Το 533 μ.Χ. ο Ιουστινιανός ανέθεσε στον στρατηγό Βελισάριο την κατάκτηση του ληστρικού κράτους των Γερμανών Βανδάλων στη Βόρεια Αφρική. Για τον σκοπό αυτό του διέθεσε μόλις 5.000 ιππείς και 10.000 πεζούς. Από τους ιππείς οι 1.000 ήταν Ούννοι και Γερμανοί, οι 1.500 επίλεκτοι βουκελάριοι, υπό τον Ιωάννη Τρωγλίτη, και οι λοιποί καβαλάριοι υπό τον παιδικό φίλο του Ρουφίνο.
Το πεζικό αποτελείτο από βαριά οπλισμένους σκουτάτους (δορυφόρους) και από ψιλούς ακροβολιστές, τοξότες, σφενδονήτες και ακοντιστές. Αρχηγός του πεζικού ορίστηκε ο Ιωάννης ο εκ Δυρραχίου. Με αυτές τις δυνάμεις θα έπρεπε ο Βελισάριος να πολεμήσει, σε μια χώρα πεδινή, εναντίον των εκλεκτότερων ιππέων του κόσμου, όπως θεωρούντο οι Βάνδαλοι.
Οι “μελλοθάνατοι”
Ο Βελισάριος αφού ολοκλήρωσε τις προετοιμασίες απέπλευσε, τον Μάρτιο του 533 μ.Χ. από την Κωνσταντινούπολη, μέσα σε κλίμα ανησυχίας, καθώς ο ίδιος και οι άνδρες θεωρούνταν περίπου μελλοθάνατοι. Ενδεικτικό του κλίματος που επικρατούσε ήταν η συζήτηση μεταξύ του επάρχου Κωνσταντινούπολης και του στενού συνεργάτη του Ιουστινιανού Ιωάννη Καππαδόκη.
«Φοβάμαι πως αυτή η καταστροφή θα αποδειχτεί τόσο μεγάλη όσο και εκείνη που υπέφεραν οι πρόγονοί μας από τον Γιζέριχο», είπε ο έπαρχος αναφερόμενος στην συντριπτική ήττα των Βυζαντινών από τους Βανδάλους επί αυτοκράτορα Λέοντα Α.
«Αυτό δεν μπορεί να συμβεί. Σε εκείνη την εκστρατεία χάσαμε 100.000 άνδρες, αλλά τώρα έπεισα τον αυτοκράτορα να στείλει μόνο 15.000, πεζοί οι περισσότεροι», απάντησε ο Καππαδόκης.
«Και τι μάχιμη δύναμη υπολογίζεις να έχουν οι Βάνδαλοι», ξαναρώτησε ο έπαρχος.
«Περισσότερους από 100.000 άνδρες, αν υπολογίσεις και τους Μαυριτανούς υπηκόους τους», απάντησε αδιάφορα ο Καππαδόκης.
«Τότε τι ελπίδες επιτυχίας μπορεί να έχει ο Βελισάριος;», ρώτησε έκπληκτος ο έπαρχος.
Ο Καππαδόκης σήκωσε ανέμελα τους ώμους και απάντησε: «Κάθε δεσπότης μπορεί να κάνει όνειρα».
Απόβαση και πορεία προς το Δέκιμο
Στις 24 Ιουνίου του 533 μ.Χ. η μικρή βυζαντινή στρατιά αποβιβάστηκε στην Βόρεια Αφρική. Ο Βάνδαλος βασιλιάς Γελίμερος δεν βρισκόταν εκείνη την περίοδο στην πρωτεύουσά του. Τοποτηρητή στον θρόνο είχε αφήσει τον αδερφό του Αμάτα ο οποίος τον ενημέρωσε για την απόβαση των Βυζαντινών. Ο Γελίμερος έσπευσε τότε προς την Καρχηδόνα, διατάσσοντας τον αδερφό του να σπεύσει να καταλάβει με όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις τη στενωπό στον οδοδείκτη του δεκάτου μιλίου (Δέκιμο) από την πρωτεύουσά του Καρχηδόνα, το αργότερο έως το πρωί της 3η Ιουλίου.
Ο Γελίμερος σχεδίασε στη θέση αυτή να καταστρέψει τον Βυζαντινό Στρατό. Ο Αμάτας θα κρατούσε τη στενωπό και ο ίδιος, με τον κύριο όγκο του στρατού θα κινείτο νότια αυτής και θα περικύκλωνε και θα σφαγίαζε τη στρατιά του Βελισάριου.
Στο μεταξύ ο Βελισάριος, αγνοώντας τις κινήσεις του αντιπάλου του προώθησε τον στρατό του προς την Καρχηδόνα, καλύπτοντας το αριστερό του πλευρό με τους 600 Ούννους ιππείς του. Επίσης διέταξε τον Ιωάννη Τρωγλίτη να κινηθεί με 300 βουκελαρίους, ως εμπροσθοφυλακή, σε απόσταση 4χλμ. από το κύριο σώμα.
Στις 3 Ιουλίου η μικρή βυζαντινή στρατιά έφτασε σε απόσταση 8 χλμ. περίπου από τη στενωπό του Δέκιμου. Ο Βελισάριος δεν σκέφτηκε να εκβιάσει άμεσα το πέρασμα. Διέταξε τους άνδρες του κατασκευάσουν νέο οχυρό στρατόπεδο, έτσι ώστε ακόμα και αν συνέβαινε το παραμικρό ατύχημα, να έχουν ένα καταφύγιο.
Ο Αμάτας από την άλλη είχε καθυστερήσει δραματικά να καταλάβει και να επανδρώσει με σοβαρές δυνάμεις τη στενωπό του Δέκιμου. Το μεσημέρι της 3ης Ιουλίου μόνο ο ίδιος και 100 ιππείς βρίσκονταν εκεί και πάλι όμως χωρίς να έχουν καν λάβει θέσεις μάχης. Ο Αμάτας είχε διατάξει τους Βανδάλους της Καρχηδόνας να τον ακολουθήσουν. Αλλά οι Βάνδαλοι στρατιώτες του καθυστέρησαν να «επιστρατευτούν».
Έτσι ο Γελίμερος μετέβαλε το σχέδιο του και αποφάσισε να κινηθεί ο ίδιος με 30.000 περίπου άνδρες (νεότεροι ιστορικοί κάνουν λόγο για μόνο 9.000 άνδρες) προς το Δέκιμο και να ενωθεί με τις δυνάμεις του αδερφού του. Ανέθεσε παράλληλα στον ανεψιό του Γιβαμούνδο, με 2.000 ιππείς, να εκτελέσει υπερκερωτικό ελιγμό, περικυκλώνοντας τους Βυζαντινούς, την ώρα που ο ίδιος θα τους έπληττε κατά μέτωπο.
Οι 300 βουκελάριοι και οι Ούννοι
Ο Βελισάριος έχοντας εξασφαλίσει την άμυνα του, έξω από τη στενωπό, διέταξε τον φίλο του Ιωάννη με τους 300 βουκελαρίους να κινηθούν εντός. Εφόσον δεν είχε έως τότε εντοπίσει σοβαρές βανδαλικές δυνάμεις να την κατέχουν, σκέφτηκε ότι θα προλάβαινε να την καταλάβει πρώτος. Πραγματικά οι άνδρες του Ιωάννη κινήθηκαν με προσοχή εντός της στενωπού. Ξαφνικά εντόπισαν τους 100 Βανδάλους του Αμάτα και επιτέθηκαν εναντίον τους.
Οι Βάνδαλοι πολέμησαν γενναία σκοτώνοντας 12 Βυζαντινούς. Στο τέλος όμως κατατροπώθηκαν και διαλύθηκαν. Ο δε Αμάτας, ο οποίος επιχείρησε να επιτεθεί στον Ιωάννη, δέχτηκε από τον Βυζαντινό αξιωματικό ένα χειρόβολο (ή ριπτάριο, είδος βελόσχημου βλήματος που ρίχνονταν με το χέρι) κατάστηθα και έπεσε νεκρός. Κατόπιν τούτου οι επιζώντες Βάνδαλοι τράπηκαν πανικόβλητοι σε φυγή, καταδιωκόμενοι κατά πόδας από τους βουκελαρίους.
Οι Βάνδαλοι φυγάδες, στον πανικό τους, παρέσυραν σε φυγή και τους συστρατιώτες τους, οι οποίοι έρχονταν ασύντακτα, σε μικρές ομάδες από την Καρχηδόνα για να επανδρώσουν την αμυντική γραμμή στη στενωπό. Έτσι σε όλη την απόσταση των 14 χλμ. από τη στενωπό του Δέκιμου, έως τα τείχη της Καρχηδόνας, χιλιάδες Βάνδαλοι έτρεχαν πανικόβλητοι να ξεφύγουν από την επέλαση 288 Βυζαντινών βουκελαρίων!
Οι Βάνδαλοι πανηκόβλητοι, κατέφυγαν στην Καρχηδόνα, όπου και «πολιορκήθηκαν» από τις τρείς κενταρχίες (ίλες) των βουκελαρίων! Η επιτυχία του Ιωάννη Τρωγλίτη αποκτούσε ακόμα μεγαλύτερο βάρος εφόσον απέκλειε κάθε αποστολή ενίσχυσης στον στρατό του Γελίμερου.
Ο Βελισάριος εκμεταλλεύτηκε το γεγονός ότι η στενωπός ήταν αφρούρητη και διέταξε το υπόλοιπο ιππικό να κινηθεί εντός της, πλην των 600 Ούννων ιππέων του. Οι Ούννοι που κινούνταν αριστερά της στενωπού εντόπισαν τους 2.000 Βανδάλους του Γιβαμούνδου.
Τότε πλησιάζοντας σε απόσταση βολής τόξου άρχισαν να θερίζουν τους Βανδάλους με βέλη. Όταν οι τελευταίοι εφορμούσαν εναντίον τους, οι Ούννοι οπισθοχωρούσαν, για να επανέλθουν και πάλι σε λίγο, πάντα σε διάταξη ακροβολισμού. Οι Βάνδαλοι καταπονήθηκαν ιδιαιτέρως από αυτόν τον «κλεφτοπόλεμο» και όταν δέχθηκαν την επέλαση των Ούννων δεν άντεξαν και διαλύθηκαν. Οι Ούννοι τους καταδίωξαν και τους έσφαξαν όλους.
Ο Γελίμερος συντρίβεται
Ήδη το σχέδιο του Γελίμερου είχε καταρρεύσει. Το μόνο άθικτο τμήμα του στρατού ήταν αυτό που διοικούσε ο ίδιος, το οποίο όμως ήταν διπλάσιο αριθμητικά του Βυζαντινού Στρατού στο σύνολό του. Χωρίς να γνωρίζει τι είχε συμβεί, ο Γελίμερος κινήθηκε και αυτός προς τη στενωπό του Δέκιμου.
Την ίδια ώρα μια κενταρχία καβαλαρίων και οι Γερμανοί του Βελισάριου, 500 συνολικά ιππείς, έφτασαν στην δυτική έξοδο της στενωπού. Ο Βελισάριος με άλλες 3.600 ιππείς ακολουθούσε. Ξαφνικά οι 500 ιππείς ειδοποίησαν τον Βελισάριο ότι αμέτρητοι Βάνδαλοι ιππείς έρχονταν από τα δυτικά. Οι 100 καβαλάριοι, οπλισμένοι με τόξα όπως ήταν, ακροβολίστηκαν και ενεπλάκησαν με τους Βανδάλους. Η αριθμητική υπεροχή όμως των εχθρών τους υποχρέωσε σε υποχώρηση.
Στο μεταξύ ο Γελίμερος, αλλά και οι άνδρες του πληροφορήθηκαν τον θάνατο του ανεψιού του και του αδερφού του. Η ειδήσεις αυτές προκάλεσε σύγχυση στους Βανδάλους.Αυτή ακριβώς τη σύγχυση εκμεταλλεύτηκε ο Βελισάριος και αποφάσισε να αντεπιτεθεί. Χώρισε τους ιππείς του σε δύο σώματα και επιτέθηκε.
Οι Βάνδαλοι, οι οποίοι δεν περίμεναν επίθεση, αιφνιδιάστηκαν και περιέπεσαν σε πλήρη αταξία, δεχόμενοι συνεχώς τα βέλη των καβαλαρίων. Εκατοντάδες Βάνδαλοι έπεσαν από την πρώτη αυτή «ομοβροντία». Πριν καλά-καλά συνέλθουν δέχτηκαν και δεύτερη και τρίτη. Όταν δοκίμασαν να αντεπιτεθούν οι καβαλάριοι άνοιξαν τους ζυγούς τους και οπισθοχώρησαν, αποφεύγοντας την επέλαση των εχθρών.
Μόλις οι Βάνδαλοι σταματούσαν, οι Βυζαντινοί επανέκαμπταν και εξαπέλυαν εναντίον τους νέα βροχή από βέλη. Η μάχη κράτησε έως το σούρουπο, οπότε οι Βάνδαλοι, μη αντέχοντας άλλο την καταπόνηση και τις απώλειες, τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας πολλούς νεκρούς στο πεδίο της μάχης.
Για κακή τους τύχη όμως αρκετοί από αυτούς έπεσαν πάνω στους Ούννους, οι οποίοι είχαν σπεύσει προς τη δυτική είσοδο της στενωπού, και σφαγιάστηκαν ανηλεώς. Ο Βελισάριος με 5.000 ιππείς, χωρίς τελικά να εμπλέξει καν το πεζικό του, είχε συντρίψει 40.000 Βανδάλους, αποκόπτοντας τους παράλληλα από την πρωτεύουσα τους Καρχηδόνα.
Πηγή: history-point.gr