Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Μετά την απελευθέρωση των Αγίων Σαράντα στις 6 Δεκεμβρίου 1940, κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, του Λουκόβου στις 7 και του Πικέρασι (Πικέρνι) στις 8 του ίδιου μήνα, η 3η Μεραρχία του ελληνικού στρατού κινήθηκε βόρεια και στις 13 Δεκεμβρίου είχε φθάσει δυτικά και βορειοδυτικά του Μπόρσι, στην άριστα οχυρωμένη γραμμή, ύψωμα 613-Μάλι ε Κηπαρόιτ-Μάλι ε Τζόρετ-αυχένας Κούτσι-Μάλι Ιτέρας που υπεράσπιζε η ιταλική μεραρχία Σιένα.
Στην Φτέρη έφθασε το πρωί της Παρασκευής 17 Δεκεμβρίου 1943 το τμήμα 1/749 με επικεφαλής τον Χανς Έμπεσμπεργκ (διοικητής του Αιγίου, ανήκε στην 117 Μεραρχία κυνηγών), που κατεβαίνοντας προς το Αίγιο έκαιγε και κατέστρεφε ό,τι έβρισκε μπροστά του...
Το Αντιτορπιλικό Βασίλισσα Όλγα (D-15), τύπου Greyhound, αποτέλεσε ένα από τα ενδοξότερα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού, με πλούσια δράση κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Όμοιου τύπου πλοίο Αντιτορπιλικού Βασιλεύς Γεώργιος Α'.
Το πλοίο ναυπηγήθηκε στα ναυπηγεία "Yarrow & Co Ltd" της Γλασκόβης από τις 8 Φεβρουαρίου 1937 έως τον Φεβρουάριο του 1939. Έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις 1940-43 με μεγάλη επιτυχία. Μέχρι τον Απρίλιο του 1941 έλαβε μέρος στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο. Μετά την γερμανική εισβολή, διέφυγε στη Μέση Ανατολή και μετασκεύαστηκε στη Καλκούτα στα τέλη του 1941, επανερχόμενο στη Μεσόγειο το1942.
Στις 15 Δεκεμβρίου 1942, κοντά στη Βεγγάζη, βύθισε το ιταλικό Υ/Β Warsciec, και στις 18 Ιανουαρίου 1943 βύθισε το ιταλικό πετρελαιοφόρο Stromboli, ενώ στις 2 Ιουνίου 1943, σε συνεργασία με το βρετανικό Α/Τ Jervis, βύθισε ιταλική νηοπομπή από 2 πλοία συνοδείας και 2 πολεμικά. Έλαβε μέρος στις επιχειρήσεις καταλήψεως της νήσου Παντελλάρια και της αποβάσεως στη Σικελία. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1943 μαζί με τα βρετανικά αντιτορπιλικά Faulknor και Eclipse συμμετείχε στην βύθιση των από το γερμανικό Πολεμικό Ναυτικό επιταγμένων φορτηγών ατμόπλοιων Pluto, και Paula.
Βυθίστηκε από γερμανική αεροπορική επιδρομή στις 26 Σεπτεμβρίου1943 ενώ ήταν αγκυροβολημένο στο Λακκί της Λέρου. Απωλέσθηκαν ο κυβερνήτης, πλωτάρχης Γεώργιος Μπλέσσας, ΒΠΝ, 6 αξιωματικοί, 65 υπαξιωματικοί και ναύτες.
Πηγή: Η ιστορία σαν σήμερα...
Συγκλονιστικές μαρτυρίες αυτόπτη μάρτυρα που επέζησε από το Ολοκαύτωμα και την καταστροφή της Μονής της Αγίας Λαύρας, γέροντος Ευσεβίου Γιαννακάκη
Οι Γερμανοί στη Λαύρα
Δεκέμβριος του 1943. Ή Μονή τής Αγίας Λαύρας υφίσταται βαρύ πλήγμα από τους Γερμανούς κατακτητές. Ο π. Εύσέβιος έζησε από πολύ κοντά την ωμότητα τής πυρπολήσεως του Μοναστηριού και τής εκτελέσεως των πατέρων. Γεγονότα δραματικά, πού αποτέλεσαν σταθμό όχι μόνο στην Ιστορία τής Μονής άλλα και στην προσωπική του πορεία’ σκηνές φρικτές, στιγμές βαθιάς οδύνης, πού χαράχθηκαν ανεξίτηλα στην καρδιά του και στη μνήμη του. Κάθε χρόνο, στη θλιβερή αυτή επέτειο, χρέος ιερό τον έφερνε στη Μονή τής Μετανοίας του, για να λάβει μέρος στη Θεία Λειτουργία και στο Μνημόσυνο των εκτελεσθέντων. .
Την Κυριακή 12 Δεκεμβρίου, ανέβηκαν οί Γερμανοί στην Αγία Λαύρα. Επισκέπτονταν συχνά το Μοναστήρι, περιεργάζονταν τα κειμήλια, έπαιρναν το κέρασμα των μοναχών και έφευγαν. Αυτή τη φορά όμως ή συμπεριφορά τους ήταν διαφορετική. Ό αρχηγός τους και το επιτελείο του ανέβηκαν στο ηγουμενείο και ζήτησαν νά δουν το μοναχολόγιο. Οί στρατιώτες δέν πήγαν όπως άλλες φορές νά δουν το Μοναστήρι, άλλα έμειναν με τους μοναχούς κάτω στο προαύλιο. Όπως φάνηκε εκ τών υστέρων, περίμεναν εντολή νά τους εκτελέσουν, και δέν θά γλύτωνε κανείς.
Ύστερα άπό αρκετή ώρα ό αρχηγός τους, κάποιος Τένερ, κατέβηκε. Κάθισε λίγο πιο πέρα άπό τον πλάτανο μόνος του έπι δεκαπέντε περίπου λεπτά, με σκυμμένο το κεφάλι. Προφανώς θά σκεπτόταν: «’Άν σκοτώσω πρώτα αυτούς έδώ πού έχω στά χέρια μου, θά το μάθουν οί Καλαβρυτινοί και θά φύγουν». Σφύριξε λοιπόν και έφυγαν εις φάλαγγα κατά δυάδες. Είχε ήδη καταστρώσει το εγκληματικό του σχέδιο” θά άρχιζαν άπό τά Καλάβρυτα.
Εκείνο το πρωί ό π. Εύσέβιος δέν ένιωσε κανένα φόβο, παρ’ ότι οί Γερμανοί δέν απομακρύνθηκαν στιγμή άπό κοντά τους. Μάλιστα, φιλόξενος όπως ήταν, κρατούσε ένα μεγάλο δίσκο και τους προσέφερε ψωμί και τυρί, κι εκείνοι, πού γνώριζαν τί θά ακολουθούσε, τον κοίταζαν περίεργα. Άπό τή στιγμή όμως πού έφυγαν οί Γερμανοί, ένας αδιόρατος φόβος κυριάρχησε στην ψυχή του.
Φύλαξη των κειμηλίων
Τις τελευταίες ήμερες οί κατακτητές είχαν σκορπίσει τον όλεθρο στά γύρω χωριά. Οί πατέρες, γιά κάθε ενδεχόμενο, είχαν ήδη αρχίσει νά ασφαλίζουν ό,τι πολύτιμο διέθετε ή Μονή. Ό π. Εύσέβιος, δραστήριος και επινοητικός, ήταν ένας άπό εκείνους πού πρωτοστάτησαν στην προσπάθεια αυτή. Είχε τότε και το διακόνημα τού «εκκλησιαστικού». Συγκέντρωσε τά καλύτερα ιερά σκεύη και πολλά άπό τά κειμήλια, τά όποια τοποθέτησε σε μιά κρύπτη του ισογείου, πού στή συνέχεια τήν έκτισε άπό μπροστά, όπως αναφέρει και ό π. Δωρόθεος Θεοδώνης στη μαρτυρία του.
Επίσης, μαζί με τον π. Νεόφυτο έβαλαν τά καλύτερα ίερατικά άμφια, ράσα, κοντόρασα και άλλα ρούχα σέ κασέλες, τις όποιες έκρυψαν σ’ ένα λάκκο πού άνοιξαν στο περιβόλι. Τον πο λυτιμότερο θησαυρό της Μονής, τή θαυματόβρυτη Κάρα του Αγίου Αλεξίου -σύμφωνα και με τή μαρτυρία τοΰ π. Δωροθέου ό π. Εύσέβιος και ό π. Άνθιμος τήν ανέβασαν επάνω στο τέμπλο, το όποιο ήταν αρκετά φαρδύ και μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ώς κρύπτη. Το Λάβαρο της Επαναστάσεως, αφού το προστάτευσαν ανάμεσα σε λαμαρίνες, το έκρυψαν στη σκεπή του Ναού·
Μέ πρόταση του Πνευματικού της Μονής π. Βασιλείου, οί πατέρες άνοιξαν μιά μεγάλη γούβα στο υπόγειο κάτω άπό τήν αίθουσα τών κειμηλίων. Τήν έκτισαν εσωτερικά γύρω γύρω και έκρυψαν έκεί τά υπόλοιπα κειμήλια. Επίσης, φύλαξαν μέσα σε μπαούλα πολύτιμα χειρόγραφα και όσα βιβλία μπόρεσαν.
Ο κίνδυνος πλησιάζει
Τήν επομένη, Δευτέρα 13 Δεκεμβρίου, είχε πέσει μιά παρά ξένη καταχνιά προς τά Καλάβρυτα. Ό π. Εύσέβιος ήταν πολύ ανήσυχος. Χωρίς νά τοΰ έχει πει κανείς τίποτε, ένας δυνατός φόβος είχε καταλάβει τή σκέψη και τήν καρδιά του. Πήγε νά παρακολουθήσει τά ζώα, που έβοσκαν σέ μιά πλαγιά. Ό νους του όμως ήταν κάτω στην πόλη. «Τί νά γίνεται άραγε στά Καλάβρυτα;» συλλογιζόταν μέ αγωνία. Θά ήταν δώδεκα και μισή το μεσημέρι, όταν ξαφνικά, στην ησυχία της υπαίθρου, ακούει τά μυδραλλιοβόλα νά δουλεύουν επί πέντε ώς δέκα περίπου λεπτά.Ή καρδιά του σφίχθηκε περισσότερο. «Μεγάλο κακό γίνεται στά Καλάβρυτα» σκέφθηκε.
Εν τω μεταξύ πήγαν εκεί και άλλοι πατέρες. Ατένιζαν προς την πόλη με ανησυχία. Ο ορίζοντας στο βάθος ήταν κόκκινος. Σε λίγο άκουσαν μεμονωμένους πυροβολισμούς. «Θά είναι χαριστικές βολές» είπε 0 π. Εύσέβιος, πού ήξερε από τον πόλεμο της Αλβανίας. Δύο αρχιμανδρίτες της Λαύρας, ό π. Παρθένιος και ό π. Δωρόθεος, καθηγητές θεολόγοι στο Γυμνάσιο των Καλαβρύτων, είχαν καταφύγει στην πόλη άπό το βράδυ. Μαζί τους ήταν και ο δόκιμος Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, φοιτητής θεολογίας. Ή ώρα όμως περνούσε και κανένας δεν ε!χε επιστρέψει.
Οι Γερμανοί είχαν απαγορεύσει αυστηρά την είσοδο και την έξοδο από τα Καλάβρυτα, και έτσι οί πατέρες δεν μπόρεσαν νά μάθουν τι ακριβώς έγινε έκεί.
Στό Μοναστήρι επικρατούσε φαινομενικά ησυχία, όμως όλοι είχαν το φόβο ότι θά έρχονταν ξανά οί Γερμανοί, με κακό σκοπό. Πολλοί σκέπτονταν νά φύγουν. Μάλιστα, ό π. Άγαθάγγελος είχε ετοιμάσει ένα μίγμα άπό καρύδια και σταφίδες και μοίραζε σέ όσους ήθελαν, γιά νά το πάρουν μαζί τους.
Σωτήρια πρωτοβουλία
Το βράδυ αποφασίσθηκε νά εξομολογηθούν όλοι οί πατέρες και τήν επομένη νά γίνει θεία Λειτουργία, γιά νά κοινωνήσουν. Ό ηγούμενος και αρκετοί μοναχοί διανυκτέρευσαν στό βουνό, και το πρωί επέστρεψαν στό Μοναστήρι γιά τή Θεία Λειτουργία.
Ξημέρωνε ή 14η Δεκεμβρίου, ήμερα Τρίτη, ιστορική γιά τήν Ιερά Μονή της Άγιας Λαύρας. Ό π. Εύσέβιος έπρεπε κανονικά νά σημάνει γιά τήν Ακολουθία στις τεσσερισήμισι. Είχε όμως μιά πολύ κακή προαίσθηση. «Έβλεπα μπροστά μου τους Γερμανούς νά δρουν» έλεγε ό Ίδιος αργότερα. Με δική του, λοιπόν, πρωτοβουλία σήμανε στις τρεις και τέταρτο. Εντούτοις, ούτε ό ηγούμενος ούτε κανείς άλλος τοΰ έκανε παρατήρηση.
Άν ό π. Εύσέβιος δεν κτυπούσε μία ώρα και πλέον ενωρίτερα, οί Γερμανοί θά τους έπιαναν όλους μέσα στό Ναό και ή Άγια Λαύρα θά αφανιζόταν. Άλλα «όλα τά κατευθύνει ή αγάπη του Θεού», όπως έλεγε ό ταπεινός Γέροντας, αναφερόμενος σ’ εκείνο το γεγονός. Είναι δύσκολο νά διανοηθεί κανείς μέ τι συναισθήματα παρακολούθησαν οί πατέρες εκείνη τή Λειτουργία, πού γιά μερίκούς επρόκειτο νά είναι και ή τελευταία. Είχε ήδη αρχίσει νά φωτίζει – ήταν περίπου επτά ή ώρα- όταν τελείωσαν και βγήκαν στό προαύλιο. Ό π. Εύσέβιος έβαλε βιαστικά σ’ ένα κοφίνι τά κα λύτερα καλύμματα της άγιας Τραπέζης κι έτρεξε νά τά κρύψει και αυτά στό περιβόλι.
Αμέσως ό ηγούμενος κάλεσε τήν Αδελφότητα σέ σύναξη, γιά ν’ αποφασίσουν τελικά τι έπρεπε νά κάνουν, σέ περίπτωση πού οί Γερμανοί θά εμφανίζονταν ξανά’ νά μείνουν στό Μοναστήρι ή νά φύγουν; Οί Γέροντες συζητούσαν, χωρίς νά καταλήγουν κάπου. Το λόγο τότε πήρε ό π. Άγαθάγγελος, ό γραμματέας τής Μονής και υπεύθυνος των συνάξεων: «Εχω διαβάσει ότι οί Ταβεννησιώτις πατέρες σέ περίπτωση βαρβαρικής επιδρομής έφευγαν πρόσωρινά άπό τά Μοναστήρια τους, έως ότου περάσει ό κίνδυνος». Αυτή ή άποψη φάνηκε καλή σέ όλους. Ή συζήτηση όμως παρατεινόταν.
Τήν ώρα πού ό ιεροδιάκονος π. Τιμόθεος πήγαινε προς τό κελλί του νά πάρει λίγη τροφή και ένα κοντόρασο γιά νά φύγει, φάνηκαν οί Γερμανοί απέναντι στά κυπαρίσσια. «Πραγαλά-πραγαλά, ένας-ένας, σάν κυνηγοί έρχονταν στη Μονή’ άθόρυβα. Είχε και ομίχλη. Τρέχει ό π. Τιμόθεος και φωνάζει: “Μάς πιάσανε οι Γερμανοί!”. Τό τι ακολούθησε δεν περιγράφεται» διηγείτο ό Γέροντας.
Οί Μοναχοί έτρεχαν τρομαγμένοι, άλλοι άπό δω και άλλοι άπό κει. Μόλις πού πρόλαβαν νά φύγουν, όχι όμως όλοι. Ο ηγούμενος τράβηξε προς τον Προφήτη Ηλία μαζί μέ άλλους, πατέρες. Τον π. Χαρίτωνα τον έβλεπαν πού έφευγε, αλλά δεν τον πυροβόλησαν. Ό π. Εύσέβιος με τον π. Πολύκαρπο, τον ύποτατικό του Γέροντα Άγαθαγγέλου, έτρεξαν προς το περιβόλι. Τους ακολούθησε καΐ ό δόκιμος Φίλιππος. Καθώς ροβολούσαν στο μονοπάτι, ό π. Πολύκαρπος είπε: “Πάτερ Εύσέβιε, οι Γερμανοί κει πάνω!».Έπεσαν κάτω και μπουσουλώντας κρύφθηκαν κάτω άπό ένα πουρνάρι.
Οί Γερμανοί έφθασαν στο προαύλιο και φώναζαν: «Να μη φύγει κανείς! Δεν θα σας κάνουμε τίποτα. Μόνο το Μοναστήρι θα κάψουμε».
-Φωνάξτε και τους άλλους να γυρίσουν πίσω, είπαν στους πατέρες πού βρήκαν εκεί. Ο Γ. Νεόφυτος προχώρησε προς το Παλιομονάστηρο για το σκοπό αυτό και μπορούσε νά τους είχε ξεφύγει, όμως γύρισε πίσω.
Πυρπόληση της Μονής και εκτέλεση των πατέρων
Ο π. Εύσέβιος, πενήντα μόλις μέτρα πιο κάτω, άκουγε τις φωνές τους. «Φασαρία, μεγάλο κακό γινόταν επάνω. Σέ λίγο άρχισαν τά φλογοβόλα. Ξύλινο το Μοναστήρι, πήρε φωτιά και άρχιζε νά τριζοβολάει. Χάλαγε ό κόσμος άπό τις οκτώ ως τις έντεκα…» διηγείτο με πόνο ψυχής.
Οι ώρες εκείνες ήταν δραματικές. Το αγαπημένο του Μοναστήρι καιγόταν και -το πιο λυπηρό- κάποιοι πατέρες είχαν μείνει πίσω, Αλλά και ό ίδιος διέτρεχε μεγάλο κίνδυνο. Λίγα βήματα άν κατηφόριζαν οι Γερμανοί, θά τον έβρισκαν. Ακίνητος κάτω άπό το πουρνάρι προσευχόταν θερμά και ακατάπαυστα.
Κάποτε τελείωσαν’ το έκαψαν το Μοναστήρι. Και ξαφνικά ακούσθηκαν δεκατρείς πυροβολισμοί. «Πάτερ Πολύκαρπε, ψιθύρισε με αγωνία “φοβάμαι για τους πατέρες». Μετά άπό λίγο ακουσαν τους Γερμανούς νά φεύγουν «χασκαρίζοντας», όπως έλεγε ο Γέροντας.
Άφησαν νά περάσει κάμποση ώρα. Βγήκαν άπό το πουρνάρι και προχώρησαν προς το Μοναστήρι.Ήταν οι πρώτοι πού επέστρεφαν. Ό π. Εύσέβιος προπορευόταν. “Οταν έφθασε στο προαύλιο και κοίταξε προς τον πλάτανο, τί νά δει! «Παναγία μου!» φώναξε. Τέσσερις πατέρες σκοτωμένοι κάτω άπό τον πλάτανο” πεσμένοι ό ένας κοντά στον άλλον. Ό φύλακας τής Μονής, ό Παναγιώτης Μπράτσικας, ήταν καθιστός στο πεζούλι και έμοιαζε σάν ζωντανός άπό μακριά. Ήταν όλοι νεκροί” «ίερεία έμψυχα, ολοκαυτώματα λογικά», πού πότισαν με το μαρτυρικό αίμα τους τα αγιασμένα χώματα τής Λαύρας.
Φρίκη και σπαραγμός! Ό π. Εύσέβιος ξέσπασε σέ βουβό, ασταμάτητο κλάμα.Ήταν ό άγιος Πνευματικός του π. Βασίλειος, ό π. Άγαθάγγελος, τον όποιο τόσο θαύμαζε και σεβόταν, ό συνυποτακτικός του π. Νεόφυτος και ό π. Ευθύμιος ό παράλυτος. Όλοι εκλεκτοί και αγαπημένοι συμμοναστές του. Γονάτισε, έκανε το σταυρό του καΐ ασπάσθηκε στο μέτωπο τους μάρτυρες. Το Ίδιο έκαναν και οι άλλοι δύο.
Το Μοναστήρι δίπλα τους καιγόταν. Φλόγες και καπνοί παντού. Ή ιστορική και όμορφη Αγία Λαύρα ήταν τώρα ένας σωρός από ερείπια. Εικόνα θλιβερή, πού πρόσθετε πόνο επάνω στον πόνο τους. Παρ’ όλο πού υπήρχε κίνδυνος να ξαναγύριζαν άπό στιγμή σέ στιγμή οι Γερμανοί, εκείνοι έμειναν νά εκτελέσουν το χρέος τους.
Ό π. Εύσέβιος μαζί με τον π. Πολύκαρπο μετέφεραν με τήν κουβέρτα ένα-ένα τά ιερά λείψανα των πατέρων στο Ναό του κοιμητηρίου. Στήν τσέπη του Πνευματικού βρήκε το άγιο Αρτοφόριο με τον Αμνό τής Μεγάλης Πέμπτης. Το ασπάσθηκε με ευλάβεια και το μετέφερε στην εκκλησία, ή οποία δεν είχε καεί.
Την ίδια ημέρα μόνο εκείνοι γύρισαν στό Μοναστήρι, γιατί είχαν κρυφθεί πολύ κοντά. Την επομένη, κατά το μεσημέρι, λίγοι-λίγοι επέστρεφαν και οι άλλοι μοναχοί. «Το τι έγινε δεν περιγράφεται» διηγείτο ό Γέροντας. «Ιδίως ό ηγούμενος θρηνούσε απαρηγόρητα, πού βρήκε πέντε δικούς του ανθρώπους σκοτωμένους». Διάβασαν τη νεκρώσιμη ακολουθία, ένώ δύο μοναχοί φύλαγαν έξω για το φόβο των Γερμανών. Με βαθύ πόνο ενταφίασαν τους πατέρες στον κοινό τάφο πού άνοιξαν.
«Πονέσαμε για το βίαιο και μαρτυρικό τέλος τους, άλλα και τους μακαρίσαμε, έλεγε αργότερα –εξασφάλισαν την αιωνιότητα. Τι ώραίος θάνατος μετά τη Θεία Λειτουργία και τη Θεία Κοινωνία!Μακάρι νά ήμουν κι εγώ ένας άπ’ αυτούς… Με άφησε γιά τις αμαρτίες μου ό Θεός…».
Στήν Αθήνα άλλα και στό Γεωργίτσι είχε διαδοθεί δτι μεταξύ τών εκτελεσθέντων ήταν κι εκείνος. Ό Θεός όμως, «κρεΐττόν τι προβλεψάμενος» (Έβρ. ια’, 40), είχε οικονομήσει τά πράγματα κατά τέτοιο τρόπο, ώστε νά επιζήσει. Μόλις δύο μήνες πρίν, στις 11 Όκτωβρίου, είχε κοιμηθεί ό Γέροντας του, ό π. Σεραφείμ. Άπό το σημείο αυτό ξεκινάει το θαύμα της διασώσεως τοΰ π. Εύσεβίου.
«Ηταν φύσει αδύνατο, αν ζούσε ό Γέροντας μου, νά έφευγα. Αδύνατο τών αδυνάτων! Θα έμενα κοντά του νά τον φυλάω και θά το θεωρούσα καύχημα. Αποκλείεται νά τον άφηνα. Θά προτιμούσα νά πεθάνω μαζί του. Θά πίστευα, μάλιστα, ότι, αν ό Γέροντας ήταν κοντά μας, δεν θά μας έκαναν κακό οι Γερμανοί… Αφού όμως σκότωσαν τον παράλυτο στό στρώμα, θ’ άφηναν εμάς;»
Τά θύματα πού θρήνησε ή Αγία Λαύρα ήταν συνολικά εννέα. Τέσσερις μοναχοί και ό φύλακας εκτελέσθηκαν στο Μοναστήρι, τρεις στα Καλάβρυτα και ό π. Αμβρόσιος στο μετόχι του Αγίου Αθανασίου.
Πηγή: (Από το βιβλίο: “Ιερομόναχος Ευσέβιος Γιαννακάκης”, Ιερά Μονή αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, Βερίνο , Αίγιο), Αντέχουμε…, Αβέρωφ
Τα Καλάβρυτα, τόπος με μακραίωνη ιστορία, γνώρισε κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής τεράστιες απώλειες σε έμψυχο δυναμικό, απόρροια μαζικών εκτελέσεων αμάχων και ολοκληρωτικών καταστροφών.
Αποκορύφωμα της γερμανικής θηριωδίας υπήρξε η εκτέλεση 848 κατοίκων των Καλαβρύτων και 200 από τα γύρω χωριά, πολλά από τα οποία πυρπολήθηκαν, το Δεκέμβριο του 1943.
Η τραγωδία αυτή αποτέλεσε ένα από τα αγριότερα ομαδικά εγκλήματα του ναζισμού εναντίον άοπλου πληθυσμού.
«Επιχείρηση Καλάβρυτα»
Κατά τη διάρκεια της ιταλογερμανικής κατοχής και ειδικότερα το 1943 η ευρύτερη περιοχή Αιγιαλείας-Καλαβρύτων υπήρξε πεδίο σημαντικής αντιστασιακής δράσης. Η διαμόρφωση ενός γενικότερου κλίματος ανησυχίας και, κατά πολλούς, η Μάχη Ρωγών-Κερπινής στις 16-17 Οκτωβρίου 1943 μεταξύ του ΕΛΑΣ και γερμανικών στρατευμάτων, που είχε ως αποτέλεσμα τη συντριβή γερμανικού λόχου του 749 Συντάγματος Καταδρομών και τη σύλληψη δεκάδων αιχμαλώτων, οδήγησαν στην απόφαση για εκκαθάριση της περιοχής.
Η διαταγή για την «Επιχείρηση Καλάβρυτα» (Untermehmen Kalawrita) υπογράφηκε στις 25/11/1943 (Op. No 1296/43) από τον διοικητή της 117 Μεραρχίας Κυνηγών υποστράτηγο Καρλ Φον Λε Σουίρ (Karl von Le Suire). Σκοπός της επιχείρησης ήταν η τρομοκρατία του πληθυσμού με εκτελέσεις αμάχων και λεηλασίες, η πυρπόληση σπιτιών και η εκκαθάριση του ορεινού όγκου του Χελμού από αντιστασιακές ομάδες.
Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε από 5 έως 15 Δεκεμβρίου 1943 και υπήρξε μια από τις πιο απάνθρωπες της Βέρμαχτ, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη γενικότερα. Τα γερμανικά στρατεύματα ξεκίνησαν από έξι διαφορετικά σημεία: Τρίπολη, Άργος, Κόρινθο, Αίγιο, Πάτρα και Πύργο και έφθασαν σε διαφορετικό βάθος το καθένα.
Κατά τη διάρκεια των εκκαθαριστικών επιχειρήσεων τα χωριά και οι κάτοικοι της περιοχής γνώρισαν την αγριότητα των γερμανικών αντιποίνων. Ιδιαίτερα τα τμήματα με επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη Εμπερσμπέργκερ (Ebersberger) αφάνισαν τα πάντα στο πέρασμά τους. Στις 08/12 έκαψαν ολοσχερώς τους Ρωγούς και την Κερπινή εκτελώντας άνδρες και παιδιά. Την ίδια τύχη είχαν η Άνω και η Κάτω Ζαχλωρού, ενώ εκτέλεσαν 16 άτομα στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και 9 μοναχούς στη θέση Ψηλός Σταυρός.
Την επομένη κατέκαψαν τα χωριά Σούβαρδο και Βραχνί. Αποκορύφωμα της επιχείρησης ήταν, στις 13/12, η λεηλασία, πυρπόληση και ολοκληρωτική καταστροφή των Καλαβρύτων και, τέλος, η εκτέλεση όλου του ανδρικού πληθυσμού της πόλης, από 14 χρονών και πάνω, στη Ράχη του Καππή. Το ολοκαύτωμα συνεχίστηκε και την επόμενη ημέρα στο χωριό Βυσωκά και στο ιστορικό Μοναστήρι της Αγίας Λαύρας, όπου και έπεσε η αυλαία της επιχείρησης. Στο υπ’ αρ. 1595/43 απόρρητο σήμα της 117 Μεραρχίας Καταδρομών καταγράφεται ο τελικός απολογισμός της «Επιχείρησης Καλάβρυτα» ως εξής:
Το Ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων
Οι Γερμανοί εισήλθαν στα Καλάβρυτα στις 9 Δεκεμβρίου 1943. Την έντονη ανησυχία των κατοίκων κατεύνασαν οι διαβεβαιώσεις του Γερμανού διοικητή ότι δε θα διέτρεχαν κανένα κίνδυνο. Μάλιστα ορισμένοι Καλαβρυτινοί που είχαν εγκαταλείψει την πόλη από το φόβο αντιποίνων επέστρεψαν στα σπίτια τους. Οι Γερμανοί προχώρησαν αρχικά στην πυρπόληση σπιτιών που ανήκαν σε μέλη αντιστασιακών οργανώσεων. Στη συνέχεια αναζήτησαν την τύχη των Γερμανών τραυματιών της Μάχης της Κερπινής και στις 12 του μηνός άρχισαν να ετοιμάζουν την αποχώρησή τους.
Όμως, το πρωί της 13ης Δεκεμβρίου, ημέρα Δευτέρα, χτύπησαν οι καμπάνες της κεντρικής εκκλησίας και δόθηκε διαταγή να συγκεντρωθούν όλοι οι κάτοικοι στο δημοτικό σχολείο, αφού πάρουν μαζί τους μια κουβέρτα και τρόφιμα μιας ημέρας. Στη συνέχεια, οι γυναίκες, τα παιδιά και οι λιγοστοί υπερήλικες της πόλης κλείστηκαν σε αίθουσες διδασκαλίας, ενώ όλοι οι άνδρες από 14 έως 65 ετών οδηγήθηκαν σε φάλαγγες σε κοντινή επικλινή τοποθεσία, τη Ράχη του Καππή. Ο χώρος ήταν προσεκτικά επιλεγμένος, καθώς η αμφιθεατρική του διαμόρφωση δε θα επέτρεπε σε κανέναν να γλιτώσει από τις ριπές των πολυβόλων που είχαν τοποθετηθεί περιμετρικά.
Λίγο αργότερα ξεκίνησε η πυρπόληση των Καλαβρύτων. Ολόκληρη η πόλη παραδινόταν στις φλόγες, ενώ η φωτιά πλησίαζε απειλητικά στο κτήριο του σχολείου, το οποίο φρουρούσαν πάνοπλοι Γερμανοί στρατιώτες. Την ίδια στιγμή ο οδοντωτός σιδηρόδρομος κατηφόριζε με τις σοδιές από τις λεηλασίες των Γερμανών σε σπίτια, καταστήματα και αποθήκες, απ’ όπου άρπαξαν ό,τι πολύτιμο υπήρχε.
Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, με τη ρίψη φωτοβολίδων, δόθηκε το σύνθημα της εκτέλεσης. Το εκτελεστικό απόσπασμα αποτελούσαν 35 Γερμανοί στρατιώτες και η διαταγή δόθηκε από τον Γερμανό δεκανέα Τένερ (Κόνραντ Ντένερτ (Konrad Diphnert).. Οι ριπές των πολυβόλων θέρισαν τους Καλαβρυτινούς. Το έγκλημα ολοκληρώθηκε με τις χαριστικές βολές στους επιζώντες. Τελικά, διασώθηκαν 13 άτομα που «θάφτηκαν» κάτω από τα σώματα των εκτελεσθέντων.
Στο δημοτικό σχολείο τα γυναικόπαιδα έζησαν στιγμές αγωνίας και τρόμου, καθώς οι φλόγες έζωναν το κτήριο. Σπάζοντας πόρτες και παράθυρα κατάφεραν να ξεφύγουν και αναζήτησαν τους οικείους τους. Ανηφορίζοντας προς τον αγρό όπου οι Γερμανοί είχαν οδηγήσει τους άνδρες αντίκρισαν το φρικιαστικό θέαμα πατεράδων, γιων και αδελφών που κείτονταν νεκροί. Μια άμορφη μάζα, πλημμυρισμένη στο αίμα.
Τα νιάτα, οι δημιουργικές δυνάμεις της πόλης, περιουσίες και κόποι ετών αφανίστηκαν στις 14.34 της 13ης Δεκεμβρίου 1943, όπως δείχνουν οι δείκτες του σταματημένου ρολογιού της εκκλησίας. Το δράμα ολοκληρώθηκε, τις επόμενες ημέρες, με τις Καλαβρυτινές να σκάβουν πρόχειρους τάφους για να θάψουν τους νεκρούς τους. Με τις κουβέρτες που είχαν μαζί τους, μετέφεραν ορισμένους στο νεκροταφείο, ενώ άλλους τους έθαψαν στο λόφο.
Η Πετρωμένη Καλαβρυτινή Μάνα Η εικόνα από:xanemo.blogspot.com
Η θυσία των Καλαβρύτων αναδείχθηκε σε παγκόσμιο σύμβολο ελευθερίας και ειρήνης. Στον τόπο της εκτέλεσης, ο Λευκός Σταυρός και η Πετρωμένη Καλαβρυτινή Μάνα, αιώνια σύμβολα του μαρτυρίου, εξακολουθούν να στέλνουν μηνύματα ειρήνης και συναδέλφωσης των λαών του κόσμου.
.
Μετά τις εκτελέσεις στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου και στο χωριό Σούβαρδο, οι Γερμανοί στις 9 Δεκεμβρίου έφτασαν στο γειτονικό χωριό Βραχνί. Είχαν μαζί τους 3 άνδρες αιχμαλώτους, το φαρμακοποιό Δημητρίου από τη Βυσωκά τον οποίο βρήκαν στο Σούβαρδο όπου είχε προσπαθήσει να κρυφτεί, τον νεαρό Παύλο Σωτηρακόπουλο από την Κερπινή και τον Ηλία Κατσανιώτη από τους Ρογούς, τους οποίους είχαν πάρει μαζί τους για οδηγούς...
Μόλις οι κάτοικοι που βρίσκονταν στο χωριό αντιλήφθηκαν την παρουσία των Γερμανών έτρεξαν σε διάφορες κατευθύνσεις, σε σπηλιές και απόκρημνα μέρη για να κρυφτούν. Η ομάδα των Γερμανών στρατοπέδευσε στο χωριό και ο διοικητής τους εγκαταστάθηκε σε ένα σπίτι δίπλα από την εκκλησία.
Μερικοί στρατιώτες άνοιξαν την εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων και προσπάθησαν να κλείσουν σε αυτήν ένα κοπάδι των προβάτων που είχαν φέρει μαζί τους και όσα ακόμη βρήκαν στο χωριό.Συνέλαβαν το Νικόλαο Σιορώκο, το γιο του Αντώνη ηλικίας 23 ετών, το φύλακα Α. Τσιρώνη και μαζί με τους άλλους τρεις, που είχαν μαζί τους, τους έκλεισαν σε ένα καλύβι κοντά στο σχολείο. Πριν βραδιάσει άφησαν ελεύθερο τον Ηλία Κατσανιώτη, ο οποίος βρέθηκε δολοφονημένος μετά από δυο-τρεις μέρες στο χωριό Σούβαρδο.
Οι Γερμανοί αφού έσφαξαν τα ζώα από το κοπάδι που έφεραν μαζί τους και ορισμένα που βρήκαν στο χωριό, πέρασαν τη νύχτα πίνοντας και διασκεδάζοντας.Το πρωϊ της 10ης Δεκεμβρίου πήραν από το καλύβι τους άνδρες, τους οδήγησαν στη θέση Ρούγα, 30 περίπου μέτρα από το δρομάκι Ρούγας-Ζαγορίτσας, σε ένα ανηφορικό χωράφι και τους εκτέλεσαν.
Έκαψαν στη συνέχεια το χωριό. Μόνο πέντε-έξι σπίτια και μερικά φουρναριά έμειναν όρθια!
Η φάλαγγα των γερμανών έφυγε από το χωριό αφήνοντας πίσω της πέντε νεκρούς, πυρπολημένα σπίτια και τα τομάρια των ζώων που έσφαξαν το προηγούμενο βράδυ.Οι κάτοικοι που κρύβονταν στις σπηλιές επέστρεψαν τρομαγμένοι στο χωριό. Με τα χέρια και με ξύλα έσκαψαν και έθαψαν πρόχειρα σε ένα ομαδικό τάφο τους νεκρούς Βραχνιώτες στο χώρο δυτικά της εκκλησίας των Αγίων Θεοδώρων που καιγόταν ακόμα. Δεν πρόλαβαν να ολοκληρώσουν την ταφή των άλλων δύο, καθώς έφτασε η νύχτα και από το φόβο απομακρύνθηκαν για να κρυφτούν στο βουνό.Την επομένη έθαψαν σε έναν κοινό τάφο τους άλλους δύο νεκρούς και τοποθέτησαν πρόχειρα στα μνήματα ξύλινους σταυρούς.
Οι Γερμανοί επέστρεψαν στα ερειπωμένα Καλάβρυτα την Μεγάλη Παρασκευή του 1944. Λεηλάτησαν και φόρτωσαν ότι βρήκαν. Κινήθηκαν στην περιοχή του Ξερόκαμπου του Χελμού εκτελώντας όσους έβρισκαν στο δρόμο τους.Τον Ιούλιο του 1944 οι Γερμανοί επέστρεψαν στο Βραχνί και σκότωσαν το γέρο Όλυμπο από τα Σουδενά σε ένα βράχο κάτω από τον Αη-Γιώργη και το Γεώργιο Μαγγίνα κοντά στις καλύβες στον Ξερόκαμπο.
Στο σημείο της εκτέλεσης απέναντι από την εκκλησία των Αγίων Θεοδώρων υπάρχει σήμερα το Μνημείο των εκτελεσθέντων του Βραχνιού για να θυμίζει τα τραγικά γεγονότα της 10ηςΔεκεμβρίου 1943.
Πηγή: Αβέρωφ
1940 – Χλωμό Πωγωνίου. Απερίγραπτες στιγμές…! Μ’ όλο που τότε ήμουν 7 χρονών, θυμούμαι καλά.
« Ξύπνα- μου είπε η μάνα μου- ήρθε ο ελληνικός στρατός». Οι αδελφές μου, η Κλεοπάτρα και η Όλγα, έβαζαν την ελληνική σημαία στο παράθυρο του νοντά. Μου έδεσαν κι’ εμένα στο χέρι την ελληνική σημαία. Βγήκα έξω. Βλέπω, στου Στέφου, στου Μπελλά, στου Γκάτζου, στου Γκοντέλα, σ’ όλα τα σπίτια είχαν αναρτιστεί, με διάφορους τρόπους, οι ελληνικές σημαίες και όλα τα παιδιά είχαν στο βραχίονά τους την ελληνική σημαία.
Προχωρούσαμε προς την εκκλησία. Ακουστήκανε μερικοί πυροβολισμοί. Ο ελληνικός στρατός είχε φτάσει στην Αγιοσάββα.
Τότε ο κόσμος, σαν μελίσσι, ξεχύθηκε τρέχοντας ν’ ανταμώσει τα παλικάρια, τους Έλληνες φαντάρους, που μάχονταν γενναία για λευτεριά ενάντια στους κατακτητές. Σε λίγο η γραμμή του στρατού διαλύθηκε. Εκεί γινόταν χαμός, θαρρείς πως πανηγύρι. Έγινε ένα πλήθος ενωμένο με αγκαλιές, φιλιά και χαρές μεγάλες.
Κι’ έτσι φτάσανε μέχρι την εκκλησία στο κέντρο του χωριού. Οι Ιταλοί, πανικόβλητοι κρύφτηκαν στις καλύβες.
Το μόνο που ακόμη δεν ξέρω είναι το ποιος προετοίμασε όλη αυτή τη μεγαλειώδης υποδοχή του ελληνικού στρατού. Όλοι λένε πως ήταν αυθόρμητο, ως αποτέλεσμα της αγάπης του κόσμου για τα’ αδέλφια του. Μολαταύτα οι σημαίες στους βραχίονες των μαθητών και άλλα θα πρέπει να είναι έργο των τιμημένων δασκάλων Μίλτου Πάλλα και Παναγιώτη Ζέρβα.
(του εκδότη Θόδωρου ΒεζιάνηΘόδωρου Βεζιάνη)
Το 1940 οι Έλληνες Βορειοηπειρώτες υποδέχτηκαν πανηγυρικά τον ελληνικό στρατό και πολλοί εντάχθηκαν εθελοντές.
Ο αλβανικός λαός απάντησε στον κατακτητικό πόλεμο με φυλλάδια που τόνιζαν: ‘‘ Ο σκλαβωμένος αλβανικός λαός δεν θέλει ώστε και άλλοι λαοί να έχουν την κακή τύχη του. Στους τοίχους γράφονταν συνθήματα: ‘‘Κάτω ο ιταλικός φασισμός’’. ‘‘Ζήτω ο αδελφός ελληνικός λαός που πολεμάει για λευτεριά !’’κλπ.
Ο Δροπολίτης Δερβιτσιώτης Φιλίππης Δ. Τσιούρης, βγήκε από το χάνι του στο Δέλβινο, καλωσόρισε τους πολεμιστές και είπε στο αξιωματικό κ. Χρήστο Αντωνάτο: ‘‘Είμαι και εγώ εδώ σας δωρίζω δυο ψαριά άλογα, να πετούν σαν και εσάς στον πόλεμο’’.
Ο λόχος Ουλαμού Πύργου Ηλείας, κάθισε στο χάνι. Επί έξι μήνες εφοδίαζε ο Φίλιππος με ζωοτροφές τα άλογα και ότι μπορούσε για τους φαντάρους. ‘‘ Δεν υπάρχει λόγος να ζητάω αμοιβή-, είπε ο Φίλιππος στο Χρήστο- μόνο αν οι δικoί μου δεν θα μπορέσουν να μου φτιάξουν μνήμα, τότε να βοηθήσετε βάζοντάς μου τουλάχιστον το σταυρό με την ελληνική σημαία και. με μια καλή πλάκα με σκαλισμένα ελληνικά γράμματα.
Εθελοντές από τη Βόρειο Ήπειρο στο έπος του ’40
Σταύρος Στέλιος, από το Λαζάτι Αγίων Σαράντα: Στις 25 Νοέμβρη 1940 κατατάχθηκα εθελοντής πολέμου στον ελληνικό στρατό. Ήμασταν περίπου 500 στο 39-ο σύνταγμα ευζώνων. Φθάσαμε στο μέτωπο του πολέμου στο Τεπελένι στο Ύψωμα του Παπακώστα, στο μέρος που λεγόταν Γκόλιγκα, και πολεμήσαμε για τη πατρίδα.
Δεν περιγράφεται με λόγια το να είσαι στο Γκόλιγκα Τεπελενίου, στο υψηλότερο ύψωμα, να σε σφυροκοπούν 80 πυροβόλα του εχθρού μέσα στη χιονοθύελλα, μέρα και νύχτα, δεν περιγράφεται.
Μερικοί εθελοντές από τη Δερβιτσιάνη: -Ηλίας Κορκάρης, Ηλίας Μάσιος, Κίτσιος Τέλιος, Παναγιώτης Λιάτσης.
Από τη Γλίνα: – Βασίλης Σελιώτης, Βασίλης Αναγνώστης, Βαγγέλης Μπατζιέλης, Σπύρος Τσιέλιος, Γιάννης Παππάς.
Αποσπάσματα από ενθυμήσεις του δάσκαλου Μιχάλη Μάσσιου
1939 : Στο χωριό μου τη Δερβιτσάνη, Ιταλοί επιστάτες με αλβανούς εργάτες άρχισαν να επισκευάζουν τον οδικό άξονα Κακαβιά – Αργυρόκαστρο.
« – Νομίζω, ότι δεν έχουν καλό σκοπό αυτοί οι πεπίνιδες, έλεγε ο μακαρίτης ο πατέρας μου. Όλη αυτή η κωλοζτρίμωση των Ιταλών δεν μου αρέσει….Κάποια μέρα θα επιτεθούν κατά της Ελλάδας, ..αλλά,…αλλά θα το πούνε « Παπούτσια να μπαλώσουμε » Και βγήκε ο λόγος του….
*
Στο Σπατς, τρομερές φυλακές και κάτεργα του καθεστώτος του Ενβερ Χότζα. Όντος με 8 χρόνια κάθειρξη ως φιλέλληνας και αντιφρονούντας του Κομουνιστικού Κόμματος Αλβανίας. Κατά το 1980 εκεί γνώρισα έναν καλοκάγαθο Ελληνόβλαχο γεροντάκο, τον Κήτα Μειντή, ο οποίος μεταξύ άλλων μου αφηγήθηκε :
« Ήμασταν τότε στο Δέλβινο με τα ζωντανά μας, όταν νέο παιδί εγώ, με επιστράτευσαν οι Ιταλοί με 7 μουλάρια και άλλους συμπατριώτες μου. Ύστερα από λίγο φτάσαμε στο Καλπάκι.
Τι να σου πώ Μιχάλη μου !…
Σε λιγότερο από μισή ώρα δύο οβίδες σκάνε ! Έγινε του άγιου !… Ανατινάχτηκαν πυρομαχικά, άνθρωποι και ζώα…Μετά άρχισε το τουφεκίδι και …στο σουρούπωμα , πέσαν σε μάχη σώμα με σώμα. Τότε από την μία μεριά ακούγαμε : « Αέρα παιδιά ! » και από την άλλη « Μάμα μία ! »
Πέφταν οι Ιταλοί και ποδοπατιώνταν από τους ίδιους τους συμπολεμιστές τους και όπου φύγει – φύγει !….
*
Δεκέμβριος 1940. Οι Ιταλοί με την ουρά κάτω στα σκέλη άρχισαν να υποχωρούν.
Σε λίγο διάστημα προσέξαμε στο χωριό μας να έρχονται πολλοί Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί. Το σπίτι του Κύρο Ντάρου μετατράπηκε σε στρατηγείο. Στο σπίτι μας φιλοξενήσαμε κάποιον λοχία από το Άργος της Πελοπονήσσου. Ονομαζόταν Θύμιος Πασπαλιάρης.
Το σπίτι του Γρηγόρη Σιάνου μετατράπηκε σε φρουραρχείο, ενώ στου συγχωριανού μας Παντελή Δέδε φιλοξενούνταν ο Γεώργιος Ράλλης (τότε λοχαγός και αργότερα πρωθυπουργός), και οι Σπύρος Σκούρας και Θεόδωρος Λανάρας.
Αυτό το διάστημα στο χωριό μας φιλοξενήθηκε και η διάσημη Σοφία Βέμπο και τραγούδησε ένα βράδυ στο καφενείο « Ταμπόρι » κοντά στην εκκλησία του χωριού. Την άλλη μέρα βάδισε προς Τεπελένι να εμψυχώσει τους Έλληνες εκεί.
Στις 27 Δεκεμβρίου 1940 στο χωριό μας χτυπήθηκε από μία ιταλική βόμβα ο Έλληνας ασυρματιστής Χριστόφορος. Εκατοντάδες κάτοικοι του χωριού και Έλληνες στρατιώτες που βρισκόνταν εκεί, τον κλάψαν και τον εντφίασαν στο νεκροταφείο του χωριού. Μετά το 1990 ο τάφος του και κάποιου άλλου Έλληνα φαντάρου με το όνομα Φώτο που σκοτώθηκε στο Παλαιόκαστρο, ενταφιάστηκαν ξανά σε επίσημη τελετή.
Στο τάφιασμα του ασυρματιστή Χριστόφορου μία χωριανή μου μοιρολόγησε : «Που είναι η μανούλα σου νιάτα μας, να σε φιλήσει για τελευταία φορά. Σε επιθυμούσε για γαμπρό αλλά εσύ παντρεύτηκες τη λευτεριά της πατρίδας μας.»
Θυμάμαι πως κλαίγαμε μικροί και μεγάλοι, χωριανοί και Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικοί.
Στη φωτογραφία Έλληνας στρατιώτης στην είσοδο του χωριού το χειμώνα 1940-’41
(από την ομάδα facebook Δερβιτσάνη)
...Ο Μιχάλης Τσιγκάκος θυμάται σχεδόν με κάθε λεπτομέρεια τις εκτελέσεις που έκαναν οι Γερμανοί στο Μονοδένδρι Λακωνίας στις 26 Νοεμβρίου του 1943, με τις οποίες αφαίρεσαν την ζωή 118 αθώων ανθρώπων.
Με την αποτυχία της ιταλικής εισβολής έληξε η πρώτη περίοδος επιχειρήσεων του Ελληνοϊταλικού Πολέμου, στις 13 Νοεμβρίου 1940. Η ελληνική αντεπίθεση που ακολούθησε από τις 14 Νοεμβρίου, βρήκε τις ιταλικές μεραρχίες με βαριές απώλειες και χαμηλό ηθικό να υποχωρούν.
Στις 13 Νοεμβρίου 1940, έληξε η πρώτη περίοδος των επιχειρήσεων του Ελληνοϊταλικού Πολέμου.
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...