Αν κάποιος δεν γνωρίζει σε βάθος την σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας, μένει με την ψευδαίσθηση ότι στο Β Παγκόσμιο Πόλεμο κράτησε διπλωματικά και στρατιωτικά μια ουδέτερη στάση, με μια… διακριτική απόκλιση προς τους συμμάχους.
Η γεωγραφική της θέση και ο ρόλος της στον γεωπολιτικό χάρτη της περιοχής, της επέτρεπε να ελίσσεται κατά το δοκούν.
Ωστόσο η πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Οι Τούρκοι έπαιξαν ένα άθλιο «διπλό παιχνίδι» αποκομίζοντας τεράστια οικονομικά και πολιτικά κέρδη από τις εμπόλεμες χώρες, όπως αυτό αποδεικνύεται από αδιάψευστα ντοκουμέντα, απόρρητα έγγραφα και διεθνείς τραπεζικές πηγές.!
Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΚΑΙ Ο ΧΡΩΜΙΤΗΣ
Οι σχέσεις των Τούρκων με την χιτλερική Γερμανία λοιπόν, ήταν αγαθές κατά τη διάρκεια του Πολέμου.
Ο Χίτλερ ήθελε μια ουδέτερη Τουρκία από την οποία εξασφάλιζε πολύτιμο χρωμίτη.
Η χώρα της ερυθράς ημισελήνου , χωρίς να χαλάσει τις σχέσεις της με τη Βρετανία ή τις ΗΠΑ, εξυπηρετούσε τη Γερμανία μέχρι το 1944.
Τον Οκτώβριο του 1941 Γερμανία και Τουρκία υπέγραψαν σημαντική εμπορική συμφωνία ενώ ακολούθησαν και άλλες.
Η λεγόμενη Συμφωνία Κλόντιους – από τον Γερμανό διαπραγματευτή Καρλ Κλόντιους που την διαπραγματεύτηκε – προέβλεπε την διάθεση πολεμικού υλικού στην Τουρκία από την Γερμανία με αντάλλαγμα τουρκικά προϊόντα. Βάσει της συμφωνίας η Τουρκία παρέδωσε στη Γερμανία σίδηρο, ατσάλι και συνολικά 135.000 τόνους χρωμίτη, πέραν άλλων προϊόντων.
Οι Τούρκοι προσπαθούσαν και ακόμα προσπαθούν, να υποβαθμίσουν τις εμπορικές τους συναλλαγές με το χιτλερικό καθεστώς αλλά τα στοιχεία υπάρχουν.
Επίσης οι Τούρκοι επέτρεψαν το πέρασμα των στενών σε γερμανικά φορτηγά πλοία, ώστε να διευκολυνθούν οι μεταφορές μεταλλευμάτων, παρακάμπτοντας την Συνθήκη του Μοντρέ.
Οι Σύμμαχοι προσπάθησαν να σταματήσουν τις εξαγωγές τουρκικού χρωμίτη στην Γερμανία αγοράζοντάς τον οι ίδιοι.
Πάντα όμως οι Τούρκοι είχαν και για τους Γερμανούς παρά τις συμμαχικές διαμαρτυρίες και τις επιστολές του Αμερικανού προέδρου Ρούσβελτ στον Τούρκο ομόλογό του Ινονού.
Το πόσο σημαντικός ήταν ο χρωμίτης για τη γερμανική πολεμική παραγωγή το μαρτυρά σε έκθεσή του προς τον Χίτλερ ο Γερμανός υπουργός Εξοπλισμών Σπέερ:
«Αν η εισαγωγή χωρίου από την Τουρκία σταματήσει έχουμε απόθεμα για 5 μήνες.
Η κατασκευή αεροσκαφών, αρμάτων μάχης, οχημάτων, βλημάτων για τα άρματα μάχης, υποβρυχίων και πυροβολικού θα πρέπει να σταματήσει για έναν έως τρεις μήνες…».
Αυτά έγραφε ο Σπέερ στις 10 Νοεμβρίου 1943.
Τελικά η Τουρκία, κατόπιν εντόνων συμμαχικών πιέσεων συμφώνησε να περικόψει κατά 50% τις εξαγωγές χρωμίτη στην Γερμανία και τον Απρίλιο του 1944 αποφάσισε να σταματήσει εντελώς τις εξαγωγές.
Ο ΧΡΥΣΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΛΑΦΥΡΑ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ
Υπήρχε όμως και μια άλλη παράμετρος στις εμπορικές σχέσεις Γερμανίας – Τουρκίας, …ο χρυσός.
Η Τουρκία πωλούσε χρωμίτη με αντάλλαγμα χρυσό, χρυσό που προερχόταν και από τις κατακτημένες χώρες.
Υπολογίζεται ότι, επισήμως, τουλάχιστον το 1/3 του χρυσού με το οποίοι οι Γερμανοί πλήρωσαν τους Τούρκους προερχόταν από τις κατεκτημένες χώρες της Ευρώπης.
Το 1947 ανακαλύφθηκαν στα αρχεία της Τράπεζας του Ράιχ στοιχεία που αποδείκνυαν την μεταφορά βελγικού χρυσού στην Τουρκία τον Μάρτιο του 1943.
Επίσης η Τουρκία έλαβε γερμανικές πληρωμές και χρυσό και μέσω της ελβετικής πρεσβείας στην Άγκυρα που το 1945 εκπροσωπούσε στην χώρα αυτή τα γερμανικά συμφέροντα.
Παράλληλα μέσω δύο γερμανικών τραπεζών που λειτουργούσαν στην Τουρκία γινόταν το «ξέπλυμα» του κλεμμένου χρυσού της Ευρώπης και η μετατροπή του σε ελβετικά φράγκα.
Παράλληλα όμως μέσω Τουρκίας οι Γερμανοί πουλούσαν και άλλα πολύτιμα αντικείμενα, αρπαγμένα κοσμήματα και έργα τέχνης.
Συνολικά στην Τουρκία κατέληξαν 339 κιλά βελγικού χρυσού και άλλα 904 κιλά από άλλες «ύποπτες» πήγες.
Πολλά ακόμα κιλά, προέρχονταν από τα SS και προφανώς αποτελούσαν λεία από τα τραγικά θύματα του Ολοκαυτώματος.
Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΣΕ… ΔΙΠΛΟ ΤΑΜΠΛΟ!
Έκθεση που δόθηκε στη δημοσιότητα από το τμήμα Ιστορίας του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναφορικά με τον εφοδιασμό της χιτλερικής Γερμανίας από την Τουρκία κατά την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου με χρώμιο και άλλα μέταλλα, γεγονός που συνέβαλε στην ενίσχυση της πολεμικής μηχανής των ναζιστών, φέρνει για μία ακόμη φορά στην επιφάνεια την τουρκική στάση στον πόλεμο, αλλά και τη συμπεριφορά της γειτονικής μας χώρας έναντι των Εβραίων.
Σύμφωνα με την έκθεση αυτή, που συντάχθηκε υπό την εποπτεία του υφυπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Στούαρτ Αϊζενστάτ και με βάση στοιχεία που δόθηκαν από τη CIA και τα υπουργεία Εξωτερικών, Άμυνας, Δικαιοσύνης, Οικονομικών και Εμπορίου, τα απαραίτητα για την κατασκευή όπλων μέταλλα οι Γερμανοί τα πλήρωναν στην Τουρκία με χρυσό που έκλεβαν από τις κατακτημένες χώρες.
Ένα μέρος δε του χρυσού αυτού προερχόταν από τα θύματα κυρίως Εβραίους της ναζιστικής βαρβαρότητας στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Όταν στις 6 Απριλίου 1941 τα χιτλερικά στρατεύματα εισέβαλαν στα Βαλκάνια και η Αγγλία ζήτησε από την Άγκυρα να διακόψει τουλάχιστον τις διπλωματικές της σχέσεις με τον Άξονα, ως ένδειξη αλληλεγγύης προς τους Έλληνες, ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Ρουστού Σαράτσογλου όχι μόνο αρνήθηκε να προσχωρήσει η χώρα του στον πόλεμο, στο πλευρό των συμμάχων, αλλά απέρριψε ακόμη και μια απλή συμβολική διπλωματική αποδοκιμασία της επίθεσης κατά της Ελλάδος.
Αθετώντας τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει τόσο με το Βαλκανικό Σύμφωνο και το πλέγμα των ελληνοτουρκικών συμφωνιών όσο και από την αγγλογαλλοτουρκική συνθήκη συμμαχίας του 1939, η Τουρκία υπέγραψε σύμφωνο φιλίας με τη Γερμανία, τον Ιούλιο του 1941, σε μια εποχή δηλαδή που ολόκληρη η Ευρώπη αγωνιζόταν κατά των δυνάμεων του Άξονα.
ΕΔΑΦΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, το διάστημα εκείνο, παρά τις περί «ουδετερότητας» διακηρύξεις της, η Τουρκία διαπραγματευόταν την έξοδό της στον πόλεμο στο πλευρό των ναζιστών έναντι εδαφικών ανταλλαγμάτων.
Τα ίδια ανταλλάγματα η Άγκυρα ζητούσε κρυφά και από τη Βρετανία, παίζοντας ταυτόχρονα «σε δύο ταμπλό».
Στις διαπραγματεύσεις οι Τούρκοι απαιτούσαν όχι μόνο εδάφη, όπως τη Θράκη, την Κριμαία, την Υπερκαυκασία, αλλά και δικαιώματα με το αναχρονιστικό σύστημα των «εντολών» στη Συρία, στο Ιράκ, στην Αίγυπτο και στην Αλβανία. Επίσης, εξέφραζαν την επιθυμία να αποκτήσουν ελληνοκατοικημένες περιοχές, όπως τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου, τα Δωδεκάνησα, την Κύπρο και επιπλέον το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, την ώρα ακριβώς που οι Έλληνες έδιναν ηρωικές μάχες κατά των χιτλεροφασιστικών δυνάμεων.
Βλέποντας τις πρώτες επιτυχίες των στρατιών της Βέρμαχτ, οι τούρκοι ιθύνοντες αποφασίζουν να αγνοήσουν συμφωνίες και συμμαχίες που είχαν συνάψει, προσδοκώντας καιροσκοπικά οφέλη ανάλογα με την έκβαση του πολέμου.
Η βρετανική κυβέρνηση, δυσαρεστημένη έντονα από την τουρκική στάση, στέλνει τον Φεβρουάριο του 1941 στην Άγκυρα τον υπουργό Εξωτερικών Άντονι Ίντεν.
«Φυσικά, οι πιο ειλικρινείς συμπάθειές μας είναι με το μέρος της Αγγλίας, δυστυχώς όμως οι πρακτικές βάσεις της αγγλογαλλοτουρκικής συμφωνίας έχασαν την ισχύ τους.
Η Γαλλία είναι κατεστραμμένη, ενώ η Βρετανία δεν είναι ισχυρή στον βαθμό που πρέπει για να μας προσφέρει βοήθεια, ακόμη και με την προμήθεια όπλων και άλλου εξοπλισμού» είχε δηλώσει τότε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Ρ. Σαράτσογλου…
ΖΗΤΟΥΣΑΝ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΗΣΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΝΑΖΙ ΚΑΙ ΤΑΝΚΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΥΜΜΑΧΟΥΣ
Τα όσα έχουν αποκαλυφθεί από την στάση της Τουρκίας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είναι συγκλονιστικά και αποκαλυπτικά του χαρακτήρα, της πολιτικής τακτικής, της νοοτροπίας, των πάγιων επιδιώξεων, της αλαζονείας, της έλλειψης εμπιστοσύνης και της επεκτατικότητας των γειτόνων μας.
Χωρίς στοιχειώδεις ηθικούς και ιστορικούς φραγμούς, «παζάρευαν» επί τέσσερα χρόνια με τους συμμάχους ,ενώ είχαν συνάψει μυστικές συμφωνίες με την Γερμανία την οποία προμήθευαν πολεμικό υλικό, και ταυτόχρονα αποκόμισαν τουλάχιστον 20.000.000 λίρες στερλίνες από την Βρετανία, προκειμένου να… σταθούν στο πλευρό της!
Από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Θ. Ρούσβελτ, πήραν 575 άρματα μάχης, ενώ στο τέλος του πολέμου, ήταν πλουσιότεροι κατά… 260 εκατομμύρια δολάρια!
ΤΟ ΦΛΕΡΤ ΜΕ ΤΟΝ ΧΙΤΛΕΡ
Η Τουρκία ήταν συνδεδεμένη με τη Βρετανία και τη Γαλλία με συνθήκη συμμαχίας όταν ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος αλλά στις 26 Ιουνίου 1940 προτίμησε να ανακηρύξει την ουδετερότητά της.
Ο Χίτλερ, πριν την εισβολή σε Ελλάδα και Γιουγκοσλαβία δήλωσε στην Άγκυρα ότι θα σεβαστεί την τουρκική ουδετερότητα.
Η δήλωση αυτή κατέληξε στην υπογραφή συμφώνου φιλίας στις 18 Ιουνίου 1941 μεταξύ Γερμανίας και Τουρκίας.
Ο Χίτλερ μάλιστα, από τον οποίο δεν διαφεύγει η φασιστική τάση της ηγεσίας της Άγκυρας, είχε δηλώσει στον Μουσολίνι, στις 29 Απριλίου 1942 στο Σάλτσμπουργκ, ότι η Τουρκία πολύ γρήγορα θα γίνει σύμμαχος και συζητείται να της παραχωρήσουν συγκεκριμένα ελληνικά νησιά!
Η Βρετανία και οι ΗΠΑ αποδέχτηκαν ωστόσο την τουρκική ουδετερότητα δεχόμενες ότι οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις δεν ήταν έτοιμες.
Έτσι θεώρησαν ότι η σωστή πολιτική ήταν να ενισχύσουν την Τουρκία έτσι ώστε να προετοιμαστεί και να ενταχθεί στο συμμαχικό στρατόπεδο.
Οι κινήσεις αυτές έγιναν με βρετανική πρωτοβουλία.
Η αμερικανική στρατιωτική βοήθεια προς την Τουρκία άρχισε από τα τέλη Μαρτίου του 1941 βάσει του περίφημου νόμου «περί Δανεισμού και Εκμίσθωσης».
Με βρετανική πρωτοβουλία όπλα που προορίζονταν για τη Βρετανία και την Ελλάδα κατέληξαν στην Τουρκία.
Ο Τσόρτσιλ έβλεπε την Τουρκία ως μια σύμμαχο χώρα που παράλληλα με τις συμμαχικές αποβάσεις, θα συνέβαλε στην απελευθέρωση των Βαλκανίων.
Μετά την συνάντηση στην Καζαμπλάνκα του προέδρου των ΗΠΑ Ρούσβελτ και του πρωθυπουργού της Βρετανίας Τσόρτσιλ, αποφασίστηκε πως έπρεπε η Τουρκία να μπει στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων, ώστε και τα Βαλκάνια να ελευθερωθούν και ο πολύτιμος χρωμίτης να πάψει να φτάνει στη Γερμανία.
Τα Βαλκάνια και η Τουρκία αποτελούσαν βασική πηγή προμήθειας του πολύτιμου για την γερμανική πολεμική βιομηχανία μεταλλεύματος.
Η ΑΡΝΗΣΗ ΙΝΟΝΟΥ ΣΤΟΝ ΤΣΟΡΤΣΙΛ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΖΑΡΙΑ
Στις 30 και 31 Ιανουαρίου 1943 ο Τσόρτσιλ συναντήθηκε με τον Τούρκο πρόεδρο Ινονού στα Άδανα, με σκοπό να τον πείσει να κηρύξει τον πόλεμο στη Γερμανία ή τουλάχιστον να παραχωρήσει βάσεις στο έδαφος της χώρας στους Συμμάχους.
Οι Τούρκοι όμως δεν πείστηκαν επικαλούμενοι το ανέτοιμο των ενόπλων τους δυνάμεων αλλά και την απειλή σοβιετοποίησης της Ευρώπης αν ηττάτο η Γερμανία…
Αυτό το επιχείρημα χρησιμοποιούσαν άλλωστε και οι Γερμανοί!
Για να παρακάμψουν τις συμμαχικές αμφιβολίες, με κλασική ανατολίτικη πονηριά, οι Τούρκοι ζήτησαν ως αντάλλαγμα την παραχώρηση 2.300 αρμάτων μάχης, 2.600 πυροβόλων, 1.200 αεροσκαφών και 120.000 τόνους αεροπορικού καυσίμου, άνθρακα, σιδηροδρομικό υλικό και φυσικά πολλά – πολλά χρήματα, γνωρίζοντας ότι δεν υπήρχε περίπτωση να τα λάβουν.
Οι ΗΠΑ, όχι άδικα, άρχισαν να βλέπουν με σκεπτικισμό το όλο ζήτημα, αντίθετα με τον Τσόρτσιλ, που επέμενε παρά την αντίθετη άποψη του αρχηγού του βρετανικού επιτελείου σερ Άλαν Μπρουκ.
Τον Οκτώβριο του 1943 στην συνάντηση των ΥΠΕΞ ΗΠΑ, Βρετανίας και ΕΣΣΔ ο Σοβιετικός υπουργός Εξωτερικών Μολότοφ, ζήτησε την κοινή άσκηση πιέσεων προς την Τουρκία για να εισέλθει στον πόλεμο στο πλευρό των Συμμάχων.
Οι Αμερικανοί δεν δέχτηκαν την πρόταση γιατί είχαν πάψει να βλέπουν οφέλη από την τουρκική συμμετοχή, επιμένοντας μόνο στην παραχώρηση βάσεων.
Οι Βρετανοί επίσης την απέρριψαν φοβούμενοι ισχυροποίηση της ΕΣΣΔ.
Ρούσβελτ, Τσόρτσιλ και Στάλιν συζήτησαν και πάλι το θέμα της Τουρκίας στην διάσκεψη της Τεχεράνης τον Νοέμβριο του 1943.
Ο Στάλιν επέμενε για την άσκηση πιέσεων στην Τουρκία, αλλά και πάλι τίποτα δεν έγινε. Οι Τούρκοι προφασιζόμενοι πάντα την στρατιωτική τους αδυναμία αρνούνταν την όποια συμμετοχή τους.
Τον Δεκέμβριο του 1943 Ρούσβελτ και Τσόρτσιλ συναντήθηκαν με τον Ινονού στο Κάιρο ζητώντας του η Τουρκία να κηρύξει τον πόλεμο στον Άξονα μέχρι τα μέσα Φεβρουαρίου 1944.
Οι Τούρκοι φάνηκαν, επισήμως, πρόθυμοι, αλλά πάλι έθεσαν όρους που δεν μπορούσαν να ικανοποιηθούν.
Ο Τσόρτσιλ προειδοποίησε τους Τούρκους ότι τυχόν άρνησή τους θα αποτελούσε το τέλος της «συμμαχίας» (!) και την ενδεχόμενη στήριξη της Βρετανίας σε σοβιετικές διεκδικήσεις έναντι της Τουρκίας.
Παρόλα αυτά οι Τούρκοι αρνήθηκαν και πάλι και μάλιστα ταπείνωσαν τους Βρετανούς αρνούμενοι να δεχτούν υψηλόβαθμη στρατιωτική αντιπροσωπεία, απαιτώντας όμως παράλληλα να πληροφορηθούν τα συμμαχικά στρατιωτικά σχέδια κατά της Γερμανίας!
Τον Φεβρουάριο του 1944 η βρετανική στρατιωτική αποστολή αποχώρησε από την Τουρκία και παράλληλα σταμάτησε ν παράδοση πολεμικού υλικού στην Τουρκία, με τον Τσόρτσιλ να δηλώνει:
«… Διακόψαμε τη βοήθεια αφού δώσαμε 20 εκατ. λίρες στερλίνες σε αγγλικά και αμερικανικά όπλα μόνο για το έτος 1943.
Δεν ενθαρρύνουμε πλέον την Τουρκία να βρίσκεται παρά τω πλευρώ των νικηφόρων εθνών».
ΤΟ ΠΛΟΙΟ «ΣΤΡΟΥΜΑ» ΚΑΙ ΟΙ ΕΒΡΑΙΟΙ
Υπάρχει όμως και μια άλλη-άγνωστη- πτυχή σ εκείνη την εποχή.
Ακολουθώντας μια ρατσιστική πολιτική, οι τουρκικές αρχές δεν χορηγούσαν όπλα στους Εβραίους που επιστρατεύθηκαν στα χρόνια του πολέμου (όπως και στους Ελληνες άλλωστε), ενώ αφαιρέθηκε η τουρκική υπηκοότητα από τούρκους Εβραίους που ζούσαν εκτός της χώρας, με τραγικές συνέπειες για όσους κατοικούσαν σε χώρες υπό γερμανική κατοχή.
Επίσης, απαγορεύθηκε η διαμονή σε Εβραίους με ξένη υπηκοότητα που προσπάθησαν να καταφύγουν στο τουρκικό έδαφος.
Αναφέρεται χαρακτηριστικά η περίπτωση του πλοίου «Στρούμα», που έφτασε από τη Ρουμανία στην Κωνσταντινούπολη τον Δεκέμβριο του 1941, μεταφέροντας πάνω από 760 Εβραίους.
Οι αρχές απαγόρευσαν στους επιβάτες να αποβιβαστούν και τον Φεβρουάριο του 1942 η τουρκική κυβέρνηση διέταξε να ρυμουλκηθεί με τη βία το πλοίο έξω από τα χωρικά της ύδατα, στη Μαύρη Θάλασσα, όπου παρέμεινε ακυβέρνητο, για να βυθιστεί από έκρηξη, με συνέπεια μόνο ένας από τους 760 επιβάτες του «Στρούμα» να σωθεί.
Μία από τις συνέπειες του νόμου «βαρλίκ» ήταν να υποστεί δεινό πλήγμα η ελληνική κοινότητα της Κωνσταντινούπολης, δεδομένου ότι οι Έλληνες αναγκάστηκαν, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, να πληρώσουν 80 εκατ. τουρκικές λίρες από το συνολικό ποσό των 435 εκατ. λιρών.
Κι έτσι, ενώ οι 100.000 περίπου ομογενείς της Κωνσταντινούπολης αποτελούσαν το 0,5% του πληθυσμού της Τουρκίας, πλήρωσαν γύρω στα 20% του συνολικού φόρου βαρλίκ.
ΚΗΡΥΞΑΝ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΤΟ… 1945!
Το… αστειο της υπόθεσης είναι ότι η Τουρκία διέκοψε τις εμπορικές και διπλωματικές της σχέσεις με τη Γερμανία μόλις τον Αύγουστο του 1944, όταν το χιτλερικό οικοδόμημα κατέρρεε και… κήρυξαν τον πόλεμο στη Γερμανία στις 23 Φεβρουαρίου 1945, όταν οι Σοβιετικοί βρίσκονταν σχεδόν έξω από τις πύλες του Βερολίνου και οι δυτικοί Σύμμαχοι πίεζαν στον Ρήνο.
Τι είχε κερδίσει από την πολιτική αυτή η Τουρκία;
Μόνο από τις αποδόσεις των κρατικών της ομολόγων, χάρη στην συμμαχική στήριξη, κέρδισε περί τα 260 εκ. δολάρια εποχής.
Η βιομηχανική απασχόληση στη χώρα αυξήθηκε κατά 40% και η τουρκική Κεντρική Τράπεζα έφτασε να διαθέτει μεγάλο απόθεμα χρυσού.
189 τόνους μόνο από την Γερμανία!
(Ένα μέρος δε του χρυσού αυτού, προερχόταν από τα θύματα κυρίως Εβραίους της ναζιστικής βαρβαρότητας, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.)
Τέλος να σημειωθεί ότι η Τουρκία, μόνο όσον αφορά τα άρματα μάχης, έλαβε 575 από Αμερικανούς και Βρετανούς και πολλά ακόμα τεθωρακισμένα οχήματα.
Στο τέλος του πολέμου ο τότε πρωθυπουργός Σουκρού Σαράκιογλου αποφαίνεται με τη μεγαλύτερη σοβαρότητα:
«Η Τουρκική Δημοκρατία από τις πρώτες στιγμές, με τις δηλώσεις της, τα όπλα της και την καρδιά της ήταν στο πλευρό των δημοκρατικών εθνών».
Και όπως θα σχολιάσει μερικά χρόνια αργότερα ο διαπρεπής τούρκος εκδότης και συγγραφέας Καμουράν Μπεκίρ Χαρπουτλού, «αν ο φασισμός ήταν νικητής είναι φανερό ότι η ίδια φράση θα είχε λεχθεί υπέρ αυτού».
Πηγή: history-point.gr, militaire.gr (α' μέρος, β' μέρος)