Με την έναρξη του πολέμου αποφασίστηκε το Πολεμικό Ναυτικό, πέραν της κύριας αποστολής του, η οποία ήταν η κάλυψη των θαλασσίων μεταφορών των επιστρατευμένων μονάδων του Στρατού, να δράσει και επιθετικά.
Έτσι αποφασίστηκε δύο ελληνικά αντιτορπιλικά, το «Ψαρά» και το «Σπέτσαι», υπό τη γενική διοίκησης του πλοιάρχου, τότε, Παναγιώτη Κώνστα, ο οποίος επέβαινε επί του «Ψαρά», να πλεύσουν στις θεσπρωτικές ακτές και να βομβαρδίσουν ιταλικές θέσεις, ανακουφίζοντας παράλληλα, τα σκληρά πιεζόμενα ελληνικά τμήματα του «Παραλιακού Τομέα» της VIII Μεραρχίας.
Η επιχείρηση ήταν ιδιαίτερα ριψοκίνδυνη καθώς τα δύο ελληνικά πλοία δεν θα είχαν καμία αεροπορική υποστήριξη και θα δρούσαν σε μια περιοχή όπου ο αντίπαλος διέθετε την απόλυτη ναυτική κυριαρχία. Παρόλα αυτά εκτελέστηκε.
Στις 06.50 της 31ης Οκτωβρίου 1940 τα δύο ελληνικά αντιτορπιλικά – κατ’ ειρωνείας της τύχης, ιταλικής κατασκευής, κλάσης «Dardo» – έλαβαν θέσεις βολής. Ο πλοίαρχος Κώνστας διέταξε σημαιοστολισμό των αντιτορπιλικών – αν βυθίζονταν θα βυθίζονταν με τη σημαία να κυματίζει, μαζί εορταστικά σημαιοστολισμένα!
«Ελαττώσατε ταχύτητα εις 7 μίλια. Υψώσατε μικρόν σημαιοστολισμόν και ανοίξατε πυρ κατά της ιταλικής γραμμής και των χωρίων Κονίσπολις- Άνω και Κάτω Σαγιάδα – Σμέρτο – Φιλιάτες», ανέφερε η διαταγή. Αμέσως τα πληρώματα άνοιξαν πυρ, ζητωκραυγάζοντας για κάθε οβίδα που άφηνε το στόμιο του πυροβόλου. «Δική σας μακαρονάδες, για την Έλλη μας», φώναζαν τα ναυτάκια.
Σε λίγο από την ακτή ακούστηκαν εκρήξεις και υψώθηκαν πυκνοί καπνοί. Είχαν πληγεί ιταλικές αποθήκες. Το θέαμα προκάλεσε φρενίτιδα ενθουσιασμού, όχι μόνο στους άνδρες των αντιτορπιλικών μας, αλλά και στους στρατιώτες μας που μάχονταν στην ακτή.
Οι τελευταίοι πετάχτηκαν από τα χαρακώματα και πανηγύριζαν, προσπαθώντας να χαιρετήσουν τους συναδέλφους τους στη θάλασσα, να τους ευχαριστήσουν, να τους συγχαρούν τις το θάρρος τους να αψηφήσουν ολόκληρο τον πανίσχυρο ιταλικό στόλο των έξι θωρηκτών, των δεκάδων καταδρομικών και των άνω των 100 αντιτορπιλικών.
Έχοντας ολοκληρώσει την αποστολή τους τα ελληνικά αντιτορπιλικά στράφηκαν και πάλι προς Νότο και έλαβαν πορεία προς τη βάση τους, έχοντας αποδείξει ότι, παρά την αριθμητική του κατωτερότητα, ήταν αποφασισμένο να πολεμήσει μέχρις εσχάτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι την επιχείρηση παρακολούθησαν πλήθη κατοίκων της Κέρκυρας, οι οποίοι ακούγοντας τα πυρά βγήκαν από τα σπίτια τους και παρατάχτηκαν στην παραλία και στο παλιό κάστρο.
Όταν κατάλαβαν ότι τα πλοία ήταν ελληνικά ξέσπασε ένα ατελείωτο πανηγύρι. Με σημαίες, μαντήλια, καπέλα, γυναίκες με πετσέτες και τραπεζομάντηλα, χαιρετούσαν τα αντιτορπιλικά, τα οποία είχαν προσεγγίσει πλέον στην κερκυραϊκή ακτή, έχοντας λάβει πορεία προς τη βάση, προκαλώντας απίστευτη συγκίνηση στα πληρώματα, που απαντούσαν αναλόγως.
Κατά την επιστροφή, δε, συνέβη και ένα χαριτωμένο γεγονός, όταν ένας οπτήρας, μέσα στην πρωινή ομίχλη, εξέλαβε έναν βράχο για…ιταλικό καταδρομικό. Ο Κώνστας γελώντας απάντησε «το είδα» και ξέσπασε σε δυνατά γέλια. Από τη στιγμή εκείνη και μέχρι το τέλος του πολέμου ο συγκεκριμένος ναύτης οπτήρας δεν τολμούσε να μιλήσει.
«Μιλάς κι εσύ που κάνεις τα βράχια θωρηκτά;», του έλεγαν οι συνάδελφοί του.
Αργότερα, κατά τη διάρκεια του πολέμου, τα ελληνικά αντιτορπιλικά δεν δίστασαν να εισέλθουν δύο φορές στο στενό του Οτράντο και να πλήξουν στόχους επί ιταλικού εδάφους.
Αντιτορπιλικά κλάσης “Dardo”: Τεχνικά χαρακτηριστικά
Εκτόπισμα πλήρες: 2.050 τόνοι
Μήκος: 92,3 μέτρα
Πλάτος: 9,7 μέτρα
Βύθισμα: 3,8 μέτρα
Πλήρωμα: 156 άνδρες
Ιπποδύναμη: 44.000 hp
Μέγιστη ταχύτητα: 38 Κόμβοι
Οπλισμός: 4 πυροβόλα των 120mm, 2 A/A/ πυροβόλα των 40mm, 4 Α/Α βαριά πολυβόλα των 13,2mm, 2 τριπλοί τορπιλοβλητικοί σωλήνες των 21in, ικανότητα πόντισης 54 ναρκών.
Πηγή: history-point.gr