Αν και ο όρος «Κεραυνοβόλος Πόλεμος» είναι προϊόν του 20ου αιώνα, εντούτοις οι απαρχές του ως στρατιωτικό δόγμα, αλλά και οι εφαρμογές του στην πράξη, στα διάφορα πεδία μαχών, είναι πανάρχαιες.Το δόγμα του Κεραυνοβόλου Πολέμου είναι ουσιαστικά τόσο παλιό όσο και ο άνθρωπος στη Γη. Κάθε φορά όμως διέφεραν τα μέσα και οι συνθήκες εφαρμογής του, παράγοντες που επηρέαζαν καθοριστικά την αποτυχία ή την επιτυχία του στην πράξη.
Μόνο μετά την εξημέρωση του αλόγου οι αρχαίοι στρατηγοί κατείχαν τα μέσα για τη διεξαγωγή πραγματικά κεραυνοβόλων εκστρατειών, εφόσον η ταχύτητα αποτελεί βασικό συστατικό στοιχείο του Κεραυνοβόλου Πολέμου. Η ανακάλυψη του πολεμικού άρματος, σε συνδυασμό με την εξημέρωση του αλόγου, δημιούργησε νέα δεδομένα.
Πέραν της ταχύτητας, για την εφαρμογή του συγκεκριμένου δόγματος, έπρεπε να ισχύουν και μια σειρά άλλων παραμέτρων – παραπλάνηση, αιφνιδιασμός, τοπική έστω αριθμητική υπεροχή, στρατηγικές πληροφορίες, απαγόρευση πληροφοριών στον αντίπαλο – ακριβώς δηλαδή όσα πρέπει να ισχύουν μέχρι σήμερα. Γιατί δεν ανακάλυψαν οι Γερμανοί στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το δόγμα του Κεραυνοβόλου Πολέμου. Απλώς οι Γερμανοί φαίνεται ότι υπήρξαν καλύτεροι μελετητές της ιστορίας, εκείνη την εποχή.
Δόγμα και εφαρμογή
Το δόγμα του κεραυνοβόλου πολέμου βασίζεται σε τρεις παραμέτρους, οι οποίες πρέπει να ισχύουν, σε κάποιο τουλάχιστον βαθμό, ταυτόχρονα. Οι παράμετροι αυτοί είναι διαχρονικοί και αποτελούν αξιώματα στην στρατιωτική τέχνη. Πρωταρχική παράμετρος είναι η ισχύς. Χωρίς ισχύ δεν μπορεί να υπάρξει νίκη.
Δεύτερη παράμετρος είναι η ταχύτητα. Η ταχύτητα αποδιοργανώνει τον αντίπαλο, περιορίζοντας τους χρόνους αντίδρασής του. Τρίτη παράμετρος είναι η εκμετάλλευση. Επιτυχία που δεν τυγχάνει της ανάλογης εκμετάλλευσης χάνει αυτόματα την αξία της.
Οι παράμετροι αυτοί ίσχυαν και εξακολουθούν να ισχύουν, απαράλλαχτες, μέχρι τις μέρες μας. Όσοι στρατηγοί, από τις απαρχές του χρόνου, τις αντιλήφθηκαν και τις εφάρμοσαν, πέτυχαν λαμπρά αποτελέσματα. Φυσικά σημαντικά είναι και τα μέσα, τα κατάλληλα κάθε φορά μέσα, που καθιστούν εφικτή την εφαρμογή του συγκεκριμένου δόγματος.
Επίσης σημαντικότατος παράγοντας είναι και η κατάλληλη εκπαίδευση και το ηθικό του στρατεύματος που θα κληθεί να εφαρμόσει μια τέτοια στρατηγική. Τέλος ακόμα σημαντικότερος παράγοντας είναι ο αποπροσανατολισμός του αντιπάλου, η παραπλάνησή του, ο αιφνιδιασμός.
Διαχρονικά ιδωμένο, το δόγμα του κεραυνοβόλου πολέμου, εφαρμόστηκε σχεδόν πάντοτε από στρατούς με ανώτερη στρατηγική ή και τακτική ευκινησία των αντιπάλων του. Η συνολική ισχύς του στρατού έπαιζε πάντα δευτερεύοντα ρόλο, αφού τον πρωτεύοντα ρόλο έπαιζε η τοπική υπεροχή, η ικανότητα δηλαδή ενός στρατού να συγκεντρώσει σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, συντριπτικά ανώτερες από τον αντίπαλο δυνάμεις.
Η ταχύτητα επίσης έπρεπε οπωσδήποτε να είναι ανώτερη του αντιπάλου, επιτρέποντας στον ενεργούντα στρατό να κερδίζει τον αγώνα της συγκέντρωσης και του αιφνιδιασμού.
Από το πεζικό στην εξημέρωση του ίππου
Οι πρώτες μυθολογικές καταγραφές μαχών προέρχονται, χρονικά, από την αρχαία Μεσοποταμία, από τον πολιτισμό των Σουμερίων. Οι σουμεριακές πόλεις κράτη ανέπτυξαν από νωρίς τακτικούς στρατούς, αποτελούμενους από έναν πυρήνα μόνιμων στελεχών και ανδρών – οι διάφορες βασιλικές φρουρές.
Κάτι ανάλογο συνέβη και σε άλλες περιοχές – και στην Ελλάδα (πολιτισμός Σέσκλου). Οι πρώτοι στρατοί αποτελούνταν αποκλειστικά από πεζικό, ελαφρύ κυρίως. Το ελαφρύ πεζικό ήταν ικανό να κινείται ταχύτερα του βαρέως, όχι μόνο γιατί ήταν ελαφρύτερα εξοπλισμένο – εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν θωρακίσεις έτσι και αλλιώς – αλλά γιατί αυτό επέβαλε η φιλοσοφία δράσης του. Τόσο οι Σουμέριοι, όσο και οι πρώτοι Έλληνες ανέπτυξαν μεγάλο αριθμό ελαφρών πεζών, από την 5η χιλιετία π.Χ.
Το ελαφρύ πεζικό ήταν το πρώτο ταχυκίνητο σώμα και μάλιστα ανεξαρτήτως εδάφους – αντίθετα με τα άρματα, το ιππικό, ή και τις σύγχρονες μηχανοκίνητες δυνάμεις. Ήταν ένα όπλο πολλαπλών αποστολών. Ένα σημαντικό, για την ανθρώπινη ιστορία όμως γεγονός έμελλε να αλλάξει την όλη οπτική. Ήταν η εξημέρωση των ιπποειδών και του ίππου.
Όλα άλλαξαν μετά την εισαγωγή των αρμάτων στα οπλοστάσια των στρατών της εποχής. Πραγματικές αυτοκρατορίες γεννήθηκαν βασισμένες στο νέο όπλο. Οι πρώτοι υπέρμαχοι του κεραυνοβόλου πολέμου ήταν οι Χετταίοι, οι Μιτανοί και οι Υκσώς. Οι Χετταίοι από την εποχή που εγκαταστάθηκαν οριστικά στο κεντρικό υψίπεδο της Μικράς Ασίας ανέπτυξαν μεγάλο αριθμό αρμάτων.
Πολεμικά άρματα
Αντίθετα με τους Σουμέριους και τους Ακκάδιους διαδόχους τους στην περιοχή, οι Χετταίοι παρέτασσαν μεγάλους αριθμούς αρμάτων, τα οποία και αποδείχθηκαν το ιδανικό όπλο, που επέτρεψε την επέκταση της αυτοκρατορίας τους από τα μικρασιατικά παράλια μέχρι τη Βαβυλώνα.
Επίσης οι κάτοικοι της σημερινής Παλαιστίνης διέθεταν από τις αρχές της 2ης χιλιετίας π.Χ. μεγάλο αριθμό αρμάτων, επηρεασμένοι από τους Μιτανούς, την πρώτη «αυτοκρατορία των αρμάτων».
Η αυτοκρατορία των Μιτανών εκτεινόταν στον σημερινό βόρειο Ιράκ, μέχρι και το τουρκοκρατούμενο Κουρδιστάν. Ο στρατός της διέθετε λίγο και ανεκπαίδευτο πεζικό και πολλά και με άριστο προσωπικό άρματα. Αυτοί ήταν οι λεγόμενοι «Μαριανού», οι επίλεκτοι πολεμιστές των αρμάτων.
Τα άρματα των Μιτανών όμως δεν αποτελούσαν όργανα κρούσης, καθώς οι πολεμιστές ήταν οπλισμένοι με τόξα. Ήταν ταχυκίνητα όργανα πυρός, που όμως λόγω της αδυναμίας του αντιπάλου να τα αντιμετωπίσει αποτελούσαν το όργανο κρίσης της μάχης.
Αντίθετα οι Χετταίοι διέθεταν άρματα κρούσης – όπως και οι Έλληνες – οι πολεμιστές των οποίων ήταν οπλισμένοι με μακρά δόρατα. Το 1596 π.Χ. ο Χετταίος βασιλιάς Μυρσίλος, με μια κεραυνοβόλα εκστρατεία, κυρίευσε ολόκληρη την περιοχή από την Σεβάστεια της σημερινής Τουρκίας, μέχρι και την Βαβυλώνα. Εκατό περίπου έτη νωρίτερα οι Υκσώς, εισέβαλαν στην Αίγυπτο και κυρίευσαν μεγάλο τμήμα της.
Ωστόσο οι πλέον ονομαστοί κατακτητές που χρησιμοποίησαν το δόγμα του κεραυνοβόλου πολέμου ήταν οι Ασσύριοι. Πραγματοποιώντας σειρά κεραυνοβόλων εκστρατειών, οι Ασσύριοι βασιλείς όπως ο Σαργών, ο Εσαχαρδών ή ο Ασουρμπανιμπμάλ (ο Σαρδανάπαλος των αρχαίων Ελλήνων), συνέτριψαν κάθε αντίπαλο που βρέθηκε στο διάβα τους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ασσυρία κατέρρευσε όταν βρέθηκε αντιμέτωπη με έναν συνασπισμό μεταξύ των Βαβυλωνίων, που διέθεταν τότε επίσης βαριά άρματα, αντίστοιχα των ασσυριακών, των Μήδων που διέθεταν πολύ και εκλεκτό ιππικό και των Σκυθών, που διέθεταν το καλύτερο ελαφρύ ιππικό της ιστορίας.
Πηγή: history-point.gr