Το 311 π.Χ. Καρχηδόνα και Συρακούσες πολεμούσαν για μια ακόμα φορά. Οι Συρακούσιοι υπό τον Αγαθοκλή είχαν υποστεί βαριά ήττα χάνοντας 7.000 άνδρες. Ο ηττημένος Αγαθοκλής αποσύρθηκε στη Γέλα τραβώντας την προσοχή των πολυάριθμων αντιπάλων ώστε να καθυστερήσουν και να προλάβουν οι πολίτες των Συρακουσών να μαζέψουν την σοδειά πριν την άφιξη των Καρχηδονίων ενώπιον των τειχών.
Ο Καρχηδόνιος στρατηγός Αμίλκας προσπάθησε να καταλάβει τη Γέλα αλλά απέτυχε και στράφηκε προς τις Συρακούσες. Ο Αγαθοκλής αποφάσισε τότε να εκτελέσει έναν λίαν ριψοκίνδυνο ελιγμό περνώντας με τον στρατό του στη Βόρεια Αφρική, αφήνοντας την ευθύνη για την άμυνα της πόλης του στον αδερφό Άντανδρο.
Δεν είναι γνωστό πόσους άνδρες διέθετε ο Άντανδρος αλλά σίγουρα υστερούσε έναντι στους τουλάχιστον 125.000 πεζούς και ιππείς του Αμίλκα. Ο Αγαθοκλής σκότωσε τους πλούσιους πολιτικούς του αντιπάλους και δήμευσε τις περιουσίες τους αποκτώντας έτσι τα απαραίτητα χρήματα για τον πόλεμο. Κατόπιν απέπλευσε για την Αφρική.
Πρώτη επίθεση και πολιορκία
Στην Αφρική κατάφερε να νικήσει τον Καρχηδονιακό Στρατό στον Τύνητα ποταμό. Οι ηγέτες της Καρχηδόνας ζήτησαν τότε από τον Αμίλκα να στείλει ενισχύσεις. Αυτός όμως προτίμησε να επιχειρήσει να εξαπατήσει τους Συρακούσιους διαδίνοντας την φήμη ότι ο Αγαθοκλής και ο στρατός του είχαν εξοντωθεί. Ο Άντανδρος δεν υπέκυψε αν και ορισμένοι πολίτες λιγοψύχησαν. Ο Αμίλκας αποφάσισε τότε να εκμεταλλευτεί τον πανικό, όπως πίστευε, των Συρακουσίων και να επιτεθεί.
Στο μεταξύ έφτασαν στο λιμάνι δύο πλοία σταλμένα από τον Αγαθοκλή για να αναγγείλουν τη νίκη του. Οι Συρακούσιοι, περιλαμβανομένων των περισσότερων φρουρών των τειχών, έσπευσαν στο λιμάνι να μάθουν νέα. Ο Αμίλκας έσπευσε να εκμεταλλευτεί την κατάσταση. Έτσι έστειλε ένα πολύ ισχυρό σώμα ανδρών του εφοδιασμένο με πολιορκητικές κλίμακες να καταλάβει τα τείχη.
Οι Καρχηδόνιοι άρχισαν να ανεβαίνουν στα τείχη χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Ωστόσο όταν ανέβηκαν μια περίπολος τους αντελήφθη και έδωσε το σήμα του συναγερμού. Αμέσως έσπευσαν στα τείχη οι στρατιώτες και κάθε άλλος διαθέσιμος άνδρας. Οι Έλληνες ρίχθηκαν με ορμή στους Καρχηδόνιους και κατάφεραν, μαχόμενοι ηρωικά, να τους ανατρέψουν. Ταπεινωμένος ο Αμίλκας διέταξε υποχώρηση. Παράλληλα έστειλε 50.000 άνδρες του στην Καρχηδόνα, μην μπορώντας πια να αγνοεί τις εντολές που είχε λάβει.
Μετά από αυτά ο Αμίλκας περιορίστηκε στην στενή πολιορκία της πόλης που όμως ήταν καλά οχυρωμένη και εφοδιασμένη. Έτσι η πολιορκία τραβούσε μάκρος. Ήδη είχε έρθει το έτος 309 π.Χ. Ο Καρχηδόνιος στρατηγός κατάφερε να κυριεύσει την περιοχή του Ολυμπίου, νότια της πόλης, κοντά στον Μέγα Λιμένα και αποφάσισε να δοκιμάσει νέα έφοδο κατά της πόλης.
Απίθανη αντεπίθεση
Οι Καρχηδόνιοι άρχισαν να κινούνται μέσα στη νύκτα. Οι Συρακούσιοι όμως αντιλήφθηκαν τις κινήσεις των αντιπάλων τους. Πρώτοι είδαν τους Καρχηδόνιους που χωρίς ιδιαίτερη συνοχή βάδιζαν προς τα τείχη οι φρουροί του οχυρού του Ευρύαλου και αποφάσισαν να εκτελέσουν έξοδο αιφνιδιάζοντας τους εχθρούς.
Μέσα στο σκοτάδι με επικεφαλής τον Αμίλκα και τον Συρακούσιο Δεινοκράτη οι Καρχηδόνιοι βάδιζαν αμέριμνοι με το πεζικό να κινείται χωρισμένο σε δύο σώματα. Τους μάχιμους ακολουθούσε ένα πλήθος ακολούθων και διαφόρων άλλων υπόπτων στοιχείων που αποσκοπούσαν στη λαφυραγωγία της πόλης.
Αυτοί όμως ήρθαν σε διαμάχη με μερικούς στρατιώτες και ξέσπασε κανονική μάχη. Το αποτέλεσμα ήταν η πρόκληση περεταίρω αταξίας στις γραμμές των Καρχηδονίων, πέραν αυτής που είχε προκαλέσει ο στενός και κακοτράχαλος δρόμος.
Τότε ακριβώς 3.400 Έλληνες (3.000 πεζοί, 400 ιππείς) επέπεσαν πάνω στους Καρχηδόνιους μέσα στη νύκτα σαν πλάσματα του Άδη. Οι τελευταίοι αδυνατώντας να αντιληφθούν πόσοι ήταν οι αντίπαλοί τους πανικοβλήθηκαν και το έβαλαν, επαίσχυντα, στα πόδια. Οι περισσότεροι σκοτώθηκαν απλώς ποδοπατημένοι από τους συναδέλφους τους. Πολλοί λιγότεροι έπεσαν από τα ελληνικά όπλα. Ο Αμίλκας που προσπάθησε να συγκρατήσει τους άνδρες του αιχμαλωτίσθηκε.
Την επομένη μόνοι φάνηκε το μέγεθος της καταστροφής. Ο Καρχηδονιακός Στρατός είχε διασκορπισθεί. Η τύχη του Αμίλκα δεν ήταν ευχάριστη. Αφού πρώτα ταπεινώθηκε βαδίζοντας σιδηροδέσμιος στους δρόμους των Συρακουσών ακούγοντας τις βρισιές και κακοποιούμενος από το πλήθος εκτελέστηκε. Ο πόλεμος πάντως συνεχίστηκε μέχρι το 306 π.Χ. με τους αντιπάλους να συνομολογούν συνθήκη ειρήνης που άφηνε την ανατολική Σικελία στον Αγαθοκλή.
Πηγή: history-point.gr