Από το 1912, που επισκέπτεται το Λονδίνο, ο Ελευθέριος Βενιζέλος τάζει στον Σταυρίδη και τον Λόυντ Τζωρτζ να παραδώσει “την Καβάλα μετά της ενδοχώρας της” στους Βουλγάρους.
Στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Άγγλοι και οι Γάλλοι αρνούνται στον Ελευθέριο Βενιζέλο συμμαχία με την Ελλάδα: “Καλύτερα να κάμουμε συμμαχία με το Μονακό”. Θέλουν να βγει η Ελλάδα στον πόλεμο ενάντια στις κεντρικές δυνάμεις, αφού παραχωρήσει το “τμήμα Δράμας-Καβάλας” στους αγαπημένους της Αντάντ Βουλγάρους. Στην αγωνιώδη προσπάθεια των άλλων Πρωθυπουργών και του Βασιλέως Κωνσταντίνου του Α’ να συνταχθεί η Ελλάδα με την Αντάντ έχοντας εγγύηση της εδαφικής της ακεραιότητας μετά το πέρας του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι ξένοι της Αντάντ επιλέγουν να αποβιβαστούν στην Ελλάδα, να εγκαταστήσουν τον Βενιζέλο στην Θεσσαλονίκη, να ανατρέψουν τον Βασιλιά και να βγάλουν την Ελλάδα στον πόλεμο, οδηγώντας την στην Μικρασιατική Αυτοκτονία. Ο μεγαλέμπορος όπλων Ζαχάρωφ ανταμοίβει τον Βενιζέλο και τον Λόυντ Τζωρτζ και επιδοτεί το γράψιμο των βιβλίων της ιστορίας.
17 Φεβρουαρίου 1915
«Μεγαλειότατε,
Η Υ. Μ. έλαβεν ήδη γνώσιν της απαντήσεως της ρουμανικής κυβερνήσεως εις την πρότασιν ημών προς δράσιν από κοινού εις βοήθειαν των Σέρβων. Η απάντησις αύτη σημαίνει νομίζω ότι η Ρουμανία θα αρνηθή πολεμικήν μεθ΄ημών σύμπραξιν, εφ’ όσον ταύτης δεν θα μετείχε και η Βουλγαρία. Και να δε δεχθώμεν ότι θα ηρκείτο εις επίσημον δήλωσιν ουδετερότητος της Βουλγαρίας, απέναντι ότι θα ηρκείτο εις επίσημον δήλωσιν ουδετερότητος της Βουλγαρίας, απέναντι κοινής Ελληνορουμανικής συμπράξεως μετά των Σέρβων, είναι απίθανον όμως ότι η τοιαύτη επίσημος δήλωσις της Βουλγαρίας θα ηδύνατο να επιτευχθή.
Άλλωστε και το Επιτελείον δεν φαίνεται ευρίσκον απολύτως επαρκή ασφάλειαν εις την Ελληνορουμανοσερβικήν σύμπραξιν, εφ΄όσον η Βουλγαρία θα ίστατο κατά μέρος, έστω και μετά δήλωσιν ουδετερότητος, ην προδήλως θα παραβιάση, ευθύς ως εύρη συμφέρον εν τούτω. Ούτως εχόντων των πραγμάτων, νομίζω ότι επέστη ο χρόνος να αντιμετωπίσωμεν αποφασιστικώς το πρόβλημα των αναγκαίων θυσιών όπως επιτύχωμεν, ει δυνατόν, σύμπραξιν παμβαλκανικήν προς από κοινού μετοχήν εις τον πόλεμον.
Τοιαύτη από κοινού ενέργεια των βαλκανικών λαών ού μόνον θα ησφάλιζεν υπέρ αυτών εν πάση περιπτώσει τοπικήν επικράτησιν εν τω νοτίω θεάτρω του πολέμου, αλλά και θα απετέλει σοβαράν ενίσχυσιν των Δυνάμεων της Τριπλής Συνεννοήσεως, ικανής πιθανώς όπως τρέψη οριστικώς την πλάστιγγα υπέρ αυτών εν τω διεξαγομένω δεινώ αγώνι.
Η παραχώρησις της Καβάλας είναι βεβαίως θυσία οδυνηροτάτη, αισθάνομαι δε αίσθημα βαθυτάτου ψυχικού άλγους, εισηγούμενος αυτήν. Αλλά δεν διστάζω να την προτείνω, ευθύς ως λάβω υπ΄όψιν τίνα εθνικά ανταλλάγματα πρόκειται να εξασφαλισθούν δια της θυσίας ταύτης. Έχω το αίσθημα ότι αι παραχωρήσεις εν Μικρά Ασία, ως εισηγητής εγένετο ο Γκρέυ, δύνανται, αν μάλιστα υποβληθώμεν εις θυσίας προς Βουλγαρίαν, να λάβουν έκτασιν τοιαύτην, ώστε εις την εκ των νικηφόρων πολέμων προελθούσαν διπλήν Ελλάδα, να προστεθή άλλη μια, εξ ίσου μεγάλη και όχι βέβαια ολιγώτερον πλουσία Ελλάς.
Πιστεύω ότι αν εζητούμεν το μέρος το κείμενον Δ. της γραμμής, ήτις αρχομένη από του ακρωτηρίου Φοίνικα προς νότον φθάνει δια τον ορέων Ακδάγ, Κιτσέλ-δαγ, Αναμάς-δαγ, εις το Σουλτάν-δαγ και εκείθεν δια του Κεσίρ-δαγ, Τουρμάν-δαγ, Γκεσίλ-δαγ, Δουμανίτσα-δαγ, Μυσικού Ολύμπου θα κατέληγεν εις Καξ-δαγ εν τω Αδραμυττικώ κόλπω εφόσον δεν θα επετρέπετο έξοδος ημών εις την Προποντίδα, θα υπήρχε πολλή πιθανότης όπως η αίτησις ημών αύτη γίνη δεκτή. Η επιφάνεια της χώρας ταύτης υπερβαίνει κατά πρόχειρον υπολογισμόν τα 125.000 τετρ. Χιλιόμετρα ήτοι είναι ίση προς την εκ των πολέμων διπλασιασθείσαν Ελλάδα.
Το παραχωρηθησόμενον παρ΄ ημών τμήμα –καζάδες Καβάλας, Σαρή Σαμπάν, Δράμας- δεν είχε επιφάνειαν μεγαλυτέραν των δύο χιλιάδων τετραγ. Χιλιομέτρων. Κατ΄επέκτασιν επομένως αντιπροσωπεύει μόλις το 1/60 των ενδεχομένων ανταλλαγμάτων εν Μικρά Ασία και χωρίς να λάβωμεν υπ΄όψιν το αντάλλαγμα Δοϊράνης-Γευγελής, όπερ επίσης θα ζητήσωμεν.
Είναι αληθές ότι υπό έποψιν πλουτου του τμήματος η αξία είναι μεγίστη και όλως δυσανάλογος προς την έκτασιν αυτού. Αλλ΄είναι φανερόν ότι δεν δύναται να παραβληθή προς τον πλούτον του τμήματος της Μικράς Ασίας ούτινος την παραχώρησιν πρόκειται να επιδιώξωμεν.
Μείζονα βεβαίως σημασίαν έχει η παραχώρησις των ελληνικών πληθυσμών του παραχωρηθησομένου τμήματος.
Αλλ΄εάν ο ελληνικός ούτος πληθυσμός δύναται να υπολογισθή εις 30.000 ψυχών, ο ελληνικός πληθυσμός του διεκδικουμένου παρ΄ημών τμήματος της Μικράς Ασίας ανέρχεται εις οκτακόσιας και πλέον χιλιάδας ψυχών, είναι δηλαδή ασφαλώς 25 πλάσιος του παραχωρηθησομένου. Επί πλέον, ως ήδη ανέπτυξα εν τω προηγουμένω υπομνήματί μου, η παραχώρησις του τμήματος Δράμας-Καβάλας θα γίνη υπό τον ρητόν όρον ότι η βουλγαρική κυβέρνησις θα εξαγοράση τας περιουσίας πάντων εκείνων όσοι θα θελήσωσι να μεταναστεύσωσι εκ του παραχωρηθομένου μέρους. Ουδ΄αμφιβάλλω ότι πάντες μέχρις ενός οι ομογενείς του μέρους τούτου, εκποιούντες τας περιουσίας αυτών, θα σπεύσωσι να μεταναστεύσωσιν εις την αναδημιουργηθηομένην εν Μικρά Ασία νέαν Ελλάδα, αυξάνοντες και ενισχύοντες τον ελληνικόν αυτής πληθυσμόν.
Υπό τοιούτους όρους, Μεγαλειότατε, πιστεύω ακραδάντως ότι πρέπει να τεθή κατά μέρος πας δισταγμός. Τοιαύτη ευκαιρία, οία η σήμερον εμφανιζομένη, είναι δύσκολον και όλως απίθανον να παρουσιασθή και πάλιν εις τον Ελληνισμόν όπως καταστήση αξίαν την εθνικήν αυτού υπόστασιν.
Εάν δεν μετάσχωμεν του πολέμου, οιαδήποτε και αν είναι η έκβασις αυτού, χάνεται δι΄ημάς οριστικώς, κατ΄ανθρώπινον υπολογισμόν, ο Ελληνισμός της Μ. Ασίας. Εάν μεν νικήση η Τριπλή Συνεννόησις θα διανεμηθούν αι δυνάμεις αυτής μόναι είτε μετά της Ιταλίας και την Μικράν Ασίαν μετά της λοιπής Τουρκίας. Εάν δε νικήση η Γερμανία μετά της Τουρκίας όχι μόνον αι εκδιωχθείσαι ήδη εκ Μικράς Ασίας 200.000 Ελλήνων δεν θα έχουν ελπίδα τινά επιστροφής εις τας εστίας των, αλλά και ο αριθμός των εκδιωχθησομένων εισέτι δύνατια να λάβη τρομακτικάς διαστάσεις.
Εν πάσει περιπτώσει η επικράτησις του Γερμανισμού θα ασφαλίση εις αυτόν την απορρόφησιν ολοκλήρου της Μικράς Ασίας.
Πώς είναι δυνατόν, ούτως εχόντων των πραγμάτων να αφίσωμεν να περιέλθη η υπό της Θείας Προνοίας παρεχομένη ημίν ευκαιρία όπως πραγματοποιήσωμεν τα τολμηρότερα ημών εθνικά ιδεώδη; Όπως δημιουργήσωμεν Ελλάδα περιλαμβάνουσαν πάσας σχεδόν τας χώρας εν αι εκράτησεν ο Ελληνισμός κατά τον μακρότατον αυτού ιστορικόν βίον; Ελλάδα περιλαμβάνουσαν ευφορωτάτας εκτάσεις, ασφαλιζούσας δε εις ημάς την επικράτησιν εν τω Αιγαίω Πελάγι;
Οι εν τω επιτελείω φαίνονται παραδόξως μη ελκυόμενοι ισχυρώς εκ των απόψεων τούτων, φοβούνται ως λέγουσιν, αφ΄ενός την δυσχέρειαν της διοικήσεως τοσαύτης εκτάσεως νέων χωρών, αφ΄ετέρου δε μήπως δια της μετοχής μας εν τω πολέμω καταπονηθώμεν περισσότερον παρ΄όσον θα καταπονηθώσιν οι Βούλγαροι, και μήπως ούτη επωφεληθώσι μετά τον πόλεμον της καταστάσεως ταύτης όπως επιτεθώσι καθ΄ημών. Την πρώτην δυσχέρειαν ουδείς δύναται να παραγνωρίση. Αλλά νομίζω ότι η δυσχέρια αύτη δεν δύναται να μας αγάγη όπως παραιτηθώμεν της πραγματοποιήσεως των εθνικών μας ιδανικών κατά την μοναδικήν ευκαιρίαν ήτις παρουσιάζεται εις ημάς σήμερον. Τα εν συνόλω άλλωστε επιτευχθέντα αποτελέσματα της ελληνικής διοικήσεως εν Μακεδονία αποδεικνύουν ότι, παρά τας πολλάς δυσχερίεας, το έργον τούτο δεν υπερβαίνει τας δυνάμεις της Ελλάδος και του Ελληνισμού.
Ο δεύτερος φόβος είναι ολιγώτερον δικαιολογημένος. Οι βαλκανικοί πόλεμοι απέδειξαν ότι δεν καταβαλλόμεθα υπό κοπώσεως ταχύτερον των Βουλγάρων. Είναι εν τούτοις αληθές ότι επί σειράν ετών έως ου οργανώσωμεν την στρατιωτικήν ημών δύναμιν, επί τη βάσει τως εις άνδρας πόρων ους θα δώση η στρατολογία της μεγαλυτέρας Ελλάδος, θα ευρεθώμεν, εν περιπτώσει πολέμου εν τη χερσονήσω του Αίμου, εις την ανάγκην να απασχολήσωμεν μέρος των δυνάμεών μας εν Μ. Ασία προς πρόληψιν τυχόν εκεί τοπικής εξεγέρσεως, άλλωστε όλως απιθάνου, αφού, εκλειπόντος μάλιστα παντελώς του οθωμανικού κράτους, οι Μουσουλμάνοι υπήκοοι ημών έσονται άριστοι και νομιμοφρονέστατοι πολίται.
Αλλ΄η προς τούτο διατεηθσομένη δύναμις θα παρασχεθή εντός βραχυτάτου χρονικού διαστήματος υπ΄αυτού του ελληνικού πληθυσμού της μικρασιατικής Ελλάδος. Έπειτα δε δύσκολον δεν είναι να ασφαλισθώμεν από παντός κινδύνου, συνομολογούντες δια το διάστημα τούτο ρητήν συμμαχίαν μετά των Δυνάμεων της Τριπλής Συνεννοήσεως, επί τη βάσει της οποίας αύται θα εβοήθουν ημάς, εάν κατά το διάστημα τούτο προσεβαλλόμεθα υπό της Βουλγαρίας. Το επ΄εμοί νομίζω ότι και άνευ τοιαύτης συμφωνίας ουδέν θα είχωμεν να φοβηθώμεν εκ μέρους της Βουλγαρίας την επιούσαν ευτυχούς εκβάσεως του πολέμου, εις ον από κοινού θα μετείχομεν.
Η Βουλγαρία θα ήτο και αυτή απησχολημένη από την οργάνωσιν των νέων επαρχιών ας θα απέκτα. Εάν δεν εμωραινεν αυτήν ο Κύριος ώστε να θελήση να μας επιτεθή, ουδεμία αμφιβολία ότι η Σερβία, η οποία και συμμαχικήν υποχρέωσιν έχει προς ημάς και λόγους ευγνωμοσύνης δια την προς αυτήν συμπεριφοράν μας και βαρύτατα θα φέρη την απώλειαν της Μακεδονίας υπέρ της Βουλγαρίας, θα συμπράξη μεθ΄ημών όπως και πάλιν καταβιβάσωμεν την επηρμένην βουλγαρικήν οφρύν και περιορίσωμεν αυτήν εις όρια καθιστώντα ατυήν του λοιπού όλως ακίνδυνον.
Σημειωτέον άλλωστε ότι και δια της παραχωρήσεως της Καβάλας ουδεμία υπάρχει βεβαιότης ότι η Βουλγαρία θα δεχθή να εξέλθη της ουδετερότητος όπως συμπράξη μεθ΄ημών και των Σέρβων.
Είναι πιθανόν ότι θα προβάλη είτε να λάβη τας παραχρήσεις ταύτας ως αντάλλαγμα απλώς της ουδετερότητός της, είτε να γίνη η παραχώρησις εις αυτην από τούδε και προ του τέλους του πολέμου και ανεξαρτήτως επομένως της εκβάσεως αυτού. Ουδέτερον δε των όρων τούτων θα ηδυνάμεθα να δεχθώμεν. Αλλ΄εάν επί τέλους ματαιωθή η μετοχή ημών εις τον πόλεμος εξ υπαιτιότητος των Βουλγάρων, θα διατηρήσωμεν τότε ακέραιον την φιλίαν και συμπάθειαν της Τριπλής Συνεννοήσεως. Και αν δε δεν δυνάμεθα να προσδοκώμεν και εν περιπτώσει κατισχύσεως αυτών παραχωρήσεις τοιαύτας οία η παρεχομένη ημίν ως αντάλλαγμα της μετοχής μας εις τον πόλεμον, πάλιν όμως ασφαλώς δυνάμεθα να προσδοκώμεν ότι τα συμφέροντα ήμών θα τύχωσι συμπαθούς υπ΄αυτών υποστηρίξεως και ότι δεν θα απολίπη ημάς μετά το πέρας του πολέμου η αναγκαία οικονομική αγωγή.
Πρέπει επί πλέον να προστεθή ότι η όλη εξέλιξις των πραγμάτων και η πρότασις όπως αναγνωρισθούν ημίν ευρύταται εδαφικαί παραχωρήσεις εν Μικρά Ασία αποδεικνύει δι΄εμέ ανενδοιάστως ότι η επιδειχθείσα ζωτικότης της Νέας Ελλάδος εφείλκυσεν επ΄αυτής την εμπιστοσύνης ωρισμένων δυνάμεων, αίτινες θεωρούν αυτήν ως σπουδαίον παράγοντα αναπλάσεως εν τη Ανατολή καθ΄ην στιγμήν το τουρικόν κράτος καταρρέει.
Η υποστήριξις των Δυνάμεων τούτων θα παράσχη ημίν όλα τα οικονομικά και διπλωματικά μέσα όπως αντιμετωπίσωμεν πάσαν δυσχέρειαν συμφυή προς την τοσούτον απότομον αύξησιν ημών.
Ερειδομένη επί της υποστηρίξεως ταύτης η Ελλάς θα δυνηθή να βαδίση στερεώς εν τη νέα θαυμαστή σταδιοδρομία, ήτις ανοίγεται προ αυτής.
Εις την Υ. Μ., τελούσαν ευτυχώς έτι εν όλη τη ακμή της ανδρικής ηλικίας, θα δοθή όχι μόνον να δημιουργήσετε δια της σπάθης Υμών την μεγαλυτέραν Ελλάδα αλλά και να στερεώσετε το στρατιωτικόν κατόρθωμα δι΄αρτίας πολιτικής οργανώσεως του νέου Κράτους και να παραδώσετε αυτό εις τον διάδοχον Υμών, όταν επιστή το πλήρωμα του χρόνου, αφού συντελέσητε έργον τόσον υπερφυώς μέγα όσον εις ολίγους εδόθη βασιλείς να επιτελέσουν.
Της Υ. Μ. ευπειθέστατος θεράπων
Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος
Πηγή: https://aristeia.site/archives/22619