Η εκδήλωση των επαναστατικών γεγονότων «φθίνοντος του Μαρτίου» του 1821 στη Λιβαδειά υπήρξε καίριας σημασίας για την επέκταση και την εδραίωση της εξέγερσης των Ελλήνων που είχε κατασταλεί μεν στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες αλλά είχε αναζωπυρωθεί με μεγάλη ένταση στην Πελοπόννησο.
Δεν ήταν δυνατόν να γίνει αλλιώς καθώς η Λιβαδειά ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα έχει εξελιχθεί στη σημαντικότερη πόλη της Στερεάς Ελλάδας, της Αθήνας περιλαμβανομένης, και αντίστοιχα εξαιρετικά σπουδαία ήταν η πολιτική, στρατιωτική και συμβολική της σημασία για την επιτυχία της Επανάστασης.
Η Γκιαούρ Λιβαδειά -όπως την αποκαλούσαν οι ίδιοι οι Οθωμανοί- στην έναρξη του Αγώνα της Ανεξαρτησίας είχε 10.000 Ελληνες κατοίκους, οι οποίοι επιδίδονταν με ξεχωριστή επιτυχία στο εμπόριο, τη γεωργία και τη βιοτεχνία.
Επιπροσθέτως στη Λιβαδειά οι προεστοί -τα θρυλικά καλπάκια της Λιβαδειάς- είχαν επιδείξει ενότητα, μετριοπάθεια, σωφροσύνη, ευελιξία και σοβαρές διπλωματικές ικανότητες μεγιστοποιώντας τα οφέλη της κοινοτικής διοίκησης για τους ίδιους αλλά και για τους Λιβαδείτες με την αξιοποίηση των εγγενών αδυναμιών του φεουδαρχικού και δομικά διεφθαρμένου οθωμανικού καθεστώτος και καθιστώντας την πόλη πρότυπο προόδου και ευημερίας.
Για όλους αυτούς τους λόγους η Λιβαδειά αποτελούσε το κέντρο δράσης της Φιλικής Εταιρείας στη Στερεά από το 1820.
Ο Αθανάσιος Ζαρείφης, απόστολος της Φιλικής Εταιρείας στη Λιβαδειά, διαδραμάτισε τον σπουδαιότερο ρόλο δημιουργώντας ένα επαναστατικό πυρήνα με τη συμμετοχή των ισχυρών ονομάτων της πόλης μεταξύ των οποίων ξεχώριζαν οι πρόκριτοι Νικόλαος Νάκος, Ιωάννης Λογοθέτης, Ιωάννης Φίλων, Εμμανουήλ Σπυρίδωνος και Παναγιώτης Λιδωρίκης.
Την εποχή εκείνη στη Λιβαδειά διατελούσε βοεβόδας ο Καρά Ισμαήλ Αγάς, ο οποίος όπως αναφέρει ο Φιλήμων «ήτο ανήρ πνεύματος, πείρας πραγμάτων και μεγάλης περιουσίας».
Ο έμπειρος Τούρκος αξιωματούχος παρατηρώντας στις αρχές του 1821 τη διακίνηση πολλών ξένων στην πόλη όπως και την φιλοξενία που παρείχε σε αυτούς ο άρχοντας της Λιβαδειάς Ιωάννης Λογοθέτης υποψιάστηκε τη συνωμοσία και ζήτησε από τον διοικητή Εύβοιας, τον περιβόητο Γιουσούφ Πασά και τον Μαχμούτ Πασά γνωστότερο ως Δράμαλη την άδεια να θανατώσει τους υπόπτους ως υποκινητές ταραχών.
Οι πρόκριτοι της Λιβαδειάς δωροδόκησαν τους Τούρκους Πασάδες ο Καρά Ισμαήλ Αγάς αντικαταστάθηκε από το Χασάν Αγά.
Έτσι ανεπιτήρητοι συνέχισαν την προετοιμασία της εξέγερσης ορίζοντας τον κάτοικο της Λιβαδειάς Αθανάσιο Διάκο(που είχε αποστατήσει από την Αυλή του Αλή πασά και είχε αναλάβει υπαρχηγός του αρματολού Οδυσσέα Ανδρούτσου και ειδικότερα τη φρούρηση της από Δαύλεια προς Αράχοβα και Άμφισσα(Σάλωνα) οδικής διέλευσης), την ανάληψη της αρχηγίας των όπλων στη περιοχή σε συνεργασία με τον από Αράχοβα σύντροφό του Βασίλη Μπούσγο.
Η έκρηξη της Επανάστασης στη περιοχή της Λιβαδειάς εκδηλώθηκε τη νύκτα της 25ης προς 26η Μαρτίου 1821 όταν έπεσε το «1ο βόλι» από τον Βασίλη Μπούσγο και τους ένοπλους άνδρες του(του είχαν θέσει στη διάθεσή του οι προύχοντες της Αράχοβας), στη θέση «στενό του Ζεμενού» σκοτώνοντας μερικούς Τούρκους.
Η εμπλοκή αυτή που έγινε με υπόδειξη του Αθανασίου Διάκου λόγω της παρατεινόμενης ασυμφωνίας και αναβλητικότητας των προκρίτων της Λιβαδειάς, όπως και στα Καλάβρυτα, έσπευσε στη συνέχεια να την παρουσιάσει ευφυέστατα στον Χασάν Αγά της Λιβαδειάς ο ίδιος ο Α. Διάκος ως δήθεν επίθεση της εμπροσθοφυλακής του
Ο. Ανδρούτσου που πλησιάζει με 10.000 Έλληνες επαναστάτες.
Την ίδια ημέρα(26/03) ο Α. Διάκος έλαβε άδεια της ελεύθερης στρατολόγησης ενόπλων ανδρών.
Σε νέα προσπάθεια, ο Α. Διάκος δεν πέτυχε τη σύμπνοια των προκρίτων προχώρησε σε πολεμικές ενέργειες αγνοώντας τους.
Την νύχτα της 28ης προς 29η Μαρτίου ηγούμενος των στρατολογημένων από τον ίδιο επαναστατών κατέλαβε τον λόφο του Προφήτη Ηλία κατ΄ απέναντι θέση από το κάστρο της Λιβαδειάς στο οποίο και στον Πύργο Ώρα, στο μέσον της πόλης, είχαν καταφύγει οι Τούρκοι έχοντας μαζί τους ως ομήρους τους προεστώτες Ν. Νάκο και Λογοθέτη μόλις έμαθαν τον ξεσηκωμό της Άμφισσας.
Από εκεί, μετά την άρνηση του Χασάν αγά να παραδώσει την πόλη, ο Α. Διάκος άρχισε την επίθεση.
Στις 31/03, κατελήφθη η πόλη ενώ οι Τούρκοι, που είχαν κλειστεί στον πύργο Ώρα, παραδόθηκαν και στις 01/04(13/04 νέο ημερολόγιο) παραδόθηκε το κάστρο.
Σε πανηγυρική δοξολογία στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, οι επίσκοποι Σαλώνων, Ταλαντίου(Αταλάντης) και Αθηνών ευλόγησαν την επαναστατική σημαία του Διάκου.
Πηγή: facebook.com, Infognomon Politics