Στις 25 Ιουλίου 1261 ο στρατηγός Αλέξιος Στρατηγόπουλος κατέλαβε την Κωνσταντινούπολη. Στην εικόνα, μολυβδόβουλο (μολύβδινη σφραγίδα) του Αλέξιου Στρατηγόπουλου, περίπου 1251-8. Zacos, G., Veglery, A., Byzantine Lead Seals, Vol. 1, Part III, Basel 1972, p. 1577, pl. 190, no. 2756.
Λίγο μετά τη στέψη του σε αυτοκράτορα τον Ιανουάριο του 1259 ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος έπρεπε να αντιμετωπίσει την εναντίον του συμμαχία που είχε συνάψει ο Μιχαήλ Β’ της Ηπείρου με το βασιλιά Μανφρέδο της Σικελίας και τον πρίγκηπα Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο της Αχαΐας. Οι σύμμαχοι είχαν κερδίσει επιπλέον την υποστήριξη των Σέρβων και των Αλβανών.
Ο Μιχαήλ κατάφερε να φανεί αντάξιος των περιστάσεων. Έθεσε επικεφαλής των αυτοκρατορικών στρατευμάτων τον αδελφό του Ιωάννη που νίκησε τις δυνάμεις των συμμάχων στη μάχη της Πελαγονίας το φθινόπωρο του 1259.
Επόμενο βήμα του Μιχαήλ ήταν πλέον η προσπάθεια ανακατάληψης της Κωνσταντινούπολης. Για να εξασφαλιστεί από ενδεχόμενη αντίδραση της Βενετίας που στήριζε τη λατινική αυτοκρατορία σύναψε με τη Γένοβα τη συνθήκη του Νυμφαίου (13 Μαρτίου 1261). Με αυτήν παραχώρησε στους γενουάτες εμπόρους ιδιαίτερα προνόμια με αντάλλαγμα την πολεμική βοήθεια εναντίον της Βενετίας και θεμελίωσε έτσι τη δύναμη της Γένουας στην Ανατολή.
Η βοήθεια όμως της Γένουας δεν κρίθηκε τελικά απαραίτητη. Ο βυζαντινός στρατηγός Αλέξιος Στρατηγόπουλος επωφελήθηκε από την απουσία λατινικών δυνάμεων στην Κωνσταντινούπολη και στις 25 Ιουλίου 1261 κατά τη διάρκεια αναγνωριστικής επιχείρησης προς τα σύνορα με τη Βουλγαρία με ξαφνική επίθεση κατέλαβε την πόλη χωρίς αντίσταση. Ύστερα λοιπόν από 57 χρόνια λατινικής κυριαρχίας η πόλη του Μ. Κωνσταντίνου ήταν πάλι βυζαντινή. Στις 15 Αυγούστου 1261 ο Μιχαήλ Παλαιολόγος έκανε θριαμβευτικά την είσοδό του στην πόλη και στέφθηκε για δεύτερη φορά αυτοκράτορας στην Αγία Σοφία.
Πηγή: Αβέρωφ