Γρηγόρης Αυξεντίου
Κυριακή 3 Μαρτίου 1957. Ήταν 28 χρόνων…
Ο θρυλικός τομεάρχης της ΕΟΚΑ, ο αϊτός του Μαχαιρά. Από την κατεχόμενη σήμερα Λύση της επαρχίας Αμμοχώστου. Από τα εφηβικά του χρόνια, εκδηλώνει με τη μαθητική του δράση την παθολογική του αγάπη προς την Ελλάδα, αφήνοντας να διαφανεί από τότε τι θα επακολουθούσε.
Στα 21 του, βρίσκεται στην Αθήνα και δίνει εξετάσεις στη σχολή Ευελπίδων, χωρίς επιτυχία. Μπαίνει τότε, στη σχολή εφέδρων αξιωματικών της Κορίνθου, αποφοιτεί και υπηρετεί ως ανθυπολοχαγός στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. Το 1952, γυρίζει πίσω στο νησί. Μυείται στην ΕΟΚΑ και με το ξέσπασμα του αγώνα, παίρνει τα όπλα από τους πρώτους.
Την 1η Απριλίου 1955, επιτίθεται με ομάδα κρούσης, στις πετρελαιοαποθήκες της αγγλικής βάσης Δεκέλειας. Συνεχίζει την ένοπλη δράση του, γινόμενος το δεξί χέρι του Γ.Γρίβα – Διγενή. Διωκόμενος από τους Άγγλους, κρύβεται σε βουνά και μοναστήρια. Σ’ ένα από αυτά, την Αχειροποίητο (στην περιοχή του Πενταδάκτυλου), νυμφεύεται κάτω από μυθιστορηματικές συνθήκες την ως τότε μνηστή του Βασιλεία Παναγή, τον Ιούνιο του 1955. Χτυπά διαρκώς αγγλικούς στόχους στις βορινές, αλλά και τις νότιες πλαγιές του Πενταδακτύλου.
Οι μάχες διαδέχονται η μια την άλλη: Αγύρτα, Λάπηθος, Πεδουλάς, Δευτερά. Στη μάχη των Σπηλιών, στις 11 Δεκεμβρίου 1955, οι Άγγλοι άφησαν πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Πολλά και τα κουφάρια που οι αποικιοκράτες αναγκάστηκαν να μετρήσουν στα Χανδριά, το Μάρτιο του 1956. Εκεί έπεσε ένας από τους καλύτερους πολεμιστές του Αυξεντίου, ο Χρήστος Τσιάρτας.
Το Πάσχα του 1956 βρίσκει τον ήρωα ν’ αναρρώνει στο ιστορικό (ιδρύθηκε το 1148) μοναστήρι του Μαχαιρά, μετά από εγχείρηση. Εκεί συνέβη και το πρωτοφανές της εμφάνισής του ενώπιον των διωκτών του, όταν πάνω από 100 Άγγλοι αξιωματικοί και στρατιώτες έζωσαν το μοναστήρι. Μεταμφιεσμένος σε καλόγερο, με γενειάδα και ράσο, ο Γρηγόρης Αυξεντίου παρουσιάστηκε και συστήθηκε στον Άγγλο επικεφαλής αξιωματικό ως ο «πάτερ-Xρύσανθος».
Στις 31 Δεκεμβρίου του 1956, παραμονή Πρωτοχρονιάς, κυκλώνεται μαζί με τα παλικάρια του στο χωριό Ζωοπηγή και ακολουθεί σφοδρή σύγκρουση. Ο Αυξεντίου τραυματίζεται, αλλά διαφεύγει, αφήνει όμως νεκρό πίσω, τον συναγωνιστή του Μάκη Γεωργάλλα. Την 1η Μαρτίου του 1957, οι Άγγλοι ξαναεισβάλλουν στο μοναστήρι του Μαχαιρά. Υποβάλουν σ’ εξαντλητική ανάκριση τον αγωγιάτη της Μονής και τον αναγκάζουν ν’ αποκαλύψει ότι ο Αυξεντίου έχει κατασκευάσει καταφύγιο – κρύπτη ένα χιλιόμετρο πιο κάτω. Έτσι οι Άγγλοι, με ισχυρές δυνάμεις, οδηγούνται στο κρησφύγετο και το περικυκλώνουν.
Ο άνδρας, θρύλος της ΕΟΚΑ, προαισθανόμενος το τέλος, διατάζει τους 4 μαχητές του να βγουν έξω και να παραδοθούν. Εκείνοι αρνούνται: Οι στιγμές είναι δραματικές. Ο Γρηγόρης Αυξεντίου ξαναπροστάζει: «εβγάτε έξω». Υπακούουν και μένει μόνος του. Ακολουθεί τιτανομαχία. Ένας Έλληνας μέσα σε μια σπηλιά, αμύνεται ηρωικά εναντίον ενός σχεδόν συντάγματος πεζικού με βαρύ οπλισμό. Οι Άγγλοι αρχίζουν να μετρούν νεκρούς. Ρίχνουν χειροβομβίδες και τραυματίζουν το παλικάρι. Στέλνουν τον Αυγουστή Ευσταθίου για να τον μεταπείσει και εκείνος αποφασίζει να μείνει μέσα και να πεθάνει πλάι στον αρχηγό του. Στις εκκλήσεις των Άγγλων να παραδοθεί, Γρηγόρης Αυξεντίου απαντά: «Μολών λαβέ». Και ο Λεωνίδας ανασταινόταν πάνω στα βουνά της μαρτυρικής Κύπρου…
Περνούν δέκα ώρες. Οι σφαίρες πέφτουν σαν χαλάζι. Πάνω από 40 οι νεκροί Άγγλοι. Βρέχουν την περιοχή του σπηλαίου με βενζίνη και βάζουν φωτιά. Κόλαση πυρός. Ο Ευσταθίου επιχειρεί έξοδο και συλλαμβάνεται. Οι εμπρηστικές βόμβες των μισελλήνων του Λονδίνου, λαμπαδιάζουν τα πάντα. Έτσι, καιόμενος σαν λαμπάδα, έπεσε ο Γρηγόρης Αυξεντίου, άμορφη μάζα από καμένη σάρκα, πυροβολώντας ως το τέλος, Κυριακή 3 Μαρτίου 1957. Ήταν 28 χρονών…
35η Μοίρα Καταδρομών στο άγαλμα του Σταυραετού του Μαχαιρά
Γρηγόρης Αυξεντίου ο Αθάνατος αϊτός του Μαχαιρά
Όταν ξημέρωσε η 3η Μαρτίου: Ξημερώνει Κυριακή, 3 Μαρτίου 1957. Η συμφορά αλλά και η δόξα.
Ο αλογιάτης του μοναστηρίου Πέτρος, άνθρωπος αγράμματος, ύστερα από βασανιστήρια οδηγεί τους Άγγλους στο κρησφύγετο. Οι Άγγλοι καλούν τους αντάρτες ονομαστικά να βγουν έξω. Ο Αυξεντίου διέταξε τους συντρόφους του να εξέλθουν από το κρησφύγετο.
Εγώ – τους είπε – θα πολεμήσω και θα πεθάνω. Πρέπει να πεθάνω. Επανέλαβε το πρέπει να πεθάνω τέσσερις φορές και κάθε φορά που το επαναλάμβανε φωτιζόταν το πρόσωπο του περισσότερο από μια λάμψη υπερκόσμια και ακτινοβόλα.
Οι Άγγλοι ουρλιάζουν και καλούν τον Αυξεντίου να βγει έξω. Ο Άγγλος δεκανέας Μαράιν πήγε στην είσοδο και τον κάλεσε να παραδοθεί. Μα ριπή ακούστηκε και ο Άγγλος σωριάστηκε κάτω. Ένας Άγγλος αξιωματικός έρριψε μια χειροβομβίδα στο κρησφύγετο που εξερράγηκε χωρίς αποτέλεσμα. Συνεχίζουν να καλούν τον Αυξεντίου να βγει. Ένας από τους συντρόφους του, ο Αυγουστής Ευσταθίου, στράφηκε στους Άγγλους και τους είπε:
-Αφού τον σκοτώσατε τι φωνάζετε. Τότε ένας Άγγλος τον σπρώχνει στο κρησφύγετο να βγάλει το νεκρό Αυξεντίου. Ο Αυγουστής σύρεται στο κρυσφήγετο, μπαίνει μέσα και φωνάζει στα αγγλικά: Come on, we are two now. Ελάτε, τώρα είμαστε δυο.
Άρχισε η μάχη με διακοπές. Δυο σφοδρότατες επιθέσεις με καταιγιστικά πυρά των όπλων που διέθεταν αποκρούστηκαν. Η άμυνα ήταν αποτελεσματική. Οι δυο μαχητές προετοιμάζονταν να πραγματοποιήσουν έξοδο. Ρίχνουν τη μοναδική καπνογόνο χειροβομβίδα και με τη κάλυψη του Αυγουστή, που θα προπορευόταν να γίνει η έξοδος. Η καπνογόνος βόμβα γέμισε το γύρο χώρο πυκνό καπνό, αλλά το αυτόματο του Αυγουστή δεν λειτούργησε και τα αποτελέσματα της βόμβας διαλύθηκαν. Ακολούθησαν οκτώ ολόκληρες ώρες μάχη. Οι Άγγλοι λυσσασμένοι από την ανέλπιστη αντίσταση των ηρωικών παλικαριών και βιαζόμενοι να τελειώσουν πριν από τη νύκτα αποφάσισαν να τους κάψουν ζωντανούς. Περιέλουσαν το κρησφύγετο με βενζίνη.
Ο Αυγουστής διηγείται:
Ένα υγρό άρχισε να κατακλύζει το κρησφύγετο, γρήγορα δε η μυρωδιά της βενζίνης μας αποκάλυψε τις τελευταίες τραγικές στιγμές της ζωής μας. Είναι βενζίνα Μάστρε μου, του είπα. Θα μας κάψουν ζωντανούς. Δεν πρόλαβα να τελειώσω τη φράση μου και τρεις εμπρηστικές βόμβες μετέβαλαν το κρησφύγετο σε φλεγόμενο καμίνι. Βρισκόμουν στην είσοδο του κρησφύγετου γονατιστός. Οι φλόγες κάλυψαν τα μαλλιά μου και το δεξί μέρος του προσώπου μου. Ο μάστρος βρισκόταν στο βάθος του κρησφύγετου, ανάμεσα στις φλόγες που τον είχαν ζωσμένο από παντού. Στην απελπιστική εκείνη στιγμή η όψη του ήταν ήρεμη και γαλήνια, χωρίς να υποστεί καμία κάμψη. Με το ίδιο ατάραχο και αποφασιστικό ύψος και με πολλή στοργή και αγάπη, μόλις τον κοίταξα τρομαγμένος άκουσα από το στόμα του τα τελευταία λόγιαπου δεν ήταν άλλα από την τόσο αγαπημένη από μένα φράση, που πάντοτε υπήρξε για μένα κουράγιο και έμπνευση.
“Μη φοβάσαι Ματρόζο, μη φοβάσαι”.
Μέσα σ’ εκείνη την κόλαση φωτιάς ο Ευσταθίου γλίστρησε αθέατος λίγα μέτρα πιο κάτω. Ανακαλύπτεται από τους Άγγλους του ζητούν επίμονα τον Αυξεντίου. Που είναι ο Αυξεντίου;
– Έκρουσε εκεί μέσα, τους απάντησα και έδειξα το κρησφύγετο.
– Είσαι ψεύτης, τονίζει θυμωμένα ο Άγγλος αξιωματικός.
Διατάζει δε τον Αυγουστή να βγάλει έξω το νεκρό Αυξεντίου και απειλεί με θάνατο. Εισέρχεται ο Αυγουστής στο κρησφύγετο. Αφηγείται ο ίδιος:
Ο θρυλικός Γρηγόρης Αυξεντίου, ο αγαπημένος μας Μάστρος ήταν νεκρός ξαπλωμένος ανάσκελα. Το αριστερό του χέρι ήταν υψωμένο και από τη μέση και πάνω είχε γίνει κάρβουνο. Το άλλο σώμα καιγόταν. Ήταν τόσο ζεστό που κάηκα μόλις τον άγγιξα. Οι στρατιώτες μου φώναζαν να τον σύρω έξω. Δεν με πίστευαν όταν τους έλεγα πως είναι νεκρός.
Ήταν αδύνατο να παραδεχτούν πως πέθανε. Για να πεισθούν πως είναι νεκρός αφαιρέσανε μια μεγάλη πέτρα από το στόμιο του κρησφύγετου οπότε φάνηκε ο Αυξεντίου νεκρός.
Ώρα 2 μ.μ. της 3ης Μαρτίου 1957.
Έτσι έφυγε ο ήρωας Αυξεντίου. Το καρβουνιασμένο του σώμα τάφηκε στις 4 Μαρτίου στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας.
(Πηγή: infognomonpolitics.gr)
Γρηγόρης Αυξεντίου: O Γενναίος των Γενναίων που αγαπήθηκε όσο κανείς άλλος
Ξενής Χ. Ξενοφώντος,
Δημοσιογράφος, πρόεδρος Ινστιτούτου Ελληνικού Πολιτισμού www.iep.org.cy
Σήμερα που η μαρτυρική Κύπρος εξακολουθεί να βρίσκεται κάτω από τις ορδές του βάρβαρου κατακτητή για 47η χρονιά και η κοινωνία βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στον βούρκο της ανηθικότητας, οι σκέψεις μας στριφογυρίζουν στα όρη του Μαχαιρά αναβαπτιζόμενες στην κολυμβήθρα του σώματος και του αίματος του Γρηγόρη Αυξεντίου. Εκεί που στις 3 Μαρτίου του 1957 ο σταυραετός του Μαχαιρά, ο Ζήδρος μας, ο καπετάνιος μας, ο υπαρχηγός της ΕΟΚΑ, πρότασσε στους στυγνούς αποικιοκράτες και στους χιλιάδες Βρετανούς στρατιώτες που μετά από προδοσία περικύκλωσαν το κρησφύγετό του το σύγχρονο «Μολών λαβέ».
Εμφορούμενος από τα ακατάλυτα ιδανικά της γενναιοψυχίας και της φιλοπατρίας του ένδοξου βασιλιά Λεωνίδα της Αρχαίας Σπάρτης, ο εκ Λύσης Κύπρου ορμώμενος έφεδρος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού αφουγκράσθηκε τον παλμό των αγωνιζομένων για ελευθερία Κυπρίων, σπεύδοντας με αγαλλίαση στο πεδίο του αγώνα.
Σύντομα οι σπάνιες αρετές του σμιλεύθηκαν με τις σπουδαίες στρατιωτικές του γνώσεις, αναδεικνύοντάς τον σε υπαρχηγό της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών, της θρυλικής ΕΟΚΑ.
Αρνούμενος να παραδοθεί στους Βρετανούς στρατιώτες, βροντοφώναξε το ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ και σε χρόνο δευτερολέπτου έγινε παρανάλωμα του πυρός μέσα στο κρησφύγετό του το οποίο τα βρετανικά ελικόπτερα της ντροπής περιέλουσαν με βενζίνη βάζοντας φωτιά με εμπρηστικές χειροβομβίδες.
Μόλις μαθεύτηκε το μαύρο μαντάτο η πίστη των συναγωνιστών του στο δίκαιο του αγώνα για αποτίναξη του δυνάστη χαλυβδώθηκε ακόμη περισσότερο. Ο πόθος για ελευθερία φούντωσε προσδίδοντας καινούργιους ορισμούς στη θυσία και τη φιλοπατρία. Το όνομά του, που έγινε συνώνυμο με την ελευθερία, τη λεβεντιά, την αξιοπρέπεια και τη γενναιότητα, γράφτηκε με χρυσά γράμματα στο πάνθεον της ελληνικής αθανασίας.
ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΑΥΞΕΝΤΙΟ
Ο Αυξεντίου λατρεύτηκε ως ήρωας και τιμάται τόσο στην ιδιαίτερή του πατρίδα Κύπρο όσο και στην Ελλάδα και τον απανταχού Ελληνισμό.
Στην Ξάνθη, οι Μικρασιάτες πρόσφυγες του οικισμού του Νέου Κατραμίου, συγκινημένοι από τη θυσία του, ζήτησαν από την Ελληνική Πολιτεία την αλλαγή του ονόματος του οικισμού τους, τον οποίο ονόμασαν Αυξέντιο το 1960 προς τιμήν του. Το 2000 έγινε αδελφοποίηση του Δήμου Βιστωνίδας και του Δήμου Λύσης κι εγκαινιάσθηκε η προτομή του Γρηγόρη στο ηρώο του οικισμού.
Το 2008, ο Δήμος Βιστωνίδας και ο Σύλλογος Κυπρίων Ξάνθης, με επικεφαλής την ευπατρίδη πρόεδρό του Ελένη Χατζηγεωργίου, ίδρυσαν το «Κέντρο Ανάδειξης της Λαογραφικής και Ιστορικής Ενότητας Θράκης- Κύπρου “Γρηγόρης Αυξεντίου”», με την έμπρακτη στήριξη του Συμβουλίου Ιστορικής Μνήμης Αγώνα ΕΟΚΑ 1955-59 του υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου.
Πρόκειται για έναν ιερό χώρο όπου μιλάει ανάγλυφα η ιστορία του Γρηγόρη και ο προαιώνιος πόθος του αδούλωτου Κυπριακού Ελληνισμού για Ένωση με τη Μάνα Ελλάδα.
Σε Ιστορικό Μουσείο-Φυλάκιο «Γρηγόριος Αυξεντίου» μετατράπηκε το φυλάκιο στο οποίο υπηρετούσε ο Γρηγόριος Αυξεντίου, στο ποντιακό χωριό Ακρίτας Κιλκίς το οποίο εγκαινιάστηκε την Κυριακή 3 Απριλίου 2016 από τον υπουργό Άμυνας της Κύπρου και τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού, στην παρουσία των δημάρχων Λύσης και Κιλκίς και σύσσωμων των κοινωνικών φορέων της περιοχής.
ΥΜΝΟΙ
Η θυσία υποχρέωσε, ακόμη και τους εχθρούς, να εξυμνούν τον ηρωισμό του. Πέντε μόνο μέρες μετά το ολοκαύτωμά του, στην εφημερίδα «Tρίμπιουν» του Λονδίνου δημοσιεύτηκε η Mπαλάντα στον Γρηγόρη Aυξεντίου.
Παρατίθενται, σε μετάφραση, τα δύο τελευταία τετράστιχα:
Tότ’ ήρθ’ ο Kυβερνήτης να τους πει
πόσο πολέμησαν όλοι αντρειωμένα
και στο σύνταγμα δώσαν νέα τιμή,
γιατί οι εξήντα σκότωσαν τον ένα!
Mα σαν μιλά αδελφός στον αδελφό
κι ο πατέρας στον γιο του λόγο κάνει,
στην αθάνατη μνήμη του λαού:
ο νιος Γρηγόρης ποτέ δεν θα πεθάνει.
(Πηγή: infognomonpolitics.gr)
Τρεις του Μάρτη του 1957 έως, όντας ο κόσμος λείψει
Λάζαρος Μαύρος
Ε Ξ Η Ν Τ Α τέσσερα χρόνια μεθαύριο από το πανάγιο και τρισένδοξο Θυσιαστήριο του Μαχαιρά.
Με τη βεβαιότητα ότι:
Άφθαρτο,
αμόλυντο,
άχραντο,
άσπιλο,
μεταλαμπαδεύεται σε όλες τις επόμενες και μεθεπόμενες γενιές το Υ Π Ο Δ Ε Ι Γ Μ Α της ύψιστης ελληνικής αρετής για την ελευθερία, την τιμή και την αξιοπρέπεια, ονόματι Γρηγόρης Αυξεντίου.
Υ Π Ο Δ Ε Ι Γ ΜΑ ικανό να ταξιδεύσει όλους τους επόμενους αιώνες.
Όπως ακριβώς ταξίδευσε, διά μέσου των αιώνων, ανόθευτο κι ακέραιο, μέχρι την Κυριακή Τρεις του Μάρτη 1957, επί δύο χιλιάδες τετρακόσια τριάντα εφτά χρόνια (2.437 έτη: Από το 480 προ Χριστού ως το 1957 μετά Χριστόν),
το Υ π ό δ ε ι γ μ α του Λεωνίδα των Θερμοπυλών.
Για ν’ αντηχήσει, μέσα απ’ το στόμιο του Κρησφυγέτου της Ε.Ο.Κ.Α. μαζί με την πρώτη ριπή του αυτομάτου όπλου του περικυκλωμένου απ’ τ’ αγγλικά στρατεύματα αρχιαντάρτη Αυξεντίου και ν’ ακουστεί στην οικουμένη, ξανά, εκκωφαντικό,
σεμνό και πανένδοξο το Μ ο λ ώ ν Λ α β έ…
Ο Τ Α Ν ΗΤΑΝ τελειόφοιτος μαθητής στο Ελληνικόν Γυμνάσιον Αμμοχώστου, ο Γρηγόρης Αυξεντίου, το Σάββατο 27 Μαρτίου 1948 στο θέατρο «Χατζηχαμπή» έλαβε μέρος στην θεατρική παράσταση του έργου του εθνικού ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη «Η 9η Ιουλίου 1821 εν Κύπρω” που δραματοποίησε ο γυμνασιάρχης Κυριάκος Χατζηιωάννου για τον εθνικό εορτασμό της 25ης Μαρτίου 1821 στην αγγλοκρατούμενη Κύπρο.
Έπαιξε, ο μαθητής Γρηγόρης Αυξεντίου, τον ρόλο του εθνομάρτυρα Αρχιεπισκόπου Κυπριανού που απαγχόνισαν οι Τούρκοι 9.7.1821. Κι ήξερε τους στίχους ως τη δική του θυσία. Τους απάγγελλε στον ηγούμενο του Μαχαιρά Ειρηναίο, την προτεραία της δικής του ύστατης μάχης:
«Η Ρωμιοσύνη εν φυλή συνότζιαιρη του κόσμου, κανένας εν ευρέθηκε για να την ι-ξηλείψει, κανένας γιατί σσέπει την που τα ‘ψη ο Θεός μου. Η Ρωμηοσύνη εννά χαθεί, όντας ο κόσμος λείψει»…
Μ Ε Χ Ρ Ι ΤΟΤΕ, μέχρι δηλαδή να λείψει ο κόσμος, στων Ελλήνων το ιερότερο εθνικό εικονοστάσι, σε κάθε επόμενη και μεθεπόμενη γενιά των Ελλήνων, θα ‘ναι αναρτημένο, φωτοδότης και ανέσπερο φως λευτεριάς, τιμής κι αξιοπρέπειας,
το Υ π ό δ ε ι γ μ α Αυξεντίου.
ΕΠ Ε Ι Δ Η:
«Τ’ αληθινό μπόι του ανθρώπου μετριέται πάντα με το μέτρο της λευτεριάς», όπως ανεξίτηλα έγραψε στον «Αποχαιρετισμό» του, για τον Αυξεντίου ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος.
Κ Ι ΕΠΕΙΔΗ,
εσαεί, οι διαδοχικές γενιές των Ελλήνων, θ’ ατενίζουν στο Κρησφύγετο του Μαχαιρά, για «να πάρουμε μια σταγόνα απ’ το αίμα σου να καθαρίσουμε το δικό μας, να μπολιάσουμε το δικό μας, να βάψουμε το δικό μας, να μη μπορέσει πια ποτές
να το ξεθωριάσει ο φόβος.
Να πάρουμε το τελευταίο σου βλέμμα να μας κοιτάζει μη ξεστρατίσουμε.
Να πάρουμε την τελευταία σου εκπνοή να ‘χουμε οξυγόνο ν’ αναπνέουμε χιλιάδες χρόνια.
Να πάρουμε τις τελευταίες σου λέξεις να ‘χουμε να τραγουδάμε ανεξάντλητα εμβατήρια για τη λευτεριά»,
όπως έγραψε ο ποιητής Κώστας Μόντης…
(Πηγή: infognomonpolitics.gr)
«Πάνω απ’ όλα είναι το καθήκον μας προς την πατρίδα», είπε ο Γρηγόρης Αυξεντίου
Σοφοκλής Κωνσταντίνου
Τούτη η θυσία μένει από τότε σύμβολο Αγώνα. Μένει εκεί να μας θυμίζει την ηρωική απόφαση ενός ανθρώπου που άδραξε το χρέος απέναντι στους προγόνους και το έκανε πράξη
Τρεις Μαρτίου 1957, εξήντα τέσσερα χρόνια από τη μάχη των μαχών. Ο Σταυραετός της Λευτεριάς, ο Υπαρχηγός της ΕΟΚΑ, αναμετρήθηκε με την Ιστορία. Και έγραψε Ιστορία. Εδώ, στις βουνοκορφές του Μαχαιρά, ένα κυριακάτικο πρωινό, αναγεννήθηκε η Ελληνική μεγαλοσύνη. Δέκα ολάκερες ώρες πάλεψε το παλληκάρι της Λύσης απέναντι στους σιδηρόφρακτους Άγγλους κατακτητές. Αυτός που δίδαξε στα νέα παιδιά την τέχνη του πολέμου, τους δίδαξε με τη θυσία του πώς να πεθαίνουν για τη Λευτεριά της πατρίδας.
Ο Ζήδρος συνέχισε τον Αγώνα. Κατάφερε μέσα από τις ομάδες του καίρια πλήγματα στους Άγγλους αποικιοκράτες. Οι Άγγλοι τον προκήρυξαν με 5.000 λίρες. Τεράστιο ποσό για την εποχή εκείνη. Όμως, παρά τις συχνές προδοσίες, παρά τις αντίξοες συνθήκες, ο Αυξεντίου, ως την ύστατη πνοή του, μπόλιαζε τους συναγωνιστές του με πίστη, ιδανικά, αξίες, υπερηφάνεια. Στο τελευταίο του γράμμα, τον Φεβρουάριο του 1957 προς τη γυναίκα του, τονίζει μεταξύ άλλων: «Στην εσχάτη ανάγκη θα αγωνισθώ και θα πεθάνω σαν Έλληνας, αλλά ζωντανό δεν θα με πιάσουν».
Στις 3 Μαρτίου 1957, έφθασε τούτη η Άγια Ώρα. Η ώρα της προσταγής, η ώρα της ευθύνης, η ώρα της μετάβασης στον τόπο της Αθανασίας. Τούτη η μέρα έμελλε να μείνει ως Πανελλήνια ιστορική μνήμη. Η ομάδα του Αυξεντίου, με τον Αντώνη Παπαδόπουλο, τον Φειδία Συμεωνίδη, τον Ανδρέα Στυλιανού και τον Αυγουστή Ευσταθίου, στάθηκαν άξιοι αντάρτες δίπλα στον αρχηγό τους. Υπάκουοι και θαρραλέοι, έγραψαν το όνομά τους στις Δέλτους της Ιστορίας.
Μέσα στο κρησφύγετο, πέρα από τις στερήσεις και το κρύο, οι συνομιλίες για το δίκαιο του αγώνα τροφοδοτούσαν τις σκέψεις και τα όνειρα. Ξαφνικά, ακούστηκε ήχος από ελικόπτερο. Δεν ήταν καλό σημάδι. Στη συνέχεια ακούστηκαν τα βήματα των Άγγλων στρατιωτικών πάνω από το στόμιο του κρησφυγέτου. Τότε κατάλαβαν ότι προδόθηκαν. Ο Αυξεντίου διέταξε απόλυτη ησυχία. Σε λίγο, ένας Άγγλος φώναξε: «Here, here!». Τους ανακάλυψαν. Με ένα διερμηνέα που ήξερε Ελληνικά, τους κάλεσαν να παραδοθούν διαφορετικά θα έριχναν βόμβες. «Μάστρε, είμαι έτοιμος για μάχη, περιμένω διαταγή», είπε αποφασισμένος ο Αυγουστής Ευσταθίου. Ο Ζήδρος είχε πάρει την απόφασή του: «Εβγάτε έξω». «Και εσύ τι θα κάμεις;», ρώτησε ο Αντώνης Παπαδόπουλος. «Εγώ θα πολεμήσω και θα πεθάνω. Πρέπει να πεθάνω», απάντησε με αυστηρότητα ο Αυξεντίου. Αυτήν τη φράση την επανέλαβε τρεις φορές. Οι συναγωνιστές του ήθελαν να πολεμήσουν μαζί του, αλλά δεν είχαν επιλογή. Δεν μπορούσαν να αρνηθούν τη διαταγή του αρχηγού τους. Έτσι, ένας-ένας βγήκαν έξω. Οι Άγγλοι, όμως, περίμεναν και τον Σταυραετό να παραδοθεί. Στο κάλεσμά τους να βγει έξω, η απάντηση ήρθε από την πανάρχαια φωνή της Σπάρτης: «Μολών Λαβέ!».
Η μάχη των μαχών άρχισε. Οι Άγγλοι δεν περίμεναν τέτοια ανδρειοσύνη. Ο Αυξεντίου, από το στόμιο του κρησφυγέτου, σκορπούσε τον θάνατο και έσπερνε τον πανικό και την ταπείνωση απέναντι σε μια ολόκληρη βρετανική ταξιαρχία. Οι απώλειές τους ήταν τεράστιες. Δεν τολμούσαν να πλησιάσουν.
Δέκα ολόκληρες ώρες κράτησε η αναμέτρηση. Λίγο πριν το τέλος, οι Άγγλοι διέταξαν τον Αυγουστή να μπει στο κρησφύγετο για να βγάλει έξω τον αρχηγό του. Ο Ματρόζος, αφού μπήκε στο κρησφύγετο, φώναξε δυνατά: «Τώρα είμαστε δύο!» και άρχισαν να πυροβολούν. Οι Άγγλοι έχασαν την ψυχραιμία τους. Βρήκαν, όμως, την τελευταία λύση. Να κάψουν τον κρυψώνα. Αργά, αργά η βενζίνη έσταζε από τις δοκούς του κρησφυγέτου. «Μάστρε, θα μας κάψουν ζωντανούς», φώναξε ο Ματρόζος. Δεν πρόλαβε να πει τίποτε άλλο και αμέσως έσκασαν τρεις εμπρηστικές βόμβες. Η φωτιά έζωσε τα πάντα. Ο Αυγουστής φώναξε: «Παναγία μου!», ενώ ο Αυξεντίου τού είπε: «Μη φοβάσαι, Ματρόζο, μη φοβάσαι…». Γύρισε ο Αυγουστής, κοίταξε τον Μάστρο του που τον τύλιξαν οι φλόγες. Δεν άντεξε. Σύρθηκε έξω γεμάτος χώματα, αποκαΐδια και δάκρυα. Τον άρπαξαν ξανά οι Άγγλοι κτυπώντας τον με τα κοντάκια των όπλων τους… Τον Αυγουστή δεν τον ένοιαζαν τα κτυπήματα του δυνάστη. Δεν υπολόγιζε ούτε πόνο, ούτε φοβέρες. Μονάχα στο μυαλό του ήταν ο αγαπημένος του Μάστρος…
Σε λίγο, όλα τελείωσαν. Ό,τι απέμεινε από τον ήρωα Γρηγόρη Αυξεντίου ήταν λίγη στάχτη και λίγα καπνισμένα ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΟΚΚΑΛΑ να ζωγραφίζουν τη Λευτεριά. Αυτήν τη Λευτεριά που υπέγραψε με το αίμα και την καρδιά του. Τούτη η θυσία μένει από τότε σύμβολο Αγώνα. Μένει εκεί να μας θυμίζει την ηρωική απόφαση ενός ανθρώπου που άδραξε το χρέος απέναντι στους προγόνους και το έκανε πράξη. Ο Κώστας Μόντης αφιέρωσε τέσσερεις διαχρονικούς στίχους για τον Σταυραετό της Κύπρου:
Σαράντα χρόνια οι χαράδρες του Μαχαιρά
αντιλαλούν τ’ «όχι» του.
Σαράντα χρόνια η ηχώ δεν δέχεται να μεταφέρει τίποτε άλλο…
Σαράντα χρόνια δεν καταδέχεται να μεταφέρει τίποτε άλλο.
Εξήντα τέσσερα χρόνια στεκόμαστε με ένα αίσθημα υπερηφάνειας για ό,τι έπραξες για τον τόπο που σε γέννησε. Αρπάζουμε την ασπίδα της διαθήκης σου και την καρφώνουμε στα στήθια μας, στη συνείδησή μας, για να πάρουμε λίγη μονάχα δύναμη. Να πάρουμε τον ήλιο, τον ουρανό, τα τραγούδια της Ρωμιοσύνης και να τα κομματιάσουμε ένα ένα στον αγιασμένο τόπο της θυσίας σου.
Από τον «Αποχαιρετισμό» του Γιάννη Ρίτσου, το κορυφαίο συγκινητικό ποίημα για τον Σταυραετό του Μαχαιρά, παραθέτω λίγους στίχους που καθρεφτίζουν την ψυχή της ελληνικής μεγαλοσύνης:
«Θυμάμαι, καλοκαιριάτικο σούρουπο ήταν – σταμάτησα το αμάξι μπροστά σε μια καλύβα. Διψούσα. Μια μαυροφορεμένη γριά με φίλεψε με το κανάτι δροσερό νερό. ‘‘Φχαριστώ γιαγιά’’, της είπα. ‘‘Καλή λευτεριά, γιε μου’’ αποκρίθηκε. ‘‘Καλή λευτεριά, γιαγιά’’, της ξανάπα – κι ένιωσα πως της την χρωστάω…».
Ο Στρατής Μυριβήλης έγραψε μεταξύ άλλων για το ηρωικό παλληκάρι της Λύσης: «Ο Αυξεντίου είχε πάρει την απόφασή του. Ήταν η ίδια η φωνή από τους 300 του Λεωνίδα…».
(Πηγή: infognomonpolitics.gr)