν. Την επομένη, 3 Σεπτεμβρίου, ο Ομάρ συγκέντρωσε το σύνολο των ανδρών του και επιτέθηκε κατευθείαν δυτικά, κατά των ανδρών του Πετρωνά με σκοπό να ανοίξει πέρασμα στον βυζαντινό κλοιό.
Οι άνδρες του Πετρωνά όμως άντεξαν στην φανασιτμένη έφοδο Αράβων και Παυλικιανών μέχρι που οι άλλες βυζαντινές δυνάμεις τους επιτέθηκαν από τα πλευρά και τα νώτα. Ύστερα από τα εγκλήματα των Αράβων στη Μικρά Ασία και την Αμισό οι Βυζαντινοί δεν φάνηκαν ιδιαιτέρως πρόθυμοι να συλλάβουν αιχμαλώτους.
Το σύνολο της αραβικής στρατιάς αφανίστηκε μαζί με τον Ομάρ και τον Καρβαία. Ελάχιστοι Άραβες κατάφεραν, προσωρινά, να ξεφύγουν, υπό την ηγεσία του γιου του Ομάρ. Και αυτοί όμως καταδιώχθηκαν από τον κλεισουράρχη του Χαρισιανού Μαχαιρά και αιχμαλωτίσθηκαν.
Οι Βυζαντινοί εκμεταλλεύτηκαν την περιφανή νίκη τους επιτιθέμενοι και στον εμίρη της Ταρσού τον οποίο νίκησαν σε μάχη και σκότωσαν. Έτσι εξοντώθηκαν τρεις ιδιαίτερα επικίνδυνοι για την Αυτοκρατορία αντίπαλοι. Η μάχη στο Λαλακάονα σηματοδότησε την αλλαγή της ισορροπίας δυνάμεων προλειαίνοντας το έδαφος για τη μεγάλη αντεπίθεση επί Μακεδονικής Δυναστείας.
Πηγή: history-point.gr