Τό κείμενο τής απoφάσεως τής φρουράς τού Μεσολογγίου γιά τήν Έξοδο συντάχθηκε τό πρωΐ τής 10ης Απριλίου 1826 καί έχει ως εξής:
«Έν ονόματι τής Αγίας Τριάδος.
Η εξοδός μας νά γίνη βράδυ εις τάς δύο ώρας τής νυκτός 10 Απριλίου, ημέρα Σάββατον καί ξημερώνοντας τών Βαΐων, κατά τό εξής σχέδιον, ή έλθη ή δέν ελθη βοήθεια.
Α’ – Όλοι οι οπλαρχηγοί οι από τήν δάμπιαν (προμαχώνα) τού Στορνάρη έως εις τήν δάμπιαν τού Μακρή, μέ τούς υπό τήν οδηγίαν των, μία κολώνα, νά ριχθουν εις τήν δάμπιαν τού εχθρού εις τήν ακρογιαλιάν, εις τό δεξιόν. Η σημαία τού στρατηγού Νότη Βότζιαρη θέλει μείνει ανοικτή, ως οδηγός τού σώματος τούτου. Ο Στρατηγός Μακρής νά τήν συνοδεύση μέ ειδήμονες, όπου γνωρίζουν τόν τόπον.
Β’ – Όλοι οι οπλαρχηγοί οι από τήν δάμπιαν τού Στρατηγού Μακρή έως εις τήν Μαρμαρούν μέ τούς υπό τήν οδηγίαν των, μία κολώνα όλοι, νά ριχθούν είς τόν προμαχώνα αριστερά κατά τών εχθρών. Ο Στρατηγός Μακρής, μέ τήν σημαίαν του ανοικτήν, θέλει είναι ο οδηγός τού σώματος τούτου, αριστερά.
Γ’ – Διά νά μή μπερδευτή τό στράτευμα μέ ταίς φαμελλιαίς, δίδεται τό γεφύρι τής δάμπιας τού Στορνάρη, καί όλοι οι φαμελλίται, εντόπιοι καί ξένοι, νά ταίς συνοδεύσουν καί νά διαβούν απ’ εκεί. Τά δύο γεφύρια ειναι τό μέν διά τήν δεξιάν κολώναν καί τό τής Λουνέττας διά τήν αριστεράν.
Δ’ – Κάθε οπλαρχηγός νά σηκώνη τούς στρατιώτας του ανά έναν από τόν προμαχωνά του, ώστε ο τόπος νά μείνη εύκαιρος έως εις τήν ύστερην ώραν.
Ε’ – Οι από τήν Μαρμαρούν, άμα σκοτειδιάση, νά τραβηχθούν από ένας ένας καί νά σταθούν εις τήν δάμπιαν τού Χορμόβα.
ΣΤ’ – Ο Τζαβέλας, μέ όλον τό βοηθητικόν σώμα, νά μείνη οπισθοφυλακή. Αυτός μέ όλους θέλει περιέλθει όλον τόν γύρον τού φρουρίου νά δώση τήν είδησιν είς όλους καί νά τούς πάρη μαζί του.
Ζ’ – Τό σώμα τής Κλείσοβας, οδηγούμενον από τούς οπλαρχηγούς του, νά εξέλθη μέ τά πλοιάρια είς τήν μίαν τής νυκτός, σιγανά, καί άμα φθάση εις τήν ξηράν νά σταθή έως εις τάς 2 ώρας, όπου θά γίνη τό κίνημα απ’ εδώ, νά κινηθή καί αυτό.
Η΄ – Ο τόπος, τό σημείον τής διευθύνσεώς μας, θέλει είναι ο Άγιος Σιμεός. Οι οδηγοί θέλουν προσέχει νά συγκεντρωθούμεν εκεί όλοι.
Θ’ – Οι λαγουμτζήδες νά βάλουν εις τά φυτίλια φωτιά, λογαριάζοντες νά βαστάξουν μετά τήν έξοδόν μας μία ώρα επέκεινα. Τό ίδιον νά οδηγηθούν καί οι εις τάς πυριτοθήκας ευρισκόμενοι ασθενείς καί χωλοί. Ηξεύρομεν όλοι τόν Καψάλην.
Ι’ – Επειδή θά πληγωθούν καί πολλοί εξ ημών εις τόν δρόμον, κάθε σύνδροφος χρεωστεί νά τόν βοηθή καί νά παίρνη καί τ’ άρματά του, καί εάν δέν είναι εκ τού ιδίου σώματος.
ΙΑ’ – Απαγορεύεται αυστηρώς κανένας νά μή αρπάξη άρμα συνδρόφου του εις τόν δρόμον, πληγωμένου ή αδυνάτου, αργυρούν ή σιδηρούν καί φύγη. Όπου φανή τοιούτος, μετά τήν σωτηρίαν μας θέλει δίδει τό πράγμα οπίσω καί θέλει θεωρείσθαι ως προδότης.
ΙΒ’ – Οι φαμελλίται όλοι, άμα προκαταλάβουν τούς δύο προμαχώνας αι άλλαι δύο κολώναις, θέλουν κινηθή αμέσως, ώστε νά περιστοιχισθούν από τήν οπισθοφυλακήν.
ΙΓ’ – Κανένας νά μή ομιλήση ή φωνάξη τήν ώραν τής εξόδου μας, έως ότου νά πέση τό δουφέκι εις τό ορδί τού Κιουταχη από τήν βοήθειαν οπού περιμένομεν καί εάν, κατά δυστυχίαν, δέν έλθουν βοήθειαν οι όπισθεν, πάλιν θέλουν κινηθή αμέσως, όταν κινηθούν αι σημαίαι.
ΙΔ’ – Όσοι τών αδυνάτων καί πληγωμένων επιθυμούν νά εξέλθουν καί δύνανται, νά ειδοποιηθούν από τά σώματά των τούτο.
ΙΕ’ – Τά μικρά παιδιά όλα νά τά ποτίσουν αφιόνι (υπνωτικό) οι γονείς, άμα σκοτειδιάση.
ΙΣΤ’ – Τό μυστικόν (σύνθημα) θέλει τό έχομεν: «Καστρινοί καί Λογγίσιοι».
ΙΖ’ – Διά νά ειδοποιηθούν όλοι οι αξιωματικοί τό σχέδιον, επιφορτίζεται ο Νικόλας Κασομούλης, γραμματεύς τού Στορνάρη, νά περιέλθη από τώρα νά τούς τό διαβάση, ιδιαιτέρως είς τόν καθέναν. Εάν δέ, εις αυτό τό διάστημα, έξαφνα φανή ο στόλος μας, πολεμών καί νικών νά μείνωμεν έως ότου ανταποκριθούμεν.
Εν Μισολογγίω 10 Απριλίου 1826»
Πηγή: Αγία Σοφία , Αβέρωφ