Ο πάνδημος χαρακτήρας που πήρε η υποδοχή των πρώτων τραυματιών του πολέμου του 1940 εντυπωσίασε τους Έλληνες και τους ξένους ανταποκριτές. Ποτέ άλλοτε οι δρόμοι της Αθήνας δεν είδαν τόσο κόσμο, από τις χιλιάδες που ξεχύθηκαν για να προϋπαντήσουν, να ζητωκραυγάσουν και να ενθαρρύνουν τα πρώτα παλικάρια που έφταναν στην Ελληνική πρωτεύουσα. Ήταν 18 Νοεμβρίου 1940 όταν έφθανε στον Σταθμό Λαρίσης το πρώτο νοσοκομειακό τρένο, ειδικά διασκευασμένο για την μεταφορά τραυματιών. Συνέβη τότε το Ελληνικότατο και απρόσμενο. Δεκάδες χιλιάδες λαού στήθηκαν κατά μήκος των οδών απ’ όπου θα περνούσε η πομπή των ασθενοφόρων. Οι ανθοπώλες της Ομονοίας και του Συντάγματος, μοίραζαν δωρεάν τα λουλούδια τους στον κόσμο και σ’ όλη την διαδρομή τα αυτοκίνητα με τους τραυματίες «ερραίνοντο μια άνθινη βροχή».
«Άρατε πύλας, καταφθάνουν εις την πρωτεύουσαν νικηταί και τροπαιούχοι οι τραυματίαι της εποποιίας της Πίνδου, της Μοράβας και του Ιβάν», έγραφαν οι εφημερίδες και οι επίσημοι που προσπαθούσαν να φτάσουν στον Σταθμό, απορούσαν πώς κινητοποιήθηκε τόσος κόσμος.
Δεν το είχαν γράψει οι εφημερίδες και δεν είχε ανακοινωθεί από το ραδιόφωνο μέχρι το μεσημέρι. Η είδηση κυκλοφόρησε από στόμα σε στόμα και συγκλόνισε τους πάντες μετά τις τρεις το απόγευμα. Παρέμεινε δε μυστήριο πώς κυκλοφόρησε παντού η φράση «φτάνουν οι λαβωμένοι». Γέροντες, νέοι, γερόντισσες, κορίτσια και παιδιά.
Από την μια γιόρταζαν τις ευχάριστες ειδήσεις για επέλαση των Ελληνικών στρατευμάτων προς την Κορυτσά και από την άλλη έτρεχαν να συμπαρασταθούν στα πρώτα παλικάρια που έφταναν πληγωμένα από το μέτωπο. Στις τέσσερις το απόγευμα η οδός Δηλιγιάννη και τα υψώματα μπροστά από τον Σταθμό, πλημμύρισαν! Απόλυτη και ευλαβική σιγή επικράτησε για λίγα λεπτά για να ακολουθήσει ένα ασυγκράτητο παραλήρημα.
H οδός Σταδίου, στη σειρά τα ασθενοφόρα και πλήθος κόσμου.
Αλλά η ανθρωποπλημμύρα απλώθηκε στην Αγίου Κωνσταντίνου, έφτασε στην Ομόνοια, γέμισε την Σταδίου και από εκεί μέσω της πλατείας Συντάγματος έφτανε αδιάσπαστη μέχρι τα στρατιωτικά νοσοκομεία στους Αμπελοκήπους και στον Ερυθρό Σταυρό. Ήταν πρωτοφανές το θέαμα. Όσα ασθενοφόρα διέθετε η πρωτεύουσα, ο Πειραιάς, οι γύρω δήμοι και οι κοινότητες σχημάτισαν μια μεγάλη ουρά, ένα καραβάνι, προσπαθώντας να διασχίσουν την οδό Σταδίου που ήταν γεμάτη κόσμο ο οποίος ζητωκραύγαζε με πρωτοφανή ενθουσιασμό. Ξαφνικά άρχισαν να πετάγονται υπάλληλοι και καταστηματάρχες ρίχνοντας στα οχήματα και στον κόσμο γλυκίσματα, τσιγάρα και κουφέτα. Τα συγκινητικά στιγμιότυπα, με γέρους να αδειάζουν τις τσέπες τους μέσα στα αυτοκίνητα, γριές να ψάλλουν εκκλησιαστικούς ύμνους και σχεδόν όλους να επικαλούνται την βοήθεια της Παναγίας για την υγεία των τραυματιών, καταγράφηκαν στον Τύπο με κάθε λεπτομέρεια.
Η ψυχολογία του Ελληνικού λαού τέθηκε στο μικροσκόπιο. Ποιός ήταν όλος αυτός ο κόσμος, στο μέτωπο και στα μετόπισθεν, που φούντωνε από υπερηφάνεια, σκαρφάλωνε στο ύψωμα του Ιβάν όταν οι Ιταλοί έριχναν καταιγιστικά πυρά ή έψαχνε λόγο για να πεταχτεί στον δρόμο και να γκρεμίσει τα τείχη για να υποδεχτεί τους ήρωές του; Την απάντηση έδωσε τις ίδιες ημέρες ο Π. Παλαιολόγος: «Είναι αυτός που γνωρίσαμε σε ειρηνικούς καιρούς με τις μικροπονηριές, με τις αγαθότητες, με τις κακίες, με τις κομπίνες, ο καταφερτζής, ο συντηρητικός, ο μετρημένος, ο άνθρωπος του ένα κι ένα δύο, ο φιλισταίος, ο σκυφτός, ο γκρινιάρης. Αυτός είναι ο πρωταθλητής της μεγάλης εποποιίας»! Καλούσε δε με πρωτοσέλιδό του δημοσίευμα τους κρατούντες: «Βγάλτε λοιπόν το καπέλο σας κύριοι “μεγάλοι” και στρώστε τους δρόμους με κλωνάρια δάφνης για να περάσει ο μέσος Έλλην από πάνω τους».
Μετά την αποβίβαση τραυματιοφορείς υποβαστάζουν τραυματία
για να τον μεταφέρουν στο Νοσοκομείο.
Αλλά μόλις άρχιζαν οι περιπέτειες για τους τραυματίες... Σιωπούν οι πηγές για την συνέχεια μέσα στους θαλάμους των νοσοκομείων. Εκεί θα συνεχίζουν να τους συμπαραστέκονται επίσημοι και μη, ιερείς, καλλιτέχνες, σωματεία κ.ά. Περισσότερο απ’ όλους οι γιατροί και οι νοσοκόμες, επαγγελματίες και μη, που στάθηκαν στο προσκεφάλι τους. Ανεκμετάλλευτα όμως για την ιστορική έρευνα παραμένουν ακόμη τα αρχεία των νοσοκομείων –όσα σώζονται– και μπορούν να προσφέρουν πλούσιες πληροφορίες και μαρτυρίες για τους ήρωες εκείνους που έδωσαν τη ζωή ή κομμάτια από το κορμί τους στα πεδία των μαχών ή στα χειρουργεία.
Εν μέρει η απουσία τεκμηρίων είναι δικαιολογημένη για τα πολιτικά νοσοκομεία, τα οποία κλήθηκαν να απορροφήσουν μεγάλο αριθμό τραυματιών. Οι διοικητικές υπηρεσίες τους λάμβαναν την εντολή να τηρούν ιδιαίτερα μητρώα για τους τραυματίες σε πολεμικές επιχειρήσεις ασθενείς. Αυτά τα «Μητρώα Ασθενών» τηρούσαν διαβαθμισμένοι υπάλληλοι, οι οποίοι και φρόντισαν για την καταστροφή τους όταν άρχισε η είσοδος των Γερμανών στην Ελλάδα ή τα απομάκρυναν από τον χώρο των νοσοκομείων για να μην πέσουν στα χέρια των κατακτητών. Σπουδαία εθνικά τεκμήρια που μόνο στην θέα τους ανατριχιάζει ακόμη και ο πλέον ψυχρός ερευνητής.
Παρουσιάζουμε ένα από τα σωζόμενα αυτά τεκμήρια και συγκεκριμένα το «Μητρώον Ασθενών» 336 τραυματιών. Πρόκειται για σπαράγματα, τα οποία με περισσή δυσκολία ανασυγκροτήθηκαν για να μελετηθούν. Περιλαμβάνουν 67 τραυματίες από εκείνους που έφθασαν πρώτοι στην Αθήνα, στις 18 Νοεμβρίου 1940 και 267 που έφθασαν στην πρωτεύουσα και σε διάφορα νοσοκομεία μέχρι και τον Ιανουάριο 1941.
Πρώτος ασθενής ήταν ο λοχίας Νικόλαος Γκιουλέκας του Γεωργίου από την Φλώρινα, της κλάσης του 1940, ο οποίος διαγνώσθηκε με βαριά εγκεφαλική διάσειση. Δεν καταγράφεται η περαιτέρω πορεία της κατάστασής του, αντίθετα με τον δεύτερο τραυματία, τον λοχία Τσουμαρόπουλο Λάμπρο του Νικολάου, από το Καλονέρι Φλωρίνης, κλάσης του 1937, ο οποίος νοσηλεύθηκε με τραύμα του τριχωτού της κεφαλής από όλμο και πήρε εξιτήριο στις 20 Δεκεμβρίου 1940.
Στις διαγνώσεις κυριαρχούν τα διαμπερή, τυφλά, επιπεπλεγμένα και επιπόλαια τραύματα. Μέχρι το δεύτερο δεκαήμερο Δεκεμβρίου 1940 μόνον ένας ασθενής καταγράφεται με κρυοπαγήματα και μάλιστα 3ου βαθμού. Πρόκειται για τον Νικόλαο Πλεξίδα του Θεοδώρου από την Μοσχονίτσα Τρικάλων, κλάσης του 1935, ο οποίος νοσηλεύθηκε περίπου τρεις μήνες και έφυγε με την σημείωση «ίασις».
Το δεύτερο περιστατικό με κρυοπαγήματα αναφέρεται ότι εμφανίστηκε στις 22 Δεκεμβρίου με κρυοπαγήματα 1ου βαθμού. Πρόκειται για τον Ευάγγελο Παγώνη του Βασιλείου από την Εύβοια, κλάσης του 1938, ο οποίος νοσηλεύθηκε 33 ημέρες. Από τότε στα 122 περιστατικά που καταγράφηκαν, τα 51 είχαν κρυοπαγήματα διαφόρων βαθμών.
Από τους 336 αυτούς τραυματίες τρεις ήρωες άφησαν πρόωρα την τελευταία τους πνοή. Ο Δηβόπουλος Ιωάννης του Κυριάκου, από το Λουτρό Πέλλης, κλάσης του 1934, ο οποίος νοσηλεύτηκε 30 ημέρες και παρά τον ακρωτηριασμό του δεξιού μηρού του δεν κρατήθηκε στην ζωή. Έφυγε από σηψαιμία στις 22 Δεκεμβρίου 1940.
Ο Απόστολος Γκαρνής του Δημητρίου, κλάσης του 1932, από το Μυρόφυλλο Τρικάλων, που έχασε την ζωή του από «τυφλό τραύμα του αριστερού βρεγματικού χώρου» και ο Θεσσαλονικιός λοχίας Μιχαήλ Τσελούδης του Κυριάκου, κλάσης του 1930, ο οποίος απεβίωσε αυθημερόν με διάγνωση «οσφυοϊερά λοιμώδης μυελίτις».
Τελευταίος τραυματίας αυτού του καταλόγου είναι ο Δεκανέας Κωνσταντάκης Αργύριος του Παναγιώτου, κλάσης του 1936, από το Περπένι Σπάρτης. Νοσηλεύθηκε από τις 8 Δεκεμβρίου 1940 μέχρι τις 24 Ιανουαρίου 1941, οπότε εξήλθε αφού του ακρωτηρίασαν το μικρό δάχτυλο του αριστερού ποδιού λόγω των κρυοπαγημάτων 1ου, 2ου και 3ου βαθμού που είχε και στα δύο πόδια του.
Είθε να έρθει εκείνη η ώρα που τα ονόματα όλων των νεκρών και τραυματιών του μεγάλου εκείνου πολέμου θα είναι προσβάσιμα σε όλους. Φωτεινά παραδείγματα αυτοθυσίας και ηρωισμού. Πρότυπα αποφασιστικότητας για ένα λαό που δηλώνει σε κάθε ευκαιρία πως είναι αποφασισμένος να ζήσει και να μεγαλουργήσει κάτω από οιεσδήποτε συνθήκες.
Πηγή: Μικρός Ρωμηός, Περί Πάτρης