Το 1825 η Ελληνική επανάσταση περνούσε την πλέον κρίσιμη φάση της. Ύστερα από τους θριάμβους ων προηγουμένων ετών οι Έλληνες, χάρη στη διχόνοια τους κατάφεραν να γκρεμίσουν όσα με κόπο και αίμα είχαν χτίσει. Οι εχθροί εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο την ελληνική φαγωμάρα.
Τον Φεβρουάριο του 1825 ένας νέος φοβερός αντίπαλος πάτησε τον Μωριά. Ήταν ο Ιμπραήμ, ο θετός γιος του Αιγύπτιου δυνάστη Μεχμέτ Αλή, ο οποίος έφτασε επικεφαλής τακτικών στρατευμάτων, διοικούμενων από Γάλλους και Ιταλούς αξιωματικούς. Απέναντί του οι Έλληνες δεν είχαν τίποτα να αντιπαρατάξουν. Τίποτα, εκτός από το Γέρο του Μωριά.
Συντριβή
Ο Ιμπραήμ αφέθηκε να αποβιβαστεί ανενόχλητος στην Πελοπόννησο τις πρώτες μέρες του Φεβρουαρίου του 1825. Η κυβέρνηση των «πολιτικών» υπό τον Γεώργιο Κουντουριώτη δεν είχε συναίσθηση της κατάστασης. Άλλωστε γιόρταζε ακόμα τα επινίκια του «θριάμβου» της στον αιματηρό δεύτερο εμφύλιο πόλεμο, έχοντας μάλιστα τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη σιδεροδέσμιο στην Ύδρα.
Ο απόλεμος Κουντουριώτης επιχείρησε να αναχαιτίσει ο ίδιος τον Ιμπραήμ, για να αποκτήσει και δόξα στρατιωτική, αλλά ο Αιγύπτιος στρατάρχης με ευκολία τον σύντριψε στη μάχη στο Κρεμμύδι της Μεσσηνίας. Αποτέλεσμα της ήττας ήταν η κατάληψη της Πύλου και η εξασφάλιση σταθερής βάσης για τον Ιμπραήμ. Οι Αιγύπτιοι μετά τη νίκη τους άρχισαν να απλώνονται σαν την πανούκλα στα ελληνικά χώματα, σφάζοντας και λεηλατώντας.
Νέα εκστρατεία εναντίον τους ανάλαβε ο Παπαφλέσσας, ο οποίος όμως ηττήθηκε και σκοτώθηκε ηρωικά στο Μανιάκι στις 20 Μαΐου 1825. Τίποτα δεν φαινόταν ικανό να σταματήσει τα τακτικά στρατεύματα του Ιμπραήμ. Η τελευταία ελπίδα όλων ήταν ο φυλακισμένος Κολοκοτρώνης. Υπό την λαϊκή πίεση ο Κουντουριώτης υποχρεώθηκε να αποφυλακίσει τον Κολοκοτρώνη. Ο Γέρος έφτασε στο Ναύπλιο στις 30 Μαΐου. Μόλις κατέβηκε από το πλοίο ο ένδοξος καπετάνιος πήγε αμέσως στην πλατεία του Πλατάνου.
Αναλαμβάνει ο Κολοκοτρώνης
Εκεί ανέβηκε σε μια πέτρα για να τον βλέπουν όλοι και άρχισε να μιλά στους απελπισμένους Έλληνες που μαζεύτηκαν γύρω του κατά εκατοντάδες. «Έλληνες», ακούστηκε η βαριά του φωνή, «Πριν πατήσω το πόδι μου στη στεριά έριξα στη θάλασσα τα περασμένα. Το ίδιο να κάνετε και εσείς. Ένας πρέπει τώρα να είναι ο σκοπός όλων μας. Το πώς θα διώξουμε τους αραπάδες που πλημμύρισαν τον τόπο και κοιτάνε να μας σκλαβώσουνε ξανά».
Ο Κολοκοτρώνης επιχείρησε να αναχαιτίσει τον Ιμπραήμ στα στενά της Τραμπάλας, αλλά δεν το κατόρθωσε ενώπιον της εχθρικής υπεροχής. Ο Ιμπραήμ αμέσως μετά την εκβίαση των στενών της Τραμπάλας έσπευσε προς την Τριπολιτσά. Οι Αιγύπτιοι έδειχναν μεγάλη σκληρότητα κατά των αμάχων. Μεγάλος αριθμός – περίπου 1.000 – άμαχοι έπεσαν στα χέρια των Αιγυπτίων καθώς βάδιζαν προς την Τριπολιτσά. Οι γυναίκες ατιμάστηκαν και οι υπόλοιποι πουλήθηκαν σκλάβοι.
Τελικά ο Ιμπραήμ εισήλθε στην έρημη Τριπολιτσά και τη κατέστησε, όπως φοβόταν ο Κολοκοτρώνης, βάση επιχειρήσεων, από όπου μπορούσε κατά βούληση να πλήττει τους Έλληνες στον Μωριά. Αφήνοντας φρουρά στην Τριπολιτσά και ενισχυμένος με 6.000 ακόμα τακτικούς, ο Ιμπραήμ κινήθηκε άμεσα προς το Ναύπλιο με σκοπό να τελειώνει την εκστρατεία στο Μωριά.
Το Ναύπλιο ήταν η έδρα της ελληνικής διοίκησης και η πτώση της θα είχε μοιραίες για την επανάσταση συνέπειες. Η διοίκηση διέταξε τον Κολοκοτρώνη να κινηθεί προς το Ναύπλιο. Αυτός, αν και στερούνταν πλήρως τροφών και πυρομαχικών, υπάκουσε. Ο Ιμπραήμ όμως ηττήθηκε στη μάχη των Μύλων και επέστρεψε στην Τριπολιτσά.
Ο Κολοκοτρώνης προσπάθησε να εφαρμόσει το παλιό σχέδιο με το οποίο είχε κυριεύσει την Τριπολιτσά στις αρχές του αγώνα. Θα την πολιορκούσε δημιουργώντας σειρά οχυρών στρατοπέδων στα βουνά γύρω της. Αν οι Αιγύπτιοι επιχειρούσαν να επιτεθούν σε ένα στρατόπεδο οι δυνάμεις των άλλων θα τους πλαγιοκοπούσαν και θα τους αφάνιζαν. Το σχέδιο του Γέρου ήταν καλό και δοκιμασμένο. Απαιτούσε όμως την άψογη συνεργασία και των υπολοίπων. Δυστυχώς όμως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν θετικά για τους Έλληνες λόγω της αιώνιας διχόνοιας.
Ο Σταυραϊτός του Μωρία
Ο Κολοκοτρώνης είχε υπάρξει κλέφτης από τα γενοφάσκια του. Είχε δει την οικογένειά του ολόκληρη να πέφτει από μαχαίρι του Τούρκου. Ο ίδιος είχε καταδιωχθεί και είχε γλιτώσει από του χάρου τα δόντια άπειρες φορές. Δεν ήταν λοιπόν ο άνθρωπος που θα έσκυβε το κεφάλι, όχι απέναντι στον Ιμπραήμ, αλλά σε κανέναν άνθρωπο. Μόνο ενώπιον του Θεού ο Γέρος έσκυβε ευλαβικά το σεβάσμιο κεφάλι.
Αν λοιπόν οι άλλοι Έλληνες είχαν δειλιάσει αυτός παρέμενε ακλόνητος και θα έκανε τα πάντα για να τους ξανακάνει πολεμιστές. Με πίκρα μεγάλη, αλλά και αποφασιστικότητα δεν δίσταζε να εκτελεί επί τόπου όσους αρνούνταν να πιάσουν όπλο. Με τον τρόπο αυτό κατάφερε να συγκεντρώσει δυνάμεις.
Στην Αλωνίστενα μάλιστα ένα αιγυπτιακό τάγμα, ενισχυμένο με ουλαμό ιππικού αιφνιδιάστηκε από τους Έλληνες και τσακίστηκε. Ο Ιμπραήμ όμως απάντησε με ευρύ κυκλωτικό ελιγμό με 9.000 άνδρες, επιχειρώντας να κυκλώσει και να διαλύσει τους άνδρες του Κολοκοτρώνη στην Αλωνίστενα.
Ο Γέρος όμως τον κατάλαβε και πρόλαβε να υποχωρήσει. Απάντησε μάλιστα στον Ιμπραήμ με επιτυχημένες επιθέσεις στην Πιάνα και κυρίως στη Δαβιά, όπου ένα αιγυπτιακό σύνταγμα διαλύθηκε, αφήνοντας στο πεδίο 500 νεκρούς, 200 μουσκέτα και τις σημαίες του. Ο Ιμπραήμ κατάλαβε ότι τα δεδομένα είχαν αλλάξει.
Δεν περνούσε μέρα που ο Κολοκοτρώνης να μην δέχεται «δώρο» 50 αιγυπτιακά κεφάλια τουλάχιστον. Οι φέροντες τα κεφάλια αμείβονταν με ένα νόμισμα για το καθένα. Ο καιροί ήταν σκληροί και απαιτούσαν σκληρές λύσεις. Πολεμιστές και βοσκοί, αγρότες, γυναίκες και παιδιά κτυπούσαν τους Αιγύπτιους όπου τους έβρισκαν. Ο ανεφοδιασμός του Ιμπραήμ κατέστη προβληματικός. Οι μύλοι από όπου οι Αιγύπτιοι έπαιρναν αλεύρι ισοπεδώθηκαν.
Ο Ιμπραήμ βρέθηκε για πρώτη φορά σε δύσκολη κατάσταση. Προσπαθώντας να προκαλέσει τον Κολοκοτρώνη του έστειλε μια επιστολή στην οποία τον ονόμαζε δειλό. Ο Γέρος απάντησε αγέρωχα: «Δεν μπορείς να κάνεις τον παλικαρά σέρνοντας μαζί σου τόσο ασκέρι και τα επιτελεία και την επιστήμη της Ευρώπης. Αν είσαι πραγματικά παλικάρι, όπως μου γράφεις, πάρε όσους ανθρώπους σου θελήσεις, να πάρω και εγώ άλλους τόσους και έλα να κάνουμε δίκαιο πόλεμο. Ή αν αγαπάς πάλι έλα μονάχος σου εσύ και μονάχος μου εγώ να μετρηθούμε»!
Ο Ιμπραήμ δεν απάντησε. Άλλωστε έφτανε ο χειμώνας. Έτσι εκμεταλλεύτηκε την εποχή και αποφάσισε να ενισχύσει τον Κιουταχή πασά που πολιορκούσε το Μεσολόγγι. Δυστυχώς ο Ιμπραήμ αφέθηκε να κατευθυνθεί ανενόχλητος προς τα Μεσολόγγι. Ο Γέρος γνώριζε, από αιχμαλώτους, τις προθέσεις και το δρομολόγιο του Ιμπραήμ. Ζήτησε λοιπόν από την κυβέρνηση να του διαθέσει τροφές και πολεμοφόδια για να επιχειρήσει να τον αναχαιτίσει. Και πάλι δε εισακούσθηκε. Έτσι ο Ιμπραήμ πέρασε, λίγο αργότερα, «ατουφέκιστος» και έφτασε στο Μεσολόγγι, σφραγίζοντας τη μοίρα της ένδοξης πόλης.
Ο Κολοκοτρώνης προσπάθησε τότε τουλάχιστον να εκμεταλλευτεί την απουσία του Ιμπραήμ για να ανακαταλάβει την Τριπολιτσά. αυτή τη φορά το σχέδιό του έγινε δεκτό και μάλιστα η κυβέρνηση φρόντισε να το ανακοινώσει μέσω του τύπου! «Το έβαλαν στις εφημερίδες», αναφέρει με πικρία στα απομνημονεύματά του ο Γέρος, «έλεγαν ότι ο γενικός αρχηγός εσυμφώνησε με την κυβέρνηση να του δώσουν ζαϊρέ (τρόφιμα) και πολεμοφόδια να ρεσαλτάρει την Τριπολιτσά. και οι εφημερίδες βγήκαν πριν ετοιμαστώ. Τέτοια μυστικότητα είχαν. Έδιναν είδηση εις το εχθρόν»!
Έτσι, όπως ήταν φυσικό, όταν η επίθεση εκδηλώθηκε από παλικάρια του Νικηταρά, όλοι οι Τούρκοι και οι Αιγύπτιοι ήταν έτοιμοι. «Μέχρι οι γυναίκες το ξέραν και στρίγγλιζαν πριν το ρεσάλτο», γράφει ο Γέρος. Ο Νικηταράς δεν επέμεινε στη έφοδο. Ο δε Κολοκοτρώνης λίγο έλειψε να κατέβει στο Ναύπλιο να «τα πει με τη διοίκηση». Έχοντας όμως στο μυαλό του τον αιματηρό εμφύλιο, που είχε στοιχίσει τη ζωή και στον γιο του Πάνο, έδωσε τόπο στη οργή και επανήλθε στον κλεφτοπόλεμο.
Το 1826 ήταν το πιο κρίσιμο έτος για τη επανάσταση και το πιο αιματοβαμμένο. Το Απρίλιο του 1826 αποφασίστηκε να γίνει νέα εθνοσυνέλευση στο Άργος. Τις εργασίες όμως της συνέλευσης πρόλαβε μια τρομακτική είδηση. Το Μεσολόγγι είχε πέσει. Οι πολιορκημένοι, στερημένοι από όλα τα αναγκαία είχαν επιχειρήσει την ηρωική έξοδο που τους πέρασε στην αθανασία.
«Μισή ώρα εστάθηκε σιωπή και δεν έκρινε κανένας, αλλά εμέτραε καθένας τον αφανισμό μας», αναφέρει παραστατικά ο Κολοκοτρώνης. Αυτός και πάλι στάθηκε όρθιος και μέσα στη βαθιά συμφορά. «Το Μεσολόγγι χάθηκε ένδοξα. Το παράδειγμά του θα μείνει στον αιώνα. Εμείς όμως αν τα βάψουμε μαύρα και οκνέψουμε θα πάρουμε στους ώμους μας το ανάθεμα και το κρίμα για το χαμό του λαού», είπε με την βροντερή του φωνή.
«Τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε», ακούστηκαν μουδιασμένες φωνές. «Τι να κάνουμε; Να αποφασίσουμε γρήγορα μια επιτροπή να μας κυβερνά προσωρινά και εμείς οι υπόλοιποι να γυρίσουμε στους τόπους μας και να πιάσουμε τα άρματα όπως στην αρχή. Κι αν γλιτώσουμε μαζευόμαστε πάλι και τελειώνουμε τη συνέλευση», ήταν η απάντηση του Γέρου.
Έτσι και έγινε αλλά τώρα, με τις δυνάμεις του Ιμπραήμ και του Κιουταχή αποδεσμευμένες η επανάσταση έμοιαζε να πνέει τα λοίσθια. Ο Κιουταχής βάδισε προς την Αθήνα και πολιόρκησε την Ακρόπολη, ενώ ο Ιμπραήμ επέστρεψε στην Πελοπόννησο.
Προσκύνημα, φωτιά και τσεκούρι
Ο Ιμπραήμ από τη στιγμή που πάτησε και πάλι το πόδι του στην Πελοπόννησο φάνηκε αποφασισμένος να τσακίσει την επανάσταση με κάθε τρόπο. Αφού απέτυχε με τα όπλα άρχισε να αλλάζει τακτική επιχειρώντας να κερδίσει τους αποκαμωμένους Έλληνες. Ο στρατός του περιόρισε το καταστροφικό του έργο και τις αρπαγές. Σε αντάλλαγμα ζητούσε από τους Έλληνες να «προσκυνήσουν» δηλαδή να υποταχθούν ξανά.
Πολλοί αρχίζουν να «προσκυνούν» να υποτάσσονται δηλαδή στους Τούρκους και τους συμμάχους τους. Το κακό του προσκυνήματος πήρε μεγάλες διαστάσει. Οι δε προσκυνημένοι έφτασαν στο σημείο να συγκροτήσουν σώμα 2.000 ανδρών το οποίο πολέμησε κατά των επαναστατημένων Ελλήνων. Στην κρίσιμη εκείνη στιγμή η Ελλάδα ήταν τυχερή που είχε έναν Κολοκοτρώνη.
Ο Γέρος έλαβε άμεσα μέτρα κατά του προσκυνήματος και των προσκυνημένων. «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους» ήταν το σύνθημά του. Περιόδευε στα χωριά, μιλούσε τους Έλληνες, τους εμψύχωνε και να χρειαζόταν τους απειλούσε. «Δώστε μου τα προσκυνοχάρτια του Μπραίμη να σας δώσω του έθνους», έλεγε. Άλοιμονο στα χωριά που προσκυνούσαν. «Από το ένα μέρος θα βγαίνουν οι αραπάδες, από το άλλο θα μπαίνω εγώ και θα ρημάζω», απειλούσε.
Ο Ιμπραήμ όταν είδε ότι ο Κολοκοτρώνης με το σθένος του και την αποφασιστικότητά του περιόρισε το κακό με το προσκύνημα, προσπάθησε αρχικά να τον δολοφονήσει. Πλήρωσε έναν «Έλληνα» ο οποίος δέχτηκε να σκοτώσει τον Γέρο. Ο Κολοκοτρώνης όμως το έμαθε, το έπιασε και τον κρέμασε σε ένα δέντρο, απαγορεύοντας να τον κατεβάσουν.
Στο λαιμό του, του κρέμασε πινακίδα που έγραφε: «Αυτό κερδίζει όποιος γίνεται προδότης της πατρίδος του». Ο Ιμπραήμ δεν απογοητεύτηκε. Επιχείρησε να καταλάβει το Μέγα Σπήλαιο, που δε προσκυνούσε, αλλά ο Κολοκοτρώνης είχε φροντίσει να ενισχύσει τη μονή και η επίθεση αποκρούστηκε. Στο μεταξύ ο Ιμπραήμ σκέφτηκε να υποτάξει τη Μάνη. Αν οι πιο σκληροτράχηλοι πολεμιστές στο Μωριά υποτάσσονταν, σκέφτηκε, σίγουρα θα υποτάσσονταν και οι άλλοι.
Και στις δύο εκστρατείες όμως που επιχείρησε ηττήθηκε κατά κράτος. Τότε βάλθηκε να προσκυνήσει οριστικά την Μεσσηνία. Ο Κολοκοτρώνης όμως έμαθε τα σχέδια του και το πρόλαβε. Τότε ο Ιμπραήμ, όταν είδε οριστικά τα σχέδια του να καταρρέουν οργίστηκε τόσο που εξαπέλυσε τις καταστροφικότερες επιδρομές του σε όλο το Μωριά. Στην Μεσσηνία οι Αιγύπτιοι έκαψαν τα σπίτια, έκοψαν ή ξερίζωσαν τα δέντρα, σκότωσαν τα ζώα, τίποτα δεν άφησαν όρθιο. Παρόμοια έκαναν και στην Κυνουρία και στην Κορινθία.
Ο Κολοκοτρώνης έστειλε τότε μια επιστολή στον Ιμπραήμ. «Το δίκαιο του πολέμου είναι να τα βάνης με τους ανθρώπους και όχι με τα δέντρα. Γιατί τα άψυχα δέντρα δεν εναντιώνονται. Όχι τα σπίτια που μας έκαψες, αλλά τίποτα να μην μείνει, εμείς δεν προσκυνάμε. Μόνο ένας Έλληνας να μείνει ζωντανός θα σε πολεμάει και μην ελπίζεις ότι θα κάμεις δική στου τη γη που μας άφησαν τα γονικά μας», του έγραφε.
Ο Ιμπραήμ συνέχισε πάντως το καταστροφικό του έργο και ο Κολοκοτρώνης τον κλεφτοπόλεμο. Ο Ιμπραήμ σταδιακά άρχισε να αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα. Ο Γέρος δεν τον άφηνε «σε χλωρό κλαρί». Κινούνταν συνέχεια, χτυπούσε και έφευγε. Οι προσκυνημένοι – με κύριο εκπρόσωπο τον διαβόητο Δημήτρη Νενέκο – τσάκισαν πρώτοι. Οι Αιγύπτιοι ακολούθησαν.
Χωρίς να διακινδυνεύει σε ανοικτές μάχες ο Κολοκοτρώνης κατάφερε να περιορίσει τον Ιμπραήμ. Εξάλλου είχε ήδη υπογραφεί το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, μεταξύ Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας, το οποίο έθετε τις βάσεις της ελληνικής ανεξαρτησίας.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις έστειλαν μοίρες του στόλου τους στην Ελλάδα και ακολούθησε η ναυμαχία του Ναβαρίνου που θεμελίωσε την ελληνική ανεξαρτησία. Ωστόσο στα δύσκολα χρόνια, από το 1825 μέχρι το 1827, μόνο ένας άνθρωπος στάθηκε απέναντι στον μεγάλο Ιμπραήμ πασά της Αιγύπτου, ο μεγάλος Έλληνας Θοδωρής Κολοκοτρώνης.
Πηγή: history-point.gr