Το 1366 η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, ήταν κατ’ ευφημισμό κράτος. Οι Οθωμανοί, μετά την κατάληψη της χερσονήσου της Καλλίπολης, το 1354, εξασφάλισαν ένα σταθερό προγεφύρωμα στην Ευρώπη το οποίο μάταια οι Βυζαντινοί επιχείρησαν να ανακτήσουν.
Με ορμητήριο την Καλλίπολη οι Τούρκοι επεκτάθηκαν ταχύτατα στις πάλαι ποτέ θρακικές και μακεδονικές επαρχίες του Βυζαντίου, άνευ ουσιαστικής αντίστασης. Τη περίοδο αυτή κυβερνούσε το κράτος ο Ιωάννης Ε’ Παλαιολόγος, ένας όχι και τόσο προικισμένος ηγεμόνας.
Ο Ιωάννης είχε ζητήσει βοήθεια από τη Δύση φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να μεταβεί ο ίδιος προς συνάντηση του Ούγγρου βασιλιά, το 1366. Κατά την επιστροφή του, αιχμαλωτίστηκε από τους Βούλγαρους, πιθανώς με μεσολάβηση του γιου του Ανδρόνικου Δ’ που ήθελε τον θρόνο για τον εαυτό του.
Ανάκτηση της Καλλίπολης
Στο μεταξύ ο εξάδελφος του αυτοκράτορα (από την μητέρα του Άννα της Σαβοΐας) κόμης Αμεδαίος της Σαβοΐας, γνωστός ως «Πράσινος Κόμης», ανέλαβε την εκτέλεση σταυροφορίας κατά των Τούρκων. Διέθετε όμως μικρές δυνάμεις (15-16 πλοία και 1.700 άνδρες).
Η μικρή αυτή δύναμη φαίνεται αστεία ενώπιων των τουρκικών στιφών. Όμως οι άνδρες του Αμεδαίου ήταν έμπειροι και καλά οπλισμένοι. Ο «Πράσινος Κόμης» φτάνοντας στην Πόλη όπου κυβερνούσε ο άθλιος Ανδρόνικος Δ’, αποφάσισε να επιτεθεί στην Καλλίπολη. Αν καταλάμβανε την ομώνυμη οχυρωμένη πόλη και την χερσόνησο θα έκοβε στα δύο το οθωμανικό κράτος και θα δυσκόλευε την μεταφορά τουρκικών δυνάμεων από την Μικρά Ασία στην Ευρώπη και αντιστρόφως.
Έτσι οι σταυροφόροι κίνησαν κατά της πόλης ενισχυμένοι με λίγους άνδρες του ηγεμόνα της Λέσβου και γαμβρού του Ιωάννη Ε’, Φραντζέσκο Γκατελούζο και – σύμφωνα με ιταλικές πηγές της εποχής – με λίγους Βυζαντινούς υπό τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φιλόθεο Κόκκινο. Ωστόσο η πληροφορία αυτή ελέγχεται.
Στις 22 Αυγούστου οι σταυροφόροι και οι σύμμαχοί τους επιτέθηκαν κατά της Καλλίπολης από στεριά και θάλασσα. Οι πληροφορίες για το πώς κυριεύτηκε η πόλη είναι συγκεχυμένες και υπάρχουν δύο βασικές εκδοχές. Κατά την πρώτη οι Τούρκοι φοβισμένοι την εγκατέλειψαν και οι κάτοικοι άνοιξαν τις πύλες στους χριστιανούς. Κατά τη δεύτερη και πιθανότερη, η πόλη κυριεύθηκε εξ εφόδου με τους Τούρκους της ακρόπολης να παραδίδονται στις 26 Αυγούστου.
Την επομένη το μήνυμα της πρώτης χριστιανικής νίκης κατά των Τούρκων στάλθηκε στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί στη Δύση. Η ανάκτηση της Καλλίπολης ήταν μεγάλης σημασίας γεγονός που ίσως άλλαζε την τύχη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αν έλλειπε η διχόνοια και υπήρχε άξια ηγεσία. Δυστυχώς τίποτα από τα δύο δεν ίσχυσε. Οι νικητές στις 4 Σεπτεμβρίου επέστρεψαν στην Πόλη. Κατόπιν οι σταυροφόροι εκστράτευσαν στην Βουλγαρία και ανάγκασαν τους Βούλγαρους να απελευθερώσουν τον αυτοκράτορα που επέστρεψε και ανέκτησε τον θρόνο του.
Ο Αμεδαίος συνέχισε την δράση του έως τον Μάιο του 1367, καταλαμβάνοντας δύο τουρκικά φρούρια κοντά στην Κωνσταντινούπολη, απελευθερώνοντας την από την οθωμανική ασφυκτική πίεση. Επίσης νίκησε τους Τούρκους που επιτέθηκαν στην Σωζόπολη της σημερινής Βουλγαρίας.
Ωστόσο δεν είχε άλλους πόρους και ο αυτοκράτορας δεν ήταν σε θέση να συντηρήσει έστω και αυτό το μικρό σώμα, σε τέτοια κατάντια είχε περιπέσει τη πάλαι ποτέ κραταιά αυτοκρατορία. Τελικά τον Ιούνιο ο Αμεδαίος και οι άνδρες του αναχώρησαν για αφού παρέδωσαν την Καλλίπολη στους Βυζαντινούς.
Η προδοσία
Μετά την αναχώρηση του Αμεδαίου ο Ιωάννης αποφάσισε να ταξιδέψει και πάλι στη Δύση ζητώντας βοήθεια. Όμως λόγω χρεών κρατήθηκε στη Βενετία. Ο Ανδρόνικος Δ’ κατάλαβε και πάλι τον θρόνο. Τελικά ο Ιωάννης επέστρεψε το 1371. Ο γιος του όμως επαναστάτησε εναντίον του 1376.
Παραχωρώντας στον Τούρκο σουλτάνο Μουράτ την στρατηγικής σημασίας χερσόνησο της Καλλίπολης και στους Γενουάτες την Τένεδο, ο προδότης Ανδρόνικος έγινε αυτοκράτορας στα ερείπια του βυζαντινού κράτους, φυλακίζοντας τον πατέρα του και τον αδελφό του Μανουήλ.
Επικεφαλής Τούρκων εισήλθε «θριαμβευτής» στην Κωνσταντινούπολη ο Ανδρόνικος, το 1376. Η βασιλιά του κράτησε τρία περίπου χρόνια, όταν ο Ιωάννης και Μανουήλ απέδρασαν με τη βοήθεια των Βενετών και τον εκθρόνισαν. Ο προδότης Ανδρόνικος κατέφυγε στους Γενουάτες, στον Γαλατά απέναντι από την Πόλη, όπου παρέμεινε μέχρι το 1381.
Στην συνέχεια όμως συγχωρήθηκε, αντί να εκτελεστεί με παραδειγματικό τρόπο, από τον νωθρό Ιωάννη Ε’, ο οποίος σύμφωνα με τον Μιχαήλ Δούκα μόνο για τις γυναίκες ενδιαφερόταν. Ο Ιωάννης μάλιστα παραχώρησε στον Ανδρόνικο την πόλη της Σηλυβρίας ως προσωπικό του φέουδο. Ο άθλιος αυτός επαναστάτησε πάλι, το 1385,αλλά δεν πρόλαβε να βλάψει και άλλο το κράτος καθώς πέθανε την άνοιξη του έτους αυτού.
Πηγή: history-point.gr