«Τετράδη 20 Μαΐου 1825»
»Εξημερόθημεν έχοντες υπ όψιν τόν εχθρόν όντα κατά τήν Άνδρον, ημείς ορτζάρομεν μέ μαϊστραλάκι (βορειοδυτικός άνεμος) τόν εχθρόν όντα κατά τόν κάβο Δόρον (ακρωτήριο Κάβο Ντόρος) μέ σύσημον (σήμα) όλα τά πλοία νά κρατούν πολλά πανιά, προχωρούντες είδομεν όλην τήν μικρήν αρμάδα ήτις ήτον ήδη απερασμένη τόν κάβο τής Άνδρου, αλλ’ ευρίσκετο εις γαλήνην είδομεν δέ καί έως 20 κομμάτια μεγάλα περιμαζευμένα εις ένα αυλάκι τής Άνδρου, όθεν καί αυξήσαμεν πανιά προχωρούμεν εμπρός μέ λεπτόν άνεμον μαϊστραλάκι.
Εφάγαμεν τά σενιάλα μέ ταίς σάγουλες κάμνοντες ακαταπαύστως σημείον. Τά οπισινά πλοία νά φορτζάρουν (δυναμώνουν) πανιά, δύο σπετζιώτικα τού καπετάν Γιάννη Αναστάση καί τού Ανάργυρου επροπορεύοντο, ημείς όμως σοταβέντο (υπήνεμα) καί πλησιέστερον εις τόν εχθρόν, καί μέ μουραρισμένα πανιά τρέχομεν κατά τού εχθρού.
Ένα αγγλικό βρίκι διέρχεται απομακρυνθέν από τόν εχθρικόν στόλον, οι Σπετζιώται τού τραβούν μίαν κανονιά καί πηγαινάμενοι κοντά διά νά τό βιζητάρουν έμειναν ολίγον οπίσω.
Ημείς προπορευόμενοι έχοντες κατόπιν τόν Πινότσην μέ ένα πυρπολικόν, όθεν καί περί τάς εννέα ώρας κάμνοντες σημείον: «Νά ετοιμασθούν διά πόλεμον καί νά φορτζάρουν πανιά τά οπισινά» ορμούμεν κατά τού εχθρού.
Μία φρεγάτα έρχεται καθ’ ημών μέ μίαν κορβέτα, ημείς τάς πολεμούμεν μέχρι μανίας καί απολαμβάνομεν νά τάς τρέψωμεν εις φυγήν καί τότε πλησιάζομεν εις τήν φρεγάταν τής οποίας τά κατάρτια ήτον σπασμένα από τίς κόφες καί επάνω.
Αύτη είχε δύο βάρκες έτοιμαις διά τά μπουρλότα διά τούτο καί οι πυρπολισταί μας εφοβούντο νά ριφθούν κατ’ αυτής, αλλ’ ενισχυόμενοι παρ’ ημών τά συνοδεύομεν έως τίρας τουφεκιάς (βολής τουφεκιού) στεκόμενοι εις τήν πρύμνην της, δι’ ό καί τά πυρπολικά μουράρουν πανιά καί πηγαίνουν κατ’ αυτής, όθεν καί περί τάς τρείς ώρας τής έπεσαν επάνω καί τά δύο, καί παρευθύς άναψεν.
Οι εν αυτή εχθροί δέν ήξευραν τί νά κάμουν, τότε καί πολλοί ερρίπτοντο εις τήν θάλασσαν, πολλοί εσυνάχθησαν εις τήν πρύμνην καί ετουφέκιζον ταίς βάρκαις τών μπουρλότων, αλλά τό πύρ διεδόθη πανταχού καί μετά δέκα λεπτά εσκόρπισεν η φρεγάτα ήτις έκαμε τόσον κρότον, ώστε επέταξεν εις τόν αέρα διαφόρους τούρκους, κανόνια, ξύλα, αγκύρας καί λοιπά, μέ τό νά ήτον δέ γεμάτη πολεμοφόδια, η θάλασσα εγέμισε από ανθρώπους σκοτωμένους καί λαβωμένους, καί ζώντας γυμνούς.
Εν τοσούτω η αριστερά πτέρυξ τού εχθρού βλέποντας τήν καυθείσα φρεγάταν άρχισε νά δηλιά, ο καπουδάν πασάς όστις είχε πλησιάσει διά βοήθειαν τήν αριστεράν του πτέρυγα ετράπη εις φυγήν οπόταν ειδών εις τήν αριστεράν του πτέρυγα ένα άλλο κορβέτο καιόμενον, εις τό οποίον επέπεσε τό πυρπολικόν «Κέρβερος» τού καπετάν Μανώλη Μπούτη, εν τοσούτω ένα φεργαδόνι τού Ταχήρ πασά ομού μέ δύο τρία βρίκια καί κορβέτα έρχεται κατ’ επάνω μας.
Ημείς σοπράρομεν καί τού αντιστεκόμεθα, αλλά τέλος πάντων ετράπησαν καί αυτά εις φυγήν, όθεν καί η νίκη μας επεκυρώθη. Η δίκροτος φρεγάτα ήτον η «Χαζνέ Γκεμισί» 62 κανονιών, τό δέ κορβέτο 32.»
Πηγή: (Ιστορικά ημερολόγια τού ναυτικού αγώνος 1821 – Γεώργιος Σαχτούρης), Αγία Σοφία, Αβέρωφ