Δεν ξέρω τι είδους ιστορικός είναι αυτός ο Αριστείδης Χατζής που τουιτάρει ανοησίες στον λογαριασμό της «Επιτροπής 1821». Ούτε θα ψάξω να μάθω. Γιατί το μόνο βέβαιο είναι ότι συναγωνίζεται σε ιστορικές γνώσεις τη Γιάννα που τον μάζεψε.
Έμπλεξε τον Καποδίστρια, τον σύγχρονο αναμορφωτή της Ελλάδας και μακράν τον τιμιότερο πολιτικό της νεότερης Ιστορίας μας, με τον Όθωνα, έναν βλάκα και μισό, που τον έφεραν φυτευτό οι Μεγάλες Δυνάμεις για να κυβερνούν οι Βαυαροί σύμβουλοί του. Και ονόμασε την πεφωτισμένη διακυβέρνηση… δικτατορία, από την οποία ήθελαν να απαλλαγούν οι φιλελεύθεροι. Μόνο που την εποχή του Καποδίστρια δεν υπήρχαν ούτε φιλελεύθεροι ούτε neoliberals ούτε… φιλελέφτ. Κοτζαμπάσηδες και κολίγοι υπήρχαν, τσιφλικάδες και τσοπαναραίοι, πρόκριτοι και πληβείοι, οι οποίοι μαζί πολέμησαν τον Τούρκο κι ας λένε οι αριστεροί τα δικά τους.
Στην εποχή του Καποδίστρια λοιπόν, η Αθήνα με τους 10.000 κατοίκους ήταν ένα μεγάλο χωριό και η ανεξάρτητη ελληνική Πολιτεία τελείωνε στη γραμμή Αχελώου – Σπερχειού. Κουμάντο έκαναν κάποιοι οπλαρχηγοί του ’21, οι πλοιοκτήτες της εποχής και μια αναδυόμενη πολιτική κάστα ελεγχόμενων υπαλλήλων των Μεγάλων Δυνάμεων (από τότε υπήρχε το κακό). Παντού υπήρχαν καπετανάτα, από την Υδρα έως τη Μάνη. Βασίλευαν η φτώχεια, η μιζέρια και η αμορφωσιά. Και αυτό το χάος ήρθε να παραλάβει ο πιο εκλεκτός Ελληνας μιας πεφωτισμένης διασποράς που τότε μεσουρανούσε έξω από τα περιορισμένα ελληνικά σύνορα, από τη γη της Ιωνίας μέχρι την Αίγυπτο και τον Εύξεινο Πόντο.
Και ο τελευταίος μαθητής λυκείου γνωρίζει αυτό που προφανώς αγνοεί ο «ιστορικός» της Γιάννας: Ότι ο Καποδίστριας υπήρξε ο πιο ανιδιοτελής πολιτικός της σύγχρονης Ελλάδας. Στην πατρίδα προσέφερε τα λεφτά του, τη ζηλευτή διεθνή καριέρα του και εν τέλει τη ζωή του. Παράτησε τα λούσα και αποποιήθηκε το αξίωμα του υπουργού Εξωτερικών της αυτοκρατορικής Ρωσίας, ακριβώς επειδή δεν στηρίχτηκε η Ελληνική Επανάσταση, την οποία κακοποιούν ιστορικά η Γιάννα και η παρέα της.
Όταν ήρθε στην Ελλάδα, ομόφωνα εκλεγμένος κυβερνήτης από την Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, φυσικά και έβαλε όρους για να διοικήσει. Σε ένα νεοσύστατο κράτος, με μηδέν πολιτική παράδοση και τεράστια ποσοστά αναλφαβητισμού, δεν θα μπορούσε να έχει ως πρώτη προτεραιότητα ούτε τα Συντάγματα ούτε και τα Κοινοβούλια – προς μεγάλη απογοήτευση των «φιλελεύθερων» οπαδών του Στέφανου Μάνου και της Ντόρας που βλέπει στον ύπνο του ο καθηγητής. Είχε όμως στον νου του ο Καποδίστριας τη βελτίωση συνθηκών διαβίωσης του δύστυχου ελληνικού λαού, ο οποίος εκείνη την εποχή λιμοκτονούσε. Και το έργο του παραμένει πάντα, εκτός από λαμπρό, και επίκαιρο.
Για να καταλάβουμε πόσο μπροστά ήταν αυτός ο «δικτάτορας», αρκεί και μόνο να θυμίσουμε, σήμερα, εν μέσω κορονοϊού, ότι πρώτος εκείνος θέσπισε το μέτρο της καραντίνας στα πλοία της εποχής, όπως και τον θεσμό του γενικού εφόρου Υγείας. Ως εξαιρετικός γιατρός ο ίδιος, έφτιαξε τις πρώτες υγειονομικές επιτροπές σε Αίγινα, Πόρο και Ναύπλιο, θέσπισε αυστηρότατους υγειονομικούς κανονισμούς και ανάδειξε τη δημόσια υγεία ως ύψιστο έννομο αγαθό που οφείλει να διασφαλίζει η Πολιτεία.
Κι αυτόν τον Καποδίστρια τόλμησαν να πιάσουν στο στόμα τους οι αστοιχείωτοι, στρατευμένοι ή εθελόδουλοι, που βάλθηκαν να αναθεωρήσουν την Ιστορία μας. Ξέρετε γιατί; Γιατί ο Καποδίστριας δεν πείραξε ποτέ ούτε δεκάρα από τα δημόσια ταμεία. Σε αντίθεση με τα πλείστα όσα λαμόγια της Μεταπολίτευσης, θεωρούσε το αξίωμα εθνική αποστολή. Λειτούργημα και όχι μέσον πλουτισμού ή ικανοποίησης προσωπικών φιλοδοξιών.
Αρνήθηκε επίμονα να πάρει μισθό και όταν ήρθε η κουβέντα για την αμοιβή του στην 4η Εθνοσυνέλευση του Αργους, παρέδωσε μάθημα πολιτικής ηθικής λέγοντας ότι τα δικά του χρήματα αρκούν.
«Αποστρέφομαι», είπε ο Καποδίστριας, «να προμηθεύω εις τον εαυτόν μου τας αναπαύσεις του βίου, αι οποίαι προϋποθέτουν ευπορίαν, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων, περικυκλωμένοι από πλήθος ολόκληρον ανθρώπων βυθισμένων εις την έσχατην αμηχανίαν.
Όσοι ευρίσκονται εις δημόσια υπουργήματα δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγους με τον βαθμό του υψηλού υπουργήματός τους, αλλά οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα τα οποία έχει η κυβέρνησις εις την εξουσία της».
Είπατε τίποτα; Γι’ αυτό, λοιπόν, δεν αρέσει ο Καποδίστριας στους σημερινούς πολιτικούς μας. Ξεχείλιζε από πατριωτισμό, ταπεινοφροσύνη, ήθος και τιμιότητα, μόρφωση αλλά και τεράστιες ικανότητες που αναγνώριζαν ακόμη και οι ορκισμένοι αντίπαλοί του, από τον Μέτερνιχ μέχρι τον Μαυρομιχάλη.
Η επιχείρηση έμμεσης ταύτισης ενός τεράστιου και εμβληματικού Ελληνα με τον ανέμπνευστο και παρασιτικό Οθωνα, έναν τρίτης διαλογής Βαυαρό γαλαζοαίματο, στη φτηνή λογική «δικτάτορας και ο ένας, δικτάτορας και ο άλλος», είναι εκτός από ανιστόρητη και εξαιρετικά ύποπτη.
Προσοχή λοιπόν, γιατί τα… θαύματα στην αυλή της Γιάννας πυκνώνουν και τα μπουμπούκια αναφύονται το ένα μετά το άλλο. Μέχρι να φτάσουμε στο 2021, η κυρία θα μας έχει κάνει να μη θέλουμε να τη βλέπουμε ούτε ζωγραφιστή, είτε με την εξωφρενική της άγνοια είτε με την ασυνείδητη (λόγω αμβλυμένης αντίληψης) στράτευσή της σε μια… μοδάτη αποστολή εθνομηδενισμού.
Ξαναλέμε, λοιπόν, να επιληφθεί, όσο είναι ακόμη καιρός, εκείνος που τη διόρισε και να αναθέσει την αποστολή σε έναν συλλογικό φορέα κύρους. Όχι σε μια προσωπικότητα διχαστική, απωθητική και εμφανώς ακατάλληλη. Γιατί η Γιάννα μπορεί να διαγράφει τους ακολούθους στο twitter, ακόμη και όταν απλά την ειρωνεύονται, αλλά η πολιτική δεν είναι μόνο social media. Στο τέλος της ημέρας έχει και κάλπη… Κατάλαβες, Κυριάκο;
ΥΓ.: Αν θέλετε να μάθετε και έναν πρόσθετο λόγο για τον οποίο επείγονται να αποδομήσουν τον Καποδίστρια οι πολιτικοί τού σήμερα, διαβάστε απλώς την επιγραφή δίπλα στο πορτρέτο του.