Γράφει ο Αρματιστής
Ταξίαρχος ε.α. Βασίλειος Λουμιώτης
Πίνακας Περιεχομένων
1. Η καταστροφή της IV Μεραρχίας
1.8 Οι απώλειες προσωπικού και υλικού των IV και ΧΙΙ Μεραρχιών
2. Οι ευθύνες του διοικητή της IV Μεραρχίας για την καταστροφή της Μεραρχίας του
3.1 Η συνάντηση με βάση την Έκθεση Πλαστήρα
3.6 Το Απόσπασμα Πλαστήρα έφευγε συντεταγμένο, ή ατάκτως;
4.1 Η συνάντηση με βάση την Έκθεση Πλαστήρα
4.2 Η σχολιαζόμενη καταχώρηση της Έκθεσης Πλαστήρα είναι ψευδής και του «παραλόγου»
1. Η καταστροφή της IV Μεραρχίας
Οι Μονάδες της IV Μεραρχίας συμπτύχθηκαν στο Κιοπρουλού με σχετική τάξη, λαμβάνοντας βεβαίως υπόψη τις συνθήκες υπό τις οποίες διατάχθηκε η σύμπτυξη, ότι οι Μονάδες της Μεραρχίας βρίσκονταν σε στενή εμπλοκή με τις αντίστοιχες τουρκικές δυνάμεις και επομένως απαιτούνταν σημαντικός χρόνος να απαγκιστρωθούν και στη συνέχεια να κάνουν έναρξη της υποχωρητικής κίνησης. Η κόπωση όμως από την διήμερη σκληρή μάχη στην οποία οι Μονάδες της Μεραρχίας συμμετείχαν αδιαλείπτως από την έναρξή της, η επακολουθήσασα ήττα και οι μεγάλες απώλειες επέδρασαν δυσμενώς στο ηθικό των ανδρών. Τα 8ο και 11ο Συντάγματα Πεζικού διένυσαν μεγάλες αποστάσεις, κατά το μεγαλύτερο μέρος υπό συνθήκες σκότους, για να φθάσουν στο Κιοπρουλού. Το 8ο Σύνταγμα διχάστηκε εξ αιτίας της ανευθυνότητας του διοικητή του και τα ΙΙ/8 και ΙΙΙ/8 Τάγματα ακολουθώντας το προβλεπόμενο στη διαταγή του Συντάγματος δρομολόγιο έφθασαν μετά πορεία 30 χλμ., τις μεταμεσονύκτιες ώρες, στη στενωπό Γκετζέκ Χαμάμ, όπου στάθμευσαν για να ξεκουραστούν μέχρι να ξημερώσει. Η κατάσταση που επικρατούσε στην κοιλάδα του Κιοπρουλού όπου είχε συγκεντρωθεί μία δύναμη πλέον των 12.000 ανδρών και 6.000 κτηνών περίπου, καθώς και ένας μεγάλος αριθμός αυτοκινήτων και πυροβόλων, δεν πρέπει να ήταν ευχάριστη από πλευράς συνοχής των Μονάδων.
Ο διοικητής της Μεραρχίας με το Στρατηγείο του έφθασαν στο Κιοπρουλού τη 02.00 ώρα της 15ης Αυγούστου και εγκατασταθήκαν 200 μέτρα ανατολικά της βορείως του χωριού γέφυρας επί του ρέματος Ακάρ. Τη 03:15 ώρα η Μεραρχία παρέλαβε τη διαταγή επιχειρήσεων του Α΄ Σώματος Στρατού για τις ενέργειες της ιδίας. Η αποστολή που ανατέθηκε στην IV Μεραρχία προέβλεπε ότι αυτή θα υποχωρούσε σε μία φάλαγγα διά του δρομολογίου Κιοπρουλού – Τσατ Κουγιού – Μπασκιμσέ – Κιουτσούκιοϊ, όπου και θα συγκεντρωνόταν, αποτελώντας την εφεδρεία του Α΄ Σώματος Στρατού. Η IV Μεραρχία θα ενέτασσε στη φάλαγγά της το πεδινό και βαρύ πυροβολικό της ΧΙΙ Μεραρχίας, καθώς και τους πεδινούς σχηματισμούς της επειδή (η ΧΙΙ) θα υποχωρούσε διά ορεινού δρομολογίου. Ώρα εκκίνησης ορίστηκε η 05:00.[1]
Η αποστολή που η IV Μεραρχία ανέθεσε στο Απόσπασμα Πλαστήρα προέβλεπε:
«Απόσπασμα Πλαστήρα. Να συμπτυχθή προς γέφυρα Ν. Κιοπρουλού μετά την 9.30΄ ώραν, ότε το 8ον Σύνταγμα θέλει έχει ταχθή εις υψώματα Βορείως Σταθμού Μπαλ Μαχμούτ.»[2]
Σύμφωνα με την αναφερόμενη αποστολή/εντολή, το Απόσπασμα Πλαστήρα όφειλε να παραμείνει επί των υψωμάτων Νοτίως Κιοπρουλού μέχρι τη 09:30 ώρα της 15ης Αυγούστου για να καλύψει την υποχώρηση της IV Μεραρχίας και ύστερα να συμπτυχθεί βορείως του ρέματος Ακάρ υπό την κάλυψη του 8ου Συντάγματος, που θα είχε ταχθεί στα υψώματα βορείως του σιδηροδρομικού σταθμού Μπαλ Μαχμούτ. Με βάση όμως τα όσα αναφέρθηκαν στο Μέρος Πρώτο, ο Πλαστήρας ενεργώντας εν πλήρει συνειδήσει απέφυγε να εγκαταστήσει το Απόσπασμά του στα υψώματα Νοτίως Κιοπρουλού για να προκαλύψει την IV Μεραρχία όπως είχε διαταχθεί. Επίσης ενεργώντας εν πλήρει συνειδήσει απομακρύνθηκε αυθαίρετα κατά 7 χλμ. δυτικά από το χώρο συγκέντρωσης της IV Μεραρχίας στο Κιοπρουλού, αποφεύγοντας να ενημερώσει την Μεραρχία ότι δεν εκτέλεσε την αποστολή που του ανέθεσε και περί της θέσης στην οποία βρισκόταν. Προδήλως επρόκειτο για μία τρισάθλια και ποινικώς κολάσιμη συμπεριφορά, μοναδική στην ιστορία του ελληνικού στρατού. Προφανώς η διαταγή της IV Μεραρχίας ήταν αδύνατο να παραδοθεί στον Πλαστήρα. Αλλά και στην απίθανη περίπτωση που παραδιδόταν θα ήταν αδύνατο να εκτελεστεί, αφού το Απόσπασμα Πλαστήρα βρισκόταν πολύ μακριά από τα υψώματα Νοτίως Κιοπρουλού και εκτός του τομέα της IV Μεραρχίας. Ο Πλαστήρας είχε διακόψει αυτοβούλως την υπαγωγή του υπό την IV Μεραρχία.
Η IV Μεραρχία το πρωί της 15ης Αυγούστου ευθύς όταν τέθηκε σε κίνηση προς το Τσατ Κουγιού προσβλήθηκε αιφνιδιαστικά από την 23η τουρκική Μεραρχία εντός της κοιλάδας του Κιοπρουλού, από την κατεύθυνση των υπερκείμενων υψωμάτων Νοτίως του Κιοπρουλού, επί των οποίων ο Πλαστήρας δεν εγκατέστησε το Απόσπασμά του, όπως προέβλεπε η αποστολή που του ανέθεσε η IV Μεραρχία. Προφανώς οι ευθύνες του Πλαστήρα για την αιφνιδιαστική τουρκική επίθεση κατά της IV Μεραρχίας και τα τραγικά επακόλουθα αυτής της προσβολής είναι παμμέγιστες, ποινικές και κανένας δεν μπορεί να τις διαγράψει.
Η αιφνιδιαστική τουρκική επίθεση κατά της IV Μεραρχίας, μία από τις πολλές που δέχθηκαν οι Μονάδες της Στρατιάς Μικράς Ασίας κατά την διάρκεια της εκστρατείας, είχε τραγικά αποτελέσματα για την υπόσταση της IV Μεραρχίας, του υποχωρητικού αγώνα που μόλις είχε αρχίσει και αυτής ταύτης της συνοχής των Α΄ και Β΄ Σωμάτων Στρατού. Με την έναρξη της τουρκικής επίθεσης επικράτησε πανικός στις Μονάδες της Μεραρχίας που μεταδόθηκε αστραπιαία στα Μεταγωγικά με συνέπεια οι περισσότερες μονάδες να διαλυθούν και να τραπούν σε άτακτη φυγή προς τα δυτικά. Άπαν το πεδινό και βαρύ υλικό της IV Μεραρχίας, αλλά και της ΧΙΙ, εγκαταλήφθηκε στην κοιλάδα του Κιοπρουλού μέχρι το Αραπλί Τσιφλίκ, μαζί με μεγάλο αριθμό νεκρών και τραυματιών που δεν έτυχαν διακομιδής και εννοείτε ότι βρήκαν τραγικό θάνατο από τις τουρκικές λόγχες.
1.2. Πληροφορίες για την αιφνιδιαστική τουρκική επίθεση κατά της IV Μεραρχίας από το σύγγραμμα της Διεύθυνσης Ιστορίας του τουρκικού στρατού, «Η Μεγάλη Επίθεση»
Στον αναφερόμενο τόμο σημειώνεται ότι ο διοικητής της 23ης Μεραρχίας ευρισκόμενος στο ύψωμα Ορτά Τεπέ (νότια του Κιοπρουλού) παρατήρησε ότι στην κοιλάδα του Κιοπρουλού ήταν αναπτυγμένη μία ελληνική δύναμη μεγέθους Συντάγματος. Προώθησε αμέσως προς την κατεύθυνσή της ένα έφιππο τμήμα αναγνώρισης και διά αγγελιοφόρου διέταξε να προωθηθεί προς την ίδια κατεύθυνση το 31ο Σύνταγμά του. Την υπόλοιπη δύναμή του την διέταξε να αναπτυχθεί Ανατολικά του 31ου Συντάγματος. Το έφιππο τμήμα αναγνώρισης -αναφέρεται ότι- δέχθηκε πυρά και ανταπέδωσε το πυρ. Πολύ πιθανόν το έφιππο τμήμα αναγνώρισης να ήταν αυτό που προσέβαλε την κεφαλή της φάλαγγας της IV Μεραρχίας.
Στο σύγγραμμα της τουρκικής Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού «Η Μεγάλη Επίθεση» σημειώνονται τα ακόλουθα:
«Η μάχη Κιοπρουλού – Αραπλί Τσιφλίκ της 23ης Μεραρχίας: … Στο μεταξύ το 3ο Τάγμα του 31ου Συντάγματος είχε πλησιάσει στις ανατολικές παρυφές του Κιοπρουλού. Το Τάγμα τούτο, επικεφαλής του οποίου ήταν ο ίδιος ο διοικητής της Μεραρχίας άνοιξε σφοδρό πυρ Πεζικού και βαρέων πολυβόλων κατά της κινούμενης εχθρικής φάλαγγας. Η μάχη αμέσως γενικεύθηκε. Οι Έλληνες δεν μπόρεσαν να καταλάβουν τι συνέβαινε. Οι Έλληνες σε πλήρη διάλυση άρχισαν να φεύγουν προς Βορρά προς τις νότιες πλαγιές του Ρεσούλ Μπαμπά. Η ισχυρή ορειβατική (Σκόντα 75 χλστ.) και η πεδινή πυροβολαρχίες είχαν αναπτυχθεί και είχαν αρχίσει σφοδρό πυρ. Τα τυφέκια και τα βαρέα πολυβόλα έθεσαν υπό τα δραστικά πυρά τους και από μικρή απόσταση τον ανθρώπινο αυτό συρφετό και έτσι η πεδιάδα γέμισε από νεκρούς. Η μονάδα αυτή ήταν η 4η Ελληνική Μεραρχία. Η Μεραρχία αυτή είχε εγκαταλείψει όλα τα όπλα, σκεύη, αυτοκίνητα, τετράτροχες άμαξες, και τα πυροβόλα της (συρόμενο δι’ αυτοκινήτου πυροβόλο/οβιδοβόλο 150 χλστ., δύο πυροβόλα 120 χλστ. βορείως Αραπλή Τσιφλίκ και 4 ορειβατικά πυροβόλα στις νότιες πλαγιές του Ρεσούλ Μπαμπά.»[3]
Την 08.00 ώρα ο διοικητής της 23ης Μεραρχίας υπέβαλε στο 1ο Σώμα Στρατού την ακόλουθη αναφορά:
«Κατέλαβα εξ απήνης μία ελληνική Μεραρχία στην κοιλάδα. Ενεργήθηκε μετά σφοδρότητος επίθεση. Ο εχθρός διασκορπισθείς πλήρως κάλυψε ολόκληρη την περιοχή με τους νεκρούς του. Για να μην παραμείνει κενό το σπουδαίο ύψωμα Ρεσούλ Μπαμπά συνεχίζω την επίθεσή μου. Υπάρχει ανάγκη διάθεσης οδηγών αυτοκινήτων για τα κυριευθέντα πυροβόλα. Λόγω ελλείψεως ιππικού η εχθρική Μεραρχία μπόρεσε να αποφύγει την πλήρη αιχμαλωσία.» [4]
Η αιφνιδιαστική τουρκική επίθεση κατά της IV Μεραρχίας
1.3. Πληροφορίες για τον αιφνιδιασμό της IV Μεραρχίας από την Έκθεση Πεπραγμένων του διοικητή της, Υποστράτηγου Δ. Δημαρά[5]
Ο Δημαράς αναφέρει ότι την καθοριζομένη στην διαταγή του ώρα του πρωινού της 15ης Αυγούστου (05.00) η εμπροσθοφυλακή της Μεραρχίας, το 8ο Σύνταγμα Πεζικού, διαθέτοντας μόνο το ΙΙ/8 Τάγμα υπό τον Ταγματάρχη Γιαννόπουλο, κινήθηκε Δυτικά διά της Βορείως του Κιοπρουλού γέφυρας επί του ρέματος Ακάρ. Τα λοιπά τμήματα της Μεραρχίας καταλάμβαναν κατάλληλες θέσεις εκατέρωθεν της οδού προκειμένου να εισέλθουν στην φάλαγγα με την σειρά που καθοριζόταν στην διαταγή της Μεραρχίας. Ο Δημαράς μετά του στρατηγείου ακολούθησαν την εμπροσθοφυλακή. Κατά την ώρα έναρξης της υποχωρητικής κίνησης προσήλθαν στο Μέραρχο οι αποσταλλέντες αξιωματικοί σύνδεσμοι προς τα Αποσπάσματα Καλλιαγκάκη και Πλαστήρα και ο μεν πρώτος ανέφερε ότι συνάντησε το Απόσπασμα Καλλιαγκάκη στις καθορισθείσες θέσεις, ο δε δεύτερος ότι παρ’ όλες τις έρευνες ουδαμού συνάντησε το Απόσπασμα Πλαστήρα.
Όταν η κεφαλή της εμπροσθοφυλακής έφθασε εγγύς της διχάλωσης της οδού προς Μπαλ Μαχμούτ και Τσατ Κουγιού δέχθηκε αραιά πυρά εκ χαρακτηριστικού υψώματος 1.000 μέτρα Ανατολικά του Σιδηροδρομικού Σταθμού του Μπαλ Μαχμούτ. Για την ακρίβεια από το ύψωμα Τακλί Τεπέ (υψόμετρο 1.180 μ.). Σύντομα τα πυρά πυκνώθηκαν. Η εμπροσθοφυλακή αναπτύχθηκε προκειμένου να απαντήσει στα τουρκικά πυρά. Ο Δημαράς διέταξε τον Αρχηγό Πυροβολικού να τάξει μία Πυροβολαρχία, η οποία άρχισε βολή κατά των τουρκικών δυνάμεων.
«Εκ της καταστάσεως ταύτης εδημιουργήθη εις την φάλαγγα απερίγραπτος αταξία και σύγχυσις. Τμήματα πολλά χωρίς να βάλλωνται εξετράπησαν της οδού και ήγοντο, είτε κατόπιν διαταγής των ηγητόρων των είτε εξ αυτοβουλίας των οπλιτών διά διαφόρων χαραδρών λοξώς προς τα βορείως της οδού υψώματα. … Το εχθρικόν πυροβολικόν ενέτεινε την βολήν του κατασπείρον βλήματα εις διάφορα τμήματα χωρίς μεν να επιφέρει απωλείας, σοβαρότατα όμως να επαυξάνη την σύγχυσιν.»
Ο Δημαράς εκτίμησε ότι ήταν αδύνατη η διέλευση από την στενωπό των πεδινών σχηματισμών (την εμπροσθοφυλαγή την ακολουθούσε η ΙΙ/Α΄ Μοίρα Πεδινού Πυροβολικού – 12 πυροβόλα και 36 βλητοφόρα πλήρη πυρομαχικών) και διέταξε αυτοί να αναστραφούν και να κινηθούν διά της οδού Αραπλί Τσιφλίκ – Ουλουτζάκ – Μπασκιμσέ προς Κιουτσούκιοϊ, όπου θα συγκεντρωνόταν η Μεραρχία. Η απόφασή του αυτή προκάλεσε μεγαλύτερη αναστάτωση. Η αναστροφή στην στενή οδό ήταν δυσχερής και πολύ σύντομα επικράτησε σύγχυση και αταξία, που επιδεινώθηκε από τα τουρκικά πυρά που έβαλαν από ψηλά κατά μίας πυκνής μάζας πλέον των 12.000 ανδρών και 6.000 κτηνών, που συνωθούνταν στην στενή κοιλάδα του Κιοπρουλού.
Όπως αποδεικνύεται από τα επελθόντα γεγονότα η απόφαση του Δημαρά για την αναστροφή των πεδινών σχηματισμών ήταν λάθος. Η Πεδινή Μοίρα, 12 πυροβόλα που έλκονταν από ίππους, έπρεπε να συνεχίσει πάθη θυσία την κίνησή της και να ταχθεί στις Νότιες ομαλές αντηρίδες του Ρεσίλ Μπαμπού προκειμένου να υποστηρίξει διά των πυρών της τη συνέχιση της κίνησης της Μεραρχίας.
Πολύ σύντομα επίσης μία τουρκική δύναμη 1.000 ανδρών που υποστηριζόταν από ορειβατικό πυροβολικό επιτέθηκε προς την κατεύθυνση του χ. Κιοπρουλού. Τα 11ο και 35ο Συντάγματα ανέπτυξαν δυνάμεις τους και ανάγκασαν την τουρκική δύναμη να υποχωρήσει. Το τουρκικό πυροβολικό ενέτεινε την βολή του στην στενή κοιλάδα, που σε κανένα σημείο της δεν παρείχε έστω και ελάχιστη κάλυψη, επιδεινώνοντας την αταξία στα τμήματα της Μεραρχίας. Η σύγχυση και η αταξία που επικράτησε στους πεδινούς σχηματισμούς μετατράπηκε σε πανικό, αφού όλη η γραμμή της Μεραρχίας εβάλετο από ψηλά. Οι άνδρες των Μεταγωγικών, καθώς και αυτοί του πεδινού και βαρέος πυροβολικού άρχισαν να εγκαταλείπουν τα μέσα τους και να τρέπονται προς τις χαραδρώσεις του όρους Ρεσίλ Μπαμπού για να βρουν καταφύγιο. Την φυγή ακολούθησαν πολύ σύντομα και τα Τάγματα Πεζικού, που κινήθηκαν προς τα Δυτικά εν διαλύσει.
Ο Δημαράς για να ανασυγκροτήσει την Μεραρχία του διέταξε διά αγγελιοφόρων τις Μονάδες του να συγκεντρωθούν στον αυχένα βορείως του χωριού Τσατ Κουγιού, αλλά μόνο 500 οπλίτες που ανήκαν στο 11ο Σύνταγμα Πεζικού συγκεντρώθηκαν στο εν λόγω σημείο. Το πλείστον των μάχιμων μονάδων υπό τους διοικητές του 8ου και 35ου Συνταγμάτων ακολούθησαν την οδό Τσατ Κουγιού – Μπασκιμσέ – Κιουτσούκιοϊ, όπως προέβλεπε η διαταγή της Μεραρχίας.
Στην Έκθεσή του ο Υποστράτηγος Δημαράς αναφέρει:
«Να αναφέρω ενταύθα ότι μέχρι σήμερον αγνοώ που ήχθη το Απόσπασμα Πλαστήρα κατά την νύκτα της 14ης-15η μετά την από του Καλετζίκ αποχώρησίν του, αφ’ ου ούτε παρά του αποσταλέντος επιτελούς μου ανευρέθη εις την διά της διαταγής μου της 14ης (υπ’ αριθ. Ε.π. 545/3) ορισθείσα αυτώ θέσιν, ούτε συνεδέθη μετά του 26ου Συν/τος … Ένεκα της μη παρουσίας του αποσπάσματος τούτου εις την εν λόγω θέσιν παρέμεινεν ακάλυπτος εν μέρει η Μεραρχία από Νότου, της περιστάσεως δε ταύτης επωφεληθείς ο εχθρός ενήργησε την αιφνιδιαστικήν επίθεσιν κατά την πρωΐαν της 15ης»[6]
1.4. Πληροφορίες από το υπόμνημα που υπέβαλε ο διοικητής του 8ου Συντάγματος, Αντισυνταγματάρχης Καρύδης, στην Ανακριτική Επιτροπή Ελέγχου Δοσιλόγων
Ο Αντισυνταγματάρχης Καρύδης αναφέρει: [7]
«Περί την 5η ώραν της 15ης Αυγούστου μου κοινοποιήθηκε η διαταγή επιχειρήσεων της ημέρας εκείνης κατά την οποία η Μεραρχία έχουσα επί κεφαλής κατά την υποχωρητική της πορεία το 8ο Σύνταγμα έπρεπε να αφιχθεί εις Κιουτσούκιοϊ. Παρά ταύτα διέταξα την εκκίνηση του Συντάγματός μου αλλά μόνο τέσσερις λόχοι διαφόρων Ταγμάτων μετά του διοικητού του 3ου Τάγματος Γιαννόπουλου ευρίσκοντο εις τον χώρο, των ετέρων δύο Ταγμάτων υπό τους Ταγματάρχες Αθανασόπουλο και Γαρδίκη είχαν αποκοπεί. Δεν παρήλθαν 10 λεπτά από της εκκινήσεως της εμπροσθοφυλακής όταν η κεφαλή της φάλαγγας δέχθηκε εχθρικά πυρά από τα Δυτικά. Το Τάγμα εμπροσθοφυλακής αναπτύχθηκε για να απαντήσει στα εχθρικά πυρά. Στη συνέχεια δεχθήκαμε πυρά εκ Νότου προς Βορρά. Εξ αιτίας αυτού του γεγονότος άρχισε η διάλυση όλων των επί της στενωπού τμημάτων, μεταξύ των οποίων υπήρχαν πεδινές και ορειβατικές Πυροβολαρχίες, βαρέα πυροβόλα ρυμουλκούμενα από φορτηγά αυτοκίνητα και διάφορά άλλα οχήματα. Την διάλυση επέτεινε η έκρηξη υπεράνω των τμημάτων εγκαιροφλεγών βλημάτων. Επικράτησε πανικός. Στρατιώτες έθραυαν τα όπλα τους, οι ημιονηγοί απέρριπταν τα σάγματα (σαμάρια) μετά των πολυβόλων και ίππευαν τα κτήνη για να ξεφύγουν από τον κίνδυνο και γενικώς κανένας δεν υπάκουε στον ανώτερό του. Αξιωματικός που θέλησε να συγκρατήσει την διαρροή βρήκε το θάνατο από στρατιώτη»
1.5. Πληροφορίες από την Έκθεση Πεπραγμένων του 8ου Συντάγματος, που συντάχθηκε από τον διοικητή του ΙΙ/8 Τάγματος Ταγματάρχη Σπυρίδωνα Αθανασόπουλο[8]
Ο Αθανασόπουλος αναφέρει ότι τα ΙΙ/8 και ΙΙΙ/8 Τάγματα μετά την επιτυχή απαγκίστρωσή τους από την στενή εμπλοκή τους με τις τουρκικές δυνάμεις στην περιοχή του Υποτομέα Σεϋλέν έφθασαν την 03.30 ώρα της 15ης Αυγούστου στο Γκετζέκ Χαμάμ όπου στάθμευσαν προς ανάπαυση μέχρι της χαραυγής. Οι άνδρες ήσαν άγρυπνοι από το βράδυ της 12ης προς 13η Αυγούστου και κατάκοποι εκ των μαχών και την πορείαν των 25 χλμ. που ακολούθησε. Ο διοικητής του 8ου Συντάγματος ακολούθησε άλλο δρομολόγιο, χωρίς όμως να αφήσει κάποια ομάδα για να κατευθύνει στο νέο δρομολόγιο το ΙΙ/8 και το ΙΙΙ/8 Τάγματα που ακολουθούσαν και κατόπιν τούτου ο Αθανασόπουλος ως αρχαιότερος έθεσε το ΙΙΙ/8 Τάγμα υπό την διοίκησή του. Επίσης ο χώρος τελικού προορισμού δεν είχε καθοριστεί στην διαταγή του Συντάγματος και ως εκ τούτου τα δύο Τάγματα ακολούθησαν μέσω Ελπιρέκ την οδό προς το Γκετζέκ Χαμάμ.
Με την χαραυγή της 15ης τα Τάγματα κινήθηκαν προς το Αραπλί Τσιφλίκ. Μετά από λίγο βρήκαν μπροστά τους μεγάλο συνωστισμό. Επί της οδού κινούνταν το βαρύ πυροβολικό, τα βαρέα αυτοκίνητα, το πεδινό πυροβολικό, όλοι οι σχηματισμοί της Μεραρχίας, χειρουργεία, αραμπάδες και Αρμένιοι πρόσφυγες με αποτέλεσμα να είναι αδύνατη η κίνηση. Ο Αθανασόπουλος διέταξε την συνέχιση της πορείας σε φάλαγγα κατ’ άνδρα.
Όταν έφθασαν στην διχάλωση της οδού προς Κιοπρουλού ακούστηκαν από μακριά πυροβολισμοί, πολυβολισμοί και βολές πυροβόλων. Αμέσως ακολούθησε φυγή όλων των μεταγωγικών, πυροβολητών κ.λπ. προς Βορρά. Εγκαταλείφθηκαν το πεδινό και βαρύ πυροβολικό και όλα τα αυτοκίνητα. Οι Μεταγωγικοί έκοψαν τα έποχα, ίππευσαν και έφυγαν προς Βορρά σπέρνοντας τον πανικό. Ο Αθανασόπουλος αναφέρει ότι «Εκάλπασα μετά του Ταγ/χου Μπάκου (διοικητής της IVα ΜΟΠ) και προσπαθήσαμεν δι’ όλων των ανθρωπίνων μέσων να συγκρατήσωμεν τους φεύγοντας». Ο πανικός όμως είχε επέλθει και καμία ανθρώπινη δύναμη δεν μπορούσε να συγκρατήσει τους φυγάδες, μετατρέποντας τους μέχρι χθες ήρωες στρατιώτες σε λαγούς. Οι φυγάδες τράπηκαν προς τις ορεινές διαβάσεις του Ρεσούλ Μπαμπά.
«Από της στιγμής ταύτης και μετά άρχεται μία σπαρακτική τραγωδία, υψούται ο σταυρός του μαρτυρίου, καθ’ όσον τα τμήματα της Μεραρχίας ευρέθησαν άνευ Στρατηγού, άνευ Επιτελείου, άνευ διαταγών, άνευ πληροφοριών, άνευ πυρομαχικών, άνευ τροφών, άνευ μαγειρικών σκευών, οι δεν αξιωματικοί άνευ αποσκευών και ίππου. Ουδεμία ανθρώπινη διάνοια δύναται να συλλάβη και να σκιαγραφίση την επελθούσαν συμφορά. Ατάκτως υποχωρούντες έφθασαμεν περί την 18ην ώραν επί της κοιλάδος του Κιουτσούκιοϊ, συνετάχθημεν, συγκεντρώσαντες του Συντάγματος ικανήν δύναμιν. Ευθύς ως επήλθεν το σκότος ελάβομεν προφορικήν διαταγήν από τον διοικούντα την Μεραρχίαν Αντισυνταγματάρχην Ιωάννην Καρύδη να προχωρήσωμεν προς Τουμλού Μπουνάρ. Η μακρά νυκτερινή πορεία, ο συνωστισμός και άτακτος κίνησις όλων των μεταγωγικών των διαφόρων Μεραρχιών επέφερε την διαρροήν του Συντάγματος και πάλιν, καταστάντος, δύναται τις ειπείν, αμάχου.»
Στο Τουμλού Μπουνάρ με διαταγή του Αντισυνταγματάρχη Καρύδη τα τμήματα της Μεραρχίας ανασυγκροτήθηκαν σε 3 Συντάγματα Πεζικού, με τα 8ο και 11ο να διαθέτουν από 2 Τάγματα πεζικού και το 35ο Σύνταγμα 1 ενισχυμένο Τάγμα. Ο Αθανασόπουλος ανέλαβε την διοίκηση του 8ου Συντάγματος. Τα 2 Τάγματά του 8ου Συντάγματος διέθεταν δύναμη ~750 ανδρών έκαστο και το Σύνταγμα 2 πλήρεις Διμοιρίες πολυβόλων, δηλαδή 4 πολυβόλα έναντι των 24 που διέθετε.
1.6. Πληροφορίες από την Έκθεση Πεπραγμένων του διοικητή του 35ου Συντάγματος ΠΖ Αντισυνταγματάρχη Παπαπαναγιώτου.[9]
Ο Παπαπαναγιώτου αναφέρει στην Έκθεσή του ότι το Σύνταγμά του έφθασε στην κοιλάδα του Κιοπρουλού την 00.30 ώρα της 15ης Αυγούστου και στάθμευσε 500 μέτρα Νοτίως του χωριού. Την διαταγή επιχειρήσεων της Μεραρχίας την έλαβε την 06.00 ώρα, δηλαδή 2 ώρες μετά την έκδοσή της, και ότι το Σύνταγμά του διέβη την Βορείως του χωριού Κιοπρουλού γέφυρα του ρέματος Ακάρ και ανέμενε να εισέλθει στην φάλαγγα στην προσδιοριζόμενη στην διαταγή θέση του. Σημειώνει ότι επί της οδού είχαν συγκεντρωθεί πολλά τμήματα Πεζικού, Πυροβολικού, Μεταγωγικά, Σχηματισμοί, Αυτοκίνητα κ.λπ. και έτσι δυσχεραινόταν η κίνηση.
Περί την 07.00 ώρα εχθρικό τμήμα μεθ’ ενός πυροβόλου έβαλε κατά των συγκεντρωμένων επί της οδού τμημάτων και επέφερε απερίγραπτο πανικό. Τα τμήματα τράπηκαν προς τις χαραδρώσεις Βορείως Κιοπρουλού παρακολουθούμενα και βαλλόμενα από τον εχθρό. Ο Παπαπαναγιώτου διέταξε το ΙΙ/35 Τάγμα να ανέλθει επί των υψωμάτων Ανατολικώς Κιοπρουλού για να υποστηρίξει την υποχώρηση των επί της οδού αναμεμιγμένων Σχηματισμών και Μονάδων. Επί των υψωμάτων αυτών είχε αναπτυχθεί και δύναμη του 11ου Συντάγματος υπό τον διοικητή του Αντισυνταγματάρχη Νικολαρέα.
Στη συνέχεια της Εκθέσεώς του περιγράφει τον απερίγραπτο πανικό που επικράτησε στα Μεταγωγικά της ΧΙΙ Μεραρχίας, την διείσδυση μικρής δύναμης τουρκικού ιππικού στην φαλαγγά του, την προσβολή των τούρκων ιππέων από το πυροβολικό της ΧΙΙ Μεραρχίας, που επέτεινε τον πανικό στην φάλαγγά του και τέλος την υποχώρηση στο Κιουτσούκιοϊ και στη συνέχεια στο Τουμλού Μπουνάρ. Τέλος αναφέρεται στην ανασυγκρότηση των δυνάμεων της Μεραρχίας στο Τουμλού Μπουνάρ, όπως και σε αυτή του Συνταγματός του που απέδωσε ένα Τάγμα δυνάμεως 48 αξιωματικών και Ανθυπασπιστών και 980 οπλιτών. Το Τάγμα αυτό διέθετε και μία Πολυβολαρχία των 12 πολυβόλων.
Με βάση τις πληροφορίες που υπάρχουν στην Έκθεση του Παπαπαναγιώτου, αναφορικά με την ανασυγκρότηση της IV Μεραρχίας, προκύπτει ότι αυτή διέθετε πλέον μόνο μάχιμα τμήματα Πεζικού, Πυροβολικού, την Διλοχία Μηχανικού και ένα μέρος της Ημιλαρχίας της. Η Μεραρχία στερούταν όμως όλων εκείνων των Σχηματισμών και Μονάδων που θα τις έδιναν την δυνατότητα να επιβιώσει και να πολεμήσει. Δηλαδή στερούταν Μεταγωγικών, Μοίρας Συζυγαρχιών, Μοίρας Τρυματιοφορέων, Ορεινών Χειρουργείων, Αγέλης Σφαγίων και πολλών άλλων. Προφανώς η IV Μεραρχία είχε καταστραφεί.
1.7. Πληροφορίες για την τουρκική αιφνιδιαστική επίθεση από την κατάθεση στην Ανακριτική Επιτροπή Επιχειρήσεων Μικράς Ασίας του Υπασπιστή του 26ου Συντάγματος Λοχαγού Σ. Πανταζή
Ο Πανταζής κληθείς να καταθέσει στην Ανακριτική Επιτροπή Επιχειρήσεων Μικράς Ασίας ανέφερε ότι όταν το 26ο Σύνταγμα υποχώρησε από το ύψωμα Μουτατίμπ και έφθασε στο χωριό Ινάσκιοϊ μετέβη με τον διοικητή του Αντισυνταγματάρχη Καλλιαγκάκη για την αναγνώριση των θέσεων που θα καταλάμβανε το Σύνταγμα. Αφού επέστρεψαν στην περιοχή που είχε σταθμεύσει προσωρινά το Σύνταγμα εκδόθηκαν στους διοικητές των Ταγμάτων οι διαταγές για τις θέσεις που θα καταλάμβαναν. Αναφέρει επίσης ότι αποκατέστησαν σύνδεσμο μόνο με την ΧΙΙ Μεραρχία αριστερά. Προφανώς δεν αποκατέστησαν με το Απόσπασμα Πλαστήρα δεξιά (Δυτικά). Κατά τη διάρκεια της νύκτας αποστέλλονταν περίπολοι προς τα δεξιά για την επίτευξη ενδεχόμενου συνδέσμου με το Απόσπασμα Πλαστήρα, πράγμα ασφαλώς αδύνατο αφού ο Πλαστήρας δεν είχε καταλάβει τις θέσεις του στα υψώματα Νοτίως Κιοπρουλού.
Στη συνέχεια της κατάθεσής του αναφέρει ότι πολύ πρωί της 15ης Αυγούστου αντιλήφθηκαν ότι επί των υψωμάτων των ευρισκομένων δεξιά (Δυτικά) των υπό του 26ου Συντάγματος κατεχομένων θέσεων κινούνταν δύο φάλαγγες, μία Πεζικού και μία Ιππικού, προς την κατεύθυνση του Κιοπρουλού. Υπέθεσαν ότι πρόκειται περί του Αποσπάσματος Πλαστήρα. Τη στιγμή εκείνη έφθασε και αξιωματικός του επιτελείου της IV Μεραρχίας κομίζοντας τη διαταγή συμπτύξεως. Αναφέρει ότι έστειλαν αξιωματικό για να συνδεθούν με το υποτιθέμενο φίλιο τμήμα και αμέσως άκουσαν τους τυφεκιοβολισμούς του εν λόγω τμήματος που είχε εμπλακεί σε μάχη με τα τμήματα της IV Μεραρχίας που βρίσκονταν στα νώτα του 26ου Συντάγματος. Αμέσως αντιλήφθηκαν ότι πρόκειται περί εχθρού. Το 26ο Σύνταγμα διέλυσε το δίκτυο των προφυλακών του και κινήθηκε ταχέως προς δεσπόζοντα λόφο, που βρισκόταν Βορειοδυτικά και σε απόσταση 2-3 χλμ., με σκοπό την άμεση απόκρουση του εχθρού. Το Σύνταγμα κατέλαβε το λόφο και απάλλαξε από την εχθρική πίεση τα προσβληθέντα τμήματα της IV Μεραρχίας, τα οποία όμως είχαν ήδη αιφνιδιαστεί.
Το 26ο Σύνταγμα περέμεινε αγωνιζόμενο μέχρι την 11.00 ώρα περίπου οπότε απαγκιστρώθηκε από τον εχθρό και αποσύρθηκε από την περιοχή, κατευθυνόμενο διά των Βορείων κλιτύων του Ρεσίλ Μπαμπού στο Ουλουτζάκ, όπου έφθασε περί την 19.00 ώρα. Στο Ουλουτζάκ το Σύνταγμα βρήκε τον διοικητή της IV Μεραρχίας υπό τις διαταγές του οποίου συνέχιζε να υπάγεται. Προφανώς στο Ουλουτζάκ ο Υποστράτηγος Δημαράς διοικούσε μία δύναμη 500 ανδρών της Μεραρχίας του και το 26ο Σύνταγμα Πεζικού.
Η επιβεβαίωση της μάχης που διεξήγαγε το 26ο Σύνταγμα προκύπτει από τα δύο τουρκικά στρατιωτικά κοιμητήρια που βρίσκονται εγγύς των Νοτίως του Κιοπρουλού υψωμάτων. Το ένα είναι ένα κανονικά οργανωμένο κοιμητήριο με το άλλο να ονομάζεται πάρκο μαρτύρων. Ως μάρτυρες στο Ισλάμ θεωρούνται οι πεσόντες στον πόλεμο με τους «άπιστους».
Ο Λοχαγός ε.α. Πανταζής τον Ιανουάριο του 1926 κλήθηκε να καταθέσει στην Ανακριτική Επιτροπή Ελέγχου Δοσιλόγων όπου επιβεβαίωσε τα όσα κατέθεσε στην Ανακριτική Επιτροπή Επιχειρήσεων Μικράς Ασίας το 1923. Ο Πανταζής απαντώντας σε ερώτηση του Στρατηγού ε.α. Ιωάννου σχετικά με τον Αντισυνταγματάρχη Καλλιαγκάκη ανέφερε ότι ο διοικητής του κατά τη διάρκεια της νύκτας της 14ης/15η Αυγούστου ήταν ιδιαίτερα στενοχωρημένος λόγω της έλλειψης επαφής μετά του Αποσπάσματος Πλαστήρα. Απορούσε συνεχώς για την μη παρουσία του Αποσπάσματος Πλαστήρα και συνεχώς του έλεγε «μωρέ που είναι, τι έπαθε αυτός ο Πλαστήρας». Μετά δεν άκουσα να κάνει άλλες κρίσεις, ίσως επειδή ήταν προσωπικός φίλος του Πλαστήρα.
Από τις παραπάνω αναφορές προκύπτει ότι το 26ο Σύνταγμα Πεζικού εγκαταστάθηκε στις θέσεις που του όρισε η IV Μεραρχία, δεν μπόρεσε να αποκαταστήσει σύνδεσμο με το Απόσπασμα Πλαστήρα αφού αυτό δεν κατέλαβε τις θέσεις που του όρισε η IV Μεραρχία, παρέλαβε τη διαταγή συμπτύξεως της Μεραρχίας και τέλος ότι έδωσε μάχη για να αντιμετωπίσει την τουρκική επίθεση.
1.8. Οι απώλειες προσωπικού και υλικού των IV και ΧΙΙ Μεραρχιών
Απώλειες προσωπικού:
Με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία η Μάχιμη Δύναμη της IV Μεραρχίας, δηλαδή η συνολική δύναμη των 9 Ταγμάτων της, ανερχόταν την 15 Μαΐου 1922 σε 130 αξιωματικούς και 6.850 οπλίτες περίπου.[10] Δηλαδή 15 αξιωματικοί και 750 οπλίτες περίπου ανά Τάγμα Πεζικού. Η δύναμη αυτή ελάχιστα διαφοροποιήθηκε μέχρι τη 13η Αυγούστου, ημέρα έναρξης της τουρκικής επίθεσης.
Επίσης με βάση τα όσα ήδη αναφέρθηκαν για την ανασυγκρότηση της Μάχιμης Δύναμης της IV Μεραρχίας, στο Τουμλού Μπουνάρ, σε 5 Τάγματα Πεζικού, εκ των οποίων τα 4 με μέση δύναμη 750 ανδρών περίπου και αυτό του 35ου Συντάγματος με δύναμη 980 ανδρών, προκύπτει ότι η Μάχιμη Δύναμη της Μεραρχίας στο Τουμλού Μπουνάρ ανερχόταν σε 4.000 άνδρες. Σε αυτή τη δύναμη πρέπει να προστεθεί και η δύναμη των 500 ανδρών του 11ου Συντάγματος που ακολούθησε το διοικητή της Μεραρχίας στο Ουλουτζάκ. Κατόπιν τούτων η ελλείπουσα Μάχιμη Δύναμη ανερχόταν σε 2.350 άνδρες περίπου. Εξ αυτών ένα μέρος, το μικρότερο ήταν απώλειες της μάχης της 13ης και 14ης Αυγούστου και το υπόλοιπο και μεγαλύτερο απώλειες της καταστροφής στην κοιλάδα του Κιοπρουλού. Προφανώς είναι άγνωστες οι απώλειες του Πυροβολικού και των λοιπών μη μάχιμων μονάδων της Μεραρχίας που προέκυψαν στην κοιλάδα του θανάτου του Κιοπρουλού. Οπωσδήποτε ήταν εξαιρετικά μεγάλες. Για να υπάρχει ένα μέτρο εκτιμήσεων, σημειώνεται ότι η δύναμη της IV Μεραρχίας που μεταφέρθηκε στη Χίο ανερχόταν σε 200 αξιωματικούς και 3.300 οπλίτες περίπου.[11]
Εκτιμάται ότι από την παρούσα συνολική δύναμη της IV Μεραρχίας της 13ης Αυγούστου χάθηκαν μέχρι την άφιξή της στον Τσεσμέ 100 αξιωματικοί και 8.000 οπλίτες περίπου. Όπως ήδη αναφέρθηκε ένα μεγάλο μέρος χάθηκε στη μάχη της 13ης και 14ης Αυγούστου, ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος χάθηκε στο Κιοπρουλού και το υπόλοιπο κατά την υποχώρηση προς το Αιγαίο. Υπόψη ότι μάχες σοβαρές κατά την υποχώρηση δεν δόθηκαν. Ελάχιστα τμήματα οδηγούμενα από ικανούς διοικητές ήταν αυτά που στάθηκαν και έδωσαν χρόνο στους λιπόψυχους να διαρρεύσουν. Εκτίμηση του γράφοντος είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών επήλθε λόγω της ταχύτατης και άτακτης φυγής. Δεν υπήρξε υποχωρητικός αγώνας όπως συνήθως αναφέρεται. Σε αυτή τη φυγή ήταν πάρα πολλοί αυτοί που δεν μπόρεσαν να ακολουθήσουν το ταχύ ρυθμό της. Ο καύσωνας, η πείνα, η δίψα και ο ψυχικός κάματος μείωναν ταχέως τα όποια αποθέματα αντοχής απέμεναν. Πολλοί βραδυπορούσαν και ίσως ακόμη περισσότεροι εγκατέλειπαν. Οι βραδυπορούντες και αυτοί που εγκατέλειπαν εγένοντο εύκολος στόχος των χωρικών που δεν δίσταζαν να πυροβολούν και κατά οργανωμένων τμημάτων. Οι μεμονωμένοι φυγάδες είχαν ανάλογη τύχη με αυτή των βραδυπορούντων και εγκαταλειπόντων.
Γράφει ο διοικητής του 6ου Λόχου Ευζώνων του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων Υπολοχαγός Προυκάκης:
«20 Αυγούστου: Ο ήλιος μας βρήκε πορευόμενους. Ο Καύσωνας είναι αφόρητος. Φθάσαμε στο Τακμάκ την 16η ώρα. Οι άνδρες είναι τελείως εξαντλημένοι λόγω της 36ώρου συνεχούς πορείας. 22 Αυγούστου: Πουθενά δεν συναντήσαμε ύδωρ. Ο κονιορτός κατά νέφη. Η υπόδηση κατεστραμμένη. Διακρίνονται ομάδες τελείως ανυπόδητων ανδρών. Την 13η ώρα φθάσαμε στη Φιλαδέλφεια. Έκαστος αφικνούμενος κατέπιπτε ημιθανής. Η σκέψη των ανδρών δεν λειτουργούσε προς ανεύρεση ύδατος. 4 ώρες παρήλθαν και ακόμη καταφθάνουν βραδυπορούντες»[12]
Απώλειες υλικών μέσων:
Η IV Μεραρχία εγκατέλειψε στην κοιλάδα του Κιοπρουλού τα ακόλουθα οπλικά μέσα:
- 4 ορειβατικά πυροβόλα των 65 χλστ..
- Το μείζον των πυρομαχικών που μετέφερε η Μοίρα Συζυγαρχίας της Μεραρχίας.
- 12 πυροβόλα και 36 βλητοφόρα της ΙΙ Μοίρας του Α΄ Συντάγματος Πεδινού Πυροβολικού μετά των πυρομαχικών τους.
- 1 Πεδινή Συζυγαρχία 20 βλητοφόρων μετά των πυρομαχικών τους.
- Άγνωστο αριθμό ίππων έλξεως εκ των 570 της Μοίρας και των 110 της Συζυγαρχίας.
- Τα πυροβόλα και τα πυρομαχικά τριών Πυροβολαρχιών Βαρέος Πυροβολικού (8 των 120 χλστ. και 4 των 150 χλστ.), τα μέσα έλξεως των πυροβόλων (κυρίως φορτηγά αυτοκίνητα), τα μέσα μεταφοράς των πυρομαχικών των κλιμακίων Συζυγαρχίας και τα πυρομαχικά που μετέφεραν.
- 50 περίπου πολυβόλα εκ των 72 που διέθετε η Μεραρχία.
- Διαφόρου τύπου φορτηγά αυτοκίνητα.
- Το υγειονομικό υλικό της Μοίρας Τραυματιοφορέων και των Ορεινών Χειρουργείων με άγνωστο αριθμό υγειονομικών αυτοκινήτων, που πιθανόν κάποια εξ αυτών μετέφεραν τραυματίες.
- Υπόψη ότι το πεδινό και βαρύ πυροβολικό της IV Μεραρχίας ελάχιστα χρησιμοποιήθηκε κατά τον αμυντικό αγώνα και επομένως διέθετε ακέραιο το μεγαλύτερο μέρος των πυρομαχικών του.
Επειδή με βάση τη διαταγή συμπτύξεως του Α΄ Σώματος Στρατού για τις ενέργειες της 15ης Αυγούστου η ΧΙΙ Μεραρχία θα ακολουθούσε ορεινό δρομολόγιο, προσκολλήθηκαν στην IV Μεραρχία το Πεδινό και Βαρύ Πυροβολικό, η Μοίρα Σκόντα και οι πεδινοί Σχηματισμοί της ΧΙΙ Μεραρχίας. Ήτοι: 12 πεδινά πυροβόλα με 36 βλητοφόρα, Πεδινή Συζυγαρχία με 20 βλητοφόρα, 8 πυροβόλα Σκόντα των 105 χλστ. μετά Συζυγαρχίας, 4 μακρά των 120 χλστ., 2 οβιδοβόλα των 150 χλστ. με τμήματα Συζυγαρχίας και άγνωστος αριθμός φορτηγών και υγειονομικών αυτοκινήτων και αμαξών. Εκ των παραπάνω διασώθηκε μόνο η Α΄ Μοίρα Σκόντα, που εγκαταλήφθηκε στη συνέχεια στο Αλή Βεράν.
Η τρομακτική αυτή απώλεια ανθρώπινων ζωών και πολεμικών μέσων ήταν αποτέλεσμα της ανυπακοής του Πλαστήρα ενώπιον του εχθρού. Δυστυχώς ο άνθρωπος αυτός θεωρείται ο μέγιστος των ηρώων της νεότερης Ελλάδας.
2. Οι ευθύνες του διοικητή της IV Μεραρχίας για την καταστροφή της Μεραρχίας του
Οφείλουμε να αναφέρουμε ότι ο διοικητής της IV Μεραρχίας φέρει σοβαρές ευθύνες για την καταστροφή της Μεραρχίας του. Η αναφορά αυτή ασφαλώς σε τίποτε δεν απαλλάσσει τον Πλαστήρα των ευθυνών του για την καταστροφή της IV Μεραρχίας. Η μη εκτέλεση από τον Πλαστήρα της αποστολής που του ανατέθηκε αποτελεί σοβαρό και μάλιστα ατιμωτικό στρατιωτικό έγκλημα. Οι ευθύνες του διοικητή της IV Μεραρχίας για την καταστροφή της Μεραρχίας του αποτελούν σοβαρές παραλείψεις διοικητικής φύσεως που άπτονται των ηγετικών, ψυχικών, διανοητικών, επαγγελματικών, και επιχειρησιακών ικανοτήτων του Υποστράτηγου Δημαρά. Ο γράφων θεωρεί ότι ο Δημαράς δεν διέθετε τα ηγετικά, ψυχικά και επαγγελματικά προσόντα για να διοικεί μία Μεραρχία.
Οι ευθύνες του διοικητή της IV Μεραρχίας:
Ο διοικητής της IV Μεραρχίας πολύ πριν φθάσει στο Κιοπρουλού έπρεπε να γνωρίζει αν καλυπτόταν ή δεν καλυπτόταν από το Απόσπασμα Πλαστήρα και το 26ο Σύνταγμα Πεζικού και αν αυτοί οι δύο διοικητές είχαν συνδεθεί μεταξύ τους και με τις διοικήσεις που ενεργούσαν στα πλευρά τους. Ο Πλαστήρας με την Ι Μεραρχία και ο Καλλιαγκάκης με την ΧΙΙ Μεραρχία. Για τον σκοπό αυτό έπρεπε να αποστείλει υπό το φως της ημέρας δύο αξιωματικούς του Επιτελείου του με αντίστοιχες ομάδες Ιππέων στις θέσεις όπου θα εγκαθίσταντο το Απόσπασμα Πλαστήρα και το 26ο Σύνταγμα Πεζικού. Οι εν λόγω ομάδες θα είχαν ως αποστολή να υποδείξουν στους Πλαστήρα και Καλλιαγκάκη τις προς κατάληψη θέσεις τους, να διαπιστώσουν την αποκατάσταση συνδέσμου μεταξύ των δύο αυτών Μονάδων και να ενημερώσουν έγκαιρα την διοίκηση της Μεραρχίας περί της εγκατάστασης, ή μη, των αναφερόμενων Μονάδων στα υψώματα Νοτιοδυτικά και Νοτιοανατολικά Κιοπρουλού, καθώς και περί της αποκατάστασης συνδέσμου μεταξύ των και με τις Μονάδες που βρίσκονταν Δυτικά και Ανατολικά. Εάν ο διοικητής της Μεραρχίας ενεργούσε κατ’ αυτόν τον τρόπο το πιθανότερο ο Πλαστήρας θα εγκαθιστούσε το Απόσπασμά του στα Νοτίως του Κιοπρουλού υψώματα. Στην περίπτωση που δεν θα το εγκαθιστούσε ο Μέραρχος θα είχε πιθανότατα αρκετό χρόνο για να λάβει άλλα μέτρα για την κάλυψη της Μεραρχίας του. Ασφαλώς θα αφαιρούσε από τον Πλαστήρα την διοίκηση του Αποσπάσματός του. Η αποστολή των αξιωματικών έγινε περί το μεσονύκτιο, πολύ αργά για να ήταν αποτελεσματική.
Ο διοικητής της IV Μεραρχίας διά της διαταγής που εξέδωσε έπρεπε να διατάξει τις υφιστάμενες διοικήσεις του να αποστείλουν υπό το φως της ημέρας έφιππους αξιωματικούς τους στο Κιοπρουλού, σε αριθμό ανάλογο με τις Μονάδες που αυτές διέθεταν, οι οποίοι θα οδηγούσαν τις Μονάδες τους στις θέσεις τους μόλις αυτές θα έφθαναν στην κοιλάδα του Κιοπρουλού, ώστε να αποφευχθεί ο συνωστισμός και η ανάμειξη των Μονάδων. Την ευθύνη αυτού του πολύ κρίσιμου έργου για την διατήρηση της συνοχής και των οργανικών δεσμών των Μονάδων έπρεπε να την αναθέσει στον Αρχηγό του Πυροβολικού της Μεραρχίας με βοηθούς αξιωματικούς του Επιτελείου του. Όμως αυτό δεν έγινε.
Επίσης ο διοικητής της IV Μεραρχίας έπρεπε να γνωρίζει εγκαίρως και πέραν κάθε αμφιβολίας ότι το δρομολόγιο που θα ακολουθούσε η Μεραρχία του από το Κιοπρουλού προς το Τσατ Κουγιού θα καλυπτόταν ισχυρά στην περιοχή Δυτικά της κοιλάδας του Κιοπρουλού. Δηλαδή Δυτικά του σιδηροδρομικού σταθμού του Μπαλ Μαχμούτ. Προς τον σκοπό αυτό επιβαλλόταν να αποστείλει, έγκαιρα και υπό το φως της ημέρας τον Αρχηγό Πεζικού της Μεραρχίας, τον Συνταγματάρχη Ν. Δημητριάδη, συνοδευόμενο από Ομάδα Ιππέων για να συνδεθεί και να συνεννοηθεί με το διοικητή της Μονάδας της Ι Μεραρχίας που θα είχε εγκατασταθεί Δυτικά του υψώματος Τακλί Τεπέ και το πρωί της 15ης θα κάλυπτε από Νότο το δρομολόγιο υποχώρησης της IV Μεραρχίας προς το Τσατ Κουγιού. Δηλαδή με το διοικητή του 23ου Συντάγματος, Συνταγματάρχη Λούφα. Η συνεννόηση αυτή έπρεπε να γίνει στο ανώτερο δυνατό επίπεδο προκειμένου να εξασφαλιστεί η εκτέλεση των συμφωνηθέντων. Ο Λούφας έπρεπε να εγγυηθεί στον Αρχηγό Πεζικού της IV Μεραρχίας ότι θα τηρούσε πάση θυσία ανοικτό το δρομολόγιο προς Τσατ Κουγιού, μέχρι την διέλευση και της τελευταίας Μονάδας της φάλαγγας της Μεραρχίας. Ο Αρχηγός Πεζικού της Μεραρχίας επανακάμπτοντας στο Κιοπρουλού έπρεπε να αναλάβει την ευθύνη της υποδοχής των συμπτυσσόμενων Μονάδων της Μεραρχίας στις θέσεις τους.
Ο διοικητής της IV Μεραρχίας έπρεπε επίσης να λάβει υπόψη του ότι η παραμονή της Μεραρχίας του στο Κιοπρουλού θα ήταν προσωρινή (το αναφέρει στην διαταγή του), ότι για την έξοδο των τροχήλατων Μονάδων και Σχηματισμών της Μεραρχίας από την κοιλάδα του Κιοπρουλού διετίθετο μία μόνο καροποίητη οδός περιορισμένης ικανότητας, και τέλος ότι η παραμονή της μεγάλης δύναμης που διέθετε σε μία περιορισμένη σε έκταση περίκλειστη περιοχή ενείχε μέγιστους κινδύνους για την ασφάλειά της Μεραρχίας του. Με βάση αυτούς τους περιορισμούς όφειλε να προβλέψει και να λάβει: α) Επιπλέον μέτρα προστασίας της Μεραρχίας του για την διόλου απίθανη περίπτωση κατάρρευσης της κάλυψής της στα υψώματα Νοτίως Κιοπρουλού λόγω ισχυρής εχθρικής επίθεσης, και β) Την ταχεία αποσυμφόρηση της Κοιλάδας του Κιοπρουλού από το Πεδινό και Βαρύ Πυροβολικό, καθώς και από τον μεγάλο αριθμό των βοηθητικών Μονάδων της Μεραρχίας (Μοίρες Συζυγαρχιών, Μεταγωγικά Σώματος Συνταγμάτων Πεζικού, Μοίρα Τραυματιοφορέων, Ορεινά χειρουργεία κ.λπ.. Προς τούτο έπρεπε να διατάξει τους Αρχηγούς Πεζικού και Πυροβολικού όπως:
1ο. Με την άφιξη των πρώτων Μονάδων Πεζικού και Πυροβολικού στην κοιλάδα του Κιοπρουλού να εγκαταστήσουν σε επίκαιρα σημεία Μονάδες Πεζικού και Πυροβολικού. Π.χ. Να τάξουν στις Νότιες αντηρίδες του Ρεσίλ Μπαμπού τις δύο Μοίρες Ορειβατικού Πυροβολικού της Μεραρχίας και μία δύναμη Πεζικού, στα δε υψώματα Νοτίως της κοιλάδας, δηλαδή όπισθεν των δυνάμεων Πλαστήρα και Καλλιαγκάκη, από ένα Τάγμα Πεζικού των υπολειπομένων Συνταγμάτων.
2ο. Να ωθήσουν τις Μονάδες Πεδινού και Βαρέος Πυροβολικού, τους πεδινούς σχηματισμούς και τις βοηθητικές Μονάδες όταν θα έφθαναν στην κοιλάδα του Κιοπρουλού σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απόσταση προς την κατεύθυνση του χωριού Τσατ Κουγιού. Ουδέν εκ των παραπάνω προβλέφθηκε και διατάχθηκε, μολονότι ο διοικητής της Μεραρχίας θα έπρεπε να εκτιμήσει ότι θα απαιτούνταν πολλές ώρες για να εξέλθουν οι Μονάδες του από την κοιλάδα του Κιοπρουλού.
Δεδομένου ότι τίποτε εκ των ανωτέρω δεν έγινε, όφειλε ο διοικητής της Μεραρχίας από την ώρα που έφθασε στο Κιοπρουλού να αντιληφθεί το κρίσιμο της κατάστασης από τον συνωστισμό που επικρατούσε και να αρχίσει να θέτει διά προφορικών διαταγών σε άμεση κίνηση προς το Τσατ Κουγιού τις βαριές Μονάδες του και τα Μεταγωγικά, προκειμένου να εξέλθουν όσο το δυνατόν ταχύτερα από την «παγίδα» της στενωπού του Κιοπρουλού. Επίσης έπρεπε να διατάξει την τάξη στα υψώματα Βορείως της σιδηροδρομικής γραμμής των δύο Μοιρών Ορειβατικού Πυροβολικού της Μεραρχίας (IVα και IVβ ΜΟΠ), ενδεχομένως και της Μοίρας Πεδινού Πυροβολικού, για να υποστηρίξουν με τα πυρά τους την υποχώρηση των Πλαστήρα και Καλλιαγκάκη ή και της Μεραρχίας αμέσως μόλις αυτό θα επιβαλλόταν από μία αιφνίδια κατάσταση. Ουδέν εξ αυτών συνέβη. Ο διοικητής της Μεραρχίας ανέμενε να λάβει την διαταγή του Α΄ Σώματος Στρατού, μετά την λήψη της οποίας εξέδωσε τη δική του διαταγή, που προέβλεπε την οργάνωση μίας φάλαγγας τεραστίου μήκους, προκειμένου υπό τύπο παρελάσεως να υποχωρήσει προς Τσατ Κουγιού, ως ο εχθρός να βρισκόταν δεκάδες χιλιόμετρα μακριά. Δυστυχώς για τον ελληνικό στρατό η ανάπτυξη της πρωτοβουλίας είναι ένα ζητούμενο, που σπάνια εμφανίστηκε στην μακρόχρονη ιστορία του.
Αυτά τα απλά, αλλά και άκρως αποτελεσματικά μέτρα για την διεξαγωγή υπό ομαλές συνθήκες της διαταχθείσας σύμπτυξης, δεν λήφθηκαν. Ούτε ένα. Ο λόγος είναι ένας: Ο ελληνικός στρατός δεν εκπαιδευόταν επί χάρτου και στο πεδίο στη σχεδίαση και διεξαγωγή των υποχωρητικών επιχειρήσεων. Εκπαιδεύεται σήμερα; Εύχομαι να μην χρειαστεί να το μάθουμε.
Τέλος ο διοικητής της Μεραρχίας ευθύνεται επειδή μετά την αιφνιδιαστική τουρκική προσβολή που δέχθηκε η Μεραρχία του στην κοιλάδα του Κιοπρουλού και τον πανικό που επικράτησε αποφάσισε, εντελώς άστοχα, να τροποποιήσει το χώρο συγκέντρωσης της Μεραρχίας του από το Κιουτσούκιοϊ στον αυχένα Βορείως του Τσατ Κουγιού. Όμως την άτακτη και πανικόβλητη φυγή των Μονάδων του από την κοιλάδα του Κιοπρουλού προς τα Δυτικά ουδεμία ανθρώπινη δύναμη μπορούσε να αναχαιτίσει εκείνες τις στιγμές και να τις οδηγήσει στον αυχένα Βορείως του Τσατ Κουγιού. Ομάδες τούρκων ιππέων είχαν εισχωρήσει σε διάφορα σημεία και έβαλαν κατά των υποχωρούντων επιτείνοντας τον πανικό. Ο Δημαράς έπρεπε να ακολουθήσει το ρεύμα της φυγής και με τη βοήθεια των αξιωματικών του Επιτελείου του, που άπαντες ήταν έφιπποι, και χρησιμοποιώντας κατάλληλα την Ημιλαρχία του να μπορέσει να συγκεντρώσει όσες περισσότερες Μονάδες του ήταν δυνατό και να τις ανασυγκροτήσει. Τελικά ο Υποστράτηγος Δημαράς έχασε την Μεραρχία του.
Σημαντική σημείωση: Οι ευθύνες του διοικητή της IV Μεραρχίας είναι σοβαρές και σημειώνουν τις επιχειρησιακές του αδυναμίες και την μειωμένη ικανότητα άσκησης διοικήσεως. Ο Υποστράτηγος Δημαράς προερχόταν από το Μηχανικό και το περισσότερο που μπορεί να είχε διοικήσει ήταν Διλοχία Μηχανικού κάποιας Μεραρχίας Πεζικού. Για τις παραλείψεις του μπορούσε να παραπεμφθεί σε Πειθαρχικό Συμβούλιο και να του επιβληθούν διοικητικές ποινές. Τα «έργα και οι ημέρες» του Πλαστήρα συνιστούν στρατιωτικά εγκλήματα, με κάποια εξ αυτών να έχουν ατιμωτικό χαρακτήρα.
3. Το Απόσπασμα Πλαστήρα κατά την φυγή του προς το Τουμλού Μπουνάρ συναντάται με τα ατάκτως υποχωρούντα τμήματα της IV Μεραρχίας
3.1. Η συνάντηση με βάση την Έκθεση Πλαστήρα
«Καθ’ οδόν συναντώμεθα μετά των Συν/των της IV Μεραρχίας και τμημάτων της ΧΙΙης (41ον Σύν/μα και τινές Σχηματισμοί). Το θέαμα της υποχωρήσεως των τμημάτων τούτων ήτο οδυνηρότατον. Υπεχώρουν πανικόβλητοι, εν τελεία αποσυνθέσει. Οι Μεταγωγικοί είχον απορρίψει τα φορτία, οι πλείστοι και τα σάγματα και ίππευον ανά δύο εις έκαστον κτήνος. Ουδεμία επίβλεψις των διοικούντων, ουδέν μέτρον προς επαναφοράν της τάξεως και ανασυγκρότησιν των τμημάτων των. Ουδείς αξιωματικός ευρίσκετο με ψυχικόν σθένος και δύναμιν να συγκεντρώση περί εαυτόν άνδρας τινάς. Οι πάντες εβάδιζον προς τα οπίσω εν αξιοθρηνήτω καταστάσει, πτοούμενοι και τρεπόμενοι ως αγέλαι εις φυγήν εις το άκουσμα ενός τυφεκισμού. Οι Διοικηταί των Συν/των, νομίζοντες ότι ο προορισμός των ήτο να σώσωσι τας Σημαίας των, έβαινον και ούτοι εν ηθική καταστάσει μετά των Επιτελείων και της Σημαίας των. Περί την μεσημβρίαν συναντήσαντες τους Διοικητάς των 35ου Συν/τος Αντ/χην Παπαπαναγιώτου και 8ου Αντ/χην Καρύδην συνιστώμεν εις αυτούς να σταματήσωσιν επί δίωρον και ανασυντάξωσι τα τελείως διαλελυμένα Συν/τά των, υπό την προστασία του ημετέρου Αποσπάσματος όπερ θα ίστατο επίσης. Δυστυχώς όμως δεν εισηκούσθημεν και τα τμήματα ταύτα όδευον εν οικτρά καταστάσει με γενικήν κατεύθυνσιν την Σμύρνην».
Κατ’ αρχάς: Με γενική κατεύθυνση την Σμύρνη όδευε (έφευγε) και το Απόσπασμα Πλαστήρα, που εγκατέλειψε αυθαίρετα την Μεραρχία του και υποχωρούσε συντεταγμένο κατά τον διοικητή του, αλλά άνευ διαταγής. Βεβαίως ο μόνος υπεύθυνος της συντεταγμένης φυγής του Αποσπάσματος Πλαστήρα ήταν ο φυγάς (τρέσας κατά την αρχαία γλώσσα) διοικητής του.
Προφανώς η κατάσταση των τμημάτων της IV Μεραρχίας μετά τον αιφνιδιασμό που υπέστησαν στην στενή κοιλάδα του Κιοπρουλού, βαλλόμενα από υπερκείμενα υψώματα σε ένα επίπεδο έδαφος, που σε κανένα σημείο του δεν προσέφερε κάλυψη και τη δυνατότητα αποτελεσματικής αντίδρασης, ήταν κακή. Την κατάσταση της διάλυσης των Μονάδων της IV Μεραρχίας, εξ αιτίας της αιφνιδιαστικής επίθεσης που δέχθηκε στην στενωπό του Κιοπρουλού και της άτακτης υποχώρησής τους, την περιγράφουν με ενάργεια ο διοικητής της Μεραρχίας και οι διοικητές των Συνταγμάτων της. Δεν αποκρύπτουν την αλήθεια. Αναφέραμε εκ προοιμίου ότι ο ελληνικός στρατός λόγω του χαμηλού επιπέδου πειθαρχίας που ανέκαθεν διέθετε είναι «ιδιαίτερα ευαίσθητος» και στην περίπτωση που αιφνιδιαστεί, εξ αιτίας συνήθως ελλιπούς καλύψεως, πανικοβάλλεται, εγκαταλείπει τα πάντα και φεύγει με τα πόδια στην πλάτη. Αυτό έχει συμβεί πολλές φορές στην ιστορία του.
Στην περίπτωση της IV Μεραρχίας η κάλυψή της ήταν ο Πλαστήρας, ο οποίος όμως λιποτάκτησε και την άφησε ακάλυπτη. Η σχολιαζόμενη παραπάνω μακροσκελής αναφορά του Πλαστήρα, μοναδική στην Έκθεσή του, στην οποία ελεεινολογεί αδιάντροπα τα Συντάγματα της IV Μεραρχίας που υποχωρούσαν ατάκτως, αποτελεί «γροθιά στο στομάχι» και προκαλεί ερωτήματα για την ποιότητα του χαρακτήρα του και την εντιμότητά του. Αυτός ήταν ο κύριος υπεύθυνος για το θέαμα που μας παρουσιάζει. Εξ αιτίας της ανυπακοής του ενώπιον του εχθρού και της εγκατάλειψης της θέσης που διατάχθηκε να καταλάβει έγινε δυνατή η αιφνιδιαστική επίθεση της 23ης τουρκικής Μεραρχίας κατά της IV Μεραρχίας. Ο Πλαστήρας είναι αυτός που άφησε ανοικτή την Κερκόπορτα.
Είναι ενδιαφέρον να αναφέρουμε το τι έγραψε ειρωνικά ο Στρατηγός Μοσχόπουλος στο περιθώριο της Έκθεσης Πλαστήρα, αναφορικά με το παραπάνω σχολιαζόμενο τμήμα της, επειδή αντιλαμβανόταν τις υπερβολές του Πλαστήρα σχετικά με το ότι το πρωί της 15ης έκανε κατάλληλη ομιλία σε 1.600 άνδρες (παρουσία και 700 ημιόνων) για να τους εμπνεύσει ηθικό πριν ξεκινήσει την φυγή του προς το Τουμλού Μπουνάρ:
«Δεν είχον φαίνεται ρητορικά χαρίσματα οι διοικηταί των (του 8ου κ΄ 35ου) όπως διά καταλλήλου ομιλίας ανυψώσουν το ηθικόν τμημάτων των ως έπραξεν ο κ. Πλαστήρας»
3.2. Ο Συνταγματάρχης Πλαστήρας αποφεύγει να θέσει τα ατάκτως υποχωρούντα τμήματα της IV Μεραρχίας υπό τις διαταγές του
Στην σχολιαζόμενη καταχώρηση της Έκθεσης Πλαστήρα υπάρχει ένα ενδιαφέρον σημείο που διαφεύγει της προσοχής των αγιογράφων του Πλαστήρα, αλλά και ιστορικών συγγραφέων, και αποδεικνύει την στρεβλή οπτική υπό την οποία παρατηρούν τα γεγονότα εκείνης της περιόδου. Η υπαγωγή του Αποσπάσματος Πλαστήρα στην IV Μεραρχία ουδέποτε έπαυσε να υφίσταται επειδή αυτό αποχώρησε αυθαίρετα από την παράταξή της την 15η Αυγούστου. Ο Πλαστήρας ήταν Συνταγματάρχης και με το διοικητή της IV Μεραρχίας απόντα τη στιγμή της συνάντησής του με τα διαλυμένα τμήματα της Μεραρχίας, ήταν ο επί τόπου ανώτερος αξιωματικός της Μεραρχίας. Συνεπώς είχε υποχρέωση να θέσει τα Συντάγματα της Μεραρχίας υπό τις διαταγές του. Αυτό επέβαλε το καθήκον του και ο βαθμός του Συνταγματάρχη που κατείχε. Αυτό ακολουθείται απ’ όλους τους στρατούς κατά την απουσία για οποιονδήποτε λόγο του νόμιμου διοικητή μίας μονάδας. Αυτό προβλεπόταν και από τον Κανονισμό «Της εν ταις Πόλεσι και Φρουρίοις Υπηρεσίας των Στρατευμάτων» που είχε τεθεί σε ισχύ τον Μάιο του 1922:
«Αρθρ. 4. Πάντα οριστικόν διοικητήν δι’ οιονδήποτε λόγον εκλιπόντα αναπληροί προσωρινώς ο αρχαιότερος των υπ’ αυτόν ανωτέρων κατά βαθμόν»[13]
Δυστυχώς ο Πλαστήρας αντί να διατάξει τους δύο Αντισυνταγματάρχες και όλους τους ατάκτως υποχωρούντες να σταματήσουν να στοιχηθούν και να ζυγιστούν, έκανε συστάσεις. Οι δύο Αντισυνταγματάρχες «τον έγραψαν» και συνέχισαν την θλιβερή πορεία τους προς το Τουμλού Μπουνάρ, προς το οποίο βεβαίως βάδιζε και ο Πλαστήρας. Μέσα από αυτό το θλιβερό τμήμα της Έκθεσης Πλαστήρα προκύπτει ότι ο Πλαστήρας αρνήθηκε για μία ακόμη φορά να αναλάβει τις ευθύνες που του επέβαλε ο βαθμός του και το χρέος του.
3.3. Ο Πλαστήρας αποφεύγει να ενημερωθεί από τους διοικητές του 8ου και 35ου Συνταγμάτων περί των διαταγών που έλαβαν από την IV Μεραρχία
Υπενθυμίζουμε από το Μέρος Πρώτο ότι το αφήγημα του Πλαστήρα για να δικαιολογήσει την αυθαίρετη υποχώρησή του προς το Τουμλού Μπουνάρ ήταν ότι: α) Παρά τις συνεχείς και «αγωνιώδεις προσπάθειες» που κατέβαλε δεν κατόρθωσε να λάβει διαταγές από την IV Μεραρχία. β) Όλοι υποχωρούσαν.
Να υπενθυμίσουμε επίσης ότι ο Πλαστήρας δεν έλαβε τη διαταγή της IV Μεραρχίας επειδή αυτοβούλως είχε εγκαταλείψει την παράταξή της και είχε απομακρυνθεί απ’ αυτήν πλέον των 7 χλμ., η δε Μεραρχία αγνοούσε την θέση του.
Εν πάση περιπτώσει ο Πλαστήρας «αφού βρισκόταν σε αγωνία» που δεν έλαβε διαταγές από την IV Μεραρχία είχε την ευκαιρία κατά την συνάντησή του με τους Αντισυνταγματάρχες Καρύδη και Παπαπαναγιώτου να τους ρωτήσει αν είχαν λάβει διαταγή επιχειρήσεων από την IV Μεραρχία και αν η απάντησή τους ήταν θετική να ζητήσει να την διαβάσει και να την εκτελέσει. Οι δύο Αντισυνταγματάρχες όπως έχουμε αναφέρει είχαν λάβει την διαταγή επιχειρήσεων της IV Μεραρχίας και αν την διάβαζε θα έβλεπε ότι η IV Μεραρχία με βάση την διαταγή του Α΄ Σώματος Στρατού θα έπρεπε να συγκεντρωθεί στο Κιουτσούκιοϊ, όπου θα αποτελούσε την εφεδρεία του Σώματος. Σημειώσαμε επίσης ότι η συγκέντρωση της IV Μεραρχίας στο Κιουτσούκιοϊ, όπου θα αποτελούσε την εφεδρεία του Α΄ Σώματος Στρατού, ήταν κρίσιμης σημασίας επειδή θα συνέδεε τις Μεραρχίες που υποχωρούσαν Βορείως και Νοτίως της σιδηροδρομικής γραμμής. Στην περίπτωση που ο Πλαστήρας παρέμενε στο Κιουτσούκιοϊ, θέτοντας τα Συντάγματα της IV Μεραρχίας υπό τη διοίκησή του και διατάσσοντας την ανασυγκρότησή τους, λαμβάνοντας αυστηρά μέτρα προς τούτο, θεωρώ ως βέβαιο ότι την επομένη 16η Αυγούστου θα μπορούσε να αποτρέψει την διάσπαση των Α΄ και Β΄ Σωμάτων Στρατού στις Ομάδες Φράγκου και Τρικούπη. Είναι κατά το μάλλον βέβαιο ότι θα μπορούσε να την αποτρέψει αν η IV Μεραρχία δεν είχε διαλυθεί εξ υπαιτιότητας του Πλαστήρα, δεδομένου ότι θα διέθετε μία ισχυρή δύναμη 15 Ταγμάτων και 50 πυροβόλων.
Όμως ο Πλαστήρας δεν ενδιαφερόταν να πληροφορηθεί ποια ήταν η αποστολή που το Α΄ Σώμα Στρατού έδωσε στην IV Μεραρχία και ποια ήταν η αποστολή που η Μεραρχία έδωσε σε αυτόν, και για αυτό το λόγο δεν ρώτησε. Ακόμη και αν διάβαζε την διαταγή δεν θα παρέμενε στο Κιουτσούκιοϊ. Σκοπός του ήταν να φθάσει στην ασφάλεια του Τουμλού Μπουνάρ και να μην εμπλέξει το Σύνταγμά του σε νέα μάχη.
Στην περίπτωση βεβαίως που ο Πλαστήρας θα διάβαζε την διαταγή της IV Μεραρχίας θα μπορούσε να ενημερώσει σχετικά τον διοικητή της I Μεραρχίας Υποστράτηγο Αθανάσιο Φράγκου, στον οποίο παρουσιάστηκε λίγο αργότερα, αναφορικά με τις προθέσεις του Α΄ Σώματος Στρατού, που ο Φράγκου τις αγνοούσε, λόγω της διακοπής των επικοινωνιών του με το με το Σώμα από την 10.00 ώρα της 14ης Αυγούστου, αλλά και άλλων άστοχων ενεργειών του.
3.4. Η μη ανάληψη από τον Πλαστήρα της διοίκησης των Συνταγμάτων της IV Μεραρχίας συνιστά στρατιωτικό έγκλημα
Ο Πλαστήρας αποφεύγοντας να θέσει τα ατάκτως υποχωρούντα Συντάγματα της IV Μεραρχίας υπό τις διαταγές του, ως ο επί τόπου ανώτερος αξιωματικός της Μεραρχίας, ενεργεί εναντίον της ανασυγκρότησης της IV Μεραρχίας. Παρεμποδίζει την ανασυγκρότησή της. Το στρατιωτικό αυτό έγκλημα προβλέπεται στον Σ.Π.Κ. του 1860.
«ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΠΡΩΤΟΝ, Α΄. Προδοσία. Άρθρον 194. Τιμωρείται με θάνατον και στρατιωτικήν καθαίρεσιν πας στρατιωτικός … δ) Όστις, απέναντι του εχθρού, προκαλέσει εις φυγήν το στράτευμα, ή εμποδίσει την ανασυνάθροισιν αυτού»
Ο Πλαστήρας είναι ο υπαίτιος της άτακτης φυγής των Μονάδων της IV Μεραρχίας και όταν του δίνεται η ευκαιρία να επανορθώσει, αναλαμβάνοντας σύμφωνα με τον ισχύοντα κανονισμό τη διοίκηση των Συνταγμάτων, αποποιείται την ευθύνη του.
Το αναφερόμενο στρατιωτικό έγκλημα προβλέπεται με την ίδια διατύπωση και στον ισχύοντα σήμερα Σ.Π.Κ.:
«Άρθρο 15. ‘Προδοσία’. Τιμωρείται με την ποινή του θανάτου ή της ισόβιας κάθειρξης ο στρατιωτικός που σε πολεμική περίοδο … ε) Προκαλεί ή διεγείρει τον στρατό σε φυγή μπροστά στον εχθρό ή παρακωλύει την ανασύνταξη του στρατού»
Ο Πλαστήρας μη αναλαμβάνοντας την ευθύνη της διοίκησης των Συνταγμάτων της IV Μεραρχίας και μη επιβάλλοντας, έστω και διά της βίας την ανασυγκρότηση αυτών, παρεμπόδισε την ανασύνταξη της Μάχιμης Δύναμης της Μεραρχίας.
3.5. Η συνάντηση του Πλαστήρα με τα ατάκτως υποχωρούντα Συντάγματα της IV Μεραρχίας είναι πραγματικό γεγονός;
Η συνάντηση του Πλαστήρα με τα ατάκτως υποχωρούντα τμήματα της IV Μεραρχίας δεν επιβεβαιώνεται από τους επικεφαλής αξιωματικούς των τμημάτων της IV Μεραρχίας. Οι Αντισυνταγματάρχες Καρύδης, Παπαπαναγιώτου και ο Ταγματάρχης Αθανασόπουλος ουδεμία αναφορά κάνουν στις Εκθέσεις τους για συνάντησή τους με το Απόσπασμα Πλαστήρα και αυτό δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Μόνο ο Αντισυνταγματάρχης Καρύδης στο υπόμνημα που υπέβαλε στην Ανακριτική Επιτροπή Ελέγχου Δοσιλόγων αναφέρει το εξής:
«εβαδίζομεν προς Κιουτσούκιοϊ όπερ ώριζε η Διαταγή των Επιχειρήσεων της 15 Αυγούστου, ότε περί την μεσημβρίαν περίπου και εις απόστασιν τινά αφ’ ημών εθεάθη βαδίζων προς την αυτήν διεύθυνσιν ο Σ/χης Πλαστήρας ακολουθούμενος παρά ευαρίθμων εφίππων συνδέσμων του και μετ’ ολίγον εγένετο άφαντος. Βαδίζοντες τοιουτοτρόπως αφικνούμεθα περί την 16ην ώραν Α. του Κιουτσούκιοι όπερ προορίζετο ως χώρος σταθμεύσεως της ημέρας ταύτης ότε διέταξα να εγκατασταθώσι τα υποχωρούντα τμήματα, διά συνδέσμων ωδηγήθησαν εις τον χώρον»
Κατόπιν τούτων υπάρχει ένα ερώτημα αναφορικά αν πράγματι η συνάντηση συνέβη, ή ο Πλαστήρας πληροφορήθηκε τα της συνάντησης από αξιωματικούς του; Εν πάση περιπτώσει θα μείνουμε στις διαβεβαιώσεις του Πλαστήρα.
3.6. Το Απόσπασμα Πλαστήρα έφευγε συντεταγμένο, ή ατάκτως;
Ο Αντιστράτηγος ε.α. Κλεάνθης Μπουλαλάς στο βιβλίο του αναφέρει ότι το Απόσπασμα Πλαστήρα κινούνταν συντεταγμένο.[14] Γενικά ο Μπουλαλάς δεν εκφράζει αρνητικές κρίσεις για τον Πλαστήρα και αναφέρεται αόριστα στη μη εγκατάσταση του Αποσπάσματος Πλαστήρα στα υψώματα Νοτίως Κιοπρουλού,[15] μολονότι γνώριζε επακριβώς τα γεγονότα της καταστροφής της IV Μεραρχίας.[16]
Υπάρχει όμως και μία πληροφορία όπου αναφέρεται διάλυση του Αποσπάσματος Πλαστήρα. Αυτή προέρχεται από το ημερολόγιο του Δεκανέα Πυροβολικού Γιάννη Κουτσονικόλα που κατά την διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας υπηρετούσε στην ΧΙΙΙα Μοίρα Ορειβατικού Πυροβολικού της ΧΙΙΙ Μεραρχίας, στην Πυροβολαρχία του Λοχαγού Βλαχάβα, συμμετέχοντας στην Εκστρατεία σχεδόν από την έναρξή της. Η ΧΙΙΙα ΜΟΠ είχε τεθεί υπό την διοίκηση του Πλαστήρα, συναποτελώντας με το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων το Απόσπασμα Πλαστήρα. Ο Γιάννης Κουτσονικόλας καταγόταν από την Αράχωβα και το ημερολόγιό του εκδόθηκε από τον ομώνυμο Δήμο με τίτλο «Απ’ την Αράχωβα στα Κράσπεδα της Άγκυρας – Ημερολόγιο Εκστρατείας 1919-1922». Οι ημερομηνίες που διεξήχθησαν οι μάχες της εξεταζόμενης περιόδου 13-16 Αυγούστου 1922 είναι εγγεγραμμένες λάθος στο ημερολόγιο. Ειδικότερα είναι πρωθύστερες κατά μία ημέρα. Για την ημέρα της 15ης Αυγούστου ο Γιάννης Κουτσονικόλας κάνει την ακόλουθη εγγραφή στο ημερολόγιό του:
«Εις τας 14 το πρωί μας επετέθη ο εχθρός εις (Μπαλ Μαχμούτ) ότε ητοιμαζόμεθα να φύγομεν με τα πολυβόλα, φέρων μεγάλην καταστροφήν, οπισθοχωρούντες δε πανικόβλητοι σχεδόν, διαλυθέντων των τμημάτων φθάσαμεν το βράδυ εις (Τουλού Μπουνάρ) όπου ενώθημεν με την VII Μεραρχίαν και την Ιην και μείναμε το βράδυ εκεί»
Προφανώς η τουρκική επίθεση στην οποία αναφέρεται ο Γ. Κουτσονικόλας είναι αυτή των 25 (;) Τούρκων ιππέων που από το ύψωμα 1.220 (αυτό που εγκατέλειψε το Τάγμα Πρεμέτη) πρόσβαλαν δια πυρών τυφεκίων τα Μεταγωγικά του Αποσπάσματος Πλαστήρα (βλ Μέρος Πρώτο). Είναι μία μαρτυρία ενός Οπλίτη που ο καθείς μπορεί να την λάβει υπόψη του ανάλογα με την κρίση του. Ο Γιάννης Κουτσονικόλας (σε γενικότερο πλαίσιο) εκφράζεται θετικά για τον Πλαστήρα και το Σύνταγμά του. Όμως μία σοφή λαϊκή παροιμία λέει ότι «από μικρό και από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια».
4. Ο Πλαστήρας φθάνοντας στο χωριό Μπασκιμσέ παρουσιάζεται στον διοικητή της I Μεραρχίας Υποστράτηγο Α. Φράγκου
4.1. Η συνάντηση με βάση την Έκθεση Πλαστήρα
«Προ της καταστάσεως ταύτης ευρεθέντες σπεύδομεν προς συνάντησιν του Υποστρατήγου Φράγκου προς ον αναφέρομεν την κατάστασιν των άνω τμημάτων και παρακαλούμεν όπως τηλεγραφήση προς την Στρατιάν ν’ αποστείλη ισχυρόν τμήμα εις Βουγιούκ Οτουράκ προς συγκράτησιν της περαιτέρω διαρροής των φυγάδων και ανασυγκρότησιν των τμημάτων. Το τηλεγράφημα εγένετο αμέσως, ουδεμία όμως μέριμνα ελήφθη παρά της Στρατιάς. Εις τον Υποστρ. Φράγκου υποσχόμεθα ότι θα σπεύσωμεν και ημείς εις Τουμλού Μπουνάρ προς συγκράτησιν των φυγάδων, πλην όμως τούτο δεν κατέστη δυνατόν διότι, παρ’ όλας τας προσπαθείας μας, οι φυγάδες είχον διαρρεύσει πριν αφιχθώμεν ημείς εις Τουλού Μπουνάρ. Το Απόσπασμα περί την 18ην ώραν αφίκετο εις Τουλού Μπουνάρ όπου και κατηυλίσθημεν».
Η παραπάνω καταχώρηση του Πλαστήρα στην Έκθεσή του ακολουθεί αμέσως μετά την καταχώριση της συνάντησής του με τα ατάκτως υποχωρούντα τμήματα της IV Μεραρχίας και την προσφορά του στους διοικητές τους να καλύψει την ανασυγκρότηση των Μονάδων τους. Προφανώς η φράση «προ της καταστάσεως ταύτης ευρεθέντες» αναφέρεται στην κατάσταση διάλυσης των τμημάτων της IV Μεραρχίας και όχι κάποιων άλλων. Την κατάσταση αυτή την ανέφερε ο Πλαστήρας στον Υποστράτηγο Φράγκου και του πρότεινε να ζητήσει (τηλεγραφικώς) από την Στρατιά να αποστείλει ισχυρό στρατιωτικό τμήμα στο Τουμλού Μπουνάρ για την συγκράτηση των φυγάδων. Προφανώς της IV Μεραρχίας. Αυτά λέει ο Πλαστήρας που είναι φυγάς ο ίδιος!!! Ο Πλαστήρας αναφέρει ότι το τηλεγράφημα εγένετο αμέσως, αλλά η Στρατιά δεν ανταποκρίθηκε. Δηλαδή ευκαιρίας δοθείσης ας βάλουμε ένα καρφί στο πτώμα του Χατζανέστη.
Επιβάλλεται να υπενθυμίσουμε ότι τα ατάκτως υποχωρούντα τμήματα της IV Μεραρχίας συγκρατήθηκαν στο χωριό Κιουτσούκιοϊ και ανασυγκροτήθηκαν. Άρχισαν να υποχωρούν προς το Τουμλού Μπουνάρ τις νυκτερινές ώρες με την έναρξη της υποχώρησης των Μονάδων των Ι και VII Μεραρχιών, που το μεγαλύτερο μέρος τους διερχόταν από το Κιουτσούκιοϊ. Στη συνέχεια ανασυγκροτήθηκαν σε πέντε Τάγματα στο Τουμλού Μπουνάρ. Επομένως τα διασωθέντα μάχιμα τμήματα των Συνταγμάτων της IV Μεραρχίας δεν ήταν φυγάδες με την πραγματική σημασία του όρου. Τράπηκαν σε πανικόβλητη φυγή επειδή προσβλήθηκαν αιφνιδιαστικά εντός μίας στενωπού. Ο πανικός αποτελεί την χειρότερη αρρώστια για ένα στράτευμα. Για να γίνονταν και πάλι αξιόμαχα τα Συντάγματα της Μεραρχίας χρειάζονταν το «ισχυρό χέρι» ενός άξιου διοικητή και όχι του Αντισυνταγματάρχη Καρύδη. Δυστυχώς ο Πλαστήρας απέφυγε να αναλάβει την διοίκηση αυτών των τμημάτων, όπως όφειλε με βάση τον βαθμό του Συνταγματάρχη που έφερε και την συνεχιζόμενη υπαγωγή του υπό την IV Μεραρχία.
4.2. Η σχολιαζόμενη καταχώρηση της Έκθεσης Πλαστήρα είναι ψευδής και του «παραλόγου»
Όποιος διαβάσει την σχολιαζόμενη παραπάνω καταχώρηση της Έκθεσης Πλαστήρα, αλλά δεν γνωρίζει την όλη κατάσταση και την περιοχή που συμβαίνουν τα αναφερόμενα γεγονότα, θα θαυμάσει την αποφασιστικότητα του Πλαστήρα, και το ηρωικό του χαρακτήρα του! Δυστυχώς όμως η σχολιαζόμενη καταχώρηση είναι η απόλυτη παρωδία και θα εξηγήσουμε αμέσως το γιατί.
Το περιστατικό της συνομιλίας του Πλαστήρα με τον Φράγκου διαδραματίζεται στην περιοχή του χωριού Μπασκιμσέ όπου διεξάγεται μάχη, με μονάδες της Ι Μεραρχίας να αμύνονται στα υψώματα Νοτίως του χωριού κατά των προελαυνουσών τουρκικών φαλάγγων, και Μονάδες της VII Μεραρχίας να επιτίθενται κατά της 1ης τουρκικής Μεραρχίας Ιππικού που αμυνόταν στα υψώματα Βορείως του χωριού Καρατζά Εϋρέν.
Ο Πλαστήρας όταν φθάνει στο χωριό Μπασκιμσέ έχει ήδη καλύψει το μισό της απόστασης προς του Τουμλού Μπουνάρ και του απομένουν ακόμη 20 χλμ. πορείας. Ο Πλαστήρας αναφέρει στην Έκθεσή του ότι πρότεινε στον Φράγκου να ζητήσει από την Στρατιά την αποστολή ισχυρού τμήματος στο Τουμλού Μπουνάρ προς συγκράτηση των φυγάδων. Που βρίσκεται το παράλογο και το ψέμα τώρα. Ακόμη και στην περίπτωση που ο Φράγκου μπορούσε να υποβάλει ένα τέτοιο αίτημα στην Στρατιά, θα έπρεπε αυτό να κρυπτογραφηθεί, να αποκρυπτογραφηθεί στο Στρατηγείο της Στρατιάς στην Σμύρνη, να ληφθεί απόφαση περί της αποστολής δύναμης στο Τουμλού Μπουνάρ, να κρυπτογραφηθεί η διαταγή για την αποστολή κάποιας δύναμης και η δύναμη αυτή να φθάσει στο Τουμλού Μπουνάρ. Ο χρόνος που θα απαιτούνταν για να γίνουν όλα αυτά θα ήταν απείρως μεγαλύτερος από τον χρόνο που χρειαζόταν το Απόσπασμα Πλαστήρα για να φθάσει στο Τουμλού Μπουνάρ και να αναλάβει την συγκράτηση των φυγάδων.
Όμως ο Φράγκου δεν διαθέτει την δυνατότητα να επικοινωνήσει τηλεγραφικά με την Στρατιά. Τα τηλεφωνικά και τηλεγραφικά καλώδια, όπως και η σιδηροδρομική γραμμή έχουν καταστραφεί στην περιοχή του Σιδηροδρομικού Σταθμού του χωριού Κιουτσούκιοϊ (7 χλμ. Δυτικά Μπασκιμσέ) από το τουρκικό Ιππικό το πρωί της 13ης Αυγούστου, με τους Τούρκους να συναποκομίζουν και τα τηλεφωνικά καλώδια. Παρά ταύτα ο Πλαστήρας αναφέρει ότι το τηλεγράφημα εστάλη αμέσως. Προφανώς ψεύδεται ασυστόλως για μία ακόμη φορά.
Η σχολιαζόμενη καταχώρηση στην Έκθεση Πλαστήρα είναι «λόγια του παραλόγου». Γίνεται με σκοπό να δείξει ότι ο Πλαστήρας αγωνιούσε για την αναχαίτιση των φυγάδων και την ανασυγκρότηση του στρατεύματος. Ποιος; Ο Πλαστήρας… Που εγκατέλειψε την Μεραρχία του και άνοιξε την Κερκόπορτα της καταστροφής της… Που ήταν φυγάς ο ίδιος… Που έφευγε με τα πόδια στην πλάτη για να φθάσει πρώτος στην ασφάλεια του Τουμλού Μπουνάρ… Και το σημαντικότερο: Ο Πλαστήρας ζητεί να στείλει η Στρατιά μία ισχυρή δύναμη στο Τουμλού Μπουνάρ (από που θα την βρει;) για την συγκράτηση των φυγάδων, όταν ο ίδιος που διέθετε μία συντεταγμένη δύναμη 1.600 ανδρών, όπως ισχυρίζεται, απέφυγε να αναλάβει την απορρέουσα από το βαθμό του ευθύνη να επιβάλει την ανασυγκρότηση των διαλυμένων Συνταγμάτων της IV Μεραρχίας και να τα θέσει υπό τις διαταγές του. Ακόμη και με το στήσιμο πολυβόλων. Επειδή αυτό κάνουν οι πραγματικοί ηγέτες στις δύσκολες στιγμές. Σε αυτό το σημείο της σχολιαζόμενης καταχώρησης της Έκθεσης Πλαστήρα βρίσκεται το «παράλογο» περί του οποίου γίνεται αναφορά.
4.3. Η συνάντηση Φράγκου – Πλαστήρα μέσα από το βιβλίο του Αντιστράτηγου ε.α. Κλεάνθη Μπουλαλά – ο Υποστράτηγος Φράγκου δεν έθεσε τον Πλαστήρα υπό την διοίκησή του
Ο διευθυντής του ΙΙΙ Επιτελικού Γραφείου της Ι Μεραρχίας, Λοχαγός τότε Κ. Μπουλαλάς, δεν επιβεβαιώνει τα διαμειφθέντα μεταξύ Φράγκου και Πλαστήρα. Αναφέρει:
«Ο Συν/ρχης Πλαστήρας προσελθών αυτοπροσώπως εις τον Διοικητήν της Ι Μεραρχίας ανέφερε λεπτομερώς την κατάστασιν και εδήλωσεν ότι αποσύρεται εις Τουμλού Μπουνάρ ένθα νομίζει ότι δέον να διεξαχθή η άμυνα. Η Μεραρχία μη δικαιούμενη να διατάξη τι, εφ’ όσον το απόσπασμα τούτο δεν υπήγετο εις τα διαταγάς της, συνέστησε προς τον Πλαστήρα να κατευθυνθή και καταλάβη τα υψώματα Χασάν Ντετέ Τεπέ, ως γνώστης του εδάφους αφήση δε την λοιπήν γραμμήν διά τας Ιην και VIIην Μεραρχίας».[17]
Προφανώς οι σχετικές καταχωρήσεις στην Έκθεση Πλαστήρα και στο βιβλίο του Μπουλαλά δεν ταυτίζονται. Ο Μπουλαλάς ουδέν αναφέρει περί φυγάδων και ο Πλαστήρας ουδέν αναφέρει περί της σύστασης που έλαβε από τον Φράγκου να εγκαταστήσει το Απόσπασμά του στο Χασάν Ντετέ Τεπέ.
Επίσης ο Μπουλαλάς ουδέν αναφέρει για το εάν ο Πλαστήρας ρωτήθηκε σχετικά με την αποστολή του, ή με βάση ποια διαταγή υποχωρούσε προς το Τουμλού Μπουνάρ; Πιστεύω ότι ρωτήθηκε για τους εξής λόγους:
α) Το ότι ένα Σύνταγμα υποχωρούσε συντεταγμένο (;) -μέσα στο γενικό χαμό- προς τα Δυτικά ήταν εντελώς παράξενο. Ο διοικητής της Ι Μεραρχίας θα ήθελε να πληροφορηθεί τους λόγους της υποχώρησης του Αποσπάσματος Πλαστήρα.
β) Ο Υποστράτηγος Φράγκου γνώριζε ότι το Απόσπασμα Πλαστήρα είχε τεθεί υπό τις διαταγές της IV Μεραρχίας. Η Ι Μεραρχία είχε απολέσει κάθε σύνδεσμο και επικοινωνία με το Α΄ Σώμα Στρατού από την 10.00 ώρα της 14ης Αυγούστου και ως εκ τούτου βρισκόταν σε άγνοια των προθέσεων του Α΄ Σώματος Στρατού. Προφανώς ο Φράγκου θα επιθυμούσε εναγωνίως να πληροφορηθεί από την διαταγή που εξέδωσε η IV Μεραρχία, που λογικά θα έπρεπε να διαθέτει ο Πλαστήρας, τις προθέσεις τουλάχιστον του Α΄ Σώματος Στρατού για τις επιχειρήσεις της 15ης Αυγούστου. Στη διαταγή που εξέδωσε η IV Μεραρχία για τις ενέργειες της 15ης Αυγούστου περιλαμβάνονταν οι προθέσεις του Α΄ Σώματος Στρατού.
γ) Ο Φράγκου κατά πάσα βεβαιότητα ρώτησε τον Πλαστήρα σχετικά με την αποστολή του και τις διαταγές που έλαβε από την IV Μεραρχία και ο Πλαστήρας την ανάγκη ποιούμενος θα ανέφερε ότι υποχωρεί άνευ διαταγής της IV Μεραρχίας. Δηλαδή ότι ήταν φυγάς.
Ο Φράγκου λαμβάνοντας αυτή την απάντηση θα έπρεπε να θέσει το Απόσπασμα Πλαστήρα αμέσως υπό την διοίκησή του. Ήταν υποχρεωμένος να το κάνει. Και επ’ αυτού δεν μπορεί να υπάρξει καμία αντίρρηση. Αν δεν είχε δικαίωμα να τον διατάξει για ποιο λόγο του συνέστησε να εγκατασταθεί στο Χασάν Ντετέ Τεπέ. Σύσταση απευθυνόμενη από Στρατηγό σε Συνταγματάρχη στερούμενο διαταγών αποτελεί διαταγή. Υπόψη ότι ο Φράγκου έθεσε το Απόσπασμα Πλαστήρα υπό την διοίκησή του αμέσως μόλις έφθασε στο Τουμλού Μπουνάρ. Γιατί δεν το έθεσε στο Μπασκιμσέ και το έθεσε στο Τουμλού Μπουνάρ; Είναι βέβαιο ότι πολλοί μετά την καταστροφή τηρούσαν «καλά κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα» για να μην εκθέσουν τους εαυτούς τους ή άλλα πρόσωπα.
Ο Μπουλαλάς σχετικά με το εν λόγω ζήτημα κάνει μία ανάλογη αναφορά στο βιβλίο του. Γράφει ότι περί την 11.30 ώρα πέρασαν Βορειοανατολικά του Μπασκιμσέ τα ατάκτως υποχωρούντα τμήματα της IV Μεραρχίας, αλλά «ουδείς ανώτερος αξιωματικός προσήλθεν εις την Μεραρχίαν διά ν’ αναφέρη, ίσως διά να μην διαταχθούν να σταματήσουν». Προφανώς ο Υποστράτηγος Φράγκου μπορούσε να διατάξει και τα ατάκτως τμήματα της IV που υποχωρούσαν λόγω πανικού και το «συντεταγμένο» Απόσπασμα Πλαστήρα που είχε εγκαταλείψει το πεδίο της μάχης και είχε τραπεί σε φυγή. Ειδικά αυτό.
Ο Φράγκου ήταν υποχρεωμένος εκ των περιστάσεων υπό τις οποίες βρέθηκε, να δημιουργήσει μία συνεχή γραμμή άμυνας από το Ακάρ Νταγ μέχρι το Ρεσίλ Τεπέ προκειμένου να καλύψει το Β΄ Σώμα Στρατού που ήταν πλέον ή βέβαιο ότι υποχωρούσε Βορείως της σιδηροδρομικής γραμμής. Για να δημιουργήσει αυτή την γραμμή άμυνας χρειαζόταν δυνάμεις και οι μόνες διαθέσιμες δυνάμεις εκείνη την στιγμή ήταν το Απόσπασμα Πλαστήρα και αυτό του Λούφα, που μάλλον είχε συνταυτίσει την υποχώρησή του με εκείνη του Πλαστήρα. Ο Φράγκου Νοτίως του χωριού Μπασκιμσέ δεν διέθετε άλλη δύναμη πλην του 49ου Συντάγματος για να συντρέξει τον αγώνα του Αποσπάσματος της VII Μεραρχίας (5ο και 37ο Συντάγματα Πεζικού) για την κατάληψη των υψωμάτων Βορείως Καρατζά Εϋρέν. Απέφυγε όμως να θέσει το Απόσπασμα Πλαστήρα υπό τις διαταγές του και να το διαθέσει μαζί με το Απόσπασμα Λούφα Νοτιοδυτικά Μπασκιμσέ για την αναχαίτιση των τουρκικών φαλάγγων.
Αλλά και ο Πλαστήρας απέφυγε να εισέλθει στην μάχη που διεξαγόταν προ των οφθαλμών του για να συνδράμει τον αγώνα της Ι Μεραρχίας. Είναι βέβαιο ότι πλέον των λακωνικών αναφορών που περιλαμβάνονται στην Έκθεση Πλαστήρα και το βιβλίο του Μπουλαλά για την σχολιαζόμενη συνάντηση, θα έγινε και μία σχετική συζήτηση για την διεξαγόμενη μάχη που η έκβασή της δεν φαινόταν ευνοϊκή για την Ι Μεραρχία.
5. Ο Πλαστήρας συνεχίζει τη «συντεταγμένη» φυγή του προς το Τουμλού Μπουνάρ όπου φθάνει πολλές ώρες νωρίτερα από τους «φυγάδες» της IV Μεραρχίας
Ο Πλαστήρας μετά τη συνάντηση του με τον Φράγκου συνέχισε απτόητος τη φυγή του προς το Τουμλού Μπουνάρ, όπου έφθασε πρώτος απ’ όλους, την 18.00 ώρα, πολλές ώρες νωρίτερα και από την άφιξη των «φυγάδων» της IV Μεραρχίας που έφθασαν στο Τουμλού Μπουνάρ τα μεσάνυκτα. Οι Μονάδες των Ι και VII Μεραρχιών, που από τις μεταμεσημβρινές ώρες της 15ης Αυγούστου άρχισαν να υποχωρούν σταδιακά από τις θέσεις τους περί τα χωριά Μπασκιμσέ και Ακ Χισάρ έφθασαν στο Τουμλού Μπουνάρ τις μεταμεσονύκτιες ώρες της 15ης προς 16η Αυγούστου.
Ο Πλαστήρας όταν έφθασε στο Τουμλού Μπουνάρ δεν οδήγησε το Απόσπασμά του στα υψώματα του Χασάν Ντετέ Τεπέ, όπως του συνέστησε ο Φράγκου, αλλά διανυκτέρευσε στην περιοχή του χωριού. Οι Εύζωνοί του ήταν κατάκοποι, όπως πάντα, και όφειλε να τους ξεκουράσει…
Ο Πλαστήρας στο Τουμλού Μπουνάρ απέφυγε για μία ακόμη φορά να θέσει τα Συντάγματα της IV Μεραρχίας υπό τις διαταγές του και να συγκεντρώσει τους φυγάδες των Ι, IV και VII Μεραρχιών που διέρρεαν συνεχώς από τις Μονάδες τους και κατευθύνονταν προς το Τουμλού Μπουνάρ. Να τους συγκεντρώσει και να τους βάλει στη γραμμή ακόμη και με τη χρησιμοποίηση βίαιων μέσων. Ο φυγάς αποτελεί ντροπή. Με την συμπεριφορά του τρώει τις σάρκες ενός στρατεύματος και επιβάλλεται να αντιμετωπίζεται άνευ ελέους. Δυστυχώς για το στρατό μας και τον Μικρασιατικό Ελληνισμό ο Πλαστήρας ήταν φυγάς και ο ίδιος.
Ο Συνταγματάρχης Πλαστήρας είναι ο πρώτος και μοναδικός ανώτερος αξιωματικός του ελληνικού στρατού που αποχώρησε άνευ διαταγής από το πεδίο της μάχης και τράπηκε σε φυγή με το Σύνταγμα του ενώπιον του εχθρού, διανύοντας απνευστί 40 χλμ. μέχρι την ασφάλεια του Τουμλού Μπουνάρ. Ο Πλαστήρας είναι ένας κοινός φυγάς. Και όμως αυτός ο άνθρωπος αναγορεύτηκε στο μέγιστο των ηρώων του έθνους. Αυτοί είμαστε και αυτοί οι «ήρωες» μας αξίζουν για να μας καθοδηγούν.
6. Στρατιωτικές μειονεξίες του Πλαστήρα που είχαν ως αποτέλεσμα τον αιφνιδιασμό του Αποσπάσματός του, μεγάλες απώλειες προσωπικού και υλικού και την άτακτη φυγή της δύναμής του
Στην ενότητα υπ’ αριθμό 3.1. παρατέθηκε αυτούσια η καταχώρηση της Έκθεσης Πλαστήρα αναφορικά με τη συνάντησή του Πλαστήρα με τα υποχωρούντα ατάκτως Συντάγματα της IV Μεραρχίας. Ο Πλαστήρας στην μακροσκελή αυτή καταχώρηση, μοναδική στην Έκθεσή του όσον αφορά το μακροσκελές, ελεεινολογεί αδιάντροπα τους διοικητές και τους αξιωματικούς των Συνταγμάτων της IV Μεραρχίας, καθώς και τους οπλίτες τους. Το αδιάντροπο βρίσκεται στο ότι αυτός ήταν ο κύριος και μοναδικός υπεύθυνος της διάλυσης και καταστροφής της IV Μεραρχίας.
Επίσης το αδιάντροπο του Πλαστήρα βρίσκεται στο ότι ενώ κατηγορεί και μειώνει τους αξιωματικούς της IV Μεραρχίας που υποχωρούν άτακτα, αποκρύπτει στην Έκθεσή του τις δικές του σοβαρές στρατιωτικές μειονεξίες που είχαν ως αποτέλεσμα τον επανειλημμένο αιφνιδιασμό του Αποσπάσματός του, το θάνατο και τον τραυματισμό μεγάλου αριθμού ανδρών του, την απώλεια πολεμικού υλικού και την άτακτη φυγή της δύναμής του. Στη συνέχεια θα παρουσιαστούν δύο γεγονότα που αποδεικνύουν τις παραπάνω καταγγελίες:
6.1. Ο αιφνιδιασμός και η συντριβή του Αποσπάσματος Πλαστήρα τη 18η Αυγούστου στην περιοχή των χωριών Dumenler – Bahadir – Samra
Περί του γεγονότος αυτού και του τόπου που συνέβη υπάρχουν τρεις εκδοχές που σε τίποτε δεν διαφοροποιούν τα επελθόντα αποτελέσματα του αιφνιδιασμού και της καταστροφής:
Η πρώτη εκδοχή είναι του Συνταγματάρχη Πλαστήρα:
Ο Πλαστήρας αναφέρει στην Έκθεσή του ότι υποχωρώντας τη 01.00 ώρα της 18ης Αυγούστου από την περιοχή του χωριού Ογιουλούκ (Yuyluk) και πλησιάζοντας το πρωί στην περιοχή του χωριού Χατζηλάρ (Halaclar)[18] με σκοπό να εξέλθει στην οδό προς Μπανάζ – Ουσάκ, αντιλήφθηκε φάλαγγες να κινούνται στην κοιλάδα προς τα Δυτικά. Διαπίστωσε ότι επρόκειτο περί τουρκικών δυνάμεων. Επίσης διαπίστωσε ότι οι ελληνικές δυνάμεις είχαν υποχωρήσει από το χωριό Μπανάζ και ότι οι αντίστοιχες τουρκικές προσέγγιζαν στο χωριό. Κατόπιν τούτου αντιλήφθηκε ότι είχε υπερκεραστεί από τους Τούρκους και τη 07.00 ώρα το Απόσπασμά του ακολουθώντας ορεινό δρομολόγιο στις Νότιες υπώρειες του Μουράτ Νταγκ, κινήθηκε προς τα Δυτικά, με σκοπό να φθάσει στο Ουσάκ. Περί τη μεσημβρία της 18ης Αυγούστου το Απόσπασμα του προσβλήθηκε από ισχυρότατες τουρκικές δυνάμεις στο χωριό Σαμούρα (Samra). Το χωριό αυτό σύμφωνα με το Σχεδιάγραμμα 19 του 7ου τόμου της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, με τίτλο «Υποχωρητικοί Αγώνες των Α΄ και Β΄ Σωμάτων Στρατού», βρίσκεται 4 χλμ. Βορείως του χωριού Μπανάζ. Στους χάρτες google το εν λόγω χωριό φέρει σήμερα το όνομα Muratli. H αναφορά του Πλαστήρα στην Έκθεσή του περί της τουρκικής προσβολής είναι η ακόλουθη:
«κατελθόντες παρά την Σαμούραν … ευρέθημεν αντιμέτωποι ισχυρότατων εχθρικών δυνάμεων μετά Πυρ/κού και ηναγκάσθημεν βαλλόμενοι και πλευρικώς να αλλάξωμεν κατεύθυνσιν … υποστάντες αρκετήν φθοράν εις άνδρας και ιδία εις κτήνη, εγκαλειφθέντων και τριων πυροβόλων των 6,5. … Εκ της θέσεως ταύτης ακολουθήσαντες υπάρχουσαν ημιονικήν οδόν … την 24ην και 30΄ ώραν σταθμευσαμέν δυτικώς χωρίου Ντεγεμιρλί (Νοτιοδυτικά του Ελμά Νταγκ) φέροντες επί των μεταγωγικών μας ικανόν αριθμόν τραυματιών. Απώλειαι σήμερον. Αξιωματικοί 3, Οπλίται 85, κτήνη 78»[19]
Προφανώς οι αναφερόμενες απώλειες αφορούν μόνο τους νεκρούς. Ο αριθμός των τραυματιών που ασφαλώς είναι πολλαπλάσιος των φονευθέντων αποκρύπτεται. Επίσης αποκρύπτεται και ο αριθμός όσων αιχμαλωτίστηκαν από τους Τούρκους.
Η δεύτερη εκδοχή:
Στο σύγγραμμα της τουρκικής ΔΙΣ «Επιχείρηση Καταδίωξης στη Μεγάλη Επίθεση» αναφέρεται το περιστατικό της προσβολής του Αποσπάσματος Πλαστήρακαι και προσδιορίζεται ότι η επίθεση εκτελέστηκε από τη 15η Μεραρχία του 1ου Σώματος Στρατού:
«Η 15η Μεραρχία διανυκτέρευσε στο Halaclar τη 17η/18η Αυγούστου. Τη 07.00 ώρα της 18ης κινήθηκε προς το Hatıplar με εμπροσθοφυλακή το 38ο Σύνταγμα. Το τάγμα εφόδου κινήθηκε δεξιά (Βόρεια) με αποστολή να χτενίσει τα δάση στις νότιες πλαγιές του Μουράτ Νταγκ. Το τάγμα αιχμαλώτισε 14 Έλληνες αξιωματικούς και 88 οπλίτες που είχαν παγιδευτεί στο ρέμα 1 χλμ. νοτιοανατολικά του χωριού Dümenler και συνέχισε την πορεία του μεταφέροντας και 100 συλληφθέντα ζώα. Στη συνέχεια το Τάγμα Εφόδου συνάντησε το Απόσπασμα «Πλάστρα»[20] που διέθετε μεγάλες δυνάμεις μεταξύ των χωριών Σάμρα και Μπαχαντίρ και ξεκίνησε τη μάχη. Ο διοικητής της Μεραρχίας διαπιστώνοντας ότι η ελληνική δύναμη υπερτερούσε σε αριθμό, κατηύθυνε το 38ο Σύνταγμα της εμπροσθοφυλακής προς την κατεύθυνση του χωριού Hatipler, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της δύναμης της Μεραρχίας το έστρεψε προς την κατεύθυνση της Σάμρα (Σαμούρα). Ο Μέραρχος ανέπτυξε το πυροβολικό του και ξεκίνησε την επίθεση. Μετά από σκληρή μάχη με τους Έλληνες, μεταξύ Κεπέζ Τεπέ και Σάμρα, το μεγαλύτερο μέρος της εχθρικής δύναμης καταστράφηκε. Συνελήφθησαν 35 αιχμάλωτοι, τρία ορειβατικά πυροβόλα και πολλά όπλα, πυρομαχικά και εξοπλισμός»[21]
Σχεδιάγραμμα της μάχης στη Σαμούρα από το τουρκικό σύγγραμμα «Επιχείρηση Καταδίωξης στη Μεγάλη Επίθεση»
Από τις παραπάνω δύο καταχωρήσεις, της Έκθεσης Πλαστήρα και του τουρκικού συγγράμματος, προκύπτει ότι το Απόσπασμα Πλαστήρα ενώ κινούνταν σε ορεινό έδαφος προς τα Δυτικά, με πρόθεση να διαφύγει από τις τουρκικές δυνάμεις που προήλαυναν ελάχιστα νοτιότερα στο πλευρό του, δεν είχε λάβει σοβαρά μέτρα κάλυψης της κίνησής του. Δηλαδή δεν υπήρχε προπομπός της εμπροσθοφυλακής, ισχυρή πλαγιοφύλαξη προς Νότο και δεν κινούταν διά αλμάτων υπό την κάλυψη μέρους του πεζικού και πυροβολικού του. Δαφορετικά δεν μπορεί να εξηγηθεί ότι ξαφνικά βρέθηκε αντιμέτωπο ισχυρότατων τουρκικών δυνάμεων, ότι βλήθηκε πλευρικά και τελικά εγκατέλειψε τρία πυροβόλα στο πεδίο της μάχης.
Επίσης από τις δύο σχολιαζόμενες αναφορές προκύπτουν σοβαρά ερωτήματα: Τι συνέβη και η ΧΙΙΙα ΜΟΠ εγκατέλειψε 3 πυροβόλα της; Τι υπονοεί η αναφορά στο σύγγραμμα της τουρκικής Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού ότι το μεγαλύτερο μέρος της δύναμης του Αποσπάσματος Πλαστήρα καταστράφηκε; Τι δεν αναφέρει ο Πλαστήρας στην Έκθεσή του περί των πραγματικών απωλειών του; Ο αριθμός των τραυματιών μίας δύναμης σε μία μάχη είναι πάντα πολύ μεγαλύτερος των νεκρών. Πόσοι ήταν οι τραυματίες του Αποσπάσματος που διασώθηκαν και πόσοι ήταν αυτοί που εγκαταλήφθηκαν; Ποια ήταν η δύναμη του Αποσπάσματος που αιχμαλωτίστηκε; Το τουρκικό σύγγραμμα αναφέρει ότι στη μάχη στη Σαμούρα η 15η Μεραρχία συνέλαβε 35 αιχμαλώτους. Οι 14 αξιωματικοι και οι 88 οπλίτες που είχαν παγιδευτεί στο ρέμα 1 χλμ. νοτιοανατολικά του χωριού Dümenler ήταν του Αποσπάσματος Πλαστήρα; Η απάντηση στο τελευταίο ερώτημα δίνεται στη συνέχεια:
Το βράδυ της 17ης Αυγούστου η VII Μεραρχία τηρούσε τη γραμμή του χωριού Χαλαντζάρ από το Χασάν Ντετέ Τεπέ μέχρι τη σιδηροδρομική γραμμή, έχοντας αριστερά Βόρεια το 23ο Σύνταγμα Πεζικού και δεξιά του κατά σειρά το 37ο και το 22ο. Βορείως του 23ου Συντάγματος επί του Μουράτ Νταγκ βρισκόταν το Απόσπασμα Πλαστήρα. Μεταξύ των δύο (Πλαστήρα – Λούφα) δεν υπήρχε επαφή. Τις νυκτερινές ώρες της 17ης Αυγούστου λόγω κάμψης και υποχώρησης του 22ου Συντάγματος αποκαλύφθηκε το δεξιό της VII Μεραρχίας. Κατόπί τούτου η VII Μεραρχία μετέφερε την άμυνα της, με την έγκριση του Υποστράτηγου Φράγκου, στη γραμμή του χωριού Χαλμανλάρ (Hatipler). Η αναφερόμενη γραμμή βρισκόταν Δυτικά του χωριού Ντουμενλέρ όπου συνελήφθησαν αιχμάλωτοι οι 14 αξιωματικοί και οι 88 οπλίτες. Την αυγή της 18ης Αυγούστου λόγω νέας άτακτης υποχώρησης του 22ου Συντάγματος και κατάληψης από τους Τούρκους του Τσορούμ Νταγκ η Ομάδα Φράγκου βρισκόταν σε πλήρη υποχώρηση προς το Ουσάκ. Κατόπιν τούτων οι 14 αξιωματικοί και 88 οπλίτες που παγιδεύτηκαν στο ρέμα νοτιοανατολικά του Ντουμενλέρ θα έπρεπε να ανήκουν είτε στο 23ο Σύνταγμα Πεζικού, είτε στο Απόσπασμα Πλαστήρα που υποχώρησαν στην ίδια κατεύθυνση με το Απόσπασμα Πλαστήρα να ακολουθεί πολύ αργότερα το 23ο Σύνταγμα.
Οι συλληφθέντες στο Ντουμενλέρ έλληνες αιχμάλωτοι 14 αξιωματικοί και 88 οπλίτες κατά πάσα βεβαιότητα ανήκουν στο Απόσπασμα Πλαστήρα και όχι στο 23ο Σύνταγμα Πεζικού. Αυτό προκύπτει από την Έκθεση Πεπραγμένων του Λούφα. Ο Λούφας στην Έκθεσή του αναφέρει καθημερινά στο τέλος εκάστης ημέρας την παρούσα (πάντα φθίνουσα) δύναμη του Συντάγματος του σε αξιωματικούς, οπλίτες και κτήνη, ενώ ο Πλαστήρας αποκρύπτει σκοπίμως στην Έκθεσή του την κάθε ημέρα παρούσα δύναμη του Αποσπάσματός του.
Ο Λούφας αναφέρει ως παρούσα δύναμη του Αποσπάσματός του:
17 Αυγούστου: Αξιωματικοί 67, οπλίτες 1.881, κτήνη 524.
18 Αυγούστου: Αξιωματικοί 67, οπλίτες 1.873, κτήνη 524.
19 Αυγούστου: Αξιωματικοί 68, οπλίτες 1.867, κτήνη 524
Κατόπιν των παραπάνω είναι προφανές ότι από τη δύναμη του Λούφα δεν υπάρχει ουσιώδης μείωση μεταξύ 17ης και 19ης Αυγούστου.
Οι απώλειες του Αποσπάσματος Πλαστήρα στη μάχη της Σαμούρας εκτιμώνται με βάση τις υπάρχουσες πληροφορίες σε 300 περίπου νεκρούς και τραυματίες και σε 120 αιχμαλώτους.
Η δύναμη του Αποσπάσματος Πλαστήρα όταν έφθασε στη Φιλαδέλφεια την 22α Αυγούστου, σύμφωνα με αναφορά του Υπασπιστή του Πλαστήρα Παπαθανασόπουλου, ανερχόταν σε 800 οπλίτες και απομένως ήταν μεωμένη στο μισό αυτής που διέθετε το βράδυ της 14ης Αυγούστου στο σιδηροδρομικό σταθμό του Μπαλ Μαχμούτ. Εκτιμάται ότι η ελλείπουσα δύναμη αποτελούσε κυρίως απώλειες της μάχης στη Σαμούρα.
Η τρίτη εκδοχή είναι του Λοχαγού Πυροβολικού Αθανασίου Τούντα:
Ο Τούντας ήταν διοικητής της 1ης Πυροβολαρχίας της ΧΙΙΙα ΜΟΠ. Εξεταζόμενος στην Ανακριτική Επιτροπή Επιχειρήσεων Μικράς Ασίας (Επιτροπή Υποστράτηγου Μαζαράκη) το 1923 ανέφερε τα εξής σχετικά με τον αφνιδιασμό που υπέστη το Απόσπασμα Πλαστήρα τη 18η Αυγούστου 1922:
«Η πορεία μας εξηκολούθει κανονική μέχρι της μεσημβρίας της ημέρας ταύτης ότε κατερχόμενοι χαράδραν τινά παρά το χωρίον Χατζηλάρ (Halaclar) όπως εισέλθομεν εις την προς Αλαμπάγ (Alaba) – Μπανάζ οδόν προσεβλήθημεν υπό εχθρικών δυνάμεων Συν/τος περίπου αιφνιδιαστικώς και καθ΄ όν χρόνον η εμπροσθοφυλακή ευρίσκετο εντός της χαράδρας, γεγονός όπερ επέφερε την διάλυσιν των Πεζικών τμημάτων άτινα διεσκορπίστηκαν προς Βορράν και ων η ανασύνταξις επετεύχθη πλέον και πέντε χλμ. βορειότερον. Συνεπεία τούτου επήλθε απώλεια αρκετών τεμαχίων πυροβόλων της Μοίρας παρά τας προσπαθείας των Αξ/κών αυτής, δεδομένου ότι το Πυρ/κόν παρέμεινε τελευταίον άνευ οιασδήποτε προστασίας»[22]
Ο Τούντας αναφέρει ότι το γεγονός της προσβολή του Αποσπάσματος συνέβη παρά το χωριό Χατζηλάρ (Halaclar) και ενώ κινούνταν για να εισέλθουν στην οδό Αλαμπαγκ – Μπανάζ. Η οδός αυτή διέρχεται εντός βαθειάς γραμμής (χάραδρας) Νοτίως του χωριού Ντουμενλέρ (Dümenler), όπου αιχμαλωτίστηκαν από το Τάγμα Εφόδου της 15ης Μεραρχίας 14 έλληνες αξιωματικοί και 88 οπλίτες. Από την κατάθεση Τούντα προκύπτει το ερώτημα αν υπήρξαν δύο προσβολές του Αποσπάσματος Πλαστήρα. Η πρώτη μεταξύ Χατζηλάρ και Ντουμενλέρ και ή δεύτερη στη Σαμούρα. Εν πάση περίπτώσει ο Τούντας στην κατάθεσή του αναφέρει αυτά που αποκρύβει ο Πλαστήρας από την Έκθεσή του. Το Απόσπασμα Πλαστήρα κατά την υποχωρητική κίνησή του προσβλήθηκε αιφνιδιαστικά από τουρκικές δυνάμεις λόγω της μη λήψης των προβλεπόμενων μέτρων ασφαλείας. Τα Τάγματα Ευζώνων διαλύθηκαν και τράπηκαν σε άτακτη φυγή. Η Μοίρα Πυροβολικού αφέθηκε στην τύχη της, μη καλυπτόμενη υπό του Τάγματος οπισθοφυλακής, που και αυτό υποχώρησε ατάκτως προς Βορρά, με αποτέλεσμα να υποστεί σοβαρές απώλειες και να εγκαταλείψει αριθμό πυροβόλων.
Ο Τούντας κληθείς το 1925 προς κατάθεση στην Ανακριτική Επιτροπή Ελέγχου Δοσιλόγων Μικράς Ασίας (Επιτροπή Στρατηγού Κ. Μοσχόπουλού) και ερωτηθείς από το Στρατηγό Μοσχόπουλο σχετικά με την απώλεια των πυροβόλων ανέφερε τα εξής:
«Επί του ζητήματος τούτου … αναφέρομαι στην από 1 Ιουνίου 1923 κατάθεσή μου. Έχω να προσθέσω ότι … η κατάθεσή μου περιορίζεται είτε σε προσωπική μου αντίληψη των γεγονότων … είτε σε πληροφορίες άλλων αξιωματικών του Αποσπάσματος που μου επιβεβαιώθηκαν κατά την διάρκεια των γεγονότων. Επίσης έχω να προσθέσω ότι ο αιφνιδιασμός που υπέστη το Απόσπασμα κατά την 18η Αυγούστου δυνατόν να οφείλεται είτε στη μη λήψη μέτρων ασφαλείας εκ μέρους της διοικήσεως είτε στη λήψη αυτών που δεν τηρήθηκαν από τα όργανα της διοικήσεως»[23]
Ο Πλαστήρας πριν το θάνατό του, το 1953, έδωσε ένα αριθμό συνεντεύξεων στο δημοσιογράφο Παναγιώτη Κατηφόρη που δημοσιεύτηκαν σε συνέχειες στην εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ την περίοδο 1973 – 1974. Η υπ’ αριθμό 139 δημοσίευση αφορούσε τον αιφνιδιασμό που υπέστη το Απόσπασμα Πλαστήρα την 18η Αυγούστου. Σε αυτή αναφέρεται ότι το Απόσπασμα Πλαστήρα δέχθηκε αιφνιδιαστική επίθεση των Τούρκων στη Σαμούρα. Οι απώλειες του Αποσπάσματος ήταν σημαντικές. Οι απώλειες σε νεκρούς ταυτίζονται σχεδόν με τις αναφερόμενες στην Έκθεση Πλαστήρα. Εκείνο που αποτελεί ουσιώδη διαφοροποίηση από την Έκθεση Πλαστήρα είναι ότι ο Πλαστήρας αποφάσισε να εγκαταληφθούν δύο πυροβόλα προκειμένου οι οκτώ ημίονοι που τα μετέφεραν να χρησιμοποιηθούν για την μεταφορά των τραυματιών.
Σε αυτό το σημείο εμφανίστηκε ο ογδοηκοντούτης Στρατηγός ε.α. Αθανάσιος Τούντας, που μάλλον εξοργισμένος από την απόκρυψη των πραγματικών γεγονότων, απέστειλε στην εφημερίδα μία επιστολη στην οποία γίνεται σαφέστερος από την κατάθεσή του στην Ανακριτική Επιτροπή Επιχειρήσεων Μικράς Ασίας, αναφορικά με τον αιφνιδιασμό που υπέστη το Απόσπασμα Πλαστήρα την 18η Αυγούστου. Στην επιστολή του που δημοσιεύτηκε στην 156 συνέχεια των άρθρων αναφέρει τα εξής:
«Την 18ην Αυγούστου όταν το απόσπασμα Πλαστήρα διερχόταν, περί την 12ην ώρα, τη χαράδρα Χατζηλάρ κατευθυνόμενο προς Μπανάζ – Ουσάκ για να ενωθεί με τις VII και Ι Μεραρχίες, δέχθηκε αιφνιδιαστικά πυρά από τουρκική δύναμη πεζικού που κατείχε την ανατολική όχθη της χαράδρας. Τα πυρά εκτοξεύτηκαν κυρίως κατά του κυρίου σώματος του αποσπάσματος (2ο Τάγμα και ΧΙΙΙα Μοίρα Ορειβατικού Πυροβολικού) όταν και οι δύο μονάδες βρίσκονταν εντός της χαράδρας, ενώ η εμπροσθοφυλακή (1ο Τάγμα και ιππικό) είχε πλέον διέλθει χωρίς να βληθή, το δε 3ο Τάγμα της οπισθοφυλακής δεν είχε αρχίσει να κατέρχεται στη χαράδρα. Με τους πρώτους πυροβολισμούς, εμπροσθοφυλακή και οπισθοφυλακή εστράφησαν δεξιά (Δυτικά) και καλύφθηκαν στη δυτική δασώδη αντηρίδα και στη συνέχεια συγκεντρώθηκαν προς Βορρά σε ένα γυμνό λόφο. Το κύριο σώμα αφέθηκε απροστάτευτο και υπέστη όλες τις συνέπειες του αιφνιδιασμού. Και το μεν 2ο Τάγμα διαλύθηκε τελείως, οι δε άνδρες του κατέφυγον στη δυτική δασώδη αντηρίδα. Η ακολουθούσα τούτο Μοίρα Πυροβολικού υπέστη την μεγαλύτερη καταστροφή, λόγω του ότι ήταν δυσκίνητος σχηματισμός που έμεινε χωρίς κάλυψη από το φίλιο πεζικό. Η 2η Πυροβολαρχία πλην των φονευθέντων και πληγωμένων ανδρών και κτηνών απώλεσε και τα τέσσερα πυροβόλα της. Η 1η Πυροβολαρχία (η υπό τις διαταγές μου) διεσώθει σχεδόν ολόκληρος χάρι στις υπεράνθρωπες προσπάθειες του προσωπικού της. Μετά τιμής, Στρατηγός Αθανάσιος Α. Τούντας».
Τα συμεπράσματα είναι προφανή: Το Απόσπασμα Πλαστήρα αιφνιδιάστηκε, τα Ι/42 και ΙΙΙ/42 Τάγματα τράπηκαν σε φυγή, το ΙΙ/42 Τάγμα διαλύθηκε, η ΧΙΙΙα ΜΟΠ έμεινε άνευ καλύψεως από τα Τάγματα Ευζώνων και πέρα από τους νεκρούς και τραυματίες και αιχμαλώτους εγκατέλειψε στο πεδίο της μάχης και τρία πυροβόλα.
6.2. Η μάχη του Σαλιχλί – Μη λήψη από τον Πλαστήρα των επιβαλλομένων μέτρων ασφαλείας για την κάλυψη της οδού υποχώρησης της Ομάδας Φράγκου και ο επελθών αιφνιδιασμός του Αποσπάσματος του
Η αναφορά στα γεγονότα της αναφερόμενης μάχης θα περιοριστεί κυρίως στην περιγραφή των δυσμενών συνθηκών της διεξαγωγής της. Δηλαδή στα προ της μάχης γεγονότα. Εκτενής αναφορά της μάχης θα γίνει σε μεταγενέστερο χρόνο.
Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, το Απόσπασμά Πλαστήρα κατόπιν μίας «μεγαλειώδους» μάχης που έδωσε στο Σαλιχλί έσωσε από την αιχμαλωσία τα υποχωρούντα συντρίμματα των Α΄ και Β΄ Σωμάτων Στρατού. Η κρίσιμης σημασίας συμμετοχή στη μάχη και άλλων Μονάδων και προσώπων παραμένει μακριά από τα φώτα της ιστορίας. Ο μοναδικός ήρωας ήταν ο Πλαστήρας και αυτός μόνο πρέπει να δοξαστεί στους αιώνες. Δυστυχώς παραμένει άγνωστο στους πολλούς ότι οι δυσμενείς συνθήκες υπό τις οποίες διεξήχθη η μάχη αυτή παρ’ ολίγο θα απέβαινε μοιραία με αποτέλεσμα την αιχμαλωσία των υπό τον Υποστράτηγο Φράγκο δυνάμεων των Α΄ και Β΄ Σωμάτων Στρατού.
Προκειμένου να τεκμηριωθεί η παραπάνω άποψη (του συντάκτη του παρόντος) θα ληφθούν υπόψη άρθρο του Υπασπιστή του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων Παπαθανασόπουλου σε εφημερίδα των Αθηνών, καθώς και άλλες πηγές που θα μνημονευθούν. Η Έκθεση Πλαστήρα δεν αναφέρεται στη μάχη του Σαλιχλί λόγω του ότι ολοκληρώνεται με την αναφορά των γεγονότων της 19ης Αυγούστου.
Ο Παπαθανασόπουλος αναφέρει ότι την 22α Αυγούστου που το Απόσπασμα Πλαστήρα κατευθυνόταν προς την Φιλαδέλφεια συνάντησαν έφιππο αγγελιοφόρο του Υποστράτηγου Φράγκου, ο οποίος μετέφερε διαταγή του προς την V Μεραρχία διά της οποίας αυτή διατασσόταν να μεταβεί στο Σαλιχλί προκειμένου να καλύψει την υποχώρηση του Νοτίου Συγκροτήματος, λόγω πληροφόρησης από έγκυρη πηγή ότι το 5ο τουρκικό Σώμα Ιππικού (1η, 2η, 14η Μεραρχίες Ιππικού) κατευθυνόταν από τη στενωπό των Αντάλων προς το Σαλιχλί με σκοπό να αποκόψει την οδό υποχώρησης της Ομάδας Φράγκου. Ο Πλαστήρας παρουσιάστηκε στον Φράγκου και ζήτησε να αναλάβει ο ίδιος αυτή την αποστολή. Ο Φράγκου αποδέχθηκε την πρόταση του Πλαστήρα.[24]
Υπόψη ότι την 20ή Αυγούστου είχε γίνει μία προσπάθεια οργάνωσης των διασωθεισών Μονάδων από τη μάχη του Αλή Βεράν υπό το Β΄ Σώμα Στρατού, προσωρινός διοικητής του οποίου ανέλαβε ο διοικητής της V Μεραρχίας, Συνταγματάρχης Νικόλαος Ρόκας. Διοικητής της ΧΙΙΙ Μεραρχίας ανέλαβε ο Συνταγματάρχης Πλαστήρας. Η δύναμη της Μεραρχίας αποτελούνταν από το Απόσπασμα Πλαστήρα και τα διασωθέντα τμήματα του 2ου και του 3ου Συνταγμάτων Πεζικού, συνολικής δυνάμεως 8 αξιωματικών και 500 περίπου ανδρών.
[Σ.σ.: Σε αυτό το σημείο κρίνεται σκόπιμο να σημειωθεί ότι ο Παπαθανασόπουλος στο ίδιο σημείο που αναφέρει τα παραπάνω, αναφέρει επίσης ότι η δύναμη του Αποσπάσματος ανερχόταν σε 800 άνδρες. Με βάση αυτή την πληροφορία προκύπτει ότι το Απόσπασμα Πλαστήρα είχε χάσει μέχρι την 22α Αυγούστου 800 άνδρες από τη δύναμη των 1.595 ανδρών που διέθετε το βράδυ της 14ης Αυγούστου στο Κιοπρουλού,[25] χωρίς να έχει δώσει καμία απολύτως μάχη, πλην αυτής του αιφνιδιασμού που υπέστη την 18η Αυγούστου στο χωριό Σαμούρα. Προφανώς οι απώλειες που υπέστη το Απόσπασμα Πλαστήρα την 18η Αυγούστου στη Σαμούρα ήταν τραγικές, πράγμα που αποκρύπτεται από την Έκθεση Πλαστήρα. Κατόπιν τούτων η δύναμη της «ΧΙΙΙ Μεραρχίας» που ανασυγκροτήθηκε υπό τη διοίκηση του Πλαστήρα διέθετε συνολική δύναμη 1.200 ανδρών περίπου και 6 πυροβόλων – τα δύο ήταν διασωθέντα της ΧΙΙΙ Μεραρχίας. Υπόψη ότι στην Έκθεση Πεπραγμένων της Μεραρχίας Ιππικού που συμμετείχε στη μάχη του Σαλιχλί, αναφέρεται ότι η δύναμη του Αποσπάσματος Πλαστήρα ανερχόταν σε 500 άνδρες.[26] Πιθανόν να αναφέρεται μόνο στη δύναμη των Ευζώνων, μη συμπεριλαμβανομένης της δύναμης της ΧΙΙΙα ΜΟΠ.]
Επανερχόμενοι στο σημείωμα για τη μάχη του Σαλιχλί, ο Φράγκου εξέδωσε διαταγή διά της οποίας η «ΧΙΙΙ Μεραρχία» υπό τον Πλαστήρα εντελλόταν να επιβιβιβαστεί σε δύο αμαξοστοιχείες που βρίσκονταν στο σταθμό της Φιλαδέλφειας και τη 14.00 ώρα να αναχωρήσει για το Σαλιχλί. Υπό τη διοίκηση της «ΧΙΙΙ Μεραρχίας» τέθηκαν το 3ο Τάγμα Μηχανικού της Στρατιάς δυνάμεως 300 ανδρών και 400 τυφέκια (τυφεκιοφόροι) του Συντάγματος Ασφαλείας Σιδηροδρόμων της Στρατιάς. Στην ίδια διαταγή ενημερωνόταν ο Πλαστήρας ότι η Μεραρχία Ιππικού είχε αναχωρήσει το πρωί της 22ας Αυγούστου για να φράξει την έξοδο της στενωπού των Αντάλων και ότι όταν θα έφθανε στο Σαλιχλί έπρεπε να αποκαταστήσει σύνδεσμο με την Μεραρχία Ιπικού υπό την τακτική διοίκηση της οποίας ετίθετο.[27] Προφανώς ο Πλαστήρας όταν θα έφθανε στο Σαλιχλή ήταν υποχρεωμένος να στείλει αξιωματικό του για να συνδεθεί με τη Μεραρχία Ιππικού.
Η «ΧΙΙΙ Μεραρχία» αναχώρησε με δύο συρμούς για το Σαλιχλί, ο πρώτος τη 18.00 ώρα και ο δεύτερος στον οποίο επιβιβάστηκε και ο Πλαστήρας την 20.30 ώρα. Η άφιξη της Μεραρχίας στο σιδηροδρομικό σταθμό του Σαλιχλί περατώθηκε την 24.00 ώρα.
Πληροφορίες για τη γεωγραφία του χώρου:
Η νότια έξοδος της στενωπού των Αντάλων βρίσκεται 15 χλμ. περίπου βορειοανατολικά της κωμόπολης του Σαλιχλί. Η οδός Σμύρνη – Σαλιχλί – Φιλαδέλεφεια διερχόταν μέσα από το Σαλιχλί. Ο σιδηροδρομικός σταθμός του Σαλιχλί βρισκόταν 500 μέτρα Νοτίως των ακραίων οικιών του χωριού. Ο ποταμός Ερμός διερχόταν Βορείως του Σαλιχλί.
Με βάση τις παραπάνω πληροφορίες, οι ενέργειες που επιβαλλόταν να εκτελεστούν για να παραμείνει ανοικτή η οδός υποχώρησης της Ομάδας Φράγκου ήταν προδήλως προφανή, ακόμη και για τον τελευταίο ανθυποδεκανέα του στρατού:
- Η Μεραρχία Ιππικού όφειλε να εγκατασταθεί αμυντικά στην έξοδο της στενωπού των Αντάλων, όπως ρητώς καθοριζόταν στην αποστολή της προκειμένου να μην επιτρέψει την έξοδο του τουρκικού ιππικού στην πεδιάδα του ποταμού Ερμού.
- Η «ΧΙΙΙ Μεραρχία» όφειλε να εγκατασταθεί αμυντικά σε κατάλληλες θέσεις Βορείως του Σαλιχλί και εκεί να δώσει τη μάχη για να συγκρατήσει το τουρκικό Ιππικό, χρησιμοποιώντας εν ανάγκη τις ακραίες οικίες του χωριού ως οχυρώματα. Ενδεχομένως κάποιοι θα αναφέρουν ότι αυτό δεν αναφερόταν ρητώς στη διαταγή που έλαβε ο Πλαστήρας από τον Φράγκου και ότι ο Πλαστήρας έπρεπε να αναμένει διαταγές από τη Μεραρχία Ιππικού. Η απάντηση είναι ότι υπάρχουν και αποστολές/εντολές που απορρέουν από τη γενική τακτική κατάσταση, τις πληροφορίες περί του εχθρού και από τις προθέσεις της προϊσταμένης διοίκησης. Από τη στιγμή που ο Πλαστήρας δεν αποκατέστησε σύνδεσμο με τη Μεραρχία Ιππικού και δεν διέθετε διαταγές της όφειλε να ενεργήσει με βάση τις πληροφορίες που διέθετε περί του εχθρού και τις προθέσεις του Φράγκου που τον έστειλε στο Σαλιχλί. Οι προθέσεις του Φράγκου ήταν να καλυφθεί η οδός υποχώρησης των Α΄ και Β΄ Σωμάτων Στρατού. Ο Πλαστήρας δεν πήγε στο Σαλιχλί για «αγρανάπαυση», αλλά για να καλύψει την οδό υποχώρησης της Ομάδας Φράγκου από το τουρκικό ιππικό που ερχόταν από βορειοδυτικά, και αυτό έπρεπε να το αντιλαμβάνεται και να μη χρειάζεται να του το κάνει κάποιος περισσότερο «λιανά». Η κάλυψη επιβαλλόταν να γίνει διά της εγκατάστασης του Αποσπάσματος του Βορείως του Σαλιχλί. Το τουρκικό ιππικό δεν έπρεπε να εισέλθει στο Σαλιχλί.
- Ο Πλαστήρας όφειλε να αποστείλει αξιωματικό του στη τη Μεραρχία Ιππικού για να αποκαταστήσει σύνδεσμο και να λάβει διαταγές.
Δυστυχώς τίποτε εκ των παραπάνω δεν εκτελέστηκε. Αντιθέτως:
- Η Μεραρχία Ιππικού όταν αναχώρησε από τη Φιλαδέλφεια απέστειλε στο Σαλιχλί με αυτοκίνητο το διοικητή της Έφιππης Μοίρας, Ταγματάρχη Σοφιανό, προκειμένου να πληροφορηθεί από την εκεί Στρατιωτική Διοίκηση τα μέτρα ασφαλείας που είχε λάβει για την εξασφάλιση της γέφυρας επί του ποταμού Ερμού και επίσης να ενημερώσει το Συνταγματάρχη Πλαστήρα ότι η Μεραρχία θα καταυλιζόταν Ανατολικά του Σαλιχλί, και όχι στην έξοδο της στενωπού των Αντάλων…
- Ο Ταγματάρχης Σοφιανός επιστρέφοντας ανέφερε στη Μεραρχία Ιππικού ότι η γέφυρα επί του Ερμού καλυπτόταν από μία δύναμη χωροφυλάκων με ένα πολυβόλο (!) Μία ομάδα χωροφυλάκων για να αντιμετωπίσει το 5ο τουρκικό Σώμα Ιππικού… Η κάλυψη αυτή ήταν αστεία και όλους έπρεπε να τους «λούσει κρύος ιδρώτας» όταν το πληροφορήθηκαν. Όμως δεν τους έλουσε.
- Ο Σοφιανός ανέφερε επίσης στη Μεραρχία ότι ο Πλαστήρας τον ενημέρωσε ότι θα εγκαθιστούσε προφυλακές Βορείως του σιδηροδρομικού σταθμού. Δηλαδή όχι Βορείως του Σαλιχλί… Η διοίκηση της Μεραρχίας Ιππικού δεν ανησύχησε, μολονότι ενημερώθηκε από το Σοφιανό ότι η μοναδική δύναμη που βρισκόταν Βορείως του Σαλιχλί ήταν μία ομάδα χωροφυλάκων.
- Ο Πλαστήρας ενημερώθηκε από το Σοφιανό ότι η Μεραρχία Ιππικού δεν θα εγκαθίσταντο στη στενωπό των Αντάλλων, αλλά Ανατολικά του Σαλιχλί. Επομένως θα έπρεπε να αντιληφθεί ότι Βορείως της οδού Φιλαδέλφεια – Σαλιχλί ουδεμία ελληνική δύναμη υπήρχε για να αναχαιτίσει το τουρκικό Σώμα Ιππικού και κατόπιν τούτου έπρεπε να προωθήσει αμέσως το Απόσπασμά του Βορείως του Σαλιχλί. Από τις ενέργειές του προκύπτει ότι δεν το αντιλήφθηκε και δεν κατανόησε τους κινδύνους που ελόχευαν για την σωτηρία της Ομάδας Φράγκου. [Σημείωση: Ο Πλαστήρας είναι βέβαιο ενημερώθηκε από το Σοφιανό για τη θέση καταυλισμού της Μεραρχίας Ιππικού Ανατολικά του Σαλιχλί και τούτο επειδή με τη χαραυγή της 23ης Αυγούστου έσπευσε προς συνάντηση του διοικητή της Μεραρχίας Ιππικού.]
- Ο Πλαστήρας δεν προώθησε το Απόσπασμά του Βορείως του Σαλιχλί, αλλά καταυλίστηκε περί το σιδηροδρομικό σταθμό και Νοτίως αυτού.[28] Επίσης δεν απέστειλε αξιωματικό σύνδεσμο στη Μεραρχία Ιππικού.
- Ο διοικητής της Μεραρχίας Ιππικού μετά του επιτελείου του και ο Πλαστήρας μετά του δικού του έχοντας ήσυχη τη συνείδησή τους ότι έπραξαν το καθήκον του και ότι όλα έβαιναν καλώς εκοιμήθηκαν ύπνο βαθύ, όπως και οι δυνάμεις τους.
Προφανώς η οδός υποχωρησης της Ομάδας Φράγκου (Α΄ και Β΄ Σώματα Στρατού) παρέμεινε ακάλυπτη κατά τη νύκτα της 22ης/23η Αυγούστου.
Με βάση τη διαταγή επιχειρήσεων του τουρκικού 5ου Σώματος Ιππικού της 22ας Αυγούστου, η 1η Μεραρχία Ιππικού εκ τεσσάρων Συνταγμάτων θα επιτίθετο για να καταλάβει το Σαλιχλί και να αποκόψει την κατεύθυνση υποχώρησης των ελληνικών δυνάμεων, η δε 2η Μεραρχία κατερχόμενη από τα Κούλα θα επεδίωκε να αποκόψει την οδό υποχώρησης των ελληνικών δυνάμεων στο Ντερέκιοϊ (βρίσκεται περί 12 χλμ. βορειοδυτικά της Φιλαδέλφειας). Η 14η Μεραρχία Ιππικού θα αποτελούσε την εφεδρεία του Σώματος.
Εμπροσθοφυλακή της 1ης Μεραρχίας τέθηκε το 11ο Σύνταγμα Ιππικού το οποίο την 08.15 ώρα της 23ης Αυγούστου/5ης Σεπτεμβρίου εισήλθε στο Σαλιχλί και επιτέθηκε αιφνιδιαστικά κατά των συγκεντρωμένων στο σιδηροδρομικό σταθμό ελλήνων κατοίκων του Σαλιχλή και χιλιάδων φυγάδων που ανέμεναν να επιβιβιβαστούν στις σταθμευμένες αμαξοστοιχείες για να διαφύγουν. Η ανθρώπινη αυτή μάζα αποτέλεσε την ασπίδα της «κοιμωμένης» Νοτίως του σταθμού «ΧΙΙΙ Μεραρχίας» και της έδωσε το χρόνο να αντιδράσει. Σε αυτή την πρώτη άμυνα συμμετείχαν 20 τηλεγραφητές του τηλεφωνικού κέντρου του Σαλιχλί οι οποίοι υπό το σύνδεσμο της Στρατιάς Ταγματάρχη Παναγιώτη Παναγάκο ενεκλείσθηκαν στο κτίριο του τηλεφωνικού κέντρου, μία δύναμη 400 περίπου τηλεγραφητών της Τηλεγραφικής Αρτηρίας Φιλαφελφείας και του 12ου Τηλεγραφικού Αποσπάσματος, που είχαν αφιχθεί στο Σαλιχλί για να περισυλέξουν το τηλεφωνικό και τηλεγραφικό υλικό, και το 3ο Τάγμα Μηχανικού Στρατιάς. Αυτές ήταν οι δυνάμεις που αναχαίτισαν αρχικά και εξ εγγύτατης απόστασης το τουρκικό ιππικό. Στη συνέχεια επενέβη το Απόσπασμα Πλαστήρα και κατόπιν τρίωρης σφοδρής μάχης με οδομαχίες εντός του Σαλιχλί το τουρκικό ιππικό υποχρεώθηκε να εκκενώσει το Σαλιχλί και να απελευθερωθεί η οδός υποχώρησης των δυνάμεων Φράγκου. Τούτο πιθανόν δεν θα επιτυχγάνετο αν το Σύνταγμα εφεδρείας της 1ης Μεραρχίας Ιππικού δεν έχανε το δρόμο του και κατόρθωνε να ενισχύσει το 11ο Σύνταγμα.
Η τουρκική επίθεση κατά του Σαλιχλί με βάση το τουρκικό σύγγραμμα «Επιχείρηση Καταδίωξης στη Μεγάλη Επίθεση»
Ταυτόχρονα επίτεθηκαν κατά της Μεραρχίας Ιππικού Ανατολικά του Σαλιχλί η 1η και η 14η Μεραρχίες Ιππικού με δύο Συντάγματα εκάστη, άνευ όμως αποτελέσματος.
Η μάχη του Σαλιχλί έπρεπε να δοθεί Βορείως του Σαλιχλί και όχι εντός και Νοτίως της πόλης. Η μάχη του Σαλιχλί αποδεικνύει για μία ακόμη φορά το πόσο αδύναμη ήταν η ελληνική αντίληψη περί των ζητημάτων της ασφάλειας. Η αντίληψη αυτή δυστυχώς συνεχίζει να παραμένει ισχυρή.
Ανατολικότερα η επίθεση της 2ης τουρκικής Μεραρχίας Ιππικού στο Ντερέκιοϊ αποκρούστηκε από το 23ο Σύνταγμα Πεζικού του Συνταγματάρχη Χαράλαμπου Λούφα, το οποίο είχε αντιμετωπίσει και κατανικήσει της τουρκική Μεραρχία την προτεραία στα Κούλα.
Περί της μάχης του Σαλιχλί στο σύγγραμμα της Διεύθυνσης Ιστορίας του τουρκικού στρατού «Επιχείρηση Καταδίωξης στη Μεγάλη Επίθεση (31 Αυγούστου – 18 Σεπτεμβρίου 1922)» αναφέρονται τα εξής:
«Το 11ο Σύνταγμα Ιππικού καθώς έμπαινε στο Σαλιχλί και προχωρούσε στους δρόμους, συνάντησε τα πυρά του 1ου και 3ου Συντάγματος Ιππικού των Ελλήνων. Το σύνταγμα δεν έδωσε σημασία στις απώλειες και προχώρησε στο σιδηροδρομικό σταθμό μαχόμενο στους δρόμους. Επιτέθηκε σε ένα τάγμα του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων και στο Τάγμα Μηχανικού Στρατιάς που συνάντησε στο σταθμό, τα οποία διέλυσε και κατέλαβε το σταθμό. Δύο τάγματα του Αποσπάσματος «Πλάστρα» επιτέθηκαν στο σταθμό. Το 11ο Σύνταγμα Ιππικού πολέμησε αλλά επειδή δεν ενισχύθηκε αναγκάστηκε να υποχωρήσει»[29]
Κατόπιν των όσων αναφέρθηκαν για τις μάχες της Σαμούρας και του Σαλιχλί προκύπτει ότι ο Πλαστήρας ήταν ο τελευταίος που θα μπορούσε να κρίνει, να καταγγέλει και να ελεεινολογεί τα Συντάγματα της IV Μεραρχίας που τράπηκαν σε φυγή εξ υπαιτιότητός του;
Σημείωμα:
Το Δεύτερο Μέρος του άρθρου για τα «Στρατιωτικά εγκλήματα του Πλαστήρα» αποδείχθηκε εξαιρετικά εκτεταμένο. Κατόπιν τούτου τα γεγονότα της υποχώρησης της Ομάδας Τρικούπη την 15η και 16η Αυγούστου, καθώς και της μάχης του «Χαρμούκιοϊ – Ιλμπουλάκ» που υπήρχε η πρόθεση να συμπεριληφθούν στο παρόν Δεύτερο Μέρος, θα αναφέρθουν σε επόμενο άρθρο, που θα αποτελέσει το Τρίτο Μέρος.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Έκθεση Υποστράτηγου Δημαρά
[2] Έκθεση Υποστράτηγου Δημαρά
[3] Στην κοιλάδα του Κιοπρουλού εγκαταλήφθηκαν 12 πεδινά πυροβόλα 75 χλστ., 8 βαρέα πυροβόλα των 120 χλστ. και 4 βαρέα των 150 χλστ..
[4] Τουρκικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας, Η μεγάλη επίθεση
[5] Έκθεση Υποστράτηγου Δημαρά
[6] Έκθεση Υποστράτηγου Δημαρά
[7] Ιωάννης Καρύδης, Απαντήσεις επί ερωτημάτων της Ανακριτικής Επιτροπής Ελέγχου Δοσιλόγων Μικράς Ασίας
[8] Ταγματάρχης Σπυρίδων Αθανασόπουλος, Έκθεσις των πεπραγμένων υπό του 8ου Συντάγματος Πεζικού από της 13ης Αυγούστου μέχρι της 31ης ιδίου 1922
[9] Αντισυνταγματάρχης ε.α. Ιωάννης Παπαπαναγιώτου, Έκθεσις των Πεπραγμένων του 35ου Συντάγματος από 13ης με 23ης Αυγούστου 1922
[10] Παρατακτή δύναμη Στρατιάς Μικράς Ασίας την 15η Μαΐου 1922
[11] Γεώργιος Τσολάκογλου, Έκθεσις Πεπραγμένων IV Μεραρχίας από 1ης Αυγούστου με 22ης Σεπτεμβρίου 1922
[12] Χρίστος Προυκάκης, Μνήμη Χρίστου Ι. Προυκάκη με αναδρομές στην εποχή του
[13] ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ – Επιτελική Υπηρεσία Στρατού – Γραφείον ΙΙΙα, Κανονισμός της εν ταις Πόλεσι και Φρουρίοις Υπηρεσίας των Στρατευμάτων, ΑΘΗΝΑΙ 1922
[14] Κλεάνθης Μπουλαλάς, Η Μικρασιατική Εκστρατεία 1919 – 1922 – Με τον φακόν της ιστορικής αληθείας
[15] Στο ίδιο
[16] Ο Πλαστήρας μετά το πέρας της γερμανικής κατοχής επανήλθε στην Ελλάδα, εντάχθηκε στο εθνικό στρατόπεδο, ανέλαβε Πρωθυπουργός την περίοδο της κομμουνιστικής ανταρσίας του Δεκεμβρίου 1944, διετέλεσε Πρωθυπουργός μετεμφυλιακά και κατόπιν τούτων άρχισε δειλά η αποκατάσταση της εικόνας του και η αποφυγή δυσμενών αναφορών. Στις εκλογές του Νοεμβρίου 1952 ηττήθηκε από τον συνδυασμό του Παπάγου. Απεβίωσε το 1953. Επομένως οι διάφοροι συγγραφείς, ακόμη και της βασιλικής παράταξης, ήταν επιεικείς αναφορικά με το παρελθόν του στη Μικρά Ασία και στην περίοδο του Μεσοπολέμου. Το ίδιο και ο Μπουλαλάς.
[17] Μπουλαλάς, Η Μικρασιατική Εκστρατεία 1919 – 1922
[18] Βρίσκεται 7 χλμ. Δυτικά του Τουμλού Μπουνάρ
[19] Πλαστήρας, Έκθεση Πεπραγμένων
[20] Όχι «Καραπιπέρ»
[21] Τουρκικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας, Επιχείρηση Καταδίωξης στη Μεγάλη Επίθεση
[22] Ανακριτική Επιτροπή Επιχειρήσεων Μικράς Ασίας, Έκθεσις Εξετάσεως Μάρτυρος Λοχαγού Αθανασίου Τούντα
[23] Ανακριτική Επιτροπή Ελέγχου Δοσιλόγων Μικράς Ασίας, Έκθεσις Εξετάσεως Μάρτυρος Ταγματάρχη Αθανασίου Τούντα
[24] Χαράλαμπος Παπαθανασόπουλος, Σαλιχλή (Η αποθέωσις του Πλαστήρα: Αστραπαί δόξης μέσα εις την μαύρην συμφοράν και καταισχύνην)
[25] Πλαστήρας, Έκθεση Πεπραγμένων
[26] Υποστράτηγος Καλλίνσκης, Έκθεση Πεπραγμένων Μεραρχίας Ιππικού, (Αθήνα 12 Σεπτεμβρίου 1922, ΓΕΣ/ΔΙΣ Φ. 358/Α/1)
[27] «η ΧΙΙΙ Μεραρχία … ενισχυομένη υπό του 3ου Τάγματος Μηχανικού Στρατιάς και τμημάτων 400 τυφεκίων Συντάγματος Ασφαλείας Σιδηροδρόμων, επιβιβασθήσεται 14ης ώραν και αχθήσεται εις Σαλιχλή, επιζητούσα σύνδεσμον μετά Μεραρχίας Ιππικού, υφ΄ήν θα υπαχθή τακτικώς»
[28] Παπαθανασόπουλος, Σαλιχλή, Η αποθέωσις του Πλαστήρα, και Ταγματάρχης Ευστάθιος Λιώσης, Πολεμική Ιστορία του 3ου Συντάγματος Πεζικού (1912 – 1922)
[29] Επιχείρηση Καταδίωξης στη Μεγάλη Επίθεση
Πηγή: Βελισάριος