Την νύκτα της 14ης προς 15η Απριλίου, κατευθύνθηκε η 1η Μεραρχία SS Leibstandarte SS Adolf Hitler – LSSAH από την οδό Κλεισούρα – Κορησσό και στις 5.30 πμ ενήργησαν επίθεση στην αμυντική γραμμή.Στην επίθεση αυτή αποκρούστηκαν από τους Έλληνες και είχαν σημαντικές απώλειες σε άνδρες κι έχασαν 25 άρματα και λοιπά οχήματα. Από αυτή την επίθεση οι γερμανοί διέγνωσαν την αδυναμία της Ελληνικής άμυνας, στους πρόποδες του Σινιάτσικου κι εκεί επικέντρωσαν τις ενέργειές τους...
Η Ελληνική Διοίκηση ενίσχυσε τον τομέα αυτό με 2 τάγματα του 23 Συντάγματος (οι άνδρες αυτοί ήταν κατάκοποι μετά από νυκτερινή πορεία και δεν είχαν υψηλό ηθικό). Ο Υποστράτηγος Μουτούσης τους μίλησε και διέταξε την ανάπαυσή τους σε περιοχή βόρεια της γέφυρας Μανιάκους.
Στην επακολουθήσασα μάχη πυροβολικού, οι Ελληνικές δυνάμεις καθήλωσαν τις δυνάμεις των γερμανών και υπερίσχυσαν των περισσοτέρων γερμανικών πυροβόλων. Στο χωριό Μηλίτσα, με την ενίσχυση ενός τάγματος Π/Ζ, οι γερμανοί ανανέωσαν την επίθεσή τους, αλλά κι εδώ απέτυχαν.
Στη 1.30μμ εξαπολύθηκε νέα γερμανική επίθεση, στην οποία οι γερμανοί είχαν μεγάλες απώλειες, αλλά οι ισχνές Ελληνικές δυνάμεις αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Στην μάχη αυτή έπεσε ο ίλαρχος Κλείτος Χατζηλιάδης, ενώ την στιγμή εκείνη, τμήματα του 4ου τάγματος Πολυβόλων έφτασαν στις απειλούμενες περιοχές. Η γερμανική επίθεση ήταν αφόρητη στις μάχες που ακολούθησαν· χτυπήθηκαν τα πυροβόλα της 13β Ελληνικής Μοίρας και καταστράφηκαν, ενώ ο Διοικητής τους Ταγματάρχης Παπαρρόδου έπεφτε μαχόμενος επί των όπλων του...
Στις 3μμ, η ίλη (λόχος) ιππικού που μαχόταν στο ύψωμα 680 (Σπαιλίκια) υποχώρησε. Ο Μέραρχος (Σωτήρης Μουτούσης), πάνω σε μοτοσυκλέτα, συνάντησε στο Αρμενοχώρι την ανατραπείσα ίλη ιππικού και τους διέταξε (αφού τους επίπληξε) να επανέλθουν στις θέσεις τους.
Ο Υπίλαρχος Γερασιμίδης με την μονάδα του, κατευθύνθηκε στα υψώματα, σύντομα όμως διαλύθηκαν λόγω του πεσμένου τους ηθικού. Ο Μέραρχος έστειλε το κατάκοπο από συνεχή πορεία (μειωμένης δύναμης) 3ο Τάγμα του 22ου Συντάγματος Λέσβου με Διοικητή τον Ταγματάρχη Δέτση και στις 4.30 κατέλαβε τις θέσεις που είχαν εγκαταλείψει οι ιππείς.
(Εδώ πρέπει να πούμε ότι ο Σ. Μουτούσης έβγαζε λόγους στους στρατιώτες, φέρνοντας τους στο φιλότιμο, για να συνεχιστεί η Ελληνική άμυνα. Ένας τραυματισμένος λοχίας, την στιγμή που παρότρυνε τους άνδρες ο Μέραρχος, άρχισε να φωνάζει «Αδέλφια, οι Γερμανοί είναι χειρότεροι από τους Ιταλούς χωρίς τα άρματά τους, τους πολέμησα και τους είδα». Πραγματικά, σε τέτοιες στιγμές η θέληση ενός Υπαξιωματικού και ενός ψυχωμένου Διοικητή κάνουν θαύματα).
Στις 5μμ, ολόκληρη η επίλεκτη γερμανική ταξιαρχία έκανε σφοδρή επίθεση (την τέταρτη), στην οποία συμμετείχαν 40 στούκας και πολλά βαρέα πυροβόλα.
Στην αρχή, οι Ελληνικές θέσεις έμειναν ακλόνητες, όμως η γερμανική αεροπορία βομβάρδιζε ανενόχλητη και πολυβολούσε από μικρό ύψος το 3/22 τάγμα. Ο βομβαρδισμός αποδιάρθρωσε το Ελληνικό πυροβολικό, καταστρέφοντας 4 πυροβολαρχίες και πυρπολώντας βυτιοφόρα του στρατού.
Σ’ αυτή την κατάσταση προήλασαν τα τεθωρακισμένα ανενόχλητα από το Ελληνικό πυροβολικά και διέσπασαν τις γραμμές μας, φτάνοντας πίσω από τις θέσεις των πυροβόλων μας.
Ακολούθησε το γερμανικό πεζικό, που εξουδετέρωνε τις εστίες αντίστασης. Οι Έλληνες πυροβολητές έδωσαν απεγνωσμένο αγώνα και πολλοί έπεσαν επί των πυροβόλων τους, βάλλοντας μέχρι την τελευταία στιγμή κατά των γερμανικών αρμάτων.
Τα μηχανοκίνητα προήλασαν προς Άργος Ορεστικό. Στις 6μμ, η Ελληνική Διοίκηση διέταξε την ανατίναξη της γέφυρας στους Μανιάκους.
Οι δυνάμεις που βρισκόταν ανατολικά της γέφυρας, είτε πολέμησαν, είτε ανασυγκροτούνταν και προσπάθησαν να διαφύγουν βορειοδυτικά, υπό την κάλυψη των μαχόμενων πυροβολαρχιών, που εξαντλούσαν τα πυρομαχικά τους κατά των γερμανικών αρμάτων. Μέχρι την είσοδο των γερμανών στο Άργος Ορεστικό, ο Σ Μουτούσης παρακολουθούσε την άνιση μάχη από μια ταράτσα στην ανατολική παρυφή της πόλης για να επικοινωνεί με τις μαχόμενες μονάδες.
Λίγο πριν την είσοδο των γερμανών, παίρνει τηλεφωνικό μήνυμα από τον λοχαγό Μανωλέσο, που του φώναζε:
«Στρατηγέ αυτή είναι η τελευταία επαφή μας, αιχμαλωτίζομαι, βρίσκομαι κυκλωμένος εγώ και η μονάδα μου, δεν έχουμε πια βλήματα, ούτε σφαίρες. Τα αδειάσαμε όλα. Γεια χαρά! Ζήτω η αιωνία Ελλάς!»
Στις 7.30 μμ οι γερμανοί κατέλαβαν το Άργος Ορεστικό, όπου συνέλαβαν ασύντακτους στρατιώτες της Ελληνικής μεραρχίας. Η μάχη συνεχίστηκε στην παραλίμνια περιοχή, όπου Ελληνικά τμήματα εξακολουθούσαν να αντιστέκονται. Η γερμανική προέλαση από Δισπηλιό προς Καστοριά, συγκρατήθηκε από άνδρες του 2ου Τάγματος Πυροβόλων Θέσεως. Οι γερμανοί υποχρεώθηκαν σε σφοδρές συγκρούσεις, που έδωσαν όμως την δυνατότητα σε Ελληνικά τμήματα να διαφύγουν και να περάσουν την ξύλινη γέφυρα του Αλιάκμονα και να κατευθυνθούν προς Σκαλοχώρι, όπου και μεταφέρθηκε ο Σταθμός Διοικήσεως της Μεραρχίας.
Στις 8μμ οι γερμανοί κατέλαβαν την Καστοριά κι εκεί σταμάτησαν τις όποιες ενέργειές τους.
Στην διάβαση της Φωτεινής, τμήματα του 3ου Συντάγματος της μεραρχίας Ιππικού (απόσπασμα του Συνταγματάρχη Δέδε), παρ όλο που βαλόντουσαν από τα γερμανικά στούκας, πολέμησαν με πείσμα αποκρούοντας διαδοχικές εφόδους μανάδων του γερμανικού πεζικού και των τεθωρακισμένων τους. Ιδιαίτερα, μεταξύ 1 και 4μμ, τα Ελληνικά πυροβόλα προξένησαν βαριές απώλειες στους γερμανούς και μέχρι το τέλος της ημέρας έμειναν κύριοι του πεδίου της μάχης.
Τα βράδυ της 15ης προς 16 Απριλίου, η Ελληνική διοίκηση, υπό το βάρος των εξελίξεων, υποχρέωσε και το νικηφόρο Σύνταγμα Ιππικού και το σύνολο του υποχωρούντος ΤΣΔΜ σε αναδίπλωση στους ορεινούς όγκους του Τρικλάριου και μετά στα ορεινά της Πίνδου.
Η πίεση υπό την οποία βρέθηκαν οι γερμανοί, φαίνεται από την σχετική αναφορά της 12ης Στρατιάς, την νύκτα της 15ης Απριλίου: «Οι Έλληνες προβάλουν πεισματώδη αντίσταση δυτικά της Φλώρινας και στην Καστοριά…».
Πηγή: Περί Πάτρης