Η ελληνική σημαία στο Λευκό Πύργο ενώ ο διάδοχος Κωνσταντίνος μπαίνει στη πόλη. Ο Αλέξανδρος Ζαννας θυμάται ...
Στις 28 Οκτωβρίου το πρωί επρόκειτο να γίνει η επίσημη είσοδος του βασιλέως και της βασιλικής οικογένειας στην πόλη.
Στον Λευκό Πύργο δεν είχε σηκωθεί ακόμη Ελληνική σημαία και όλοι διερωτόταν το γιατί.
Πως έγινε και ύστερα από 36 ωρών κατοχής δεν είχε υψωθεί ακόμη η ελληνική σημεία;
Ανέβηκα επάνω στον Πυργο και ειδα πως οι Τούρκοι είχαν αφαιρέσει το σκοινι από τον ιστό. Για να κατέβη ο ιστός και να υψωθεί η σημαία χρειαζόταν αρκετή δουλειά. Ρώτησα στα καΐκια , που ήταν αγκυροβολημένα δίπλα, αν υπήρχε κανένας μικρός μούτσος ικανός να σκαρφαλώσει στον ίδιο τον ιστό και να περάσει το σκοινι για τη σημαία. Παρουσιάστηκε ένας μικρούλης γελαστός και με βεβαίωσε ότι μπορούσε να το κάνη. Έτρεμα μην του συμβεί κακό γιατί ο ιστός δεν ήταν πολύ γερός. Ο μικρός όμως αφού τον κοίταξε μου είπε πως ήταν δυσκολότερες αναρριχήσεις στα καράβια και πως θα τα κατάφερνε. Πριν ακόμη του πω το ναι άρχισε να σκαρφαλώνει με καταπληκτική επιτηδειότητα και ταχύτητα. Σε δυο λεπτά είχε περάσει το σκοινι. Κατέβηκε ενθουσιασμένος για την επιτυχία του και όταν του έδωκα δυο μετζίτια πετούσε από τη χαρά του. Η σημαία μας πρωτουψωθηκε στο Λευκό Πύργο εκείνη την aκριβώς που έρχονταν απ τον παραλιακό δρόμο η παρέλαση της νίκης
Ενδιαφέρον όμως έχει και η μαρτυρία του Μαρίνου Γερουλάνου, που υπηρετώντας ως γιατρός στον ελληνικό στρατό, ήταν απ’ τους πρώτους στρατιωτικούς που μπήκαν στη Θεσσαλονίκη:
Έφθασε το μεσονύκτιον και μόνον αφού παρεδόθη και ο τελευταίος τραυματίας, εσκέφθημεν τι θα κάμωμεν και ημείς. Ήτο νύκτα, σκότος, ευρισκόμεθα σχεδόν μόνοι εις τον σταθμόν εις άγνωστον υπό εχθρικού στρατού μέχρι της χθες κατεχομένην πόλιν, με εχθρικόν πληθυσμόν, όταν μας πλησιάζει καλοενδεδυμένος μεσήλιξ κύριος ο οποίος απευθυνόμενος προς εμέ ερωτά πού εσκεπτόμεθα να κατευθυνθώμεν. Του απήντησα, παρακαλών να μας οδηγήση εις τι ξενοδοχείον. “Ούτε εις την είσοδον ξενοδοχείου θα δυνηθήτε να εισέλθετε”, μας απαντά, “όλα είναι υπερπλήρη από στρατιωτικούς, αλλά αν επιθυμήτε, να έλθετε να μείνετε σπίτι μου”. Ενόμιζα μήπως ήτο παλαιός ασθενής μου, όστις με ανεγνώρισεν και τον ηρώτησα σχετικώς: “Όχι, δεν σας γνωρίζω”, απήντησεν. Έβλεπεν Έλληνες υγειονομικούς και ήθελεν να τους εξυπηρετήση. Του συνεστήθημεν και τον ευχαριστήσαμεν αποδεχόμενοι την ευγενή πρόσκλησίν του. (…) Ο οικοδεσπότης μάς ηρώτησεν εάν είχομεν να φάγωμεν από πολλού και μας παρεκάλεσε να υπομείνωμεν ολίγον ακόμη έως ότου ετοιμάσουν κάτι. Εν των μεταξύ, έφερεν καφέν και γλυκό και ενεφανίσθη ηλικιωμένη κυρία με τη συνήθη τοπικήν ενδυμασίαν. Αποτεινόμενος προς αυτήν, είπον: -Πολύ λυπούμαι διότι τοιαύτην ώραν, περασμένα μεσάνυκτα, ήλθομεν να σας ανησυχήσωμεν. Και εκείνη μου απαντά: -Μπα, παιδάκι μου, ημείς πεντακόσια χρόνια σας επεριμέναμε και τώρα λέτε πως μας ανησυχείτε;
ΜΑΡΙΝΟΣ ΓΕΡΟΥΛΑΝΟΣ “ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ (1867-1957) ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ” Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
πηγές: Προς τη Νίκη
logomnimon.wordpress.com